ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου 2014

Η ΕΝ ΧΡΙΣΤΩ ΧΑΡΑ




«Πάντοτε χαίρετε»· «χαίρετε ἐν Κυρίῳ πάντοτε, πάλιν ἐρῶ χαίρετε»
(Αʹ Θεσ. εʹ 16, Φιλιπ. δʹ 4)

 

Ο θεοφόρος καί χριστοφόρος εὐσεβής «χαίρει ἐν Κυρίῳ πάντοτε» 

καί ἡ παρουσία του στόν κόσμο εἶναι μία μαρτυρία τῆς Αναστάσεως καί τῆς Πεντηκοστῆς, 

εἶναι μία ἀποκάλυψις τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν καί τῆς μακαριότητος τῶν ᾿Εσχάτων, 

τήν ὁποίαν ἤδη προγεύεται.

Για εκείνους, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἀντιρρήσεις, ὅτι εἶναι ἀδύνατον νά χαίρη κάποιος πάντοτε, 

ὁ Μέγας Βασίλειος ἔγραψε μίαν θαυμάσια ῾Ομιλία, 

ἐπιγραφομένην «Περί εὐχαριστίας», 

διά τῆς ὁποίας ἀντιμετωπίζει τούς τολμῶντας «κατηγορεῖν 

τοῦ Παύλου ὡς ἀδύνατα ἡμῖν διορίζοντος».



Δεν είναι δυστυχῶς ἀσυνήθιστο τὸ φαινόμενο νὰ βλέπουμε εὐσεβεῖς, στὸ πρόσωπο τῶν ὁποίων δὲν ἀνθίζει ἡ χαρά, ἡ ἱλαρότης, ἡ εἰρήνη τοῦ Παρακλήτου, τὸ Φῶς τῆς Χάριτος. Προφάσεις ὑπάρχουν πολλές: ταραχὲς στῂν οἰκογένεια, προβλήματα στὴν ἐργασία, διάφορα ἀτυχήματα, οἰκονομικὴ δυσπραγία, δυσκολίες στὴν ὑγεία, δυσάρεστες ἐθνικὲς καὶ πολιτικὲς ἐξελίξεις κ. ἄ. ῏Αρά γε, εἶναι δυνατὸν ὅλα αὐτὰ νὰ ἀποτελοῦν οὐσιαστικὰ ἐμπόδια, γιὰ νὰ στερῆται ὁ Χριστιανὸς τὴν εἰρήνη τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος καὶ τὴν χαρὰ τοῦ Χριστοῦ μας; Βεβαίως, ὄχι· διότι ἡ χαρὰ τῶν εὐσεβῶν δὲν ὀφείλεται στὴν ἀπουσία τῶν πειρασμῶν καὶ τῶν θλίψεων τῆς ζωῆς, ἀλλὰ στὴν παρουσία τοῦ Σωτῆρος μας μέσα στὴν καρδιά τους. ῞Οταν ὁ Χριστιανὸς ἔχη ταπεινὸ φρόνημα καὶ πενθῆ γιὰ τὶς ἁμαρτίες του· ὅταν ἐπιδιώκη «πάντοτε τὸ ἀγαθὸν καὶ εἰς ἀλλήλους καὶ εἰς πάντας»· ὅταν ἀγωνίζεται νὰ τηρῆ τὶς θεῖες ἐντολές· ὅταν μετέχη συνεχῶς τῶν Αχράντων᾿ Μυστηρίων· ὅταν διαρκῶς ἀναλογίζεται μὲ εὐγνωμοσύνη τὴν ἀγάπη καὶ τὶς δω- ρεὲς τοῦ Θεοῦ· ὅταν καλλιεργῆ τὴν ἀδιάλειπτη καρδιακὴ προσευχή· τότε, ζῇ ἐν Χριστῷ καὶ σὺν τῷ Χριστῷ, δηλαδὴ ἔχει στὴν καρδιά του τὸν Δοτῆρα τῆς χαρᾶς καὶ τῆς εἰρήνης. Ο θεοφόρος καὶ χριστοφόρος εὐσεβὴς «χαίρει ἐν Κυρίῳ πάντοτε» καὶ ἡ παρουσία του στὸν κόσμο εἶναι μία μαρτυρία τῆς Αναστάσεως᾿ καὶ τῆς Πεντηκοστῆς, εἶναι μία ἀποκάλυψις τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν καὶ τῆς μακαριότητος τῶν ᾿Εσχάτων, τὴν ὁποίαν ἤδη προγεύεται. ΓΙΑ ΕΚΕΙΝΟΥΣ, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἀντιρρήσεις, ὅτι εἶναι ἀδύνατον νὰ χαίρη κάποιος πάντοτε, ὁ Μέγας Βασίλειος ἔγραψε μίαν θαυμάσια ῾Ομιλία, ἐπιγραφομένην «Περὶ εὐχαριστίας», διὰ τῆς ὁποίας ἀντιμετωπίζει τοὺς τολμῶντας «κατηγορεῖν τοῦ Παύλου ὡς ἀδύνατα ἡμῖν διορίζοντος». Η εὐλογημένη χαρὰ τῶν Χριστιανῶν ἀποτελεῖ τὸν δείκτη τῆς πνευματικῆς των καταστάσεως: ἔλλειψις χαρᾶς, καὶ μάλιστα διαρκοῦς, σημαίνει ἔλλειψιν κοινωνίας μὲ τὸν Χριστό μας, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸν ἀδελφό μας. Ο Κύριος ἀπουσιάζει ἀπὸ τὴν καρδιά μας καὶ δὲν ἔχουμε κοινωνίαν μαζί Του, ἰδιαιτέρως ὅταν μέσα σὲ αὐτὴν δὲν ὑπάρχη ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον μας· ὅταν κακολογοῦμε τὸν ἀδελφό μας καὶ τὸν πληγώνουμε· ὅταν τὸν ὑποτιμοῦμε καὶ περιφρονοῦμε· ὅταν τοῦ προξενοῦμε λύπη καὶ ταραχή. Ο ῞Αγιος Απόστολος᾿ Παῦλος μᾶς προτρέπει: «τὸ ἀγαθὸν διώκετε», καὶ ἐννοεῖ·«ἐπιτεταμένως καὶ ὑπερβολικῶς σπουδάζετε νὰ ἀγαθοποιῆτε καὶ ἀλλήλους σας, ἤγουν καὶ τοὺς ὁμοπίστους σας Χριστιανούς, ἀλλὰ καὶ πάντας, ἤγουν καὶ τοὺς ἀπίστους καὶ ἀσεβεῖς». Τὸ ἀντίθετο, δηλαδὴ ἡ ἀλοζονεία καὶ ἡ ἐκδίκησις, ἡ ψυχρότης, ἡ ἀδιαφορία καὶ ἡ ἀδράνεια, ἡ μισαδελφία καὶ ἡ ἀσπλαγχνία,θὰ μᾶς κάμουν νὰ ὁμοιάζουμε πρὸς τὴν μέλισσα, ὅπως λέγει χαρακτηριστικὰ ὁ ῾Ιερὸς Χρυσόστομος: «Δὲν βλέπετε τὴν μέλισσα, ὅτι πεθαίνει ἀμέσως μόλις πλήξει κάποιον μὲ τὸ κεντρί της; Διὰ μέσου ἐκείνου τοῦ ζώου μᾶς διδάσκει ὁ Θεὸς νὰ μὴ λυποῦμε τὸν πλησίον μας, διότι ἐμεῖς πρῶτοι δεχόμεθα τὸν θάνατον. ᾿Εκείνους, τοὺς ὁποίους πλήττουμε, ἴσως τοὺς ἐλυπήσαμε προσωρινά, ἐμεῖς ὅμως δὲν θὰ ζήσουμε πλέον, ὅπως ἀκριβῶς οὔτε ἐκεῖνο τὸ ζῶο». Η ΥΠΕΡΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗ Θεοτόκος εἶναι ᾿Εκείνη, πρὸς τὴν ῾Οποία ἀπευθύνουμε τὸν χαιρετισμό: «Χαῖρε πασῶν γενεῶν εὐφροσύνη», στὶς δὲ Παρακλήσεις Της ψάλλουμε πολὺ ὡραῖα: «Χαρᾶς μου τὴν καρδίαν πλήρωσον, Παρθένε, ἡ τῆς χαρᾶς δεξαμένη τὸ πλήρωμα, τῆς ἁμαρτίας τὴν λύπην ἐξαφανίσασα». Ας ἐπαναλαμβάνουμε συχνὰ καὶ ἐγκάρδια τὸ εὐφρόσυνο αὐτὸ τροπάριο, προσευχόμενοι στὴν Παναγία Μητέρα μας νὰ μᾶς ἀξιώση νὰ χαίρουμε ἐν Κυρίῳ πάντοτε μὲ τὴν χαρὰ τῆς Αναστάσεως᾿ καὶ τῆς Βασιλείας. Αμήν!


 

Η υπερευλογημένη Θεοτόκος εἶναι ᾿Εκείνη, πρὸς τὴν ῾Οποία ἀπευθύνουμε τὸν χαιρετισμό: 

«Χαῖρε πασῶν γενεῶν εὐφροσύνη», στὶς δὲ Παρακλήσεις Της ψάλλουμε πολὺ ὡραῖα:

«Χαρᾶς μου τὴν καρδίαν πλήρωσον, 

Παρθένε, ἡ τῆς χαρᾶς δεξαμένη τὸ πλήρωμα, τῆς ἁμαρτίας τὴν λύπην ἐξαφανίσασα».

Ας ἐπαναλαμβάνουμε συχνὰ καὶ ἐγκάρδια τὸ εὐφρόσυνο αὐτὸ τροπάριο, 

προσευχόμενοι στὴν Παναγία Μητέρα μας νὰ μᾶς ἀξιώση νὰ χαίρουμε ἐν Κυρίῳ πάντοτε μὲ τὴν χαρὰ τῆς Αναστάσεως

 καὶ τῆς Βασιλείας. Αμήν!



† Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF