ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου 2015

ΕΟΡΤΙΟ ΣΥΝΟΔΙΚΟ ΜΗΝΥΜΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ 2015




ΜΗΝΥΜΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ 2015


«δι’ ἡμᾶς γὰρ ἐγεννήθη παιδίον νέον ὁ πρὸ αἰώνων Θεός»



Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά·

Η Γέννησις κάθε ἀνθρώπου εἶναι πηγὴ μεγάλης χαρᾶς, τόσης ὥστε καὶ αὐτὴ ἡ μήτηρ ἑκάστου νὰ λησμονῇ τοὺς πόνους καὶ τὰς ὠδῖνας τοῦ τοκετοῦ, «διὰ τὴν χαρὰν ὅτι ἐγεννήθη ἄνθρωπος εἰς τὸν κόσμον» (Ἰωάν. ιστ’ 21).Ὅτε δὲ ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου καὶ ἐγεννήθη ἐν Βηθλεὲμ ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ ὡς ἄνθρωπος ἐπὶ γῆς, ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου, ἤτοι ἀνηδόνως καὶ ἀνωδίνως, μεγίστη ἦτο ἡ χαρὰ ἁπάσης τῆς κτίσεως.Οἱ Ἄγγελοι ἐσκίρτησαν δοξολογικῶς, ἀνυμνοῦντες τὸν Ἀρχηγὸν καὶ Χορηγὸν τῆς Εἰρήνης, οἱ Ποιμένες προσεκύνησαν τὸ Θεῖον Βρέφος ἐν φάτνῃ κατακείμενον, τὸν Ἀμνὸν τοῦ Θεοῦ τὸν αἴροντα τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου, οἱ δὲ Μάγοι ἐξ Ἀνατολῶν ἐδωροφόρησαν τὸν τρέφοντα πᾶσαν πνοὴν καὶ δωρούμενον ἡμῖν ζωὴν καὶ ἀφθαρσίαν.Διότι, τὸ Παιδίον τὸ Νέον, καίτοι ἦτο Ἄνθρωπος ὡς πάντες ἡμεῖς, ἐκτὸς ἁμαρτίας, ἦτο ταὐτοχρόνως ὁ Προαιώνιος Λόγος τοῦ Πατρός, Θεὸς ἀληθινὸς ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ, δι’ Οὗ τὰ πάντα ἐγένετο.



Ο Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ὁ «πρᾶος καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ» (Ματθ. ια’ 29) ἠγάπα τὰ παιδία καὶ ἐνηγκαλίζετο ταῦτα μετὰ πλείστης στοργῆς καὶ ἀγάπης, διότι διέκρινεν εἰς αὐτὰ ἁπλότητα, ἁγνότητα, φυσικότητα, θερμότητα, γνησιότητα, καλωσύνην, συμπάθειαν, ἀλληλοβοήθειαν, εἰλικρίνειαν, ἀδελφοσύνην, ἀγάπην. Ὁ Κύριος ἡμῶν, Ὅστις «ἁμαρτίαν οὐκ ἐποίησεν, οὐδὲ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ» (Α’ Πέτρ. Β’ 22) ἀνεπαύετο εἰς τὸ πνεῦμα τῶν παιδίων καὶ ἠσπάζετο τὴν ἀθωότητα, τὴν εἰρήνην, τὴν ἀμεριμνίαν καὶ τὴν μακαριότητα αὐτῶν. Αἱ ἀρεταὶ καὶ τὰ ἰδιώματα τῶν παιδίων ἐστόλιζον Αὐτόν, ἀλλὰ καὶ ὅσους διετήρησαν τὴν παιδικήν των ἁγνότητα καὶ καθαρότητα, ὅσους ἐβάδισαν «ἐν καινότητι ζωῆς» (Ρωμ. στ’ 4) καὶ ἐφύλαξαν τὴν πίστιν ἀκηλίδωτον καὶ τὴν ζωὴν ἄμεμπτον. Ἐπίσης, ἀκόμη καὶ ὅσους ἀπώλεσαν αὐτά, φθόνῳ τοῦ πονηροῦ καὶ ἀπάτῃ τῆς ἁμαρτίας, ἀλλ’ ὅμως μετενόησαν καὶ συνεχωρήθησαν καὶ ἀπεκατεστάθησαν εἰς τὸ πρότερον ἀξίωμα, διότι «ἠγάπησαν πολύ» (πρβλ. Λουκ. ζ’ 47) τὸ Παιδίον τὸ Νέον καὶ ἀνεκαινίσθησαν ἐξ Αὐτοῦ.



Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά·

Ο Κύριος ἡμῶν ἐπιθυμεῖ καὶ προτρέπεται πάντας ἡμᾶς, ὅπως ἀπαρνούμενοι τὴν κακίαν καὶ πονηρίαν, ὁμοιάσωμεν εἰς τὰ παιδία: «Ἐὰν μὴ στραφῆτε καὶ γένησθε ὡς τὰ παιδία, οὐ μὴ εἰσέλθητε εἰς τὴν Βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν» (Ματθ. ιη’ 3). Ἄν δὲν ἐπιδείξωμεν τὰς ἀρετὰς τῶν παιδίων, ἄν δὲν αἰσθανθῶμεν ὡς αὐτά, ἀδύναμοι, ἀλλὰ ἀνθρώπινοι καὶ ἀληθινοί, εὐδιάθετοι καὶ ἐλπιδοφόροι, χαίροντες μετὰ χαιρόντων καὶ κλαίοντες μετὰ κλαιόντων (πρβλ. Ρωμ. ιβ’ 15), καὶ ἰδίως ἐμπιστευόμενοι ἀπολύτως τὸν Παντοδύναμον καὶ Πανάγαθον Πατέρα ἡμῶν τὸν ἐν τοῖς Οὐρανοῖς, τότε πράγματι θὰ ἀδυνατῶμεν νὰ ἐκπληρώσωμεν τὴν Θείαν ταύτην προτροπὴν καὶ ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν θὰ ἀπομακρύνεται ἀφ’ ἡμῶν. Οἱ πλεῖστοι τῶν ἀνθρώπων γύρωθεν ἡμῶν ἐκτρέπονται ἐμφανῶς τῆς εὐθείας ὁδοῦ, περιφρονοῦν καὶ καταπατοῦν τὰς θείας Ἐντολάς, ἀδικοῦν, αὐθαιρετοῦν καὶ ἐγκληματοῦν, στρεφόμενοι κατὰ τοῦ Παιδίου τοῦ Νέου, καὶ κατὰ τῆς ἐπὶ γῆς Βασιλείας Του, ἤτοι τῆς Ἐκκλησίας Αὐτοῦ.



Ἡ Εἰρήνη φυγαδεύεται ἐκ τοῦ κόσμου καὶ ἐπικρατεῖ μεγίστη σύγχυσις καὶ παραφροσύνη, ἐφ’ ὅσον Αὕτη διώκεται πρωτίστως ἐκ τῶν καρδιῶν τῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι λέγουν ὑποκριτικῶς, ὅτι ἀγαποῦν τὰ παιδία καὶ φροντίζουν δι’ αὐτά, ἐνῶ εἰς τὴν πραγματικότητα συμμαχοῦν μετὰ τοῦ Ἡρώδου καὶ κατασφάζουν ταῦτα! Τί ἄλλον εἶναι αἱ αὐξα-νόμεναι ἐκτρώσεις, αἱ ἐπιτελούμεναι διὰ τῆς νομικῆς καλύψεως τῆς Πολιτείας; Τί δεικνύει ἡ παντοειδὴς ἐκμετάλλευσις τῶν παιδίων εἰς ὅλον τὸν κόσμον; Ἀλλὰ καὶ ποῦ ὁδηγεῖ ὁ ἐκχυδαϊσμὸς καὶ ἡ ἀποϊεροποίησις τῆς κοινωνίας διὰ παντὸς μέσου καὶ τρόπου, ὁ ἐκμαυλισμὸς τῶν συνειδήσεων, ὥστε οὐδεὶς νὰ παραμείνῃ καθαρὸς ἀπὸ ρύπου;Δὲν εἶναι δυνατὸν ἡ Εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ νὰ ἐπικρατήσῃ καὶ νὰ θριαμβεύσῃ ἐκεῖ, ἔνθα ἡ πίστις διώκεται ἤ διαφθείρεται, ἡ προσευχὴ καὶ τὰ θεῖα σύμβολα ἐξορίζονται, ἡ ἠθικὴ χλευάζεται καὶ διαστρέφεται ἕως σημείου, ὥστε ἀκόμη καὶ ἡ βδελυρὰ παρὰ φύσιν ἕνωσις ἀνθρώπων τοῦ ἰδίου φύλου νὰ νομιμοποιῆται!...



Ἡ θλιβερὰ πραγματικότης ἀποδεικνύει, ὅτι ἡ Εἰκὼν τοῦ Θεοῦ εἰς τὸν ἄνθρωπον, εἰς τὸν κάθε πονεμένον, διωγμένον, δυστυχισμένον, πεινασμένον καὶ τεθλιμμένον ἄνθρωπον, εὐτελίζεται, τὰ παιδία ὑποφέρουν, τὸ πρόσωπον ἀριθμοποιεῖται καὶ ὑποβαθμίζεται, αἱ σχέσεις κλονίζονται, ἡ οἰκογένεια δοκιμάζεται, ἡ κοινωνία μαστίζεται, τὰ ἔθνη σαλεύονται, ὁ κόσμος ἀπειλεῖται δι’ ἀφαντάστου ὀλέθρου! Τίς θὰ κάμῃ ἡμᾶς πάλιν ὡς τὰ παιδία; Ποῖος θὰ ἐπαναφέρῃ τὸ Φῶς, τὴν Ἐλπίδα, τὴν Εἰρήνην, τὴν Ἀθωότητα; Ποῖος ἄλλος ἀπὸ τὸ Παιδίον τὸ Νέον, τὸ Ὁποῖον ἔρχεται καὶ πάλιν ἐν τῷ μέσῳ ἡμῶν, ἐν τῇ Εὐχαριστιακῇ μας Συνάξει, εἰς τὰ ἄχραντα ἐκ τοῦ μιασμοῦ τῆς Οἰκουμενιστικῆς αἱρέσεως Θυσιαστήρια τῆς καθ’ ἡμᾶς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, καὶ μᾶς διαβεβαιοῖ: «Μείνατε ἐν ἐμοί, κἀγὼ ἐν ὑμῖν»! (Ἰωάν. ιε’ 4). Μετανοεῖτε καὶ γίνετε ὡς τὰ παιδία, λέγει τὸ Παιδίον τὸ Νέον, διὰ νὰ ὁμοιάζετε εἰς Ἐμὲ καὶ νὰ δείξητε μετὰ συνεπείας καὶ σταθερότητος εἰς τὸν παραπαίοντα κόσμον τὴν Ὁδὸν τῆς Ἀληθείας καὶ τῆς Θυσίας, τῆς Εἰρήνης καὶ τῆς Ἀγάπης, τὸν Αὐθεντικὸν Ἄνθρωπον!



Εἴθε ἡνωμένοι μετὰ τοῦ Τεχθέντος Κυρίου ἡμῶν νὰ ἀναδειχθῶμεν ἄξιοι τῆς κλήσεως ἡμῶν, ἵνα νικήσωμεν κόσμον καὶ κοσμοκράτορα, καὶ ἀξιωθῶμεν τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. Ἀμήν!

Ἅγια Χριστούγεννα 2015


Χριστὸς ἐτέχθη!


Μετὰ πατρικῶν εὐχῶν καὶ εὐλογιῶν


Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ

 

Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος

† Ὁ Ἀθηνῶν ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΣ

 

Τὰ Μέλη

† Ὁ Ἀττικῆς καὶ Διαυλείας ΑΚΑΚΙΟΣ

† Ὁ Λαρίσης καί Πλαταμῶνος ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ
† Ὁ Εὐρίπου καὶ Εὐβοίας ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ
† Ὁ Πειραιῶς καὶ Σαλαμῖνος ΓΕΡΟΝΤΙΟΣ
† Ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
† Ὁ Θεσσαλονίκης ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ
† Ὁ Δημητριάδος ΦΩΤΙΟΣ
† Ὁ Τορόντο ΜΩΫΣΗΣ
† Ὁ Ἀµερικῆς ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ
† Ὁ Ὠρωποῦ καὶ Φυλῆς ΚΥΠΡΙΑΝΟΣ
† Ὁ Φιλίππων ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ
† Ὁ Μεθώνης ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ
† Ὁ Νόρα ΜΙΧΑΗΛ
† Ὁ Λούνης ΣΙΛΟΥΑΝΟΣ
† Ὁ Γαρδικίου ΚΛΗΜΗΣ
† Ὁ Ἔτνα καὶ Πόρτλαντ ΑΥΞΕΝΤΙΟΣ
† Ὁ Βρεσθένης ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ
† Ὁ Θεουπόλεως ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ


Εκκλησία Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών 

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ ΜΗΝΥΜΑ ΜΕ ΑΠΟΔΕΚΤΕΣ




Τα Πνευματικά Χριστούγεννα


Εὒχομαι ἐκ βάθους καρδίας, εις ὃλους, ΚΑΛΑ καί ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΑ,

 ἐν πνεύματι Χριστοῦ, μέ ὑγείαν καί μέ συμμετοχήν εἰς τά Ἃγια Μυστήρια 

τῆς Ἐξομολογήσεως καί Θείας Κοινωνίας...



(Σάββατο παραμονή των Προπατόρων 2015).


Ἒφθασαν καί ἐφέτος οἱ Ἃγιες ἡμέρες τῶν Χριστουγέννων


Βλέπομε ὃλες τίς μεγάλες ἀλλά καί μικρές πόλεις σἐ ὃλον τόν κόσμο, γεμᾶτες φῶτα, μουσικές κ.λπ.'Η φράσις «ΜΕΡΙ ΚΡΙΣΤΜΑΣ» είναι σέ ὃλα τά στόματα, σέ διαφημίσεις, σέ ἐκδηκλώσεις κ.λπ.Ὃμως, ἐδῶ τίθεται ἓνα τεράστιο θέμα, τό ὁποῖο περνᾶ, ἀπό τούς περισσοτέρους, ἀπαρατήρητο.Πόση πνευματικότητα, πόση εὐλάβεια, πόση Αληθινή Πίστις ὑπάρχει μέσα σ’ αὐτήν τήν φράση, ἡ ὁποία τελικῶς δέν εἶναι παρά μιά...διαφημιστική τῶν διαφόρων ἐμπορευμάτων προτροπή;


Ἀκόμα καί λαοί ἂπιστοι, ἀλλόθρησκοι, κακόπιστοι, αἱρετικοί, χρησιμοποιοῦν αὐτήν τήν φράση, προκειμένου νά προτρέψουν τούς ἀνθρώπους νά ἀγοράσουν...δῶρα, νά γλεντήσουν μέ τρόπους καθαρῶς κοσμικούς, μέ τραγούδια καί χορούς, μέ διάφορα «δρώμενα», στά ὁποῖα δέν ὑπάρχει τό παραμικρό ἲχνος εὐλαβείας, πίστεως ἢ πνευματικότητος.Ἡ σκέψις τῶν ἀνθρώπων, δέν πηγαίνει στήν ταπεινή φάτνη στήν ὁποία Ὁ ἲδιος Ὁ Θεός μας ἐνσαρκώθηκε κατά τρόπον θαυματουργικόν γιά τήν σωτηρία μας...!Μέ τήν προτροπή τηλεοράσεων, ραδιοφώνων, διαφημίσεων, ἐφημερίδων, κ.λπ., τρέχει σέ κοσμικές γιορτές, σέ ταβέρνες, σέ μουσικές, σέ φῶτα, σέ ὑλιστικές διασκεδάσεις καί γενικῶς, σέ ὃ,τιδήποτε ἂλλο, ἐκτός ἀπό τό Μέγιστο θαῦμα τῆς ἐνανθρωπήσεως Τοῦ Σωτῆρος μας.



Εἶναι ἡ ὓπουλη διαστροφή τοῦ ἀληθινοῦ πνεύματος τῶν Χριστουγέννων, ἡ ὁποία προωθεῖται ἀπό τήν σατανολατρική, σαρκολατρική καί καθαρῶς ὑλιστική «παιδεία» τήν ὁποίαν ἐπιβάλλουν μέ τό «ἒτσι θέλω», τά κέντρα τῆς σύγχρονης κοινωνικῆς διαρθρώσεως, ὣστε μέ τρόπο «εὐχάριστο» γιά τόν ρηχό ἂνθρωπο, νά τόν ἀποκόπτουν ἀπό κάθε Θρησκευτικό συναί- σθημα, ἀπό κάθε δυνατότητα ἐπικοινωνίας μέ τήν Πίστη μας, μέ τήν Ὀρθο- δοξία, μέ Τόν ἲδιο Τόν Θεό.Ἡ λέξις «Χριστούγεννα», κατάντησε νά χρησιμοιῆται ἀλογίστως, χωρίς τό πραγματικό της νόημα καί μέ τρόπο πού δέν παραπέμπει στήν Μεγάλη Ὀρθόδοξη Ἑορτή τῆς ἐνανθρωπίσεως Τοῦ Σωτῆρος μας, ἀλλά σέ κάτι πού προτρέπει σέ ὑλιστικές, κοσμικές καί χωρίς ἲχνος εὐλαβείας ἢ πνευματικότητος «διασκεδάσεις»…!



Οἱ σύγχρονες κοινωνίες, ὁδεύουν ὁλοταχῶς εἰς τή ἀπώλεια.Νόμοι, διατάγματα, ἀποφάσεις κ.λπ., μεθοδεύουν τήν Υποδούλωση τοῦ ἀνθρώπου τῆς ἐποχῆς μας, σέ σατανολατρικές, ὑλιστικές καί σαρκολατρικές διαδικασίες, τίς ὁποῖες ἐπιβάλλουν οἱ «ἰσχυροί», μέσω…οἰκονομικῶν ἀνταλλαγμάτων...!Και οἱ λαοί, «τοῖς κείνων Χρήμασι πειθόμενοι», συμβιβάζονται, ὑποκύπτουν καί γίνονται «τενεκεδένια στρατιωτάκια» στίς διαθέσεις τῶν ὁπαδὦν καί ὑπηρετῶν τοῦ ἀντιχρίστου…!Ἡ Μεγαλη Ἑορτή πού πλησιάζει, εἶναι Γεμάτη ἀπό τήν ἀγάπη Τοῦ Κυρίου μας γιά τόν ἂνθρωπο, καί δέν ζητᾶ ἀπό ἐμᾶς, παρά μόνον νηστεία, Προσευχή καί γονάτισμα μπροστά στήν ταπεινή φάτνη, στήν ὁποία κατεδέχθη νά ἐμφανισθῇ Ὁ Βασιλεῦς τοῦ παντός, Ὁ ἲδιος ὁ Θεός μας…!Ποία σχέση εἶναι δυνατόν νά ἒχη τό Μέγιστον αὐτό θαῦμα μέ τήν ὓλη καί τούς κοσμικῆς φύσεως «ἑορτασμούς», τά γλέντια καί τά «ξεφαντωματα» τῶν ἀνθρωπίνων ἀδυναμιῶν;


Αδελφοί ἐν Κυρίῳ ἀγαπητοί,


Προσέλθετε μέ σεβασμό, μέ εὐλάβεια, μέ συναίσθηση τῆς Θυσίας Τοῦ Κυρίου μας στόν Ἑορτασμό τῶν Χριστουγέννων.΄Η Ἑορτή αὐτή, σᾶς καλεῖ νά συμμετάσχετε, ἐν καθαρᾷ καρδίᾳ, εἰς τό Μέγα Μυστήριον τῆς Θείας Εὐχαριστίας...!Ἐξομολόγησις και Θεία Κοινωνία ἂς εἶναι γιά Όλους μας ὁ τρόπος μέ τόν ὀποῖον θά δείξωμε πώς ἀντιλαμβανόμεθα τό ἀληθές Πνεῦμα τῶν Χριστουγέννων καί ὂχι το ψευδεπίγραφον πού μᾶς προβάλλουν καί, μέ κάθε τρόπον, μᾶς ἐπιβάλλουν, κατά τρόπον μάλιστα προκλητικόν, οἱ πάσης φύσεως Αρνηταί τῆς Ὀρθοδοξιας μας...!Μακριά, λοιπόν, ἀπό τό καθαρῶς κοσμικό πνεῦμα τῶν Χριστουγέννων, τό ὁποῖον, ἀπογυμνωμένο ἀπό τήν εὐλάβεια καί τήν πνευματικότητα πού τοῦ πρέπει, ὁδηγεῖ εἰς σφαῖρας ἀντιθέτους τῶν τῆς Πίστεώς μας.


Εὒχομαι ἐκ βάθους καρδίας, εις ὃλους, Καλά καί Ορθόδοξα Χριστούγεννα,

 ἐν πνεύματι Χριστοῦ, 

μέ ὑγείαν καί μέ συμμετοχήν εἰς τά Ἃγια Μυστήρια τῆς Ἐξομολογήσεως καί Θείας Κοινωνίας.



Αρχιμανδρίτης π. Ευθύμιος Μπαρδάκας


ΜΙΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ 1948




Εἶναι παραμονὴ Χριστουγέννων. 

Βράδυ καὶ τὸ κρύο ἔξω εἶναι τσουχτερό. 

Τὸ χιόνι σὰν ἄσπρο σεντόνι σκεπάζει τοὺς δρόμους τοῦ χωριοῦ καὶ τὰ γύρω βουνά. 

Ὁ πατέρας καὶ ἡ μητέρα πῆγαν στὴν ἐκκλησία.

 Τὰ παιδιὰ εἶναι λυπημένα, γιατὶ δὲν πῆγαν κι ἐκεῖνα. 

Τότε ἡ γιαγιά, γιὰ νὰ διώξη τὴ στενοχώρια τῶν παιδιῶν, ἄρχισε νὰ τοὺς λέη τὴ χριστουγεννιάτικη ἱστορία.


Μιὰ φορά, ξεκίνησε ἕνας φτωχὸς ἄνθρωπος ἀπὸ τὴν καλύβα του νὰ βρῆ φωτιά. Γύριζε ἀπὸ πόρτα σὲ πόρτα, χτυποῦσε νὰ τοῦ ἀνοίξουν κι ἔλεγε: - Βοηθῆστε με, καλοί μου ἄνθρωποι! Ἡ γυναίκα μου γέννησε ἕνα παιδάκι... Πρέπει ν’ ἀνάψω φωτιά, γιὰ νὰ ζεστάνω κι αὐτὴ καὶ τὸ μωρό. Μὰ ἦταν νύχτα. Ὅλοι κοιμόνταν κλεισμένοι στὰ σπίτια τους καὶ κανένας δὲν ἔδινε ἀπάντηση στὰ παρακάλια του.


ἄνθρωπος ὅλο καὶ προχωροῦσε καὶ ξεμάκραινε ἀπὸ τὴ φτωχή του καλύβα. Κάποτε εἶδε μακριὰ ἕνα μικρό φῶς. Ὅλος χαρά, πὼς θάβρισκε πιὰ φωτιά, κίνησε κατὰ κεῖ. Ὅταν πλησίασε, εἶδε πὼς ἦταν μιὰ μεγάλη φωτιὰ κι ὁλόγυρά της ἦταν ξαπλωμένα ἕνα κοπάδι ἄσπρα πρόβατα. Τὸ κοπάδι τὸ φύλαγε ἕνας γεροβοσκός. Κι ὁ ἄνθρωπος ποὺ χρειαζόταν τὴ φωτιά, πλησίασε τὰ πρόβατα καὶ εἶδε, πὼς στὰ πόδια τοῦ βοσκοῦ ἦταν ξαπλωμένα τρία μεγάλα σκυλιά. 


ταν πλησίασε ὁ ἄνθρωπος τὰ σκυλιά, ἐκεῖνα ξύπνησαν κι ἄνοιξαν τὰ μεγάλα τους στόματα, γιὰ νὰ γαβγίσουν. Μὰ ἡ φωνή τους παράλυσε στὸ στόμα τους καὶ κανένα γάβγισμα δὲν τάραξε τὴ νυχτερινὴ ἡσυχία. Τότε ὁ ἄνθρωπος εἶδε, πὼς ἀνασηκώθηκε ἡ τρίχα τους, πὼς γυάλισαν τὰ δόντια τους καὶ πὼς ρίχτηκαν ἐπάνω του. Ἔνιωσε πὼς ἕνα σκυλὶ τὸν ἅρπαξε ἀπὸ τὰ γόνατα, τ’ ἄλλο ἀπὸ τὸ χέρι καὶ τὸ τρίτο κρεμάστηκε ἀπὸ τό λαιμό του. Μὰ τὰ δόντια τους ἔμειναν παράλυτα καὶ τὰ σκυλιά, χωρὶς νὰ τοῦ κάνουν κανένα κακό, τραβήχτηκαν.


Τότε ὁ ἄνθρωπος ἔκαμε νὰ πλησιάση στὴ φωτιά, μὰ τὰ πρόβατα στριμώχτηκαν τὸ ἕνα κοντὰ στό ἄλλο, τόσο πολύ, ποὺ δὲν εἶχε ποῦ νὰ πατήση. Τότε κι αὐτὸς ἄρχισε νὰ πατάη στὶς πλάτες τους, μὰ κανένα ἀπὸ τὰ πρόβατα οὔτε κουνήθηκε,οὔτε ξύπνησε. Τότε ὁ Γιαννάκης ρώτησε: - Γιατί, γιαγιά, τὰ πρόβατα ἐξακολούθησαν ἥσυχα τὸν ὕπνο τους, ἀφοῦ ξέρομε πόσο δειλὰ εἶναι; - Ἔχε λίγη ὑπομονὴ καὶ θὰ τὸ μάθης, εἶπε ἡ γιαγιὰ κι ἐξακολούθησε τὴ διήγησή της: 


ταν ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς πλησίασε σχεδὸν τὴ φωτιά, ὁ βοσκὸς σήκωσε τὸ κεφάλι του. Ἦταν ἕνας κατσουφιασμένος γέρος, παράξενος καὶ σκληρὸς καὶ μιλοῦσε ἀπότομα σὲ ὅλους. Ὅταν εἶδε τὸν ἄγνωστο, ποὺ πλησίαζε, ἔριξε ἐπάνω του τὴ μακριά του γκλίτσα, ποὺ ἦταν στὴν ἄκρη μυτερή. Μὰ ἡ γκλίτσα λοξοδρόμησε κι ἔπεσε μὲ πολὺ κρότο στὴ γῆ, χωρὶς νὰ βλάψη τὸν ἄγνωστο. Ἡ γιαγιὰ ἤθελε νὰ ἐξακολουθήση, μὰ ὁ Κωστάκης τώρα μὲ τὴν ἀράδα του τὴ ρώτησε: - Μὰ γιατί, γιαγιά, δὲν τὸν πέτυχε ἡ γκλίτσα;


Μὰ ἡ γιαγιά, χωρὶς νὰ προσέξη τὴν ἐρώτηση τοῦ Κωστάκη, ἐξακολούθησε: - Τότε ὁ ἄγνωστος πλησίασε τὸ βοσκὸ καὶ τοῦ εἶπε: - Καλέ μου ἄνθρωπε, βοήθησέ με καὶ δῶσε μου λίγη φωτιά. ῾Η γυναίκα μου γέννησε καὶ πρέπει ν’ ἀνάψω φωτιὰ νὰ ζεσταθῆ κι αὐτὴ καὶ τὸ μωρό. Ὁ βοσκὸς θέλησε νὰ τοῦ ἀρνηθῆ. Θυμήθηκε ὅμως, πὼς τὰ σκυλιὰ δὲν μπόρεσαν νὰ τὸν δαγκάσουν, τὰ πρόβατα δὲν τὸν φοβήθηκαν καὶ δὲν σκορπίστηκαν καὶ πὼς ἡ μαγκούρα του δὲν τὸν πέτυχε καὶ δείλιασε. Δὲν τόλμησε λοιπὸν νὰ ἀρνηθῆ στὸν ἄγνωστο. - Πάρε ὅση φωτιὰ θέλεις! εἶπε ὁ βοσκός. 


Μὰ ἡ φωτιὰ εἶχε χωνέψει πιὰ καὶ δὲν εἶχε κανένα μακρὺ ξύλο ἢ κλαδί. Ἦταν μονάχα ἕνας μεγάλος σωρὸς ἀπὸ ἀναμμένα κάρβουνα. Καὶ ὁ ἄγνωστος δὲν εἶχε οὔτε φτυάρι, οὔτε κανέναν τενεκέ, οὔτε τίποτ’ ἄλλο, γιὰ νὰ τὰ βάλη καὶ νὰ τὸν πάη σπίτι του. Ὁ βοσκός, ποὺ τόνιωσε αὐτό, τοῦ ξαναεῖπε: - Πάρε ὅση φωτιὰ θέλεις καὶ ἀπὸ μέσα του χαιρόταν, πὼς δὲ θὰ μπορέση νὰ πάρη φωτιά. Μὰ ὁ ἄγνωστος ἔσκυψε, παραμέρισε μὲ τὸ χέρι του τὴ στάχτη ἀπὸ τὰ κάρβουνα, ὕστερα ἀνασήκωσε τὴν ἄκρη ἀπὸ τὸ φόρεμά του καὶ τὰ ἔβαλε ἐκεῖ. Τί περίεργο ὅμως!


Τὰ κάρβουνα, οὔτε τὰ χέρια του ἔκαιγαν, ὅταν τάπιανε, οὔτε τώρα τὸ φόρεμά του. Τὰ πήγαινε σπίτι του, σὰ νὰ μὴν ἦταν ἀναμμένα κάρβουνα, ἀλλὰ μῆλα ἢ καρύδια. Ἐδῶ γιὰ τρίτη φορὰ τὰ παιδιὰ ρώτησαν τὴ γιαγιά: - Μὰ γιατί, γιαγιά, δὲν τὸν ἔκαψαν τὰ κάρβουνα; - Τώρα θὰ ἰδῆτε γιατί, περιμένετε! Εἶπε ἡ γιαγιὰ κι ἐξακολούθησε. Ὅταν εἶδε αὐτὰ ὁ κακὸς βοσκός, ἀπόρησε. - Μὰ τί νύχτα εἶναι αὐτή, συλλογίστηκε, ποὺ τ’ ἀγριόσκυλα δὲ δαγκάνουν, τὰ πρόβατα δὲν τρομάζουν, ἡ γκλίτσα δὲν πληγώνει καὶ τὰ κάρβουνα δὲν καῖνε; 


Σταμάτησε τὸν ἄγνωστο καὶ τὸν ρώτησε: - Τί νύχτα εἶναι ἡ σημερινὴ καὶ γιατί ὅλα ἔχουν τόση καλοσύνη γιὰ σένα; - Ἄν δὲν τὸ βλέπεις μόνος σου, δὲν μπορῶ ἐγὼ νὰ σοῦ ἐξηγήσω, ἀποκρίθηκε ὁ ἄγνωστος, καὶ τράβηξε τὸ δρόμο του, γιὰ νὰ προφτάση νὰ ζεστάνη τὴ γυναίκα του καὶ τὸ βρέφος. Ὁ βοσκὸς ἀποφάσισε ν᾽ ἀκολουθήση τὸν ἄγνωστο καὶ νὰ μάθη τί σημαίνουν ὅλα αὐτά. Πήγαινε λοιπὸν ἀπὸ πίσω του, ὥσπου ὁ ἄγνωστος ἔφτασε στὴν καλύβα του.


Εἶδε τότε ὁ βοσκός, πὼς ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς δὲν εἶχε οὔτε καλύβα καὶ πὼς ἡ γυναίκα του καὶ τὸ μωρὸ ἦταν ξαπλωμένοι μέσα σὲ μιὰ γυμνὴ σπηλιά, ποὺ δὲν εἶχε τίποτ’ ἄλλο ἀπὸ τοὺς τέσσερεις γυμνοὺς τοίχους. Ὁ βοσκὸς σκέφτηκε τότε, πὼς τὸ μικρὸ καὶ ἀθῶο βρέφος θὰ πάγωνε μέσα στὴ σπηλιὰ κι ἂν καὶ ἡ καρδιά του ἦταν σκληρή, τὸ λυπήθηκε. Ξεκρέμασε τότε τὸ σακούλι, ποὺ εἶχε κρεμασμένο στὸν ὦμο του, ἔβγαλε μιὰ κάτασπρη μαλακὴ προβιὰ καὶ τὴν ἔδωσε στὸν ἄγνωστο νὰ τὴ στρώση κάτω ἀπὸ τὸ παιδάκι. 


κείνη τὴ στιγμή, ποὺ αὐτὸς ὁ σκληρὸς ἄνθρωπος ἔνιωσε συμπόνια γιὰ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους κι ἔκαμε μιὰν ἐλεημοσύνη, ἄνοιξαν τὰ μάτια του. Εἶδε αὐτά, ποὺ πρὶν δὲν μποροῦσε νὰ ἰδῆ κι ἄκουσε ἐκεῖνο, ποὺ πρὶν δὲν μποροῦσε ν’ ἀκούση.


Εἶδε, πὼς ὁλόγυρα ἦταν ἄγγελοι μ᾽ ἀσημένιες φτεροῦγες καὶ πὼς στὰ χέρια τους κρατοῦσαν κιθάρες. Κι ἄκουσε ποὺ ἔψαλλαν, πὼς τὴ νύχτα ἐκείνη γεννήθηκε ὁ Σωτὴρας τοῦ κόσμου. Τὸτε κατάλαβε ὁ βοσκός, γιατί τὴ νύχτα ἐκείνη δὲν μποροῦσε κανένας νὰ κάμη κακὸ στὸν ἄγνωστο. Ἔπειτα εἶδε ὁ βοσκός, πὼς ἄγγελοι ἦταν παντοῦ.


Κάθονταν στὴ σπηλιά, κατέβαιναν ἀπ᾽ τὸ βουνό, πετοῦσαν στὸν οὐρανό, περπατοῦσαν πολλοὶ μαζὶ στοὺς δρόμους, σταματοῦσαν στὴν εἴσοδο τῆς σπηλιᾶς καὶ κοίταζαν τὸ βρέφος. Παντοῦ ἦταν σκορπισμένη ἡ χαρά, τὸ τραγούδι καὶ μιὰ λεπτὴ ψαλμωδία. Κι ὅταν ὁ βοσκὸς στὴ σκοτεινὴ ἐκείνη νύχτα εἶδε κι ἄκουσε, ὅσα πρὶν οὔτε ἔβλεπε οὔτε ἄκουε, ἔνιωσε μεγάλη χαρά, ποὺ ἄνοιξαν τὰ μάτια του καὶ γονάτισε κι εὐχαρίστησε τὸ Θεό. Τότε κι ὁ Γιαννάκης, ποὺ ἡ γιαγιὰ πιὰ σταμάτησε τὴ διήγησή της, εἶπε:



- Τώρα, γιαγιά, κατάλαβα κι ἐγώ, γιατί ἐκείνη τὴ νύχτα τὰ σκυλιὰ δὲ δάγκωναν, τὰ πρόβατα

 δὲν ξυπνοῦσαν ἀπὸ τὸ φόβο τους, ἡ γκλίτσα δὲν πλήγωνε καὶ τὰ κάρβουνα δὲν ἔκαιαν. 

Εἶχαν ὅλα τὴν καλοσύνη τοῦ Χριστούλη μας, γιατὶ τὸ μωρό, ποὺ γεννήθηκε ἐκείνη τὴ νύχτα, ἦταν ὁ Χριστός! 

῎Ε, γιαγιάκα; 

- Ναί, παιδάκια μου, εἶπε ἡ γιαγιὰ καὶ φίλησε τὰ ἐγγονάκια της.

 ᾽Ελᾶτε τώρα καὶ σεῖς στὰ κρεβατάκια σας νὰ κοιμηθῆτε.



Πηγή: Αναγνωστικό Β' Δημοτικού 1948




Αντιγραφή από το Ιστολόγιο ''Ιωάννης Καποδίστριας''
Τίτλος,επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ

Η ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΟΣΥΝΗ ΣΤΟΛΗ ΘΕΟΤΗΤΟΣ ΕΣΤΙΝ




Σκέψου,ότι ο Χριστός με την γέννησή του ήρθε να πολεμήσει με την ταπείνωσή του τον άτακτο έρωτα της δόξας. 

Ο κοσμικός άνθρωπος επιδιώκει να υπερέχει από τους άλλους, να τιμάται 

και να δοξάζεται και γενικά να φαίνεται ότι είναι ο εκλεκτότερος των υπολοίπων. 

Να δίνει διαταγές με δεσποτική αλαζονεία, να μιλά­ει αφ' υψηλού και να παρουσιάζεται ως αυθεντία. 

Αν καμιά φορά τύχει κι έρθουν σε αντιπαράθεση η δόξα του Θεού και η δόξα η δική του, 

τότε αυτός καταφρονεί την δόξα του Θεού και εκ των προτέρων προτιμά τη δική του δόξα.


Αυτά όλα είναι ανόητες θέσεις και διδασκαλίες που διδάσκει ο κόσμος στους μαθητές του και αυτά τα σφάλματα ήρθε να θεραπεύ­σει ο λυτρωτής μας,αφότου άρχισε να ζει στον κόσμο. Μπορούσε ο ίδιος ασφαλώς και βρέφος ακόμη να κάνει έργα ωρίμου ανδρός. Μπορούσε δηλαδή μόλις γεννήθηκε να μιλάει με καθαρή άρθρωση. Μπορούσε να καταλαβαίνει και να μιλάει τις γλώσσες όλων των λαών. Μπορούσε να έχει γύρω του χιλιάδες και μυριάδες ηλιομόρφων Αγγέλων για να τον παραστέκονται ολοφάνερα και να τον υπηρετούν όχι μόνον ως Θεό, αλλά και ως άνθρωπο. 


Ακόμη μπορούσε από την πρώτη στιγμή της ζωής του να χρησιμοποιεί τον χρόνο με το να τρέχει στον κόσμο να τον γεμίζει από τα μεγαλεία των θαυμάτων του, να τον φωτίζει με τις λάμψεις της διδασκαλίας του, να τον διδάσκει με την αγιότητα των παραδειγμάτων του και να τον μεταστρέφει με τη δύναμη του κηρύγματός του. Μ' αυτά όλα μπορούσε να δοξάσει το όνομά του περισσότερο απ' όλους τους ανθρώπους που υπήρχαν φιλόδοξοι στον κόσμο. Και οι βασιλείς και οι άρχοντες και οι μεγιστάνες του κόσμου και όλοι οι λαοί να ξεκινούν από τα πέρατα της οικουμένης και να έρχονται στην Ιερουσαλήμ για ν' ακούσουν την ουράνια σοφία που διδάσκει ένα βρέφος, όπως η βασίλισσα του Νότου που ξεκίνησε μέσα από την Ευδαίμονα Αραβία και ήρθε ν' ακούσει τη σοφία του δωδεκαετούς παιδιού, του Σολομώντος. 


Να έρχονται να δουν ένα νήπιο να φωτίζει τυφλούς, να καθαρίζει λεπρούς, να ανορθώνει χωλούς, να γιατρεύει αρρώστους, να ανασταίνει νεκρούς και γενικά να κάνει παράδοξα και φρικτά θαύματα, ώστε όλοι να το επαινούν, όλοι να το δοξάζουν, όλοι να το ευφημούν. Αλλά ο Ιησούς δεν ήθελε τέτοια ανθρώπινη και μάταιη δόξα. Όχι! Αλλά "σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν", καθώς λέγει ο θείος Παύλος (Φιλιπ. 2,8) και κρύβεται με τον ερχομό του σ' ένα τόπο από τους πιο αφανείς της Ιουδαίας και σ' ένα ενδιαίτημα των αλόγων ζώων σκεπάζει δε όλους τους θησαυρούς της σοφίας του μέσα σ' ένα κομμάτι σάρκας και κάτω από την διανοητική αδυναμία ενός αγνώστου αφώνου νηπίου. "Εν ώ εισι πάντες οι θησαυροί της σοφίας και της γνώσεως απόκρυφοι"! (Κολ. 2,3) Δι' αυτό και ο Ησαΐας για την νηπιώδη αγνωσία του παιδιού αυτού λέγει. "...πριν ή γνώναι το παιδίον καλείν πατέρα ή μητέρα..." (Ησ. 8, 4). 


Και κατά την εποχή που οι βασιλείς της γης -εννοώ ο Αύγουστος Καίσαρ- κυβερνούν το κράτος τους με απογραφές και εκδίδουν στους λαούς νόμους και φαίνονται παντού ένδοξοι, αυτός, που είναι ο βασιλεύς των βασιλευόντων, γεννιέται και ζει εντελώς άγνωστος και θεωρείται σαν ένα μηδενικό. Ώ της ανυπέρβλητης ταπεινώσεώς σου, ώ γλυκύτατο όνομα, ώ γλυκύτατε υπεράνθρωπε Ιησού! Αυτή η ταπείνωσή σου έκανε τον προφήτη Αββακούμ να χάσει σχεδόν το μυαλό του και να λέει· "Κύριε, κατενόησα τα έργα σου και εξέστην. Εν μέσω δύο ζώων γνωσθήση" (Αββακ. 3,2). Αυτή η ταπείνωση παρακίνησε τον όσιόν σου Ισαάκ να πει τα υψηλά αυτά λόγια. "Η ταπεινοφροσύνη στολή θε­ότητός εστιν. Ο γαρ Λόγος ο ενανθρωπήσας αυτήν ενεδύσατο και ωμίλησεν ημίν δι' αυτής εν τω σώματι ημών...ίνα μη η κτίσις τη αυτού θεωρία καταφλεχθή" (Λόγ. κ'). Επειδή και η αιτία της πτώσεως των αγγέλων στον ουρανό και των ανθρώπων στη γη υπήρξε η διαφορά ανάμεσα στο μεγαλύτερο και στο μικρότερο, γι' αυτό εσύ, ο Λόγος του Θεού, με τη γέννησή σου σηκώνεις από τον κόσμο αυτό το μεγάλο σκάνδαλο της απωλείας του κόσμου. 


Και Συ, ο ανώτερος και "υπέρ τα όντα ων", αφού έγινες κατώτερος και έσχατος όλων, κάνεις μ' αυτό τον τρόπο όμοια όλα σου τα κτίσματα, τόσο τα μεγαλύτερα και ανώτερα, όσο και τα μικρότερα και κατώτερα και καταδεικνύεις ως άριστη οδό υψώσεως, την ταπείνωση, καθώς θεολογεί ο δικός σου της Θεσσαλονίκης Γρηγόριος ο Παλαμάς λέγοντας. "Ελευθερώνει με παράδοξο τρόπο ο Θεός από την αιτία της αρχικής πτώσεως (τον άνθρωπο). Και αυτή (η αιτία) ήταν η υπεροχή και η κατωτερότητα που ενυπάρχει στα όντα. Και από εδώ ξεκι­νάει ο φθόνος και ο δόλος και οι φανερές και κρυφές αντιπαλότητες. Ο Θεός λοιπόν ευδόκησε πρόσφατα (με την ενανθρώπηση του Χριστού) να διαλύσει την αιτία της υπερηφάνειας που καταστρέφει τα λογικά του κτίσματα. εξομοιώνει δηλαδή τα πάντα με τον εαυτό του και επειδή βέβαια ο ίδιος με τον εαυτό του είναι ίσος και όμοιος κατά φύσιν, κάνει και την φύση ίση κατά χάριν με τον εαυτό της. Και αυτό πώς έγινε; 


Ο ίδιος ο εκ Θεού Θεός Λόγος, αφού άδειασε τον εαυτό του απόρρητα και μυστικά, κατέβηκε από ψηλά στην έσχατη ανθρώπινη ύπαρξη και αυτή αφού την έδεσε μαζί του κατά τρόπο άλυτο και αφού ταπεινώθηκε και πτώχευσε σαν άνθρωπος (όμοιός μας) έκανε τα κάτω πάνω, μάλλον δε συνένωσε και τα δύο σε ένα. Με τη Θεότητα δηλαδή συνένωσε την ανθρωπότητα και έτσι υπέδειξε σε όλους την ταπείνωση ως δρόμο που οδηγεί προς τα άνω, αφού πρόσφερε τον εαυτό του σήμερα υπόδειγμα μπροστά στους ανθρώπους και στους αγίους Αγγέλους" (Λόγος στη Γέννηση του Χριστού).Τώρα, εσύ αγαπητέ, μπορείς να βρεις μεγαλύτερη απ' αυτή τη διαφορά μεταξύ του Θεού και του κόσμου; Λοιπόν, από αυτούς τους δύο ποιος είναι δίκαιο να σ' εξουσιάζει; Ο Χριστός ή ο κόσμος; Βέβαια ο Χριστός. γιατί ο Χριστός,ούτε πλανά ούτε πλανάται, ενώ ο κόσμος και πλανά και πλανάται. 


Έπειτα, σκέψου, πως για τον Χριστό δεν ήταν αρκετό που γεννήθηκε υπήκοος του Καίσαρος Αυγούστου, αλλά θέλησε ακόμη να γεννηθεί και στην εποχή που γινόταν επίσημη δήλωση έμπρακτης υποταγής. "Εν ταις ημέραις εκείναις εξήλθε δόγμα παρά Καίσαρος Αυγούστου απογράφεσθαι πάσαν την οικουμένην" (Λουκ. 2,1) και θέλησε να φέρει άνω - κάτω όλα τα πράγματα, κυρίως όμως να βάλει τον εαυτό του κάτω απ' αυτήν την υποταγή. "Ανέβη δε και Ιωσήφ από της Γαλιλαίας εκ πόλεως Βηθλεέμ...απογράψασθαι συν Μαριάμ τη μεμνηστευμένη αυτώ γυναικί ούση εγκύω" (Λουκ. 2, 4).Εσένα όμως αδελφέ φαίνεται πως σ' ευχαριστεί να τα κάνεις όλα άνω κάτω, να συγχύζεις όλο τον κόσμο, μόνο για να εκπληρώσεις την επιθυμία σου, μόνο για να υποτάξεις όλους στη γνώμη σου, μόνο για να γίνεις μεγάλος και για να αποκτήσεις δόξα στον κόσμο. μ' αυτό που κάνεις φαίνεσαι να λες. εγώ προτιμώ ν' ακολουθήσω το παράδειγμα του κόσμου από το παράδειγμα του Χριστού. 


Εγώ επιλέγω την δόξα των ανθρώπων από τη δόξα του Θεού.Ω, πόσο θα σου φανεί βαριά αυτή η παράλογη εκλογή σου, όταν στο φως της κρίσεως του Θεού θα δεις τα πράγματα όπως ακριβώς είναι κι όχι καθώς τώρα σου φαίνονται και όταν αυτό το βρέφος, που τώρα βλέπεις μέσα στη φάτνη άδοξο και ταπεινό, έρθει ως μέγας βασιλεύς με δύναμη και δόξα πολλή για να κρίνει όλο τον κόσμο.Αλλά τί απαντάς; Ναι εγώ πρέπει να παραβλέπω την τιμή μου και να ταπεινώνομαι για το Χριστό, αλλά ο κόσμος είναι χωρίς διάκριση και με περιφρονεί και δεν με υπολογίζει για τίποτε. Εύγε, σωστά απάντησες. Άφησε λοιπόν να είναι κρυμμένη και καταφρονημένη απ' αυτόν τον κόσμο η δική σου τιμή και η ζωή, για να φανερωθείς και συ με τιμή και δόξα, όταν φανερωθεί ο Χριστός. "Απεθάνετε γαρ, και η ζωή υμών κέκρυπται συν τω Χριστώ εν τω Θεώ. όταν ο Χριστός φανερωθή, η ζωή ημών, τότε υμείς συν αυτώ φανερωθήσεσθε εν δόξη" (Κολ. 3, 3-4). Ας λέει ο κόσμος τα δικά του. 


Τί σε νοιάζει; Εσύ ν' ακολουθείς την οδηγία της σοφίας του Χριστού κι όχι της μωρίας του κόσμου, που είναι και δικός σου εχθρός και εχθρός του λυτρωτού σου. είναι τόσο μεγάλος εχθρός του που ο ίδιος ο Χριστός στο καιρό του πάθους του, ενώ παρακάλεσε τον ουράνιο πατέρα ακόμη και για τους σταυρωτές του, όμως για τον κόσμο δεν θέλησε να παρακαλέσει. "ου περί του κόσμου ερωτώ" (Ιω. 17,9). Γι' αυτό πρέπει να διαλέξεις ένα από τα δύο, αν είσαι φίλος του Ιησού, πρέπει να είσαι εχθρός του κόσμου. και αν αντίθετα θελήσεις να είσαι φίλος του κόσμου, εξάπαντος θα είσαι εχθρός του Ιησού. "Μοιχοί και μοιχαλίδες! Ουκ οίδατε ότι η φιλία του κόσμου έχθρα του Θεού εστιν; Ος αν ουν βουληθή φίλος είναι του κόσμου εχθρός του Θεού καθίσταται" (Ιακωβ. 4,4). 


Μα σου κακοφαίνεται επειδή σε καταφρονεί και σε μισεί ο κόσμος; Ανόητος που είσαι! Αυτό το μίσος και αυτή η καταφρόνηση (του κόσμου) είναι καλό σημάδι. Πως δηλαδή δεν είσαι μαθητής του κόσμου, αλλά μαθητής του Χριστού. "Ει εκ του κόσμου ήτε, ο κόσμος αν το ίδιον εφίλει. Ότι δε εκ του κόσμου ουκ εστέ, αλλ' εγώ εξελεξάμην υμάς εκ του κόσμου, διά τούτο μισεί υμάς ο κόσμος" (Ιω. 15, 19).Αδελφέ μου, άνοιξε μία φορά τα μάτια σου για το καλό της ψυχής σου και αποφάσισε να μην εμπιστεύεσαι πια τον ψεύτη και επίβουλο κόσμο, καθώς σε συμβουλεύει και ο σοφός Σειράχ. "Μη πιστεύσης τω εχθρώ σου εις τον αιώνα" (Σοφ. Σειρ. 12, 10). 



Πάρε σταθερή απόφαση να μελετάς πάντοτε και να ακολουθείς την οδηγία του φωτός των παραδειγμάτων, 

του Ιησού Χριστού,

 ο οποίος μέσα από τα βρεφικά σπάργανα σου φωνάζει με γλώσσα ψελλίζουσα εκείνο το φοβερό έλεγχο.

 "Πώς δύνασθε υμείς πιστεύσαι, δόξαν παρά αλλήλων λαμβάνοντες και την 

δόξαν την παρά του μόνου Θεού ου ζητείτε;" (Ιω. 6, 44). 

Και επειδή αυτός (ο Ιησούς Χριστός) έπαθε τόσα για να σε διδάξει την αλήθεια, 

παρακάλεσέ τον να σου δώσει χάρη να καταλάβεις σ' όλο το βάθος το παράδειγμά του

 και την διδασκαλία του, για να αγαπάς την ταπείνωσή του, η οποία είναι γεμάτη 

από αληθινό ύψος και δόξα. 

Να μισείς όμως και να αποστρέφεσαι την δόξα και την τιμή του κόσμου, 

η οποία είναι αληθινή ατιμία και αδοξία. 

Γιατί όχι μόνο σου στερεί την ουράνια δόξα, αλλά και γιατί στο τέλος της ζωής, καταλήγει (η δόξα του κόσμου) 

στο χώμα και στην κοπριά σύμφωνα με τη Δαυιτική εκείνη κατάρα. 

"Καταδίωξαι άρα ο εχθρός την ψυχήν μου... και την δόξαν μου εις χουν κατασκηνώσαι" 

(Ψαλμ. 7, 5).

 

''ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΓΕΝΝΗΣΙΝ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ''
Γλωσσική απόδοση: Αγαθή Θεοδοσίου
Εκ του περιουδικού ''ΘΕΟΔΡΟΜΙΑ''
τριμηνιαία έκδοση ορθοδόξου διδαχής
τεύχος 4,Οκτώβριος-Δεκέμβριος 1999
Από το έργο του 
Αγίου Νικοδήμου "Πνευματικά Γυμνάσματα"
Λόγος κ' Μέρος 2ον, τελευταίο


Άγιος Νικόδημος ο Αγιορίτης


Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2015

ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΕΙΝΑΙ Η ΘΛΙΨΗ ΤΩΝ ΚΑΚΟΔΟΞΩΝ




Τα Χριστούγεννα είναι εκπληκτικά, ανείπωτη χαρά, αγιοπνευματικό ''μεθυσμένο'' πανηγύρι κι ακόρεστα, αρχοντοκαμωμένη ευφροσύνη σε μικρές κοινότητες ορθοτομούντων, εκστασιασμένων χριστιανών, που έκαναν την προσευχή τους, ταπεινή, ατσαλάκωτη σημαία και την νηστεία ζεστό επίθεμα στα θρυμματισμένα τραύματα της αιμόφυρτης, πάσχουσας ψυχής τους.

Όταν η Σαρρακοστή ξεκίναγε από Όρθρου βαθέως τον θεοφόρο ανήφορο της νικητήριας, συσωστικής νηστείας, εκείνοι αθλοφορούσαν ανδροπρεπείς και Διγενείς στην θυσιαστική παλαίστρα των εμβόλιμα, εκτοξευμένων λογισμών τους,έκαναν την ζωή πνευματικά, προσευχητικό θυσιαστήριο και αιματηρά,αγωνιστική αρένα,θυσία απόσπερα νυχτερινή κι απόκοσμο, κρυφοθώρητο αγώνα.

Γέμιζαν το πλούσια,φιλόκαρδο δισάκι τους με τα υστερημένα αντίδωρα της φλογερής κι ανυπέρβλητης αγάπης τους, για να συνδράμουν αρχοντικά και γαλαντόμα τον ρακένδυτο, μικρό Χριστό της άφιλης, σκοτεινής γωνίας,την πτωχή, βουβή και πικραμένη χήρα του απέναντι,άγνωστου σπιτιού,τον λησμονημένο κι απαξιωμένο πρόσφυγα αυτού του οδυνηρού και δαιμονόπληκτου πολέμου.

Τα βράδυα σταυρώνονταν προσευχητικά μετέωροι με αναδυόμενους, ανθισμένους ύμνους και ικετευτικές, κυπαρισσένιες παρακλήσεις, τα πρωινά στραυροκοπιόντουσαν γονυπετείς στις παρακλητικές ευχές ενός επιβλητικά, αναδυόμενου, μοσχοθυμιασμένου Όρθρου, ενώ η φλόγα της τρεμάμενα κινούμενης, κρεμαστής κανδύλας φώτιζε τον δρόμο προς το όνειρο, το άγοντα στο σταυροκοπημένο ανηφόρι της Άνω Ιερουσαλήμ.

Δεν νιώθουν καμμιά ικμάδα καταθλιπτικής μελαγχολίας, όπως οι κοσμικοί,εντόπιοι ειδωλολάτρες,που κρέμασαν τις θνητές, ημεροληκτικές ελπίδες τους στις πρασινεμένες σιδηρόβεργες ενός εργοστασιακού ελάτου, στο παγωμένο χέρι ενός ξεφούσκωτου,πλαστικού στρουμφοβασίλη, στις αφρώδεις, ενχώριες ελληνικές σαμπάνιες, στις μυρωδάτες, ξέχειλες, παραγεμισμένες κατσαρόλες, στα εύοσμα, δρύινα μεθυστικά βαρέλια και τους ατέλειωτους ύπνους ενός ευυπόληπτου, οκνηρού και φιλήσυχου πολίτη.


Γιατι ο εορτασμός των αληθινά Ορθοδόξων κρύβεται επιμελώς μέσα στην ανωνυμία του κορεσμένου πλήθους, η Χριστολογική μεγαλοσύνη τους είναι αδιαφήμιστη,πνευματική μαρκίζα στην ασφυκτικά, πομπώδη πασαρέλα υποκρινόμενων, καθωσπρεπικών φιγούρων, κι ο ένθεος ζηλωτισμός τους είναι ο φαρισαικά, ανορθόδοξος αμοραλισμός λιθοβολούντων, υποδυόμενων πιστών. 


Γιατι τα Χριστούγεννα των Ορθοδόξων είναι η θλίψη των Κακοδόξων.



Γιώργος  Δ. Δημακόπουλος
Δημοσιογράφος

ΕΙΣ ΤΗΝ ΓΕΝΝΗΣΙΝ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ




Σκέψου, αγαπητέ μου, ότι όπως είναι συναρμολογημένος απ' όλα τα κτίσματα αυτός 

ο αισθητός απέραντος κόσμος,

έτσι ακόμη είναι καμωμένος ένας άλλος κόσμος νοητός που αποτελείται από αμαρτωλούς,

 του οποίου τα στοιχεία είναι οι τρεις διεστραμμένοι έρωτες,

που αναφέρει ο Θεολόγος Ιωάννης:

δηλ. α). ο έρωτας των ηδονών,

β). ο έρωτας του πλούτου και 

γ). ο έρωτας της δόξας.



"Παν εν τω κό­σμω η επιθυμία της σαρκός και η επιθυμία των οφθαλμών και η αλαζονεία του βίου" (Α' Ιω. 2,16)1.

Αυτός ο πονηρός κόσμος που αντίκειται στο σκοπό του Θεού και εξουσιάζεται 

από τον εωσφόρο

 (ο οποίος γι' αυτό και ονομάζεται κοσμοκράτορας) 

είναι εκείνος ο μεγάλος εχθρός,

τον οποίο ο σαρκωθείς Λόγος του Θεού και Πατρός,

αφού γεννήθηκε στη γη,ήρθε για να πολεμήσει πρώτα με το παράδειγμά του 

το σιωπηλό, και μετά, στον κατάλληλο καιρό, με τον λόγο και τη διδασκαλία του.


Με τη φτώχεια γιατρεύει τον έρωτα του πλούτου. Συλλογίσου λοιπόν πως πρώτα πολεμάει με την φτώχεια του τον άτακτο έρωτα του πλούτου. Ο κοσμικός άνθρωπος νομίζει πως κάθε καλό το βρίσκει στα πρόσκαιρα αγαθά. Γι' αυτό για να τ' αποτυπώσει ή για να μη τα χάσει ξοδεύει σχεδόν όλο τον καιρό, που του έδωσε όμως ο Θεός για να κερδίσει τα αιώνια αγαθά. Και ιδού που ο προαιώνιος Λόγος και Υιός του Θεού και Πατρός κατεβαίνει από τον ουρανό για να μας λυτρώσει απ' αυτή την πλάνη και να ξερριζώσει από τις καρδιές μας την καταραμένη ρίζα όλων των κακών,την φιλαργυρία,όπως την χαρακτηρίζει ο Απόστολος Παύλος. "Ρίζα πάντων των κακών εστίν η φιλαργυρία" (Α' Τιμ. 6,16). 


Πρόσεξε όμως σε τί είδους ταλαιπωρία κατάντησε από αγάπη για μας, Εκείνος που διαμοιράζει τα πλούτη και τους θησαυρούς στην παρούσα και στη μέλλουσα ζωή. "εμόν γαρ,το αργύριον και εμόν το χρυσίον, λέγει Κύριος Παντοκράτωρ" (Αγγ. 2,8). Στοχάσου πού είναι το παλάτι που γεννήθηκε; Πού είναι οι προετοιμασίες; Πού οι μαίες; Πού το βασιλικό στρώμα; Πού τα βρεφικά λουσίματα; Πού είναι η ακολουθία των δούλων; Πού η θαλπωρή και η ανάπαυση; Πού είναι η συμπαράσταση των συγγενών και φίλων; Έλα μέσα και δες το φτωχότατο σπήλαιο όπου γεννήθηκε και την ευτελέστατη φάτνη όπου "ανεκλίθη". Σίγουρα όχι μόνο δεν θα βρεις κανένα περιττό,αλλά αντίθετα θα διαπιστώσεις μεγάλη έλλειψη απ' όλα τα αναγκαία,γιατί ο γλυκύτατός μου Ιησούς γεννιέται σε τόπο σχεδόν ξέσκεπο,τα μεσάνυχτα στην καρδιά του χειμώνα, μόνος με μόνη την μητέρα του και τον θεωρούμενο πατέρα του, χωρίς σκεπάσματα,χωρίς ζεστά φαγητά που συνηθίζονται στις γεννήσεις και των πιο φτωχών παιδιών χωρίς τις ελάχιστες εκείνες ανέσεις του φτωχικού σπιτιού που είχε στη Ναζαρέτ.


Και το πιο σημαντικό είναι ότι,εκτός από αυτή τη φτώχεια που προτίμησε ο Ιησούς εκουσίως, θέλησε ακόμη και άλλη περισσότερη πτωχεία σχεδόν βίαιη και αφύσικη:παραγγέλλει εκεί στο σπήλαιο να μη του γίνει καμιά υποδοχή και φιλοξενία από κανένα άνθρωπο. Ήθελε να διαφέρει από τους συμπατριώτες του που ανέβηκαν στην Βηθλεέμ για απογραφή. Όλοι αυτοί είχαν πολλές προμήθειες μαζί τους και ξεκουράζονταν φιλοξενούμενοι μέσα στα σπίτια και στα πανδοχεία. "ουκ ην αυτοίς τόπος εν τω καταλύματι" (Λουκ. 2,7). Αλλά επειδή ο κόσμος,όχι μόνο βδελύσσεται την φτώχεια και την θεωρεί μεγάλη ντροπή, παρακινώντας ακόμη τους φτωχούς να υποκρίνονται και να παριστάνουν τους πλουσίους, γι' αυτό ακριβώς ο Ιησούς Χριστός δεν νοιώθει ντροπή για την φτώχεια του, αντίθετα κάνει επίδειξη της φτώχειας του και από μεν τους ουρανούς φωνάζει τους Αγγέλους, από τους αγρούς δε και τα χωράφια καλεί τους ποιμένες για να τον προσκυνήσουν. 


Όταν γεννήθηκε σε κείνη την κατάσταση της ένδειας και της εγκατάλειψης,σε κείνο το θρόνο μιας ευτελέστατης φάτνης και σε κείνη την αυλή ενός πενιχρότατου σπηλαίου! "ω πτώχεια υπέρπλουτος! ω συγκατάβασις υπερύψιστος!" Τώρα εσύ που μελετάς αυτές τις αλήθειες, τί έχεις να πεις; Ποιος από αυτούς τους δύο νομίζεις πως δικαιούται να σε νικά και να σε κυριεύει; Ο κόσμος ή ο Χριστός που νίκησε τον κόσμο; Ο κόσμος σε προτρέπει να ζητάς πρώτα τα επίγεια αγαθά και να τα θεωρείς μεγάλη ευτυχία. Ο Χριστός πάλι σε συμβουλεύει με το παράδειγμά του και την διδασκαλία του να ζητείς πρωτίστως την Βασιλεία του Θεού και να καταφρονείς όλα τα καλά της γης σαν ένα πηλό. "Ζητείτε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην αυτού" (Ματθ. 6,33). Ακόμη σου ζητά να στερείσαι τα γήινα αγαθά ή μερικά απ' αυτά δίνοντάς τα ελεημοσύνη στους φτωχούς ή ακόμη αποτασσόμενος τα πάντα για την καλογερική ζωή και εξαγοράζοντας ένα θησαυρό στον παράδεισο. "Πώλησόν σου τα υπάρχοντα και δος πτωχοίς και έξεις θησαυρόν εν ουρανώ και δεύρο ακολουθεί μοι" (Ματθ. 19, 21). 


Και πάλι· "πας εξ υμών, ος ουκ αποτάσσεται πάσι τοις εαυτού υπάρχουσιν, ου δύναται είναι μου μαθητής" (Λουκ. 14, 33). Λοιπόν εσύ, και σαν μαθητής του Χριστού και σαν φρόνιμος και στοχαστικός άνθρωπος, πρέπει ν' αποφασίσεις να ακούσεις και να κάνεις πράξη εκείνο που σου λέγει ο Χριστός και όχι ό,τι σου επιβάλλει ο κόσμος. Γιατί δεν θα σωθούν αυτοί που ακούουν μόνο τον νόμο του Θεού, αλλ' αυτοί που τον εφαρμόζουν στην πράξη. (Ρωμ. 2, 13). Είναι αλήθεια πως δεν είσαι υποχρεωμένος,αν είσαι λαϊκός,να είσαι ακτήμων και πάμπτωχος. Είσαι όμως υποχρεωμένος να εκτιμάς τόσο λίγο τα πλούτη και τα χρήματα,ώστε για όλα αυτά ποτέ να μην παρακινηθείς να παραβείς ούτε μία εντολή του Θεού. Τόσο δε να είναι αποκολλημένη η καρδιά σου απ' αυτά, ώστε να τα αποκτάς και να τα έχεις με τόση απροσπάθεια σαν να μη τα έχεις και να μη τα ξοδεύεις στα μάταια και περιττά και πάνω από όσα χρειάζεσαι πράγματα καθώς λέγει ο Παύλος." Ο καιρός συνεσταλμένος το λοιπόν εστίν ... ίνα ώσιν οι χρώμενοι τω κόσμω τούτω ως μη καταχρώμενοι.παράγει γαρ το σχήμα του κόσμου τούτου" (Α' Κορ. 7, 29, 31).


Άλλα γι' αυτό το θέμα να συζητήσεις με το Πανάγιο βρέφος, τον Ιησού, και να νοιώσεις ντροπή μπροστά του,που ως τώρα είχες σε τόση υπόληψη και αγάπη εκείνα τα πλούτη που το Θείον Βρέφος τόσο καταφρονεί κι' ακόμη πως ένοιωθες τόσο μίσος και καταφρόνηση για την πτωχεία εκείνη και την ευτέλεια που αυτό τόσο αγαπά. Ζήτησέ Του αμέσως συγχώρεση για όλα τα κακά που έκανες για ν' αποκτήσεις πλούτο κι' επίγεια αγαθά ή για να τα χρησιμοποιήσεις παρακάλεσέ Τον να σου δώσει χάρη. Γιατί, όπως ο Ίδιος από πλούσιος έγινε φτωχός από αγάπη για σένα,έτσι και συ να γίνεις φτωχός για την αγάπη Του, για να πλουτήσεις από τη Θεότητά Του. "Γινώσκετε γαρ την χάριν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ότι δι' υμάς επτώχευσε πλούσιος ων, ίνα υμείς τη εκείνου πτωχεία πλουτήσητε" (Β' Κορ. 2,9). Ακόμη να τον παρακαλέσεις να μη σ' αφήσει ξανά να πλανηθείς από τον κόσμο.


Αλλά, όταν έχεις τα υπάρχοντά σου ή όταν τα στερείσαι για την αγάπη του Κυρίου,να μη τα μεταχειρίζεσαι για άλλο σκοπό,παρά μόνον και μόνο για να εξαγοράσεις με αυτά την αιώνια ευδαιμονία, καθώς είναι γραμμένο. "Λύτρον ανδρός ψυχής ο ίδιος πλούτος" (Παροιμ. 13, 8). 2. Γιάτρεψε τον έρωτα των ηδονών. Συλλογίσου αδελφέ, ότι ο Χριστός με τη γέννησή του ήρθε να πολεμήσει τον άτακτο έρωτα των ηδονών με τις οδύνες και τους πόνους που δοκίμασε. Ο σαρκικός άνθρωπος πιστεύει πως η μόνη απόλαυση είναι εκείνη των αισθήσεων γι' αυτό δεν κυριαρχεί πάνω σ' αυτές, όπως ταιριάζει σε λογικό ον,αλλά αφήνει τον εαυτό του να συμπεριφέρεται όπως ένα άλογο ζώο και να παρασύρεται από τις αισθήσεις του: τρέχει αχαλίνωτα για να χαίρεται και ν' απολαμβάνει όλες τις παρανομίες. Επιζητεί την ηδονή σαν σκοπό και την θεωρεί έντιμη,αν και τη βρίσκει μέσα στις μεγαλύτερες ατιμίες και βρωμιές. 


Ο Υιός του Θεού από συμπόνια για την τύφλωση αυτή του ανθρώπου ήρθε για να τον γιατρεύσει από ένα τέτοιο μεγάλο σφάλμα. Γι' αυτό, ενώ μπορούσε να γεννηθεί μ' ένα σώμα σκληραγωγημένο ωρίμου ανδρός,θέλησε να γεννηθεί μ' ένα απαλό σώμα βρέφους για να αισθανθεί την οδύνη (της τρυφερής σάρκας) και ακολούθως για να υποφέρει περισσότερο. Και ύστερα από την βασανιστική φυλακή που υπέφερε μέσα στην κοιλιά της Παρθένου,θέλησε να υποφέρει κι' όλα τα βάσανα και τις δοκιμασίες της νηπιακής ηλικίας, σα να εστερείτο την χρήση του λογικού. Εξ αρχής έπρεπε ο Ιησούς να λάβει ένα σώμα, όχι μόνο τελειότερο από το σώμα του Αδάμ, αλλά ένα σώμα απαθές,ανώδυνο, μακάριο και άξιο κατοικητήριο της πα­ρομοίας μακαρίας ψυχής Του. Παρ' όλα αυτά στη θέση εκείνου παίρνει ένα σώμα πολύ απαλό, πολύ λεπτό και τρυφερώτατο, κατάλληλο να αντιλαμβάνεται διά των αισθήσεων κάθε ταλαιπωρία και καμωμένο έτσι ώστε να μπορεί να δέχεται απ' όλες τις αισθήσεις όλους τους πόνους, όπως το πέλαγος δέχεται όλους τους ποταμούς.


Γι' αυτό ακριβώς το λόγο παρομοιάζει τον εαυτό του με το σκουλήκι, όχι μόνο γιατί γεννήθηκε χωρίς σπέρμα (όπως γεννιούνται τα σκουλήκια), αλλά και γιατί η σάρκα του είχε την αίσθηση και την τρυφερότητα των σκουληκιών "εγώ δε ειμί σκώληξ και ουκ άνθρωπος" (Ψαλμ. 21,6). Εξ αιτίας αυτής της απαλότητος μόλις γεννήθηκε δέχτηκε με την αφή την προσβολή του ψυχρού αέρος και της υγρασίας του σπηλαίου. Με τη φωνή κλαίει. Με την όσφρηση αισθάνεται την έντονη κακοσμία της φάτνης και των ζώων. Με την όραση βλέπει μία σκοτεινή και άχαρη σπηλιά. Και με την ακοή δεν ακούει άλλο από τις τραχιές φωνές των αγρίων ζώων. Και για να συνοψίσουμε μόλις γεννήθηκε ο Ιησούς, αφιερώνει την αρχή της ζωής του σε ένα χώρο υπερβολικά στενό και σε μια έλλειψη όλων των αναπαύσεων και σε κάθε είδος οδύνης και βασάνων που μπορούσε να δεχθεί η τρυφερή εκείνη ηλικία του. Ω! αφήστε με να πάω κοντά στη φάτνη και να πω στον Ιησού." τί είναι αυτή η άκρα συγκατάβασίς σου,γλυκύτατε μου Ιησού;


Εσύ είσαι εκείνος ο επιθυμητός Μεσσίας από όλα τα έθνη και ευθύς να γεννηθής με τοιαύτα βάσανα;". Ναι,μου αποκρίνεται. Αυτό ήταν από την αρχή το θέλημα του Ουρανίου Πατρός μου. Να καταργηθεί η ηδονή με την οδύνη. Αυτό το πατρικό θέλημα ήρθα να εκπληρώσω ευθύς μόλις γεννήθηκα στον κόσμο, καθώς εκ μέρους μου προείπε ο Δαβίδ και με τον Δαβίδ ο Απόστολος." Διό εισερχόμενος εις τον κόσμον θυσίαν και προσφοράν ουκ ηθέλησας, σώμα δε κατηρτίσω μοι' τότε είπον. Ιδού ήκω του ποιήσαι ο Θεός το θέλημά σου" (Εβρ. 10, 5, 7), (Ψαλμ. 39, 7 . 8). Εδώ τώρα,εσύ αγαπητέ,να γίνεις κριτής ανάμεσα στο Χριστό και στον κόσμο και να αποφασίσεις ποιος θα σ' εξουσιάζει, ο Χριστός ή ο κόσμος; Ποιον πρέπει ν' ακολουθείς, εκείνον που θέλει τη σωτηρία σου με την οδύνη,ή εκείνον που ζητεί την απώλειά σου με την ηδονή; Είναι φανερόν ότι το πρώτο. "εις τούτο γαρ εκλήθητε, ότι και Χριστός έπαθεν υπέρ ημών, υμίν υπολιμπάνων υπογραμμόν, ίνα επακολουθήσητε τοις ίχνεσιν αυτού" (Α' Πέτρ. 2, 21). Όμως ο κόσμος είναι τόσο τυφλός, που όχι μόνο δεν γνωρίζει την αλήθεια,αλλά ούτε μπορεί να την γνωρίσει,καθώς λέγει η ίδια η αυτοαλήθεια."



Με την συμπεριφορά σου αυτή έγινες αιτία να βλασφημείται από τα έθνη 

ο χριστιανισμός και το υπερύμνητον όνομα του Θεού, καθώς αυτός ο ίδιος παραπονείται και λέγει,

"δι' υμάς διά παντός το όνομά μου βλασφημείται εν τοις έθνεσιν" (Ησ. 52, 5).

Γι' αυτό αποφάσισε επιτέλους να απαρνηθείς όλες τις ηδονές που αποδεδειγμένα 

δεν είναι απαραίτητες στη ζωή σου και να δεχτείς στο εξής ευχαρίστως 

όλους τους σταυρούς και τις θλίψεις που θα σου στείλει ο Θεός.

Να αγκαλιάσεις την σκληραγωγία που περιλαμβάνει η αληθινή μετάνοια 

και να μη λογαριάζεις τίποτε άλλο για να την αγαπάς, παρά να λογαριάζεις 

μόνο την αγάπη που έδειξε ο Χριστός γι' αυτήν ήδη από την γέννησή του.

Ευχαρίστησε τον Κύριο, που για την αγάπη σου θέλησε να γεννηθεί με τέτοια βάσανα.

Και προπάντων παρακάλεσέ Τον να σου δώσει χάρη να καταλάβεις καλά από το παράδειγμά του αυτή την αλήθεια.

Ότι δηλαδή η παρούσα ζωή είναι καιρός για να κλαις και να θλίβεσαι κι όχι 

για να γελάς και να ξεφαντώνεις καθώς τονίζει ο Εκκλησιαστής "καιρός του κλαίειν" (3,4) 

και με τον Εκκλησιαστή και ο Απόστολος:

"ο καιρός συνεσταλμένος το λοιπόν εστίν,ίνα και οι έχοντες γυναίκα,

ως μη έχοντες ώσι,και οι κλαίοντες ως μη κλαίοντες,και οι χαίροντες ως μη χαίροντες...

παράγει γαρ το σχήμα του κόσμου τούτου" 

(Α' Κορ. 7, 29).

(Συνεχίζεται...).




Γλωσσική απόδοση: Αγαθή Θεοδοσίου
Εκ του περιουδικού ''ΘΕΟΔΡΟΜΙΑ''
τριμηνιαία έκδοση ορθοδόξου διδαχής
τεύχος 4, Οκτώβριος-Δεκέμβριος 1999
Μέρος 1ον. 



Άγιος Νικόδημος ο Αγιορίτης


Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΩΝ ΓΝΗΣΙΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΜΦΩΝΟ ΣΥΜΒΙΩΣΗΣ ΟΜΟΦΥΛΩΝ




ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΙΣ


Σαν γεγονὸς μιᾶς ἄνευ προηγουμένου καταπτώσεως, πνευματικῆς καὶ ἐθνικῆς, δύναται νὰ χαρακτηρισθῆ ἡ ψήφισις ἀπὸ τὸ Ἑλληνικὸ Κοινοβούλιο τοῦ νόμου γιὰ τὸ «Σύμφωνο Ἐλεύθερης Συμβίωσης» Ὁμοφύλων, δηλαδὴ ἀνδρῶν μὲ ἄνδρες καὶ γυναικῶν μὲ γυναῖκες.


Καὶ μάλιστα μὲ τὴν διαδικασία προωθήσεως ἐπείγοντος νομοθετήματος, παραμονὲς τῶν μεγάλων Ἑορτῶν τῆς Χριστιανοσύνης,ὡσὰν αὐτὸ νὰ ἦταν ἕνα ἀπὸ τὰ πλέον σοβαρὰ καὶ πιεστικὰ ζητήματα τῆς δύσμοιρης Πατρίδος μας, ἡ ὁποία στενάζει ὑπὸ τὸ βάρος ἀπεχθοῦς οἰκονομικῆς κρίσεως, ἐνῶ εἶναι γνωστὸν ὅτι τὸ κύριο πρόβλημά της εἶναι τὸ δημογραφικό.


Καὶ ἀντὶ νὰ ἐνισχυθῆ ὁ θεοΐδρυτος θεσμὸς τῆς οἰκογενείας καὶ νὰ στηριχθοῦν μάλιστα οἱ ὀλίγοι ἡρωϊκοὶ πολύτεκνοι, μέσῳ τοῦ νέου νομοθετήματος καταφέρεται καίριο πλῆγμα κατὰ τοῦ Μυστηρίου τοῦ Γάμου καὶ τῆς Οἰκογενείας καὶ δίδεται στὴν νεότητα ἕνα χείριστο πρότυπο, ὡς μία νόμιμη καὶ κανονικὴ ἐπιλογὴ ζωῆς.


Διότι, ἡ ἀνηθικότητα προβάλλεται ὡς φυσικὸς τρόπος ζωῆς, ἡ διαστροφὴ ἀναγνωρίζεται ὡς κάτι τὸ φυσιολογικό, καὶ τὰ πάθη τῆς ἀτιμίας, κατὰ τὴν θεία Γραφή, νομιμοποιοῦνται, γιὰ νὰ ἀλλάξη δῆθεν πρὸς τὸ καλύτερο ἡ ζωὴ χιλιάδων ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι ἐπέλεξαν τὸν παρὰ φύσιν τρόπο ζωῆς, ἐνῶ στὴν πραγματικότητα πρόκειται γιὰ μία πρωτοφανῆ ἐξαχρείωση τῆς κοινωνίας.


ν τὸ «Σύμφωνο Ἐλεύθερης Συμβίωσης» γιὰ τὰ ἑτερόφυλα ἄτομα ἀποτελῆ τὴν ἀποθέωση τῆς ἀνευθυνότητος, τὴν χωρὶς δεσμεύσεις καὶ ὑποχρεώσεις καὶ θυσίες, δηλαδὴ τὴν χωρὶς ἀληθινὴ Ἀγάπη, σύναψη ἐλευθέρων σχέσεων,τότε τὸ ἀντίστοιχο «Σύμφωνο» γιὰ τὰ ὁμόφυλα ἄτομα συνιστᾶ διαστροφὴ καὶ παντελῆ πτώχευση ἠθική, πνευματικὴ καὶ ἐθνική.


Γιὰ τὸν λόγο αὐτό,ἀπὸ πλευρᾶς ἐκκλησιαστικῆς, ἐθνικῆς, ἱστορικῆς καὶ πολιτισμικῆς ἀντιτασσόμαστε σθεναρὰ καὶ ἐκφράζουμε τὸν ἀποτροπιασμό μας,καταγγέλοντας ἐνώπιον Θεοῦ,ἀνθρώπων καὶ ἱστορίας τοὺς πρωτεργάτες, αὐτουργοὺς καὶ συνεργοὺς τοῦ νομοθετικοῦ αὐτοῦ ἐκτρώματος, τὸ ὁποῖο μόνον δεινὰ προοιωνίζεται γιὰ τὸ μέλλον τοῦ τόπου καὶ τοῦ πάλαι ποτὲ ἐνδόξου Γένους μας.


Ἐκκλησία τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν Ἑλλάδος, ὑπὸ τὸν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο κ. Καλλίνικο, διακρατοῦσα τὴν Πίστη καὶ τὴν Παράδοση τῆς Ὀρθοδοξίας ἀλώβητες καὶ ἀκαινοτόμητες ἀπὸ κάθε νόθευση καὶ ἀλλοίωση, καλεῖ σὲ Μετάνοια τὸ θεοφιλὲς Ποίμνιό της,ἀλλὰ καὶ εὐρύτερα τοὺς συμπατριῶτες μας, γιὰ τὴν ἀποτροπὴ τῆς ἐγγιζούσης δικαίας ὀργῆς τοῦ Θεοῦ· ταυτόχρονα, καλεῖ σὲ πνευματικὴ ἐγρήγορσι καὶ σὲ διατράνωσι καὶ ἐξαγγελία τῆς ἀποφασιστικότητος καὶ τοῦ κατὰ Θεὸν ζήλου, ἐφ’ ὅσον μαχόμεθα ὑπὲρ βωμῶν καὶ ἑστιῶν, γιὰ νὰ διαφυλάξουμε καὶ νὰ προασπιστοῦμε τὴν Ὀρθόδοξη Πίστι μας καὶ τὸ Ἑλληνορθόδοξο Ἦθος μας πάσῃ θυσίᾳ, ἐνώπιον αὐτῆς τῆς «ἀποκαλυπτικῆς» ἀποστασίας καὶ αὐτοῦ τοῦ ἐκμαυλισμοῦ.


Ὁ ἐπιχειρούμενος ἐρμαφροδιτισμὸς τοῦ πιστοῦ λαοῦ μας καὶ τῶν παιδιῶν μας δὲν θὰ περάση!

«Στῶμεν καλῶς»!
Ἐκ τῆς Ἀρχιγραμματείας τῆς Ἱερᾶς Συνόδου

12/25.12.2015
Ἁγίου Σπυρίδωνος Τριμυθοῦντος
τοῦ Θαυματουργοῦ 



Εκ της Ιστοσελίδας της Εκκλησίας 
των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών
Η εικόνα ανήκει στον αγιογράφο Μιχαήλ Χατζηγεωργίου
τον οποίο ευχαριστούμε
Επιμέλεια ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


Παρασκευή 25 Δεκεμβρίου 2015

ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΑΙ ΔΙΑΜΑΝΤΩ ΣΧΙΝΑ




Κέρτεζη Καλαβρύτων, Ιούνιος 1981.



Εις το παλαιό αρχοντικό της Οικογένειας Σχινά.
Μετά τον καθιερωμένο καφέ και το κρύο νερό,
δυό γεροντάκια,
αγαπημένοι σύζυγοι εξήντα και πλέον έτη,
ενθυμούνται και διηγούνται τα παλιά.



Είναι ο Βασίλειος Σχινάς, ενενήντα έξι ετών και η σύζυγός του Διαμάντω ενενήντα επτά ετών.
Οι Σχιναίοι,
τέσσερα αδέλφια,
από τους προύχοντες του χωριού, είναι από τας πρώτας Οικογενείας που αγωνίστηκαν εναντίον του ημερολογιακού σχίσματος.
Και πάντα πρώτοι,
εδώ και πενήντα πέντε έ­τη,
δίδουν το παρόν διά την επικράτησιν των
Πατρώων Παραδό­σεων.


Αυτά που μου διηγήθησαν έγιναν το έτος 1929. Ο Βασίλειος Σχινάς ήτο τότε Πρόεδρος της Κοινότητος Κερτέζης, αλλά και Πρόεδρος των Γ.Ο.Χ. Κερτέζης. Διατηρούσε εις το Ισόγειον του σπιτιού του και "μπακάλικο" και τον βοηθού­σε η σύζυγός του η Διαμάντω. Ιερέα τότε είχον τον αείμνηστον Ιερομόναχον π. Ιλαρίωνα Ούζουνόπουλον, Αγιορείτην - Πνευματικόν, τον οποίον είχε στείλει ο Πρόεδρος της Κοινότητος των Γ.Ο.Χ. Αθη­νών Γρηγόριος Ευστρατιάδης, Βουλευτής και εκδότης της εφημερίδος " ΣΚΡΙΠ ". Δικό τους Ιερόν Ναόν δεν είχον, αλλά λειτουργούσαν εις εξωκλήσια, όπως εις την Μεταμόρφωσιν του Σωτήρος και τον ά­γιον Θεόδωρον. 


Ο π. Ιλαρίων, νέος και δραστήριος Ιερεύς, κατάφερε νά ξεσηκώσει τους Πιστούς και να στήσουν ένα μικρό ξύλινο Εκκλησάκι εκεί ακριβώς που ευρίσκεται ο σημερινός Ναός των της Ευαγγελιστρίας. Αργότερον θα το τελείωση ο π. Μεθόδιος, Αρχιμανδρίτης από τα Ιεροσόλυμα. Ούτος προκειμένου να συγκεντρώσει χρήματα δια να τελειώσει τον Ναόν, εκαλούσε τας γυναίκας να του φέρνουν κάθε ημέραν από δύο αυγά η κάθε μία. Αυτά τα επωλούσε εις τα Καλάβρυτα και αγόραζε υλικά. Τότε, λοιπόν, που εστήθηκε το ξύλινο Εκκλησάκι από τον π. Ιλαρίωνα, το έμαθε ο Δεσπότης Καλαβρύτων και Αιγιαλείας Τιμόθεος και έδωσεν εντολή εις την Υποδιοίκησιν Χωροφυλα­κής Καλαβρύτων να γκρεμίσουν τον Ναόν και να συλλάβουν τον Ιερέα! Τό φοβερόν αυτό νέον το έμαθε ο Βασίλειος Σχινάς. Του το εμπιστεύθηκε ένας φίλος του εναμοτάρχης. -Αύριον ερχόμεθα και πάρε τα μέτρα σου! του είπε. 


Τρέχει ο Σχινάς εις το μπακάλικο και το λέγει εις την γυναίκα του την Διαμάντω. -Και τώρα τι κάνουμε,γυναίκα; Σκέφτηκαν για λίγο και την λύσιν την έδωσε η Διαμάντω. -Πρόεδρος δεν είσαι; τον ρωτάει. Να καλέσεις το χωριό σε προσωπική έργασία! -Και τι να φτιάσουμε βρε γυναίκα; της λέγει ο Βασίλειος, περιμένοντας να ακούσει τι έχει εις το μυαλό της. -Μα,... το αυλάκι που είναι στην πάνω μεριά του χωριού και κοντά στο Εκκλησάκι μας! Και έτσι, συνέχισε, θριαμβευ­τικά η Διαμάντω, θα είμαστε όλοι μαζεμένοι και δεν θα τολ­μήσουν! -Είσαι σπουδαία, Διαμάντω μου!... Ο θεός σε φώτισε! είπε με χαρά ο Βασίλειος. Την άλλην ημέραν, ενώ οι άνδρες του χωριού με κασμάδες και φτυάρια ασχολούντο με το άνοιγμα του αυλακιού, η Διαμάντω έμεινε εις στο μαγαζί της και περίμενε. Σε λίγο είδε να πλημμυρίζουν οι δρόμοι του χωριού από χωροφύλακες με επί κεφαλής έναν Υπομοίραρχον ονόματι Χάλαρην καβάλα στ’άλογο. 


ταν τους είδα, μας διηγείται η γριά Διαμάντω, τόσους χωροφύλακες να μπαίνουν στα σπίτια μας για να βρουν τον πα­πά, μου ήλθε "νταμπλάς"! Μανούλα μου! φώναξα, αυτοί θα μας αιματοκυλίσουν! Αμέσως έτρεξα και πήρα τον παπά που τον είχαμε κρυμμένον σ’ ένα σπίτι στην άλλη άκρη τού χωριού και τον πήγα στο αμπέλι του Φιλιπόπου, και μετά γύρισα στο χω­ριό." ΄Οταν οι χωροφύλακες έφθασαν εις το χωριό, ένας μικρός έτρεξε και κτυπούσε την καμπάνα. Οι χωρικοί που δούλευαν πιο πάνω έντεκα προσωπική εργασία, εσταμάτησαν να εργάζονται." 'Ενας απ’ αυτούς,ο Νικόλαος Παπαγεωργίου, πρόσταζε: -Τους ζυγούς λύσατε!... Τότε όλοι μαζί έβαλαν τα εργαλεία των επ’ώμου και έτρεξαν και περιεκύκλωσαν το Εκκλησάκι έτοιμοι να το υπερασπί­σουν από κάθε επίβουλο χέρι. Οι χωροφύλακες, αφού δεν κατάφεραν να εύρουν τον παπά,αφού άδικα απείλησαν ανυπεράσπιστα γυναικόπαιδα να μαρτυρή­σουν που κρύβεται ο παπάς, εξεκίνησαν να εκτελέσουν την δευτέραν διαταγή που πήραν: να γκρεμίσουν το Εκκλησάκι! 


Σαν έφθασαν εκεί και είδαν όλους σχεδόν τους άνδρες του χωριού, καθώς και πολλές γυναίκες ...πάνοπλους, δηλαδή να κρατούν αξίνες, φτυάρια,λοστούς και άλλα εργαλεία της δου­λειάς των, αλλά το σπουδαιότερον, έτοιμους για όλα, εσταμά­τησαν εις απόστασιν ολίγων μέτρων. Ο μοίραρχος, καβάλα πάντοτε στο άλογό του, τους πρόσταζε να διαλυθούν. Τότε μέσα από τους χωριανούς, ξέκοψε ένας γέρος ο μπάρμπα-Γιώργης ο Τσιρίκος, ο οποίος επλησίασε τον Μοίραρχον κρατώντας ένα κλαδευτήρι, και αφού έπιασε τα γκέμια του α­λόγου, του είπε αυστηρά: -Κύριε μοίραρχε, το καλό που σου θέλω, να μαζεύσεις τους άνδρες σου και να φύγεις! 


Παπά και Εκκλησία, όσο ζούμε, δεν πρόκειται να σου παραδώσουμε! Και ήσυχα γύρισε πίσω εις τούς συγχωριανούς του. Αυτό ήτο. Ο Μοίραρχος, οικογενειάρχης άνθρωπος, είδε ότι αν μεταχειριζόταν βία θα χυνόταν αίμα και αι συνέπειαι θα ήσαν πάρα-πολύ άσχημες. Μάζεψε,λοιπόν, τους άνδρες του και επέστρεψε εις τα Καλάβρυτα. Ο παπάς παρέμεινε οκτώ μήνες χωρίς να επιχειρήσουν άλ­λη φορά να τόν ένοχλήσουν. Αυτά μας εδιηγήθησαν οι αείμνηστοι ευσεβείς Βασίλειος και Διαμάντω Σχινά, εκείνο το απομεσήμερο της 20ης Ιουνίου του έτους 1981.


Τα δύο αυτά ευλογημένα γεροντάκια,που εις την ζωήν των ήσαν τόσον αγαπημένα,
και που εις το ευλογημένο σπίτι τους ευρήκαν φιλοξενία δεκάδες Ιερείς του Ιερού ημών αγώνος,
εκοιμήθησαν εν Κυρίω το ίδιον έτος,
δηλαδή ο μεν Βα­σίλειος την 13ην Σεπτεμβρίου 1982,
η δε Διαμάντω,την 15ην Δεκεμβρίου 1982.
Είη η μνήμη αυτών αιωνία!



Μικρό απόσπασμα εκ του ιστορικού περιοδικού 
''ΤΑ ΠΑΤΡΙΑ'' 
του αειμνήστου Επισκόπου Πενταπόλεως κ. Καλλιοπίου Γιαννακουλοπούλου
της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών
Τόμος Στ΄,σελίδες 58-60.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο στο μονοτονικό σύστημα
τίτλος και επιμέλεια κειμένου
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


Τα Πάτρια


Print Friendly and PDF