ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τρίτη 7 Απριλίου 2015

ΜΝΗΜΗ ΟΣΙΑΣ ΚΑΣΣΙΑΝΗΣ ΤΗΣ ΥΜΝΟΓΡΑΦΟΥ


 


Πολλά και ποικίλα τα ονόματα με τα οποία αναφέρεται η Κασιανή στα χειρόγραφα.

Κασιανή και Κασσιανή, Κασία και Κασσία, Εικασία και Ικασία. 

Στους βυζαντινούς χρονογράφους αναφέρεται 

ως Εικασία (Γεώργιος Μοναχός ή Αμαρτωλός και Συμεών Μάγιστρος και Λογοθέτης),

ως Ικασία (Λέων ο Γραμματικός) 

και ως Κασία (Μιχαήλ Γλυκάς).

Γι’ αυτό, το σωστό είναι να γράφεται με ένα σίγμα.

Σε χειρόγραφα εκκλησιαστικών ύμνων,

αργότερα,

και σε ποιητικές ανθολογίες που περιλαμβάνουν και δικά της έργα η ποιήτρια αναφέρεται και ως

 Κασσία, Κασία, Κασιανή, Κασσιανή, Εικασία, Ικασία,

ακόμη και Ταϊσία.

Το έτος γεννήσεως και θανάτου, η οικογένεια και ο τόπος καταγωγής της είναι άγνωστα.


Η ιστορία την συνδέει με τον βασιλέα Θεόφιλο (829-842). Ο χρονογράφος Γεώργιος Μοναχός ή Αμαρτωλός που έζησε τον 9ο αιώνα (P.G. 110,1008) γράφει, ότι η μητέρα του αυτοκράτορα, ή κατ’ άλλους η μητρυιά Ευφροσύνη, θέλησε ο υιός της Θεόφιλος να βρει την κατάλληλη σύζυγο, διαλέγοντας μεταξύ πολλών νεανίδων που συγκεντρώθηκαν στα ανάκτορα.


Σ’ αυτήν που θα του άρεσε περισσότερο, του έδωσε η μητέρα του να της προσφέρει ένα χρυσό μήλο. Ο Θεόφιλος εντυπωσιάσθηκε από την ομορφιά της Κασιανής και ελκύσθηκε προς αυτήν. Αλλά θέλησε πριν της δώσει το χρυσό μήλο να ελέγξει και την εξυπνάδα και την ετοιμότητά της. Γι’ αυτό της είπε· «Ως άρα διά γυναικός ερρύη τα φαύλα!» εννοώντας την Εύα. Η Κασιανή τότε απάντησε εύστοχα και ευφυέστατα· «Αλλά και διά γυναικός πηγάζει τα κρείττονα» εννοώντας την Παναγία.


Τότε ο αυτοκράτορας, επειδή πληγώθηκε το γόητρό του από την απάντηση, έδωσε το μήλο σε μια άλλη κοπέλα, την Θεοδώρα,που καταγόταν από την Παφλαγονία της Μ. Ασίας. Έκτοτε η Κασιανή έκτισε μοναστήρι και έζησε την αφιερωμένη ζωή της μοναχής. Τα «Πάτρια Κων/πόλεως» μαρτυρούν επίσης ότι έκτισε μονή, ο δε Μ. Γεδεών (Βυζαντινόν Εορτολόγιον, Κων/πολις 1899, σελ. 218) το τοποθετεί «εν Υψωμαθείοις της Κων/πόλεως».


Ο Γεώργιος αναφέρει επίσης, ότι η Κασιανή έχει γράψει το «Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις» και το τετραώδιο Μ. Σαββάτου «Άφρων γηραλέε) και άλλα τινά. Τουτέστιν μαρτυρεί,ότι υπήρξε συγγραφεύς εκκλησιαστικών ύμνων. Τα ίδια γράφει ο Συμεών ο Μάγιστρος και Λογοθέτης, που έζησε τον 10ο αιώνα (P.G. 109,685), ο Λεών ο Γραμματικός ο Αρμένιος που έγραψε αρχές 11ου αιώνα (P.G. 108,1045) και ο Μιχαήλ Γλυκάς που έζησε τον 12ο αιώνα (P.G. 158,537).


Οι Συμεών και Λέων αναφερόμενοι στα έργα της γράφουν αορίστως, ότι «και συγγράμματα αυτής πλείστα καταλέλοιπε», ενώ ο Γλυκάς δεν αναφέρει τίποτα περί συγγραμμάτων. Τα άλλα γνωστά έργα της Κασιανής σύμφωνα με χειρόγραφα εκκλησιαστικών ύμνων είναι· α) Το δοξαστικό εσπερινού Χριστουγέννων «Αυγούστου μοναρχήσαντος». β) Στη γέννηση του Προδρόμου δοξαστικό των αποστίχων. γ) Το εις μάρτυρες Γουρίαν, Σαμωνά,και Αβυδον στιχηρό, σε ήχο Β΄ (15 Νοεμβρίου). δ) δύο στιχηρά εις Ευστράτιο, Αυξέντιο, Ευγένιο, Ορέστη (13 Δεκεμβρίου). ε) το τετραώδιο του Μ. Σαββάτου «Άφρων γηραλέε», που ήδη προαναφέραμε. Κατά τον επιφανή βυζαντινολόγο Krumbacher (1856-1909), «η Κασιανή είναι η μόνη αξιομνημόνευτη βυζαντινή ποιήτρια».


Ο γάμος του Θεοφίλου έγινε αποδεδειγμένα το 830,ενώ ο Στουδίτης κοιμήθηκε το 826. (Κασσιανή η υμνωδός, μνημ. έργ. σσ.14-16 και 93-95 οι επιστολές του Στουδίτου). Λαϊκή παράδοση αναμιγνύει και τον Θεόφιλο στη δημιουργία του τροπαρίου «Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις». Αναφέρει η παράδοση αυτή, ότι ενώ συνέγραφε το τροπάριο η Κασιανή και είχε φθάσει στη φράση «κρότον τοις ωσίν ηχηθείσαν», την επισκέφθηκε ο Θεόφιλος. 


Εκείνη τότε κρύφτηκε για να τον αποφύγει και κείνος, αφού διάβασε το κείμενό της, που γράφτηκε μέχρι εκείνη τη στιγμή, προσέθεσε «τω φόβω εκρύβη». Θέλησε δηλαδή άλλη μια φορά να την ειρωνευθεί. Το θρυλούμενο αυτό επεισόδιο της λαϊκής παραδόσεως, το πήραν μυθιστοριογράφοι και το έδωσαν άλλες προεκτάσεις. Έτσι ταυτίζουν την πόρνη του τροπαρίου με την Κασιανή.


Αυτή η ταύτιση είναι εντελώς αβάσιμη, ακόμη κι αν η ιστορία περί των καλλιστείων είναι αληθινή. Οι βυζαντινοί χρονογράφοι αναφέρουν μόνο, ότι ήταν υποψήφια σύζυγος του Θεοφίλου και ουδέν περισσότερο. Και η λαϊκή παράδοση θρυλεί ότι κρύφτηκε για να μη συναντηθεί με τον Θεόφιλο. 


Βεβαίως είναι εντελώς λαθεμένη η ερμηνεία της, διότι φαίνεται ξεκάθαρα από την πλοκή του τροπαρίου, ότι ο κρότος των βημάτων, που ακούστηκε είναι ανθρωποπαθής έκφραση της ποιήτριας, που αναφέρεται στα βήματα του Θεού, που άκουσε η Εύα και όχι στα βήματα του Θεοφίλου που άκουσε η ποιήτρια.


Αλλά η μανία των ανθρώπων για “love story”, η νοσηρή σκέψη ορισμένων μυθιστοριογράφων και η προβολή των δικών τους σαρκικών και αμαρτωλών επιθυμιών, ακόμη και στα πιο άγια πρόσωπα, δημιούργησαν τον μύθο που αναφέραμε.


Εξάλλου, αν η Κασιανή ήταν πόρνη, η Εκκλησία μας δεν θα το έκρυβε, αλλά θα το πρόβαλλε, όπως και σε άλλες περιπτώσεις (Μαρία Αιγυπτία, Πελαγία, Ταϊσία, Δαυίδ) και θα την παρουσίαζε,ως υπόδειγμα μετανοίας και κατανύξεως. Για πλήρη ενημέρωση πάνω στο προκείμενο θέμα,σημειώνουμε ότι, στο τυπικό της Εκκλησίας Ιεροσολύμων, αναφέρεται, ως συνθέτης του τροπαρίου ο πατριάρχης Φώτιος (Α΄ Παπαδοπούλου Κεραμέως, Ανάλεκτα ιεροσολυμικής σταχυολογίας 1894)·


πλην, όμως η πληροφορία αυτή δεν ευοδούται από την έρευνα των διασωθέντων χειρογράφων των στιχηρών (11ου και 12ου αιώνος). Ποια είναι «η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή» από την οποία εμπνεύσθηκε η υμνωδός το τροπάριο της; Στο ευαγγέλιο του όρθρου της Μεγάλης Τετάρτης (Ιω. 12, 17-50) δεν γίνεται μνεία καμμίας γυναίκας.


Μία αμαρτωλή γυναίκα αναφέρει ο Λουκάς (7,30-50), που πλησιάζει τον Χριστό διακριτικά και με συστολή, από πίσω, και κλαίγοντας καταβρέχει τα πόδια του Χριστού με τα δάκρυά της και αφού τα σκουπίσει με τα μαλλιά της, τα καταφιλεί και τ’ αλείφει με μύρο, κατά την διάρκεια γεύματος στο σπίτι του Σίμωνα του Φαρισαίου.


Το συγκινητικό και κατανυκτικό αυτό επεισόδιο, όμως, εκτυλίσσεται αρχές ή μέσα του ιεραποστολικού έργου του Χριστού (Λουκ. 8,1-2) και συνεπώς δεν μπορεί κανείς να πει, ότι η γυναίκα μύρωσε το Χριστό «προς το ενταφιάσαι» αυτόν. Υποστηρίχθηκε, από δυτικούς κυρίως, ότι είναι η Μαρία η Μαγδαληνή, ίσως, διότι είναι η πιο γνωστή από τις γυναίκες που αναφέρει η αγία Γραφή (Λουκ. 8,2), αμέσως μετά από το επεισόδιο που η προαναφερόμενη αμαρτωλός γυνή αλείφει με μύρο το Χριστό.


Η Μαγδαληνή αργότερα συγκαταλέγεται στις μυροφόρες γυναίκες, που πήγαν να ράνουν με μύρα τον τάφο του Χριστού (Μαρκ. 16,1-2) εξ ου έχει και τον τίτλο της μυροφόρου. Πλην όμως το ευαγγέλιο δεν αναφέρει, ότι είχε έκλυτο βίο, παρά μόνο ότι ο Χριστός την ελευθέρωσε από επτά δαιμόνια (Λουκ. 8,2 · Μαρκ. 16,9). Επιπλέον δεν τον μύρωσε προ του πάθους, όπως ιστορεί το τροπάριο.


Μυρώσεις του Χριστού, λίγες μέρες πριν το πάθος, έχουμε τις εξής δύο· Α΄. Η Μαρία η αδελφή του Λαζάρου στη Βηθανία έξι μέρες πριν το Πάσχα αλείφει τα πόδια του Χριστού με μύρο «νάρδου πιστικής πολυτίμου» (Ιω.12,3) και τα σκουπίζει με τα μαλλιά της κεφαλής της δείχνοντας την αγάπη της, αλλά και την ευγνωμοσύνη της στο Χριστό για την ανάσταση του αδελφού της.


Ο Ιούδας τότε αγανάκτησε για την ενέργεια της Μαρίας προφασιζόμενος, ότι ενδιαφέρεται για τους πτωχούς. Η Μαρία όμως δεν έχει καμμία σχέση με έκλυτο βίο. Β΄.Στη Βηθανία πάλι, στο σπίτι του Σίμωνα του λεπρού, δύο μέρες πριν το Πάσχα, κάποια γυναίκα ρίχνει πανάκριβο μύρο στη κεφαλή του Χριστού. Οι μαθητές αγανάκτησαν για την ανώφελη σπατάλη και γιατί τα χρήματα δεν δόθηκαν στους πτωχούς και επιτίμησαν την γυναίκα, μα ο Χριστός τους μάλωσε λέγοντας, ότι τους πτωχούς πάντα θα τους έχουν κοντά τους και θα μπορούν να τους βοηθούν, αυτόν όμως όχι.


Επαίνεσε δε τη γυναίκα, που προαισθάνθηκε το θάνατό του και ξέροντας, ότι δεν θα είναι για πολύ μαζί τους, ήλθε να τον μυρώσει. Προφήτεψε δε, ότι η πράξη της θα διαφημισθεί παντού, όπου θα κηρυχτεί το ευαγγέλιο, για να την αμείψει για την αγάπη της (Ματθ.26,1-16 και Μαρκ. 14,1-9). Το επεισόδιο αυτό διαβάζεται, ως ευαγγελικό ανάγνωσμα στον εσπερινό της Μεγάλης Τετάρτης, που τελείται το πρωί της Μεγάλης Τετάρτης. Πολλοί ερμηνευτές, επειδή τα δύο τελευταία επεισόδια της μυρώσεως έγιναν στην Βηθανία,τα ταυτίζουν.


Έτσι γι’ αυτούς η ανώνυμη γυναίκα που αναφέρουν ο Ματθαίος και ο Μάρκος είναι η Μαρία η αδελφή του Λαζάρου και Σίμων ο λεπρός είναι ο πατέρας του Λαζάρου και της Μαρίας. Το συναξάρι του όρθρου της Μ. Τετάρτης, όμως τα διακρίνει, διότι το ένα έγινε έξι μέρες πριν το Πάσχα, μυρώθηκαν τα πόδια του Χριστού από τη Μαρία και αγανάκτησε ο Ιούδας, ενώ το άλλο έγινε δύο μέρες πριν το Πάσχα, χύθηκε μύρο στη κεφαλή του Χριστού και αγανάκτησαν οι μαθητές.


Επίσης ο ιερός Χρυσόστομος ταυτίζει την άγνωστη γυναίκα που αναφέρουν ο Ματθαίος και ο Μάρκος με την αποδεδειγμένα αμαρτωλή που αναφέρει ο Λουκάς (Ε.Π.Ε. 12,132). Το συναξάρι της ημέρας δέχεται την γνώμη του ιερού Χρυσοστόμου και παρατηρεί ότι, γι’ αυτό ο Χριστός την αμείβει με το να διαλαληθεί, όπου κηρυχτεί το ευαγγέλιο η πράξη της, ενώ δεν κάνει το ίδιο για την αδελφή του Λαζάρου, την Μαρία, η οποία είχε λόγους ευγνωμοσύνης να φερθεί έτσι, αφού ο Χριστός ανάστησε τον αδελφό της Λάζαρο. Η ερμηνευτική αυτή ταύτιση των δύο γυναικών έδωσε την αφορμή στην υμνωδό να εμπνευσθεί το εν λόγω τροπάριο.



Στο πρόσωπο της ανώνυμης πόρνης, των ευαγγελίων και του τροπαρίου,

 πρέπει ο καθένας από εμάς να δει τον εαυτό του.

Διότι κάθε απομάκρυνση από τη θεωρία και την πράξη του ευαγγελίου,

η αγία Γραφή την ονομάζει πορνεία.

Όλοι μας εγκαταλείπουμε κάποιες στιγμές τον Νυμφίο της ψυχής μας και τραβάμε προς το μέρος του διαβόλου.

Συνεπώς όλοι μας είμαστε πόρνοι.

Κι ενώ γίνεται αυτό,εν τούτοις, δεν διαθέτουμε τις πηγές των δακρύων και την μετάνοιά της.

Γι’ αυτό μας την προβάλλει η Εκκλησία μας, 

για να την μιμηθούμε.

Είναι χαρακτηριστικό το κοντάκιο του όρθρου της ημέρας·

«Υπέρ την πόρνην αγαθέ ανομήσας, δακρύων όμβρους ουδαμώς σοι προσήξα·

αλλά σιγή δεόμενος προσπίπτω σοι, πόθω ασπαζόμενος, τους αχράντους σου πόδας,

όπως μοι την άφεσίν,

ως Δεσπότης παράσχης,

των οφλημάτων κράζοντι Σωτήρ.

Εκ του βορβόρου των έργων μου ρύσαι με»!...




Αντιγραφή αποσπάσματος
 από το ιστολόγιο ''ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΒΟΥΛΓΑΡΗΣ''
Τίτλος, επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ

1 σχόλιο:

  1. ΤΟ ΙΑΤΡΕΙΟΝ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ
    Τὸ ἰατρεῖον τῆς μετανοίας τοῖς γνώμῃ ἀρρωστοῦσιν ἠνέῳκται· δεῦτε,
    προφθάσωμεν, κἀκεῖθεν ῥῶσιν ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν λάβωμεν·
    ἐν αὐτῷ γὰρ ἡ πόρνη ὑγίανεν, ἐν αὐτῷ ἀπέθετο
    καὶ ὁ Πέτρος τὴν ἄρνησιν,
    ἐν αὐτῷ τὸ ἐγκάρδιον ἄλγος Δαυὶδ ἔθραυσεν,
    ἐν αὐτῷ καὶ Νινευῆται ἰατρεύθησαν.
    Μὴ οὖν ὀκνῶμεν, ἀλλ᾽ ἀναστῶμεν
    καὶ δείξωμεν τὸ τραῦμα τῷ Σωτῆρι, καὶ λάβωμεν ἔμπλαστρον·
    ὑπὲρ πάντα γὰρ πόθον προσδέχεται ἡμῶν τὴν μετάνοιαν.
    Οὐκ ἀπαιτεῖται μισθὸν οὐδὲ εἷς τῶν αὐτῷ προσελθόντων οὐδέποτε, ὅτι
    οὐκ ἴσχυον τῆς ἰατρείας δοῦναι δῶρον ἀντάξιον·
    Κοντάκιον κατανυκτικόν, φέρον ἀκροστιχίδα τήνδε· ⟨τοῦ ταπεινοῦ Ῥωμανοῦ ὁ ὕμνος⟩ -απόσπασμα
    Καλή και ευλογημένη Μεγάλη Εβδομάδα ! Καλή Ανάσταση

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Print Friendly and PDF