ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τετάρτη 7 Οκτωβρίου 2015

ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΜΟΣΧΑΣ




'Ο Ἅγιος Φίλιππος,Μητροπολίτης Μόσχας, κατὰ κόσμον Θεόδωρος, καταγόταν ἀπὸ τὴν οἰκογένεια τῶν εὐγενῶν Κολιτσέφ,
ἡ ὁποία κατεῖχε ἐξέχουσα θέσι στὴν Δούμα τῶν Βογιάρων, στὸ Δικαστήριο τῶν Ἡγεμόνων τῆς Μόσχας.
Γεννήθηκε τὸ ἔτος 1507.
Ὁ πατέρας του, Στέφανος Ἰβάνοβιτς, ἦταν ἄνθρωπος φωτισμένος καὶ πλήρης στρατιωτικῆς ἰδιοφυΐας,
ἑτοίμασε δὲ προσεκτικὰ τὸν γυιό του γιὰ νὰ λάβη θέσι σὲ κάποια κυβερνητικὴ ὑπηρεσία.
Ἡ εὐσεβὴς μητέρα του Βαρβάρα, ἡ ὁποία ἐκοιμήθη ὡς Μοναχὴ μὲ τὸ ὄνομα Βαρσανουφία,
ἐμφύτευσε στὴν ψυχὴ τοῦ γυιοῦ της εἰλικρινὴ πίστη καὶ βαθειὰ εὐσέβεια. Ὁ νεαρὸς Θεόδωρος Κολιτσὲφ ἐφήρμοζε
 μὲ ἐπιμέλεια τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τὶς ἐπιταγὲς τῶν Ἁγίων Πατέρων. Ὁ Μέγας Πρίγκηψ τῆς Μόσχας Βασίλειος ὁ Τρίτος,
πατέρας τοῦ Ἰβὰν τοῦ Τρομεροῦ,
τὸν προώθησε στὸ δικαστικὸ σῶμα, ἀλλὰ τὸν νεαρὸ Θεόδωρο δὲν τὸν προσείλκυε αὐτὴ ἡ προοπτική.
Ἔχοντας ἐπίγνωσι τῆς κοσμικῆς ματαιοδοξίας,ἀλλὰ καὶ τῶν ἁμαρτιῶν του, ὁ Θεόδωρος 
ἑλκυόταν ἀπὸ τὴν ἀνάγνωσι βιβλίων καὶ ἀπὸ τὰ προσκυνήματα στοὺς Ἱεροὺς Ναούς.
Ἡ ζωὴ στὴν Μόσχα ἀπωθοῦσε τὸν νεαρὸ ἀσκητή.


Τὴν Κυριακή, 5 Ἰουνίου 1537, κατὰ τὴν Θεία Λειτουργία, ὁ Θεό­δωρος αἰσθάνθηκε στὴν ψυχή του ἔντονα τοὺς λόγους τοῦ Σω­τῆρος: «Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν» (Ματθ. στ´ 24), οἱ ὁποῖοι καθώρισαν τελικῶς τὴν ζωή του. Προσευχήθηκε διακαῶς στοὺς θαυματουργοὺς Ἁγίους τῆς Μόσχας καὶ χωρὶς νὰ χαιρετήση τοὺς συγγενεῖς του, ἔφυγε κρυφὰ ἀπὸ τὴν Μόσχα καὶ γιὰ λίγο διάστημα κρύφθηκε, μακριὰ ἀπὸ τὸν κόσμο, στὸ χωριὸ Χίζνα, κοντὰ στὴν Λίμνη Ὀνέγκα, κερδίζοντας τὰ πρὸς τὸ ζῆν ὡς βοσκός. Μετὰ ἔφυγε γιὰ τὸ φημισμένο Μοναστήρι Σολοφσκὶ στὴν Λευκὴ Θάλασσα. Ἐκεῖ, μετὰ ἀπὸ ἑνάμισυ χρόνο δοκιμασίας, ὁ Ἡγούμενος Ἀλέξιος τὸν ἔκειρε Μοναχό, δίδοντάς του τὸ ὄνομα Φίλιππος. Ἔκανε ὑπακοὴ στὸν Γέροντα Ἰωνᾶ Σαμινᾶ, συνασκητὴ τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου τοῦ Σβὶρ (30 Αὐγούστου). Ὑπὸ τὴν καθοδήγησι τῶν ἐμπείρων Γερόντων, ὁ Φίλιππος συνεδύαζε τὴν ἀδιάλειπτη προσευχὴ μὲ τὴν βαρειὰ ἐργασία. Τὸ 1546 στὸ Νόβγκοροντ,ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Θεοδόσιος προήγαγε τὸν Φίλιππο σὲ Ἡγούμενο τῆς Μονῆς Σολοφσκί, εἰς διαδοχὴν τοῦ ἀποβιώσαντος Ἡγουμένου Ἀλεξίου. Τὸ Μοναστήρι γνώρισε πνευματικὴ ἀναγέννησι.



Ἅγιος Φίλιππος οἰκοδόμησε δύο Ναούς: μία Ἐκκλησία τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, τὸ ἔτος 1557, καὶ μία Ἐκκλησία τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος. Ὁ Ἡγούμενος συμμετεῖχε καὶ ὁ ἴδιος στὶς ἐργασίες, ὡς ἁπλὸς ἐργάτης, βοηθών­ τας τους νὰ βελτιώσουν τὰ τείχη τῆς Ἐκκλησίας τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος. Ἡ πνευματικὴ ζωὴ κατ’ αὐτὴ τὴν περίοδο ἄνθισε στὸ Μοναστήρι· ὁ Ἅγιος Ἡγούμενος ἀγωνιζόταν μὲ τοὺς ἐν Χριστῷ Ἀδελφούς του καὶ ὑποτακτικούς του, μεταξὺ τῶν ὁποίων συγκαταλέγονται οἱ Ἅγιοι Ἰωάννης καὶ Λογγῖνος τῆς Γιαρένγκα (3 Ἰουλίου) καὶ Βασσιανὸς καὶ Ἰωνᾶς τοῦ Περτομίνσκ (12 Ἰουλίου). Ὁ Ἅγιος Φίλιππος συχνὰ ἀποσυρόταν σὲ κάποιο ἐρημικὸ σημεῖο στὴν ἄγρια φύση γιὰ προσευχή, σὲ ἕνα μέρος ποὺ ἔμεινε γνωστὸ ἀργότερα ὡς ἡ ἔρημος Φιλίππωφ. Ἀλλὰ ὁ Κύριος προετοίμαζε τὸν Ἅγιο γιὰ κάτι ἄλλο. Στὴν Μόσχα, ὁ Τσάρος Ἰβὰν Δ´ ὁ Τρομερὸς θυμήθηκε τὸν ἐρημίτη τοῦ Σολοφσκί, τὸν ὁποῖο γνώριζε ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν καλὴ ἐντύπωσε ποὺ τοῦ προξένησε, ὅταν ὡς Ἡγούμενος ἔλαβε μέρος στὴν τοπικὴ Σύνοδο τῆς Μόσχας τῶν «100 Κεφαλαίων» τὸ 1551. Ὁ Τσάρος ἤλπιζε ὅτι θὰ εὕρισκε στὸν Ἅγιο Φίλιππο ἕναν πνευματικὸ σύμβουλο. Ἡ ἐπιλογὴ τοῦ Ἁγίου Φιλίππου ὡς Ἀρχιποιμένος τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας, τοῦ φαινόταν ὡς ἡ καλύτερη δυνατή, μετὰ τὴν παραίτησι τοῦ Μητροπολίτου Ἀθανασίου εἰς ἔνδειξιν διαμαρτυρίας γιὰ τὶς βιαιότητες τοῦ Τσάρου.


Γιὰ μεγάλο χρονικὸ διάστημα, ὁ Ἅγιος ἠρνεῖτο νὰ ἀναλάβη τὸ μεγάλο αὐτὸ βάρος, ἀφοῦ ὁ Τσάρος δὲν ἐπιδεχόταν κάποιας οὐσιαστικῆς πνευματικῆς ἐπιρροῆς. Ὁ Ἅγιος προσπάθησε νὰ πείση τὸν Τσάρο, νὰ προβῆ στὴν κατάργησι τοῦ φοβεροῦ σώματος τῶν Ὀπριτσνίκι, τῆς μυστικῆς του ἀστυνομίας,ἡ ὁποία ἐπιδιδόταν σὲ ἀπίστευτες αὐθαιρεσίες καὶ βιαιότητες. Ὅμως ὁ Ἰβὰν ὁ Τρομερὸς ὑποστήριζε τὴν πολιτικὴ ἀναγκαιότητά της, μὴ προβαίνων στὴν κατάργησί της. Τέλος, ὁ φοβερὸς Τσάρος καὶ τὸ ἱερὸ Μητροπολιτικὸ Συμβούλιο ἦλθαν σὲ συμφωνία: ὁ Φίλιππος νὰ μὴν παρεμβαίνη στὶς ὑποθέσεις τῆς Ὀπριτσνίκι καὶ γενικὰ στὴν λειτουργία τῆς Κυβερνήσεως, ἀλλὰ νὰ δύναται νὰ μεσιτεύη ἐκ μέρους τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ λαοῦ. Στὶς 25 Ἰουλίου 1566, ἔγινε ἡ Ἐνθρόνισις τοῦ Ἁγίου ὡς Μητροπολίτου στὴν Μόσχα καὶ ἐπέδειξε σημαντικὴ δραστηριότητα στὴν ὀργάνωσι τῆς ἐκκλησιαστικῆς διοι­κήσεως καὶ στὴν τόνωσι τῆς πνευματικῆς ζωῆς τοῦ Ποιμνίου του.



Σχετικὰ δὲ μὲ τὸν ρόλο του, εἶπε ὁ Ἅγιος σὲ κάποια περίστασι τὰ ἑξῆς, ἀπευθυνόμενος στὸν Τσάρο, τὰ ὁποῖα εἶναι ἀξιομνημόνευτα καὶ ἔχουν διαχρονικὴ ἀξία καὶ σημασία: «Ἄν δὲν μαρτυρῶ τὴν ἀλήθεια,θὰ θεωρῶ τὸν ἑαυτό μου ἀνάξιο γιὰ τὴν θέσι μου ὡς Ἐπισκόπου. Ἄν ὑποκλίνωμαι στὸ θέλημα τῶν ἀνθρώπων, τί θὰ ἀπολογηθῶ στὸν Χριστὸ κατὰ τὴν Ἡμέρα τῆς Κρίσεως;»!... Ἐν τῷ μεταξύ, ὁ Ἰβὰν ὁ Τρομερὸς ἐπιθυμοῦσε ἡ Ὀπριτσνίκι νὰ παρουσιάζεται σὰν μία μορφὴ μοναστικῆς ἀδελφότητος, ὥστε νὰ ὑπηρετῆ τὸν Θεὸ μὲ ὅπλα καὶ στρατιωτικὰ ἔργα. Οἱ Ὀπριτσνίκι ἔπρεπε νὰ ἐνδύωνται μὲ μοναχικὸ ἔνδυμα καὶ νὰ παρακολουθοῦν τὶς μακρὲς καὶ κουραστικὲς Ἀκολουθίες στὴν Ἐκκλησία, οἱ ὁποῖες διαρκοῦσαν ἀπὸ τὶς 4 ἕως στὶς 10 τὸ πρωί. Ὁ Ἅγιος Φίλιππος θεώρησε, ὅτι εἶναι ἀδύνατον νὰ συμβαίνη αὐτὴ ἡ θλιβερὴ παρωδία καὶ ὁ Σταυρὸς νὰ «ὑπηρετῆ» τὸ ξίφος. Κατενόησε μάλιστα πόσο ἀμετανόητοι ἦσαν οἱ Ὀπριτσνίκι καὶ πόση κακία καὶ φθόνος κρύβονταν κάτω ἀπὸ τὶς μαῦρες κεφαλές τους,διότι προέβαιναν διαρκῶς σὲ δολοφονίες καὶ μαζικὲς αἱματοχυσίες. Ὁ Ἅγιος Φίλιππος ἀποφάσισε νὰ ἐναντιωθῆ στὸν Ἰβὰν ἐξ αἰτίας ἑνὸς νέου κύματος ἐκτελέσεων κατὰ τὰ ἔτη 1567-­1568. Ὁ Τσάρος ἄρχισε νὰ δείχνη ὅλο καὶ μεγαλύτερη σκληρότητα σὲ ὅσους ἦσαν ἀντίθετοι στὴν πολιτική του, ἀλλὰ καὶ σὲ ὅσους ὑποπτευόταν γιὰ δῆθεν συνωμοσία μὲ τὸν Βασιλέα τῆς Πολωνίας ἐναντίον του.



Οἱ ἐκτελέσεις καὶ οἱ σφαγὲς ἀθώων θυμάτων ἀκολουθοῦσαν ἡ μία μετὰ τὴν ἄλλη καὶ ἦσαν ἀναρίθμητες. Ὁ Ἅγιος, κάνοντας χρῆσι τοῦ δικαιώματός του,παρεμβαίνον­ τας ὑπὲρ τοῦ λαοῦ καὶ ἐν ὀνόματι τῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς εὐθύνης τῆς Ἐκκλησίας, κατήγγειλε εὐθαρσῶς τὶς φρικτὲς καὶ ἄδικες βιαιότητες, δημόσια καὶ κατ’ ἰδίαν. Ἡ ὁριστικὴ ρῆξι τῶν δύο ἀνδρῶν ἐπῆλθε τὴν ἄνοιξι τοῦ 1568, ὅταν ὁ πανίσχυρος Τσάρος μὲ τοὺς Ὀπριτσνίκι εἰσῆλθαν στὸν Καθεδρικὸ Ναὸ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου στὸ Κρεμλῖνο μὲ μοναχικὰ ἐνδύματα, ὅπως ἦταν ἡ συν­ήθειά τους, καὶ ὁ Ἅγιος Φίλιππος ἀρνήθηκε νὰ τὸν εὐλογήση,καὶ ἄρχισε νὰ καταγγέλη ἀνοικτὰ τὶς ἄνομες πράξεις τῆς μυστικῆς του ἀστυνομίας. Τὸ μέλλον τοῦ Ὁμολογητοῦ Ἱεράρχου Ἁγίου Φιλίππου ἦταν πλέον διαγεγραμμένο. Ὁ Ἰβὰν ἤθελε νὰ κρατήση τὰ προσχήματα καὶ συνέστησε Μητροπολιτικὸ Δικαστήριο, γιὰ νὰ ἀπευθύνη ἐναντίον του διάφορες κατηγορίες. Ὁ Ἅγιος κατηγορήθηκε μάλιστα ἀκόμη καὶ γιὰ μαγεία (!), μὲ πρωτοστάτη τὸν Ἡγούμενο τοῦ Σολοφσκὶ καὶ κάποιους Μοναχούς, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἐπιστρατευθῆ σὲ σκευωρία κατ’ αὐτοῦ. Μὲ τὸν τρόπο τοῦτο, ἐπέβαλαν στὸν Ἅγιο ποινὴ φυλακίσεως, ἀλλὰ τὸν ὑποχρέωσαν νὰ λειτουργήση στὸν Καθεδρικὸ Ναὸ τῆς Κοιμήσεως στὶς 8 Νοεμβρίου 1568.



Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Θείας Λειτουργίας ἐφώρμισαν στὸν Ναὸ οἱ Ὀπριτσνίκι, οἱ ὁποῖοι ἐπιτέθηκαν κατὰ τοῦ Ἁγίου, τοῦ ἀφήρεσαν τὰ ἱερὰ Ἄμφια καὶ τὸν ἐνέδυσαν μὲ κουρέλια, τὸν ἔσυραν ἔξω ἀπὸ τὸν Ναὸ καὶ τὸν ὡδήγησαν μακριά, στὸ Μοναστήρι τῶν Θεοφανίων. Τὸν φυλάκισαν στὸ κελάρι τοῦ Μοναστηριοῦ. Τοποθέτησαν τὰ πόδια του καὶ στὰ χέρια του ἁλυσίδες, πέρασαν μία βαρειὰ ἁλυσίδα γύρω ἀπὸ τὸ λαιμό του καὶ τὸν ἄφησαν νηστικό. Ἔβαλαν δίπλα του καὶ μία νηστικὴ ἀρκούδα. Μετὰ ἀπὸ λίγες ἡμέρες, τὸν βρῆκαν προσευχόμενο ἐνῶ ἡ ἀρκούδα καθόνταν δίπλα του ἥσυχη. Ἀντὶ ὁ Τσάρος νὰ καταπραϋνθῆ, θύμωσε ἀκόμη περισσότερο καὶ διέταξε νὰ φονεύσουν ὅλους τοὺς συγγενεῖς του, τὸ γένος Κολιτσέφ, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ τὸν ἀγαπημένο του ἀνεψιό, τοῦ ὁποίου τὸ κομμένο κεφάλι ἔφεραν στὸν Ἅγιο Φίλιππο. Τέλος, τὸν ἐξώρισαν ἀκόμη μακρύτερα, στὸ Μοναστήρι τοῦ Τβὲρ Ὀτρόχ.



Στὶς 23 Δεκεμβρίου 1569, ὁ Ἅγιος Φίλιππος στραγγαλίσθηκε ἀπὸ τὸν Μαλιούτα Σκουράτωφ,
τὸν πιὸ θηριώδη ἀπὸ τοὺς φρουροὺς τοῦ Τσάρου.
Τὸ 1591,
ὅταν Τσάρος ἦταν ὁ Θεόδωρος Ἰβάνοβιτς, τὸ ἱερὸ Λείψανο τοῦ Ἱερομάρτυρος Ἁγίου Φιλίππου 
μεταφέρθηκε στὴν Μονὴ τοῦ Σολοφσκί.
Τὰ λειτουργικὰ Μηναῖα τοῦ 1636 ἀναγράφουν γιὰ τὴν μεγάλη τιμή, τῆς ὁποίας ἔχαιρε ὁ Ἅγιος.
Τὸ 1646 ὁ Τσάρος Ἀλέξιος Μιχαήλοβιτς ἀπεφάσισε τὴν διενέργεια μετακομιδῆς τοῦ ἀφθάρτου 
Λειψάνου τοῦ Ἁγίου στὸν Καθεδρικὸ Ναὸ τῆς Κοιμήσεως στὴν Μόσχα, ὅπου μὲ ἀπόφασί του 
ἐναπέθεσαν στὴν χεῖρα τοῦ Ἁγίου ἕνα γράμμα, μὲ τὸ ὁποῖο ζητοῦσαν νὰ συγχωρήση τὸν Ἰβὰν
 γιὰ ὅσα τοῦ ἔκανε.
Ἀρχικά, ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Φιλίππου ἑωρτάζετο ἀπὸ τὴν Ρωσικὴ Ἐκκλησία στὶς 23 Δεκεμβρίου.
Τὸ 1660 ἡ ἑορτὴ μεταφέρθηκε στὶς 9 Ἰανουαρίου, ἐνῶ ἡ ἀνακομιδὴ τοῦ ἱεροῦ Αὐτοῦ Λειψάνου 
στὴν Μόσχα ἑορτάζεται στὶς 31 Ἰουλίου. Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Φίλιππος Μητροπολίτης Μόσχας 
μαρτύρησε ὑπὲρ τοῦ δικαίου καὶ τῆς ἐλευθερίας, καταγγέλων τὴν κρατικὴ βία,
αὐθαιρεσία καὶ τυραννία,
ὅπως καὶ κάθε καταπιεστικό, ἀνελεύθερο, ἀπάνθρωπο καὶ ἀντίθεο Ὁλοκληρωτισμό.





Ο Βίος του Αγίου Ιερομάρτυρος Φιλίππου, Μητροπολίτη Μόσχας
Εκ του ορθοδόξου περιοδικού ''ΑΓΙΟΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΣ''
τεύχος 373, Άνοιξη-Καλοκαίρι 2015,σελίδες 34-37
Επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF