ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Πέμπτη 18 Μαΐου 2017

ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΕΙΣ ΚΑΙΡΟΣΚΟΠΙΚΟΝ ΛΙΒΕΛΛΟΝ ΕΝΟΣ ΑΜΕΤΑΝΟΗΤΟΥ ΚΑΤ' ΕΠΙΓΝΩΣΙΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΗ




Δημόσια ἀπάντηση στό δημόσιο κατάπτυστο ἄρθρο τοῦ π. Γεωργίου Τσέτση: 

Σκιαγράφημα τῶν «ου κατ΄επίγνωσιν» νεο-ζηλωτών



Ξαναχτύπησε ἕνας ἀπό τούς πιό πιστούς καί πιό γνωστούς ὑπερασπιστές τοῦ Φαναρίου 

δή τοῦ οἰκουμενισμοῦ: 

Ὁ Μέγας Πρωτοπρεσβύτερος π. Γεώργιος Τσέτσης, 

ὁ ἀρνητής τοῦ Ἁγίου Φωτός, ὁ ἀρνητής τῆς Ἁγιοπατερικῆς Παράδοσης, 

τῆς ἀπό τόν ἄλλο μεγαλοαιρεσιάρχη Ἐπίσκοπο Ἰ. Ζηζιούλα 

ἀποκαλουμένης «παλαιᾶς πολεμικῆς Θεολογίας», 

ὁ ἀρνητής τῶν Ἱ. Κανόνων καί τῶν ἀγώνων τῶν Ἁγίων. 

Καί αὐτή τήν φορά σοβαροφανῇ καί αὐστηρῇ 

μέν τῇ ὄψει πεφροντισμένῃ δέ τῇ κόμῃ 

ὡς δοκησίσοφος οἰκουμενιστής, 

τοῦ δ’ ἀπό στόματος χολῆς πικρότερος ῥέεν αὐδής καί ὡς ἕτερος καινονολόγος 

μή φροντίζων «ποῖον ἔπος φύγεν ἔρκος ὀδόντων» 

ξεχνάει τόν Ἅγιο Θεόφιλο Ἀντιοχείας ὁ ὁποῖος γιά τέτοιες περιπτώσεις 

ἔγραψε στά τρία βιβλία του «Προς Αυτόλυκον»: 

«Αὐτά λέμε, γιά νά ἐπιδείξουμε τήν ἀνώφελη καί άθεη (σημ. ἐδῶ αἱρετική) διάνοιά τους. 

Ὅλοι αυτοί, 

ἀγαπήσαντες τήν κενή καί μάταιη δόξα, 

οὔτε αὐτοί ἐγνώρισαν τήν ἀλήθεια 

οὔτε ἄλλους βεβαίως προέτρεψαν πρός τήν ἀλήθεια» (βιβλ. Γ, παρ. 2-3)» 

ἀλλά ««ὑπό δαιμόνων δέ ἐμπνευσθέντες καί ὑπ’ αὐτῶν φυσιωθέντες (= ἀλαζονευθέντες) 

ἃ εἶπον δι’ αὐτῶν εἶπον φαντασία καί πλάνη ἐλάλησαν 

καί οὐ καθαρῷ πνεύματι ἀλλά πλάνῳ» (βιβλ. Β, παρ. 8).  


Χρησιμοποιεῖ ὁ π. Γεώργιος γιὰ νὰ ὑποστηρίξει τὴν ἐπίθεση του κατὰ τῶν ἀντιδρούντων στὸν οἰκουμενισμὸ τὴν ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου γιὰ τοὺς μὴ κατ’ ἐπίγνωσιν ζηλωτὲς: «Τον μη κατ᾿επίγνωσιν ζηλωτήν χαρακτηρίζει μίσος προς τους ετεροθρήσκους ή ετεροδόξους, ο φθόνος και ο επίμονος θυμός, η εμπαθής αντίστασις προς το αληθές πνεύμα του θείου νόμου, η παράλογος επιμονή εν τη υπερασπίσει των ιδίων φρονημάτων, ο παράφορος ζήλος προς κατίσχυσιν εν πάσιν, η φιλοδοξία, η φιλονικία, η έρις, και το φιλοτάραχον. Ο μη κατ᾿επίγνωσιν ζηλωτής εύχεται τω Θεώ να ρίψη πυρ εξ ουρανού και να κατακαύση πάντας τους μη δεχομένους τας αρχάς και πεποιθήσεις αυτού» καὶ σημειώνει: «Μη νομισθεί πως οι ως άνω αφορισμοί προέρχονται από την γραφίδα κάποιου αιρετίζοντος σύγχρονου Φαναριώτου, Αλεξανδρινού, Αθηναίου, Κυπρίου ή Ρουμάνου «οικουμενιστού»! 


Είναι στοχασμοί του εν Αγίοις Πατρός ημών Νεκταρίου Επισκόπου Πενταπόλεως του Θαυματουργού (Βλ. «Το Γνώθι σαυτόν, ήτοι μελέται θρησκευτικαί και ηθικαί», Αθήναι 1962, σελ. 179. Πρβλ. και «Το γνώθι σαυτόν-Κείμενα αυτογνωσίας», Εκδόσεις Άθως, Αθήνα 2012, σελ. 322 εξ.). Είναι ρήσεις του δημοφιλέστερου Αγίου της Ορθοδόξου Ελλάδος κατά τον εικοστό αιώνα, ο οποίος φαίνεται πως επ΄εσχάτων λησμονήθηκε από τους ποικίλους αυτόκλητους «αμύντορες»» της Ορθοδοξίας του Ελλαδικού χώρου, αφ΄ης στιγμής εμφανίσθηκαν νεοφανείς οσιακές μορφές από την Σερβία και την Ελλάδα, τα αντιδυτικά αποφθέγματα των οποίων προβάλλονται πλέον οιωνεί ως «δόγματα» της Ορθοδόξου Εκκλησίας και χρησιμοποιούνται ως τροχοπέδη σε οποιαδήποτε Πανορθόδοξη προσπάθεια καταλλαγής των χριστιανών. 


Ευεξήγητη η λησμοσύνη αυτή, μιας και φαίνεται πως απαρέσκει στους ζηλωτές η ανεκτική και φιλάδελφη συμπεριφορά του πράου αυτού εκλεκτού σκεύους του Θεού. Ο οποίος, σημειωθήτω, παρ΄όλον ότι στηλίτευε το κοσμικό φρόνημα των Ρωμαιοκαθολικών της εποχής του, δεν δίσταζε να ομιλεί περί «Παπικής Εκκλησίας» και περί «Εκκλησίας της Ρώμης» (Βλ. Αγίου Νεκταρίου, «Περί Ανεξιθρησκείας», Εκδ. Νεκτ. Παναγόπουλου, Αθήναι 2000, σελ. 70 και 73). Αναγινώσκοντας τα ανωτέρω, δεν απέφυγα τον πειρασμό να σκεφθώ πως οι μύδροι αυτοί του Αγίου Νεκταρίου φωτογραφίζουν ως άριστα τους σύγχρονους «ου κατ΄επίγνωσιν» ζηλωτές και θεμελιοκράτες, οι οποίοι επ΄εσχάτων, ιδίως δε μέσα στα γενικώτερα πλαίσια της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, ενέσκηψαν ως σμήνος ακρίδων στο εκκλησιαστικό προσκήνιο, επιχειρούντες παντοιοτρόπως να εκβάλουν εις το «σκότος το εξώτερον ….» (Ματθ. 25,41) όχι μόνο ετεροδόξους και ετεροθρήσκους, αλλά και τους μετ΄αυτών διαλεγομένους Ορθοδόξους». 


Μὰ πολλάκις τῷ λήρῳ χρώμενε, π. Γεώργιε ὁ Ἅγιος μὲ τὰ παραπάνω λόγια ἐσᾶς ἀναφέρει. Διότι στὸ ἴδιο βιβλίο κατὰ τὸν Ἅγιο: «Ζῆλος εἶναι ἡ θέρμη τῆς ψυχῆς… Ὁ ἀγαθὸς ζῆλος ζητᾶ τὴν ἐπικράτηση τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ πάνω στὴ γῆ… Ὁ χαρακτῆρας τοῦ κατ’ ἐπίγνωση ζηλωτῆ εἶναι αὐτὸς ποὺ λατρεύει, γεμᾶτος ἐνθουσιασμὸ γιὰ τὴν πίστη του, τὸν Θεό… Ἀκολουθεῖ εὐλαβικὰ τὶς πατρικὲς παραδόσεις καὶ ἐργάζεται μὲ πολλὴ θέρμη γιὰ τὴ δόξα τοῦ ὀνόματός Του… Διακαίεται ἀπὸ τὸν πόθο νὰ διαδώσει τὸν Θεῖο Λόγο, μὲ σκοπὸ τὴ στερέωση τῆς πίστης, τὴν εὐόδωση τοῦ ἔργου τῆς Ἐκκλησίας… τὴν ἀποκατάσταση τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ πάνω στὴ γῆ... Ὁ κατ’ ἐπίγνωση ζηλωτής… ὅ,τι κάνει, τὸ κάνει μὲ ἀγάπη καὶ αὐταπάρνηση… Ὁ κατ’ ἐπίγνωση ζηλωτὴς εἶναι ὁ τύπος τοῦ ἀληθινοῦ χριστιανοῦ». 


ντιθέτως ἐσεῖς οἱ οἰκουμενιστὲς, οἱ πραγματικοὶ οὐ κατ’ ἐπίγνωση ζηλωτές, ὡς τὸ πραγματικὸ σμῆνος ἀκρίδων. ποὺ λυμαίνεται τὴν Ἐκκλησία κατακρεουργεῖτε και παραχαράσσετε τὴν διδασκαλία τῶν Ἁγίων γιὰ νὰ ἐξυπηρετήσετε τοὺς πονηροὺς σκοπούς σας, ἐσεῖς καταργεῖτε καινοτομώντας ἀσυστόλως τὶς πατρικὲς παραδόσεις, ἐσεῖς διώκετε μοναχούς, καθαιρεῖτε ἱερεῖς, ἀφορίζετε πιστούς, ἀπειλῆτε μὲ ἐπιστολὲς ὅλους ὅσους τολμήσουν νὰ σᾶς ἀντιμιλήσουν ἢ νὰ σᾶς ὑπενθυμίσουν γιατὶ φορᾶτε αὐτὸ τὸ ἄμοιρο τὸ ράσο, τὸ ὁποῖο κατήντησε ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ ἐνδύματα τῆς γκαρνταρόμπας σας. 


σο γιὰ τῆν χρησιμοποίηση τοῦ ὅρου «Ἐκκλησία» ἀπὸ τὸν Ἅγιο εἶναι ἡλίου φαεινότερον, ὅτι πρόκειται περὶ συμβατικῆς ὁρολογίας, διότι γιὰ τὸν Ἅγιο -ἐν ἀντιθέσει μὲ ἐσᾶς καὶ τὴν ψευτοσύνοδο τοῦ Κολυμπαρίου- ὁ Παπισμὸς εἶναι αἵρεση, γι’αὐτὸ καὶ ἔγραψε τὰ «Τίνες οἱ λόγοι τῆς μήνιδος τῶν Δυτικῶν κατὰ τοῦ Φωτίου». Θρακική Ἐπετηρίς, 1897, καὶ τὴν «Μελέτη ἱστορικὴ περὶ τῶν αἰτιῶν τοῦ σχίσματος. Περὶ τῶν λόγων τῆς διαιωνίσεως αὐτοῦ καὶ περὶ τοῦ δυνατοῦ ἢ ἀδυνάτου τῶς ἐνώσεως τῶν δύο Ἐκκλησιῶν, τῆς Ἀνατολικῆς καὶ Δυτικῆς» (τ. Α΄ 1911, τ. Β΄ 1912), στὴν ὁποία κατονομάζοντας τὸν Πάπα ὡς τὸν λόγο τοῦ σχίσματος γράφει «ὅστις ἀληθῶς εἶναι μέγιστος, διότι ἀνατρέπει τὸ πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου, καὶ ὁ σπουδαιότερος δογματικὸς λόγος, διότι εἶναι ἄρνησις τῶν ἀρχῶν τοῦ Εὐαγγελίου». Αὐτὴ π. Γεώργιε εἶναι ἡ συμφωνία στὰ ἔργα τῶν Πατέρων (consensus Patrum). 


λοι οἱ Πατέρες, δίχως καμία ἐξαίρεση, ἀπὸ τὸν Ἅγιο Φώτιο, τὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ, τὸν Ἅγιο Μᾶρκο τὸν Εὐγενικό, ὡς τὸν Ἅγιο Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλό καὶ τὸν Ἅγιο Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη αὐτὰ διδάσκουν. Αὐτοὶ σᾶς ἐλέγχουν, σᾶς ἀποκαλύπτουν καὶ κρατοῦν στὴν Πίστη τὸ ποίμνιο. Γι’αὐτὸ καὶ ἐσεῖς ὡς ἄλλες Ἡρωδιάδες ὠρύεσθε γράφοντας: «Οι σύγχρονοι «ζηλωταί» και οι συνοδοιπορούντες με αυτούς θεμελιοκράται, δεν αποτελούν ομοιογενή μάζα. Προέρχονται από διάφορα στρώματα του Εκκλησιαστικού σώματος, κινούνται δε από διαφορετικά, ο καθείς, ελατήρια… 


Το φάσμα των περί ων ο λόγος ζηλωτών και των ποικίλης φύσεως «υπερμάχων στρατηγών» που ανέλαβαν την άμυνα της δήθεν «κινδυνεύουσας από την Δύση Ορθοδοξίας» περιλαμβάνει, εν πρώτοις, μια δράκα αυτονομημένων (ελέω Προεδρικού Διατάγματος;) Ιεραρχών, που δραστηριοποιούνται ανεξέλεγκτα και χωρίς καμιά αναφορά στο Συνοδικό Σώμα της Εκκλησίας στην οποία κανονικώς ανήκουν, και καταλαμβάνουν ευκαίρως-ακαίρως το προσκήνιο, προκειμένου να δώσουν την εντύπωση ότι μεταξύ των 80 και πλέον Αρχιερέων της Εκκλησίας της Ελλάδος που Θεοφιλώς και αθορύβως ποιμαίνουν τους πιστούς των, αυτοί μόνον μάχονται για να περιφρουρήσουν την Ορθοδοξία από την λύμη του οικουμενισμού, ευφραινόμενοι προφανώς με τις επιδοκιμασίες των οπαδών τους (fan) και τα «πες τα Δεσπότη μου» που τους απευθύνουν οσφυοκάμπτες υποτελείς τους. Παρ΄αυτοίς υπάρχει μια μαχητική ομάδα παροπλισμένων πανεπιστημιακών, οι οποίοι είχαν ενδεχομένως την εντύπωση πως θα διεδραμάτιζαν κεντρικό ρόλο την Εκκλησία και θα ρύθμιζαν τα Διορθόδοξα και Διαχριστιανικά δρώμενα, αλλά μείναντες έξω του νυμφώνος, εκδικούνται σήμερα αυτούς που θεωρούν υπαίτιους του παραμερισμού των. 


Υπάρχουν όμως και εκείνοι που ορέγονται υψηλά εκκλησιαστικά αξιώματα και οι οποίοι με καταιγισμό συγγραμμάτων και πραγματειών επιχειρούν να εμφανίσουν τους τυχόν αντιπάλους των αθεολόγητους και «σκάρτους». Υφίστανται, όμως, και αδέσποτοι Καλόγηροι, που αντί να μονάζουν στη Μονή της μετανοίας των προσευχόμενοι για την σωτηρία της ψυχής των, περιφέρονται ανά τας ρύμας και τας αγυιάς των Βαλκανίων και της Εσπερίας προκειμένου να πείσουν ανίδεους ορθοδόξους χριστιανούς ότι αιρετικά και ανορθόδοξα είναι όσα εθέσπισε η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος˙ όπως υπάρχουν και μέλη του Εφημεριακού κλήρου, που αντί να διακονούν το ποίμνιό τους (να μη λησμονείται ότι γι΄αυτό ακριβώς το λειτούργημά τους μισθοδοτούνται από το Ελληνικό Δημόσιο!) αναλίσκουν τον χρόνο τους σε «διαφωτιστικές» εξορμήσεις εκτός Ελλάδος ή στη συγγραφή αντιαιρετικών βιβλίων, με την φιλοδοξία να αποκτήσουν φήμην μεγάλου Θεολόγου! 


Στο φάσμα, όμως, αυτό των ζηλωτών συγκαταλέγονται και νεήλυδες προσήλυτοι, οι οποίοι αφού διήλθαν από διάφορες Δικαιοδοσίες όπου δεν ρίζωσαν, κατέληξαν στην Ελλάδα και, παρουσιαζόμενοι «βασιλικότεροι του βασιλέως», επιχειρούν να δίδουν μαθήματα Ορθοδόξου Θεολογίας σε Πατριάρχες, Αρχιερείς και καταξιωμένους Πανεπιστημιακούς». Τί νὰ πεῖ κανείς; «Πάλιν Ἡρωδιάς μαίνεται, πάλιν ταράσσεται, πάλιν ὀρχεῖται, πάλιν τὴν κεφαλὴν Ἰωάννου ζητεῖ λαβεῖν ἐπὶ πίνακι». Ἐὰν μία «δράκα Ἱερέων», ἐὰν κάποιοι «ἀδέσποτοι καλόγεροι», ἐὰν κάποιοι «νεήλυδες προσήλυτοι», ἐὰν μία χούφτα πιστῶν σὰς προκαλοῦν τέτοια ζάλη καὶ τόσο μένος τότε ὁ ἀγῶνας μας φέρνει κέρδος. Τότε τὰ λόγια μας ἀποτελοῦν πονοκέφαλο γιὰ τὴν καλοχτενισμένη κεφαλή σας. 


Τότε δὲν θὰ σταματήσουμε «νὰ τολμοῦμε»νὰ δίνουμε μαθήματα ὀρθοδόξου Θεολογίας σὲ ὅλους ἐσᾶς «τοὺς Μεγάλους» μιᾶς καὶ ἐσεῖς ξεχνᾶτε -ἀπόδειξη ὅτι γιὰ ἐσᾶς ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι θετρικὴ παράσταση- τὸ «Ἐποίησε κράτος ἐν βραχίονι αὐτοῦ, διεσκόρπισεν ὑπερηφάνους διανοίᾳ καρδίας αὐτῶν· καθεῖλε δυνάστας ἀπὸ θρόνων καὶ ὕψωσε ταπεινούς». Γι’ αυτὸν τὸν λόγο γίνεσθε θρασύτατοι λέγοντας: Την αξιοπιστία και εγκυρότητα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου (την οποία, σημειωτέον, δεν θεωρούν ούτε Αγία, ούτε Μεγάλη, ούτε καν Σύνοδο) θα την κρίνει, ισχυρίζονται, ο πιστός λαός. Ποιός λαός αδελφοί; Αυτός που βρίσκεται σε βαθύ σκότος σε ό,τι αφορά την πίστη την οποία λέγει ότι πρεσβεύει; Αυτός που έχει μετατρέψει τα Μυστήρια της Εκκλησίας σε φιέστα και κοσμικίζουσα κοινωνική εκδήλωση; Αυτός που μετά την περιφορά του Επιταφίου την Μεγάλη Παρασκευή στρώνει φαγοπότια δίκην «μακαριάς» στον ενταφιασθέντα Χριστό; 


Αυτός που υποδέχεται μεν με φανφάρες και τιμές Αρχηγού Κράτους το Άγιο Φως που μας έρχεται από τον Πανάγιο Τάφο Εκείνου που είπε ότι «η βασιλεία η εμή ου εστιν εκ του κόσμου τούτου», αλλά εξαφανίζεται «ως τήκεται κηρός από προσώπου πυρός» μόλις ηχήσει το «Χριστός Ανέστη» και απαξιοί να συμμετάσχει στην Πασχάλια Θεία Λειτουργία προκειμένου να μεταλάβει Σώμα Χριστού, να γίνει σύσσωμος και όμαιμος του Αναστάντος Κυρίου;» Ποῦ εἶναι ἡ ἀγαπολογία π. Γεώργιε; Ποῦ ὁ σεβασμὸς στὴν ἑτερότητα; Εἶναι τέτοια ἡ ἔπαρσή σας ποὺ δὲν καταλαβαίνετε πιὰ τί λέτε. 


Τὸν λαὸ, τὸν ὁποῖο ἐσεῖς ἀφήσατε συνειδητὰ ἀκατήχητο, ἐσεῖς ἐκμεταλευτήκατε μέσω τοῦ σεβασμοῦ πρὸς τὸν κλῆρο καὶ τὴν ὑπακοή, ἐσεῖς κοροιδέψατε μιλώντας γιὰ ἀρετὲς ποὺ δὲν κατέχετε, ἐσεῖς καταδυναστέψατε βάζοντας συνεχῶς στὴν πλάτη του βάρη ἀβάστακτα, ἐσεῖς ὁδηγήσατε στὴν πτώση κάνοντας τὴν Θεία Λειτουργία φιέστα καὶ συνοδεύοντάς την μὲ κάθε είδους ἐορταστικὲς, κοσμικὲς ἐκδηλώσεις γιὰ νὰ γεμίσετε τὸ παγκάρι, ἐσεῖς καταδικάσατε μέσω τῆς σιωπῆς σας καὶ τῆς συνεργίας σας στὴν καταπάτηση κάθε ἠθικοῦ νόμου καὶ δικαίου, αὐτὸν τολμᾶτε νὰ κατηγορεῖτε; Ποιὸς εἶστε τέλος πάντων; Ποιὸς σᾶς διόρισε κριτὴ τῶν πάντων ἂν δὲν συμφωνοῦν μὲ ἐσᾶς;



Γιά ἐσᾶς μιλάει ὁ Ἅγιος Χρυσόστομος: 

«Προσέχετε ἑαυτοῖς ἀπό τῶν ψευδοπροφητῶν, 

οἵτινες ἔρχονται πρός ὑμᾶς ἐν ἐνδύμασι προβάτων, 

ἔσωθεν δέ εἰσι λύκοι ἅρπαγες· 

ἀλλ’ ἀπό τῶν καρπῶν αὐτῶν ἐπιγνώσεσθε αὐτούς, 

ἀπό τῶν λόγων, ἐκ τῆς ψευδοπροφητείας, ἐκ τῆς ὑποκρίσεως αὐτῶν, 

ἐκ τῆς κακοδοξίας αὐτῶν, ἐκ τῆς βλασφημίας αὐτῶν ἐπιγνώσεσθε αὐτούς. 

προσέχετε ἀπό τῆς ζύμης αὐτῶν, ἤγουν τῆς αἱρέσεως αὐτῶν». 

Καί μᾶς προφυλάσσει διδάσκοντάς μας: 

Μή οὖν πορευθῆτε ὀπίσω αὐτῶν. 

Ὁρᾶτε, πόσος ὁ λόγος ἐν ἁγίαις Γραφαῖς περί τῶν τοιούτων. 

Διά τοῦτο πολλάκις ὑμᾶς ὑπέμνησα περί τῶν ἀθέων αἱρετικῶν, 

καί τά νῦν παρακαλῶ, 

τοῦ μή συγκαταβῆναι αὐτοῖς ἔν τινι πράγματι, 

μή ἐν βρώμασιν, ἢ ἐν πόμασιν, ἢ φιλίᾳ ἢ σχέσει, ἢ ἀγάπῃ ἢ εἰρήνῃ. 

Ὁ γάρ ἐν τούτοις ἀπατώμενος, καί συγκαταβαίνων αὐτοῖς, 

ἀλλότριον ἑαυτόν καθίστησι τῆς καθολικῆς Ἐκκλησίας. 

Φρίξατε καί τρομάξατε οἱ τάς ἀγάπας μετ’ αὐτῶν ποιοῦντες, 

καί διορθώσασθε, 

ἵνα μή ἀπόλησθε ταῖς ἀσεβείαις αὐτῶν. 

(Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Λόγος περί ψευδοπροφητῶν, καί ψευδοδιδασκάλων, 

καί ἀθέων αἱρετικῶν, καί περί σημείων τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος τούτου. 

Ἐρρήθη δέ μέλλοντος αὐτοῦ ἐκδημεῖν ἀπό τοῦ σώματος.) 

Ἐμεῖς αὐτόν ἀκοῦμε 

ἂν καί κάτι ἱερεῖς σάν καί ἐσᾶς τόν καθαίρεσαν ὡς «θεμελιοκράτη», 

ἀλλά ἡ Ἐκκλησία τόν ἀνακήρυξε Ἅγιο.


Εκ του Ιστολογίου ''ΠΕΝΤΑΠΟΣΤΑΓΜΑ''. 
Τίτλος, επιμέλεια και παρουσίαση κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.


Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου, 

ἀσήμαντο ἀλλά καί περήφανο μέλος τῆς «δράκας» τῶν μή προσκυνούντων τήν Παναίρεση τοῦ Οἰκουμενιστῶν

1 σχόλιο:

Print Friendly and PDF