ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Σάββατο 19 Ιανουαρίου 2019

ΑΓΙΟΥ ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ: ΣΗΜΕΡΟΝ ΓΑΡ Ο ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ ΗΜΙΝ ΕΠΕΣΤΗ ΚΑΙΡΟΣ




ΠΟΙΗΜΑ ΑΓΙΟΥ ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ


Τριάς ὑπερούσιε, ὑπεράγαθε, ὑπέρθεε, παντοδύναμε, παντεπίσκοπε, ἀόρατε, ἀκατάληπτε. Δημιουργέ τῶν νοερῶν οὐσιῶν καί τῶν λογικῶν φύσεων, ἡ ἔμφυτος ἀγαθότης, τό Φῶς τό ἀπρόσιτον, τό φωτίζον πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον, λάμψον κἀμοί τῷ ἀναξίῳ δούλῳ σου, φώτισόν μου τῆς διανοίας τά ὄμματα, ὅπως ἀνυμνῆσαι τολμήσω τήν ἄμετρον εὐεργεσίαν καί δύναμιν. Εὐπρόσδεκτος γενέσθω ἡ παρ᾽ ἐμοῦ δέησις διά τόν παρεστῶτα λαόν, ὅπως τά πλημμελήματά μου μή κωλύσωσιν ἐνθάδε παραγενέσθαι τό ἅγιόν σου Πνεῦμα, ἀλλά συγχώρησόν μοι ἀκατακρίτως βοᾶν σοι καί λέγειν καί νῦν, Ὑπεράγαθε· Δοξάζομέν σε Δέσποτα φιλάνθρωπε, Παντοκράτορ, προαιώνιε Βασιλεῦ. Δοξάζομέν σε τόν Κτίστην, καί Δημιουργόν τοῦ παντός. Δοξάζομέν σε, Υἱέ τοῦ Θεοῦ μονογενές, τόν ἀπάτορα ἐκ Μητρός, καί ἀμήτορα ἐκ Πατρός· ἐν γάρ τῇ προλαβούσῃ Ἑορτῇ νήπιόν σε εἴδομεν, ἐν δέ τῇ παρούσῃ τέλειόν σε ὁρῶμεν, τόν ἐκ τελείου τέλειον ἐπιφανέντα Θεόν ἡμῶν.


Σήμερον γάρ ὁ τῆς Ἑορτῆς ἡμῖν ἐπέστη καιρός, καί χορός ἁγίων ἐκκλησιάζει ἡμῖν, καί Ἄγγελοι μετά ἀνθρώπων συνεορτάζουσι. Σήμερον ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐν εἴδει περιστερᾶς, τοῖς ὕδασιν ἐπεφοίτησε. Σήμερον ὁ ἄδυτος Ἥλιος ἀνέτειλε, καί ὁ κόσμος τῷ φωτί Κυρίου καταυγάζεται. Σήμερον ἡ Σελήνη λαμπραῖς ταῖς ἀκτῖσι τῷ κόσμῳ συνεκλαμπρύνεται. Σήμερον οἱ φωτοειδεῖς ἀστέρες τῇ φαιδρότητι τῆς λάμψεως τήν οἰκουμένην καλλωπίζουσι. Σήμερον αἱ νεφέλαι ὑετόν δικαιοσύνης τῇ ἀνθρωπότητι οὐρανόθεν δροσίζουσι. Σήμερον ὁ Ἄκτιστος ὑπό τοῦ ἰδίου πλάσματος βουλῇ χειροθετεῖται. Σήμερον ὁ Προφήτης καί Πρόδρομος τῷ Δεσπότῃ προσέρχεται, ἀλλά τρόμῳ παρίσταται, ὁρῶν Θεοῦ πρός ἡμᾶς συγκατάβασιν. Σήμερον τά τοῦ Ἰορδάνου νάματα εἰς ἰάματα μεταποιεῖται τῇ τοῦ Κυρίου παρουσίᾳ. Σήμερον ῥείθροις μυστικοῖς πᾶσα ἡ κτίσις ἀρδεύεται. Σήμερον τά τῶν ἀνθρώπων πταίσματα τοῖς ὕδασι τοῦ Ἰορδάνου ἀπαλείφονται. 


Σήμερον ὁ Παράδεισος ἠνέωκται τοῖς ἀνθρώποις, καί ὁ τῆς Δικαιοσύνης Ἥλιος καταυγάζει ἡμῖν. Σήμερον τό πικρόν ὕδωρ, τό ἐπί Μωϋσέως τῷ λαῷ, εἰς γλυκύτητα μεταποιεῖται τῇ τοῦ Κυρίου παρουσίᾳ. Σήμερον τοῦ παλαιοῦ θρήνου ἀπηλλάγημεν καί ὡς νέος Ἰσραήλ διεσώθημεν. Σήμερον τοῦ σκότους ἐλυτρώθημεν, καί τῷ φωτί τῆς θεογνωσίας καταυγαζόμεθα. Σήμερον ἡ ἀχλύς τοῦ κόσμου καθαίρεται τῇ ἐπιφανείᾳ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Σήμερον λαμπαδοφεγγεῖ πᾶσα ἡ κτίσις ἄνωθεν. Σήμερον ἡ πλάνη κατήργηται, καί ὁδόν ἡμῖν σωτηρίας ἐργάζεται ἡ τοῦ Δεσπότου ἐπέλευσις. Σήμερον τά ἄνω τοῖς κάτω συνεορτάζει, καί τά κάτω τοῖς ἄνω συνομιλεῖ. Σήμερον ἡ ἱερά καί μεγαλόφωνος τῶν Ὀρθοδόξων πανήγυρις ἀγάλλεται. Σήμερον ὁ Δεσπότης πρός τό βάπτισμα ἐπείγεται, ἵνα ἀναβιβάσῃ πρός ὕψος τό ἀνθρώπινον. Σήμερον ὁ ἀκλινής τῷ ἰδίῳ οἰκέτῃ ὑποκλίνεται, ἵνα ἡμᾶς ἐκ τῆς δουλείας ἐλευθερώσῃ. Σήμερον Βασιλείαν οὐρανῶν ὠνησάμεθα· τῆς γάρ Βασιλείας τοῦ Κυρίου οὐκ ἔσται τέλος. 


Σήμερον γῆ καί θάλασσα τήν τοῦ κόσμου χαράν ἐμερίσαντο, καί ὁ κόσμος εὐφροσύνης πεπλήρωται. Εἴδοσάν σε ὕδατα, ὁ Θεός, εἴδοσάν σε ὕδατα καί ἐφοβήθησαν. Ὁ Ἰορδάνης ἐστράφη εἰς τά ὀπίσω, θεασάμενος τό πῦρ τῆς θεότητος, σωματικῶς κατερχόμενον, καί εἰσερχόμενον ἐπ᾽ αὐτόν. Ὁ Ἰορδάνης ἐστράφη εἰς τά ὀπίσω, θεωρῶν τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, ἐν εἴδει περιστερᾶς κατερχόμενον, καί περιϊπτάμενόν σοι. Ὁ Ἰορδάνης ἐστράφη εἰς τά ὀπίσω, ὁρῶν τόν Ἀόρατον ὁραθέντα, τόν Κτίστην σαρκωθέντα, τόν Δεσπότην ἐν δούλου μορφῇ. Ὁ Ἰορδάνης ἐστράφη εἰς τά ὀπίσω, καί τά ὄρη ἐσκίρτησαν, Θεόν ἐν σαρκί καθορῶντα, καί νεφέλαι φωνήν ἔδωκαν, θαυμάζουσαι τόν παραγενόμενον, φῶς ἐκ φωτός, Θεόν ἀληθινόν ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ, δεσποτικήν πανήγυριν σήμερον ἐν τῷ Ἰορδάνῃ ὁρῶντες, αὐτόν δέ τόν τῆς παρακοῆς θάνατον, καί τό τῆς πλάνης κέντρον, καί τόν τοῦ, ᾍδου σύνδεσμον ἐν τῷ Ἰορδάνῃ βυθίσαντα, καί Βάπτισμα σωτηρίας τῷ κόσμῳ δωρησάμενον. 


θεν κἀγώ ὁ ἁμαρτωλός καί ἀνάξιος δοῦλος σου, τά μεγαλεῖα τῶν θαυμάτων σου διηγούμενος, συνεχόμενος φόβῳ, ἐν κατανύξει βοῶ σοι· Μετά δέ τήν συμπλήρωσιν, λέγει γεγονωτέρᾳ φωνῇ. Μέγας εἶ, Κύριε, καί θαυμαστά τά ἔργα σου, καί οὐδείς λόγος ἐξαρκέσει πρός ὕμνον τῶν θαυμασίων σου (ἐκ γ'). Σύ γάρ βουλήσει ἐξ οὐκ ὄντων εἰς τό εἶναι παραγαγών τά σύμπαντα τῷ σῷ κράτει συνέχεις τήν κτίσιν, καί τῇ σῇ προνοίᾳ διοικεῖς τόν κόσμον. Σύ ἐκ τεσσάρων στοιχείων τήν κτίσιν συναρμόσας, τέτταρσι καιροῖς τόν κύκλον τοῦ ἐνιαυτοῦ ἐστεφάνωσας. Σέ τρέμουσιν αἱ νοεραί πᾶσαι Δυνάμεις. Σέ ὑμνεῖ ἥλιος, σέ δοξάζει σελήνη, σοί ἐντυγχάνει τά ἄστρα, σοί ὑπακούει τό φῶς, σέ φρίττουσιν ἄβυσσοι, σοί δουλεύουσιν αἱ πηγαί. Σύ ἐξέτεινας τόν οὐρανόν ὡσεί δέρριν· σύ ἐστερέωσας τήν γῆν ἐπί τῶν ὑδάτων· σύ περιετείχισας τήν θάλασσαν ψάμμῳ· σύ πρός ἀναπνοάς τόν ἀέρα ἐξέχεας· Ἀγγελικαί Δυνάμεις σοί λειτουργοῦσιν· οἱ τῶν, Ἀρχαγγέλων χοροί σέ προσκυνοῦσι· τά πολυόμματα Χερουβίμ, καί τά ἑξαπτέρυγα Σεραφίμ κύκλῳ ἱστάμενα καί περιϊπτάμενα, φόβῳ τῆς ἀπροσίτου σου δόξης κατακαλύπτονται. 


Σύ γάρ Θεός ὤν ἀπερίγραπτος, ἄναρχός τε καί ἀνέκφραστος, ἦλθες ἐπί τῆς γῆς, μορφήν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος· οὐ γάρ ἔφερες, Δεσπότα, διά σπλάγχνα ἐλέους σου, θεάσασθαι ὑπό τοῦ διαβόλου τυραννούμενον τό γένος τῶν ἀνθρώπων, ἀλλ᾽ ἦλθες καί ἔσωσας ἡμᾶς. Ὁμολογοῦμεν τήν χάριν, κηρύττομεν τόν ἔλεον, οὐ κρύπτομεν τήν εὐεργεσίαν, τάς τῆς φύσεως ἡμῶν γονάς ἠλευθέρωσας, παρθενικήν ἡγίασας μήτραν τῷ τόκῳ σου, πᾶσα ἡ κτίσις ὕμνησέ σε ἐπιφανέντα. Σύ γάρ ὁ Θεός ἡμῶν ἐπί τῆς γῆς ὤφθης, καί τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφης. Σύ καί τά Ἰορδάνια ῥεῖθρα ἡγίασας, οὐρανόθεν καταπέμψας τό Πανάγιον σοῦ Πνεῦμα, καί τάς κεφαλάς τῶν ἐκεῖσε ἐμφωλευόντων συνέτριψας δρακόντων. 


Αὐτός οὖν, φιλάνθρωπε Βασιλεῦ, πάρεσο καί νῦν διά τῆς ἐπιφοιτήσεως τοῦ Ἁγίου σου Πνεύματος, καί ἁγίασον τό ὕδωρ τοῦτο (ἐκ γ΄ ). Καί δός αὐτῷ τήν χάριν τῆς ἀπολυτρώσεως, τήν εὐλογίαν τοῦ Ἰορδάνου. Ποίησον αὐτό ἀφθαρσίας πηγήν, ἁγιασμοῦ δῶρον, ἁμαρτημάτων λυτήριον, νοσημάτων ἀλεξιτήριον, δαίμοσιν ὀλέθριον, ταῖς ἐναντίαις δυνάμεσιν ἀπρόσιτον, Ἀγγελικῆς ἰσχύος πεπληρωμένον, ἵνα πάντες οἱ ἀρυόμενοι καί μεταλαμβάνοντες ἔχοιεν αὐτό πρός καθαρισμόν ψυχῶν καί σωμάτων, πρός ἰατρείαν παθῶν, πρός ἁγιασμόν οἴκων, πρός πᾶσαν ὠφέλειαν ἐπιτήδειον. Σύ γάρ εἶ ὁ Θεός ἡμῶν, ὁ δι᾽ ὕδατος καί Πνεύματος ἀνακαινίσας τήν παλαιωθεῖσαν φύσιν ὑπό τῆς ἁμαρτίας. Σύ εἶ ὁ Θεός ἡμῶν, ὁ δι᾽ ὕδατος κατακλύσας ἐπί τοῦ Νῶε τήν ἁμαρτίαν. Σύ εἶ ὁ Θεός ἡμῶν, ὁ διά θαλάσσης ἐλευθερώσας ἐκ τῆς δουλείας Φαραώ, διά Μωϋσέως, τό γένος τῶν Ἑβραίων· 


Σύ εἶ ὁ Θεός ἡμῶν ὁ διαρρήξας πέτραν ἐν ἐρήμῳ, καί ἐρρύησαν ὕδατα, καί χείμαρροι κατεκλύσθησαν, καί διψῶντα τόν λαόν σου κορέσας. Σύ εἶ ὁ Θεός ἡμῶν, ὁ δι᾽ ὕδατος καί πυρός, διά τοῦ Ἡλίου, ἀπαλλάξας τόν Ἰσραήλ ἐκ τῆς πλάνης τοῦ Βάαλ. Αὐτός καί νῦν, Δεσπότα, ἁγίασον τό ὕδωρ τοῦτο, τῷ Πνεύματί σου τῷ Ἁγίῳ. (ἐκ γ') Δός πᾶσι, τοῖς τε μεταλαμβάνουσι, τόν ἁγιασμόν, τήν εὐλογίαν, τήν κάθαρσιν, τήν ὑγείαν. Καί σῶσον, Κύριε, τούς δούλους σου, τούς πιστούς Βασιλεῖς ἡμῶν. (ἐκ γ΄) Καί φύλαξον αὐτούς ὑπό τήν σκέπην σου ἐν εἰρήνῃ, ὑπόταξον ὑπό τούς πόδας αὐτῶν πάντα ἐχθρόν καί πολέμιον, χάρισαι αὐτοῖς τά πρός σωτηρίαν αἰτήματα καί ζωήν τήν αἰώνιον. Μνήσθητι, Κύριε, τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν (δεῖνος), καί παντός τοῦ Πρεσβυτερίου, τῆς ἐν Χριστῷ Διακονίας, καί παντός ἱερατικοῦ τάγματος, καί τοῦ περιεστῶτος λαοῦ, καί τῶν δι᾽ εὐλόγους αἰτίας ἀπολειφθέντων ἀδελφῶν ἡμῶν, καί ἐλέησον αὐτούς καί ἡμᾶς, κατά τό μέγα σου ἔλεος. Ἵνα καί διά στοιχείων, καί διά Ἀγγέλων, καί διά ἀνθρώπων, καί διά ὁρωμένων, καί διά ἀοράτων, δοξάζηταί σου τό πανάγιον ὄνομα, σύν τῷ Πατρί, καί τῷ ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν, καί ἀεί, καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.






Ψάλλουν οι ιερομόναχοι π. Διονύσιος και π. Σεραφείμ εκ του χορού 

των Αγιοκυπριανιτών Πατέρων 

της Ι. Μ. Αγίων Κυπριανού και Ιουστίνης, Φυλής Αττικής


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF