Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2013

ΤΟ ΧΡΩΜΑ ΤΟΥ ΔΕΡΜΑΤΟΣ ΔΕΝ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΖΕΙ ΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ




Πάντα είχα την απορία, αν οι άνθρωποι που ανήκουν στη μαύρη φυλή έχουν τις ίδιες προϋποθέσεις με τους λευκούς να ευαρεστήσουν το Θεό. Γιατί δεν ήξερα κανένα μαύρο που να έγινε γνωστός για τους πνευματικούς του αγώνες και την αγιότητά του. Μήπως, σκεφτόμουνα, το χρώμα του σώματός τους έχει επιπτώσεις στην ψυχή τους; ή μήπως ο Θεός τους έχει αποδοκιμάσει; Αλλά γιατί;


Κάποτε λοιπόν, που βρέθηκα στο κελλί του μακάριου Νήφωνα, σκέφτηκα να τον ρωτήσω γι' αυτό το ζήτημα. Ο δίκαιος με βεβαίωσε, ότι και από τους μαύρους ο Θεός κάλεσε πολλούς στη βασιλεία Του, αφού κι αυτοί είναι πλάσματά Του, αφού κατάγονται γενεαλογικά από τον Σημ και τον Χαμ, τους γιούς του Νώε (Βλ. Γέν. 10: 6-31).


Αρκετοί μάλιστα, είπε, έλαμψαν με τις αρετές και τα θαύματά τους. Και για να μου αποδείξει τα λόγια του, μου διηγήθηκε δυο-τρεις σχετικές περιπτώσεις. Ζούσε, λέει, παλαιότερα στα μέρη της Πανεφώς (Σημαντική πόλη της Κάτω Αιγύπτου, όχι μακριά από τη θάλασσα.


Στη θέση της βρίσκεται σήμερα η πόλη Μεντζάλα [Menzaleh]), στην Αίγυπτο, ένας ληστής μαύρος σαν το κάρβουνο, θεόρατος, θηριόμορφος και αιμοβόρος. Τόσο φοβερός ήταν, που ένα βρουχητό του - γιατί βρυχιόταν σα λιοντάρι - έφτανε για να κόψει το αίμα και του πιο θαρρετού ανθρώπου.


Μία νύχτα όμως είδε όνειρο τρομακτικό: Σα να βρέθηκε ξαφνικά στη μέση μιας απέραντης πεδιάδας. Στρέφοντας ολόγυρα τα μάτια του, βλέπει ένα πύρινο ποτάμι, που κυλούσε ορμητικά, κάνοντας δυνατό θόρυβο και τρώγοντας στο πέρασμά του ακόμα και τις πέτρες και το χώμα.


Με βήματα μικρά και διστακτικά ο ληστής σίμωσε καντύτερα για να δει. Μόλις όμως έφτασε στην ακροποταμιά, τέσσερα φλόγινα πνεύματα τινάχτηκαν μέσ' από τη φωτιά, τον άρπαξαν απ' τα μαλλιά κι έκαναν να τον ρίξουν στο ποτάμι. Καθώς τον τραβούσαν, έν' από τα πνεύματα του είπε: "Ταλαίπωρε, αν γινόσουν μοναχός, δεν θα σε καταποντίζαμε εδώ μέσα". Ξύπνησε αλαφιασμένος. Με ίλιγγο και φρίκη αναθυμόταν το φοβερό θέαμα.


Όσο κι αν προσπάθησε όμως να το εξηγήσει, δεν μπόρεσε. Σκέφτηκε τότε και είπε: "Ας πάω σε έναν αναχωρητή, να του πω τι είδα. Οι καλόγεροι ξέρουν απ' αυτά. Ίσως θα μου φανερώσει τι είν' αυτός ο ποταμός που ονειρεύτηκα". Την ίδια κιόλας στιγμή πέταξε τα ληστρικά του όπλα και πήρε το δρόμο για τη Πανεφώ.


Μετά από λίγο, διέκρινε σε κάποιαν απόσταση ένα κελλί αναχωρητικό. Τράβηξε βιαστικά για κει. Χτύπησε την πόρτα. Ένας γέροντας του άνοιξε αμέσως, λες και τον περίμενε.- Καλώς ήρθες! Καλώς ήρθες, παλικάρι μου! Πώς από δω; Μήπως αναστατώθηκες μ' εκείνο το πύρινο ποτάμι και με τα τέσσερα πονηρά πνεύματα, που σ' έσερναν απ' τα μαλλιά για να σε ρίξουν μέσα στη φωτιά;


Αλήθεια, παιδί μου, τι φοβερή η απειλή του ποταμιού εκείνου! Μέχρι και τις πέτρες έτρωγε!... Αν όμως εσύ θέλεις να γλυτώσεις από τις φλόγες του, υπάρχει τρόπος: Μετανόησε για της ληστείες και όλες τις ανομίες σου και γίνε μοναχός. Έτσι θα σωθείς. 


Γιατί το ποτάμι εκείνο έχει ετοιμαστεί για τους αμαρτωλούς, που δεν μετανοούν... Δεν πρόλαβε καλά-καλά να τελειώσει τα λόγια του ο γέροντας, και ο ληστής βρέθηκε πεσμένος στα πόδια του, κλαίγοντας σα μικρό παιδί. - Ελέησέ με, τίμιε πάτερ, τον μαύρο και στο σώμα και στη ψυχή, φώναξε μέσα στους λυγμούς του. Ελέησέ με, τον άθλιο, και κάνε με ό,τι σε προστάξει ο Θεός.


Πραγματικά, μετά από λίγο καιρό ο άγιος εκείνος γέροντας κούρεψε το ληστή μοναχό. Αφού έμεινε μαζί του αρκετό καιρό και τον δίδαξε όλη την τάξη της μοναχικής ζωής, του άφησε το κελλί του και ο ίδιος αναχώρησε στη βαθύτερη έρημο, για να ασκητέψει ανάμεσα στα θηρία.


Ο μαύρος λοιπόν εκείνος έφτασε με την άσκηση σε τέτοια μέτρα αρετής, ώστε, την ώρα που προσευχόταν, φαινόταν ν' αστραποβολάει ολόκληρος σα σπιθοβόλο σύφλογο κι ολόφωτη στήλη. Αναρίθμητοι δαίμονες έπεφταν πάνω του, μα αυτός με την προσευχή του τους έκαιγε και τους αφάνιζε ολότελα.


Τόση σοφία μάλιστα του έδωσε ο Θεός, που και πνευματικές διδαχές έγραφε και συμβουλευτικές επιστολές έστελνε συχνά στους πατέρες της σκήτης και σε πολλούς άλλους. Τελικά, όταν πέθανε, το τίμιο λείψανό του, όπως διηγούνται όσοι ζούσαν στα μέρη εκείνα, ανάβλυσε μύρο πολύ, που θεράπευε τους αρρώστους και τους δαιμονισμένους.



Από τον βίο του Αγίου Νήφωνος
 επισκόπου Κων/λεως.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου