Παρασκευή 15 Μαΐου 2015

Η ΔΕΞΙΑ ΣΟΥ ΚΥΡΙΕ ΤΗΝ ΔΕΞΙΑΝ ΧΕΙΡ ΘΕΡΑΠΕΥΣΕΝ

 

 


Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, θερμός ζηλωτής της πίστεως έγραφε επιστολές και τις έστελνε στην Βασιλεύουσα. Καταπολεμούσε τις απόψεις του Εικονομάχου Αυτοκράτορος Λέοντος,αποδεικνύοντας με φιλοσοφικούς συλλογισμούς και με ιστορικά παραδείγματα από τη ζωή των Αγίων, την αναγκαία προσκύνηση των αγίων εικόνων. Τέτοιες επιστολές, έστελνε και σε πολλούς ανθρώπους για να τις διαβάζουν μεταξύ τους και να στερεώνονται στην ευσέβεια και να μαθαίνουν, πως θ' απαντούν στους εικονομάχους. Μόλις έμαθε αυτά ο ασεβής βασιλιάς συζήτησε το θέμα με άλλους άρχοντες εικονομάχους και αποφάσισαν να διαβάλλουν τον Ιωάννη στον άρχοντα των Σαρακηνών, για να τον θανατώσει.

 
 

Βρήκαν, λοιπόν, μια επιστολή του Ιωάννη, που την έδειξε ο Λέων σε μερικούς δασκάλους και τους ρώτησε, αν μπορούν να μιμηθούν το γραφικό χαρακτήρα εκείνου. Βρέθηκε ένας έμπειρος καλλιγράφος, που υποσχέθηκε, ότι θα μιμηθεί ακριβώς το χαρακτήρα. Αυτόν διάταξε ο Λέων να αντιγράψει μια επιστολή γραμμένη από τον ίδιο, σαν από τον Ιωάννη και απευθυνόμενη στον ίδιο. Η επιστολή έλεγε: «Βασιλιά πολυχρονεμένε, στέλνω την αρμόζουσα ευγνωμοσύνη και τον πρέποντα σεβασμό στη βασιλεία σου. Μάθε, ότι αυτή την εποχή η πόλη της Δαμασκού είναι παραμελημένη από τους Αγαρηνούς, γιατί ο στρατός τους είναι εξασθενημένος.


Στείλε στόλο και στρατό πολύ, όσο μπορείς, να την καταλάβεις χωρίς πόλεμο. Θα σε βοηθήσω σ' αυτό κι εγώ, γιατί όλη η πόλη είναι σχεδόν στην εξουσία μου».Έπειτα έγραψε ο Λέων ο ίδιος επιστολή προς τον Σαρακηνό άρχοντα και του έγραφε: «Δεν γνωρίζω τίποτε καλύτερο από το να φυλάσσει ο καθένας τις συνθήκες ειρήνης. Δε θέλω να χαλάσω τη φιλία, που έχω με την ευγένειά σου, αν και κάποιος έμπιστος φίλος σου με παρακινεί και με προκαλεί σε τούτο. Πολλές φορές μάλιστα μου έστειλε επιστολή να έλθω να κυριεύσω τη χώρα σου. Για να βεβαιωθείς δε, ότι σου λέω την αλήθεια σου στέλνω μία από τις επιστολές. Έτσι θα γνωρίσεις τη δική μου αληθινή φιλία και εκείνον το δόλιο, που μου τις έγραψε. Έστειλε λοιπόν ο βασιλιάς τις επιστολές με ένα του δούλο.


Ο βάρβαρος ηγεμόνας θύμωσε και κάλεσε τον Άγιο. Ο Ιωάννης εννόησε το δόλο του Λέοντος και εξήγησε στον άρχοντα, ότι ποτέ δεν έβαλε στο νου του τέτοια προδοτική πράξη. Εζήτησε δε προθεσμία ν' αποδείξει το άδικο. Ο βάρβαρος, όμως δεν πίστεψε και πρόσταξε να του κόψουν το δεξί χέρι. Κόπηκε το χέρι, που έλεγχε καθένα που μισούσε τον Κύριο και κρεμάστηκε στην αγορά, για να το βλέπουν όλοι. Το βράδυ έστειλε μεσίτες ο Ιωάννης στο βάρβαρο παρακαλώντας να του χαρίσει το κομμένο χέρι για να το θάψει. Ο Σαρακηνός συμφώνησε και του έδωσε το χέρι. Ο Άγιος το πήρε το πήγε στο ναό, που είχε στο σπίτι του. Έπεσε κάτω μπροστά στη αγία εικόνα της Θεομήτορος και προσευχόμενος με δάκρυα έλεγε: «Δέσποινα Πάναγνε Μήτερ, η τον Θεόν μου τεκούσα, δια της θείας εικόνας η δεξιά μου εκόπη. Ουκ αγνοείς την αιτίαν, δι' ην εμάνη ο Λέων.


Προφθασον, τοίνυν, ως τάχος και ιασαί μου την χείρα. Η δεξιά του Υψίστου, η από Σου σαρκωθείσα, Πολλάς ποιεί τας δυνάμεις δια της Σης μεσιτείας. Την δεξιάν μου ταύτην και νυν ιασάτω λιταίς σου. Ως, αν, Σους ύμνους, ους δοίης και του εκ Σου σαρκωθέντος. Εν ρυθμικαίς αρμονίαις συγγράψηται, Θεοτόκε, Και συνεργός χρηματίση της Ορθοδόξου λατρείας, Δύνασαι γαρ όσα αν θέλης,ως του Θεού Μητηρ ούσα». Λέγοντας αυτά, ο Ιωάννης αποκοιμήθηκε και βλέπει την αγία εικόνα της Αειπαρθένου και του λέγει: «Γιατρεύτηκε το χέρι σου και μη λυπάσαι πλέον γι' αυτό. Κάνε τώρα αυτό γραφίδα γραμματέως όπως μου υποσχέθηκες». Τότε ξύπνησε ο Άγιος και βλέποντας το χέρι του θεραπευμένο, δοξολογούσε και ευχαριστούσε τον Κύριο και την Άχραντη Μητέρα του. Έψαλλε όλη την νύκτα λέγοντας «Η δεξιά σου χειρ, Κύριε, εν ισχύι δεδόξασται, η δεξιά σου την θραυσθείσαν μου δεξιάν εθεράπευσε. Δια της δεξιάς μου ταύτης θέλεις θρυμματίσει και συντρίψει τους υπεναντίους εικονοθραύστας».


Την άλλη μέρα είδαν το θαύμα μερικοί γείτονες του Αγίου και πήγαν στον Σαρακηνό λέγοντας: Άρχοντα, αυτοί που πρόσταξες να κόψουν το χέρι του Ιωάννη, δεν υπάκουσαν. Αλλά κάποιος δούλος ή φίλος του δέχτηκε να του κόψουν το δικό του χέρι, αφού πήρε πολλά χρήματα. Έτσι οι δήμιοι αφού πήραν και οι ίδιοι χρήματα δεν εξετέλεσαν την προσταγή. Ο άρχοντας διέταξε τότε να 'ρθει ο Ιωάννης για να δει τα χέρια του. Πήγε, λοιπόν, ο Άγιος και έδειξε το χέρι του που είχαν κόψει. Γύρω δε από το χέρι,στο σημείο που είχε συγκολληθεί, υπήρχε κατά θεία οικονομία μια γραμμή. Λέγει τότε ο βάρβαρος στον Ιωάννη:- Ποιος γιατρός σε θεράπευσε; Και τι βότανα έβαλε;- Ο παντοδύναμος Κύριος μου και μόνον Αυτός, που τα πάντα μπορεί να κάνει.- Ανεύθυνος είσαι, όπως φαίνεται και άδικα σε κατάκρινα, γιατί δεν εξέτασα καλά την υπόθεση. Σε παρακαλώ συγχώρεσέ με και έχε την τιμή του πρωτοσύμβουλού μου. Σου υπόσχομαι δε να μην κάνω τίποτε χωρίς τη συμβουλή σου. Τότε ο Άγιος έπεσε στα πόδια του και τον παρακαλούσε να τον αφήσει να πάει σ' άλλη υπηρεσία που περισσότερο επιθυμούσε.


Ο άρχοντας είχε στην αρχή αντιρρήσεις, αλλά τελικά του έδωσε την άδεια. Ελευθέρωσε, λοιπόν, τους δούλους του, μοίρασε τα πλούτη του στους φτωχούς και στην εκκλησία και πήγε στη Μονή του αγίου Σάββα. Παρακάλεσε τον ηγούμενο, λέγοντας με πολλή ταπείνωση:- Εγώ, Δέσποτα είμαι το χαμένο πρόβατο και έρχομαι στο Χριστό από την ερημιά του κόσμου. Να δεχθείς, λοιπόν εμένα, τον ανάξιο, και να με πάρεις στα πρόβατα της ποίμνης σου. Ο Ηγούμενος χάρηκε και αφού φώναξε κάποιον επίσημο γέροντα του έδωσε υποτακτικό τον Άγιο, για να τον διδάσκει και να τον καθοδηγεί στη μοναχική πολιτεία. Ο γέροντας τον πήρε στο κελλί του, τον νουθέτησε και του είπε:- Πρόσεχε να μην κάνεις τίποτε χωρίς το θέλημά μου. Αυτό είναι το θεμέλιο της μοναχικής πολιτείας, να κόψεις το θέλημά σου και να προσφέρεις τις προσευχές και τα δάκρυα στο Θεό. Αυτό είναι η καθαρή θυσία. Αυτό, λοιπόν, ας είναι η πρώτη σου εργασία στα σωματικά, δηλαδή το ψυχοσωτήριο πένθος. Ως προς τη ψυχή, πρόσεχε να μην αφήσεις το νου σου να σκέφτεται ανωφελή πράγματα και κοσμικά.


Να μη υπερηφανεύεσαι για τη σοφία σου, γιατί δε σε ωφελεί καθόλου, αν δεν αποκτήσεις ταπείνωση. Τέτοια κι άλλα πολλά του είπε ο γέροντας και μεταξύ άλλων τον διέταξε να μη στείλει επιστολή σε κανένα, ούτε να ψάλλει τροπάριο, ούτε να πει λόγους φιλοσοφίας. Να σιωπά και να μιλά, όταν είναι ανάγκη. Όπως ορίζουν οι νόμοι της μοναχική ζωής. Σαν γη αγαθή δέχτηκε ο Άγιος τις συμβουλές και αγόγγυστα υποτασσόταν στις προσταγές του γέροντα, χωρίς ν' αμφιβάλλει ή να κατακρίνει τα προστάγματα του. Μετά από καιρό θέλοντας ο γέροντας να δοκιμάσει τον Ιωάννη, αν είχε υποταγή και ταπείνωση, έκανε το εξής. Του έδωσε ζεμπίλια πλεγμένα με φοινικόφυλλα και του είπε:- Πάρε αυτά τα εργόχειρα και πήγαινε στη Δαμασκό. Εκεί να τα πωλήσεις. Του όρισε δε μια τιμή διπλάσια από την αξία τους. Του είπε να μην τα δώσει λιγότερο, γιατί το μοναστήρι είχε ανάγκη από χρήματα. Ο μέχρι θανάτου υπάκουος δεν εναντιώθηκε καθόλου στο γέροντά του, αλλά πήρε στον ώμο το φορτίο και πήγε στη Δαμασκό. Εκεί στην αγορά ρακένδυτος και άλουστος ο πρώην ευγενής και ένδοξος, πωλούσε τα ζεμπίλια. Οι αγοραστές μόλις άκουγαν τιμή διπλάσια θύμωναν, έβριζαν τον Άγιο και έφευγαν.

 

 

Πέρασε απ' εκεί ένας από τους δούλους του και τον γνώρισε. Λυπήθηκε τον κύριο του και αφού προσποιήθηκε, ότι δεν τον γνώριζε αγόρασε όλα τα ζεμπίλια. Ο Άγιος πήρε τα χρήματα και γύρισε χαρούμενος στο μοναστήρι, γιατί νίκησε την υπερηφάνεια του. Μετά από καιρό πέθανε κάποιος γείτονας του Ιωάννη. Ο αδελφός το νεκρού παρακάλεσε τον Άγιο να συνθέσει κανένα τροπάριο για να τον παρηγορεί στη λύπη του. Ο Άγιος όμως δεν θέλησε να παραβεί την εντολή του γέροντα του. Τελικά, επειδή πιέστηκε, εσύνθεσε ένα ωραιότατο τροπάριο που ψάλλεται και σήμερα το, «Πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα».

 


Έκδοση του Ορθοδόξου Ιδρύματος,"Ο Απόστολος Βαρνάβας".

Τίτλος, επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.


 

Από τον βίο του Αγίου Ιωάννη του Δαμασκηνού

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου