Πέμπτη 28 Μαΐου 2015

Ο ΜΟΝΑΧΟΣ ΠΟΥ ΨΩΝΙΖΕ ΣΤΑΦΥΛΙΑ


 


Ο πόθος του Οσίου Επιφανίου ήταν να ξαναδεί τον μεγάλο ασκητή Ιλαρίωνα,

που είχε αναχωρήσει προ καιρού για την Κύπρο,

αλλά κι η επιθυμία του να αποφύγει όλους εκείνους,

που τον πολιορκούσαν και τον πίεζαν να γίνει επίσκοπος,

τον ώθησαν να ταξιδέψει κι αυτός στην Κύπρο.

Ήταν τότε περίπου 57 χρόνων.

Αφού ο άγιος πήρε μαζί του δύο συνοδούς πήγε πρώτα στα Ιεροσόλυμα

 και προσκύνησε τον Τίμιο Σταυρό και μετά μπήκε σ' ένα πλοίο,

που τους έφερε στην Πάφο.


Εδώ συνήντησε τον άγιο Ιλαρίωνα κι έμεινε μαζί του δύο μήνες. Όταν αργότερα αποφάσισε ν' αναχωρήσει,για να επιστρέψει στο μοναστήρι του στην Παλαιστίνη, ο γέρο ασκητής τον κάλεσε και του είπε: -Που θέλεις να πάς, τέκνον; Ο Επιφάνιος αποκρίθηκε,πως ήθελε να πάει στη Γάζα.Ο ιερός ασκητής του είπε πάλι:Όχι, τέκνον.Μην πάς στη Γάζα. Πήγαινε καλύτερα στή Σαλαμίνα... Η Σαλαμίνα,που κτίστηκε από τον ήρωα του Τρωικού πολέμου Τεύκρο,τον γιο του Τελαμώνα,προς τιμή της πατρίδας του Σαλαμίνας,καταστράφηκε τον 4ο αιώνα μ.Χ. από σεισμό. Η πόλη ξανακτίστηκε από τον γιο του Μ. Κων/τίνου,τον Κωνστάντιο κι ονομάστηκε Κωνσταντία. Έγινε έδρα του Αρχιεπισκόπου Κύπρου, όταν η νήσος είχε 14 επισκόπους κι έμεινε τέτοια μέχρι το 1191, που η Κύπρος κατακτήθηκε απ' τους Φράγκους. Σήμερα έδρα του Αρχιεπισκόπου είναι η Λευκωσία.


Εκεί θα βρεις κατάλληλο τόπο να κατοικήσεις. Πήγαινε και μη παρακούσεις στα λόγια μου μήπως κινδυνέψεις απ' την θάλασσα. Ο Επιφάνιος δεν άκουσε. Ήθελε να γυρίσει στην Παλαιστίνη. Κατέβηκε λοιπόν στην παραλία, όπου ήταν δύο πλοία. Το ένα θα πήγαινε στη Σαλαμίνα και το άλλο στην Παλαιστίνη. Μπήκε στο δεύτερο. Μόλις όμως το πλοίο ξεκίνησε σηκώθηκε τρομερή τρικυμία. Τρεις μέρες η άγρια θαλασσοταραχή τους παίδευε. Τρεις μέρες το πλήρωμα του πλοίου απηλπισμένο περίμενε από στιγμή σε στιγμή την καταστροφή του. Επιτέλους την τέταρτη μέρα το πλοίο με πολύ κόπο και ζημιές έφτασε στη Σαλαμίνα για να γλιτώσει. Εκεί σταμάτησαν για να ξεκουραστούν και να επισκευάσουν τις βλάβες, που έπαθαν. Μια από τις μέρες αυτές, που το πλοίο ήταν ελιμενισμένο στη Σαλαμίνα, ο Επιφάνιος πήρε τους δύο συνοδούς του και βγήκε να πάει στην αγορά, για ν' αγοράσει λίγα σταφύλια.


Διάλεξε μερικά και την ώρα που ετοιμαζόταν να τα πληρώσει,ένας γηραιός κληρικός, ο επίσκοπος των Χυτρών Πάππος, που υποβασταζόταν από δύο διακόνους στάθηκε μπροστά του. Δύο άλλοι κληρικοί επίσκοποι κι αυτοί, ακολουθούσαν ξωπίσω του. -Ώρα καλή, Αββά! Άφησε τα σταφύλια κι έλα μαζί μας στην εκκλησία, του είπε ο γηραιός επίσκοπος. Τα λόγια του ψαλμωδού «ευφράνθην επι τοις ειρηκόσι μοι, εις οίκον Κυρίου πορευσόμεθα» (Ψαλ. ρκα', 1), πέρασαν με μιας από το μυαλό του. Και ακολούθησε. Όταν έφτασαν, ο γηραιός επίσκοπος Πάππος του είπε: «Κόψε ευλογητόν Πάτερ». Ο Επιφάνιος συγχυσμένος απήντησε: «Συγχώρησέ με, Δέσποτα. Δεν είμαι ιερωμένος». Τότε ο Πάππος έβαλε ευλογητό. Κι αμέσως ένας διάκονος πήρε τον Επιφάνιο από την κεφαλή και τον οδήγησε στο Άγιο Βήμα. Εκεί ήταν κι άλλοι κληρικοί, που βοηθούσαν τον γηραιό επίσκοπο, που χειροτόνησε τον Επιφάνιο διάκονο. Την άλλη μέρα έγινε η χειροτονία του σε πρεσβύτερο και την τρίτη σε επίσκοπο. Έτσι ο ευλαβής ασκητής χωρίς να το θέλει και χωρίς να το επιδιώξει ανέλαβε όλους τους βαθμούς της ιεροσύνης και ενθρονίστηκε επίσκοπος Σαλαμίνας, της οποίας ο επίσκοπος είχεν αποθάνει πριν αρκετές μέρες.


Το υψηλό έργο του επισκόπου κι η γρηγοράδα με την οποίαν ο Επιφάνιος ανέβηκε στο αξίωμα αυτό,δημιούργησαν στην ψυχή του μια τέτοια θλίψη, που του έφερνε συνέχεια δάκρυα. Τότε ο γηραιός Πάππος για να τον ενισχύσει,αναγκάστηκε να του αποκαλύψει τα γεγονότα: -Τέκνον μου, του είπε με αγάπη. Δεν είχα σκοπό να ομιλήσω. Με αναγκάζεις,όμως με τη στάση σου. Όλοι αυτοί οι κληρικοί, διάκονοι, πρεσβύτεροι, επίσκοποι, που βρίσκονται εδώ, μαζεύτηκαν από όλο το νησί και ανέθεσαν σ' εμένα να διαλέξω τον άξιο κληρικό, που θα αναλάβει τη θέση του Αρχιεπισκόπου της Σαλαμίνας. Κλείστηκα λοιπόν, κι εγώ στο δωμάτιο μου και με δάκρυα παρακαλούσα τον Θεό,να μου φανερώσει τον κατάλληλο. Ξαφνικά εκεί που προσευχόμουνα, ένα φως άστραψε στο δωμάτιο και μια φωνή ακούστηκε να λέει: —Πάππε, Πάππε, άκουσε! Πήγαινε αμέσως στην αγορά. Και τον μοναχό, που θα βρεις να αγοράζει σταφύλια, πάρε τον και χειροτόνησέ τον επίσκοπο. Το όνομα του είναι Επιφάνιος.


Και το πρόσωπό του ομοιάζει με τον προφήτη Ελισσαίο. Μη του φανερώσεις αμέσως για ποιο πράγμα τον θέλεις, για να μη σου φύγει. Αυτός είναι ο διαλεκτός. Αυτόν προορίζω. Αυτός θα τιμήσει την Εκκλησία μου. Τα λόγια του γηραιού επισκόπου έκαμαν μεγάλη εντύπωση σ' όλους. Ο Επιφάνιος παρηγορήθηκε. Συγκινημένοι ανέβηκαν όλοι στο επισκοπείο, όπου δείπνησαν και δόξασαν τον Θεό. Την άλλη μέρα ανεχώρησε ο καθένας στην επισκοπή του. Με τη χειροτονία του, ο Επιφάνιος έγινε η πόλη, η «επάνω ορούς κειμένη» κι ο λύχνος που τοποθετήθηκε «επί την λυχνίαν» για να λάμπει «πάσι τοις εν τη οικία». Και πέτυχε στο δύσκολο και βαρύ έργο του. Πέτυχε χάρη στο ζήλο του και την ταπεινοφροσύνη του. Πέτυχε χάρη στην αρετή και την αγιότητα του!



Απόσπασμα κειμένου από τον Βίο του 
Οσίου Επιφανίου, Επισκόπου Κύπρου
Αντιγραφή από το ιστολόγιο ''Πηγή Ζωής''
Τίτλος, επιμέλεια ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου