ΠΛΑΝΕΣ ΠΑΓΙΔΕΣ ΚΑΙ ΦΑΝΤΑΣΙΕΣ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ
Έκρουσε κάποτε ένας στο μοναστήρι την πόρτα και άμα βγήκα, είδα έναν που φαινόταν ψηλός και λιγνός.
Έπειτα, καθώς τον ρώτησα:
—Εσύ ποιος είσαι;είπε:
— Εγώ είμαι ό σατανάς. Όταν έπειτα τον ρώτησα: —Γιατί λοιπόν είσαι τώρα εδώ; εκείνος έλεγε:
—Γιατί με κατηγορούν άδικα οι μοναχοί και όλοι οι άλλοι Χριστιανοί;
Γιατί με καταριώνται κάθε ώρα; Όταν δε εγώ του είπα:
—Αλήθεια,γιατί τους ενοχλείς; είπε:
—Δεν είμ' εγώ που τους ενοχλώ, αλλά αυτοί οι ίδιοι ταράσσουν τους εαυτούς των.
Γιατί εγώ κατάντησα ασθενής.
Δεν διάβασαν,
ότι «Χάθηκαν τελείως οι ρομφαίες του εχθρού και κατέστρεψες τις πολιτείες»,ΨΑΛΜΟΣ Θ,7.
Δεν έχω πια τόπο, ούτε βέλος, ούτε πόλιν.
Παντού έχουν γίνει Χριστιανοί, έπειτα και η έρημος έχει γεμίσει μοναχούς.
Τους εαυτούς των να φυλάξουν και να μη καταριώνται εμένα άδικα.
Τότε,
αφού θαύμασα τη χάρη του Κυρίου, του είπα:
—Ενώ είσαι πάντα ψεύτης και ποτέ δεν λες την αλήθεια, όμως τώρα και χωρίς να θέλεις,
αυτό που είπες είναι αληθινό.
Πράγματι ο Χριστός, που κατέβηκε γι' αυτούς στον κόσμο, σε έχει εξασθενίσει,
σ' έβαλε κάτω και σε γύμνωσε (από κάθε δύναμη), αλλά οι ίδιοι οι χριστιανοί μας είναι που σε κάνουν δυνατό...
Εκείνος ακούγοντας το όνομα του Σωτήρος (που τον έκαιγε) και μη υποφέροντας το κάψιμο,έγινε άφαντος...
Από την Σπηλιά του αγίου Ακακίου του νέου στα Καυσοκαλύβια,
ξεκίνησε να πάει κάποτε,
πριν από χρόνια στην έρημο του Αγιοβασίλη,
ο Μοναχός Ακάκιος.
Αλλά ο ευλογημένος αυτός Μοναχός, καθώς είπαν οί Πατέρες,που έζησαν το γεγονός,
το οποίο έλαβε χώρα το 1923-24,
και μάλιστα ο Γέρο-Δαμασκηνός από τον Αγιοβασίλη, και ως εκ των υστέρων αποδεικνύεται ότι,
δεν έκανε τον σταυρό του καθώς ξεκίνησε από την Σπηλιά ή κατά την πορεία του δρόμου,
από άλλες σκέψεις πιθανόν να ξεχάστηκε να λέει την προσευχή και να επαναλαμβάνη την ευχή,
το «Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού ελέησόν με» ή κάτι άλλο, προς δοκιμασία
συνέβη στον αδελφό αυτόν και κατά παραχώρησιν Θεού επηκολούθησε η φανταστική σκηνή του Σατανά.
Δηλαδή, όταν έφτασε ο πάτερ Ακάκιος στο σημείο πού είναι ο Σταυρός, στον δρόμο πού πηγαίνει από τα Κελλιά της Κερασιάς προς τον Αγιοβασίλη, φαίνεται θα ήταν και πολύ κουρασμένος, από την δύσκολη εκείνη διαδρομή, σε καιρό χειμώνας και ενώ έπαιρνε να σκοτεινιάζει, βλέπει, λίγο πιο κάτω από τον Σταυρό, ένα ωραίο δωμάτιο με στρωμένο κρεβάτι, με καθαρά σεντόνια και πολύ αναπαυτικό. Στην αρχή του φάνηκε λίγο περίεργο, πώς βρέθηκε εκεί το δωμάτιο και το κρεβάτι; Άλλα από την πολλή κούραση προφανώς έπεσε επάνω να ξεκουραστεί. Την άλλη μέρα πολύ πρωί περνούσαν απ' εκεί δυο αδελφοί από τον Αγιοβασίλη, οι οποίοι πήγαιναν για την Κερασιά.
Ήταν ακόμη σκοτεινά, αλλά με του Θεού την φώτιση βρήκαν τον αδελφό Ακάκιο να είναι πεσμένος πάνω στα χιόνια και όχι σε κρεββάτι,που του έδειξε ή φαντασία του Σατανά. Ήταν κυριολεκτικά ξεπαγιασμένος από το κρύο, που στο μέρος εκείνο κάνει από το ρεύμα πού σχηματίζεται εκεί. Αναίσθητο τον μετέφεραν στον Αγιοβασίλη που είναι πλησιέστερα και με εντριβές είδαν και έπαθαν να τον συνεφέρουν στην υγειά του, ο οποίος μόλις συνήλθε,διηγήθηκε σε όλους το πάθημα του όπως αρχικά του φάνηκε. Ο σατανάς φανερώνεται με διάφορα πρόσωπα. Ο Προηγούμενος Χριστόφορος, αδελφός της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας, περνώντας μια μέρα από το μέρος πού λέγεται «ΒΕΛΛΑΣ» είδε στον δρόμο ένα μικρό και πολύ όμορφο γατάκι.
Επειδή το μέρος εκείνο είναι δασώδες και αρκετά μακριά από το Μοναστήρι, στην αρχή του φάνηκε πολύ περίεργο, πώς βρέθηκε εκεί το γατάκι; Εκείνο μόλις είδε τον Προηγούμενο, άρχισε να φωνάζει, ''νιάου,νιάου'' και με διάφορα ναζιάρικα χάδια και σχήματα πλησίαζε και πήγε κοντά του. Ο Προηγούμενος τότε έσκυψε, το πήρε στα χέρια του και άρχισε να παίζει μαζί του. Εκείνο παίζοντας,άλλοτε έβγανε τα νύχια του κι άλλοτε με τα δόντια δάγκανε και γκριτζιάνιζε τα χέρια του Προηγούμενου Χριστόφορου,παίζοντας μαζί του. Σε μια στιγμή που τον δάγκανε, ο Προηγούμενος, πόνεσε και είπε στο γατάκι χαϊδευτικά: «βλέπω βρε, ότι έχεις δόντια και δαγκώνεις!». Τότε απροσδόκητα και ξαφνικά φούσκωσε ο γάτος κι έγινε σαν μπαλόνι, και με πολύ άγρια φωνή,το φαινόμενο γατάκι είπε: «Έχω ρε! Τί νόμισες, πώς δεν έχω;
Μάλιστα έχω κι άλλα πράγματα...». Κι άμα είπε αυτά έγινε άφαντο το γατάκι, πού στο μεταξύ είχε γίνει γάταρος! Άφησε πολλή βρώμα και δυσοσμία και τον Προηγούμενο εμβρόντητο από το φόβο και τη φρίκη που πήρε. Και όπως μετά ομολόγησε ο ίδιος, σ' όλη του την ζωή δεν μπορούσε να ξεχάσει εκείνη την άγρια φωνή, που έβγαλε και από το αγρίεμα των ματιών του,που του φάνηκε σαν να πέταγαν φωτιές. Ήτανε πολύ τρομερό το φαινόμενο. Παρόμοιο απατηλό φαινόμενο του σατανά. Στην Μονής Μεγίστης Λαύρας, δυο κοινοβίασαν και ζούσαν αρμονικά με πολύν αγώνα στην άσκηση και κάθε είδος αρετής. Ο Ρουμάνος έκανε υπακοή σε όλα στον Πνευματικό και έδειχνε μεγάλη προθυμία στην εγκράτεια και στην άσκηση και ότι εντολή του έδινε ό πνευματικός. Ο Σατανάς όμως πού παρακολουθεί τον άνθρωπο και προσπαθεί να βρει στον καθένα μας όπως λέμε την «αχίλλειο πτέρνα», δηλαδή το πιο αδύνατο σημείο, για να μας πολεμήσει και να μας φέρει με τόση τέχνη και μαεστρία, έτσι πουνα το θέλει, ο άνθρωπος, να κάνη το κακό από μόνος του, και η επιβουλή του διαβόλου να μη φανεί καθόλου.
Έτσι έγινε και με τον αδελφό Ρουμάνο, ο οποίος ενώ στην αρχή ήταν εγκρατής, σιγά,σιγά, όμως χωρίς κι ο ίδιος να το καταλάβει άρχισε να πίνει κρασί τόσο,που έπεφτε στο βαρύ αμάρτημα της μέθης και παραμελούσε τα καλογερικά του καθήκοντα. Ο Πνευματικός, γέροντάς του, με πολύ κόπο, έπεισε τον Ρουμάνο να κόψη το κρασί και με την βοήθεια του Θεού και την ευχή του γέροντα του, ο Ρουμάνος δεν ξανάπιε κρασί, παρά μόνον την θεία Κοινωνία μεταλάμβανε τακτικά, αφού πρώτα ξεπλήρωνε τα πνευματικά του καθήκοντα με άκρα υπακοή. Σε λίγο καιρό ό Πνευματικός κοιμήθηκε τον αιώνιο ύπνο και ό Ρουμάνος είχε βάλει όρο να μην βάλει ποτέ στο στόμα του κρασί και φαίνεται πως μέσα του πίστεψε, ότι από δική του θέληση και δύναμη έκοψε το κρασί. Μετά από αρκετά χρόνια έφυγε από την «Βίγλα» και κοινοβίασε στην Ιερά Μονή του Αγίου Παντελεήμονος, πού λέγεται Ρωσική.
Εκεί μια μέρα, παρουσιάστηκε μπροστά του η μορφή του γέροντά του, τουΠνευματικού, ο οποίος είχε πριν από δέκα χρόνια πεθάνει. Η μορφή εκείνη είπε στον Ρουμάνο Μοναχό, «δεν πειράζει τώρα, μπορείς να πίνεις λίγο κρασί για να κόψης το θέλημά σου»... Ο Μοναχός χωρίς να σκεφθεί τον όρο, που μόνος του είχε βάλει στον εαυτό του, ή να κάνη τον Σταυρό του, πίστεψε στα λόγια εκείνα του Σατανά και ήπιε λίγο κρασί... Τότε άκουσε την μορφή εκείνη να του λέει: «ύστερα από δέκα ολόκληρα χρόνια σου είπαμε να παραβείς και τον όρκο που είχες κάνει στον εαυτό σου και σε κατάφερα να πιεις κρασί!», και έδειξες πως χαιρόσουν για το κατόρθωμά σου αυτό.
Ο Ρουμάνος γύρισε τότε προς τα αριστερά το κεφάλι του για να ιδή απ' εκεί
πού ερχότανε ή φωνή και απ' εκείνη την στιγμή έμεινε το κεφάλι του γυρισμένο
επάνω στον ώμο του,
μέχρι που πέθανε...
Διότι ήταν ο Διάβολος αυτός,
που είχε πάρει την μορφή του Πνευματικού του.
Και με τον τρόπο αυτόν κατάφερε να τον ρίξει στο προτερινό του αμάρτημα την μέθη
και κυρίως να παραβεί τον όρο,που είχε βάλει μόνος του...!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου