Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2016

ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΑΛΩΣΗΣ ΤΗΣ ΕΠΤΑΛΟΦΗΣ ΠΟΛΗΣ



Δημοσιεύουμε σε συνέχειες ένα σχολαστικά περιγραφικό κείμενο περί των τελευταίων ημερών της Άλωσης της Βασιλεύουσας, αφενός μεν για να καταδείξουμε την νομοτελειακή συνέπεια της κατά Θεόν Αποστασίας, εφετέρου για να σκιαγραφήσουμε με έντονα χρώματα το όμοιον με την σημερινή δύσμορφη και δύσμοιρη εικόνα της εαλωμένης - από κοινοβουλευτικούς εκποιητές και ευρωπαίους, εωσφορικούς ευρωπαιστές - ημιθανής Πατρίδα μας. Λαός παντελώς αποστάτης, εξουσία διεφθαρμένη, ήθη πνευματικά τεθνεώτα, εποφθαλμιώντες άρπαγες, γειτονικοί λαοί, Καινοτόμος Εκκλησία πνευματικά έκπτωτη, συγκρητισμός και λατινόδουλοι ταγοί, Παπικοί Χριστοκτόνοι και ενχώριοι Ενωτικοί Μειοδότες, ζωή ερμητικά ξοδεμένη σε μια μετά Θεόν γενικευμένη, δαιμονική ανταρσία. Αποστασία και Συγκρητικός Οικουμενισμός είναι οι δύο μεγάλοι κάρφοι στο πληγωμένο Σώμα του παντεπόπτου Χριστού μας, λαός περί άλλων τυρβάζων και παναιρετικοί Νεοποχικοί Οικουμενιστές που διαστρέφουν, εκμαυλίζουν και εκποιούν τον ίδιο τον λόγο του Θεού. Το ''Μετανοείτε'' του Τιμίου Προδρόμου είναι - ίσως, όσο ποτέ - τόσο επίκαιρο, τόσο καθοριστικό και τόσο ψυχικά και πνευματικά αναγκαίο προς εφαρμογή. Ειδάλλως, όπως λέει και η γνωστή, αρχαιοελληνική παροιμία: ''Το Πεπρωμένον Φυγείν Αδύνατον''! Και ο νοών νοείτω. Γ. Δ.



Το θέαμα ήταν τρομερό και ελεεινό πέραν πάσης φαντασίας, βλέποντας

 να τραβούν από τα μαλλιά, παρθένες οι οποίες δεν είχαν βγει ποτέ από τα σπίτια τους,

 ευγενείς κυρίες, καλόγριες που είχαν αφιερώσει την ζωή τους στο Θεό και να τις βιάζουν σαν άγρια θηρία. 

Τους γέροντες, τους τρυπούσαν με τα ξίφη όπως και τα μωρά που άρπαζαν 

από την αγκαλιά των μανάδων τους. Και τι να πει κανείς για την σύλληση

 και αρπαγή των ιερών εικόνων και άλλων αντικειμένων από τις εκκλησίες και τα Μοναστήρια;

 Τα ιερά άμφια πετάγονταν στην πυρά ή με αυτά έντυναν τα άλογά τους, 

και ενώ έπιναν την Θεία Κοινωνία, θρυμμάτιζαν τους μαρμάρινους τάφους 

και σκύλευαν τους νεκρούς, πετάγοντας προς όλες τις κατευθύνσεις τα οστά τους. 


Τα βιβλία και τα πονήματα των φιλοσόφων πετάγονταν στην πυρά ή καταπατούνταν. Οι δε Ρωμηοί που μάχονταν στα άλλα μέρη του τείχους, όταν έβλεπαν πίσω τους τον εχθρό να καταφθάνει έπεφταν κάτω από τα τείχη." Αντίστοιχη είναι και η αφήγηση του Φρατζή, σύμφωνα με τον οποίο δεν φαινόταν το χώμα από τις αμέτρητες σωρούς των νεκρών, οι δρόμοι είχαν μετατραπεί σε ποτάμια αίματος, και η Αγία Σοφία μετατράπηκε σε χώρο θυσίας και μαρτυρίου: "Χριστέ βασιλεύ, ως ανερμήνευτα και ανεξιχνίαστα εισι καί ην ιδείν τον παμμέγιστον εκείνον ναόν και θειότατον της του Θεού Σοφίας, τον ουρανόν τον επίγειον, τον θρόνον της δόξης του Θεού, ου έσωθεν των αδύτων και άνωθεν των θυσιαστηρίων και τραπεζών ήσθιον και έπινον, και τας ασελγείς γνώμας και ορέξεις αυτών μετά γυναικών και παρθένων και παίδων επάνωθεν εποίουν και έπραττον. 


Τις μη θρηνήση σε, άγιε ναέ; και πανταχού παν κακόν ην, και πάσα κεφαλή ήλγει, εν οίκοις θρήνοι και κλαυθμοί ανδρών οιμωγαί, γυναικών βιασμοί." Η χιλιόχρονη αυτοκρατορία γκρεμίζονταν, ενώ σφάζονταν οι τελευταίοι κατοικοί της. Σύμφωνα με τους νόμους του Ισλάμ, η πόλη ήταν στο έλεος των εισβολέων για τρεις μέρες και τρεις νύκτες, προτού παραδοθεί στον σουλτάνο. Ο Γάλλος ιστορικός Σλουμπερζέ, στο βιβλίο του για την άλωση που έγραφε το 1914, και στο οποίο στηρίζομαι για την αφήγησή μου, εκδήλωνε την ευχή, οι νίκες των Ελλήνων κατά τους Βαλκανικούς πολέμους να αποτελέσουν, παρά την αντίδραση των Ευρωπαίων, εκδίκηση για την μεγάλη εκείνη συμφορά. Δυστυχώς η ευχή του δέν πραγματοποιήθηκε τότε. 


Εν τω μεταξύ, οι δερβίσηδες κατακερμάτιζαν επί πολλές ώρες τους μαρμάρινους τάφους των αυτοκρατόρων καί των Πατριαρχών, ενώ οι εισβολείς οργανωμένοι σε συμμορίες, σε κάθε σπίτι που κατελάμβαναν ύψωναν και μία σημαία με την ημισέληνο για να μην πλησιάσουν άλλοι ομμόφιλοί τους. Ο Barbaro αναφέρει ίσως τον υπερβολικό αριθμό των διακοσίων χιλιάδων σημαιών ότι ανυψώθηκαν στα σπίτια που είχαν καταληφθεί. Οι Ιταλοί έτρεχαν πρός τίς γαλέρες τους στόν Κεράτιο για να σωθούν και οι περίφημοι αδελφοί Boccardi, έφιπποι κατόρθωσαν να σκοτώσουν πολλούς Τούρκους καθ'οδόν προς την σωτηρία τους. 'Ολοι οι ναύτες του ναυάρχου Χαμουζά, παράτησαν τα πλοιάριά τους και έτρεξαν να λεηλατήσουν την πόλη, γεγονός που επέτρεψε σε πολλούς Ιταλούς να διαφύγουν με τα πλοία τους, αφού εξουδετέρωσαν την μεγάλη αλυσίδα που τους έφραζε την έξοδο από τον κόλπο του Χρυσού Κέρατους, όπως αλλιώς λεγόταν ο Κεράτιος κόλπος. 


Μεταξύ των Ιταλών που σώθηκαν ήταν ο Φλωρεντίνος ιστορικός Tetaldi, ο Βενετός πλοίαρχος Δολφίνος, ο Βενετός ιστορικός Nicolo Barbaro, ο Ιερώνυμος Μοροζίνι και άλλοι. Οι μόνοι υπερασπιστές που δεν εγκατέλειψαν την προσπάθεια, ήταν οι Κρήτες ναύτες που υπερασπίζονταν τον πύργο του Βασιλείου Β' στην Ωραία Πύλη, (Μπαχτσέ Καπουσί) κοντά στην έξοδο του Κεράτιου. Αυτούς τελικά ο Μωάμεθ τους άφησε ελεύθερους να φύγουν. Πολλοί Ελληνες κλείστηκαν στο ναό της Αγίας Σοφίας, αλλά και στο ναό της Αγίας Θεοδοσίας, που γιόρταζε και ήταν στολισμένη με τριαντάφυλλα (Γκυλ Τζαμί, γκυλ σημαίνει τριαντάφυλλο), με την ελπίδα ότι σύμφωνα με την παράδοση, Άγγελος με την ρομφαία του θα εμπόδιζε τους άπιστους να μπουν μέσα στο ναό. Αλλά κανένας δεν εμπόδισε τους Οθωμανούς να μπούν στις εκκλησίες που ήταν κατάμεστες από κόσμο και να σκορπίσουν τον τρόμο, την ατίμωση και τελικά τον θάνατο. Ξεγύμνωναν τις γυναίκες, τις βίαζαν πάνω στα πλακόστρωτα δάπεδα των εκκλησιών και όσες έφερναν αντίσταση, τους έσπαγαν το κεφάλι πάνω στα πλακάκια. 


Τα αγόρια και τα κορίτσια τα μάζευαν στις πλατείες για να τα πωλήσουν στα σκλαβοπάζαρα της Μπαρμπαριάς καί της Συρίας. "Σκοτώνετε τους γέροντες και να αρπάζετε τα παιδιά" ήταν η παραγγελία των χοτζάδων στους μαχητές του Ισλάμ, σύμφωνα με τον Αραβα ιστορικό Saad-ud-din. Ο ανώτερος κλήρος της Bασιλεύουσας βρισκόταν στην Αγία Σοφία. Οι ιερείς είχαν φορέσει τα επίσημα άμφια, μήπως και προκαλέσουν τον οίκτο των εισβολέων και τελούσαν λειτουργία την ώρα της εφόδου. Φυσικά, επειδή οι περισσότεροι ήταν γέροντες κατασφάxτηκαν, αλλά η μνήμη του λαού μας διατηρεί τον μύθο ότι ένας ιερέας πήρε το Αγιο Δισκοπότηρο, χάθηκε πίσω από τον τείχο, και θα επανέλθει να συνεχίσει την Θεία Λειτουργία, όταν Ορθόδοξος Βασιλιάς εισέλθει ελευθερωτής στην Αγία Σοφία. 


Τα άπειρα βιβλία της Αυτοκρατορικής Βιβλιοθήκης έγιναν στάχτη. Aς σημειωθεί, ότι απαγορεύονταν επί ποινή θανάτου, να εισέρχεται κανείς με αναμμένο κερί στο εσωτερικό της στο οποίο βρίσκονταν πολλοί αρχαίοι πάπυροι, σπάνια χειρόγραφα, Ευαγγέλια και άλλα θεολογικά και επιστημονικά συγγράματα και όλος ο πνευματικός πλούτος της Αρχαίας και Βυζαντινής Γραμματείας. Σώπασε Κυρά Δέσποινα. Σημαίνει ο Θεός, σημαίνει η γης, σημαίνουν τα επουράνια, σημαίνει και η Αγιά Σοφιά, το Μέγα Μοναστήρι με τετρακόσια σήμαντρα κι εξηνταδυό καμπάνες, κάθε καμπάνα και παπάς, κάθε παπάς και διάκος. Ψάλλει ζερβά ο βασιλιάς, δεξιά ο Πατριάρχης κι απ' την πολλή την ψαλμουδιά, εσειόνταν οι κολώνες. Να μπούνε στο χερουβικό και νά 'βγη ο Βασιλέας, φωνή τους ήρθε εξ' ουρανού κι απ' Αρχαγγέλου στόμα. Πάψετε το χερουβικό κι ας χαμηλώσουν τ' άγια, παπάδες πάρτε τα ιερά και σεις κεριά σβηστείτε, γιατί είναι θέλημα Θεού η Πόλη να τουρκέψη. 


Μον' στείλτε λόγο στη Φραγκιά, να 'ρθουνε τρία καράβια το 'να να πάρει το σταυρό και τ' άλλο το βαγγέλιο, το τρίτο το καλύτερο την Άγια Τράπεζά μας μη μας την πάρουν τα σκυλιά, μη μας την μαγαρίσουν. Η Δέσποινα ταράχθηκε κι εδάκρυσαν οι εικόνες «Σώπασε κυρά Δέσποινα και μη πολυδακρύζεις πάλι με χρόνους, με καιρούς, πάλι δικά μας θα 'ναι». Πενήντα χιλιάδες υπολογίστηκαν οι νεκροί της άλωσης και άλλοι τόσοι οι αιχμάλωτοι από τους οποίους προσδοκούσαν οι δεσμώτες τους λύτρα. Από τετρακόσια παιδιά εστάλησαν ως λάφυρα στον χαλίφη της Βαγδάτης, της Μπαρμπαριάς (Αιγύπτου), της Τύνιδος και της Γρανάδας. Ο βάιλος της βενετικής συνοικίας Ιερώνυμος Minotto και ο βενετός ευαπατρίδης Καταρίνος Κονταρίνι αποκεφαλίστηκαν. Ομοίως ο Ισπανός Πέτρος Ιουλιανός με τον γυιό του είχαν την ίδια τύχη. 


Ο καρδινάλιος Ισίδωρος, Ρωμηός στην καταγωγή, φόρεσε τά ρούχα κάποιου νεκρού ζητιάνου και κατάφερε να διαφύγει, ενώ οι Τούρκοι, όταν βρήκαν το πτώμα με τα ρούχα του καρδινάλιου, έκοψαν το κεφάλι και τό περιέφεραν στην πόλη κραυγάζοντας, ότι σκότωσαν τον απεσταλμένο του πάπα. Ο ιστορικός Φρατζής συνελήφθη καί απελευθερώθηκε μετά από τήν καταβολή λύτρων. Ο δεκαπεντάχρονος όμως γιός του καί η δεκατετράχρονη κόρη του αγοράστηκαν από τον σουλτάνο. Η κόρη του πέθανε μετά από λίγο διάστημα από τίς κακουχίες και ο γυιος του, που δεν υπέκυψε στις ανώμαλες ορέξεις του Μωάμεθ, σκοτώθηκε από τον ίδιο τον πορθητή... Η χειρότερη ίσως μοίρα περίμενε τον Μέγα Δούκα Λουκά Νοταρά, ο οποίος σημειωτέον ήταν ανθενωτικός. Αρχικά ο Μωάμεθ τον μεταχειρίσθηκε με επιείκια, ακριβώς επειδή ήταν αντίθετος με την ένωση των εκκλησιών. 'Ομως ο ακόλαστος νεαρός ηγεμόνας είχε μάθει ότι ο Νοταράς είχε μία πολύ όμορφη κόρη, την Αννα Νοταρά. 'Εστειλε λοιπόν τον αρχιευνούχο του να του την φέρει. Η Αννα όμως είχε καταφέρει νά διαφύγει, και μάλιστα πήγε στην Βενετία, όπου έζησε μέχρι τα βαθιά της γεράματα. 


Ο σουλτάνος τότε εκνευρισμένος ζήτησε να του φέρουνε τους νεαρούς γυιούς του Νοταρά. Ο τελευταίος αρνήθηκε και δόθηκε τότε η διαταγή να αποκεφαλιστούν και οι τρεις... Ο τελευταίος πρωθυπουργός του Βυζαντίου ζήτησε από τόν δήμιο νά σκοτώσει πρώτα τα παιδιά του και μετά αυτόν, φοβούμενος μήπως αλλαξοπιστήσουν τελευταία στιγμή. 'Ετσι ο άτυχος πατέρας, αφού είδε τα κεφάλια των παιδιών του να πέφτουν στο έδαφος, προσευχήθηκε και έγειρε το κεφάλι του κάτω από το ξίφος του δημίου...Έναν πουλίν, καλόν πουλίν εβγαίν' από την Πόλην ουδέ στ' αμπέλια κόνεψεν ουδέ στα περιβόλια, επήγεν και-ν εκόνεψεν α σου Ηλί' τον κάστρον. 


Εσείξεν τ' έναν το φτερόν σο αίμα βουτεμένον, εσείξεν τ' άλλο το φτερόν, χαρτίν έχει γραμμένον, Ατό κανείς κι ανέγνωσεν, ουδ' ο μητροπολίτης έναν παιδίν, καλόν παιδίν, έρχεται κι αναγνώθει. Σίτ' αναγνώθ' σίτε κλαίγει, σίτε κρούει την καρδίαν. "Αλί εμάς και βάι εμάς, πάρθεν η Ρωμανία!" Μοιρολογούν τα εκκλησιάς, κλαίγνε τα μοναστήρια κι ο Γιάννες ο Χρυσόστομον κλαίει, δερνοκοπιέται, -Μη κλαίς, μη κλαίς Αϊ-Γιάννε μου, και δερνοκοπισκάσαι -Η Ρωμανία πέρασε, η Ρωμανία 'πάρθεν. -Η Ρωμανία κι αν πέρασεν, ανθεί και φέρει κι άλλο.


«Θρήνος κλαυθμός και οδυρμός και στεναγμός και λύπη, Θλίψις απαραμύθητος έπεσεν τοις Ρωμαίοις. 
Εχάσασιν το σπίτιν τους, την Πόλιν την αγία, το θάρρος και το καύχημα 
και την απαντοχήν τους. Τις το 'πεν; Τις το μήνυσε; Πότε 'λθεν το μαντάτο; 
Καράβιν εκατέβαινε στα μέρη της Τενέδου και κάτεργον το υπάντησε,
 στέκει και αναρωτά το: 
-"Καράβιν, πόθεν έρκεσαι και πόθεν κατεβαίνεις;"
 -"Ερκομαι ακ τα' ανάθεμα κι εκ το βαρύν το σκότος, ακ την αστραποχάλαζην, 
ακ την ανεμοζάλην απέ την Πόλην έρχομαι την αστραποκαμένην. 
Εγώ γομάριν Δε βαστώ, αμέ μαντάτα φέρνω κακά δια τους χριστιανούς, πικρά και δολωμένα.». 
Ο Μωάμεθ ο κατακτητής μπήκε θριαμβευτής στην Κωνσταντινούπολη
 και έφτασε στο ναό της Αγίας Σοφίας. Εκεί κάλεσε έναν ιμάμη και τον διέταξε να ανέβει 
στον άμβωνα και να αναγνώσει το σύμβολο της μωαμεθανικής πίστης.
 Αυτός στράφηκε πρός τή Μέκκα, και προσευχήθηκε. Από εκείνη την στιγμή 
ο μεγαλοπρεπής ναός του Ιουστινιανού, το σύμβολο της Ορθοδοξίας, μετατρεπόταν σε τζαμί,
 όλος ο πλούτος των μωσαικών και των τειχογραφιών θα καταστρεφόταν, 
ενώ η Βασιλεύουσα, το καμάρι των Ρωμηών, θα μετονομαζόταν σε Ιστανμπούλ... 
3ον Μέρος. 
Τελευταίο.



Εκ του Ιστολογίου ''CONSTANTINOPLE''
 Τίτλος και επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου