Να έχετε ευλάβειαν εις όλους τους Αγίους της Εκκλησίας, και περισσότερον εις την Δέσποιναν Μαρίαν, διότι όλοι οι Άγιοι είναι δούλοι του Χριστού, η δε Θεοτόκος είναι Βασίλισσα του ουρανού και της γης, ήτις παρακαλεί τον εύσπλαχνον Χριστόν διά τας αμαρτίας μας. Διά τούτο πρέπει και ημείς να τιμώμεν την Δέσποινάν μας με νηστείας και ελεημοσύνας. Ένας άνθρωπος ονομαζόμενος Ιωάννης ενικήθη και έγινε κλέπτης, έγινε καπετάνιος εις 100 κλέπτας · αλλά είχε πολλήν ευλάβειαν εις την Θεοτόκον και κάθε πρωί και εσπέρας έλεγε τους Χαιρετισμούς της Παναγίας.
Θέλων ο πανάγαθος Θεός να τον σώση διά την ευλάβειαν οπού είχεν εις την Θεοτόκον, έστειλε ένα άγιον ασκητήν, τον οποίον άμα είδον οι κλέπται τον έπιασαν. Τους λέγει ο ασκητής : Σας παρακαλώ, να με υπάγετε εις τον καπετάνιο σας, διότι έχω να σας ειπώ λόγον διά το καλόν σας. Τον υπήγαν εις τον καπετάνιον και του λέγει : Κράξε μου όλα τα παλληκάρια να έλθουν να σας ειπώ ένα λόγον. Τους κράζει ο καπετάνιος και ήλθαν. Λέγει ο ασκητής : Δεν έχεις άλλον; Έχω, λέγει, ένα μάγειρον. Λέγει του ο ασκητής : Κράξε τον να έλθη. Και άμα ήλθε, δεν ηδύνατο να ιδή τον ασκητήν ο μάγειρος, αλλ’ εγύριζε το πρόσωπό του εις άλλο μέρος.
Τότε λέγει ο ασκητής εις τον μάγειρον: Εις το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού σε προστάζω να με ειπής ποίος είσαι και τίς σε έστειλε και τι κάμνεις εδώ που κάθεσαι; Απεκρίθη ο μάγειρος και λέγει: Εγώ είμαι ψεύστης και πάντοτε το ψεύδος λαλώ · αλλά τώρα, επειδή με έδεσες με το όνομα του Χριστού, δεν ημπορώ παρά να ειπώ την αλήθειαν.
Εγώ λοπόν είμαι διάβολος, και με έστειλεν ο μεγαλύτερός μου να δουλεύω τούτον τον καπετάνιον και να τον φυλάγω και να τον ευρώ καμμίαν ημέραν οπού να μη διαβάζη τους Χαιρετισμούς της Παναγίας, να τον βάλω εις την κόλασιν. Και έχω τώρα 14 χρόνους οπού τον φυλάγω, και δεν εύρον καμμίαν ημέραν οπού να μη διαβάζη το «Άγγελος πρωτοστάτης».
Τότε λέγει ο ασκητής: Σε προστάζω εις το όνομα της Αγίας Τριάδος να γίνης άφαντος και πλέον να μη πειράξης τους χριστιανούς. Και ευθύς έγινεν άφαντος ο διάβολος ωσάν καπνός. Τότε εδίδαξεν ο ασκητής τους κλέπτας και άλλοι έγιναν καλόγηροι και άλλοι υπάνδρεύτηκαν και έκαμαν καλά έργα και εσώθησαν. Διά τούτο σας συμβουλεύω όλους, άνδρες και γυναίκες, να μάθετε το «Άγγελος πρωτοστάτης», να το λέγετε εις την προσευχή σας.
Και αν θέλετε, πάρετε το «Αμαρτωλών σωτηρία», οπού έχει 70 θαύματα της Θεοτόκου, από τα οποία σας είπα ένα διά να καταλάβετε. Ήτο μία κόρη ονομαζόμενη Μαρία. Ο πατήρ της ήτο χριστιανός και εζήτει να την υπανδρεύση· εκείνη δεν ήθελε, θέλουσα να φυλάξη παρθενίαν. Την έβαλεν εις ένα μοναστήριον γυναικείον και την παρέδωκε της ηγουμένης να την έχη ως παιδί της. Και αφού απέθανεν ο πατήρ της, έγινεν άλλος αφέντης εις την χώραν εκείνην, όστις εβγήκε μίαν ημέραν και υπήγεν εις το μοναστήριον οπού ήτο η Μαρία.
Και ευθύς οπού την είδεν ο αφέντης, ετρώθη η καρδιά του έρωτα σατανικόν · και γυρίζοντας εις το σπίτι του έστειλε γράμματα εις την ηγουμένην και της έλεγεν: Αμέσως να μου στείλης την Μαρίαν, διότι την είδον και με είδε, με ηγάπησε και την ηγάπησα. Διαβάζει το γράμμα η ηγουμένη, κράζει την Μαρίαν και της λέγει: Παιδί μου, τι καλόν είδες εις τον πασάν και τον εκοίταξες με αγάπην; Κοίταξε τί μου γράφει εδώ! Λέγει η Μαρία:
Εγώ δεν ηξεύρω τίποτε· τον εκοίταξα με άλλον σκοπόν και είπα: Άρα, Θεέ μου, ταύτην την δόξαν οπού έχει εδώ τούτος ο πασάς, θα την έχη και εις τον άλλον κόσμον; Και αυτός μ’ εκοίταξε με διαβολικόν σκοπόν. Εγώ αν ήθελα υπανδρειάν, με υπάνδρευε και ο πατέρας μου και έπαιρνα χριστιανόν. Τότε γράφει η ηγουμένη εις τον πασάν: Καλύτερα σου στέλνω το κεφάλι μου, παρά την Μαρίαν. Στέλλει ο πασάς και λέγει της ηγουμένης:
Ή μου στέλης την Μαρίαν, ή έρχομαι και την παίρνω μόνος μου και καίω το μοναστήρι. Το ήκουσεν η Μαρία και λέγει της ηγουμένης: Όταν έλθουν οι απεσταλμένοι, στείλε τους εις το κελλί μου και εγώ τους αποκρίνομαι. Ήλθον οι απεσταλμένοι εις το κελλίον της Μαρίας, και τους ηρώτησε τι θέλουν. Της είπον εκείνοι: Μας έστειλεν ο πασάς να σε πάρωμεν, διότι είδε τα μάτια σου και τα ωρέχθηκε.
Τους είπε να περιμένουν να υπάγη εις την εκκλησίαν. Τότε παίρνει ένα μαχαίρι και ένα πιάτο, και πηγαίνει εις τον Ιησούν Χριστόν εμπρός και λέγει: Κύριέ μου, μού έδωκες τα μάτια τα αισθητά διά να πηγαίνω εις τον καλόν δρόμον, και εγώ να πηγαίνω με το θέλημά μου εις το κακόν δεν είναι πρέπον. Και επειδή αυτά τα αισθητά θα μου βγάλουν τα νοητά, ιδού οπού τα βγάνω διά την αγάπην Σου, διά να φύγω από το βόρβορον της αμαρτίας. Και ευθύς βάζει το μαχαίρι μέσα εις το μάτι της και το βγάνει εις το πιάτο.
Επήγεν εμπρός και εις την Παναγίαν και βγάζει και το άλλο της μάτι και τα βάνει μαζί. Τότε τα στέλλει του πασά · και αφού τα είδεν ο πασάς, εγύρισεν ευθύς σατανικός έρως εις κατάνυξιν · και σηκώνεται ευθύς και πηγαίνει εις το μαναστήριον, και παρακαλεί τας καλογραίας να υπάγουν να κάμουν δέησιν εις τον Θεόν, να ιατρευθή η Μαρία.
Πηγαίνουν πάραυτα όλαι μαζί με τον πασάν και πίπτουσαι κατά γης παρεκάλουν τον Κύριον και την Θεοτόκον να δώση το φως της Μαρίας. Εφάνη η Θεοτόκος τότε ως αστραπή εις την Μαρίαν και της λέγει: Χαίρε, Μαρία! Επειδή επροτίμησες να βγάλης τα μάτια σου διά την αγάπην του Υιού και την ιδική μου, ιδού πάλιν έχε τα μάτια σου και πλέον πειρασμός να μη σου συμβή.
Βλέποντας δε το θαύμα οι παρόντες εχάρησαν πολύ και εδόξασαν τον Θεόν και την Παναγίαν. Έπειτα ο πασάς αφιέρωσε πολύ χρυσίον εις το μναστήρι και επήρε συγχώρησιν από τας καλογραίας και ανχώρησε και έκαμε καλά και εσώθη. Ακούετε, αδελφοί μου, τι έκαμεν η Μαρία με την δύναμιν της Παναγίας;
Διά τούτο πρέπει και ημείς να τιμώμεν την Παναγίαν Θεοτόκον με έργα καλά. Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, αδελφοί μου, ανάμεσα εις τα καλά, τα οποία μας διδάσκει εις το ιερόν Ευαγγέλιον, μας λέγει και τούτον τον λόγον· ότι:
αλλοίμονον εις εκείνον τον άνθρωπον οπού σκανδαλίζει τον αδελφόν του και δεν ζητήση συγχώρησιν
προτού να δύση ο ήλιος, διότι κολάζεται.
Τώρα είναι δυνατόν και εγώ οπού ήλθα εδώ να μη εσκανδάλισα τινά από λόγου σας;
Λοιπόν με άλλον τρόπον δεν δυνάμεθα παρά με τον εξής. Σας παρακαλώ να ειπήτε η ευγένιά σας τρεις φοράς:
Συγχώρησόν μας και ο Θεός συγχωρήσοι σε. Τώρα, αν θέλετε να χαρή ο Χριστός, να χαρή
η Παναγία μας Θεοτόκος και πάντες οι Άγιοι, να κρανθή ο διάβολος, ο εχθρός μας,
τώρα οπού είσθε εδώ μαζευμένοι, να ειπήτε μεταξύ σας τρεις φοράς :Συγχωρείτε μας,
αδελφοί, και ο Θεός συγχωρήσοι σας.
Απόσπασμα εκ του βιβλίου: ''Διδαχαί και Προφητείαι του αγίου Κοσμά του Αιτωλού''. Εκδόσεις <<Λυδία>>. Επιμέλεια ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου