Παρασκευή 23 Ιουνίου 2017

ΘΕΙΑ ΚΗΔΕΜΟΝΙΑ ΚΙ Η ΒΟΗΘΕΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ



Κάποτε, τό ῞Αγιον Πάσχα, ἐπεθύμησε ὁ ῞Οσιος νά φάγη τυρί νωπό καί ἐμέμφετο τόν ἑαυτό του ὡς λαίμαργο καί κοιλιόδουλο, διότι ὠρεγόταν σαρκικά θελήματα· τότε ἐμφανίσθηκε πίσω του ἄνθρωπος μέ πάταγο στήν γῆ, πού ἀκούσθηκε τρεῖς φορές, ὁ ὁποῖος κρατοῦσε στά χέρια του τυρί νωπό καί μόλις τό ἔδωσε στόν ῞Οσιο ἔγινε ἄφαντος. Αὐτό τό ἐφανέρωσε ὁ ῞Αγιος ἀργότερα στόν φίλο του Δημήτριο, ὄχι γιά νά ἐπαινεθῆ, ἀλλά γιά νά μήν καταλαλῆται ὁ Κύριος. 


Διότι ὁ Δημήτριος ἔλεγε σέ κάποιους ἀδελφούς, ὅτι δέν εὑρίσκονται πλέον ἄνδρες θεῖοι καί ὅτι ἐσβέσθησαν τά θεῖα χαρίσματα τῶν παλαιῶν καί δέν φαίνονται πουθενά: «Ποιός σέ καιρό ἀνάγκης ἔχει τήν χάρι νά ἀξιώνεται τέτοιας προνοίας ἀπό τόν Θεό, ὥστε νά δέχεται τροφή ἀπό ᾿Αγγελική χεῖρα;»... Μόλις τό ἄκουσε αὐτό ο ῞Οσιος, ἐμειδίασε ὀλίγο καί τοῦ εἶπε: «Φίλτατε Δημήτριε, ραθυμία πλείστη σοῦ ἐγέννησε αὐτοῦ τοῦ εἴδους τούς λόγους καί λογισμούς... ῾Ο Θεός εἶναι ὁμολογουμένως φιλανθρωπότατος καί κηδεμονικώτατος καί τοῦ ἀνθρωπίνου γένους πιό ἐπιμελητής καί ἀπό πατέρα· κανέναν δέν ἀποστερεῖ ἀπό κάθε γενεά, οὔτε ἀποκηρύττει, ἀλλά κήδεται καί ἀξιώνει θείων χαρισμάτων ὡς φιλόπαις πατήρ, καί ὅποια ἐπιθυμία ἐκφράσει αὐτός πού Τόν φοβεῖται, ἄν δέν βλάπτη τήν ψυχή του, δέν τοῦ τήν στερεῖ»... 


Καί ἀφοῦ εἶπε αὐτά, τοῦ ἐφανέρωσε τό θαυμάσιο πού ἀναφέραμε πρός δόξαν Θεοῦ. Τό ὅτι ὁ κάθε πιστός ἔχει φύλακα ῎Αγγελο τῆς ζωῆς του, ὁ θεῖος Πατήρ τό μαρτυροῦσε ἐκ πείρας καί τό ἐδιηγεῖτο. ῎Ελεγε, ὅτι ἄλλοτε ἔβλεπε τόν ῎Αγγελο ὡς γέροντα, ἄλλοτε ὡς νέο καί ἄλλοτε ὡς πολύ μικρό παιδί· διότι ὁ ῞Οσιος περιφερόταν πολλές φορές τήν νύκτα στήν ἔρημο καί ἔβλεπε τούς ᾿Αγγέλους καί δέν φοβόταν καθόλου οὔτε δείλιαζε ἀπό βροντές, ἀστραπές ἤ ἄγρια θηρία. Κάποια νύκτα πού ἔβρεχε δυνατά, εἰσῆλθε σέ κάποιο σπήλαιο καί προσευχόταν κατά τήν συνήθειά του. 


Τότε ἦλθε καί μία πάρδαλις καί ἔπεσε δίπλα του. ῾Ο ῞Οσιος τῆς ἔριξε λίθο καί τήν ἐδίωξε καί ἐκείνη βγῆκε ἀτάραχα καί ἔφυγε, χωρίς νά ἀγριεύση ἐναντίον του... Κάποιοι μάλιστα τόν ἐρωτοῦσαν πῶς δέν ἐφοβεῖτο νά περιφέρεται τήν νύκτα σέ ἔρημο καί πολύ ἄγριο βουνό. Καί ὁ ῞Οσιος ἔλεγε: «῞Οσο μέ φυλάγει ὁ φύλακας τῆς ψυχῆς μου ῎Αγγελος, δέν φοβοῦμαι οὔτε ἀστραπές, οὔτε θηρία, οὔτε τίποτε ἄλλο· ἄν ὅμως Αὐτός μέ ἐγκαταλείψη γιά τίς ἁμαρτίες μου, τότε φοβοῦμαι καί τά φύλλα τῶν δένδρων ὅταν πίπτουν»!... 



Εκ του Περιοδικού «῞Αγιος Κυπριανός», ἀριθ. 311/Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2002, σελ. 192. 
῾Απλοποίησις ἀπό τό ἔργο «Βίος καί Πολιτεία τοῦ ῾Οσίου Πατρός ἡμῶν Παύλου τοῦ νέου τοῦ ἐν τῷ Λάτρῳ», 
§§ 21-22, Edition: T. Wiegand, Milet. 3.1. Der Latmos, Berlin 1913, p. 118. 
Επιμέλεια, παρουσίαση ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου