Πέμπτη 25 Απριλίου 2019

ΟΜΙΛΙΑ ΤΗΝ ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΤΟΥ 1983






1) ΔΥΣΕΡΜΗΝΕΥΤΟΣ ΛΟΓΟΣ 2) Ο ΙΟΥΔΑΣ 

(ΦΙΛΑΡΓΥΡΙΑ, ΑΠΕΛΠΙΣΙΑ, ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑ)




«Ὤ τῆς Ἰούδα ἀθλιότητος! Ἀφ᾿ ἧς ῥῦσαι ὁ Θεὸς τὰς ψυχὰς ἡμῶν» (αἶν. Μ. Τετ.)


Χθές, ἀγαπητοί μου, τὸ θέμα ἦταν ἡ ἁμαρτωλὸς γυναίκα. Σήμερα παρουσιάζεται ἡ σκοτεινὴ μορφὴ τοῦ Ἰούδα, ποὺ ἡ προδοσία του ἀποτελεῖ ἕνα μυστήριο. Γι᾿ αὐτὸν θὰ ποῦ­με λίγες λέξεις.

πὸ ποιούς γεννήθηκε ὁ Ἰούδας; ποιά μάνα τὸν γέννησε; Πολλὲς εἶνε οἱ παραδόσεις. Ἂν θέλετε, ἀνοῖξτε τὶς Διδαχὲς τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ. Ἐδῶ δὲν θ᾿ ἀναφέρω λαϊ­κὲς παραδόσεις. Θὰ βασισθῶ στὸ Εὐαγγέλιο. Τὸ Εὐαγγέλιο δὲν λέει γιὰ τὴ μάνα καὶ τὸν πατέρα του· λέει γιὰ τὴν πατρίδα καὶ τὸν τόπο του.

Ἰούδας ἦταν ὁ μόνος ἀπὸ τοὺς μαθητὰς ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἰουδαία. Οἱ ἄλλοι μαθηταὶ κατάγονταν ἀπὸ τὴ Γαλιλαία· ἄνθρωποι ταπεινοί, φτωχαδάκια, ἔπιαναν ψάρια καὶ ζοῦ­σαν μεροδούλι – μεροφάι. Ὁ Ἰούδας ἦταν Ἰ­ου­δαῖος. Οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖ, κοντὰ στὴν πρωτεύουσα τοῦ Ἰσραήλ, κοντὰ στοὺς ἱερεῖς καὶ ἀρχιερεῖς, εἶχαν διαμορφώσει ἄλλο χαρακτῆ­ρα, ἐγωιστικὸ καὶ ὑπερήφανο, σὰν τοὺς ὑποκριτὰς γραμματεῖς καὶ φαρισαίους.


ν τούτοις καὶ ὁ Ἰούδας ἑλκύσθηκε ἀπὸ τὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ καὶ ἔγινε ἀπόστο­λός του. Τρία χρόνια ἔμεινε κοντά του. Ἄ­κου­σε κι αὐτὸς τὰ λόγια του. Ἄκουσε λόγου χάριν τὸ Χριστὸ νὰ λέῃ· «Τί ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημι­ωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ; ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;», ὅτι ὅλο τὸ χρυσάφι τῆς γῆς δὲν φτάνει γιὰ ν᾿ ἀγορά­σῃ κανεὶς μία ψυχή (Μᾶρκ. 8,36-37).


κουσε, ὅτι δὲν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ δουλεύῃ «Θεῷ καὶ μαμωνᾷ» (Ματθ. 6,24). Ἄκουσε, ὅτι ἡ ζωὴ τοῦ Χριστι­ανοῦ εἶνε μιὰ ζωὴ ἐμπιστοσύνης στὸ Θεό· «ἐμβλέψατε εἰς τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ», ποὺ «οὐ σπείρουσιν οὐδὲ θερίζουσιν…, καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος τρέφει αὐτά» (Ματθ. 6,26).


Παρ᾿ ὅλα αὐτὰ ποὺ ἄκουγε, δὲν ἔμεινε τίποτε στὴν καρδιά του. Καὶ εἶνε αὐτὸ ἕνα δίδαγμα. Τὰ λόγια ποὺ ἀκοῦμε δὲν πρέπει νὰ μένουν στὴν ἐπιφάνεια. Πρέπει, ὅπως ὁ σπόρος, νὰ εἰσχωροῦν βαθειὰ στὴν καρδιά· καὶ νὰ παρακαλοῦμε τὸ Θεὸ νὰ καρποφορήσουν.


λλο δίδαγμα εἶνε, ὅτι ὁ Χριστὸς ἀγαποῦ­σε τὸν Ἰούδα ὅπως καὶ τοὺς ἄλλους μαθητάς. Ὁ Ἰούδας ἀπολάμβανε ὅλες τὶς εὐεργεσίες τοῦ Χριστοῦ. Τοῦ ἐμπιστεύθηκε μάλιστα τὸ ταμεῖο τῆς ἀδελφότητος. Διότι οἱ μαθηταί, ἀφ᾿ ὅτου πῆγαν κοντὰ στὸ Χριστό, δὲν εἶχαν πλέον δικό τους πουγγί. Κοινόβιο. Ὦ κοινόβιο, πότε θὰ ἐπικρατήσῃς στὸν κόσμο.


Κοινόβιο εἶχαν οἱ πρῶτοι Χριστιανοί. Ὅ­πως κοινόβιο ἔχουν τὰ μοναστήρια. Τὰ καλύτερα μοναστήρια εἶνε κοινόβια. Ἐνῷ τὰ ἄλλα, τὰ ἰδιόρρυθμα, ἔχουν πολλὲς ἐλλείψεις. Κοινόβιο λοιπὸν οἱ μαθηταὶ μὲ κοινὸ ταμεῖο. Καὶ ταμίας ὁ Ἰούδας. Αὐτὸς εἶχε τὸ ταμεῖο. Ἀλλὰ τὸ χρῆμα ἔχει μιὰ μαγεία. Εἶνε νὰ μὴν πιάσῃς χρῆμα στὰ χέρια σου. Ἔπιασες; εἶ­νε ἀσθένεια, φοβερὸ πρᾶγμα. Ἐξασκεῖ ἐ­πιρ­ροή, καὶ μάλιστα τὸ χρυσὸ νόμισμα, ἡ λίρα.


Ρώτησαν κάποτε τὸ φιλόσοφο Διογένη· –Γιατί τὸ χρυσάφι ἔχει κίτρινο χρῶμα; Κι αὐτὸς ἀπήντησε· –Γιατὶ τὸ κυνηγοῦν πολλοί, κι ἀπὸ τὸ φόβο του κιτρίνισε. Οἱ πάντες κυνηγοῦν τὸ χρῆμα. Αὐτὸ λοι­πὸν ἐπηρέασε καὶ τὸν Ἰούδα. Σιγὰ – σιγὰ νική­θηκε ἀπὸ τὸν πειρασμό.


κλεβε τὸ κοινὸ ταμεῖο καὶ δημιούργησε δικό του ταμεῖο. Ἔγινε κλέφτης. Καὶ ἔκλεβε ὅλο καὶ μεγαλύτερα ποσά. Διότι ἔτσι γίνεται. Ὅποιος κλέψῃ ἀβγό, μετὰ θὰ κλέψῃ κόττα, καὶ μετὰ θὰ κλέψῃ βόδι. Προχωρεῖ ἀπ᾿ τὸ ἕνα κακὸ στὸ ἄλλο. Εἶνε κατήφορος ἡ ἁμαρτία.


Καὶ ὁ Ἰούδας, τώρα ποὺ πῆρε τὸν κατήφορο, κατρακύλησε ἕως ὅτου ἐπούλησε τὸ διδάσκαλό του! Ἀπίστευτο, ἀλλὰ τὸ βεβαιώνει τὸ Εὐαγγέλιο. Πῆγε στοὺς ἐχθροὺς τοῦ Χριστοῦ. Διαπραγματεύθηκε τὸν Ἀτίμητο. Καὶ μά­λιστα ἀντὶ ἐλαχίστου τιμήματος, μὲ ὅσο ἀ­γοράζονταν τότε οἱ δοῦλοι· ἀντὶ τριάκοντα ἀργυρίων!


Τί μᾶς διδάσκει αὐτό; Ὅτι τὸ χρῆμα εἶνε τὸ δέλεαρ τῆς φιλαργυρίας. Τὰ τριάκοντα ἀργύρια καὶ σήμερα κυριαρχοῦν στὴν ἀνθρώπινη ζωή. Γιὰ τὸ χρῆμα ὁ φίλος προδίδει τὸ φίλο του, ὁ ἔμπορος γίνεται μαυραγορίτης, ὁ ἐπιστήμων γίνεται πλαστογράφος, ὁ γιατρὸς κάνει ἐκτρώσεις, ὁ δικηγόρος ψεύδεται στὸ δικαστήριο.


Γιὰ τὸ χρῆμα ἡ φτωχὴ γυναίκα ἢ κόρη πουλάει τὸν ἀτίμητο θησαυρό της, τὴν τιμή της, διότι «ἡ τιμὴ τιμὴ δὲν ἔχει». Γιὰ τὸ χρῆμα γίνονται μεγάλα κακὰ στὸν κόσμο· προ­δίδουν τὴν πατρίδα, ὅπως ὁ Ἐφιάλτης καὶ ὁ Πήλιος Γούσης. Μεγάλο κακὸ ἡ φιλαργυρία· ὅπως εἶπε ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «ῥίζα πάν­των τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρία» (Α΄ Τιμ. 6,10).


Βαρειά, πολὺ βαρειὰ ἀσθένεια. Καὶ ὄχι μόνο γιὰ ὅποιον ἔχει πολλά. Μπορεῖ νά ᾿χῃς λίγα, καὶ μιὰ λίρα, καὶ νά ᾿σαι φιλάργυρος· καὶ μπορεῖ ὁ ἄλλος νά ᾿χῃ χιλιάδες λίρες, καὶ νὰ μὴν εἶνε. Φιλάργυρος δείχνεται κανεὶς ἀπὸ τὴν προσκόλλησί του στὸ χρῆμα. Φάρμακο ὑπάρχει;


πάρχει, ἀλλὰ εἶνε πο­λὺ πικρό. Τὸ ἔδωσε ὁ Χριστός. Ποιό εἶνε; Τὸ φαρμακεῖο τοῦ Χριστοῦ κατὰ τῆς φιλαργυρί­ας συνιστᾷ· «Πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς» (Ματθ. 19,21). Νὰ μείνῃς φτωχὸς ὅπως ὁ Χριστός, ὅπως ὁ Μέγας Ἀντώνιος καὶ ἄλλοι.


λλὰ ὁ Ἰούδας μᾶς δίνει κ᾿ ἕνα ἄλλο δίδα­γμα. Ἐπρόδωσε. Καὶ μετά, ἀπὸ μακριά, παρακολουθοῦσε τί θὰ γίνῃ. Ἴσως νὰ μὴ φανταζόταν ποτέ, ὅτι ὁ Χριστὸς θὰ φτάσῃ στὸ τέλος. Ἀλλ᾿ ὅταν ἔμαθε, ὅτι καταδικάσθηκε εἰς θάνα­τον, ὅτι τὸν πῆραν δεμένο καὶ τὸν πήγαιναν γιὰ τὸ σταυρὸ στὸ Γολγοθᾶ, ὅταν ἔμαθε ὅτι σταυρώθηκε καὶ ὅτι ἀπέθανε, τότε μέσα του ἔγινε σεισμός. Ξύπνησε ἡ συνείδησι.


Ταράχτη­κε ἀπὸ τὶς τύψεις. Καὶ προτιμότερο νὰ σὲ τσιμ­πήσῃ σκορπιὸς παρὰ ἡ συνείδησί σου. Τὰ τρι­άκοντα ἀργύρια μπροστά του ἔγιναν κάρ­βουνα ἀναμμένα ποὺ τὸν ἔκαιγαν, ἔγιναν σκορ­πιοὶ καὶ φίδια ποὺ τὸν κεντοῦσαν. Δὲν μποροῦ­σε νὰ ἡσυχάσῃ. Σὰν νὰ τὸν ἀκοῦμε νὰ λέῃ·


χ τί ἔκανα, ποῦ μὲ ἔσπρωξε ὁ διάβολος! Νὰ προδώσω τὸν διδάσκαλό μου; Καὶ ποιόν διδάσκαλο; Τὸν ραββί, ποὺ δὲν μοῦ εἶπε ποτέ κακὸ λόγο, δὲν μὲ ἐπέπληξε, δὲν μὲ μάλω­σε· ἐκεῖνον πού, κι ὅταν ἐγὼ τὸν ἐπρόδιδα, δὲν μὲ εἶπε προδότη ἀλλὰ μὲ εἶπε «φίλο» (Ματθ. 26,50)…


Τί ἔπρεπε νὰ κάνῃ; Ἔπρεπε νὰ πάρῃ τὸ δρόμο, ν᾿ ἀνεβῇ στὸ Γολγοθᾶ, καὶ προτοῦ ὁ Χρι­στὸς νὰ πῇ τὸ «Τετέλεσται» (Ἰω. 19,30), νὰ πέσῃ στὰ πόδια του καὶ νὰ τοῦ πῇ· «Ἥμαρτον παραδοὺς αἷμα ἀθῷον» (Ματθ. 27,4). Καὶ νά ᾿στε βέβαιοι ὅτι ὁ Χριστός, ποὺ συγχώρησε τόσους ἁμαρτωλούς, ποὺ συγχώρησε τὸν Πέτρο, ποὺ συγχώρησε τοὺς σταυρωτάς του, θὰ συγχωροῦσε καὶ τὸν Ἰούδα.


Δὲν τὸ ἔκανε. Ἀλλὰ ἀπὸ τὸ ἕνα κακὸ ἔπεσε στὸ χειρότερο. Ποιό εἶνε τὸ χειρότερο; Τὸ λέει ὁ Δάντης, τὸ λένε οἱ πατέρες, τὸ λένε οἱ διδάσκαλοι. Τὸ χειρότερο κακὸ ἀπ ᾿ ὅλα, τὸ χειρότερο δαιμόνιο, ὀνομάζεται ἀπελπισία! Ἐκεῖ τὸν ἔσπρωξε· στὸ λάκκο τῆς ἀπελπισίας. Τοῦ εἶπε·


Πάει πιά, Ἰούδα, δὲν ὑπάρχει γιὰ σένα σωτηρία, ἀφοῦ πρόδωσες τὸ διδάσκαλο… Καὶ κατόπιν τί ἔκανε; Ἀποτέλεσμα τῆς ἀ­πελ­πισίας εἶνε ἡ αὐτοκτονία. Αὐτοκτόνησε, πῆρε σχοινὶ καὶ κρεμάστηκε! Αὐτὸ ἦταν τὸ τέλος τοῦ Ἰούδα, ἀδελφοί μου. Φρικτό.


Τὸ δίδαγμα ποιό εἶνε; Νὰ προσέχουμε ἀπὸ τὴν ἀπελπισία. Ποτέ μὰ ποτέ, ποτέ μὰ ποτέ, ποτέ μὰ ποτέ, δὲν πρέπει ὁ ἄνθρωπος νὰ ἀ­πελπισθῇ. Καὶ ἂν δὲν ἔχῃ ποῦ ν᾿ ἀκουμπήσῃ ἐδῶ στὴ γῆ, ἐκεῖ ψηλὰ εἶνε ὁ Θεός· πῶς μπορεῖ νὰ ἀπελπισθῇ;


πόψε λοιπὸν, ἀγαπητοί μου, ὁ Ἰούδας, μὲ τὸ πάθημά του, ἔγινε διδάσκαλός μας. Γι᾿ αὐ­τὸ τὸν προβάλλει ἡ Ἐκκλησία καὶ μᾶς διδάσκει, πρῶτον μὲν νὰ προσέχουμε τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ. Δεύτερον, ὅτι δὲν ὑπάρχει πάθος χειρότερο ἀπὸ τὴ φιλαργυρία. Τρίτον, ὁσαδή­ποτε ἁμαρτήματα καὶ ἂν ἔχουμε, νὰ μὴν ἀ­πελ­πισθοῦμε.


καθένας ἀπὸ μᾶς κλείνει μέσα του ἕναν Ἰούδα καὶ σὲ ὡρισμένες στιγμὲς προδίδουμε τὸ Χριστό. Γι᾿ αὐτὸ νὰ πέφτουμε στὰ πόδια του καὶ νὰ λέμε τὸ Ἥμαρτον. Καὶ τότε ὁ Χριστός, ποὺ εἶνε ὠκεανὸς ἀγάπης, ἐλέους καὶ οἰκτιρμῶν, θὰ μᾶς δώσῃ τὴ συγχώρησι.


Εἴθε ὅλοι μας νὰ συναισθανθοῦμε τὸ θεῖο δρᾶμα καὶ νὰ σπεύσουμε κοντὰ στὸ Χριστὸ ἐν μετανοίᾳ καὶ συντριβῇ, γιὰ νὰ ἑορτάσουμε τὴν ἔνδοξο ἀνάστασί του· ἀμήν.



Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 4-5-1983 βράδυ.


Μακαριστός Μητροπολίτης π. Αυγουστίνος Καντιώτης




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου