Δευτέρα 26 Αυγούστου 2019

ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΕΥΣΤΡΑΤΙΑΔΗ: Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ (Γ' ΜΕΡΟΣ)



Ο Γρηγόριος Ευστρατιάδης (1864-1950) υπήρξε νομικός, εκδότης και βουλευτής. 

Επί σειρά ετών υπήρξε εκδότης και διευθυντής της εφημερίδας ''ΣΚΡΙΠ'' της Αθήνας. 

Το ''ΣΚΡΙΠ'' αμέσως μετά την ημερολογιακή καινοτομία του 1924 τάχθηκε 

κατά του συνόλου των νεωτερισμών, που εισήγαγαν στο σώμα της Εκκλησίας 

ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Παπαδόπουλος και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Μελέτιος Μεταξάκης. 

Φιλοξενούσε 

στις σελίδες του το σύνολο σχεδόν των ανακοινώσεων της ''Ελληνικής Εκκλησιαστικής Κοινότητας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών'', 

δημοσίευε

 -με εμπεριστατωμένα ρεπορτάζ- όλες τις ειδήσεις για τις διώξεις των χιλιάδων αποτειχισμένων ''Παλαιοημερολογιτών'' 

και παρουσίαζε άρθρα αντινεωτεριστικά και κατά της κίνησης για την ''Ένωση των Εκκλησιών'', 

όπως ονομαζόταν τότε η οικουμενική κίνηση. 

Το βιβλίο του ''Η Πραγματική Αλήθεια περί του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου'' δημοσιεύθηκε 

υπό την μορφή 

συνεχιζόμενων άρθρων τον Μάρτιο του 1928 και αποτέλεσε

 μια εμπεριστατωμένη δημοσιογραφική και θεολογική εργασία για το ημερολογιακό σχίσμα. 

Το περισσότερο -ίσως- ενδιαφέρον 

στο βιβλίο αυτό παρουσιάζει το γεγονός, 

ότι επιχειρήθηκε η προσέγγιση των δρώμενων της ημερολογιακής καινοτομίας 

και

μέσα από το πληροφοριακό φάσμα της δημοσιογραφίας και εύλογα η επικαιρότητα ζωντανεύει ιδεατά 

στα ''πέτρινα'' αυτά χρόνια του Μεσοπολέμου, προσφέροντας στον αναγνώστη διαδραστικά τον επίκαιρο και ζωντανό παλμό των γεγονότων!



Γιώργος  Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος




Γ' Μέρος



Απεδείχθη εκ των δημοσιευθέντων εις το χθεσινόν άρθρον επισήμων κειμένων, ότι ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ της μεταβολής του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου ήτο η Εκκλησία της Ελλάδος διά του Μακ. Αρχιεπισκόπου Αθηνών. Και όχι μόνον τούτο. Πρέπει να προστεθή, ότι και ο εισηγητής της ιδέας να συγκληθή η ιεραρχία ίνα ασχοληθή με την αφομοίωσιν του Εκκλησιαστικού και πολιτικού ημερολογίου υπήρξεν αυτός ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών. Καθ΄ην εποχήν το Κράτος εκυβέρνα, ως αρχηγός της επαναστάσεως ο Πλαστήρας. Καθ' ην εποχήν πρόεδρος της Κυβερνήσεως ήτο ο Γονατάς, υπουργός δε της Παιδείας και των Εκκλησιαστικών ο Σιώτης, ο γνωστός διά τας του Μεταξάκη ενεργείας του εν Κων/πόλει και εν Σμύρνη και εν Αθήναις. 


Καθ' ην δηλαδή το Κράτος εστρατοκρατείτο, εύρε την κατάλληλον στιγμήν ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών να ζητήση διά της ιεραρχίας να λύση εν τόσω μέγα ζήτημα διά την Εκκλησίαν. Διότι μόνο το, ότι επί της επαναστάσεως ηδύνατο μα επιβάλλη την γνώμην του εις όλην την ιεραρχίαν, ίνα ρίψη έπειτα την ευθύνην της Εκκλησιαστικής καινοτομίας εις την Ιεραρχίαν. Διά τούτο την 28ην Οκτωβρίου 1923 προσκαλέσας σύσκεψιν εις το υπουργείον της Παιδείας, εις την οποίαν έλαβον μέρος ο Πλαστήρας, ο Γονατάς, ο Αλεξανδρής, ο Κοφινάς, ο Σιώτης, ο Σίδερης, ο Τμηματάρχης των Εκκλησιαστικών του υπουργείου της Παιδείας, ο Βασιλικός επίτροπος της Ιεράς Συνόδου και ο Διευθυντής του Γεν. Εκκλησιαστικού Ταμείου, έλαβε πρώτος αυτός ο Αρχιεπίσκοπος τον λόγον και εζήτησεν, όπως επιτραπή η σύγκλησις της Ιεραρχίας της Παλαιάς Ελλάδος, προκειμένου να ασχοληθή με την αφομοίωσιν του Εκκλησιαστικού και του πολιτικού ημερολογίου και την αναθεώρησιν του Νόμου περί ενοριών. 


Εχρησιμοποίησε λοιπόν την Επανάστασιν και την Επαναστατικήν Κυβέρνησιν ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, διά να επιβάλλη την γνώμην, ην είχε περί αφομοιώσεως του πολιτικού και εκκλησιαστικού ημερολογίου και διά την επιβολήν της οποίας, ως είδομεν εις τα προηγούμενα, τόσον εβιάζετο, δι' ουδένα άλλον λόγον ή διά να είναι, ως είπεν ο αντιπρόσωπος αυτού εις το εν Κων/πόλει Συνέδριον - μεγάλη η εντύπωσις εις όλον τον πεπολιτισμένον κόσμον εκ της αβιάστου πρωτοβουλίας της Ελληνικής Εκκλησίας διά την προσέγγισιν Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας. 


Εν τω μέσω ενός επαναστατικού σάλου, εξ' ου εχειμάζετο και η Εκλησία της Ελλάδος εζήτησεν ο Μακαριώτατος με πνευστιώσαν ταχύτητα να λύση το σοβαρώτερον και ακανθωδέστερον Εκκλησιαστικόν ζήτημα διά την λύσιν του οποίου απηλείτο όλη η ηρεμία του Κράτους, η ομαλότης εν τη χώρα, η ψύχραιμος και ανεπηρέαστος συζήτησις των ειδικών και προ παντός η ελευθερία γνώμης και η ελευθερία της σκέψεως. Τί συνέβαινεν εν τη Εκκλησία τόσον σοβαρόν, τόσον ανυπέρβλητον, ώστε να θέλη ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών να λύση το μέγα αυτόν ζήτημα, τόσον βιαστικώς εν μέσω μιας Επαναστατικής καταιγίδος εν τη χώρα; 


Ουδέν απολύτως. Ο ''Φιλαλήθης'', ο γράψας εις το ''Σκρίπ'' της 1 Μαρτίου περί του ζητήματος τούτου, ίνα δικαιολογήση την πρωτοβουλίαν και σπουδήν της Εκκλησίας της Ελλάδος, λέγει, ότι ''επηκολούθησεν απερίγραπτος σύγχυσις'' εκ της υπάρξεως δύο ημερολογίων. Και τούτο, διότι τάχα η εορτή του Ευαγγελισμού εχωρίσθη από την Εθνικήν εορτήν και η Πρωτοχρονιά προηγήθη της εορτής των Χριστουγέννων κ.λπ. Ήσαν ούτοι τόσον σοβαροί λόγοι, ώστε να διακινδυνεύση η Εκκλησία να χωρισθή εις δύο στρατόπεδα, να διασπασθή η ενότης αυτής, να απειλήται σχίσμα και να σκανδαλίζεται η θρησκευτική συνείδησις του Λαού, ότι μετά 20 αιώνας ''Εφραγκεύσαμεν'' την Εκκλησίαν μας, αφομοιωθέντες προς τους Δυτικούς; 


Ή μήπως δεν εγνώριζεν ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, ότι αι περισσότεροι ορθόδοξοι Εκκλησίαι δεν εδέχοντο της εφαρμογήν του νέου ημερολογίου (Γρηγοριανού) εις την Εκκλησίαν; Και αφού αναμφισβήτως εγνώριζε τούτο, ως εκ του οποίου πάντως θα διεσπάτο η μέχρι σήμερον τελεία ενότης της ''ΜΙΑΣ, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας'' διατι έστεργεν εις μόνην την συγκατάθεσιν του Οικουμενικού Πατριαρχείου; Και διατι και τούτου ακόμη διστάζοντος να αποφασίση μόνου, επίεζεν τον Οικουμενικόν Πατριάρχην και διά γραμμάτων και διά τηλεγραφημάτων να αποφασίση, διότι τάχα το ζήτημα ήτο επείγον; Δεν εγνώριζε δε επίσης την θέσιν εις ην ευρίσκετο τότε το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, εκ της διώξεως ην υφίστατο υπό του Κεμάλ; 


Ήτο πλέον τότε εις θέσιν το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, ώστε μετά κύρους να λύση ζήτημα τόσον σοβαρόν μονομερώς, άνευ της συγκαταθέσεως των λοιπών Πατριαρχείων; Και επετράπετο να εκλέξη την εποχήν εκείνην, η Εκκλησία της Ελλάδος διά να εξαρτήση εκ του χειμαζομένου τότε Οικουμενικού Πατριαρχείου μονομερώς τούτο ζήτημα; Ιδού, διατι είναι μεγάλη και βαρυτάτη η ευθύνη του Αρχηγού της εκκλησίας της Ελλάδος. Την θέσιν του Πατριαρχείου, την εγνώριζε τόσον καλώς, ώστε ότε το πρώτο συνήλθεν η Ιεραρχία της Ελλάδος την 18 Απριλίου 1923, πρώτη πράξις αυτής ήτο να απευθύνη τηλεγράφημα προς το Οικουμενικόν Πατριαρχείον ''εκφράζουσα την συμπάθειαν και τον σεβασμόν αυτής προς την πάσχουσαν Μεγάλην Εκκλησίαν''. 


Αλλ' ενώ την εθεώρει ''πάσχουσαν'', την επίεζεν, ώστε να δεχθή να εφαρμόση μετά της Εκκλησίας της Ελλάδος το νέον ημερολόγιον και απεφάσιζε, να μην ακούση καμμιάς άλλης εκκλησίας ορθοδόξου την φωνήν, ει μη μόνον της ''πασχούσης'' και ως εκ τούτου αδυνάτου να αποφασίση μετά ηρεμίας και ελευθέρας σκέψεως, ου μην, αλλά να αποφασίση και κανονικώς. Εγνώριζεν επίσης ο αρχηγός της ελληνικής εκκλησίας, ότι και εν Ελλάδι υπήρχον σοβαρώταται αντιρρήσεις διά την μεταρρύθμισιν του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου και μάλιστα εν αυτή ταύτη τη Ιεραρχία και εκτός της Ελλάδος αντέτεινον αι εκκλησίαι  Αλεξανδρείας, Αντιοχείας, Ιεροσολύμων, Ρωσσίας, Σερβίας, Αγίου Όρους, Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής κ.λπ. 


Και αι γνώμαι αυτών και αι αντιρρήσεις ήσαν σοβαρώταται. Εν τη Ιεραρχία δεν είναι αληθές, ότι υπήρχεν ομοφωνία, ως αναληθώς έγραψεν ο ''Φιλαλήθης'' εις το ''Σκριπ''. Εκ των 32 εν όλω Ιεραρχών εμειονοψήφουν αι Σεβασμιώταταοι Μητροπολίται Σύρου, Πατρών, Δημητριάδος, Χαλκίδος και Θήρας, αναπτύσσοντες σοβαρωτάτους λόγους. Εν τη Συνόδω υπήρχε και η σημαίνουσα γνώμη του Καθηγητού -άλλοτε του Πανεπιστημίου- Ζολώτα, όστις έγραφε τα εξής: ''...Η Ρωσία κακώς έχουσα και η Εκκλησία αύτης κακουχουμένη, δεν δύνανται ελευθέραν να εκδηλώσωσιν την υπό αυτών γνώμην. Αναμύνωμεν καιρούς ευθεστωτέρους και εις εκείνους και δι' ημάς, καιρούς γαλήνης των πολιτικών και εκκλησιαστικών πραγμάτων ημών και εκείνων. 


Αλλά προκειμένου περί μεταβολής προς πρακτικούς μεν σκοπούς προτεινομένης, η εκ πέραν εκ δε και απρόοπτα επακολουθήματα, εκδεχόμενα μελλούσης να έχη τη Εκκλησία και τω Έθνη, ίσως δεν πρέπει ημείς να αναλάβωμεν την πρωτοβουλίαν νομίζω δε, διότι η μεταβολή δεν είναι μόνο πολιτειακής του ελληνικού Κράτους δράσεως''. Αι διαιρέσεις διατηρούνται και δεν εγκαταλείπονται του κινδύνου των εκκλησιαστικών και εθνικών συμφερόντων, υφισταμένου και απειλούντος. Μετ' ου πολύ, οι καιροί θα δείξωσιν, αν οι κίνδυνοι της Εκκλησίας και του Έθνους παρήλθον. 


Εν τω μεταξύ, καταπαύσωμεν και αποφύγωμεν την έκφρασιν γνώμης, ίνα μετ' ου πολύ, θέλουσα η Εκκλησία να δηλώση την εαυτής γνώμην, ευρεθή εις σύγκρουσιν προς γνώμην προκληθείσαν ήδη και εκφρασθείσαν. Ο υ δ έ  ν  τ ο  ε π ε ί γ ο ν, ώστε να σπεύσωμεν. Ας αναμείνωμεν έτι ολίγον χρόνον, ίνα μη έπειτα μετανοήσωμεν. Ας ίδωμεν, όμως εν τω επομένω άρθρω, τι έγραφον αι άλλαι Ορθόδοξοι Εκκλησίαι, ίνα εκτιμηθεί δεόντως η παράδοξος και αδικαιολόγητος πρωτοβουλία και σπουδή του Αρχηγού της Εκκλησίας της Ελλάδος και η μεγάλη ευθύνη αυτού διά τα επελθόντα και μέλλοντα να επέλθουν αποτελέσματα.



Συνεχίζεται



Εκ του βιβλίου του Γρηγορίου Ευστρατιάδη 
''Η Πραγματική Αλήθεια περί του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου'',
που δημοσιεύθηκε σε συνέχειες στην εφημερίδα των Αθηνών ''ΣΚΡΙΠ'', 
την Τρίτη 6 Μαρτίου 1928,
έτος 32ον, αρ. φύλλου 8.920, σελ. 1η.
Μεταφορά στο διαδίκτυο στο μονοτονικό σύστημα, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Διατηρήθηκε η Γραμματική τάξη της εποχής με την επέμβαση μόνο σε κάποια αναγκαία σημεία στίξης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου