Σάββατο 21 Σεπτεμβρίου 2019

ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΕΥΣΤΡΑΤΙΑΔΗ: Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ (ΙE' ΜΕΡΟΣ)




Ο Γρηγόριος Ευστρατιάδης (1864-1950) υπήρξε νομικός, εκδότης και βουλευτής. 

Επί σειρά ετών υπήρξε εκδότης και διευθυντής της εφημερίδας ''ΣΚΡΙΠ'' της Αθήνας. 

Το ''ΣΚΡΙΠ'' αμέσως μετά την ημερολογιακή καινοτομία του 1924 τάχθηκε 

κατά του συνόλου των νεωτερισμών, που εισήγαγαν στο σώμα της Εκκλησίας 

ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Παπαδόπουλος και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Μελέτιος Μεταξάκης. 

Φιλοξενούσε 

στις σελίδες του το σύνολο σχεδόν των ανακοινώσεων της ''Ελληνικής Εκκλησιαστικής Κοινότητας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών'', 

δημοσίευε

 -με εμπεριστατωμένα ρεπορτάζ- όλες τις ειδήσεις για τις διώξεις των χιλιάδων αποτειχισμένων ''Παλαιοημερολογιτών'' 

και παρουσίαζε άρθρα αντινεωτεριστικά και κατά της κίνησης για την ''Ένωση των Εκκλησιών'', 

όπως ονομαζόταν τότε η οικουμενική κίνηση. 

Το βιβλίο του ''Η Πραγματική Αλήθεια περί του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου'' δημοσιεύθηκε 

υπό την μορφή 

συνεχιζόμενων άρθρων τον Μάρτιο του 1928 και αποτέλεσε

 μια εμπεριστατωμένη δημοσιογραφική και θεολογική εργασία για το ημερολογιακό σχίσμα. 

Το περισσότερο -ίσως- ενδιαφέρον 

στο βιβλίο αυτό παρουσιάζει το γεγονός, 

ότι επιχειρήθηκε η προσέγγιση των δρώμενων της ημερολογιακής καινοτομίας 

και

μέσα από το πληροφοριακό φάσμα της δημοσιογραφίας και εύλογα η επικαιρότητα ζωντανεύει ιδεατά 

στα ''πέτρινα'' αυτά χρόνια του Μεσοπολέμου, προσφέροντας στον αναγνώστη διαδραστικά τον επίκαιρο και ζωντανό παλμό των γεγονότων!



Γιώργος  Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος




ΙΕ' Μέρος


Τα δύο επίσημα έγγραφα, άτινα εδημοσιεύσαμεν εις τα δύο προηγούμενα άρθρα, το εν της αποφάσεως της Ι. Συνόδου της Ιεραρχίας της Ελλάδος, ληφθείσης την 27 Δ/βρίου 1923 (νέου ημερολογίου) και το έτερον της απαντήσεως του Οικουμενικού Πατριάρχου της 28 Ιανουαρίου 1924 (νέου ημερολογίου) είναι τα δύο βάθρα, επί των οποίων ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών θέλει να στηρίξει την αυθαίρετον και αντικανονικήν απόφασιν, ην έλαβε, της μεταβολής του Εκκλησιαστικού ημερολογίου. 


Αλλ' η μεν απόφασις της Ιεραρχίας, ως είδομεν κατά πλειοψηφίαν και ουχί ομοφώνως ληφθείσα, δεν ήτο απόλυτος παραδοχή της αφομοιώσεως του Εκκλησιαστικού προς το Πολιτικόν Ημερολόγιον άνευ όρων και προυποθέσεων. Η απόφασις ηξίωσεν απαραιτήτως μεν την συμφωνίαν του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ουχί όμως και ΜΟΝΟΥ τούτου, αλλά μετά συνεννόησιν  προς τας λοιπάς ορθοδόξους Εκκλησίας, ήτις προυπέθετε την συγκατάθεσιν και των λοιπών Εκκλησιών. 


Η απάντησις δε επίσης του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ως είδομεν, απεδέχθη μεν την γνώμην της Εκκλησίας της Ελλάδος -ην γνώμην πρώτος είχε την πρωτοβουλίαν να εισηγηθεί ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και δεχθεί η Ιεραρχία- δηλαδή του να γίνει η μεταβολή και προ της διευθετήσεως του ζητήματος του Πασχαλίου υπό Οικουμενικής Συνόδου, αφομοιωμένου του Εκκλ. Ημερολογίου προς το πολιτικόν, μόνον ως προς τας ακινήτους εορτάς, τας μη εξαρτωμένας εκ του Πάσχα, 


αλλά και την αποδοχήν και ταύτης της μέσης λύσεως εξήρτησεν εκ της αποδοχής της λύσεως ταύτης υπό ''πασών των λοιπών Ορθοδόξων Εκκλησιών'', περί των οποίων γράφει το Οικουμενικόν Πατριαρχείον εις το απαντητικόν του έγγραφον, ως είδομεν, ότι είναι ''αναγκαία η δήλωσις της συναινέσεως αυτών και τούτο, ίνα μη αποφασισθείσα, ημέρα της 10ης Μαρτίου 1924 προς εφαρμογήν του νέου Ημερολογίου είναι -ως λέγει το Οικουμενικόν Πατριαρχεόν-  ''ημέρα κοινής υπό πασών των αδελφών Εκκλησιών, εφαρμογής του νέου Ημερολογίου''. 


Είναι τόσον καθαρά τούτα και αναμφίβολα, ώστε μόνον κακής πίστεως ή σοφιστικής, δύναται να τα αμφισβητήσει. Η τε απόφασις της Ιεραρχίας και η απάντησις του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η αποδεχθείσα αυτήν, κατά τούτο μόνον ετροποποίησαν τα παρ' αυτών αποφασισθέντα, ότι και διά της πρώτης αποφάσεως της Ιεραρχίας της Ελλάδος της 18 Μαρτίου (5 Απριλίου 1923), της ληφθείσης διά το Ημερολόγιον και διά της αποφάσεως του Οικουμενικού Πατριαρχείου, εκτελούντος την απόφασιν του τότε συνελθόντος Πανορθοδόξου (δήθεν) Συνεδρίου αντιμετωπίζετο και η ολοκληρωτική μεταβολή του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου, ήτοι και ως προς το Πάσχα, ανετίθετο δε η τελική απόφασις εις το Οικουμενικό Πατριαρχείον. 


Διά της τελευταίας όμως αποφάσεως της Ιεραρχίας της Ελλάδος (27 Δ/βρίου 1923) και της απαντητικής αποφάσεως του Οικουμενικού Πατριαρχείου ετίθετο κατά μέρος το Πασχάλιον και απεφασίζετο η αφομοίωσις μόνον, ως προς τας ακινήτους εορτάς. Αλλά και, ως προς τούτο -όπως και εν τω παρελθόντι- ετίθετο πάντοτε, ως προυπόθεσις  η  σ υ ν α ί ν ε σ ι ς  π α σ ώ ν  τ ω ν  α δ ε λ φ ώ ν  Ε κ κ λ η σ ι ώ ν. Αλλά εις είδομεν, τι εγένετο μετά την απάντησιν του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο υπ. αριθ. 70 της 3 Ιανουαρίου 1924 έγγραφον του Αρχιεπισκόπου Αθηνών. 


Έχοντες την συνείδησιν, ότε Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Γρηγόριος (όστις είχεν ενθρονισθεί εις τον Οικουμενικόν θρόνον από τις 30 Νοεμβρίου 1923) ότι πάντως προς εφαρμογήν του νέου Εκκλησιαστικού ημερολογίου από τις 10 Μαρτίου 1924 έπρεπε συμφώνως προς το πνεύμα της Συνόδου της Ιεραρχίας της Ελλάδος να συναινέσουν και αι λοιπαί ορθόδοξοι Εκκλησίαι και, ότι η μονομερής εφαρμογή υπό μόνης της Εκκλησίας της Ελλάδος ή και της συναινέσεως ακόμη και του Οικουμενικού Πατριαρχείου θα ήτο αυθαίρετος και αντικανονική, δεν έπαυσαν εργαζόμενοι συντόνως να λάβουν την συγκατάθεσιν των άλλων Εκκλησιών. 


Αν η απόφασις της Ιεραρχίας της Ελλάδος, η ληφθείσα την 27 Δεκεμβρίου 1923 είχε την έννοιαν, ότι και μόνη η Εκκλησία της Ελλάδος έχουσαν μόνον την συναίνεσιν του Οικουμενικού Πατριαρχείου ηδύνατο να εφαρμόσει από 10 Μαρτίου έστω και υπό μόνης της Εκκλησίας της Ελλάδος και του Οικουμενικού Πατριαρχείου, δεν θα προέβαινεν πλέον σε ουδεμίαν ενέργειαν παρά τοις λοιποίς Πατριαρχίοις. Αλλ' επειδή δεν ήτο τοιαύτη, ούτε του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ούτε της Ι. Συνόδου της Ιεραρχίας της Ελλάδος, η έννοια της αποφάσεως αμφότεροι και ο Οικουμενικός Πατριάρχης και ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών ενέτειναν τας ενεργείας των όπως επιτύχουν την συναίνεσιν των λοιπών Εκκλησιών. 


Και ο μεν Οικουμενικός Πατριάρχης διά τηλεγραφήματός του προς τον Πατριάρχην Αλεξανδρείας Φώτιον υπ. αριθ. 623 της 12/25 Ιανουαρίου 1924 ετηλεγράφει, υφ' ο πνεύμα έγραψε και προς τον Αρχιεπίσκοπον Αθηνών επιλέγων τας εξής: 


''Ελπίζοντες Υμετέρα Μακαριότης συνταχθήσεται προτεινομένη μερική διαρρυθμίσει, παρακαλούμεν απαντήσαι τηλεγραφικώς''. 


Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών τη 16 Φεβρουαρίου 1924 ετηλεγράφει προς τον αυτόν Φώτιον, διά του υπ. αριθ. 327 τηλεγραφήματος τα εξής, εξ' ονόματος της Ιεράς Συνόδου: 


''Αμέσου συγκλήσεως Οικουμενικής Συνόδου, αδυνάτου καθισταμένης, επειγούσης δε αφομοιώσεως ημερολογιακής, χάριν εκατομμυρίων Ορθοδόξων λαών, εκλιπαρούμεν Υμετέραν Μακαριότητα, δεχθήναι πρότασιν Οικουμενικού Πατριαρχείου περί συνταυτίσεως ημερομηνιών, διά προσθήκης 13 ημερών από 10 προσεχούς Μαρτίου, άνευ οιασδήποτε μεταβολής Πασχαλίου, μόνης ταύτης παραπεμφθησομένης Οικουμενική Συνόδω. 



ΑΘΗΝΩΝ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ  


Ο Πατριάρχης Φώτιος εις τον Οικουμενικόν Πατριάρχην απήντησε διά του εξής τηλεγραφήματος: 


Αριθ. 28 


Πατριάρχη Γρηγορίω 


Κωνσταντινούπολιν 


Συνεπεία τηλεγραφήματος  Υμ. Παναγιότητος, συνελθούσα σήμερον η Ιερά καθ' ημάς Σύνοδος, έγνω τα εξής: Έχοντες υπ' όψει γράμματα Εκκλησιών Ρουμανίας και Σερβίας, ως και προτάσεις Αιγηνίτου εμμένομεν εν προδεδογμένοις εν προτέραις συνοδικαίς συνεδριάσεσι και αποκρούομεν πάσαν προσθήκην ή πάσαν μεταρρύθμισιν ημερολογίου, προ συγκλήσεως μόνης αρμοδίας εις συζήτησιν αυτού Οικουμενικής Συνόδου, ης σύγκλησιν προτείνομεν ταχίστην. 



Κάιρον 15 Ιαν. 1924 (παλ. ημερ.) 


Πατριάρχης Φώτιος 


Αν απήντησε και προς το ανωτέρω τηλεγράφημα του Αρχιεπισκόπου Αθηνών, δεν γνωρίζομεν. Αλλά, τι να απαντήσει εις το ''ε κ λ ι π α ρ ο ύ μ ε ν'' του Αρχιεπισκόπου; Αποτεινόμενος προς τον Φώτιον, δι΄εν τόσω σοβαρόν Εκκλησιαστικόν και Εθνικόν ζήτημα ενόμισεν, ότι απευθύνεται διά προσωπικήν του τινα υπόθεσιν, διά χάριν προσωπικήν και ετηλεγράφει ''ε κ λ ι π α ρ ο ύ μ ε ν'' μετά το σοβαρότατον εκείνο και υψηλής εννοίας γράμμα του Φωτίου προς αυτόν, το οποίον έθετε το ζήτημα εις την υψηλήν θέσιν του. 


Επρόδιδε δηλαδή διά του άνω τηλεγραφήματός του ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, πόσον ηγνόει την αληθινήν σημασίαν της μεταβολής του Εκκλησ. ημερολογίου και ποσον στενώς και πολιτικώς αντελαμβάνετο τα Εκκλησιαστικά πράγματα. Θα εξετάσωμεν εις το επόμενον άρθρον τα της περαιτέρω εξελίξεως του ζητήματος.



Συνεχίζεται 



Εκ του βιβλίου του Γρηγορίου Ευστρατιάδη 
''Η Πραγματική Αλήθεια περί του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου'',
που δημοσιεύθηκε σε συνέχειες στην εφημερίδα των Αθηνών ''ΣΚΡΙΠ'', 
την Δευτέρα 19 Μαρτίου 1928, 
έτος 32ον, αρ. φύλλου 8.933, σελ. 1η. 
Μεταφορά στο διαδίκτυο στο μονοτονικό σύστημα, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ
Διατηρήθηκε η Γραμματική τάξη της εποχής με την επέμβαση μόνο σε κάποια αναγκαία σημεία στίξης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου