Μία συγκλονιστική αφήγηση περί μιας πραγματικής ιστορίας ''Επιστροφής Ασώτου'',
που έλαβε χώρα τον Δεκέμβριο του 1876 στην Αμερική.
Εκ του περιοδικού ''ΑΝΑΠΛΑΣΙΣ'', της 13ης Ιανουαρίου 1900, αριθ. 107, σελ. 438-439.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο στο μονοτονικό σύστημα, επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ
Κατά τας τελευταίας ημέρας του μηνός Δεκεμβρίου 1876 συνέβη εν τινι ναώ της Σικάγου περιστατικόν τι, όπερ επροξένησε μεγίστην εντύπωσιν εις το πολυάριθμο πλήθος το παρευρισκόμενον κατά το εσπέρας εκείνο εν τη εκκλησία.
Ιεροκήρυξ τις καλούμενος Μόδιος, εις το τέλος της ομιλίας του ανήγγειλεν ότι είχε λάβει προ οκτώ εβδομάδων επιστολήν τινα εκ Σκωτίας, ην τω είχεν απευθύνει πατήρ τις, όπως τον βοηθήση να επανεύρη τον υιόν του, ονομαζόμενον Φίλιππον, απόντα δε εκ της πατρικής οικίας προ πολλών ετών. Οι γονείς του δεν είχον λάβει ουδεμίαν είδησιν παρ' αυτού, και εσκέπτοντο ότι, εάν έζη, θα ευρίσκετο εν Αμερική. Παρεκάλουν όθεν τον ιεροκήρυκα ν' αναγνώση την επιστολήν των εις τας διαφόρους εκκλησίας, ένθα εκήρυττε τον λόγον του Θεού.
Η επιστολή αύτη αναγνωσθείσα εις πολλά μέρη, δεν έφερε κανέν' αποτέλεσμα, ευτυχώς όμως ο Μόδιος είχε λάβει την καλήν ιδέαν να διακοινώση αυτήν εις έτερον ιεροκήρυκα ονομαζόμενον Σωγέρον, επιτετραμμένον διά να νουθετή και να διδάσκη τους οινόφλυγας και τους χαρτοπαίκτας.
Προ μιας εβδομάδας, εξηκολούθησεν ο Μόδιος, πτωχός τις νέος παρουσιάσθη εις τον Σωγέρον, παρακαλών αυτόν να λάβη οίκτον διά την οικτράν αυτού θέσιν. Ο ιεροκήρυξ εννόησε πάραυτα εκ της σκωτικής αυτού προφοράς, ότι ο νέος ούτος θα ήτον ο Φίλιππος, και ηρώτησεν αυτόν πως ονομάζεται και πόθεν ήτο.
-Είμαι Σκώτος, και ονομάζομαι Φίλιππος.
Πράγματι αυτός ήτον! Ο ιεροκήρυξ συγκινημένος τω λέγει:
-Ιδού προ οκτώ εβδομάδων σε ζητούμεν!
-Με ζητείτε; απεκρίθη ο Φίλιππος έκθαμβος. Αντί πάσης απαντήσεως ο ιεροκήρυξ τω έδειξε την επιστολήν των γονέων του, και καθώς ανεγίγνωσκεν αυτήν, όλον το σώμα του ήρχισε να τρέμη. -Δεν εφανταζόμην ποτέ, είπε κλαίων, ότι θα υπήρχον άνθρωποι, οίτινες θα εφρόντιζον περί ενός αθλίου και διεφθαρμένου νέου.
Ο Σωγέρος ωμίλησε τότε εις τον άσωτον τούτον υιόν περί της αγάπης του Ιησού Χριστού, και τοσούτον οι λόγοι του τον συνεκίνησαν, ώστε αμέσως προσέπεσεν εις τους πόδας του Σωτήρος, λέγων: Δεν μπορώ ν' ατενίσω υψηλά διότι αμέτρως σε παρώργισα, Χριστέ μου, αλλά γνωρίζων, οικτίρμον, την ευσπλαχνίαν σου, κράζω. Ήμαρτον, ιλάσθητι, σώσον με.
Οπόταν ο Μόδιος ετελείωσε την αφήγησιν της ιστορίας ταύτης ενώπιον του πολυπληθούς αυτού ακροατηρίου, επρόσθεσεν: -Ο Φίλιππος ευρίσκεται το εσπέρας τούτο μεταξύ ημών και τον παρακαλώ να σας αποτείνη μερικούς λόγους. Επίσημος και συγκινητική σιωπή εβασίλευσεν, οπόταν ο νέος Σώτος εγερθείς είπε:
-Προ είκοσι ετών έζων εν τη πατρίδι μου ευτυχής και ευχαριστημένος. Ο πατήρ μου εσκέπτετο να με κάνη ιατρόν, ενώ η μήτηρ μου επεθύμει να γίνω κληρικός. Ευρισκόμενος εις το Σχολείον, εσχετίσθην μετά διεφθαρμένων νέων, το δε αποτέλεσμα των σχέσεων τούτων υπήρξε βίος άσωτος, ούτινος η ενθύμησις μοι προξενεί εισέτι φρίκην και αγανάκτησιν.
Εικοσαετής ανεχώρησα διά την Αυστραλίαν, με την ελπίδα να μεταβάλω ζωήν, δυστυχώς όμως εξηκολούθουν πάντοτε τον αυτόν βίον ζων, αθλίως και ασώτως. Κυριευθείς υπό νοσταλγίας επέστρεψα εις Ευρώπην, και αποβιβασθείς εις Αμστελόδαμον εύρον εκεί τον γηραιόν πατέρα μου, όστις με επερίμενε, ίνα με επαναφέρη εις τον πατρικόν οίκον. Εις Γλάσκωβ μου εύρε καλή και επικερδή θέσιν, καθώς και ωραίαν και ενάρετον σύζυγον.
Αλλά φευ! μετά τρία έτη η σύζυγός μου απέθανεν ένεκεν της κακής και ατάκτου διαγωγής μου. Όταν είδον αυτήν νεκράν και παγωμένη εντός του φερέτρου, τότε ηννόησα ότι είχον απωλέσει εκείνην, ήτις υπέρ πάντας με ηγάπα ειλικρινώς και ενδιεφέρετο υπέρ της προαγωγής μου. Ένεκεν της στερήσεως ταύτης απεφάσισα να εγκαταλείψω εκ νέου την πατρίδα μου, και αποχαιρετήσας την γηραιάν μητέρα μου απήλθον εις Αμερικήν.
Έκτοτε περιεφερόμην τήδε κακείσε γυμνός και πειναλέος, η δε ζωή κατέστη δι' εμέ αφόρητος. Οπόταν έφθασα εις Σικάγον, απεφάσισα ν' αλλάξω βίον, αλλά το ελάττωμα της μέθης μ' έκανε ν΄απωλέσω την θέσιν μου και τους φίλους μου.
Ευτυχώς προ μίας εβδομάδος ο κ. Σωγέρος μοι επαρουσίασε μίαν επιστολήν των γονέων μου, οίτινες με εβεβαίωναν ότι με ηγάπων πάντοτε, και ότι ήσαν διατεθειμένοι να με δεχθώσιν εκ νέου. Φίλοι τινές παρεκάλουν αδιαλείπτως διά την σωτηρίαν μου, ουδείς όμως ηδυνήθη να με σώση. Το πάθος της μέθης με κατεξουσίαζε.
Βλέπων λοιπόν ότι ουδεμία ελπίς υπήρχε δι' εμέ, προσέπεσα εις τους πόδας Εκείνου, όστις θέλει την σωτηρίαν πάντων ανθρώπων, και αμέσως εύρον ανακούφισιν και παρηγορίαν. Οπόταν ο Φίλιππος ετελείωσε τους λόγους τούτους, όλοι οι ακροαταί έκλαιον εκ συγκινήσεως, αυτός ο ιεροκήρυξ μόλις ηδύνατο να συγκρατήση τον εαυτον του συλλογιζόμενος την αιφνίδιον μεταβολήν και την ειλικρινή μετάνοιαν του Φιλίππου.
Α. Κουρνιάκτης
Α. Κουρνιάκτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου