Παρασκευή 3 Ιουλίου 2020

ΚΥΡΙΑΚΗ Δ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ



«κεῖνο τὸν καιρό, μόλις μπῆκε ὁ Ἰησοῦς στὴν Καπερναούμ, τὸν πλησίασε ἕνας ἑκατόνταρχος, καὶ τὸν παρακαλοῦσε λέγοντας· «Κύριε, ὁ δοῦλος μου εἶναι κατάκοιτος στὸ σπίτι, παράλυτος καὶ ὑποφέρει φοβερά». Καὶ ὁ Ἰησοῦς τοῦ λέει· «ἐγὼ θὰ ἔλθω καὶ θὰ τὸν θεραπεύσω». Καὶ ὁ ἑκατόνταρχος τοῦ εἶπε· «Κύριε, δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ σὲ δεχτῶ στὸ σπίτι μου· ἀλλὰ πὲς μόνο ἕνα λόγο, καὶ θὰ γιατρευτῆ ὁ δοῦλος μου. Καὶ ἐγὼ εἶμαι ἄνθρωπος κάτω ἀπὸ ἐξουσία καὶ ἔχω στρατιῶτες στὴ διοίκησή μου· λέγω στὸν ἕνα «πήγαινε» καὶ πηγαίνει, καὶ στὸν ἄλλο «ἔλα» καὶ ἔρχεται, καὶ στὸ δοῦλό μου «κάνε αὐτὸ» καὶ τὸ κάνει.


ταν τὸν ἄκουσε ὁ Ἰησοῦς, θαύμασε καὶ εἶπε σὲ ὅσους τὸν ἀκολουθοῦσαν· «Σᾶς διαβεβαιώνω πὼς τόση πίστη οὔτε ἀνάμεσα στοὺς Ἰσραηλῖτες δὲν βρῆκα. Καὶ σᾶς λέγω πὼς θὰ ἔρθουν πολλοὶ ἀπὸ ἀνατολὴ καὶ δύση καὶ θὰ καθίσουν μαζὶ μὲ τὸν Ἀβραὰμ καὶ τὸν Ἰσαὰκ καὶ τὸν Ἰακὼβ στὸ τραπέζι τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ἐνῶ οἱ κληρονόμοι τῆς βασιλείας θὰ πεταχτοῦν ἔξω στὸ σκοτάδι· ἐκεῖ θὰ εἶναι τὸ κλάμα καὶ τὸ τρίξιμο τῶν δοντιῶν. Καὶ εἶπε ὁ Ἰησοῦς στὸν ἑακτόνταρχο· «πήγαινε, καὶ ἄς γίνη αὐτὸ ποὺ πίστεψες». Καὶ γιατρεύτηκε ὁ δοῦλος ἐκείνη τὴν ὥρα».


Αὐτὸ ποὺ βλέπουμε στὸ θαῦμα αὐτὸ τοῦ Κυρίου καὶ ἐπαινεῖται ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸ Χριστὸ εἶναι ἡ μεγάλη πίστη τοῦ ἑκατοντάρχου. Ὁ ἑκατόνταρχος τῆς εὐαγγελικῆς αὐτῆς περικοπῆς ὄχι μόνο μεγάλη πίστη εἶχε στὸν Ἰησοῦ Χριστό, ἀλλὰ καὶ μεγάλη ταπείνωση. Ἦταν στολισμένος μὲ τὴν ἀρετὴ τῶν ἀρετῶν, τὴν ταπείνωση. Χωρὶς τὴν ταπείνωση δὲν γίνεται τίποτα. Ἐκεῖ ποὺ ὑπάρχει ἡ ταπείνωση, ὑπάρχει καὶ ἡ πίστη. Ὁ ὑπερήφανος δὲν μπορεῖ νὰ ἔχη πίστη στὸ Θεό. Ὁ Θεὸς θέλει ταπεινοὺς ἀνθρώπους σὰν τὸν ἑκατόνταρχο, καὶ ὄχι ὑπερήφανους. Νά, λοιπόν, γιατί οἱ ἄνθρωποι σήμερα δὲν ἔχουν πίστη στὸ Θεό· γιατί εἶναι ὑπερήφανοι. Δὲν θέλουν νὰ ταπεινωθοῦν οὔτε μπροστὰ στὸ Θεό, γι᾽ αὐτὸ καὶ συνεχῶς ἀδυνατίζει ἡ πίστη τους στὸ Χριστό.


ὑπερηφάνειά τους δὲν τοὺς ἀφήνει νὰ δοῦν τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ πιστέψουν. Τοὺς τύφλωσε ὁ ἐγωϊσμὸς μὲ τὴν ὑπερηφάνεια τους καὶ δὲν μποροῦν νὰ δοῦν οὔτε τὸ Θεό, οὔτε τὸ συνάνθρωπό τους, ποὺ εἶναι δίπλα τους, πορεύονται τὸ δρόμο τῆς ζωῆς μόνοι τους, χωρὶς Θεό, χωρὶς ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον τους, γι᾽ αὐτὸ καὶ ζοῦν μέσα στὸν κόσμο μὲ τόσο πόνο καὶ κακό. Ὁ ἑκατόνταρχος τῆς εὐαγγελικῆς ἐδῶ περικοπῆς ἄν καὶ εἰδωλολάτρης, στρατιωτικὸς τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας, ἄν καὶ δὲν εἶχε ἀκούσει τοὺς προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἐπειδὴ εἶχε ταπείνωση, εἶχαν ἀνοίξει τὰ μάτια τῆς ψυχῆς του καὶ εἶχαν δεῖ τὴ θεϊκὴ δύναμη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Εἶχε τόση μεγάλη πίστη ποὺ πίστευε πὼς καὶ μόνο μὲ τὸ λόγο του ὁ Κύριος μποροῦσε νὰ κάνη καλὰ τὸ δοῦλο του, ὅπως καὶ ἔγινε. Ἀντίθετα οἱ ὑπερήφανοι Ἰσραηλῖτες, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι, δὲν μπόρεσαν νὰ πιστέψουν στὸν Ἰησοῦ Χριστό, ἄν καὶ μελετοῦσαν κάθε μέρα τὸ νόμο, τοὺς ψαλμοὺς καὶ τοὺς προφῆτες.


Καλὴ εἶναι ἡ μελέτη τῶν θείων Γραφῶν, ἀλλὰ θέλει καὶ ταπείνωση γιὰ νὰ τὴν καταλάβουμε. Τότε ἔρχεται ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ μέσα μας, ποὺ μᾶς φωτίζει καὶ μᾶς ἁγιάζει, ὅταν ἔχουμε ταπείνωση. Σήμερα, ὅσο ποτὲ, βρίσκει κανεὶς ἔξυπνους καὶ γραμματισμένους ἀνθρώπους· δύσκολα ὅμως βρίσκει γνωμικούς. Ὁ γνωμικὸς εἶναι καὶ ταπεινός. Καὶ ἐπειδὴ ἔφυγε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ἡ ταπείνωση, ἔφυγε καὶ ἡ φρονιμάδα, καὶ μαζὶ μὲ τὴ φρονιμάδα καὶ ἡ πίστη στὸ Θεό. Ἡ ὑπερηφάνεια ὁδήγησε τὸ σύγχρονο ἄνθρωπο στὴν ἀφροσύνη καὶ αὐτὴ στὴν ἀπιστία, καθὼς ὁ ψαλμὸς λέει: «Εἶπεν ἄφρων ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ· οὐκ ἔστι Θεός». Ἐγκωμιάζοντας ἐδῶ ὁ Κύριος τὴ μεγάλη πίστη τοῦ ἑκατοντάρχου ἐπαινεῖ συγχρόνως καὶ τὴν ταπείνωση τοῦ ἀνθρώπου αὐτοῦ, ποὺ εἶναι μεγάλη. Ἡ σκάλα τῶν ἀρετῶν, ποὺ ἀνεβάζει τὸν ἄνθρωπο στὸ Θεό, ἔχει ὡς βάση τὴν ταπείνωση. Ἐὰν λείπη ἡ ταπείνωση, ἡ πνευματικὴ σκάλα κόβεται καὶ ὁ ἄνθρωπος πέφτει καὶ γίνεται τροφὴ τοῦ διαβόλου.


Τὰ τελευταῖα λόγια τοῦ Κυρίου: «ἐνῶ οἱ κληρονόμοι τῆς βασιλείας θὰ πεταχθοῦν ἔξω στὸ σκοτάδι· ἐκεῖ θὰ εἶναι τὸ κλάμα καὶ τὸ τρίξιμο τῶν δοντιῶν», οὔτε λόγια ἁπλῆς φοβέρας εἶναι, οὔτε μόνο γιὰ τοὺς Ἰσραηλῖτες εἰπώθηκαν, ἀλλὰ εἶναι λόγια μὲ πραγματικὸ περιεχόμενο· καὶ αὐτὸ ποὺ λέγουν, αὐτὸ καὶ ἐννοοῦν· ἐννοοῦν τὴν αἰώνια κόλαση, ποὺ περιμένει τοὺς ἀμετανόητους ἁμαρτωλούς· ἀπευθύνονται καὶ σὲ μᾶς τοὺς χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι βαπτιστήκαμε μέν, ἀλλὰ δὲν ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ. Ἐὰν δὲν μετανοήσουμε καὶ δὲν ἐπιστρέψουμε στὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ θὰ καταδικαστοῦμε στὴν αἰώνια κόλαση. Καιρός, λοιπόν, νὰ μετανοήσουμε καὶ νὰ ζήσουμε σύμφωνα μὲ τὰ θεῖα λόγια τοῦ Χριστοῦ: «ᾧ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων». Ἀμήν.


Πηγή: http://imsk.gr


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου