Σάββατο 30 Ιουλίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΩΝ ΕΠΤΑ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΩΝ ΣΥΝΟΔΩΝ





ΟΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΕΣ ΣΥΝΟΔΟΙ: Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ, Η ΕΚΦΡΑΣΗ ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ


Στη ζωή της Εκκλησίας μας, ο συνοδικός θεσμός είναι εξαιρετικά θεμελιώδης, καθώς έτσι φανερώνεται σαφέστατα ο χαρακτήρας της ως κοινωνίας. Είναι η συγκέντρωση των επισκόπων της Εκκλησίας προς εξέταση και ρύθμιση γενικών εκκλησιαστικών ζητημάτων. Με τη συνοδική μέθοδο, ευθύς εξ αρχής, λύνονται όλα τα ανακύπτοντα ζητήματα, με τη μνήμη της υποσχέσεως του Κυρίου προς τους μαθητές Του: «Ού γαρ εισί δύο ή τρεις συνηγμένοι εις το εμόν όνομα, εκεί ειμί εν μέσω αυτών» (Ματθ. ιη,20). Πρότυπο κάθε συνοδικής σύναξης απετέλεσε η αποστολική σύνοδος, η συγκληθείσα στα Ιεροσόλυμα το 48 μ.Χ., για να επιλύσει το θέμα της παραδοχής των εθνικών που μεταστρέφονταν στον χριστιανισμό.


Έχοντας συνείδηση της θείας συμπαραστάσεως, τα μέλη της συνόδου εκείνης διεκήρυξαν με τόλμη: «Έδοξε γαρ τω Πνεύματι τω αγίω και ημίν» (Πράξ. ιε, 28). Τοπικές και επαρχιακές σύνοδοι συγκαλούνται όχι μόνο για τη συζήτηση και την επίλυση των αναφυομένων προβλημάτων σε επαρχιακή κλίμακα, αλλά και για την εκλογή και χειροτονία νέων επισκόπων, για την επίλυση διενέξεων, για τον έλεγχο και την επιβολή κυρώσεων στους πρεσβυτέρους και τους επισκόπους κ. ά.


Οι Οικουμενικές Σύνοδοι ήταν μεγάλες συνελεύσεις των επισκόπων της χριστιανικής οικουμένης, προς κοινή συνδιάσκεψη και απόφανση επί σημαντικών δογματικών, θεολογικών και άλλων εκκλησιαστικών ζητημάτων που αναφέρονταν σε όλη την Εκκλησία, από την οποία αναγνωρίζονταν και γίνονταν δεκτές οι αποφάσεις που λαμβάνονταν σε αυτές.


Οι Οικουμενικές Σύνοδοι έγιναν το όργανο της επίσημης διατύπωσης και διακήρυξης της διδασκαλίας της Εκκλησίας, της κοινής πίστης και παράδοσης που οφείλουν να ακολουθούν όλες οι κατά τόπους εκκλησιαστικές κοινότητες. Αποτελούν την ύψιστη αυθεντία της Εκκλησίας του Χριστού. Ταυτόχρονα οι Οικουμενικές Σύνοδοι καταδίκασαν τις διάφορες αιρέσεις, που παρουσιάστηκαν και απείλησαν την ενότητα της Εκκλησίας.


Η Α’ Οικουμενική Σύνοδος συνεκλήθη στη Νίκαια της Βιθυνίας το έτος 325, επί αυτοκρατορίας Μεγάλου Κωνσταντίνου. Πήραν μέρος 318 Πατέρες, εκ των οποίων και οι Άγιος Αθανάσιος, Άγιος Σπυρίδωνας και Άγιος Νικόλαος. Η Σύνοδος διατύπωσε την ορθόδοξη δογματική διδασκαλία περί του δευτέρου προσώπου της Αγίας Τριάδος, του Ιησού Χριστού. Γι’ αυτό και καταδίκασε την αίρεση του Αρείου, ο οποίος ηρνείτο τη θεότητα του Χριστού.


Η Σύνοδος χρησιμοποίησε τον όρο «ομοούσιος», για να διατρανώσει πως ο Υιός είναι της αυτής ουσίας με τον Πατέρα, κατά φύσιν Θεός και φύσει μέτοχος της θείας ουσίας. Καρπός της Συνόδου και η διατύπωση των 7 πρώτων άρθρων του «Συμβόλου της Πίστεως». Η Σύνοδος απεφάσισε ακόμη τον εορτασμό του Πάσχα την πρώτη Κυριακή μετά την πρώτη πανσέληνο της εαρινής ισημερίας και αρνήθηκε την υποχρεωτική αγαμία όλου του κλήρου.


Η Β’ Οικουμενική Σύνοδος έγινε στην Κωνσταντινούπολη το έτος 381 επί αυτοκρατορίας Μεγάλου Θεοδοσίου. Πήραν μέρος 150 Πατέρες, μεταξύ των οποίων και ο Άγιος Μελέτιος Αντιοχείας, ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Νεκτάριος, ενώ ιδιαίτερα διακρίθηκε ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης.


Η συνέχεια εδώ.




ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΕΣ ΣΥΝΟΔΟΙ: Η ΕΚΦΡΑΣΗ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ 



Οι Οικουμενικές Σύνοδοι αποτελούν τις χαρισματικές συνάξεις ολόκληρου του εκκλησιαστικού σώματος που συνεκλήθησαν κατά καιρούς, προκειμένου να δηλωθεί η ενότητά του στην παραδεδομένη πίστη της Εκκλησίας.


Λειτουργούν ως μηχανισμός εξισορρόπησης των διαφορών των τοπικών εκκλησιών σε θέματα κοινωνίας και πίστης αλλά και ως μηχανισμός διακήρυξης της ενότητας και πίστης ολόκληρου του εκκλησιαστικού σώματος και ανάδειξής του σε Καθολική Εκκλησία.


Η συνοδική συνείδηση υπήρξε μια μόνιμη λειτουργία του εκκλησιαστικού σώματος, κορυφαία έκφραση της ήταν η ενεργοποίηση του θεσμού της Οικουμενικής Συνόδου για την αποκατάσταση της αλήθειας και της ορθής πίστης στην Εκκλησία. Η σύγκληση των Οικουμενικών Συνόδων υπήρξε έκτακτο γεγονός στη ζωή της Εκκλησίας και συνδέθηκε με την έγερση κάποιου σοβαρού ζητήματος, που απειλούσε την αυθεντικότητα της Παράδοσης ή την πνευματική αποστολή της Εκκλησίας.


Ο θεσμός της Οικουμενικής Συνόδου υπήρξε για την Εκκλησία το ανώτατο διδακτικό, νομοθετικό, διοικητικό και δικαστικό όργανο της. Βέβαια, η Οικουμενική Σύνοδος δεν αποτελεί μόνιμο θεσμό της Εκκλησίας, όπως είναι οι Τοπικές Σύνοδοι, αλλά περιστασιακό, και συγκαλείται όπως αναφέραμε όταν παρίσταται ανάγκη και δυνατότητα. Γενικά, ο συνοδικός θεσμός συνέβαλε στην ανάπτυξη και διαμόρφωση της διοικητικής και κανονικής δομής της Εκκλησίας.


Οι Οικουμενικές Σύνοδοι θεωρούνται από την Ορθόδοξη Εκκλησία ως ο αυθεντικός ερμηνευτής της Αποστολικής Παράδοσης, αλλά και το μέσο διευθέτησης θεμάτων κανονικού δικαίου και εκκλησιαστικής ευταξίας. Από εκκλησιολογικής απόψεως οι Οικουμενικές Σύνοδοι αποτελούν ύψιστο γεγονός κοινωνίας και ενότητας των τοπικών εκκλησιών σε ολόκληρη την Οικουμένη.


Ασφαλώς κάθε Σύνοδος, είτε τοπική είτε οικουμενική, σημαίνει την παρουσία όλου του πληρώματος της Εκκλησίας, γι’ αυτό και οι αποφάσεις μιας τοπικής Συνόδου αυτονόητα μπορεί να έχουν οικουμενικό χαρακτήρα, πράγμα που σημαίνει ότι αναγνωρίζονται κι από άλλες τοπικές Εκκλησίες και ότι μπορούν να αναγνωριστούν επίσημα από μια Οικουμενική Σύνοδο.


Πρώτη Σύνοδος υπήρξε η Σύνοδος των Αποστόλων. Στην ζωή της Εκκλησίας συνεκλήθησαν επτά Οικουμενικές Σύνοδοι, μεταξύ των ετών 325 και 787. Αιτίες συγκλήσεως ήταν οι κατά καιρούς εμφανιζόμενες αιρέσεις και κακοδοξίες στους κόλπους της Εκκλησίας. Έργο τους ήταν η ακριβής διατύπωση της δογματικής διδασκαλίας της Εκκλησίας και η αυθεντική και αλάθητη ερμηνεία της θείας Αληθείας.


Η συνέχεια εδώ.




ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΛΑΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΛΑΤΑΜΩΝΟΣ κ. ΚΛΗΜΕΝΤΟΣ: «ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΩΝ ΕΠΤΑ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΩΝ ΣΥΝΟΔΩΝ» (2008)


1 σχόλιο: