ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΑ ΑΚΟΙΜΗΤΑ ΚΑΝΔΥΛΙΑ!...
Θαυμαστὴ ἐμφάνιση τῆς χορείας τῶν ΙΒ΄ Ἀποστόλων: Θεραπεία τοῦ Διακόνου Ἱερεμία ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους
Προσοχὴ στὰ ἀκοίμητα κανδήλια!...
Ο πατὴρ Ἱερεμίας, αὐτὸς ποὺ μετέπειτα ἔγινε Ἀρχιερεὺς Βερατίου τῆς Βορείου Ἠπείρου, ὅταν ἦταν Διονυσιάτης Ἱεροδιάκονος, περίπου τὸ ἔτος 1740, προσβλήθηκε ἀπὸ τὴν λοιμώδη νόσο πανώλη καί, γιὰ τὸ εὐμετάδοτο τῆς ἀσθένειας, κρίθηκε εὔλογο νὰ χωρισθεῖ ἀπὸ τὴν Ἀδελφότητα τῆς Μονῆς Διονυσίου.
Ἔτσι, λοιπόν, στάλθηκε νὰ μένει σὲ ἕνα Κάθισμα, δηλαδὴ σὲ μιὰ μοναχικὴ Καλύβη, ἡ ὁποία, φαίνεται ἀπέναντι ἀκριβῶς ἀπὸ τὴν Μονή, ἀπέχοντας ἀπὸ αὐτὴν περίπου ἕνα τέταρτο δρόμο μὲ τὰ πόδια. Αὐτὸ τὸ μοναχικὸ καὶ ἡσυχαστικὸ Κάθισμα, εἶναι τὸ Κάθισμα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων. Ἐκεῖ, λοιπόν, ἔμενε αὐτὸς ὁ Διακο-Ἱερεμίας μαζὶ μὲ ἕναν ἄλλον εὐλαβῆ Γέροντα Μοναχό, ποὺ τὸν εἶχε γιὰ βοηθὸ στὴν δεινὴ ἀρρώστιά του.
Ὅσο περνοῦσε ὁ καιρός, τόσο ἡ κατάσταση τοῦ ἀσθενοῦς, τοῦ Διακο-Ἱερεμία, χειροτέρευε. Ὁ γερο-βοηθὸς Μοναχός, πάλι, καταστεναχωριόταν πολὺ γιατὶ ἔβλεπε μέρα μὲ τὴν μέρα ὁ θάνατος νὰ πλησιάζει ὁλοένα τὸν ἀσθενῆ του. Κάποια μέρα, ἔτσι ὅπως αὐτὸς ἦταν βαριὰ περίλυπος, βλέπει νὰ κατεβαίνουν μέσα ἀπὸ τὸ βουνὸ Δώδεκα Ἄνδρες, οἱ ὁποῖοι, ἀφοῦ πρῶτα τὸν χαιρέτισαν μὲ εὐμένεια, βλέποντας τὸν νὰ εἶναι ἔτσι, σὲ αὐτὴ τὴν ὁλοφάνερη κατήφεια καὶ θλίψη, τὸν ρώτησαν νὰ μάθουν τὴν αἰτία.
Ὁ Γέροντας Μοναχὸς καὶ βοηθὸς τοῦ κατάκοιτου ΔιακοἹερεμία, τοὺς ἔδειξε βαρύθυμα μὲ τὸ χέρι του πρὸς τὸν κλινήρη καὶ ἀνήμπορο Διάκο καὶ τοὺς εἶπε ὅτι, κατὰ πάσα πιθανότητα, μέσα σὲ λίγες μέρες, φεύγει ἀπὸ αὐτὴ τὴν ζωή. Οἱ Δώδεκα Ἐπισκέπτες, ἀφοῦ τὸν παρηγόρησαν, τοῦ εἶπαν: -Δὲν πεθαίνει ὁ Διάκονος! Ἔχε θάρρος, Γέροντα! Καὶ πήγαινε καὶ ἀνάγγειλε αὐτὸ ποὺ ἄκουσες ἀπὸ μᾶς τώρα καὶ στοὺς ὑπόλοιπους Ἀδελφοὺς τοῦ Μοναστηριοῦ, γιὰ νὰ τὸ ξέρουν. Γιά ᾿πες μᾶς μόνο τὸ ἑξῆς:
Γιατί δὲν ἀνάβεις τὰ καντήλια τῆς Ἐκκλησίας, κατὰ τὴν πρέπουσα συνήθεια, καὶ τἄ ᾿χεις ὅλο σβηστά;... Ὁ Γέροντας Μοναχὸς δικαιολογήθηκε καὶ ἔριξε τὴν εὐθύνη στὸν «Δοχειάρη» (Ἀποθηκάριο), ποὺ δὲν τοῦ δίνει λάδι. Τότε τοῦ εἶπαν καὶ αὐτοί: -Πὲς τὸν Δοχειάρη, νὰ μὴ σοῦ στερεῖ τὸ λάδι γιὰ τὰ καντήλια τῆς Ἐκκλησίας, γιὰ μὴ τὸν βρεῖ καὶ αὐτὸν ξαφνικὰ κανένα κακὸ καὶ λυπᾶται μετὰ χωρὶς κανένα ὄφελος!...
Ὁ Γέροντας, ἀκούγοντας τέτοια λόγια ἀπὸ ξένους – ὅπως νόμιζε – ἀνθρώπους, ἔμεινε ἔκθαμβος. Τοῦ ἦρθε μέσα τοῦ ἡ σκέψη νὰ τοὺς ρωτήσει: - Ποιοί εἶστε;… Ἀπὸ ποῦ κατάγεστε;… Ποῦ μένετε;… Αὐτοί, ὅμως, πρόλαβαν τὴν σκέψη του καὶ τοῦ εἶπαν: - Ἐμεῖς εἴμαστε οἱ Κύριοι αὐτοῦ ἐδῶ τοῦ Καθίσματος!... Καὶ ἀφοῦ εἶπαν αὐτὸν τὸν λόγο, προχώρησαν μέσα στὸν χῶρο τοῦ ἱεροῦ Καθίσματος καὶ μπῆκαν μέσα στὴν Ἐκκλησία.
Ὁ γερο-Μοναχός, εὑρισκόμενος σὲ μεγάλη ἔκπληξη γιὰ τὰ ὅσα ἔβλεπε καὶ ἄκουγε, πάει στὸν ἄρρωστο Διάκονο νὰ δεῖ τὶ κάνει, ἀλλὰ καὶ συνάμα γιὰ νὰ τὸν παρηγορήσει μὲ ὅλα αὐτὰ ποὺ ἄκουσε. Καί, ὦ, τοῦ θαύματος! Αὐτὸν πού, πρὶν ἀπὸ λίγο τὸν εἶχε ἀφήσει μισοπεθαμένο, τώρα τὸν βρῆκε νὰ κάθεται χαρούμενο πάνω στὸ κρεβάτι του!
Ὁ Διάκος ἄρχισε νὰ εἶναι πολὺ καλύτερα στὴν ὑγεία του ἀμέσως μετὰ τὴν ἀπροσδόκητη ἐπίσκεψη αὐτῶν τῶν παράδοξων καὶ ἄγνωστων Δώδεκα Ἀνδρῶν, οἱ ὁποῖοι, ἀφοῦ τὸν παρηγόρησαν καὶ τὸν εὐλόγησαν, κατευθύνθηκαν πρὸς τὴν Ἐκκλησία τοῦ Καθίσματος καὶ μέσα ἀπὸ ἐκεῖ, μετά, ἔγιναν ὅλοι τοὺς ἄφαντοι!...
Τότε, λοιπόν, ὁ γέρων Μοναχός, ὁ βοηθὸς τοῦ πρὶν ἀσθενοῦς Διακόνου, ἐννόησε καὶ κατάλαβε, ὅτι οἱ ἐπισκέπτες ποὺ συνομίλησαν μαζί του, ἦταν οἱ Δώδεκα τοῦ Κυρίου Ἅγιοι Ἀπόστολοι. Καταχαρούμενος, ἔτρεξε καὶ ἀνήγγειλε αὐτὸ τὸ θαυματούργημα σὲ ὅλους τοὺς Ἀδελφοὺς τῆς Μονῆς Διονυσίου. Ἰδιαίτερα μάλιστα, στὸν τσιγγούνη καὶ φειδωλὸ Δοχειάρη, γιὰ νὰ τοῦ παρέχει ἀπὸ ἐδῶ καὶ στὸ ἑξῆς λάδι γιὰ νὰ ἀνάβει τὶς καντῆλες.
Ταυτόχρονα, δὲν παρέλειψε νὰ τοῦ ἀναφέρει καὶ τὴν ἀποστολικὴ προειδοποίηση, γιὰ τὴν περίπτωση ποὺ αὐτὸς ἀρνηθεῖ ἀκόμη καὶ τώρα νὰ τοῦ δώσει λάδι. Ὅλοι μαζὶ οἱ Πατέρες ἐδόξασαν τὸν Θεὸ γιὰ τὸ ἔλεος ποὺ ἔδειξε πρὸς τὸν δοῦλό Του, μέσῳ τῶν ἁγίων, ἐνδόξων καὶ πανευφήμων Δώδεκα Ἀποστόλων Του.
Ἡ μεγάλη πρεσβεία καὶ Χάρη τους, ἂς συνοδεύουν αἰσθαντικὰ τὴν ζωὴ καὶ τὸν ἀγῶνα ὅλων μας, συντρέχοντας καὶ βοηθώντας μας, στὶς διάφορες καὶ ποικίλες ἀνάγκες τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος. Ἀμήν!
(*) Λαζάρου Μοναχοῦ Διονυσιάτου, Διονυσιάτικαι Διηγήσεις, Κεφ. 52ο, σελ. 142-143, ἀποδόσις στὰ νεοελληνικά. Ἔκδοσις Ἱερᾶς Μονῆς Διονυσίου, Ἅγιον Ὄρος 1988. Αναδημοσίευση εκ του ιστοτόπου της Ιεράς Μητρόπολης Ωρωπού και Φυλής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου