Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου 2022

ΟΣΙΟΣ ΣΤΑΡΕΤΣ ΒΑΡΣΑΝΟΥΦΡΙΟΣ ΤΗΣ ΟΠΤΙΝΑ

 




Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο του Πέτρου Μπότση
«Πατερικό της Όπτινα»,
β' έκδοση, Αθήνα 2006, σελ. 133 - 134 -139.
<<Στο βιβλίο αυτό, το <<Πατερικό της Όπτινα>>, καταχωρήσαμε όσα στοιχεία διασώθηκαν, εκείνα που εμείς μπορέσαμε να βρούμε από τους βίους και τα κατορθώματα των οσίων εκείνων πατέρων. Η ύλη κατανεμήθηκε σε τέσσερα κεφάλαια ως εξής:
Στο Α' κεφάλαιο αναφερόμαστε στην ιστορία της Όπτινα και το θεσμό των γερόντων, όπως εγκαθιδρύθηκε στο μοναστήρι και τη σκήτη. Στο Β' κεφάλαιο παραθέτουμε τις βιογραφίες των δεκατεσσάρων στάρετς που έχουν ήδη ανακηρυχτεί άγιοι. Μολονότι, όπως προαναφέραμε, οι βιογραφίες των έξι από τους οσίους αυτούς έχουν κυκλοφορήσει ήδη στην ελληνική, τους συμπεριλάβαμε κι εκείνους με σύντομες περιλήψεις των βίων τους, γιατί φρονούμε πως χωρίς αυτούς δε θά' ταν ολοκληρωμένο το <<Πατερικό>>.
Η σειρά με την οποία κατατάσσονται στο βιβλίο όλοι οι όσιοι, είναι χρονολογική κι όχι αξιολογική, αναφέρονται δηλαδή με τη σειρά προσέλευσης και διαμονής τους στο μοναστήρι. Θα πρέπει επίσης να σημειώσουμε πως, εκτός από τα βιβλία των έξι στάρετς που ήδη κυκλοφορούν στην ελληνική, για τους περισσότερους υπάρχουν πλήρεις και λεπτομερείς βιογραφίες (στη ρωσική ή στην αγγλική γλώσσα). Οι ανάγκες όμως κι ο σκοπός του βιβλίου αυτού μας περιορίζει στη σύντομη παρουσίασή τους. Στο ίδιο κεφάλαιο, σε παράρτημα, έχουμε παραθέσει τις σύντομες βιογραφίες πέντε άλλων οσίων στάρετς, των οποίων η αγιότητα δεν έχει ακόμα αναγνωριστεί από την Εκκλησία. Στο Γ' κεφάλαιο υπάρχουν οι βιογραφίες 19 οσίων και γερόντων που σχετίζονταν άμεσα με το μοναστήρι και τους γέροντες της Όπτινα.
Οι γέροντες αυτοί είτε προέρχονταν άμεσα από την Όπτινα κι αναγκάστηκαν για διάφορους λόγους ν' απομακρυνθούν απ' αυτήν, είτε ζούσαν σε κοντινά μοναστήρια κάτω από την απόλυτη καθοδήγηση των γερόντων. Αν και μερικές από τις βιογραφίες αυτές είναι πολύ σύντομες, θα συναντήσει κανείς περιστατικά θαυμαστά, γεμάτα δύναμη σημαντική. Στο Δ' Κεφάλαιο τέλος θεωρήσαμε σκόπιμο να παρουσιάσουμε έξι από τους σπουδαιότερους συγγραφείς που επηρεάστηκαν άμεσα από τους γέροντες της Όπτινα (Γκόγκολ, Ντοστογιέφσκυ, Τολστόϊ κλπ.). Αναφερόμαστε με συντομία στα βιογραφικά τους στοιχεία και δώσαμε περισσότερο χώρο και έμφαση στην παρουσίαση των περιστατικών εκείνων που φανερώνουν την καταλυτική σε πολλές περιπτώσεις επίδραση που είχε πάνω τους η συνάντηση κι η συναναστροφή τους με τους γέροντες.
Σε πολλούς από τους βίους των στάρετς ίσως να μη συναντήσει κανείς τη σοφία του κόσμου τούτου. Θα συναντήσει όμως, ακόμα και στην πιο σύντομη βιογραφία, την αύρα του Αγίου Πνεύματος, μια σοφία θεϊκή. Η χάρη του Θεού είναι ολοφάνερη και στους απλοϊκότερους των μοναχών, σ' αυτούς ίσως περισσότερο, γιατί <<τα μωρά του κόσμου εξελέξατο ο Θεός ίνα τους σοφούς καταισχύνη>>. Το μοναστήρι της Όπτινα για έναν αιώνα, από το 1821 που επανιδρύθηκε ως το 1923 που το έκλεισαν οι μπολσεβίκοι, αναδείχτηκε σε ορμητήριο αναβάσεων πνευματικών. Με την επιρροή των μεγάλων μορφών των στάρετς, αυτών των ανυπέρβλητων καθοδηγητών των ψυχών, η Όπτινα έγινε φυτώριο αγίων, τόπος παραμυθίας, προσευχής και αγιότητας. Και όπως λέει ο Γκόγκολ, επίδρασή της δεν περιορίστηκε μόνο στους μοναχούς κι όσους εργάζονταν στο μοναστήρι και τη σκήτη.
Όλη η γύρω περιοχή είχε υποστεί την αγαθή επιρροή του σπουδαίου αυτού μοναστηριού. Είναι ευχάριστο και πολύ παρήγορο το γεγονός ότι στις μέρες μας, μετά από μερικές δεκαετίες σκληρής δοκιμασίας και ερήμωσης, στην Όπτινα άρχισαν πάλι να καλλιεργούνται τα θαυμαστά άνθη της ερήμου. Οι μοναχοί που ζουν σήμερα εκεί και που αγγίζουν ήδη τους εκατό, επιθυμούν κι ελπίζουν, όπως και όλοι μας, ν' αποκτήσει ξανά το άγιο αυτό μοναστήρι την παλιά της πνευματική δόξα και λαμπρότητα. Ν' αναστηθούν ξανά αναστήματα του μεγέθους των οσίων αυτών πατέρων, για να οικοδομήσουν τώρα την πίστη και την ευλάβεια στο δοκιμασμένο και βασανισμένο λαό>>.
Πέτρος Μπότσης - Ιανουάριος 2002.
(Απόσπασμα εκ του προλόγου).
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ».






ΠΕΤΡΟΥ ΜΠΟΤΣΗ: ΠΑΤΕΡΙΚΟ ΤΗΣ ΟΠΤΙΝΑ



(Μέρος 6ον)



ΟΙ ΟΣΙΟΙ ΓΕΡΟΝΤΕΣ ΤΗΣ ΟΠΤΙΝΑ




9. Όσιος στάρετς Βαρσανούφριος



Ο στάρετς Βαρσανούφριος γεννήθηκε στις 5 Ιουλίου 1845 στο Όρενμπουργκ. Καταγόταν από Κοζάκους γονείς και το κοσμικό του όνομα ήταν Παύλος Ιβάνοβιτς Πλεχάνωφ. Σπούδασε στη στρατιωτική σχολή του Πολότσκ και στη συνέχεια αποφοίτησε από τη στρατιωτική Ακαδημία του Όρενμπουργκ.


Μετά έγινε αξιωματικός του τσαρικού στρατού κι έφτασε ίσαμε το βαθμό του συνταγματάρχη. Κάποτε αρρώστησε από μιαν απλή πνευμονία, που όμως παρά λίγο να τον οδηγήσει στο θάνατο.


Την ώρα που κατ' εντολή του ένας στρΑτιώτης του διάβαζε το ευαγγέλιο, έχασε τις αισθήσεις του. Και τότε είδε ξαφνικά ν' ανοίγει ο ουρανός. Από το δυνατό φως και το φόβο του ταράχτηκε πολύ.


Σε μια στιγμή συνειδητοποίησε το παρελθόν του, την αμαρτωλή ζωή του κι ένιωσε έντονη τη διάθεση για μετάνοια. Και μέσα σ' αυτήν την έκσταση άκουσε μια φωνή να του λέει: <<Να πας στην Όπτινα>>.


Μ' όλο που οι γιατροί του ήταν απαισιόδοξοι για την έκβαση της υγείας του, ο συνταγματάρχης Παύλος Πλεχάνωφ έγινε καλά και πήρε τον δρόμο για την Όπτινα. Εκεί συνάντησε το στάρετς Αμβρόσιο, ο οποίος του έδωσε εντολή να γυρίσει πρώτα για να τακτοποιήσει τις εκρεμότητές του και μετά να πάει στο μοναστήρι.


Του έδωσε όμως προθεσμία τρεις μήνες. Αν καθυστερούσε περισσότερο, η ψυχική του βλάβη θα ήταν μεγάλη. Ο Παύλος γύρισε στην Πετρούπολη, αλλά τα εμπόδια που συνάντησε ήταν μεγάλα.


Πρώρα πρώτα του πρόσφεραν προαγωγή σε στρατηγό. Μετά του βρήκαν μια θαυμάσια σύζυγο, έπειτα ο περίγυρος άρχισε να του φέρνει εμπόδια και να προσπαθεί να τον μεταπείσει.


Με δυσκολία κατόρθωσε ο Παύλος να ρυθμίσει τις εκκρεμότητές του και να φτάσει στην Όπτινα την τελευταία μέρα της τρίμηνης προθεσμίας του, για να βρει όμως το στάρετς Αμβρόσιο μέσα στο ναό, στο φέρετρό του.


Ο ηγούμενος π. Ανατόλιος τον παρέδωσε στην υποταγή του στάρετς Νεκταρίου. Κοντά του ο δόκιμος Παύλος πέρασε όλα τα στάδια της μοναχικής υπακοής, έγινε μοναχός με το όνομα Βαρσανούφριος και χειροτονήθηκε ιερομόναχος. (...)


Πολλά από τα πνευματικά του παιδιά τον ευλαβούνταν ιδιαίτερα, δεν έλειψαν όμως και κείνοι που δεν τους άρεσε αυτή η πνευματική δραστηριότητα. Ο στάρετς αντιμετώπισε πολλές δυσκολίες και πειρασμούς, ιδιαίτερα μετά την κοίμηση του προηγούμενου προισταμένου της σκήτης, του στάρετς Ιωσήφ.


Από το 1909 ο στάρετς Βαρσανούφριος αρρώσταινε όλο και πιο συχνά. Κι ακόμα συχνότερα άρχισε να μιλάει για το θάνατό του που πλησίαζε. Γύρω στον Απρίλιο του ίδιου χρόνου ο π. Αλέξιος ο πορτάρης τού' φερε ένα δέμα που του είχε στείλει μια μοναχή.


Τί είχε μέσα; Ένα μεγάλο σχήμα των μοναχών. Ο στάρετς ποθούσε από καιρό να γίνει μεγαλόσχημος. Αυτό όμως το λογάριασε σημαδιακό. -Αυτό είναι ένδειξη ότι το τέλος μου είναι κοντά, είπε.


Προς το τέλος του 1909 ο στάρετς άρχισε να πηγαίνει όλο και πιο αραιά στο ναό για τις αγρυπνίες και τις πρωινές ακολουθίες. Δεν μπορούσε να πηγαίνει ούτε και στις μεγάλες γιορτές των Εισοδίων της Θεοτόκου (που πανηγύριζε και το μοναστήρι), της Γέννησης του Χριστού ή των Θεοφανείων.


Σ' αυτές τις περιπτώσεις οι ακολουθίες γίνονταν στο κελλί του. Ο στάρετς έλεγε τις εκφωνήσεις κι οι μοναχοί διάβαζαν κι έψαλλαν. Όσο περνούσε ο καιρός όμως γινόταν και πιο αδύναμος.


Το βράδυ της 11ης Ιουλίου ο π. Βαρσανούφριος έλαβε το μεγάλο και αγγελικό σχήμα. Τον ανέλαβε ως πνευματικός πατέρας ο π. Νεκτάριος, ένας ιερομόναχος της σκήτης. Εκείνη την εποχή στην Όπτινα τα πράγματα δεν προμηνύονταν καλά.


Μια μεγάλη καταστροφή έμοιαζε να πλησιάζει. Στο μοναστήρι εμφανίστηκαν κάποιοι νέοι μοναχοί που προέρχονταν από ένα μάλλον πνευματικά χαλαρό περιβάλλον.


Ήθελαν να κάνουν αλλαγές στο μοναστήρι και να κλείσουν τη σκήτη, γι' αυτό κι επιδιώκανε να καταλάβουν κυρίαρχες θέσεις.


Η υπόθεση έμοιαζε να παίρνει διαστάσεις ανοιχτής ρήξης με τους παλιούς γέροντες. Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν ν' απομακρυνθεί ο στάρετς Βαρσανούφριος από την Όπτινα και να πάει στη μονή Γκολουτβίνσκυ, όπου τον διόρισαν ηγούμενο.


Το μοναστήρι αυτό εκείνη την εποχή ήταν εγκαταλειμμένο τόσο εξωτερικά, όσο κι εσωτερικά, σε ό,τι δηλαδή είχε σχέση με την εσωτερική ζωή των μοναχών. Ο στάρετς παρά την ηλικία του, την αρρώστια του


αλλά και τη μεγάλη του πικρία που απομακρύνθηκε από την Όπτινα, μάζεψε όσες δυνάμεις του είχαν απομείνει και με μια ενεργητικότητα που τον χαρακτήριζε μεν, αλλά ήταν αφύσικη για τις συνθήκες με τις οποίες ανέλαβε την ευθύνη του μοναστηριού, έβαλε τα πράγματα σε μια τάξη.


Σύντομα το μοναστήρι άρχισε να ορθοποδεί και ν' ανθίζει. Πόροι όμως δεν υπήρχαν. Στη γύρω περιοχή άρχισε να διαδίδεται πως στο Γκολουτβίνσκυ ήρθε ένας γέροντας από την Όπτινα κι οι προσκυνητές έφταναν εκεί ο ένας μετά τον άλλον.


Τα έσοδα του μοναστηριού αυξήθηκαν. Ανάμεσα στους προσκυνητές ήταν και καλοστεκούμενοι άνθρωποι που δώριζαν στο μοναστήρι μεγάλα ποσά. Σ' ένα χρόνο το μοναστήρι ανακαινίστηκε, η τράπεζα ξαναχτίστηκε.


Μ' όλες του τις αρρώστιες και τις στενοχώριες ο στάρετς βρήκε τη δύναμη να παρουσιάσει ένα πολύ μεγάλο έργο σ' ελάχιστο χρόνο. Όλοι αυτοί οι αγώνες όμως κλόνισαν ακόμα περισσότερο την υγεία του.


Στις αρχές του 1913 ξανάκανε την εμφάνισή της η παλιά του αρρώστια. Υπόφερε πολύ κι έπεσε στο κρεβάτι. Ένα μήνα πριν από την κοίμησή του αρνήθηκε κάθε ιατρική βοήθεια. -Είμαι στο σταυρό, έλεγε... Αφήστε με καλύτερα...


Βλέποντας το θάνατο να πλησιάζει με γοργά βήματα, έγραψε με το εξασθενημένο του χέρι ένα γράμμα στον π. Θεοδόσιο, που τον είχε διαδεχτεί ως προιστάμενος της σκήτης.


<<Στις θλιβερές ώρες που περνάω με τις διάφορες δυσκολίες που συναντώ εδώ, έγραφε ανάμεσα στ' άλλα, με τη σκέψη μου ταξιδεύω στην αγαπημένη μου Όπτινα, στη σκήτη. ...Ίσως ο Θεός επιτρέψει επιτρέψει νά' ρθω εκεί και να προετοιμαστώ για την αναχώρησή μου που εγγίζει. Αποφάσισα να περιμένω μήπως δω κάποιο σημείο από το Θεό...>>.


Η καρδιά του ήταν στην Όπτινα και δεν ήθελε τίποτ' άλλο, παρά να πεθάνει εκεί. Φαίνεται όμως πως δεν ήταν θέλημα Θεού να κοιμηθεί στην Όπτινα. Άφησε την τελευταία του πνοή στο Γκολουτβίνσκυ, την 1η Απριλίου 1913.


Ως το τέλος του είχε διαύγεια πνευματική. Προσευχόταν συνέχεια στον Χριστό και την Παναγία κι επικαλούνταν πολλούς αγίους, τους οποίους ευλαβούταν ιδιαίτερα, καθώς και τους γέροντες της Όπτινα που είχαν ήδη κοιμηθεί.


Τα τελευταία του λόγια ήταν για τον παράδεισο. Το σώμα του, καλυμμένο με το μεγάλο και αγγελικό σχήμα, τοποθετήθηκε στην εκκλησία του Γκολουτβίνσκυ, όπου έμεινε ως τις 6 Απριλίου, Σάββατο του Λαζάρου.


Την ημέρα εκείνη ο επίσκοπος Τρύφων λειτούργησε κι εκφώνησε μια εμπνευσμένη και ζεστή ομιλία, λέγοντας ανάμεσα στ' άλλα απευθυνόμενος, στο νεκρό:


<<Ήξερες μόνο ν' αγαπάς, μόνο νά' σαι καλός, παρ' όλη τη θάλασσα του μίσους και των συκοφαντιών που έπεσε επάνω σου. Όλα τα δεχόσουν με υπομονή, όπως ο Ιώβ. Είμαι ο ίδιος μάρτυρας και το επιβεβαιώνω πως λόγος κατάκρισης δεν ακούστηκε από σένα για κανέναν...


Σαν ποιμενάρχης γνωρίζω τί σημαίνουν τέτοιοι γέροντες για μας. Οι συμβουλές του ήταν πολύτιμες, γιατί τη μόρφωσή του τη συμπλήρωσε με την εμπειρία και το ύψος της μοναχικής ζωής...>>.


Το σώμα του, με εντολή της Ιεράς Συνόδου, μεταφέρθηκε μετά με ειδικό τρόπο μέχρι το Κόζελσκ, κι από κει τον κουβάλησαν κληρικοί στην Όπτινα στα χέρια τους. Στις 9 Απριλίου, Μεγάλη Τρίτη, έγινε η κηδεία κι η ταφή του στη σκήτη, παρουσία 21 ιερομονάχων, 4 διακόνων και πλήθους κόσμου. 



Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο του Πέτρου Μπότση:
<<Πατερικό της Όπτινα>>, β' έκδοση,
Αθήνα 2006, σελ. 133 - 134 - 139.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου