Η ΑΥΤΟΣΧΕΔΙΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΕΝΟΣ ΗΛΙΚΙΩΜΕΝΟΥ ΔΑΣΚΑΛΟΥ
Στὰ χρόνια ποὺ ζήσαμε στὴν Ἀμερική, κάποια Χριστούγεννα, βρεθήκαμε προσκεκλημένοι στὸ ἑορταστικὸ τραπέζι ποὺ εἶχαν ὀργανώσει τὰ μέλη ἑνὸς Συλλόγου Συνταξιούχων Ἐκπαιδευτικῶν.
Ἐπειδὴ τὸ Ἐντευκτήριό τους στεγαζόταν στὴν πολυκατοικία ὅπου μέναμε κι ἐμεῖς, εἴχαμε γνωριστεῖ μὲ πολλοὺς ἀπὸ τοὺς συμπαθεῖς αὐτοὺς ἡλικιωμένους γείτονες. Πρὶν ἀρχίσει τὸ γεῦμα, μία, σχετικὰ νεώτερη,
δασκάλα εἶπε τὴν προσευχὴ ποὺ εἶχε γράψει γι᾿̓ αὐτὴν εἰδικὰ τὴν ἡμέρα, καὶ στὴν ὁποία εἶχε δώσει ἰδιαίτερη ἔμφαση στὴν ἔννοια τῆς ἀλληλεγγύης καὶ τῆς ἔγνοιας γιὰ τὸν διπλανό, ποὺ δικαιώνουν, ὅπως εἶπε, τὴν ἐνσάρκωση καὶ τὴν Γέννηση στὴ γῆ τοῦ Θεοῦ τῆς Ἀγάπης.
Εἶχε, ὅμως, καὶ μία ἰδιαίτερη ἀναφορὰ στὴ χαρὰ τοῦ ὅτι «παρευρίσκονταν στὸ γιορταστικό τους τραπέζι καὶ μιὰ ἀγαπητὴ οἰκογένεια ἀδελφῶν χριστιανῶν ἀπὸ ξένη πατρίδα». Ὅταν ἡ προσευχὴ ὁλοκληρώθηκε, ἕνας πολὺ σεβάσμιος κύριος ζήτησε τὴν ἄδεια νὰ πεῖ κι αὐτὸς μία, «κάπως ἀσυνήθιστη», ὅπως μᾶς εἶπε, προσευχή.
Τὴν εἶχε αὐτοσχεδιάσει τὴν προηγούμενη νύχτα, καθὼς ἀναλογιζόταν ὅτι, σὲ λίγες μέρες, μὲ τὴν ἀλλαγὴ τοῦ χρόνου, θὰ συμπλήρωνε ἤδη τὴν ὄγδοη δεκαετία τῆς ζωῆς του. Τὸ αἴτημά του ἔγινε δεκτὸ μὲ ἐνθουσιασμό. Ὅπως καταλάβαμε, ἦταν γνωστὸς στὴν ὁμήγυρη γιὰ τὶς σώφρονες, ἀλλὰ καὶ χαριτωμένες σκέψεις του.
Ὁ γεραρὸς δάσκαλος ἄρχισε χαμογελαστός, μὲ σταθερὴ καὶ μειλίχια φωνή, τὴν ἀσυνήθιστη προσευχή του, ἡ ὁποία ἔλεγε, περίπου τὰ ἑξῆς: 2 «Θεὲ τῆς Ἀγάπης, ποὺ σὰν σήμερα γεννήθηκες στὴ Γῆ, ξέρω πὼς μ᾿ ἀγαπᾶς, ὅπως κι Ἐσὺ ξέρεις καλὰ πὼς γερνάω καὶ πώς, κάποια μέρα, ὄχι πολὺ μακρινή, θὰ εἶμαι στ᾿ ἀλήθεια... γέρος.
Γι᾿ αὐτό, πολὺ Σὲ παρακαλῶ, Ἐσὺ ποὺ σκορπᾶς τόσο ἁπλόχερα τὴν ἀγάπη Σου σ᾿̓ ἐμᾶς τὰ παιδιά Σου, ἄκουσε σήμερα τὴν προσευχή μου. - Φύλαξέ με ἀπὸ τὴ θανάσιμη συνήθεια τοῦ νὰ πιστεύω ὅτι πρέπει νὰ ἔχω πάντα γνώμη γιὰ ὅλα καὶ πρέπει νὰ τὴν ἐκφράζω δυνατά, σὲ κάθε εὐκαιρία.
-Ἀπάλλαξέ με ἀπὸ τὴν ἀκαταμάχητη ἐπιθυμία μου νὰ βάζω σὲ τάξη τὶς ὑποθέσεις ὅλων τῶν γύρω μου. - Κάνε νὰ εἶμαι σκεπτόμενος καὶ σώφρων, ἀλλὰ ὄχι κατσούφης καὶ γκρινιάρης, εὐχάριστος ἀλλὰ ὄχι ἀνόητος.
Νὰ βοηθῶ μὲ τὴν κρίση μου, ὅταν μοῦ τὸ ζητοῦν, ἀλλὰ χωρὶς νὰ δογματίζω. Ἔχοντας ἀποκτήσει, μὲ τὴ Χάρη Σου Θεέ μου, τόσα ἀποθέματα σοφίας, συχνὰ μοῦ φαίνεται πὼς εἶναι πολὺ κρίμα νὰ τὰ ἀφήνω ἔτσι ἀχρησιμοποίητα. Ἀλλὰ νά..., ξέρεις Θεέ μου, θὰ ἤθελα νὰ μοῦ ἀπομείνουν στὸ τέλος καὶ μερικοὶ φίλοι.
-Κράτησε τὸ μυαλό μου ἐλεύθερο ἀπὸ τὴν τάση γιὰ ἐπανάληψη ἀτέλειωτων καὶ ἀσήμαντων λεπτομερειῶν καὶ κάνε νὰ ὁλοκληρώνω τὶς διηγήσεις μου, χωρὶς ἄχρηστες παρενθέσεις. -Κράτησε τὰ χείλη μου σφραγισμένα σὲ ὅ,τι ἔχει σχέση μὲ τοὺς πόνους ἀπὸ τὰ ἀρθριτικά μου, μὲ τὴ χοληστερίνη μου, τὸ ζάχαρο καὶ τὰ σκαμπανεβάσματα τῆς πίεσής μου. Αἰσθάνομαι ὅτι, μὲ τὰ χρόνια, ὅλα αὐτὰ αὐξάνονται.
Ἀλλά, κάπως, σὰν νὰ μοῦ φαίνεται πὼς καὶ ἡ εὐχαρίστηση ἀπὸ τὴν ἐξιστόρησή τους γίνεται κι αὐτή, μὲ τὰ χρόνια, μεγαλύτερη καὶ γλυκύτερη. Συγχρόνως, ὅμως, δῶσε μου καὶ τὴν ὑπομονὴ νὰ ἀντέχω νὰ ἀκούω τὶς ἀτέλειωτες σχετικὲς διηγήσεις τῶν ἄλλων γύρω μου.
-Δὲν τολμῶ, Θεέ μου, νὰ Σοῦ ζητήσω νὰ βελτιωθεῖ ἡ μνήμη μου, ποὺ γερνάει κι αὐτὴ μαζί μου. Ἀλλά, τουλάχιστον, κάνε νὰ αὐξηθεῖ ἡ ταπεινοφροσύνη μου γιὰ νὰ ἐλέγχω τὴν ἐριστικὴ βεβαιότητα ποὺ συχνὰ μὲ παρασύρει στὸ νὰ ἐπιμένω, ὅταν διαπιστώνω ὅτι ἡ δική μου μνήμη συγκρούεται μὲ τὴ μνήμη τῶν ἄλλων.
Καί, Σὲ παρακαλῶ, ψιθύριζέ μου κατὰ καιρούς, στὸ αὐτί μου ὅμως, ὅτι μπορεῖ καὶ νὰ ἔχω κάνει λάθος. - Δῶσε μου, τέλος, Θεέ μου τὴν εὐλογημένη ἱκανότητα νὰ χαίρομαι μὲ τὶς μικρὲς χαρὲς ποὺ μοῦ στέλνεις. Καὶ νὰ διαπιστώνω ὅτι συμβαίνουν καὶ καλὰ πράγματα γύρω μου, σὲ ἀνύποπτους τόπους καὶ χώρους.
-Ὅπως, ἐπίσης, Σὲ παρακαλῶ, χάρισε στὴν ὅρασή μου τὴν ἐπιλεκτικὴ ἱκανότητα νὰ μὴ βλέπει στοὺς ἀνθρώπους ποὺ κυκλοφοροῦν γύρω μου ἐλαττώματα, ἀλλὰ νὰ ξεχωρίζει πολλὰ καὶ ἀπρόσμενα χαρίσματα.
Καί, πρὸ παντὸς Θεέ μου, ἀξίωσέ με νὰ θέλω καὶ νὰ μπορῶ, μὲ τὴ χάρη Σου, νὰ τὸ παραδέχομαι καὶ νὰ τοὺς τὸ ἐκφράζω δυνατά. Γιὰ ὅλα αὐτά, θὰ ἔχεις τὴν δική μου ἰσόβια εὐγνωμοσύνη Χριστέ μου, Θεὲ τῆς Ἀγάπης.
Πιστεύω, ὅμως, πραγματικά, ὅτι θὰ σὲ εὐχαριστοῦν καὶ ὅσοι συμβαίνει νὰ ζοῦνε γύρω μου».
Εὐχαριστῶ καὶ Καλὰ Χριστούγεννα σὲ ὅλους σας, εἶπε καὶ κάθησε. Τὸ ἀκροατήριο, μὲ πολλὰ χαμόγελα, ξέσπασε σὲ χειροκροτήματα.
Ὡστόσο, θυμᾶμαι καλὰ ὅτι εἴδαμε καὶ μερικὰ λευκὰ κεφάλια νὰ σκύβουν προβληματισμένα. Ἔχουν περάσει χρόνια ἀπὸ τότε. Ὅμως, κάθε Χριστούγεννα, ὅταν καθόμαστε στὸ τραπέζι καὶ κάνουμε τὴν προσευχή μας, ἀπρόσκλητες ἀλλὰ καλόδεχτες, ξανάρχονται στὸ νοῦ μας κάποιες φράσεις ἀπὸ ἐκείνη τήν, γεμάτη σοφία, αὐτοσχέδια προσευχὴ τοῦ γηραιοῦ δασκάλου.
(*) Περιοδ. «Σύνδεσμος» Καλαμάτας, ἀριθμ. 484/Δεκέμβριος 2013, σελ. 266- 267. Τῆς Μερόπης Ν. Σπυροπούλου, Ὁμ. Καθηγήτριας Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν. Ἐπιμέλ. ἡμετ. Αναδημοσίευση εκ του ιστοτόπου της Ιεράς Μητρόπολης Ωρωπού και Φυλής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου