ΒΛΑΣΦΗΜΕΣ ΚΑΙ ΑΙΡΕΤΙΚΕΣ «ΕΙΚΟΝΕΣ»: ΜΙΑ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΣΤΟΥΣ ΚΟΛΠΟΥΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
[...]Συνεχίζουμε μὲ τὴν παρουσίαση τῆς αἱρετικῆς καὶ βλάσφημης «εἰκόνας» τῆς Ἁγίας Οἰκογένειας, ποὺ τὰ τελευταῖα χρόνια ἔχει λάβει εὐρεῖα διάδοση, δυστυχῶς καὶ στὸν Ὀρθόδοξο χῶρο. Πρόκειται γιὰ μιὰ «εἰκόνα», τῆς ὁποίας οἱ ἀπαρχὲς ἐντοπίζονται στὴν Δύση καὶ στὴν ὁποία παρουσιάζονται κατὰ κανόνα ἐναγκαλιζόμενες μιὰ γυναικεία μορφή, μιὰ ἀνδρικὴ νέου συνήθως ἄντρα καὶ μεταξὺ αὐτῶν ἕνα παιδί. Σὲ ἄλλες οἱ ἐναγκαλιζόμενοι βρίσκονται σὲ περισσότερο οἰκεία στάση μὲ τὸ παιδὶ νὰ τίθεται παραπλεύρως στὴν ἀγκαλιὰ τῆς μητέρας του.
Αὐτὴ ἡ παράσταση μὲ ὅλα τὰ συνειρμικὰ μηνύματα, τὰ ὁποῖα φέρει, ὑποτίθεται ὅτι παριστάνει τὴν Θεοτόκο, τὸν Μνήστορα Ἰωσὴφ καὶ τὸν μικρὸ Ἰησοῦ. Στὰ μάτια ἑνὸς ἄπιστου ἢ ἑνὸς μικροῦ παιδιοῦ πρόκειται γιὰ τὴν εἰκόνα μιᾶς εὐτυχισμένης, συνηθισμένης οἰκογένειας, ὅπου ὁ Ἰωσὴφ παρουσιάζεται ὡς ὁ φυσικὸς πατέρας τῆς Ἁγίας Οἰκογένειας. Μία τέτοια ἀπεικόνιση ἀντίκειται πρωτίστως στὰ διδάγματα τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἀλλὰ καὶ στὴν Διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων γιὰ τὴν Ἀειπαρθενία τῆς Θεοτόκου καὶ τῆν σημασία της. Ἡ Ἁγία Γραφὴ τονίζει μὲ ἔμφαση τὴν μοναδικότητα τῆς σχέσης τῆς Παρθένου Θεοτόκου καὶ τοῦ Υἱοῦ της, ὁ Ὁποῖος διὰ τῆς ἐπισκίασης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἔλαβε ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἀνθρώπινη φύση.
Ὁ Χριστὸς στὰ Εὐαγγέλια ὀνομάζεται «Υἱὸς Αὐτῆς», μόνης δηλαδὴ τῆς Παρθένου ἐνῶ συχνὰ ἐπαναλαμβάνεται καὶ ἡ φράση «τὸ παιδίον καὶ Μαρία ἡ μήτηρ αὐτοῦ»8. Ταυτόχρονα, εἶναι σαφῆς ἡ θέση τῆς Ἐκκλησίας μας ὅτι ἡ παρθενική, ἄσπορος, ἄνευ ἀνδρὸς σύλληψη τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὴν Παναγία, καθὼς καὶ ἡ πρὸ Τόκου, ἡ ἐν Τόκῳ καὶ μετὰ Τόκον Παρθενία Αὐτῆς, ἀποτελεῖ ἀπόδειξη τῆς Θεότητας τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ μεγαλόφωνος Προφήτης Ἡσαΐας ἀναφέρει τὰ ἑξῆς: «Ἰδοὺ ἡ Παρθένος ἐν γαστρὶ λήψεται καὶ τέξεται Υἱὸν καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ», τονίζοντας ἀκριβῶς τὸν παρθενικὸ Τόκο ὡς Σημεῖο, θαυμαστὴ ἔνδειξη δηλαδὴ τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ στὴν ἀνθρωπότητα. Ἐμμανουὴλ στὰ ἑβραϊκὰ σημαίνει «μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεὸς» ἐπειδὴ ἀκριβῶς δὲν μεσολάβησε συμμετοχὴ ἀνδρὸς στὴν ἐγκυμοσύνη, ἀλλιῶς δὲ θὰ ἦταν, ἀλλὰ ὁ τετριμμένος καὶ κοινὸς τρόπος τῆς δημιουργίας κάθε ἀνθρώπου9.
Συνεπῶς, γίνεται ἀντιληπτὸ τὸ πόση ζημιὰ στὴν συνείδηση τῶν ἁπλῶν Πιστῶν, σχετικὰ μὲ τὴν Θεότητα τοῦ Χριστοῦ προκαλεῖ ἡ εἰκαστικὴ ἀμφισβήτηση τῆς Ἀει-Παρθενίας τῆς Παναγίας, ποὺ ἐπιτυγχάνεται μὲ τὴν ἀπεικόνιση καὶ δημιουργία φυσικοῦ οἰκογενειακοῦ καὶ ὄχι παρθενικοῦ, ὑπερφυοῦς κλίματος στὸ συγκλονιστικὸ Γεγονὸς τῆς Ἀσπόρου Γεννήσεως τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀσεβέστατη χειρονομία ἐναγκαλισμοῦ καὶ ἡ προσέγγιση τῆς μορφῆς τοῦ Μνήστορα πρὸς αὐτὴν τῆς Κυρίας Θεοτόκου εἶναι μεμπτή, καθὼς ἐπιπρόσθετα δείχνει παρρησία καὶ θράσος, κάτι ἐντελῶς ξένο καὶ ἀπόβλητο γιὰ τοὺς πνευματικοὺς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι κατὰ τὸν ἅγιο Ἀββᾶ Δωρόθεο δὲν πρέπει οὔτε στὰ μάτια νὰ κοιτάζουν «χορταστικὰ» τὸν συνάνθρωπό τους, τηρώντας ἔτσι τὴν ἀρετὴ τῆς σωφροσύνης.
Ὅσον ἀφορᾶ στὸν Ἰωσήφ, κατὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία ὁρίστηκε φύλακας τῆς Θεοτόκου ἔχοντας περιέλθει σὲ χηρεία πρὶν ἀπὸ τὴν ὁποία εἶχε ἀποκτήσει τέσσερις γιούς, τοὺς λεγόμενους στὰ Εὐαγγέλια «ἀδελφοὺς τοῦ Κυρίου» καὶ δύο κόρες. Ἡ ἱερὴ ὑμνογραφία στὸν ἑορτασμὸ τῆς μνήμης τοῦ Μνήστορα συμπυκνώνει τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ἀναφέροντας τὴν γεροντική του ἡλικία κατὰ τὴν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἀναφέροντας, ὅτι «τῶν Προφητῶν τὰς προρρήσεις εἶδεν ἐν γήρᾳ σαφῶς, ὁ Ἰωσὴφ ὁ Μνήστωρ» ἀλλὰ καὶ ὅτι ἦταν μόνο νομιζόμενος πατέρας τοῦ Ἰησοῦ «Χριστοῦ πατὴρ νομιζόμενος» καὶ ὅτι «τὴν μόνην ἐν γυναιξὶ καθαρὰν καὶ ἄμωμον, μάκαρ Ἰωσὴφ σὺ ἐμνηστεύσω, τηρῶν Παρθένον ἁγνήν, πρὸς ὑποδοχὴν τοῦ Ποιήσαντος»10.
Ἡ ἀπεικόνιση, ἑπομένως, τῆς Ἁγίας Οἰκογένειας ἀνατρέπει τὴν ὅλη θεϊκὴ ἀποστολὴ τοῦ Μνήστορα, ὁ ὁποῖος δόθηκε στὴν Παναγία μας μόνον ὡς μάρτυρας τῆς Παρθενίας Της καὶ Προστάτης Της, θίγοντας ταυτόχρονα τὴν ἀρετὴ καὶ κοσμιότητά του. Συνοψίζοντας, ἡ «εἰκόνα» τῆς Ἁγίας Οἰκογένειας ὄχι μόνο δὲν ἀκολουθεῖ τὶς Εὐαγγελικὲς διηγήσεις, ἀλλὰ τὶς διαστρελώνει κιόλας, μεταδίδοντας ἐσφαλμένα μηνύματα, τὰ ὁποῖα ἀποτελοῦν τροφὴ γιὰ τοὺς ἀπίστους καὶ γιὰ τοὺς ὀπαδοὺς ποικίλων αἱρέσεων.
Ἀντιθέτως, ἡ Ὀρθόδοξη Εἰκόνα τῆς Γέννησης τοῦ Χριστοῦ ἀκολουθώντας πιστὰ τὰ διδάγματα τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἐκφράζοντας τὰ εἰκαστικὰ παρουσιάζει στὸ κέντρο τῆς σύνθεσης τὴν Παναγία μὲ τὸ Βρέφος ποὺ δοξολογοῦνται ἀπὸ Ἀγγέλους Κυρίου, ἐνῶ ὁ Ἰωσήφ, σὲ γεροντικὴ ἡλικία, εἰκονίζεται παρὼν μὲν στὴ σκηνή, ἀλλὰ σὲ ἀπόσταση καὶ συνήθως στραμμένος ἀλλοῦ, γιὰ νὰ τονιστεῖ ὁ ρόλος του ὡς μάρτυρος τοῦ γεγονότος καὶ ὄχι ὡς συμμετέχοντος σὲ αὐτό. [...] *Απόσπασμα άρθρου της Σοφίας- Μαρίας Βερούτη, αρχαιολόγου-βυζαντινολόγου, όπως δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα της Ιεράς Μητρόπολης Ωρωπού και Φυλής στις 19.11.2018. Ολόκληρο το άρθρο μπορείτε να το αναγνώσετε εδώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου