Πέμπτη 25 Ιανουαρίου 2024

ΠΑΧΩΜΙΟΣ: Ο ΠΡΩΤΟΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΒΙΑΚΗΣ, ΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ (1ο ΜΕΡΟΣ)





Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο
της Ι. Μ. Αγίου Θεοδοσίου του Κοινοβιάρχου: «Παχώμιος: Ο Πρώτος της Κοινοβιακής, Αγγελικής Πολιτείας»,
Έκδοση «Άγιος Θεοδόσιος ο Κοινοβιάρχης», Άγιος Στέφανος Αττικής, σελ. 7-11.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια κειμένου, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»



Η Μοναχική ζωή, γι' αυτούς που είναι καλεσμένοι σ' αυτήν, είναι ο δεύτερος, παράλληλος όμως, δρόμος, που οδηγεί στη Βασιλεία του Θεού, που αρχίζει από τη γη - ο άλλος δρόμος είναι η χριστιανική ζωή στον κόσμο, στην κοινωνία. Όπως ο πρώτος, έτσι και ο δεύτερος θέλει οργάνωση. Πρόγραμμα. Οδηγίες. Κανόνες. Τροφοδοσία. Για να έχει κι αυτός -και έχει- τις χαρές του. Τις απολαύσεις του. Την ευφροσύνη του στο νου, στην ψυχή και στην καρδιά. Και τους αγώνες τους και οι δυο, βέβαια. Πρώτος, που οργάνωσε και έκανε τους κανόνες της Κοινοβιακής, Αγγελικής Πολιτείας, είναι ο Άγιος Παχώμιος. Μερικά απ' τη ζωή του, τις προσπάθειες και τις δραστηριότητές του θα δούμε στις σελίδες που ακολουθούν. *(Εκ του προλόγου του βιβλίου).






1. ΑΠΟ ΤΟ ΠΙΚΡΟ ΓΛΥΚΥ!


Μια νύχτα του 290 μετά την έλευση του Σωτήρος Χριστού στον κόσμο, γεννήθηκε, στη Θηβαϊδα, στην αριστερή όχθη του Νείλου, ένα αγοράκι -βεβαίωση πως ο αγαπά ο Θεός τον κόσμο ακόμα. Χάρηκαν οι γονείς του και πήγαν στο ναό των ειδώλων και πρόσφεραν ευχαριστήρια θυσία στα είδωλα -ήταν ειδωλολάτρες.


Μωράκι το φρόντιζαν πολύ -όπως όλοι οι γονείς, κι εκείνο ήταν ευχαριστημένο να πίνει το γαλατάκι του, να κοιμάται γλυκά, και να μη μιλάει -δεν ήταν ακόμη καιρός να παρουσιασθεί το θαυμάσιο χάρισμα του Θεού σ' εκείνο: Ο λόγος. Σαν άφησε τα βρεφικά και νηπιακά χρόνια, και μπήκε στα παιδικά, πήρε ν' ανθίζει ο νους του. Να βλέπει και να κρίνει και να λέει τις σκέψεις του.


Παιδικές, βέβαια, ακόμα, μα σωστές στην καθαρότητα και στην αλήθεια τους. Οι πιστοί στα είδωλα γονείς του το έπαιρναν στο ναό των ειδώλων. Κοίταζε εκείνο με τα έξυπνα μάτια του τα ξόανα και συχνά φαινόταν ν' αμφιβάλει. -Ο Θεός πρέπει να είναι πιο μεγάλος και πιο δυνατός από τους ανθρώπους. Αυτοί όμως εδώ είναι πιο μικροί και πιο αδύνατοι. Να, εγώ μπορώ να πάρω ένα σφυρί και να τους κομματιάσω. Δεν θα αντισταθούν, γιατί είναι πιο αδύνατοι κι από εμένα. Πως είναι θεοί τότε; σκεφτόταν.


Το βλέπεις τούτο το λογικό συμπέρασμα στη μορφή του παιδιού, και στην αδιάφορη, την χωρίς ψυχική συμμετοχή, την περιφρονητική, πιο σωστά, συμπεριφορά του, τόσο που μια μέρα, μόλις το είδε ο ιερέας, που ήταν για τη θυσία, φώναξε αγριεμένος. -Διώξτε από δω τον εχθρό των Θεών! -Ποιος, ποιος είναι ο εχθρός των Θεών; ρώτησαν απορημένοι οι γονείς του. -Ο γιος σας. Δεν τον βλέπετε; Το λέει η έκφρασή του.


Τότε ήρθε στο νου τους, που μια φορά του έδωσαν να πιει από το κρασί των σπονδών στα είδωλα, κι εκείνος το έφτυσε. Τον πήραν και έφυγαν. -Είσαι εχθρός των θεών μας; τον ρώτησαν στο δρόμο. -Ποιοι είναι οι θεοί μας; τους ρώτησε κι αυτός. -Δεν τους είδες στο ναό; -Τα ξόανα λέτε; -Τα είδωλα - οι θεοί μας. -Μητέρα, αν σου πω να με δώσεις και να σου δώσουν ένα είδωλο, το δέχεσαι; -Ε, ναι... όχι... Πως να σε δώσω παιδί μου; Είδωλο αγοράζω. Εσένα όμως... εσύ δεν αγοράζεσαι ούτε πουλιέσαι με χρήματα.


Κι όλο τον κόσμο να μου δώσουν, δεν σε δίνω. -Το είδες μητέρα, που έχω πολύ πιο μεγάλη αξία απ' τους θεούς; -Ναι... Πως τα λες... Βέβαια. -Είμαι θεός κι εγώ μητέρα; -Θεός... Όχι θεός. -Να λοιπόν, εγώ που δεν είμαι θεός έχω πολύ πιο μεγάλη αξία απ' τους θεούς, τότε οι θεοί είναι κατώτεροι από μένα. Δηλαδή δεν είναι θεοί. -Τί να πω... Με μπερδεύεις... -Σε ξεμπερδεύω, μητέρα. Παιδί εγώ, με λίγες λέξεις μου, σου δείχνω πως τα είδωλα είναι ψεύτικοι θεοί. Δεν είναι έτσι; -Ε... έτσι είναι.


Εγώ δεν σε δίνω κι όλου του κόσμου τα είδωλα να μου δώσουν. Όχι! Ποτέ! Με τέτοιες σκέψεις, συγκρίσεις, και λογικά συμπεράσματα μεγάλωνε το αγόρι, αναζητώντας το Θεό τον αληθινό. Το μεγάλο. Τον παντοδύναμο. Τον πολύ καλό -τον πανάγαθο. Όταν ο Μέγας Κωνσταντίνος έκανε πόλεμο με κάποιον τύραννο, διέταξε να στρατολογήσουν νέους. Το παιδί των ειδωλολατρών γονιών, που είδαμε, ήταν τώρα παλληκάρι είκοσι χρονώ. Στρατεύθηκε.


Μα καθώς κατέβαιναν το Νείλο οι νεοσύλλεκτοι, οι στρατιώτες, που τους συνόδευαν, τους πήγαν στην πόλη των Θηβών και τους έκλεισαν σε ένα κτίσμα. Το βράδυ, μερικοί χριστιανοί, που έμαθαν το γεγονός, πήραν τρόφιμα και νερό και πήγαν. -Πάρτε λίγο φαγητό και νερό, αδελφοί, τους είπαν με πολλή καλωσύνη. Πως θα περάσετε νηστικοί όλη τη νύχτα; Ο νεαρός νεοσύλλεκτος ρώτησε: -Ποιοι είναι και τι είναι αυτοί οι καλοί άνθρωποι, που μας σκέφθηκαν, και ετοίμασαν και μας έφεραν φαγητό, και μας το πρόσφεραν με τόση καλωσύνη και φροντίδα;


-Είναι χριστιανοί, του είπαν. -Τι θα πει αυτό; -Πιστεύουν στο Θεό της αγάπης, στον Κύριο Ιησού Χριστό, που δημιούργησε όλο τον κόσμο κι εμάς τους ανθρώπους, και μας αγαπά σαν παιδιά και αδέλφια Του. -Υπάρχει τέτοιος Θεός; ρώτησε ο νεαρός με λαχτάρα. -Είναι ο μόνος αληθινός! Και ο νόμος του είναι η αγάπη σε όλους. Εχθρούς και φίλους! -Να Θεός! είπε τότε ο νεαρός νεοσύλλεκτος. Την ίδια νύχτα, αποτραβηγμένος σε μια γωνιά, προσευχήθηκε:


-Θεέ, δημιουργέ του ουρανού και της γης, Μεγάλε Πατέρα των ανθρώπων, δες και μένα, που δεν σε ήξερα, μα σε αποζητούσε η ψυχή μου, από μικρό παιδί ακόμα, και γλύτωσέ με απ' αυτή τη δύσκολη κατάσταση, κι εγώ θα κάνω το άγιο θέλημά σου σ' όλες τις μέρες της ζωής μου, αγαπώντας όλους τους ανθρώπους. Το πρωί κίνησαν πάλι. Πέρασαν πόλεις και χωριά. Παραστρατούσαν οι συνάδελφοί του με τη μέθη, τις βωμολοχίες, τις ελαφρότητες, και τις αμυαλωσύνες ακόμα, μα εκείνος έμενε σοβαρός και φρόνιμος. Αξιοπρεπής και ακέραιος.


Έχοντας στο νου του το Θεό της αγάπης, και επαναλαμβάνοντας μέσα του την προσευχή του εκείνης της νύχτας της δύσκολης κατάστασης. Όταν νίκησε ο Μέγας Κωνσταντίνος, διέταξε να απολυθούν οι στρατευθέντες. Τότε ο νέος έτρεξε στη Θηβαίδα, και πήγε στην Εκκλησιά ενός χωριού, που το έλεγαν Χηνοβοσκεία, και βρήκε τον ιερέα. Είπε τον πόθο του. Τον κατήχησε και τον βάπτισε εκείνος και πήρε το όνομα Παχώμιος.


Πόση ήταν η χαρά του! Εκείνη τη νύχτα έβλεπε στο όνειρό του πως δροσιζόταν από μια δροσιά του ουρανού. Και πως η δροσιά αυτή μαζεύτηκε στο δεξί του χέρι, έπηξε σαν μέλι, έπεσε κάτω στη γη εκείνο και άκουσε τότε φωνή να του λέει: -Παχώμιε, δες και σκέψου αυτό που έγινε. Θα γίνει και με σένα αργότερα. Έτσι, και με τούτα τα γεγονότα, ο Παχώμιος από το πικρό των ειδώλων που γεννήθηκε, βρέθηκε στο γλυκύ της αγάπης του Θεού! Δόξα τω Θεώ!



Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια κειμένου, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο
της Ι. Μ. Αγίου Θεοδοσίου του Κοινοβιάρχου: «Παχώμιος: Ο Πρώτος της Κοινοβιακής, Αγγελικής Πολιτείας»,
Έκδοση «Άγιος Θεοδόσιος ο Κοινοβιάρχης», Άγιος Στέφανος Αττικής, σελ. 7-11.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου