ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΦΟΒΑΣΤΕ ΤΟΥΣ ΔΑΙΜΟΝΕΣ-ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΙΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΝΤΩΝΙΟΥ
Οι δαίμονες τίποτε δεν μπορούν να κάνουν εναντίον των πιστών. Γι’ αυτό πρέπει να τους καταφρονούμε και να μη δειλιάζουμε, ούτε να τους δίνουμε καθόλου σημασία, ό,τι και αν κάνουν. Πώς μπορεί κανείς να διακρίνει την οπτασία, αν είναι από τα πονηρά πνεύματα ή από τα αγαθά – γιατί πολλές φορές οι δαίμονες δείχνουν και φαντασίες για να πλανήσουν τους απλοϊκούς και παρηγορούν την ψυχή. Ποιά είναι η θεϊκή παρηγοριά και ποιά η δαιμονική.
Από τον βίο του αγίου Αντωνίου. Ο άγιος Αντώνιος έλεγε στους μαθητές του: Δεν πρέπει να φοβάστε τους δαίμονες, ακόμη και αν φαίνονται ότι επιτίθενται, ακόμη και αν απειλούν με θάνατο. Γιατί είναι αδύναμοι και δεν μπορούν να κάνουν τίποτε, παρά μόνο να απειλούν. Από τότε που ήρθε ο Κύριος στη γη, έπεσε ο εχθρός και κόπηκαν οι δυνάμεις του. Γι’ αυτό έγινε ανίσχυρος και δεν μπορεί να κάνει τίποτε˙ωστόσο, επειδή είναι τύραννος, δεν ησυχάζει, παρά το ότι έπεσε αλλά απειλεί έστω και με λόγια.
Ο καθένας από εσάς να σκεφτεί το εξής, και θα μπορεί να καταφρονεί τους δαίμονες. Αν δηλαδή είχαν και αυτοί ίδια σώματα μ’ εμάς, θα μπορούσαν να λένε: «Όταν κρύβονται οι άνθρωποι, δεν τους βρίσκουμε, αν όμως τους βρίσκαμε, θα τους κάναμε κακό». Επίσης και εμείς θα μπορούσαμε να μένουμε απαρατήρητοι από τους δαίμονες με το να κρυβόμαστε και να τους κλείνουμε την πόρτα. Αυτοί όμως δεν είναι όπως εμείς, αλλά και με κλειστές τις πόρτες μπορούν να μπουν, και βρίσκονται σε όλον τον αέρα και αυτοί και ο αρχηγός τους ο διάβολος, και επιπλέον θέλουν το κακό και είναι έτοιμοι να βλάψουν.
Όπως είπε και ο Σωτήρας,1 εξαρχής ήταν ανθρωποκτόνος ο διάβολος, ο πατέρας της κακίας˙ ωστόσο εμείς τώρα ζούμε, και μάλιστα με τη ζωή μας στρεφόμαστε εναντίον του. Είναι λοιπόν φανερό ότι οι δαίμονες δεν έχουν καμία δύναμη. Γιατί ούτε ο τόπος τους εμποδίζει να μας επιβουλεύονται, ούτε μας βλέπουν σαν φίλους, ώστε να μας λυπηθούν, ούτε αγαπούν το καλό, ώστε να διορθωθούν. Αντίθετα, είναι πάρα πολύ κακοί, και για τίποτε άλλο δεν φροντίζουν, παρά για να κάνουν κακό σε όσους αγαπούν την αρετή και σέβονται τον Θεό. Επειδή όμως δεν μπορούν να κάνουν κάτι, γι’ αυτό δεν κάνουν τίποτε πέρα από το να απειλούν.
Γιατί αν μπορούσαν, δεν θα αργοπορούσαν, αλλά αμέσως θα έκαναν το κακό, αφού η προαίρεσή τους είναι έτοιμη γι’ αυτό, και μάλιστα εναντίον μας. Να, και εμείς τώρα συγκεντρωθήκαμε και μιλάμε εναντίον τους, και γνωρίζουν ότι όσο εμείς προοδεύουμε, αυτοί εξασθενούν. Αν λοιπόν είχαν εξουσία, δεν θα άφηναν ζωντανό κανέναν από εμάς τους χριστιανούς, αφού ο αμαρτωλός απεχθάνεται τη θεοσέβεια.2 Επειδή όμως δεν μπορούν, γι’ αυτό μάλλον αυτοί υποφέρουν, που τίποτε δεν μπορούν να κάνουν από όσα απειλούν.
Επίσης, για να μην τους φοβόμαστε, πρέπει να σκεφτούμε και το εξής: Αν είχαν δύναμη, δεν θα παρουσιάζονταν μαζί με πλήθος σε ανθρώπους που ζουν στην ησυχία, ούτε θα δημιουργούσαν φαντασία, ούτε θα μηχανεύονταν να αλλάζουν μορφές, αλλά θα αρκούσε ένας μόνο να έρθει και να κάνει αυτό που μπορεί και θέλει. Καθένας μάλιστα που έχει εξουσία, δεν σκοτώνει με τη φαντασία ούτε φοβίζει με το πλήθος, αλλά αμέσως χρησιμοποιεί την εξουσία του όπως θέλει. Οι δαίμονες όμως, καθώς δεν μπορούν να κάνουν τίποτε, παίζουν σαν σε θέατρο αλλάζοντας μορφές και τρομάζοντας τα παιδιά με τη φαντασία του πλήθους και τις μεταμορφώσεις. Από αυτό αποδεικνύονται μάλλον αδύναμοι και άξιοι καταφρόνησης.
Ο αληθινός άγγελος, που είχε αποσταλεί από τον Κύριο εναντίον των Ασσυρίων, δεν είχε ανάγκη από όπλα, ούτε από εξωτερική φαντασία, ούτε από πλήθος, ούτε από χτυπήματα, ούτε από κρότους, αλλά χρησιμοποίησε ήσυχα την εξουσία του και θανάτωσε αμέσως εκατόν ογδόντα πέντε χιλιάδες.3 Όσοι όμως δεν μπορούν να κάνουν τίποτε – και τέτοιοι είναι οι δαίμονες -, αυτοί προσπαθούν να τρομάξουν έστω και με τις φαντασίες. Ακόμη και στην περίπτωση του Ιώβ4 δεν ήταν ο διάβολος αυτός που είχε τη δύναμη, αλλά ο Θεός, ο οποίος του παρέδωσε για δοκιμασία τον Ιώβ.
Άλλωστε ο διάβολος, επειδή δεν μπορούσε να κάνει τίποτε, ζήτησε την άδεια, και αφού την πήρε έκανε ό,τι έκανε. Αν δηλαδή δεν έπαιρνε άδεια, δεν θα μπορούσε, αφού ούτε και στα ζώα του Ιώβ θα είχε μπορέσει να κάνει κακό, αν δεν του είχε επιτρέψει ο Θεός. Αλλά ούτε εναντίον των χοίρων δεν έχει εξουσία –πολύ περισσότερο εναντίον των ανθρώπων που έχουν γίνει κατ’ εικόνα Θεού. Γιατί, όπως έχει γραφεί στο Ευαγγέλιο, οι δαίμονες παρακαλούσαν τον Κύριο να τους επιτρέψει να πάνε τουλάχιστο στους χοίρους.5 Αφού λοιπόν δεν έχουν εξουσία εναντίον των χοίρων, πολύ περισσότερο δεν έχουν εναντίον των ανθρώπων που έχουν γίνει κατ’ εικόνα Θεού.
Επομένως τον Θεό πρέπει να φοβόμαστε και τους δαίμονες να τους καταφρονούμε˙ αλλά και όσο εκείνοι κάνουν αυτά, τόσο να επιτείνουμε την άσκησή μας. Γιατί είναι μεγάλο όπλο εναντίον τους ο ορθός τρόπος ζωής και η πίστη στον Θεό. Αυτοί δηλαδή φοβούνται των ασκητών τη νηστεία, την αγρυπνία, την προσευχή, την πραότητα, την ησυχία, την απουσία της φιλαργυρίας και της κενοδοξίας, την ταπεινοφροσύνη, την αγάπη προς τους φτωχούς, τις ελεημοσύνες, την έλλειψη οργής, και πρώτα απ’ όλα την ευσέβεια προς τον Χριστό. Γι’ αυτό και κάνουν τα πάντα, για να μην υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι να τους πατούν. Γιατί οι δαίμονες γνωρίζουν την χάρη που έδωσε ο Σωτήρας στους πιστούς εναντίον τους λέγοντας: «Σας έδωσα εξουσία να πατάτε επάνω σε φίδια και σκορπιούς και σε όλη τη δύναμη του εχθρού».6
Αν λοιπόν καμιά φορά σας επιτεθούν τη νύχτα, να κάνετε το σημείο του σταυρού στον εαυτό σας και στην κατοικία σας και να προσεύχεστε, και θα τους δείτε να γίνονται άφαντοι. Γιατί είναι δειλοί και φοβούνται πάρα πολύ το σημείο του σταυρού του Κυρίου, επειδή επάνω σε αυτόν ο Σωτήρας αφαίρεσε από αυτούς τη δύναμη που είχαν και τους διαπόμπευσε.7 Και αν με πολλή αναίδεια παραμένουν χορεύοντας και αλλάζοντας φανταστικές μορφές, μη δειλιάσετε και μη φοβηθείτε˙ δεν είναι τίποτε, αλλά γρήγορα εξαφανίζονται.
Πολλές φορές μάλιστα προσποιούνται ότι ψάλλουν ύμνους χωρίς να φαίνονται, και αναφέρουν φράσεις από τις Γραφές, και ενώ κοιμόμαστε μας σηκώνουν για προσευχή, και σχεδόν δεν μας αφήνουν να κοιμηθούμε. Αλλά δεν πρέπει να τους δίνουμε σημασία, ακόμη και αν μας συμβουλεύουν να μην τρώμε καθόλου, ακόμη και αν προσποιούνται πως μας κατηγορούν και μας ελέγχουν για σφάλματα που γνωρίζουν ότι κάποτε κάναμε. Γιατί δεν το κάνουν αυτό για χάρη της ευλάβειας ή της αλήθειας, αλλά για να οδηγήσουν τους άδολους σε απόγνωση και να πουν ότι η άσκηση είναι ανώφελη και να κάνουν τους ανθρώπους να αηδιάσουν τη μοναχική ζωή ως κοπιαστική και αφόρητη και να εμποδίσουν όσους με τη ζωή τους στρέφονται εναντίον τους.
Γι’ αυτόν τον λόγο ο Κύριος, και όταν οι δαίμονες έλεγαν την αλήθεια – γιατί αλήθεια ήταν αυτό που έλεγαν: «Εσύ είσαι ο Υιός του Θεού»,8 τους έκλεινε το στόμα και δεν τους άφηνε να μιλούν, μην τυχόν, μαζί με την αλήθεια, σπείρουν και τη δική τους κακία, και επιπλέον για να συνετίσει και εμάς να μην τους ακούμε ποτέ. Γιατί είναι άπρεπο, εμείς που έχουμε τις Γραφές και που ήρθε σ’ εμάς ο Σωτήρας, να διδασκόμαστε από τον διάβολο, ο οποίος δεν κράτησε τη θέση του, αλλά σκέφτηκε άλλα αντ’ άλλων.9
Γι’ αυτόν τον λόγο και ο Κύριος τους εμποδίζει να αναφέρει τις φράσεις των Γραφών, λέγοντας: «Είπε στον αμαρτωλό ο Θεός: Γιατί εσύ διδάσκεις τις εντολές μου και έχεις στο στόμα σου τη διαθήκη μου;»10 Γιατί στόχος των δαιμόνων, με όλα όσα κάνουν και λένε και θορυβούν και πράττουν και υποκρίνονται, είναι να εξαπατήσουν τους άδολους. Επίσης, προξενούν χτύπους και κρότους και γελούν ανόητα και σφυρίζουν˙ και αν κανείς δεν τους προσέχει, τότε κλαίνε σαν νικημένοι.
Ο Κύριος λοιπόν έκλεινε το στόμα των δαιμόνων, εμείς όμως, έχοντας διδαχτεί από τους αγίους, πρέπει να ενεργούμε όπως εκείνοι και να μιμούμαστε την ανδρεία τους. Οι άγιοι δηλαδή, όταν έβλεπαν τέτοια πράγματα, έλεγαν: «Όσο στεκόταν μπροστά μου ο αμαρτωλός, έκανα τον κουφό και ταπεινώθηκα και ούτε τα καλά δεν έλεγα»,11 και: «Εγώ σαν τον κουφό δεν άκουγα, και σαν τον άλαλο δεν άνοιγα το στόμα μου˙ και ήμουν σαν ένας άνθρωπος που δεν ακούει».12 Και εμείς, επομένως, ούτε να ακούμε τους δαίμονες, αφού είναι ξένοι προς εμάς, ούτε να τους υπακούμε, ακόμη και αν μας σηκώνουν για προσευχή και μας μιλούν για τη νηστεία, αλλά να είμαστε προσηλωμένοι στον σκοπό της άσκησή μας και να μην ξεγελιόμαστε από εκείνους που όλα τα κάνουν με δόλο.
Ούτε πάλι να τους βλέπουμε σαν να είναι καλοί. Γιατί, με τη βοήθεια του Θεού, είναι δυνατό να ξεχωρίσουμε εύκολα την παρουσία των κακών από την παρουσία των καλών. Ο λόγος είναι ότι η οπτασία των αγίων πνευμάτων δεν συνοδεύεται από ταραχή –δεν θα μαλώσει, λέει, ούτε θα κραυγάσει, ούτε θα ακούσει κανείς τη φωνή του13 -, αλλά παρουσιάζεται με ησυχία και πραότητα, έτσι που αμέσως η ψυχή να νιώθει χαρά και αγαλλίαση και θάρρος, επειδή μαζί τους είναι ο Κύριος, ο οποίος είναι η δική μας χαρά και του Θεού Πατέρα η δύναμη.14
Και οι λογισμοί της ψυχής παραμένουν ατάραχοι και γαλήνιοι, έτσι ώστε αυτή να φωτίζεται και να μπορεί να βλέπει αυτούς που εμφανίζονται, και έρχεται μέσα της ο πόθος των θείων και των μελλοντικών αγαθών, και οπωσδήποτε θα θελήσει, αν γινόταν, να ενωνόταν με αυτούς και να έφευγε μαζί τους. Και αν κάποιοι άνθρωποι φοβηθούν κατά την οπτασία των καλών, αυτοί που εμφανίζονται αφαιρούν αμέσως τον φόβο με την αγάπη, όπως έκανε ο Γαβριήλ στον Ζαχαρία,15 και ο άγγελος που εμφανίστηκε στις γυναίκες στον τάφο του Κυρίου,16 και εκείνος που είπε στους βοσκούς: «Μη φοβάστε»,17 όπως αναφέρεται στο Ευαγγέλιο. Γιατί ο φόβος των ανθρώπων αυτών δεν οφείλεται σε δειλία της ψυχής αλλά στην επίγνωση της παρουσίας των αγίων πνευμάτων.
Τέτοια λοιπόν είναι η οπτασία των αγίων πνευμάτων. Αντίθετα, η επιδρομή των κακών συνοδεύεται από χτύπους και ήχους και κραυγές, σαν να πρόκειται για εξέγερση ανάγωγων νεαρών ή ληστών. Από αυτά αμέσως προξενείται δειλία, ψυχική ταραχή και αταξία, σκοτεινοί λογισμοί, μίσος προς τους ασκητές, ακηδία, λύπη, θύμηση των συγγενών, φόβος του θανάτου, επιθυμία των διαφόρων κακών, αδιαφορία για την αρετή και ηθική ακαταστασία.
Όταν λοιπόν δείτε κάποιους και φοβηθείτε, αν ο φόβος αφαιρεθεί αμέσως και στη θέση του έρθει ανείπωτη χαρά και ευθυμία και θάρρος και ανάκτηση δυνάμεων και αταραξία των λογισμών και όλα όσα είπα προηγουμένως, και επίσης ανδρεία και αγάπη προς τον Θεό, να έχετε θάρρος και να προσεύχεστε. Γιατί η χαρά και η γαλήνη της ψυχής αποδεικνύουν την αγιότητα18 αυτών που σας παρουσιάστηκαν.
Έτσι είδε ο Αβραάμ και ένιωσε αγαλλίαση,19 και μόλις ακούστηκε η φωνή της Θεοτόκου Μαρίας σκίρτησε από αγαλλίαση το βρέφος (στην κοιλιά της Ελισάβετ),20 και τα άλλα ου είπα. Αν όμως σε κάποιους η ψυχή εξακολουθεί να δειλιάζει, τότε πρόκειται για παρουσία εχθρών˙ γιατί από τέτοιους ανθρώπους οι δαίμονες δεν αφαιρούν τη δειλία, όπως κάνουν οι άγιοι, αλλά αντίθετα, όταν τους δουν να δειλιάζουν, αυξάνουν τις φαντασίες, για να τους τρομάξουν ακόμη περισσότερο, και στη συνέχεια πηγαίνουν και τους περιπαίζουν λέγοντας: «Πέσετε να μας προσκυνήσετε».
Έτσι εξαπάτησαν τους ειδωλολάτρες και θεωρήθηκαν από αυτούς θεοί˙ εμάς όμως ο Κύριος δεν μας άφησε να εξαπατηθούμε από τον διάβολο, γιατί, όταν αυτός έκανε και σε εκείνον τέτοιου είδους φαντασίες, για να τον τρομάξει, όπως νόμιζε, ο Κύριος τον επιτίμησε λέγοντας: «Φύγε από μπροστά μου, σατανά! Η Γραφή λέει: τον Κύριο, τον Θεό σου, θα προσκυνάς, και αυτόν μόνο θα λατρεύεις».21 Το ότι είπε αυτό ο Κύριος, για χάρη μας το έκανε, για να ακούν δηλαδή από εμάς οι δαίμονες τα λόγια αυτά και να εξουδετερώνονται με τη δύναμη του Κυρίου που με αυτά τους επετίμησε.
Κάποτε χτύπησε κάποιος την πόρτα του κελλιού μου, και όταν βγήκα, είδα έναν που φαινόταν ψηλός και υπερόπτης. Όταν τον ρώτησα ποιος είναι, μου είπε: «Εγώ είμαι ο σατανάς». Του είπα τότε: «Γιατί λοιπόν ήρθες εδώ;» και εκείνος απάντησε: «Γιατί με κατηγορούν άδικα οι μοναχοί και όλοι οι άλλοι χριστιανοί; Γιατί με καταριούνται όλη την ώρα;» «Εσύ γιατί τους ενοχλείς;» τον ρώτησα. «Δεν τους ενοχλώ εγώ», αποκρίθηκε, «μόνοι τους ταράζονται˙ εγώ είμαι πλέον αδύναμος. Δεν διάβασαν ότι ¨τα σπαθιά του εχθρού χάθηκαν τελείως, και τις πόλεις του τις γκρέμισες¨22; Δεν έχω πια τόπο ούτε βέλος ούτε πόλη˙ παντού έγιναν χριστιανοί, και ακόμη και η έρημος γέμισε μοναχούς. Λοιπόν, ας φρουρούν τον εαυτό τους και ας μην καταριούνται εμένα άδικα».
Τότε εγώ θαύμασα τη χάρη του Χριστού και του είπα: «Ενώ πάντοτε είσαι ψεύτης, τώρα και χωρίς να θέλεις είπες την αλήθεια. Γιατί ο Χριστός με τον ερχομό μου σε έκανε αδύναμο, σε έριξε κάτω και σε γύμνωσε». Μόλις εκείνος άκουσε το όνομα του Σωτήρα, μη αντέχοντας το κάψιμο από αυτό, έγινε άφαντος. Αν λοιπόν και ο ίδιος ο διάβολος ομολογεί ότι δεν μπορεί να κάνει τίποτε, οφείλουμε να καταφρονούμε εντελώς και αυτόν και τους δαίμονές του. Ας μη χάνουμε λοιπόν το θάρρος μας˙ ας μην περνούν από την ψυχή μας λογισμοί δειλίας και ας μη δημιουργούμε στον εαυτό μας φόβους λέγοντας: «Μήπως έρθει ο δαίμονας και με ρίξει;
Μήπως με σηκώσει και με πετάξει κάτω ή έρθει ξαφνικά και με καταταράξει;» Καθόλου να μην κάνουμε τέτοιες σκέψεις, ούτε να έχουμε λύπη, σαν να πρόκειται να χαθούμε˙ αντίθετα, να έχουμε θάρρος και χαρά, επειδή ο Κύριος μας σώζει. Ας συλλογιζόμαστε ότι μαζί μας είναι ο Κύριος, ο οποίος τους κατατρόπωσε και τους εξουδετέρωσε, και ας θυμόμαστε πάντοτε ότι, αφού ο Κύριος είναι μαζί μας, οι εχθροί δεν μπορούν να μας κάνουν τίποτε. Όταν λοιπόν έρθουν, αν βρουν την ψυχή να είναι ασφαλισμένη με τέτοιες σκέψεις και να συλλογίζεται τα μελλοντικά αγαθά, φεύγουν ντροπιασμένοι. Αν όμως μας βρουν να έχουμε δειλία και ταραχή και να δημιουργούμε στον εαυτό μας φόβους, τότε και αυτοί μας αυξάνουν τη δειλία με τις φαντασίες και τις απειλές, και αυτό ακριβώς που εμείς σκεφτόμαστε, το κάνουν εκείνοι σ’ εμάς επαυξημένο.
Εμείς λοιπόν, αν θέλουμε να καταφρονούμε τον εχθρό, όπως πολλές φορές είπα, ας συλλογιζόμαστε όσα έχουν σχέση με τον Κύριο και ας χαίρεται πάντοτε η ψυχή μας με την ελπίδα. Και τότε θα δούμε να γίνονται καπνός τα παιχνίδια των δαιμόνων, και αυτούς να φεύγουν μάλλον παρά να μας καταδιώκουν. Γιατί αυτοί, όπως προείπα, είναι πολύ δειλοί και διαρκώς αναμένουν τη φωτιά που έχει ετοιμαστεί γι’ αυτούς.23
Προκειμένου μάλιστα να μη φοβάστε, να έχετε το ακόλουθο σημάδι: Όταν παρουσιαστεί κάποια φαντασία, ας μη χάνει κανείς αμέσως το θάρρος του από δειλία, αλλά όποια και να είναι αυτή, ας ρωτήσει πρώτα με θάρρος: «Ποιός είσαι εσύ και από πού;» Και αν πρόκειται για οπτασία αγίων πνευμάτων, αυτά θα σε πληροφορήσουν και θα μετατρέψουν τον φόβο σου σε χαρά. Αν πάλι η οπτασία είναι διαβολική, χάνει τη δύναμή της βλέποντάς σε με ρωμαλέο πνεύμα. Και μόνο δηλαδή η ερώτηση «Ποιός είσαι εσύ και από πού;» είναι σημάδι αταραξίας. Έτσι ρώτησε και έμαθε ο Ιησούς του Ναυή,24 ενώ ο εχθρός δεν μπόρεσε να κρυφτεί από τον Δανιήλ που τον ρώτησε.
Υποσημειώσεις
1. Ιω. 8, 44
2. Σ. Σειρ. 1, 25
3. Δ’ Βασ’. 19, 35. Ησ’. 37, 36
4. Ιώβ 1, 11-12. 2, 5-6
5. Ματθ. 8, 31
6. Λουκ. 10, 19
7. Πρβ. Κολ. 2, 15
8. Μάρκ. 3, 11-12. Λουκ. 4, 41
9. Αναφέρεται στον σατανά, τον αρχηγό των δαιμόνων, που αρχικά ήταν άγγελος, αλλά έπεσε λόγω υπερηφάνειας (πρβ. Ησ’. 14, 12-15 και Λουκ. 10, 18).
10. Ψαλμ. 49, 16
11. Ψαλμ. 38, 2-3
12. Ψαλμ. 37, 14-15
13. Ματθ. 12, 19. Πρβ. Ησ’. 42, 2
14. Α’ Κορ. 1, 24
15. Λουκ. 1, 11-13
16. Ματθ. 28, 5
17. Λουκ. 2, 9-10
18. Στο κείμενο: ακρότητα. Διόρθωση: αγιότητα (PG 26, 896C).
19. Πρβ. Ιω. 8, 56
20. Λουκ. 1, 44
21. Ματθ. 4, 10. Λουκ. 4, 8
22. Ψαλμ. 9, 7
23. Πρβ. Ματθ. 25, 41
24. Ι. Ναυή 5, 13-15
*Από το βιβλίο: Ευεργετινός: «Ήτοι Συναγωγή των θεοφθόγγων ρημάτων και διδασκαλιών των θεοφόρων και αγίων πατέρων, από πάσης γραφής θεοπνεύστου συναθροισθείσα.» Τόμος 4-ος. μετάφραση (Νεοελληνική απόδοση): Δ. Χρισταφακόπουλος. Εκδόσεις, Το Περιβόλι της Παναγίας, 2001. Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη. *Εκ του ιστολογίου «Ορθόδοξη Πορεία». Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου