ΑΡΩΜΑ ΙΩΝΙΑΣ: ΜΗΤΣΟΣ, Ο ΝΕΡΟΥΛΑΣ (Ο ΠΑΠΠΟΥΣ ΤΟΥ ΑΝΤΡΑ ΜΟΥ) Δ' ΜΕΡΟΣ
Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο της Κατερίνας Μουρίκη: «Άρωμα Ιωνίας», Εκδόσεις «Σταμούλη», α' έκδοση Μάιος 2023, σελ. 57-63. Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια κειμένου, παρουσίαση «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΜΟΥΡΙΚΗ
ΑΡΩΜΑ ΙΩΝΙΑΣ
Οκτώ ανθρώπινες ιστορίες ποτισμένες με τις αλήθειες της ζωής. Άνθρωποι που αναγκάστηκαν να αφήσουν σπίτια και όνειρα και να αγωνιστούν για να οικοδομήσουν πάνω στις στάχτες μια νέα ζωή. Ωστόσο, μέσα από γεγονότα που εκτυλίσσονται στον απόηχο πολέμων, κατατρεγμών και ανέχειας, αναδεικνύεται η αξία του ψυχικού σθένους και του αγώνα για την επικράτηση του καλού και αγαθού. Άνθρωποι και γεγονότα, που μοιάζουν γεννήματα φαντασίας, μας συγκινούν και μας ξαφνιάζουν σαν απρόσμενες λύσεις κάποιου ζωντανού γρίφου. Γιατί, χωρίς αμφιβολία, η ζωή είναι ο πιο ευφάνταστος συγγραφέας.
Κ.Μ.
Εκ του οπισθόφυλλου του βιβλίου
ΜΗΤΣΟΣ, Ο ΝΕΡΟΥΛΑΣ (Ο ΠΑΠΠΟΥΣ ΤΟΥ ΑΝΤΡΑ ΜΟΥ)
Ο μπαρμπα - Μήτσος είχε πιάσει ένα πόστο στην οδό Νικολαΐδου, κοντά στον αρχαιολογικό χώρο, και πουλούσε σακουλάκια με όσπρια. Τα χρήματα δεν ήταν πολλά, μα έφταναν για να ζήσουν όπως - όπως πέντε στόματα. Τέσσερεις νοματαίοι κι ένας ο Ντορής. Μ' όλο που είχε γεράσει, ούτε λόγος δεν γινόταν πια για να τον αποχωριστούν. Άλλωστε ήξεραν ότι, όπου κι αν τον έδιναν, εκείνος θα ξαναγύριζε.
Κι η ζωή όλο τραβούσε την ανηφόρα, αντάμα με την πείνα, τις αρρώστιες, τον θάνατο αλλά και την ελπίδα. Οι άνθρωποι είχαν μάθει να ζούνε ανάμεσα σε ερείπια από βομβαρδισμένα σπίτια, κάτω από έναν ουρανό που τον σκίαζαν τα αεροπλάνα και πάνω σε μια γη που από καιρό σε καιρό σκαβόταν βίαια από τις βόμβες που έσκαγαν πάνω της.
Ήταν 6 Δεκεμβρίου του 1943. Ημέρα Δευτέρα, κι ο μπαρμπα - Μήτσος είχε στηθεί απ' το πρωί στο πόστο του, με την πραμάτεια του απλωμένη μέσα σε σακουλάκια. Κόντευε μεσημέρι κι ούτε ένας πελάτης δεν είχε ζυγώσει. Είχε μεγάλη παγωνιά, μα η ανάγκη του μεροκάματου τον έκανε να αψηφά το κρύο, που περόνιαζε σαδιστικά τα κόκκαλά του. Οι λιγοστοί άνθρωποι που είχαν βγει έξω βάδιζαν σκυφτοί, βιαστικοί και φοβισμένοι. Τον τελευταίο καιρό, αρκετές αδέσποτες σφαίρες που είχαν βρει ανυποψίαστους διαβάτες, αλλάζοντας τον τόπο προορισμού τους από το φτωχικό σπιτικό τους στην επουράνια κατοικία του Παντοκράτορα.
Ένας μακρινός βόμβος αεροπλάνου έφτασε μέχρι τα αφτιά του μπαρμπα - Μήτσου. Θα ήταν από κείνες τις συχνές αναγνωριστικές πτήσεις των αεροπλάνων των Εγγλέζων που αλώνιζαν τελευταία τον Λεψινιώτικο ουρανό, κάνοντας επίδειξη της πολεμικής υπεροχής τους. Ίσως και να τους είχε μπει στο μάτι το καμάρι της Λεψίνας, το μεγάλο ρολόι πάνω στον λόφο της Παναγίτσας, κι έκοβαν βόλτες παριστάνοντας τους καμπόσους.
Το αεροπλάνο φάνηκε καθαρά πάνω από τον αρχαιολογικό χώρο. Έκανε μια στροφή προς τα βορειοανατολικά και πήρε μια ελαφρά κλίση. Ο μπαρμπα - Μήτσος σκέφτηκε πως μάλλον ήρθε η ώρα του να τα μαζεύει και να φεύγει. Μάζεψε όπως - όπως τα σακούλια του και τράβηξε βιαστικά για το φτωχικό του. Περνώντας μπροστά από τα αρχαία, κοντοστάθηκε. «Έχει γούστο τούτα τα θεότρελα εργαλεία να βάλουν στόχο τα ιερά μας μάρμαρα», σκέφτηκε. Η ψυχή του αντάριασε.
Απαγορευόταν να βομβαρδίζονται οι εκκλησιές. Και τούτος ο τόπος ήταν αρχαία εκκλησιά. Εδώ οι συντοπίτες του έρχονταν να τιμήσουν τη Ζόνια. Την κυρά που προστάτευε τις σοδειές τους. Εδώ κάποτε γίνονταν παράξενες μα ιερές γιορτές και από το άνοιγμα της γης, που φαίνεται ακόμη σαν πέτρινο χαμόγελο, λέγαν πως περνούσαν οι ψυχές στα σκοτεινά παλάτια του Άδη.
Ξαφνικά, του ήρθε να φωνάξει. -Ωρέ, τούτο τον τόπο δεν τον βομβαρδίζει κανείς! Ακούτε παλιο..., φώναξε τελικά, χωρίς να το καταλάβει, μα η φωνή του σκεπάστηκε από τον εκκωφαντικό κρότο της έκρηξης που τράνταξε συθέμελα τον τόπο. Τα τζάμια των καταστημάτων και των σπιτιών έσπασαν. Θραύσματα πετάχτηκαν ολόγυρα κι ένας μπουχός σκέπασε την περιοχή, που μύριζε μπαρούτι, καμένα ξύλα και σκόρπιο θάνατο. Όσοι έτυχε να είναι έξω, έτρεχαν αλλόφρονες να κρυφτούν, ενώ οι άλλοι που ήταν μέσα, έβγαιναν τρέμοντας, με χίλιες προφυλάξεις, για να δούνε με τα ίδια τους τα μάτια την καταστροφή που είχε απλωθεί απ' άκρη σ' άκρη μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα.
Η κυρά Γιαννούλα όρμησε στον δρόμο, κατά τη μεριά όπου είχε το πόστο του ο άντρας της. Λίγα μέτρα παρακάτω τον είδε. Μ' όλο το κακό που γινόταν στον τόπο, εκείνος ήταν ήρεμος, απέραντα γαλήνιος. Τα αρχαία δεν είχαν πειραχτεί και ίσως για τούτο κειτόταν χαμογελαστός σχεδόν μπροστά στην είσοδο του ιερού χώρου, με το βλέμμα καρφωμένο επίμονα στο Πλουτώνιο, στο «πέτρινο χαμόγελο», που περιμένει τις ψυχές για να τις οδηγήσει στα σκοτεινά παλάτια του Πλούτωνα.
Εκεί που τα νερά κυλάνε καθάρια και αμόλευτα απ' των ανθρώπων τον πολιτισμό. Εκεί που οι ιεροφάντες συναντάνε την καθαρή αλήθεια και τη μοιράζουνε με τους μύστες, όπως οι αγνοί νερουλάδες μοίραζαν το λαγαρό νερό στις Λεψινιώτισσες νοικοκυρές. Καθετί που αφορά το ξόδι έγινε καθώς έπρεπε στο φτωχικό σπιτάκι της κυρα - Γιαννούλας. Τραγούδησαν τον άντρα της και τον αποχαιρέτησαν με τα καλύτερα παινέματα. Τον συνόδεψαν κάτω από τους ίσκιους των κυπαρισσιών και τον σκέπασαν με πλούσια μπουκέτα από τους ανθόκηπους της Λεψίνας.
Για καιρό μιλούσαν για τις αρετές του και για τα σεμνά κομπλιμέντα που έκανε στις προκομμένες του πελάτισσες. Κανείς όμως δεν μίλησε για την αγάπη που έτρεφε για κείνον το άλογό του! Κανείς εκτός από την κυρα - Γιαννούλα δεν έκλαψε, όταν την άλλη μέρα το γέρικο ζωντανό έκοψε το σχοινί και πήγε έξω από τον πέτρινο φράχτη με τα κυπαρίσσια. Μ' όλα τα παρακάλια της, δεν έφαγε και δεν ήπιε στάλα. Και δεν κουνήθηκε από εκεί μήτε ρούπι, μέχρι που το κάρο της κοινότητας μάζεψε το κουφάρι του για να μη μολύνει τον τόπο...
Καλό ταξίδι, μπαρμπα - Μήτσο Μουρίκη, που δε σε γνώρισα ποτέ, μα σε αγάπησα σαν ομοαίματο συγγενή μου. Εκεί που είσαι τώρα, οδήγα με τον πιστό Ντορή σου τους κάτω συντοπίτες μας στο τόπο της δροσερής πηγής. Εκεί ας συγκεντρώνεστε τα δειλινά κι ας τους μοιράζεις το νερό της λησμονιάς, όπως παλιά, με προσοχή και δικαιοσύνη.
Κι αν κάποιοι σου γκρινιάξουνε καμιά φορά πως όσο και να πιούνε δεν καταφέρνουν να ξεχάσουνε την Λεψίνα τους, πες τους πως το φταίξιμο δεν είναι του νερού. Είναι που ο τόπος τούτος, καθώς καλά το ξέρεις, μπαρμπα - Μήτσο, είναι ιερός και δεν λησμονιέται ποτέ.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια κειμένου, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο
της Κατερίνας Μουρίκη: «Άρωμα Ιωνίας»,
Εκδόσεις «Σταμούλη», α' έκδοση Μάιος 2023, σελ. 57-63.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου