Τετάρτη 14 Φεβρουαρίου 2024

ΑΡΩΜΑ ΙΩΝΙΑΣ: «ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ, Ο ΣΥΝΕΤΑΙΡΟΣ» Ε' ΜΕΡΟΣ

 




Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο
της Κατερίνας Μουρίκη: «Άρωμα Ιωνίας»,
Εκδόσεις «Σταμούλη», α' έκδοση Μάιος 2023, σελ. 65-69.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια κειμένου, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»




ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΜΟΥΡΙΚΗ




ΑΡΩΜΑ ΙΩΝΙΑΣ



Οκτώ ανθρώπινες ιστορίες ποτισμένες με τις αλήθειες της ζωής. Άνθρωποι που αναγκάστηκαν να αφήσουν σπίτια και όνειρα και να αγωνιστούν για να οικοδομήσουν πάνω στις στάχτες μια νέα ζωή. Ωστόσο, μέσα από γεγονότα που εκτυλίσσονται στον απόηχο πολέμων, κατατρεγμών και ανέχειας, αναδεικνύεται η αξία του ψυχικού σθένους και του αγώνα για την επικράτηση του καλού και αγαθού. Άνθρωποι και γεγονότα, που μοιάζουν γεννήματα φαντασίας, μας συγκινούν και μας ξαφνιάζουν σαν απρόσμενες λύσεις κάποιου ζωντανού γρίφου. Γιατί, χωρίς αμφιβολία, η ζωή είναι ο πιο ευφάνταστος συγγραφέας.


Κ.Μ.


Εκ του οπισθόφυλλου του βιβλίου





ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ, Ο ΣΥΝΕΤΑΙΡΟΣ


(βασισμένο σε αληθινή ιστορία)


Δεν είχε καμιά σπουδαία φωνή. Με το που άνοιγε, όμως, το στόμα του κι έβγαζε την πρώτη αυτοσχέδια κορώνα, άνοιγαν τα τα πορτόφυλλα και τα παράθυρα γίνονταν ολοζώντανα κάδρα με Μαντόνες αγουροξυπνημένες. Την άλλη στιγμή κιόλας, όλα τα θηλυκά της γειτονιάς τον τριγύριζαν λαίμαργα, στοχεύοντας να καλύψουν τις ανάγκες της μέρας. Πλάσμα της υπομονής και της εργατικότητας, αλλά τι να το κάνεις; Αφού ήταν γάιδαρος! Ποια Μαντόνα να σε πεθυμήσει με τέτοια ρετσινιά, εξόν κι αν σέρνεις ξοπίσω σου ολόκληρο κάρο με φρέσκα λαχανικά και φρούτα, όπως η αφεντιά του. Ο λόγος για τον Πρόδρομο, τον τετράποδο βοηθό του Παναγή. Μαναβάκι από τα μικράτα του εκείνος. Μετά τον πόλεμο του '40 έστηνε την πραμάτεια του, δυο καφάσια όλη κι όλη, στη γωνιά της πλατείας στο Γουδί, πλάι στον Άγιο Θωμά, και δεν έφευγε από κει, παρά μονάχα σαν πούλαγε και το τελευταίο κρεμμύδι. Δραχμή-δραχμή μάζευε το κομπόδεμα ο Παναγής. Πάνω που άρχισε η δεκαετία του '50, είχε φουσκώσει τόσο, που το μαντήλι δεν έδενε άλλο. Τράβηξε κατά το γαϊδουπάζαρο, κάπου στα Μεσόγεια, κι αγόρασε τον Πρόδρομο για  «Συνεταίρο». Έτσι τον ονομάτιζε ο Παναγής, μ' αν είναι έτσι οι συνεταίροι, τότε οι σκλάβοι δεν θα 'πρεπε να 'χουν παράπονα. Χαμένος από χέρι ο Πρόδρομος. Όλη τη μέρα, με ζέστη και με κρύο, τραβούσε το κάρο, ενώ ο Παναγής, που στο μεταξύ είχε προβιβαστεί σε κυρ-Παναγή, την άραζε πάνω στην καρότσα και πότε-πότε ανέμιζε το καμτσίκι στον αέρα, έτσι για να μην ξεχνάμε τι σημαίνει «αφεντικό» την σήμερον ημέραν! Ο Πρόδρομος, χωρίς να εμβαθύνει ιδιαίτερα στην ιδιόμορφη αυτή θεωρία του Παναγή περί συνεταιρισμού, έσκυβε το κεφάλι και τραβούσε της ζωής και του Γουδιού τις ανηφόρες και κατηφόρες. Έτσι, για να ξεδίνει από τον κάματο της μέρας κι από κάτι ύποπτες μυρωδιές που έφταναν μέχρι τα ρουθούνια του σαν έσκαγε το πρώτο μπουμπούκι της άνοιξης, τραβούσε μερικούς αμανέδες, που τους είχε διασκεδάσει σε «αγκαρέδες». Όχι τόσο γιατί επιθυμούσε να τονίσει το είδος της εργασίας που προσέφερε, όσο γιατί αντί του  «αμάν-αμάν» επέμενε να χρησιμοποιεί ένα πένθιμο και επαναλαμβανόμενο «άγκααρ-άγκααααρ» μ' ένα βιμπράτο που ράγιζε καρδιές. Κι ο ημιτελής αυτός «στίχος» έσβηνε μ' ένα ηχηρό ρουθούνισμα κι έναν υπόκωφο αναστεναγμό, σαν και ένα κωδικοποιημένο «τέλος πάντων, έτσι είναι η ζωή...». Έτσι, η παρουσία του, το τραγούδι του και η πραμάτεια του είχαν δεθεί αναπόσπαστα με τις ημερήσιες διατροφικές ανάγκες κάθε σπιτικού και τις εισπράξεις του κυρ-Παναγή. Το απόγευμα, σαν γύριζε αποκαμωμένος στο σπίτι, είχε την ιδιαίτερη ευχαρίστηση να νιώθει την αποδέσμευσή του από τα λουριά της καρότσας και την πολυτέλεια να απολαμβάνει με την ησυχία του έναν κουβά νερό κι ένα δεμάτι σανό. Όσην ώρα ο Παναγής άδειαζε τα τελάρα από τα σάπια και χτυπημένα φρούτα κι έπλενε την καρότσα, εκείνος μασουλούσε αργά, ηδονικά με μισόκλειστα βλέφαρα κι άνοιγε το φυλλοκάρδι του από ευχαρίστηση. Τόση, που ξεχνούσε της μέρας τα παράπονα, που λογάριαζε ν' αραδιάσει στον συνεταίρο του. Η νύχτα ερχόταν και το σκοτάδι της απλωνόταν αργά πάνω από τις φτωχογειτονιές και τον στάβλο του κυρ-Παναγή. Τα πρώτα φώτα άναβαν μέσα στη νύχτα σαν μικρές ελπίδες μέσα στο έρεβος του πόνου ανθρώπων και γαϊδάρων. Το χαρχάλεμα των σκουπιδιών μέσα στους γκαζοντενεκέδες ήταν συνηθισμένη υπόθεση της νύχτας. Ένα ολόκληρο σκυλολόι και γατομάνι ξαμολιόταν ανά τους σκουπιδοντενεκέδες των τεραγώνων εις άγραν κοκκάλου, ψαροκεφάλου και παντός είδους βρωσίμου. Ανάμεσά τους, ο Αρμένης Αντριάς, γνωστός ως Κουζουλαντρέας ο ρακοσυλλέκτης. Ανακατεμένος μ' εκείνο το σμάρι των αλητόβιων τετραπόδων, συμβιβασμένος με τη βρομιά των σκουπιδιών, ψαχούλευε με κάτι αετίσιο και δάχτυλα χειρουργού τ' απορρίμματα και κάθε τόσο γέμιζε το σακούλι που κουβαλούσε στις κυρτωμένες του πλάτες.



Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια κειμένου, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο
της Κατερίνας Μουρίκη: «Άρωμα Ιωνίας»,
Εκδόσεις «Σταμούλη», α' έκδοση Μάιος 2023, σελ. 65-69.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου