Η ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΕΙΝΑΙ... ΠΡΑΓΜΑ ΜΕΓΑ
Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο
του Δημητρίου Παναγοπούλου: «Το Αντίδοτον του Θανάτου»,
Βιβλιοπωλείο «Νεκταρίου Παναγοπούλου», Αθήνα 1957, β' έκδοση, σελ. 49-51.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια κειμένου, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Εξητάσαμεν την Αγίαν Γραφήν και τας Ιεράς Παραδόσεις, επισκοπήσαμεν το περιεχόμενον της Θείας Λειτουργίας, εμελετήσαμεν επισταμένως τας «Περί της Θείας Κοινωνίας» ιεράς συγγραφάς των μεγάλων Πατέρων και Διδασκάλων της Εκκλησίας μας απ' αρχής της συστάσεως αυτής, και ούτω δια της Χάριτος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού έρχεται εις φως η συγγραφή αύτη με σκοπόν να νουθετήση, να υπενθυμίση ή και να διδάξη ακόμη πάντα χριστιανόν, ποίον είναι το γνήσιον και αληθές πνεύμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας επί του θέματος τούτου, της Θείας Κοινωνίας. [...] *Απόσπασμα από τον πρόλογο του συγγραφέα.
ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΥ:
«ΤΟ ΑΝΤΙΔΟΤΟΝ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ»
(1957)
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΙΣ ΕΝΣΤΑΣΕΙΣ
ΕΝΣΤΑΣΙΣ Ε'.
Η Θεία Κοινωνία είναι... πράγμα μέγα.
Ο Θεοδώρητος λέγει: «Οι των Θείων Μυστηρίων μεταλαμβάνοντες, οι μεν ως πρόβατον μεταλαμβάνουσιν, άτε δη τελείαν την αρετήν κεκτημένοι, οι δε ως ερίφου, διά μετανοίας εξαλείφοντας τα των αμαρτημάτων κηλίδας». Δηλαδή: Μερικοί μεταλαμβάνουν ως πρόβατα, όσοι δηλαδή είναι τέλειοι εις την αρετήν, άλλοι δε ως ερίφου, διά μετανοίας εξαλείφουν τους μολυσμούς των αμαρτιών των. Πως λοιπόν, άγιοι του Θεού Πνευματικοί, επιτρέπετε το συνεχώς κοινωνείν, αν βέβαια το επιτρέπετε, μόνον εις τους τελείους, που... δεν υπάρχουν; Δεν βλέπετε, ότι οι θείοι Πατέρες δεν ζητούν τελειότητα από τους μεταλαμβάνοντας, αλλά διόρθωσιν ζωής διά μετανοίας; Εάν το ερίφιον δεν το μεταλαμβάνετε, τότε πως θα γίνη πρόβατον; Ας έχωμεν λοιπόν υπ' όψιν, ότι καθώς εις το φαινόμενον τούτον κόσμον δεν είναι όλοι οι άνθρωποι μιας και της αυτής ηλικίας, ούτω και εις τον πνευματικόν κόσμον της Εκκλησίας είναι διάφοροι, κατά την παραβολήν του σπορέως. Διότι ο μεν τέλειος προσφέρει εκατόν, ο μέσος εξήκοντα και ο αρχάριος τριάκοντα, κατά την δύναμίν του ο καθείς, και ουδείς είναι απόβλητος παρά τω Θεώ, επειδή δεν προσφέρει το εκατόν. Πως λοιπόν εμείς ζητούμεν την τελειότητα από τους προσερχόμενους να λάβουν το μέσον της τελειότητος; Και πως θα γίνουν τέλειοι άνευ του μέσου της τελειότητος, που είναι ο Χριστός, τον Οποίον δεν χορηγείτε εις τους προσερχομένους. Ας σκεφθώμεν λοιπόν μαζί, λαϊκοί και Κληρικοί: Είναι δυνατόν ο άνθρωπος να φθάση εις την τελειότητα άνευ της συνεχούς Θείας Κοινωνίας; Χωρίς αυτήν η αγάπη κατορθούται; Άνευ της αγάπης η προς τας Δεσποτικάς εντολάς υπακοή επιτυγχάνεται; Άνευ δε της υπακοής τελειότητος υπάρχει; Δυστυχώς όχι. Διά τούτο και ο εν αγίοις Αββάς Απολλώ, γνωρίζων ότι η Θεία Κοινωνία είναι τελειωτική της Θεϊκής αγάπης, την συναριθμεί με την εντολήν της αγάπης και λέγει: «Εις τας δύο αυτάς εντολάς» δηλαδή «εις την συχνήν μετάληψιν, και εις την του πλησίον αγάπην, όλος ο Νόμος και οι Προφήται κρέμανται». Αλλά τις η χρεία να πολυλογώμεν; Ερωτώμεν, λαϊκούς και Κληρικούς που τυχόν αντιτάσσονται εις την συνεχή Θείαν Κοινωνίαν και συμβουλεύουν ημάς κάθε τεσσαράκοντα ημέρας, ή 3-4 φοράς το έτος να κοινωνώμεν, να μας είπουν: Ως τέλειοι μεταλάμβάνουν εις τας τεσσαράκοντα ημέρας, ή ως αμαρτωλοί και ατελείς; Και αν μεν μας είπουν, ότι κοινωνούν ως τέλειοι, απαντώμεν: Διατί τέλειοι όντες, δεν δύνανται να κοινωνώσι και συχνότερον; Εάν δε μας είπουν, ότι κοινωνώσι ως ατελείς, απαντώμεν και πάλιν, διατί να μη κοινωνώσι συχνότερον, ίνα γίνουν τέλειοι, καθώς προείπομεν ανωτέρω; Διότι, αν το βρέφος δεν αυξάνη εις ηλικίαν ανδρός χωρίς σωματικήν τροφήν, πως η ψυχή θα έλθη εις τελειότητα άνευ πνευματικής τοιαύτης; Εάν δε πάλιν, ως αμαρτωλοί, οι τα τοιαύτα προβάλλοντες μεταλαμβάνουν, δεν πρέπει ούτε κάθε τεσσαράκοντα ημέρας, ούτε και μίαν φοράν το έτος να κοινωνούν, «Καθάπερ τον ουδέν εαυτώ συνειδότα φαύλον καθ' εκάστην δει προσιέναι την ημέραν, ούτω τον εν εορτή προσιέναι ασφαλές' ου γαρ δη το άπαξ του ενιαυτού προσελθείν απαλλάτει των εγκλημάτων ημάς, αν αναξίως προσίωμεν' αλλ' αυτό δει τούτο μειζόνως καταδικάζει, διότι άπαξ προσιόντες, ουδέ τότε καθαρώς προσίομεν. Διά τούτο παρακαλώ πάντας υμάς, μη απλώς διά την της εορτής ανάγκην των θείων άπτεσθαι Μυστηρίων» (Τόμ. 5, Λόγ. 71). Δηλαδή' Καθώς ο έχων συνείδησιν καθαράν πρέπει κάθε ημέραν να μεταλαμβάνη, ούτω και ο ευρισκόμενος εις αμαρτίας και μη μετανοών, δεν πρέπει ούτε εν εορτή, να μεταλάβη' διότι ανίσως και αναξίως μεταλάβωμεν, έστω και μίαν φοράν αν μεταλάβωμεν τον χρόνον, δεν ελευθερωνόμεθα από τα αμαρτήματα, αλλ' αυτό περισσότερον μας καταδικάζει, διότι, αν και μίαν φοράν τον χρόνον μεταλάβωμεν, και πάλιν ουδέ τότε καθαροί μεταλαμβάνομεν. Διά τούτο σας παρακαλώ όλους να μη κοινωνήτε απλώς και ως έτυχε, επειδή είναι εορτή. Όχι' διότι, «Ουκ έστι τόλμη το πολλάκις προσιέναι, αλλά το αναξίως, καν άπαξ τις του παντός χρόνου προσέλθη». Δηλαδή: δεν είναι τόλμη και αυθάδεια το να προσέρχεταί τις συχνά, αλλά το να μεταλαμβάνη αναξίως, έστω και μίαν φοράν αν μεταλάβη τον χρόνον, προσθέτει αλλού. (Τιμ. Α' 1, Λόγ. 6). Δεν ηξεύρομεν λοιπόν, διατί ωρισμένοι εκ των ευλογημένων Κληρικών μας δεν ακούουσι ταύτα τα λόγια των θεοφόρων Πατέρων, παρά ζητούσι από τους μεταλαμβάνοντας αγγελικήν ζωήν. Και ερωτώμεν: Πως ζητάτε αγιότητα από έναν που ποτέ σας ίσως δεν τον προτρέψατε προς αυτήν; Πως ζητείτε αγίους διά να μεταδώσητε τα Άγια, αφού αρνείσθε την μετάδοσιν των Αγίων, διά των οποίων αγιάζονται; Πως λοιπόν θα καθαρισθούν και θα αγιασθούν οι ενορίται σας, αφού το μέσον του καθαρισμού και του αγιασμού το αρνείσθε εις αυτούς; Αλλ' ακούομεν διαμαρτυρίας; Όχι... δεν μεταδίδομεν τα άγια εις τους αναξίους... Ναι, και ημείς συμφωνούμεν, αλλ' ειπέτε μας, ποίοι είναι οι άξιοι, διότι νομίζομεν ουδείς, και ας γνωρίζωμεν, λαϊκοί και κληρικοί, ότι το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, δεν χορηγείται ως βραβείον εις τους «αξίους», που δεν υπάρχουν (ένεκα της νηστείας των ή των αγαθών των πράξεων κ.λ.π.), αλλ' ως «ΦΑΡΜΑΚΟΝ» διά την ζωοποίησιν της νεκρωμένης των ψυχής, ως ο Θεοφόρος Ιγνάτιος σαφώς λέγει, ότι ο Άρτος της Θείας Κοινωνίας είναι «Φάρμακον αθανασίας και αντίδοτον του θανάτου» Εφεσ. Χ.Χ., 15). Ζητούμεν λοιπόν να κοινωνήσωμεν όχι ως άξιοι, αλλ' ως άρρωστοι. Και ως άρρωστοι αισθανόμεθα την ανάγκην του Ζωοποιού Αίματος του Κυρίου μας, και αλλοίμονον εις εκείνους που μας το αρνούνται.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια κειμένου, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο
του Δημητρίου Παναγοπούλου: «Το Αντίδοτον του Θανάτου»,
Βιβλιοπωλείο «Νεκταρίου Παναγοπούλου», Αθήνα 1957, β' έκδοση, σελ. 49-51.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου