ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΣΤ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ (ΤΑΛΑΝΤΩΝ): ΘΑ ΔΩΣΟΥΜΕ ΛΟΓΟ ΓΙΑ Ο,ΤΙ ΜΑΣ ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΗΚΕ Ο ΘΕΟΣ
«Και παρέδωκεν αυτοίς τα υπάρχοντα αυτού, και ω μεν έδωκεν πέντε τάλαντα, ω δε δύο, ω δε εν, εκάστω κατά την ιδίαν δύναμιν και απεδήμησεν». Μια παραβολή μας παρουσίασε η σημερινή ευαγγελική περικοπή, μια παραβολή που είναι γνωστή ως η παραβολή των ταλάντων. Το περιεχόμενό της γνωστό σε όλους μας, αναφέρεται σε ένα περιστατικό που επαναλαμβάνεται συχνά στην ιστορία του κόσμου και των ανθρώπων.
Ένας άρχοντας αποφάσισε να αποδημήσει σε μια μακρινή χώρα· και πριν να αποδημήσει κάλεσε τους δούλους και τους παρέδωσε τα υπάρχοντά του. Και σε άλλον έδωσε πέντε τάλαντα και σε άλλον δύο και στον τρίτο ένα και ανεχώρησε. Δεν τους είπε τι έπρεπε να τα κανουν. Τους άφησε να ενεργήσουν ανάλογα με τη δική τους κρίση και διάθεση. Δεν τους είπε αν θα επιστρέψει ούτε πότε θα επιστρέψει. Απλώς τους εμπιστεύθηκε τα αγαθά του ανάλογα με τις ικανότητες του καθενός.
Και οι δύο πρώτοι εργάσθηκαν και αύξησαν τα τάλαντα που τους εμπιστεύθηκε ο κύριός τους, ενώ ο τρίτος το έθαψε στη γη και ασχολήθηκε με τις δικές του υποθέσεις ή παρέμεινε άπρακτος και αργόσχολος εκμεταλλευόμενος την απουσία του κυρίου του.
Τα χρόνια πέρασαν και μια ημέρα ο κύριος επέστρεψε. Και, όπως ήταν αναμενόμενο, κάλεσε τους δούλους του για να μάθει τι έκαναν με τα χρήματα που τους είχε εμπιστευθεί. Και ενώ οι δύο πρώτοι είχαν διπλασιάσει τα τάλαντα που τους έδωσε και απήλαυσαν τον έπαινο του κυρίου τους, ο τρίτος προσήλθε με θράσος και αυθάδεια και, αντί να ζητήσει τη συγγνώμη και την επιείκεια του κυρίου που δεν αξιοποίησε τα τάλαντα που του εμπιστεύθηκε, τον κατηγόρησε ότι επιδιώκει να πλουτίζει χωρίς να κοπιάζει ο ίδιος, εκμεταλλευόμενος τον κόπο και την προσπάθεια του δούλου του.
Ο Χριστός δεν περιγράφει βέβαια τα συναισθήματα του κυρίου για την προσβλητική συμπεριφορά του δούλου του, αναφέρει όμως την κριτική που του ασκεί και την τιμωρία που του επιβάλλει: «έδει σε ούν βαλείν τα αργύριά μου τοις τραπεζίταις». Θα έπρεπε, του λέει, να είχε βάλει τα χρήματά μου στην τράπεζα, ώστε να έπαιρνα τουλάχιστον τον τόκο που μου αναλογούσε. Όμως εσύ ήσουν τόσο οκνηρός που ούτε αυτό δεν φρόντισες να κάνεις, γι᾽ αυτό και δεν σου αξίζει το τάλαντο που σου εμπιστεύθηκα αλλά η τιμωρία και για την οκνηρία σου αλλά και για τη σκληρότητα της συμπεριφοράς σου.
Οι συμβολισμοί της σημερινής ευαγγελικής περικοπής είναι γνωστοί, αδελφοί μου. Ο Θεός είναι ο κύριος της παραβολής που έδωσε σε όλους εμάς, που αντιστοιχούμε στους δούλους της παραβολής, κάποια χαρίσματα και κάποιες ικανότητες και μας άφησε ελεύθερους να τα αξιοποιήσουμε.
Ορισμένοι ακούοντας την παραβολή σπεύδουν να αναγνωρίσουν τάχα σ᾽ αυτήν σπέρματα κοινωνικής αδικίας. Σπεύδουν να κατακρίνουν τον Θεό, γιατί δήθεν δεν μοίρασε δίκαια τα αγαθά του και τα ταάλαντά του. Ίσως κάπως έτσι να σκέφτηκε και ο δούλος της παραβολής που έλαβε το ένα τάλαντο. Ίσως να θύμωσε και γι᾽ αυτό να αδιαφόρησε και πήγε και το έθαψε στη γη, χωρίς να προσέξει τον λόγο που οδήγησε τον Θεό στο να μοιράσει τα τάλαντα όπως τα μοίρασε. Και τον λόγο τον σημειώνει ο ιερός ευαγγελιστής. Μοίρασε, λέει, ο Θεός τα τάλαντα «εκάστω κατά την ιδίαν δύναμιν», στον καθένα, δηλαδή, ανάλογα με τις δυνάμεις του.
Αν ο δούλος που έλαβε το ένα τάλαντο, είχε λάβει πέντε, είναι βέβαιο ότι δεν θα τα αξιοποιούσε, αλλά θα τα είχε θάψει και αυτά και θα είχε υποστεί ακόμη μεγαλύτερη τιμωρία. Έλαβε ένα, γιατί ο κύριος γνώριζε την αδυναμία και την ανικανότητά του και δεν θέλησε να τον επιβαρύνει με περισσότερα. Ήλπιζε όμως ότι αυτό το ένα τάλαντο θα το αξιοποιούσε, έστω και με στοιχειώδη τρόπο, καταθέτοντάς το στους τραπεζίτες για να αποκομίσει στη συνέχεια τον τόκο του.
Ασφαλώς ο Θεός δεν ζητά τον τόκο γιατί τον χρειάζεται, αλλά τον ζητά γιατί ο τόκος αποδεικνύνει ότι ο δούλος δεν αδιαφόρησε για την εμπιστοσύνη του κυρίου του και προσπάθησε έστω και κατ᾽ ελάχιστον να φανεί αντάξιός της.
Αδελφοί μου, αν θέλουμε να μη βρεθούμε και εμείς στη θέση του πονηρού δούλου, ας παύσουμε να ασχολούμεθα με τα τάλαντα και τα χαρίσματα των άλλων ανθρώπων γύρω μας, αλλά ας φροντίσουμε να αξιοποιήσουμε αυτό που εμπιστεύθηκε σε μας ο Θεός.
Και το πρώτο και κοινό τάλαντο που έδωσε σε όλους μας είναι η ίδια μας ζωή, που θα πρέπει να μην την αφήσουμε να περάσει ανεκμετάλλευτη χωρίς να κάνουμε τίποτε, αλλά ας φροντίσουμε να την γεμίσουμε με έργα αγαθά, τα οποία αποδίδουν τον αναμενόμενο τόκο, ο οποίος θα χαρίσει και σε μας τον έπαινο του Κυρίου κατά την ημέρα της κρίσεως και θα μας εξασφαλίσει τη μακαριότητα και τα ατελεύτητα αγαθά της αιωνίου ζωής. *Εκ του ιστολογίου «Πεμπτουσία» της 6.2.2021. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου