ΑΓΙΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΦΟΡΟΥ: ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ
Ἐγὼ ὁ Ἰγνάτιος, πού ὀνομάζομαι καὶ Θεοφόρος, ἀπευθύνομαι στήν Ἐκκλησία, πού εἶναι ἐλεημένη ἀπὸ τήν μεγαλειότητα τοῦ ὑψίστου Πατέρα καὶ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ μοναδικοῦ Υἱοῦ του, στὴν ἀγαπημένη καὶ φωτισμένη μέ τὸ θέλημα Ἐκείνου πού θέλησε τὰ πάντα, τὰ ὁποῖα ὑπάρχουν ἐξαιτίας τῆς ἀγάπης τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ μας, ἡ ὁποία (Ἐκκλησία) προΐσταται στήν χώρα τῶν Ῥωμαίων, στὴν ἀντάξια τοῦ Θεοῦ, στὴν ἀξιοπρεπῆ, στὴν ἀξιομακάριστη, στὴν ἀξιέπαινη, στὴν ἀξία ἐπιτυχίας, στὴν ἐπάξια ἁγνὴ καὶ πρώτη στήν ἀγάπη, σ’ αὐτήν πού ἀκολουθεῖ τὸν νόμο τοῦ Χριστοῦ καὶ φέρει τὸ ὄνομα τοῦ Πατέρα.
Τά μέλη αὐτῆς τῆς Ἐκκλησίας ἀσπάζομαι στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ Πατέρα, σ’ αὐτούς πού σωματικὰ καὶ πνευματικὰ τηροῦν κάθε ἐντολὴ Του, στοὺς γεμάτους ἀπὸ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ, πού ζοῦν χωρὶς διακρίσεις καὶ εἶναι καθαρισμένοι ἀπὸ κάθε ξένο χαρακτηριστικό. Σ’ αὐτούς εὔχομαι νά δοκιμάζουν παρὰ πολὺ μεγάλη χαρὰ ἑνωμένοι μέ τὸν Ἰησοῦ Χριστό, τὸν Θεό μας.
Ἀφοῦ προσευχήθηκα στόν Θεό, πέτυχα νά δῶ τὰ ἀξιόλογα πρόσωπά σας, τὰ ὁποῖα ζητοῦσα πολὺ νά συναντήσω. Διότι ὡς δέσμιος γιά τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ἐλπίζω νά σᾶς ἀσπασθῶ, ἐὰν βέβαια εἶναι θέλημάΤου νά ἀξιωθῶ νά φτάσω στό τέλος. Διότι ἡ ἀρχὴ εἶναι εὔκολη, ἐὰν βέβαια ἐπιτύχω τήν χάρη νά ἀπολαύσω τὸν κλῆρο μου (τό Μαρτύριο) χωρὶς ἐμπόδια. Γιατὶ φοβᾶμαι τήν δική σας ἀγάπη, μήπως μέ ἀδικήσει αὐτή. Διότι σὲ σᾶς εἶναι εὔκολο νά κάνετε ὅ,τι θέλετε, σὲ μένα ὅμως εἶναι δυσκολο νά ἐπιτύχω τήν κατά Θεό ἐπιθυμία μου, ἐὰν σεῖς δέν μὲ σπλαχνισθεῖτε.
Διότι δέν θέλω νά ἀρέσετε στούς ἀνθρώπους, ἀλλὰ νά ἀρέσετε στόν Θεό, ὅπως καὶ πιστεύω ὅτι ἀρέσετε. Γιατὶ ἑγὼ ποτέ δέν θὰ ἔχω παρόμοια εὐκαιρία νά μαρτυρήσω γιά τὸν Θεό, οὔτε σεῖς, θά ἔχετε τὴν εὐκαιρία νά ἐγγράψετε στό ἐνεργητικὸ σας ἀνώτερο ἔργο ἐὰν σωπάσετε. Διότι, ἐὰν δέν μιλήσετε γιά μένα, τότε ἐγώ θὰ γίνω λόγος τοῦ Θεοῦ. Ἐὰν, ὅμως, ἀγαπήσετε τήν σάρκα μου, καί ἐπιτύχετε νά ἀποφύγω τό μαρτύριο, ἐγὼ καί πάλι θὰ γίνω ἠχώ. ‘Αφῆστε με νά γίνω σπονδὴ στόν Θεό, ἀφοῦ ἤδη τὸ θυσιαστήριο εἶναι ἔτοιμο. Ἀλλά, μέ ἀγάπη, ἀφοῦ σχηματίσετε χορωδία, νά ψάλετε στόν Πατέρα μαζί μέ τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ἐπειδή ὁ Θεὸς ἀξίωσε τὸν ἐπίσκοπο τῆς Ἀντιόχειας τῆς Συρίας, προσκαλώντας τον ἀπό τήν Ἀνατολή, νά βρεθεῖ στήν Δύση. Εἶναι ὡραῖο νά δύσω ἀπὸ τὸν κόσμο καί νά πορευθῶ πρὸς τὸν Θεό, γιά νά ἀνατείλω σ’ αὐτόν.
Δέν βλάψατε πότε κανένα· ἀλλὰ τοὺς διδάξατε. Ἐγὼ ὅμως θέλω νά ἐφαρμόσετε καὶ ἐκεῖνα πού δίνετε ὡς ἐντολὴ ὅταν διδάσκετε τούς ἄλλους. Μόνο δύναμη ζητεῖστε γιά μένα, ἐσωτερικὴ καὶ ἐξωτερική, γιά νά μὴν λέω μόνο, ἀλλὰ καὶ νά θέλω, ὥστε νά μὴν ὀνομάζομαι μόνο Χριστιανὸς ἀλλὰ καὶ νά εἶμαι. Διότι ἐὰν εἶμαι Χριστιανὸς, μπορῶ καὶ νά φέρω αὐτό τό ὄνομα. Πραγματικά πιστός θὰ εἶμαι, ὅταν δέν θά ἐπιδεικνύομαι στόν κόσμο ὡς πιστός. Γιατί, τίποτε ἀπὸ αὐτά πού ἐπιδεικνύονται δέν εἶναι ἀγαθό. Κι αὐτό γιατί ὁ Θεὸς μας Ἰησοῦς Χριστός, πού βρίσκεται (κρυμμένος) μέσα τόν Πατέρα του, φαίνεται περισσότερο ἀπ’ ὁποιονδήποτε ἄλλον. Ὁ Χριστιανισμὸς δέν εἶναι ἔργο πειστικότητας, ἀλλὰ, ὅταν αὐτός μισεῖται καί διώκεται ἀπὸ τὸν κόσμο, εἶναι ἀφορμή δόξας καί μεγαλείου.
Ἐγὼ γράφω σὲ ὅλες τίς ἐκκλησίας καὶ παραγγέλνω σὲ ὅλους, ὅτι πεθαίνω γιά τὸν Θεὸ θεληματικά, ἐὰν βέβαια ἐσεῖς δέν μὲ ἐμποδίσετε. Σᾶς παρακαλῶ νά μήν μοῦ γίνετε ἀφορμή εὐνοϊκῆς μεταχείρησης ἀπό τούς διῶκτες μου καί ἀγάπης πού ἐκδηλώνεται σὲ ἀκατάλληλο καιρό. Ἀφῆστε με νά γίνω τροφὴ τῶν θηρίων, διὰ τῶν ὁποίων θὰ μπορέσω να ἐπιτύχω τήν ἕνωσή μου μέ τὸν Θεό. Εἶμαι σιτάρι τοῦ Θεοῦ καὶ ἀλέθομαι μέ τὰ δόντια τῶν θηρίων, γιά νά γίνω καθαρὸ σιτάρι τοῦ Χριστοῦ.
Καλύτερα νά καλοπιάσετε τὰ θηρία γιά νά γίνουν τάφος μου καὶ νά μὴν ἀφήσουν τίποτε ἀπὸ τὸ σῶμά μου, ὥστε νά μὴν γίνω βάρος σὲ κανέναν, ὅταν κοιμηθῶ. Τότε θὰ γίνω ἀληθινὸς μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ, ὅταν ὁ κόσμος δέν δεῖ οὔτε τὸ σῶμά μου. Ἐκλιπαρῆστε τὸν Χριστὸ γιά μένα, ὥστε μέσῳ τῶν ὀργάνων αὐτῶν (τῶν θηρίων) νά γίνω θυσία στόν Θεό. Δέν σᾶς διατάζω ὅπως ὁ Πέτρος καὶ ὁ Παῦλος. Ἐκεῖνοι ἦταν ἀπόστολοι, ἐγὼ κατάδικος· ἐκεῖνοι ἦταν ἐλεύθεροι, ἐνῶ ἐγὼ μέχρι τώρα δοῦλος. Ἐὰν ὅμως μαρτυρήσω, θὰ γίνω δοῦλος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ πού ἐλευθερώθηκε, καὶ θὰ ἀναστηθῶ μαζί Του ἐλεύθερος. Τώρα πού εἶμαι δέσμιος ἔμαθα νά μὴν ἐπιθυμῶ τίποτε.
Ἀπὸ τήν Συρία μέχρι τήν Ῥώμη δίνω μάχη μέ τὰ θηρία στήν γῆ καὶ στήν θάλασσα, δεμένος νύχτα καὶ μέρα μέ δέκα «λεοπαρδάλεις», πού εἶναι τό στρατιωτικὸ τμῆμα, οἱ ὁποῖοι ὅταν εὐεργετοῦνται γίνονται χειρότεροι. Ἀπὸ τὰ ἀδικήματά τους, ὅμως, διδάσκομαι περισσότερο, χωρὶς, βέβαια, μέ αὐτὸ νά δικαιώνομαι. Θὰ προτιμοῦσα ἀντί γι’ αὐτούς τὰ θηρία πού εἶναι στήν Ρώμη ἑτοιμασμένα γιά μένα, καὶ προσεύχομαι νά τὰ συναντήσω σύντομα. Θὰ τὰ παρακαλέσω νά μὲ καταβροχθίσουν, γιά νά μήν συμβεῖ ἐκεῖνο πού συνέβηκε μέ μερικούς, πού ἀπὸ δειλία δέν τοὺς ἄγγιξαν. Καὶ ἐὰν αὐτὰ δέν θελήσουν θὰ τὰ ἑξαναγκάσω ἐγώ. Νά μὲ συγχωρήσετε· ἀλλά ἐγὼ γνωρίζω τί μέ συμφέρει. Τώρα ἀρχίζω νά γίνομαι μαθητής. Τίποτε ἄς μήν μέ ἑλκύσει ἀπὸ τὰ ὁρατὰ καὶ ἀόρατα, γιά νά ἐπιτύχω τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Ἂς ἔρθουν πάνω μου φωτιὰ καὶ σταυρὸς καὶ συμπλοκὲς θηρίων, κομματιάσματα, διαμελισμοὶ καὶ διασκορπισμοὶ τῶν ὀστῶν μου, τεμαχισμὸς τῶν μελῶν, ἀλεσμοὶ ὅλου τοῦ σώματος, κακὰ βασανιστήρια τοῦ διαβόλου, ἀρκεῖ μόνο νά κερδίσω τὸν Ἰησοῦ Χριστό.
Τίποτε δέν θά μέ ὠφελήσουν τὰ εὐχάριστα τοῦ κόσμου, οὔτε οἱ βασιλεῖς τοῦ κόσμου αὐτοῦ. Εἶναι προτιμότερο νά πεθάνω γιά τὸν Ἰησοῦ Χριστό, παρὰ νά βασιλεύω στά πέρατα τῆς γῆς. Ζητῶ Ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος πέθανε γιά μᾶς· θέλω Ἐκεῖνον, πού ἀναστήθηκε γιά μᾶς. Καὶ, καθώς νομίζω, ἡ γεννήση γιά μένα ὅπου νά ᾽ναι, πλησιάζει. Συγχωρῆστε με, ἀδελφοί, μήν μέ ἐμποδίσετε νά ζήσω, μὴ θελήσετε νά πεθάνω· αὐτόν πού θέλει νά ἀνήκει στόν Θεό, μὴν τὸν χαρίσετε στόν κόσμο, οὔτε νά τὸν ἐξαπατήσετε μέ τὴν ὕλη. Ἐπιτρέψτε μου νά γίνω μιμητὴς τοῦ πάθους τοῦ Θεοῦ μου. Ἐάν κάποιος Τὸν ἔχει μέσα του, ἂς καταλάβει αὐτό πού ἐπιθυμῶ καὶ ἄς μέ συμπαθήσει, κατανοώντας αὐτὰ πού μέ ἔχουν κυριευμένο.
Ὁ ἄρχοντας τοῦ κόσμου αὐτοῦ θέλει νά μὲ ἁρπάξει καὶ νά καταστρέψει τόν λογισμό μου καί τήν σχέση μου μέ τὸν Θεό. Κανένας λοιπὸν ἀπὸ σᾶς νά μὴν τὸν βοηθήσει· γίνετε μᾶλλον δικοί μου, δηλαδὴ τοῦ Θεοῦ. Γιατί δέν εἴσαστε χριστιανοί ἄν δέν κηρύσσετε μόνον τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ἀλλὰ ἐπιθυμεῖτε τὸν κόσμο. Νά μὴν ὑπάρχει μέσα σας φθόνος. Οὔτε καὶ ἂν ἀκόμα ἑγὼ σᾶς παρακαλῶ νά μέ σώσετε, νά μήν μέ πιστέψετε· νά πιστέψετε μᾶλλον σ’ αὐτά πού σᾶς γράφω. Γιατί σᾶς γράφω ζωντανός, ἐπιθυμώντας νά πεθάνω. Ὁ δικός μου ἔρωτας, (ὁ Χριστὸς) σταυρώθηκε καὶ δέν ὑπάρχει μέσα μου φωτιὰ σαρκική, ἀλλὰ νερὸ «ζωντανό», πού μιλάει σὲ μένα ἀπὸ τήν καρδιά μου καὶ λέει· «ἔλα πρός τόν Πατέρα». Δέν εὐχαριστιέμαι μέ τροφὴ πού συντηρεῖ τόν θάνατο, οὔτε μέ τίς ἠδονὲς τῆς ζωῆς αὐτῆς. Θέλω τὸν ἄρτο τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού κατάγεται ἀπὸ τήν γενιὰ τοῦ Δαβίδ, καὶ γιά ποτὸ θέλω τὸ αἷμα Του, πού εἶναι ἀγάπη ἀθάνατη.
Δέν θέλω πιὰ νά ζῶ ὅπως ζοῦν οἱ ἄνθρωποι. Καὶ αὐτὸ θὰ γίνει, ἐὰν σεῖς τὸ θελήσετε. Θελῆστε το, γιά νά γίνετε καὶ σεῖς ἀγαπημένοι. Σᾶς παρακαλῶ μέ λίγα γράμματα· πιστέψτε με. Καὶ ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς θὰ σᾶς τὰ φανερώσει αὐτά, ὅτι τὰ λέω ἀληθινά, μέ στόμα πού δέν ψεύδεται, μὲ τὸ ὁποῖο μίλησε ὁ Πατέρας ἀληθινά. Ζητεῖστε γιά μένα νά ἐπιτύχω τήν ὁλοκλήρωση τοῦ Μαρτυρίου. Δέν σᾶς ἔγραψα σύμφωνα μέ τὴν ἐπιθυμία τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ σύμφωνα μέ τήν γνώμη τοῦ Θεοῦ. Ἐὰν μέ ἀφήσετε νά πεθάνω, θά δείξετε ὅτι μὲ ἀγαπᾶτε· ἐὰν μέ ἐμποδίσετε, θά ἀποδείξετε ὅτι μέ μισήσατε.
Νά μνημονεύετε στήν προσευχὴ σας τὴν Ἐκκλησία τῆς Συρίας, ἡ ὁποία στήν θέση μου ἔχει τώρα γιά ποιμένα της μόνο τὸν Θεό. Μόνο ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς θὰ εἶναι γι’ αὐτὴν ἐπίσκοπος καὶ ἡ δική σας ἀγάπη. Ἐγὼ ὅμως ντρέπομαι νά λέγομαι ὅτι εἶμαι ἕνας ἀπὸ τά μέλη αὐτῆς τῆς Ἐκκλησίας· διότι δέν εἶμαι ἄξιος, ἐπειδὴ εἶμαι ὁ τελευταῖος ἀπὸ αὐτοὺς καὶ ἔκτρωμα. Ἀλλὰ θά ἐλεηθῶ νά γίνω κάτι. Κι αὐτόθά γίνει, ἂν ἐπιτύχω νά μαρτυρήσω γιά τὸν Θεό. Σᾶς ἀσπάζεται τὸ πνεῦμα μου καὶ ἡ ἀγάπη τῶν ἐκκλησιῶν πού μέ δέχθηκαν στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, κατά τήν πορεία μου πρός τήν Ρώμη, καί μάλισταὄχι σὰν τυχαῖο διαβάτη. Διότι καὶ ἐκεῖνες οἱ Ἐκκλησίες πού δέν ἦταν στόν δρόμο μου, ἔρχονταν καί μὲ συναντοῦσαν στίς πόλεις πού σταθμεύαμε.
Σᾶς τὰ γράφω αὐτὰ ἀπὸ τήν Σμύρνη, ἐνῶ βρίσκομαι ἀνάμεσα στούς ἀξιομακάριστους Ἐφεσίους, πού ἦρθαν ἐδῶ γιά νά μέ συναντήσουν. Μαζί μου εἶναι μεταξὺ ἄλλων πολλῶν καὶ ὁ Κρόκος, τὸ ποθητό μου ὄνομα. Σ’ αὐτούς πού ἦλθαν πρὶν ἀπὸ μένα στήν Ῥώμη ἀπὸ τήν Συρία γιά νά μαρτυρήσουν πρὸς δόξαν τοῦ Θεοῦ,-νομίζω ὅτι τοὺς ἔχετε γνωρίσει- νά τοὺς πεῖτε ὅτι βρίσκομαι κοντά. Διότι ὅλοι τους εἶναι ἀξιότιμοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ ἐνώπιόν σας,καί πρέπει νά τοὺς ἀναπαύσετε σὲ ὅλα. Τὰ ἔγραψα αὐτὰ σὲ σᾶς τὴν προηγούμενη μέρα τῶν καλάντων τοῦ Σεπτεμβρίου. Νά ὑγιαίνετε καὶ νά χαίρεστε μέχρι τέλους, δείχνοντας ὑπομονὴ στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. *Εκ του ιστοτόπου «imaik.gr» του Δεκεμβρίου 2024. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου