Δευτέρα 8 Σεπτεμβρίου 2014

Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΕΙΝΑΙ Ο ΒΛΑΣΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΑΟΡΓΗΣΙΑΣ




 Με του Θεού τη χάρι, είμαι ένας χριστιανός.

Οι πράξεις μου, αλλοίμονο, 

με παρουσιάζουν ένα μεγάλο αμαρτωλό κι ως προς τη ζωή μου, είμαι ένας άνθρωπος χωρίς σπίτι,

 προέρχομαι από πολύ άσημη οικογένεια και γυρίζω περιπλανώμενος από μέρος σε μέρος.

Τα υπάρχοντά μου είναι, ένα σακκούλι στην πλάτη μου με λίγο ψωμί μέσα, και μια Αγία Γραφή 

μέσ' στην τσέπη του σακκακιού μου. 

Αυτά είναι όλη μου η περιουσία.

Κάποτε, ήταν το Σάββατο της 32ας εβδομάδος μετά την Πεντηκοστή κ' επήγα εις την Εκκλησία να προσευχηθώ 

και ν' ακούσω τη θεία λειτουργία.

Άκουσα τον Απόστολο της ημέρας που ήταν παρμένος από την πρώτη επιστολή του Παύλου προς Θεσσαλονικείς 

και μού 'καναν πολύ βαθειά εντύπωσι οι δύο λέξεις, «αδιαλείπτως προσεύχεσθε». 

Οι λέξεις αυτές εμπήκαν και κατέλαβαν κυριολεκτικά το μυαλό μου, άρχισα δε να σκέπτωμαι σοβαρά, 

πώς είναι δυνατόν να προσεύχεται κανείς χωρίς να σταματά ούτε στιγμή, 

αφού 

ο κάθε άνθρωπος πρέπει να κάνη και κάποια άλλη δουλειά για να ζήση;

Εδιάβασα και ο ίδιος 

εις το δικό μου Ευαγγέλιο το ρητό αυτό που είχα ακούσει, δηλαδή, τα λόγια που προτρέπανε,

 κάθε στιγμή και σε κάθε τόπο, να σηκώνουμε τα χέρια μας εις τον ουρανό και να προσευχώμεθα.


 

Εσκέφθηκα και ξανασκέφθηκα πάνω σ' αυτήν την προτροπή χωρίς να μπορέσω να την καταλάβω. «Τι πρέπει να κάνω;» «Πού πρέπει να βρω κάποιον να μου εξηγήση τις δύσκολες αυτές λέξεις;» διερωτώμουνα κι απεφάσισα να πάω ν' ακούσω τους καλύτερους ιεροκήρυκες, μήπως ημπορέσουν αυτοί και μου ερμηνεύσουν το μυστήριο και ξεδιαλύνουν την έννοιά του εις το μυαλό μου.


Πράγματι, άκουσα πολλούς εξαίσιους λόγους για την προσευχή, που με έμαθαν τι είναι προσευχή, πόσο τη χρειαζόμεθα, και ποιοι είναι οι καρποί της, ακόμη δε, άκουσα για την πνευματική προσευχή και την αδιάλειπτη προσευχή. Αλλά πώς θα μπορούσα να την εφαρμόσω, κάνεις δεν ημπόρεσε να μου το ξεδιαλύνη. Έτσι κατάλαβα πως οι λόγοι των Ιεροκηρύκων δεν ήτο δυνατόν να με βοηθήσουν, κ' έβαλα σ' ενέργεια ένα άλλο σχέδιο, που σκοπό είχε να με βοηθήση να δυνηθώ με του Θεού τη χάρι, να βρω κάποιον άνθρωπο που νάχη πείρα ανάλογη για να μπορέση να μου εξηγήση σε συζήτησι το πρόβλημα που με απασχολούσε.


Για πολύν καιρό έπειτα, περιπλανήθηκα σε πολλά μέρη. Εδιάβαζα πάντα την Αγία Γραφή που είχα και όπου πήγαινα ρωτούσα αν υπάρχη εκεί κανένας δάσκαλος θρησκευτικός, κανένας ιερωμένος ή μοναχός, έχοντας έτσι την ελπίδα ότι κάποτε θα βρω κάποιον να με φωτίση εις την απορία και την δυσκολία μου αυτή την ανυπέρβλητη. Κάποια μέρα τέλος, μού 'παν ότι σ' ένα χωριό κοντά εκεί που ήμουνα, βρισκόταν κάποιος που είχε αφιερωθή εις την σωτηρία της ψυχής του. Είχε κ' ένα εκκλησάκι εκεί που έμενε, δεν απομακρυνόταν ποτέ από το μέρος που ζούσε, περνούσε δε τις ημέρες του με εγκράτεια, με μελέτη και με προσευχή. Αλήθεια! φτερά έκανα κ' επήγα και τον ευρήκα.


«Τι θέλεις από μένα;» μ' ερώτησε. «Άκουσα ότι είσθε ένας άνθρωπος αφιερωμένος εις τον Θεόν», του απάντησα, «αλλά σας παρακαλώ, για την αγάπη του Χριστού, εξηγήστε μου τα λόγια του Αποστόλου αδιαλείπτως προσεύχεστε. Πέστε μου πώς είναι δυνατόν να προσεύχεται κανείς χωρίς ποτέ να σταματά; Πάρα πολύ θέλω να μάθω γι' αυτό, που δυστυχώς δεν ημπορώ μόνος μου να το καταλάβω». Εσιώπησε για λίγο και με είδε κοντά - κοντά. Έπειτα είπε: «Αδιάλειπτη εσωτερική προσευχή είναι η αδυσώπητη επιθυμία της ψυχής του ανθρώπου για τον Θεό.


Για να επιτύχη κανείς εις αυτήν την άσκησι, που γεμίζει την ψυχήν από παρηγοριά, πρέπει να προσεύχεται εις τον Θεόν περισσότερο, να τον διδάξη Αυτός πώς να προσεύχεται αδιαλείπτως. Προσευχήσου όλο και περισσότερο, όλο και πιο θερμά. Η ίδια η προσευχή θα σου αποκαλύψη πώς θα κατορθωθεί να γίνη ακατάπαυστη. Αλλά αυτό θα διαρκέση αρκετά». Αυτά λέγοντας, μού 'δωσε τροφή και χρήματα για το ταξίδι μου και μ' άφησε να φύγω.


Δεν ημπόρεσε να μου εξηγήση αυτό που ήθελα. Άρχισα πάλι τις περιπλανήσεις, εσκέφθηκα και πάλι εσκέφθηκα, εδιάβασα και πάλι εδιάβασα κ' εμελέτησα με πολλήν υπομονή αυτά που είχα ακούσει, μα δεν κατώρθωσα να τα καταλάβω εις το βάθος τους. Κι όμως επιθυμούσα πολύ να δυνηθώ να τα καταλάβω, τόσο, που δεν κοιμώμουν ούτε μέρα ούτε νύκτα. Θα περπάτησα το λιγώτερο διακόσια χιλιόμετρα μέχρις ότου έφθασα σε μια μεγάλη πόλι, πρωτεύουσα εις την επαρχία, πού 'χε κ' ένα μοναστήρι.


Εις τον ξενώνα του μοναστηριού άκουσα οτι ο ηγούμενος ήταν πολύ καλός και φιλόξενος άνθρωπος.Επήγα να τον ιδώ. Με εδέχτη με καλωσύνη, με παρεκάλεσε να καθήσω λίγο και μου προσέφερε ένα αναψυκτικό. «Δεν είναι ανάγκη για το αναψυκτικό άγιε πάτερ», είπα, «το μόνο που σας χιλιοπαρακαλώ είναι να μου δώσετε πνευματικές συμβουλές, πώς να σώσω την ψυχή μου». «Να σώσετε την ψυχή σας; Δεν έχετε παρά να ζήτε σύμφωνα με τις εντολές του Θεού, να είστε τακτικός εις τις προσευχές σας, και θα σωθήτε».


«Μα άκουσα οτι θα μπορούσε κανείς να προσεύχεται χωρίς ποτέ να σταματήση, κ' εγώ δεν ηξεύρω πώς να το εφαρμόσω και, ακόμα, δεν γνωρίζω ούτε τι θα πη ακατάπαυστη προσευχή. Σας ικετεύω, πάτερ μου, δεν θα μπορούσατε σεις να μου το εξηγήσετε αυτό;» «Δεν ηξεύρω να σου πω περισσότερα, παιδί μου, αλλά στάσου μια στιγμή, έχω ένα μικρό βιβλίο που θα σε βοηθήση», μου είπε, και μούδωσε ένα βιβλίο για την πνευματική μόρφωσι του εσωτερικού ανθρώπου. «Διάβασε αυτή τη σελίδα» πρόσθεσε ανοίγοντάς μου το βιβλίο κ' εγώ άρχισα να διαβάζω τ' ακόλουθα: «Τα λόγια του Αποστόλου, αδιαλείπτως προσεύχεστε, εννοούν την δημιουργική προσευχή της κατανοήσεως.


Η κατανόησις αυτή μπορεί πάντοτε να εκτείνεται ψηλά προς τον Θεό, ενώ ο άνθρωπος θα προσεύχεται προς Αυτόν αδιάλειπτα». «Αλλά», ερώτησα, «ποιά είναι η μέθοδος που κάνει την κατανόησι να στρέφεται συνεχώς προς τον Θεό χωρίς ενόχλησι, και την προσευχή να γίνεται ακατάπαυστη;» «Είναι πολύ δύσκολο και γι' αυτούς, που ο ίδιος ο Θεός τους έχει χαρίσει το δώρο αυτό», απήντησεν ο ηγούμενος, χωρίς να μου δώση την εξήγησι που ζητούσα. Έμεινα το βράδυ εκεί και το πρωί ευχαριστώντας για την ευγενική του φιλοξενία, έφυγα χωρίς να ξεύρω που πηγαίνω. 


Η αποτυχία μου να καταλάβω αυτό που ζητούσα με έθλιβε πολύ και άνοιξα το Ευαγγέλιό μου να διαβάσω για να βρω κάποια ανακούφισι. Έτσι έκανα άλλες πέντε ημέρες πορεία. Τέλος το βραδάκι της πέμπτης ημέρας, μ' έφθασε ένας γεροντάκος που έμοιαζε σαν ιερωμένος. Απαντώντας εις τις ερωτήσεις μου, μού 'πε μαζί με άλλα, ότι ήταν μοναχός σ' ένα μοναστήρι οκτώ χιλιόμετρα μακρυά από το μέρος που συναντηθήκαμε. Με παρεκίνησε να πάω, λέγοντάς μου: «Δεχόμεθα προσκυνητάς, και τους προσφέρουμε τροφή και ανάπαυσι εις τον ξενώνα, όπου τους περιποιούνται αφωσιωμένοι εις τον Θεόν άνθρωποι».


Δεν αισθανόμουν μεγάλη επιθυμία να πάω κι απήντησα οτι η ειρήνη της ψυχής μου δεν εξαρτάται από την εξεύρεσι μέρους για να αναπαυθώ και φαγητού για να φάω, αλλά από την απόκτησι τροφής πνευματικής. Τι με ένοιαζε εμένα για την υλική τροφή; Μήπως τάχα δεν είχα ένα σωρό παξιμάδια εις το σακκίδιό μου; «Τι είδους πνευματική τροφή ζητείς;» μ' ερώτησε ο γερο - μοναχός. «Τι είναι αυτό που σε κάνει τόσο πολύ ν' απορής; Σε παρακαλώ έλα, έλα να πάμε στο μοναστήρι, αδελφέ μου. Εκεί έχουμε αγίους πνευματικούς οδηγούς με ώριμη σκέψι που θα μπορέσουν να καθοδηγήσουν την ψυχή σου εις το αληθινό μονοπάτι, με τη βοήθεια που παρέχει το φως του Λόγου του Θεού και τα συγγράμματα των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας».


«Αφού είναι έτσι, πάτερ μου, άκουσέ με», του είπα. «Εδώ κ' ένα χρόνο, ένα Σάββατο εις την λειτουργία, άκουσα απ' την περικοπή του Αποστόλου, λόγια που παρώτρυναν τους ανθρώπους λέγοντάς τους να προσεύχωνται αδιάλειπτα. Δεν κατώρθωσα να καταλάβω την βαθειά τους έννοια κι άρχισα έτσι να διαβάζω πολύ το Ευαγγέλιο. Άλλοι μου είπαν σε διάφορα μέρη, οτι σύμφωνα με την εντολή αυτή του Παύλου, πρέπει να προσευχώμεθα κάθε στιγμή, σε κάθε μέρος, όχι μόνον όταν είμεθα ξύπνιοι, αλλά και όταν κοιμώμεθα ακόμα, όπως λέει κ' ένα άλλο ρητό, εγώ κ α θ ε ύ δ ω και η καρδία μου αγρυπνεί. Έτσι έχασα την ηρεμία μου, επειδή κι ο ίδιος εχάθηκα εις τις σκέψεις για να εννοήσω όλα αυτά, και να βρω τρόπο να τα εφαρμόσω.


Μέρα και νύκτα οι σκέψεις μου στριφογύριζαν επάνω εις το θέμα αυτό, που μου αναστάτωνε τις πνευματικές μου δυνάμεις και μου φλόγιζε την επιθυμία για μάθησι. Επήγαινα εις τις εκκλησίες για ν' ακούσω ειδικές ομιλίες κι άκουσα πολλές, αλλά καμμιά δεν έσβησε την δίψα που ε!χα για να γνωρίσω πώς να προσεύχωμαι ακατάπαυστα, ακόμη δε γυρίζω τρέχοντας ζητώντας φλογερά να μάθω, πώς να γευθώ τον άγνωστο καρπό, που θα με κάνη να γνωρίσω τον τρόπο, ώστε να προσεύχωμαι αδιάλειπτα». Όταν είπα αυτά, είδα τον γερο - μοναχό να κάνη το σταυρό του και να μου λέη: «Δόξασε το όνομα του Θεού, αδελφέ μου, που σου απεκάλυψε την ανειρήνευτη επιθυμία, για την ακατάπαυστην εσωτερική προσευχή. Πρέπει να αναγνωρίσης ότι αυτό είναι κλήσις του Θεού, και ειρήνευσε με τον εαυτό σου.


Ησύχασε με την βεβαιότητα ότι, αυτό που έχει συμβή μέσα σου μέχρι τώρα, δεν είναι παρά μια εξέτασις της αρμονίας της εσωτερικής σου θελήσεως, με του Θεού την φωνή. «Έχεις ήδη αξιωθή να καταλάβης οτι, το ουράνιο φως της αδιαλείπτου προσευχής, δεν επιτυγχάνεται ούτε με την σοφία αυτού του κόσμου ούτε με την σκέτην επιθυμία για γνώσι, αλλ' αντίθετα αποκτάται με την απλότητα του πνεύματος και την πραγματική πείρα της απλότητος της καρδιάς. Γι' αυτό δεν είναι εκπληκτικό το γεγονός οτι, μέχρι τώρα δεν άκουσες τίποτα για την ουσιώδη εργασία της προσευχής και δεν απέκτησες την γνώσι, πώς να κατορθώσης να αποκτήσης την ατελείωτην ενέργειά της.


Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πολλά έχουν ειπωθή και γραφή από τους διαφόρους ιεροκήρυκες και συγγραφείς. Εφ' όσον όμως περισσότερα απ' αυτά, βασίστηκαν εις την σκέψι και την εργασία της συνηθισμένης σοφίας και όχι εις την ενεργητική πραγματική πείρα, απετέλεσαν μόνον λόγους, για τις ιδιότητες της προσευχής μάλλον, παρά για την ουσία της. Ο ένας πραγματεύεται όμορφα, για την αναγκαιότητα της προσευχής, ο άλλος για την δύναμί της και τις ευεργεσίες της, ο τρίτος για όλα αυτά που οδηγούν εις την τελειότητα της προσευχής, δηλαδή, για την απόλυτη αναγκαιότητα του ζήλου, για την προσήλωση του μυαλού, για την θερμότητα της καρδιάς, την καθαρότητα της σκέψεως, την συμφιλίωσι με τους εχθρούς μας, την ταπείνωσι, την συντριβή, και άλλα.» Αλλά τι είναι η προσευχή; Ποιά είναι η ουσία της;


Και πώς μαθαίνει κανείς να προσεύχεται; Απάντησι εις τις ερωτήσεις αυτές που είναι πρωταρχικές και ουσιώδεις, πολύ δύσκολα μπορεί κανείς να πάρη σήμερα, επειδή αυτές τις απορίες πολύ δυσκολώτερα τις καταλαβαίνει κανείς από τις ιδιότητες της προσευχής που προηγουμένως ανέφερα. Οι απορίες αυτές χρειάζονται γνώσι πολλή, γνώσι βαθειά, γνώσι,όχι μόνο την γνώσι που δίνουν τα σχολεία. «Αλλά το πιο θλιβερό απ' όλα είναι ότι, η μάταιη σοφία του κόσμου αυτού, απαιτεί, τα θεία πράγματα, να μετρηθούν με ανθρώπινο μέτρο.


Πολλοί άνθρωποι σκέπτονται λανθασμένα για την προσευχή, νομίζοντας ότι, οι καλές πράξεις και η καλή διάθεσις, μας κάνουν ικανούς, γι' αυτή, μα συμβαίνει εντελώς το αντίθετο, επειδή η προσευχή είναι εκείνη που έχει ως αποτέλεσμα τα καλά έργα και τις αρετές όλες. Αυτοί που σκέπτονται, όπως είπαμε παραπάνω, -θεωρούν, λανθασμένα βέβαια, οτι οι καρποί και τα αποτελέσματα είναι τα μέσα για την απόκτησί της. Έτσι όμως υποτιμούν την δύναμι της προσευχής.


Είναι δε το παραπάνω λάθος αυτό, αντίθετο προς την Αγ. Γραφήν, επειδή ο Απόστολος Παύλος γράφει: Παρακαλώ ούν πρώτον πάντων ποιείσθε δεήσεις, προσευχάς, εντεύξεις,ευχαριστίας. Αυτό λοιπόν που ο Παύλος είπε, είναι ότι, η προσευχή προπορεύεται σε κάθε τι. Παρακαλώ πρώτον πάντων... Ο χριστιανός είναι υποχρεωμένος να κάνη πολλές ενάρετες πράξεις, αλλά πρώτα απ' όλα οφείλει να προσεύχεται, επειδή χωρίς προσευχή καμμιά άλλη καλή πράξις δεν είναι τελεία.



Χωρίς προσευχήν ο χριστιανός δεν ημπορεί να καταλαβη την αλήθεια, 

δεν ημπορεί να σταυρώση την σάρκα αυτού σύν τοίς παθήμασι και

 τ α ί ς  έ π ι θ υ μ ί α ι ς. 

Η καρδία του αδυνατεί να φωτισθή με το φως του Χριστού κι ο ίδιος δεν ημπορεί να ενωθή δια της σωτηρίας με τον Θεό.

 Κανένα απ' όσα αναφέραμε δεν είναι αποτελεσματικόν, εάν δεν προηγήται σ' αυτό συνεχής προσευχή. 

Λέγω συνεχής, επειδή η τελειότης της προσευχής δεν εξαρτάται από τις δικές μας δυνάμεις, 

όπως λέγει κι ο Παύλος, το γαρ τι προσεύξασθαι καθ'οδεί ουκ οίδαμεν.

Έτσι είναι σωστό να προσευχώμεθα συχνά, να προσευχώμεθα πάντοτε,

 πράξεις που έχουμε τη δύναμι να τις κάνουμε και που θα μας βοηθήσουν σιγά- σιγά 

να φθάσουμε εις το ύψος της καθαρότητος της προσευχής, που είναι η μητέρα κάθε πνευματικής ευλογίας. 

Αιχμαλώτισε την μητέρα κι αυτή θα σου δώση τα παιδιά, είπεν ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος.

 Μάθε πρώτα πώς να απόκτησης την δύναμι της προσευχής κ' έπειτα χωρίς δυσκολία θα κατορθώσης την εφαρμογή όλων των άλλων αρετών.

 Είναι ομως γεγονός οτι αυτοί που δεν γνωρίζουν πολλά απ' αυτήν την πρακτική πείρα

 και τις βαθειές διδασκαλίες των Πατέρων της Εκκλησίας, έχουν φτωχές γνώσεις

 εις το θέμα μας τούτο και δεν είναι ικανοί να μας είπουν πολλά γι' αυτό».

 






Απόσπασμα από το βιβλίο
''Οι Περιπέτειες ενός Προσκυνητή''


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου