Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2014

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΕΝΟΣ ΕΡΗΜΙΤΗ





Γράφετε, προφανώς υπό τον φωτισμόν του αγίου Πνεύματος, του «συναντιλαμβανομένου ταις ασθενείαις ημών»:

 «Είμεθα νέοι φοιτηταί τεσσάρων διαφόρων επιστημονικών κλάδων. Ζώμεν 

και ημείς εις τον καταλυτικόν 20ον αιώνα. 

Ρεύματα μας περιβάλλουν ποικίλα, φιλοσοφικά, θρησκευτικά, κοινωνιστικά, 

πολιτιστικά, πολιτειακά, εκκλησιαστικά και μας προκαλούν εις αντιμετώπισίν των,

 εις μίαν τοποθέτησιν απέναντί των… 

Βεβαίως, πλην των διανοητικών προκλήσεων έχομεν και πειρασμούς ηθικούς. 

Είμεθα Ορθόδοξοι χριστιανοί και θέλομεν να ζήσωμεν και να αποθάνωμεν 

εν ευσεβεία και να μη ελπέσωμεν, όσον εξαρτάται από ημάς, της αιωνίου ζωής 

και μακαριότητος… 

Δια τούτο,

 παρακαλούμεν την αγιότητά σας, όπως μας υποδείξη τρόπους οικοδομής εν Χριστώ 

και μας βοηθήση εις μίαν ορθήν αντιμετώπισιν των ανωτέρω συγχρόνων προκλήσεων, 

ώστε, χωρίς υπεκφυγάς, να πάρωμεν μίαν έλλογον στάσιν και θέσιν…».



Εξ όσων γράφετε συνάγω, ότι γνωρίζετε εις γενικάς γραμμάς την διδασκαλίαν της Ορθοδόξου Εκκλησίας, εντός της οποίας περιλαμβάνεται η εν Χριστώ ζωή, είναι η ιδία εν Χριστώ, ολόκληρος η Εκκλησία, αν όχι εν τελεία πληρότητι, όμως είναι, ως καταβολαί, ως λέγει ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας. Και σεις μετέχετε αυτής της εν Χριστώ ζωής, έκαστος κατά το μέτρον της πίστεως, επομένως μετέχετε και της αναλόγου γνώσεως. Αλλά, όπως ορθώς σημειώνετε, «δια να θεμελιώση κανείς αληθινήν εν Χριστώ ζωήν, χρειάζεται μία σωστή, μία Ορθόδοξος ανθρωπολογία, της οποίας τας διαστάσεις ανέδειξαν οι Πατέρες της Ερήμου…». Πράγματι, τέκνα εν Κυρίω, χωρίς Ορθόδοξον θεολογικήν και Εκκλησιαστικήν θεώρησιν του ανθρώπου, πως θα προχωρήσω εις την εν Χριστώ οικοδομή μου; Προηγουμένως πρέπει να αποκαθάρω μέσα μου και να προσδιορίσω, τη βοηθεία της πείρας των αγίων Πατέρων, τι είμαι. Και όταν εύρω, τι σημαίνει να είναι Ορθόδοξος χριστιανός κανείς, πρέπει να θελήσω να φθάσω, τη συναντιλήψει του αγίου Πνεύματος, εις τας εσχάτας συνεπείας και να διανύσω τον μακρότερον δρόμον, τον δρόμον των αγίων, από την κόλασιν εις τον Παράδεισον, δια να δικαιώσω την ιδιότητά μου, ως θείου όντος, ως μέλους Χριστού, ως εικόνος Θεού, ως «βασιλείου πλάσματος και σοφού δημιουργήματος». Το πρόβλημα όμως της εν Χριστώ ζωής δεν ανακεφαλαιούται εις την θεωρητικήν γνώσιν. Η θεωρητική γνώσις προϋποτίθεται ως βασικής αναγκαιότητος, υπό τον όρον όμως, ότι θα ενσαρκούται προοδευτικώς υπό της πράξεως με πάσαν συνέπειαν. Δέον να ληφθή υπ’ όψιν, ότι τόσον η θεωρία, όσον και η πράξις μας εδόθησαν υπό των αγίων Πατέρων, οι οποίοι «εύρον την πράξιν εις θεωρίας επίβασιν», ότι η πράξις και η θεωρία είναι αλληλένδετοι και, όπως χρειάζεται μία Ορθόδοξος διδαχή, ούτως απαιτείται μία ακριβής πράξις. Πρέπει να υπερβώμεν τον πειρασμόν, ότι, η περί την πράξιν και θεωρίαν λεπτολογία, αποτελεί ένα άνευ σημασίας σχολαστικισμόν, όπως πολλοί των θεολογούντων τελευταίως νομίζουν, εκ του λόγου προφανώς, ότι περί την πρακτικήν χωλαίνοντες, κατ’ ανάγκην και περί την θεωρίαν αστοχούν. Αλλ’ η ακρίβεια εν προκειμένω σχετίζεται με την ζωήν εν Χριστώ, η οποία και δεν επιδέχεται τίποτε το μη αληθές, το μη καθαρόν, το μη φωτεινόν. Δεν υπάρχει ελάχιστον εις την εν Χριστώ ζωήν. Εις μίαν περίπτωσιν, ομοίαν με την ιδικήν σας, ο άγιος Ερημίτης Μάρκος, λέγει το εξής: «Κάμε ό,τι γνωρίζεις και εκείνο που δεν γνωρίζεις θα σου αποκαλυφθή». Δηλαδή η προσοχή επί της ζωής μας και η προσπάθειά μας να εκτελώμεν τας εντολάς του Χριστού, εις τον βαθμόν που δυνάμεθα, οδηγούν με απόλυτον βεβαιότητα, σταδιακώς, εις την αποκάλυψιν μείζοντος πνευματικής γνώσεως. Όπως χαρακτηριστικώς λέγει ο ίδιος: «Ο Χριστός είναι κεκρυμμένος εις τας εντολάς του. Καθ’ όσον τις ποιεί τας εντολάς, κατά τοσούτον και αποκαλύπτεται». Αυτά ακριβώς εφήρμοσεν εις την νεότητά του, ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος και τον περιήστραψε θείον φως, άκτιστον. Επομένως, προκειμένου να φθάσωμεν εις βαθυτέραν γνώσιν πρέπει να έχωμεν εις τον νουν μας, ότι θα απαιτηθή απροσδιόριστος μεν, πάντως δε αρκετός χρόνος, ώστε κατ’ αναλογίαν, τόσο με τους αγώνες μας όσον και με την ψυχοπνευματικήν εκάστου κατάστασιν θα προκόπτωμεν ηρέμα. Το αποτέλεσμα, βεβαίως, δεν θα εξαρτηθή μόνον εκ του αγώνος μας, αλλά και από τον σαφώς βοηθούντα και παιδαγωγούντα, προς το συμφέρον της ψυχής, Θεόν. Η δε άθλησις πρέπει απαραιτήτως να είναι «νόμιμος», κατά τον Απόστολον Παύλον, διότι «ουδείς στεφανούται αν μη νομίμως αθλήση», δηλαδή εντός των Ευαγγελικών ορίων, εντός της πνευματικής παραδόσεως. Ημείς κοπιάζομεν γεωργούντες και σπείροντες, αλλ’ εάν ο Θεός δεν δώσει βροχάς, ήλιον, «ευκρασίαν αέρων», φυσικά αδύνατον να θερίσωμεν καρπούς. Εις το σημείον αυτό θίγεται ένα σοβαρότατον θεολογικόν πρόβλημα· το πρόβλημα της σχέσεως ελευθερίας και χάριτος. Επί του παρόντος δεν θα σας είπω τίποτε περί τούτου. Σας είναι ήδη αρκετόν να γνωρίζετε, ότι δέον να εργαζώμεθα τας εντολάς του Χριστού μετά ταπεινώσεως. Και ότι δια των εντολών φωτιζόμεθα, η καρδία μας πλατύνεται, τα ωεκτά πάθη εξασθενούν και εισαγόμεθα σταδιακώς εις βαθυτέραν πνευματικήν γνώσιν και εν Χριστώ βίωσιν. Όπως όμως σας είπα και εν αρχή, μεταξύ της θεωρητικής γνώσεως, της υπό των Πατέρων λεγομένης «ψιλής γνώσεως» και της ενυποστάτου πράξεως, υφίσταται αληθές χάσμα. Κατά τους πνευματικούς αγώνας θα συναντήσετε δυσκολίας και εναντιότητας και σφοδροτάτους πολέμους, που προέρχονται από τα εγγενή ψυχικά πάθη, από «τον αντιστρατευόμενον νόμον εν τοις μέλεσι της σαρκός», από την όχλησιν των αισθήσεων εκ του εσωτερικού κόσμου. Αλλ’ αυτά που σας έγραψα δεν είναι ειμή ένα βασικόν σχεδίασμα, μέσα εις το οποίον ζωοποιείται υπό του αγίου Πνεύματος η ψυχή. Είναι απλαί νύξεις, ως προς την αναγκαιότητα της εργασίας των εντολών, διότι, όπως λέγει και ο άγιος Μάρκος ο Ερημίτης, «πολλοί μη ποιούντες τας εντολάς, νομίζουν ότι πιστεύουν ορθώς». Ενώ το παν, της επί το θειότερον μεταστοιχειώσεώς μας, επιτελείται δια των εντολών του Χριστού. Και όπως αποφαίνεται ο άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, «η προς Θεόν αφομοίωσίς τε και ένωσις, μόνως ταις των σεβασμιωτάτων εντολών ιερουργίαις και αγαπήσεσι τελείται». Βεβαίως όλα αυτά είναι κάπως γενικά δια να καλύψουν όσα χρειάζονται, δια την οικοδομήν εκάστης ψυχής με την ιδιοτυπίαν της. Εκείνο το οποίον χρειάζεσθε κυρίως είναι ο «διακριτικός» πατήρ, όστις θα αναλάβη το έργον της εν Χριστώ παιδαγωγίας. Δια τούτο και ο Δαβίδ παρεκάλει: «Γνώρισόν μοι άνδρα πεπαιδευμένον τη καρδία εν σοφία». Αλλ’ επ’ αυτού θα επενέλθωμεν, αφού εζητήσατε την γνώμην ενός Αθωνίτου Ερημίτου. Τώρα φρονώ, ότι έχετε ανάγκην ηυξημένης προσοχής, ιδίως κατά το στάδιον της νεότητός σας, διότι «ο θάνατος εισέρχεται δια των θυρίδων», δηλαδή των αισθήσεων. Αι σπουδαί σας, βεβαίως, εμποδίζουν τον νουν από πνευματικωτέρας απασχολήσεις, ήτοι την μελέτην και την «αδιάλειπτον προσευχήν».


Μελέτην λέγων, εννοώ τα βιβλία της Εκκλησίας και των αγίων Πατέρων. 

Και το κυριώτερον, αι σπουδαί των θύραθεν καλύπτουσαι τον νουν, εκείθεν 

διαβαίνουν εις την ψυχήν, οπότε δεν αφήνουν χώρον δια πνευματικάς εμπειρίας,

 ως λέγει σχετικώς ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. 

Δι’ αυτό, πριν εισέλθω εις τα επί μέρους θέματα, περί ων ερωτάτε, θα ήθελα 

να σας απασχολήσω με το πρόβλημα της θέσεως της παιδείας εις την εν Χριστώ ζωήν. 

Επειδή όμως τα γραπτά ημών, ως ανθρώπων μη περιβεβλημένων οιανδήποτε αυθεντίαν,

 δυνατόν να θεωρηθούν ως προσωπικαί αντιλήψεις, θα σας παραθέσω 

τας απόψεις του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά επί του θέματος τούτου. 

Και ο άγιος Γρηγόριος, ως μέγας Ησυχαστής και Δογματικός θεολόγος του 14ου αιώνος, 

εγγύτερον χρονικώς προς ημάς ζήσας, έχει τεραστίαν σημασίαν δι’ όλην την Εκκλησίαν, 

ως συμπυκνώσας εν εαυτώ ολόκληρον την διδασκαλίαν των προ αυτού αγίων Πατέρων.



Αθωνικά Άνθη
Πηγή: Γνήσια Ορθόδοξη Φωνή
Τίτλος, επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου