Τετάρτη 9 Αυγούστου 2017

ΕΙΡΗΝΗ ΟΣΙΑ ΜΗΤΕΡ ΧΡΥΣΟΒΑΛΑΝΤΟΥ Η ΔΟΞΑ ΗΜΩΝ




Η οσία Ειρήνη έζησε κατά τον 9ο και 10ο αιώνα 

και η νεότητά της συνδέεται με τη βασιλική αυλή του αυτοκράτορα του Βυζαντίου, 

την περίοδο πού είχε λήξει η εικονομαχία και αναστηλωθεί οι ιερές εικόνες μετά το θρίαμβο της Ορθοδοξίας (843). 

Ο Φιλάρετος, που ήταν ευνοούμενος 

και αφοσιωμένος στρατηγός στο Θεόφιλο και τη Θεοδώρα 

(η οποία ανέλαβε το βασιλικό θρόνο μέχρι την ενηλικίωση του γιου της), 

είχε στην Καππαδοκία δύο κόρες, την Καλλίνικη και την Ειρήνη. 

Μετά τον πρόωρο θάνατο της γυναίκας του Ζωής, 

την επιμέλεια της ανατροφής τους είχε αναλάβει η αδελφή του και θεία τους Σοφία, 

πού αφοσιώθηκε στο έργο αυτό με όλη την ψυχή της. 

Καθώς πήγαινε στην Κωνσταντινούπολη για να είναι μία από τις υποψήφιες νύφες του αυτοκράτορα, 

επισκέφτηκε έναν άγιο άνθρωπο τον Ιωαννίκιο, 

ο οποίος την αποκάλεσε με το όνομα της και την προέτρεψε 

να μην πάει στην Κωνσταντινούπολη, 

αλλά να πάει στη Μονή Χρυσοβαλάντου που την χρειάζεται. 


Ακολουθώντας την πρόρρηση του Γέροντος Ιωαννικίου δεν άργησε να πορευθεί προς τη Μονή. Η ηγουμένη τη δέχθηκε με καλοσύνη και αγάπη και την έθεσε κάτω από τη δική της πνευματική επίβλεψη. Η Ειρήνη, παρά την ευγενική καταγωγή της, έχοντας τη χάρη του Θεού, με προθυμία επιδόθηκε και στα πιο ταπεινά και δύσκολα διακονήματα και σύντομα ο αγώνας της καρποφόρησε. Αναδεικνύεται ηγουμένη με τρόπο θαυμαστό. Ύστερα από μερικά χρόνια αρρώστησε η ηγουμένη. Επιθυμία της Γερόντισσας ήταν να γίνει ηγουμένη η Ειρήνη. Όταν είπε στις μοναχές την επιθυμία της, η Ειρήνη δεν ήταν παρούσα. 


Εκείνες μάλιστα δεν της ανέφεραν τίποτε σχετικό, επειδή φοβήθηκαν μήπως από τη μεγάλη ταπεινοφροσύνη της φύγει από το μοναστήρι, για να μη γίνει ηγουμένη. Οι ηλικιωμένες μοναχές πρότειναν να πάνε όλες μαζί στον Πατριάρχη, στην Κωνσταντινούπολη, για να επιλέξει αυτός οποία τον φωτίσει ο Θεός. Φτάνοντας στον Πατριάρχη τους είπε: «Εγώ γνωρίζω ότι όλες σας θέλετε την τιμία και σεμνοτάτη Ειρήνη και η απόφασή σας είναι καλή και θεάρεστη. Ας είναι δοξασμένος ο Κύριος πού μου φανέρωσε την αρετή αυτής της δούλης του». Έτσι όρισε την Ειρήνη ηγουμένη της Μονής. Καθοδηγεί τις μοναχές με σύνεση και σοφία. 


Ως ηγουμένη η Ειρήνη συνέχισε και επέτεινε τους πνευματικούς της αγώνες, συναισθανόμενη την ευθύνη του διακονήματος που έθεσε στους ώμους της ο Ιησούς Χριστός. Προσευχόταν και νήστευε ακόμα περισσότερο. Ήταν τόση η επιθυμία της να σωθούν όλες οι μοναχές, που τόλμησε από αγάπη υπέρμετρη και όχι εγωισμό να ζητήσει από τον Κύριο να της χορηγήσει το προορατικό χάρισμα, για να γνωρίζει «τα απόκρυφα πταίσματα πασών των αδελφών… διά να τάς διορθώνη, να μη κολάζωνται». Και ο δωρεοδότης Ιησούς Χριστός, βλέποντας ότι ο σκοπός της ήταν καλός, της έστειλε άγγελο που της αποκάλυψε ότι προστάχθηκε από τον Κύριο να στέκεται πάντοτε πλησίον της και να της φανερώνει κάθε μέρα τα απόκρυφα παραπτώματα όχι μόνο των μοναχών αλλά και των προσκυνητών της Μονής. 


Η φήμη του προορατικού της χαρίσματος δεν άργησε να διαδοθεί και να φτάσει μέχρι την Κωνσταντινούπολη, με αποτέλεσμα πολλοί χριστιανοί να σπεύδουν στο μοναστήρι για να δουν το σεβάσμιο πρόσωπο της και να ακούσουν «λόγον ἀγαθόν». Παρά ταύτα εκείνη δεν μείωσε καθόλου τον πνευματικό της αγώνα για την προσωπική τελείωσή της, γεγονός που ενοχλούσε τον μισόκαλο δαίμονα, που δοκίμασε άλλη μια φορά να την εμποδίσει από την ολονύχτια προσευχή της. Έτσι λοιπόν ένα βράδυ, καθώς εκείνη προσευχόταν με κατάνυξη, ένας δαίμονας άναψε κερί από το καντήλι και έβαλε φωτιά στο κουκούλι της Ειρήνης. 


Η φλόγα άρχισε να καίει κατόπιν τα μαλλιά, το φόρεμα και τις σάρκες της αγίας Ειρήνης, η οποία ακίνητη, ενώ καιγόταν, συνέχιζε την προσευχή της. Και θα είχε καεί ζωντανή, αν μία αδελφή από διπλανό κελί δεν οσμιζόταν καμένη σάρκα και δεν έτρεχε να σβήσει με νερό τη φωτιά! Η ηγουμένη την επέπληξε λέγοντάς της, όπως αναφέρει ο Συναξαριστής: «Γιατί μού προξένησες, παιδί μου, τόσο κακό και μού στέρησες τέτοια αγαθά; Δεν πρέπει να φρονούμε τα των ανθρώπων, αλλά τα του Θεού. Λίγο πριν μπροστά μου έβλεπα έναν άγγελο πού έπλεκε για μένα στεφάνι κι όταν άπλωνε το χέρι του για να με στεφανώσει, ήρθες εσύ και από ευγνωμοσύνη προκάλεσες χειρότερα της αγνωμοσύνης. Βλέποντάς σε ο άγγελος έφυγε και μου έδωσες λύπη και απερίγραπτη ζημία». 


Από το μισοκαμμένο σώμα της έβγαινε ευωδία που νικούσε όλα τα μύρα και τα πολύτιμα αρώματα, ενώ ο Ιησούς, ο ιατρός των ψυχών και των σωμάτων, γιάτρεψε τα μέλη της που είχαν εγκαύματα, αυξάνοντας της και το προορατικό χάρισμα. Πολλές φορές προσευχόταν ολόκληρο ημερονύκτιο. Άλλοτε επί δύο ή τρεις ημέρες και καμιά φορά ολόκληρη εβδομάδα, πάντοτε με υψωμένα τα χέρια της.


Τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή έως το Πάσχα δεν έτρωγε ψωμί, παρά μόνο λίγα φρούτα και λαχανικά και έπινε ελάχιστο νερό. Από την αυστηρή αυτή νηστεία είχε γίνει λιπόσαρκη. Όταν ο καιρός το επέτρεπε έβγαινε τα μεσάνυχτα στον προαύλειο χώρο της Μονής και προσευχόταν με κατάνυξη, υψώνοντας το βλέμμα της στο κάλλος του ουρανού. Γράφει ο Συναξαριστής της: «Κατά θεία οικονομία, για να μη μείνει άγνωστη μια μεγάλη θαυματουργία, πού έγινε αρκετές φορές στο προαύλιο, έτυχε και βγήκε ήσυχα ένα βράδυ κάποια αδελφή από το κελί της. Και βλέπει την αγία πού προσευχόταν, χωρίς να εγγίζουν τη γη τα πόδια της. Αλλά στεκόταν στον αέρα, δύο πήχεις επάνω. Και κοντά της ήταν δύο κυπαρίσσια πολύ υψηλά. Τα οποία έγερναν τις κορυφές τους μέχρι το χώμα και παρέμεναν έτσι (ω του εξαισίου θαύματος!) όση ώρα η αγία προσευχόταν.


πήγε και στα δύο και αγγίζοντας τις κορυφές τους, 

τα ευλόγησε στο σχήμα του σταυρού και τότε υψώθηκαν κι αυτά 

και επανήλθαν στην κανονική τους θέση». 

Η αδελφή νομίζοντας ότι όσα έβλεπε ήταν καρπός της φαντασίας της 

δεν είπε σε καμία μοναχή τίποτε. 

Μετά όμως από κάποιες ημέρες είδαν όλες τους στις κορυφές εκείνων των κυπαρισσιών δύο μαντήλια, 

που είχε κρεμάσει η αγία Ειρήνη «εις δόξαν Θεού». 

Στην απορία των αδελφών, πώς βρέθηκαν εκεί, 

η μοναχή που είχε προσωπική γνώση του πράγματος διηγήθηκε σε όλες τι συνέβαινε 

κι εκείνες της παραπονέθηκαν γιατί δεν τις ξύπνησε να ιδούν «τοιούτον εξαίσιον θέαμα». 

Όταν η αγία Ειρήνη πληροφορήθηκε την πράξη της μοναχής αυτής, 

την επέπληξε με αγάπη λέγοντάς της: 

Αν με έβλεπες να αμαρτάνω ως άνθρωπος, 

θα φανέρωνες και την αμαρτία μου; 

Ζήτησε δε από όλες τις αδελφές να μη φανερώνουν σε κανέναν, 

ενόσω εκείνη ζει, τα τυχόν θαυμάσια που βλέπουν.
 



Οσία Ειρήνη Χρυσοβαλάντου


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου