Τετάρτη 29 Ιουλίου 2020

ΤΑ ''ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΑ'': ΟΙ ΝΕΩΤΕΡΙΣΤΙΚΕΣ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΕΣ ΕΝΟΣ ΜΕΓΑΛΟΑΣΤΟΥ, ΜΙΑΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑΣ ΚΑΙ ΜΙΑΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΕΡΙΞΑΝ ΝΕΚΡΟΥΣ ΦΟΙΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ



Πρωθυπουργός της Ελλάδος στο χρονικό των ''Ευαγγελικών''
ο Γεώργιος Θεοτόκης (1844-1916).
''Παιδί'' της Ιονίου Ακαδημίας της Κέρκυρας, για την οποία
ο Κοσμάς Φλαμιάτος έλεγε πως
''γεννούσε μαθητές γενίτσαρους κατά το πνεύμα της Εσπερίας,
από τους Καθηγητές, πιστούς στην Εταιρεία'' (Μασονική).
Εδώ ποζάρει, ως γνήσιος τρόφιμος της Μασονικής Στοάς
με το γνωστό εικόσημο κάτω απ' το κολάρο!...


Αφιερωμένο στον αγαπημένο μας Ιερέα π. Απόστολο Καγιόγλου, έναν ακαταπόνητο πνευματικό λευίτη, με την ευχή και ευλογία του οποίου συντάξαμε αυτό το φτωχό πνευματικά ιστολόγιο.


ΠΡΟΟΙΜΙΟ


Τα ''ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΑ'', τα γεγονότα δηλαδή των σφοδρών και βίαιων διαδηλώσεων των φοιτητών της Θεολογικής Σχολής Αθηνών, κατά της δημοτικής μετάφρασης της ''Καινής Διαθήκης'' από τον Λογοτέχνη Αλέξανδρο Πάλλη1 (Νοέμβριος 1901), αποσπάσματα της οποίας δημοσίευσε η εφημερίδα ''ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ''2, άφησαν πίσω 8 νεκρούς, 72 τραυματίες, την παραίτηση του Μητροπολίτη Αθηνών Προκοπίου Β' και την παραίτηση της κυβέρνησης του Γεωργίου Θεοτόκη!3 Ο Αλέξανδρος Πάλλης -σφοδρός δημοτικιστής4, αρχικά ακραιφνής φίλος των ιδεών του Κοραή και ''μήλον της έριδος'' των φοιτητών της Θεολογικής- ήταν ήδη γνωστός για τις πεποιθήσεις του, ως αντιεκκλησιαστικός! Οι ιστορικοί της εποχής -αλλά και σημερινοί- προσπάθησαν επί το πλείστον να αποδώσουν τα αιματηρά γεγονότα των ''Ευαγγελικών'' σχεδόν αποκλειστικά και μόνο5 στην ολοκληρωτική διένεξη των δημοτικιστών με τους ''καθαρευουσιάνους'' ή στο περιρρέον αντισλαβικό πνεύμα της εποχής -αγνοώντας και αποσιωπόντας- βεβαίως το ζητούμενον: ότι μέχρι και το 1901, οι οποιεσδήποτε μεταφράσεις των Ιερών Ευαγγελίων ήταν απαγορευμένες από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και την Εκκλησία της Ελλάδος για το απλούστατο λόγο, πως δεν μπορούσαν -με οιονδήποτε τόπο- να αποδώσουν τις υψηλές έννοιες του πρωτοτύπου! Το περιοδικό ''Εκκλησιαστική Αλήθεια''6 του Οικουμενικού Πατριαρχείο σε άρθρο του  με τίτλο ''Αναγκαία διαφώτισις εν τω ζητήματι της μεταφράσεως του ιερού Ευαγγελίου'' θα σημειώσει περί των μεταφράσεων του Πάλλη: ''Δεν επείσθησαν {...} προέβησαν εις τας μεταφράσεις των, ετύπωσαν και διένειμαν αυτάς και μεταξύ του στρατού έτι, ως διεδόθη, άνευ της εγκρίσως και άνευ της αδείας της Εκκλησίας, ολιγωρήσαντες αυτής, ωσάν το Ευαγγέλιον ήτο μυθιστόρημα ή ήτο καμμία Χρηστομάθεια ή κανείς Γεροστάθης εις την διάθεσιν παντός εκδότου και βιβλιεμπόρου΄ εξήντλησαν την πρώτην έκδοσιν και ήρξαντο παρασκευάζοντες και δευτέραν, ως έγραφον προ τινων ημερών αι εφημερίδες, επεχείρησαν δε να επιδιώξωσι τα μεταφραστικά αυτά κατορθώματα και από των στηλών των εφημερίδων''. Ο Αλέξανδρος Πάλλης εξάλλου ήταν γνωστός ''αντικληρικός'' κατά το λεξιλόγιο της εποχής, στρεφόταν -σχεδόν πάντα- κατά της Εκκλησίας και μετέφρασε την ''Καινή Διαθήκη'' για να προκαλέσει τριγμούς και εντάσεις ενδοεκκλησιαστικές7, μη έχοντας φυσικά ουδεμία σχέση, ούτε με Θεολογία, αλλά ούτε καν με τον ίδιο τον λόγο αυτής της Ορθοδοξίας! Δεν ενδιαφερόταν για την... πνευματική, υπερβατική μόρφωση του ποιμνίου, αντιθέτως απείχε παντελώς της Εκκλησίας, αλλά και αυτού του Ορθοδόξου Φρονήματος, αλλά για την άνευ όρων επιβολή του Δημοτικισμού8! Ήταν απλώς ένας ανεπίγνωστος ζηλωτής του Δημοτικισμού, που έβλεπε τους αντιπάλους τους, ως είδος υπό -πάση θυσία- εξαφάνιση. Η δε μετάφρασή του ήταν επιεικώς φτωχή, υπεραπλουστευμένη, ώστε να μην αποδίδει τις υψηλές έννοιες του πρωτοτύπου, ευκαιριακή και απελπιστικά πρόχειρη. Επιπροσθέτως, οι όποιες πανεπιστημιακές του γνώσεις περιορίζοντο σε δύο χρόνια φοίτησης στην Φιλολογική Σχολή Αθηνών, την οποία διέκοψε για να γίνει έμπορος στην Αγγλία9. Για όλα τούτα κανείς ιστορικός δεν έγραψε, καμμία διατριβή δεν προσέγγισε και κανένας ιστοριοδιφικός ''εραστής'' δεν ακούμπησε καν. Συνεπώς, ένας άνθρωπος άπειρος και καθόλα αδαής10, αντορθόδοξος και εντιεκκλησιαστικός που επιχειρεί ένα τέτοιο παράτολμο και φυσικά ουτοπικό εγχείρημα, το λιγότερο που μπορούμε να του χρεώσουμε είναι η εωσφορική διαβολή, ενδεδυμένη βεβαίως το άλλοθι του δημοτικισμού! Ο ίδιος ο Γιάννης Ψυχάρης θα σημειώσει εμφατικά, πως ''αγωνιστική διάθεση υπέρ του δημοτικισμού δηλώνει και η απόφαση του Πάλλη (1899) να μεταφράσει τα Ευαγγέλια''11. Και όμως, ένας τέτοιος άνθρωπος άγγιξε θέματα αυστηρώς θεολογικά χάριν της δημοτικιστικής του έπαρσης και ''αυτογνωσίας''. Η αρθρογραφία της εφημερίδας των Αθηνών ''Πρόοδος'' -για παράδειγμα- ήταν ένα αντιεκκλησιαστικό βήμα κατηγοριών κατά του κλήρου, τις οποίες επιδοκίμαζε και συνέτεινε ο Πάλλης με άρθρα του και επιστολές του, συμπορευόμενος επί το πλείστον με τον αντικληρικαλισμό των δημοτικιστών. Ένα ενδεικτικό στοιχείο της αποστροφής και του μίσους του Αλέξανδρου Πάλλη προς την Ορθόδοξη Εκκλησία είναι σταχυολογημένο στο βιβλίο του Αρχιμανδρίτη Δοσιθέου Κανέλλου, ηγουμένου της Ι. Μονής Τατάρνας, Ευρυτανίας ''Θέλω να πιω όλο το Βόσπορο''12. Γράφει: '''Ενα γράμμα του Αλεξάνδρου Πάλλη απ' το Λίβερπουλ, τον Ιανουάριο του 1920 προς τον διευθυντή του περιοδικού ''Λόγος'', το οποίον ευκαίρως ακαίρως πολεμούσε το Πατριαρχείο, τον Ιωάννη Χαλκούση, τα λέγει όλα: "... να μου επιτρέψετε να προσθέσω, πως κάνετε εθνική υπηρεσία με την πολεμική σας ενάντια στον Κλήρο. Φρονώ μονάχα, πως το καλύτερο μέσο για να πετύχει μια μεταρρύθμιση δεν είναι να χτυπά κανείς γενικά, παρά να χτυπά, έναν-έναν τούς δεσποτάδες. Πάντα δικός σας. Αλέξανδρος Πάλλης''. Ένα ακόμη στοιχείο (το ουσιαστικότερο), που απουσιάζει παντελώς από την έρευνα των ιστορικών των λεγόμενων ''Ευαγγελικών'' -και όχι μόνο- είναι και η σχεδόν παντελή απουσία του ορθοδόξου φρονήματος των γραφόντων, οπτική, άνευ της οποίας, τα γεγονότα περιγράφονται κατά το -διαχρονικά- κοσμικό πνεύμα της εποχής, όπου ο γράφων καλείται να ταυτιστεί -κατ' ανάγκην- με τις λέξεις ''οπισθοδρομικός'' ή ''προοδευτικός''! Απουσία ορθοδόξου ενδοσκόπησης στα υφιστάμενα κοινωνικά προβλήματα, σμικρύνουν, περιορίζουν και αποσημαντικοποιούν το πρόβλημα, απλά γιατι οι περισπούδαστοι λόγοι των γραφόντων έχουν αντικαταστήσει το υπαρκτό και αναμφισβήτητο ορθόδοξο πνεύμα με το εκκοσμικευμένο και ψευδεπίγραφο πνεύμα του συρμού. Συνεπώς, πώς από όλους αυτούς τους επαίοντες καταγραφείς των γεγονότων, περιμένει κανείς να ερμηνεύσει θέματα αμιγώς εκκλησιαστικά, όταν οι ίδιοι στερούνται εκουσίως ή ακουσίως μια σταλαγματιά ορθόδοξης σκέψης και οπτικής; Για το λόγο αυτό και τελειώνοντας τη μικρή αυτή σημείωση, πριν από την καταγραφή των χρονικών που εξετάζουμε, καταγράφουμε την επιτόπια μαρτυρία του γνωστού Γλωσσολόγου Μανώλη Τριανταφυλλίδη13 -φοιτητή τότε- όπως ακριβώς παρουσιάζεται μέσα από τα ''Άπαντα Τριανταφυλλίδη''. Μια καταγραφή με πνεύμα κοσμικό και αποστασιοποιημένο από την έννοια και την λογική της Πίστης. ''Ένα φθινοπωριάτικο πρωινό του 1901, το πανεπιστημιακό μάθημα της γενικής γλωσσικής του Χατζιδάκι14 κοβόταν απότομα, καθώς φαίνεται ακόμη από τις φοιτητικές μου σημειώσεις. Σπούσαν τα παράθυρα μέσα σε φωνές και ουρλιάσματα, η κλειστή πόρτα άνοιγε με τη βία και μια διαδήλωση φοιτητική, ξεκινημένη από την Νομική, συνέχιζε τη θριαμβευτική πορεία της προς τα γραφεία μιας εφημερίδας. Η εξαγριωμένη φοιτητική νεολαία αξίωνε να διακόψει η ''Ακρόπολη'' τη μετάφραση των Ευαγγελίων του Πάλλη, που δημοσίευσε, και ν' αφορεστεί κάθε μετάφραση και κάθε ακόμη αναγνώστης της15''. Βλέπετε το αέναο πνεύμα της εκκοσμίκευσης, αποστασιοποιημένο παντελώς από την πνευματική εμβάθυνση ενός καθαρά θεολογικού προβλήματος; Η φοιτητική νεολαία είναι καλή μόνο, όταν παλεύει για το άσυλο, τους Κόκκινους Χμερ της Νικαράγουα, κατά της δικτατορίας της Χιλής, εναντίον της ιμπεριαλιστικής απόβασης των Αμερικανών στο Βιετνάμ, τις συνθήκες υγιεινής διαβίωσης του Κουφοντίνα, ή για τον Καπιταλισμό της Δεξιάς, που αίφνις πολύ εζήλεψε και η Αριστερά. Αδυνατεί κανείς να πιστέψει εκ των προαναφερομένων, πως μια χούφτα φοιτητές ενδιαφέρθηκαν και για ένα θέμα που αφορούσε αποκλειστικά τα της Πίστης τους! Και η μεταφορά των Ευαγγελίων στη δημοτική γραφή είναι μείζων θέμα Πίστεως, που όσο και να αναλυθεί επί της παρούσης, ουδείς θ' αντιληφθεί ποτέ την κρισιμότητά του, αν δεν διακατέχεται από ορθόδοξο φρόνημα. Αν σε όλα αυτά προσθέσουμε και το περιρρέον αντισλαβικό16 αίσθημα του λαού με την ανάδειξη του Βουλγαρικού εθνικισμού, την δημιουργία της Βουλγαρικής εξαρχίας17 και την γενικότερη επέκταση της Ρωσικής επιρροής στα Πατριαρχεία της Μέσης Ανατολής, όλα συνέτειναν στο ξέσπασμα των βίαιων διαδηλώσεων του φοιτητικού κινήματος18. Αυτό άλλωστε ήταν -για τους άλλους- σημείο απαγορευτικό, άξιο χλευασμού, κωμικοποίησης, ευτελισμού κι ανευθυνότητας... Κι όμως; Ελάχιστοι ήταν αυτοί, που εντόπισαν το ζήτημα με καθαρά εκκλησιαστικά κριτήρια, τουναντίον οι περισσότεροι βάδισαν πάνω στα πεπατημένα χνάρια του Ιωαννικίου Καρτάνου19, του Μάξιμου Καλλιπολίτη20, της Ιουλίας Σωμάκη-Καρόλου21, του Νεόφυτου Βάμβα και του Θεόκλητου Φαρμακίδη... Εύχεσθε! 


Γ. Δ. Δ.


ΤΑ ''ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΑ'': 

ΟΙ ΝΕΩΤΕΡΙΣΤΙΚΕΣ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΕΣ 

ΕΝΟΣ ΜΕΓΑΛΟΑΣΤΟΥ, ΜΙΑΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑΣ ΚΑΙ ΜΙΑΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ 

ΕΡΙΞΑΝ ΝΕΚΡΟΥΣ ΦΟΙΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ




Τα ''ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΑ'',
τα γεγονότα των σφοδρών και βίαιων διαδηλώσεων
των φοιτητών της Θεολογικής Σχολής Αθηνών,
κατά της δημοτικής μετάφρασης της ''Καινής Διαθήκης''
από τον έμπορο, λογοτέχνη Αλέξανδρο Πάλλη,
εδώ καθήμενος (Νοέμβριος 1901).

Οι αρχές του 20ού αιώνα22 βρίσκουν μία χώρα σχεδόν ημιθανή από την εσωτερική πολιτική της άκρας λιτότητας, των υπέρογκων δανείων προς τις Μεγάλες ''Προστάτιδες'' Δυνάμεις και της οποίας τα σύνορα δεν έφταναν ακόμη καλά-καλά ως στη Θεσσαλονίκη! Κυριαρχεί μια γενικότερη απαίτηση για αλλαγή των όλων, για τον εκσυγχρονισμό του Κράτους, της Παιδείας, της Γλώσσας (Δημοτικισμός), ακόμη και της Εκκλησίας. Το κίνημα του Δημοτικισμού23 -της τριανδρίας Ψυχάρη-Δελμούζου-Γληνού- αποκτά όλο και περισσότερους οπαδούς, οι οποίοι στη πορεία της εξέλιξης και καθιέρωσής του εξελίσσονται -οι περισσότεροι- σε εχθρούς του Κλήρου και της Εκκλησίας γενικότερα24. Το νεοδιαφωτιστικό πνεύμα του Κοραή κυριαρχεί στους λογοτεχνικούς κύκλους, οι ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης και του Γαλλικού Διαφωτισμού είναι ακόμη νωπές, η χώρα έχει γεμίσει από Τεκτονικές Στοές και οι εφημερίδες (στην πλειοψηφία τους παραταξιακές) παίζουν το συγκρουσιακό παιχνίδι του παλαιού συστήματος, που αντιμάχεται το νέο. Η Εκκλησία βρίσκεται στο έλεος της πολιτικής σύγκρουσης -κυρίως από τα χρόνια του Μεσοπολέμου και εντεύθεν- με διαδοχικές αριστίνδην συνόδους και συνοδικούς ημετέρους και των δύο πολιτικών κόσμων. Οι πολιτικές συνθήκες δεν ευνοούν πλέον το κόμμα του Χαρίλαου Τρικούπη, που χάνει τις εκλογές του 1885, για να πάρει την σειρά στην Πρωθυπουργία της χώρας ο Γεώργιος Θεοτόκης, ''παιδί'' της Ιονίου Ακαδημίας της Κέρκυρας, που κατά τον Κοσμά Φλαμιάτο25 ''γεννούσε μαθητές γενίτσαρους κατά το πνεύμα της Εσπερίας, από τους Καθηγητές, πιστούς στην Εταιρεία'' (Μασονική). Από το 1899 έως το 1909 διετέλεσε τέσσερις φορές Πρωθυπουργός, μέχρι τα γεγονότα των ''Ευαγγελικών'', που στάθηκαν μοιραία για την πολιτική του εκθρόνιση από τον Πρωθυπουργικό θώκο. Από την άλλη, η Ρωσικής καταγωγής βασίλισσα Όλγα (ήδη 50 ετών το 1901), σύζυγος του Γεωργίου του Α' πρωταγωνιστεί και αυτή με τη σειρά της στην διαδραμάτιση των ''Ευαγγελικών''. Με το δήθεν αιτιολογικό της αδυναμίας κατανόησης της Αγίας Γραφής (λόγω της καθαρεύουσας γλώσσας των ιερών κειμένων) από τους στρατιώτες που μάχονταν στο ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, χρηματοδοτεί το μεταφραστικό έργο του ήδη μεγαλοαστού εμπόρου και λογοτέχνη Αλεξάνδρου Πάλλη, με την έγκριση μάλιστα της Ιεράς Συνόδου26. Σημειωτέον δε, πως τρία χρόνια νωρίτερα, η Ιουλία-Σωμάκη-Καρόλου, γραμματέας και διδασκάλισα της Βασίλισας Όλγας είχε προβεί -με εντολή της πρώτης- στην μετάφραση των Ιερών Ευαγγελίων!...



Η... ''Σλάβα'' (όπως την την βροντοφώναζαν οι διαδηλωτές φοιτητές)
Βασίλισσα Όλγα (1844-1916),
η οποία εξέδωσε την πρώτη μετάφραση των Ευαγγελίων στη Δημοτική
με την Ιουλία-Σωμάκη-Καρόλου, για να χρηματοδοτήσει λίγο αργότερα
την μετάφραση του μεγαλοαστού λογοτέχνη Αλέξανδρου Πάλλη,
τον υπαίτιο της μαύρης ημέρας των ''Ευαγγελικών''.

Οι εφημερίδες κάνουν συνεχώς αναφορά στην αυξανόμενη Ρωσική επιρροή στα Βαλκάνια με την ενίσχυση των κινημάτων αφύπνισης και ανεξαρτησίας των σλαβόφωνων πληθυσμών και ιδιαίτερα για το Βουλγαρικό Σχίσμα (1872), ενώ ο λαός συνδέει την προσπάθεια της ''Σλάβας''27 (Βασίλισσας Όλγας) να χρηματοδοτήσει την μετάφραση του Πάλλη, ως προσπάθεια ''πανσλαβοποίησης'' της χώρας. Συν τοις άλλοις, να προσθέσουμε και την αυξανόμενη παρουσία ρωμαιοκαθολικών και προτεσταντών μισσιοναρίων28 (ιεραποστόλων) στο σύνολο σχεδόν της επικράτειας και ιδιαίτερα στα νησιά του Αιγαίου, οι οποίοι με μεταφρασμένα στη Δημοτική ''Ευαγγέλια'', προσηλύτιζαν  Έλληνες χρησιμοποιώντας μια υπεραπλουστευμένη και αντορθόδοξη μετάφραση των ιερών κειμένων. Και φτάνουμε στα χρονικά των ''Ευαγγελικών'' επεισοδίων. Την Παρασκευή 2 Νοεμβρίου 1901, γύρω στους 500 φοιτητές της Θεολογικής Σχολής Αθηνών29 εισέβαλαν στα γραφεία της εφημερίδας ''ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ'' στην οδό Σοφοκλέους 9, πίσω από την εκκλησία των Αγίων Θεοδώρων και απαίτησαν από την διεύθυνση την διακοπή των δημοσιεύσεων, των μεταφρασμένων Ευαγγελίων του Πάλλη. Αποσύρθηκαν μετά τις δήθεν διαβεβαιώσεις του διευθυντή της Αστυνομίας, ότι οι δημοσιεύσεις δεν θα επαναλαμβάνονταν. Η διεύθυνση της εφημερίδας -υπό τον Βλάσση Γαβριηλίδη- όμως συνέχισε κανονικά τις δημοσιεύσεις. Την επόμενη μέρα της 3 Νοεμβρίου 1901 συνεδρίασε30 εκτάκτως η Θεολογική Σχολή, προκειμένου να αποφασίσει για την στάση της απέναντι στις αδόκιμες και ευκαιριακές μεταφράσεις του Αλέξανδρου Πάλλη. Σύμφωνα με την ''Ακρόπολη'': ''Χθες την 6ην μ.μ. συνήλθεν η Θεολογική Σχολή εις σύσκεψιν εν τω Εθνικώ Πανεπιστημίω, όπως αναγνωσθή το εκπονηθέν υπό του κ. Ζολώτα υπόμνημα εναντίον της μεταφράσεως του Ευαγγελίου επί τη βάσει των γνωμών τας οποίας εν τη προηγουμένη συσκέψει εξέφερον οι κ. κ. Ζήκος, Ρώσσης, Μεσσολωράς, Δέρβος, Ζολώτας και Ι. Μοσχάκης. {...} Εν γένει το υπόμνημα διαπνέεται υπό του πνεύματος όχι της κατηγορηματικής απαγορεύσεως, ως αν επρόκειτο διά κανέν έγκλημα της μεταφράσεως του Ευαγγελίου, αλλά της υποδείξεως των κακών τα οποία ηδύνατο να επιφέρη η ανεκτικότης μίας τέτοιας μεταφράσεως. Το υπόμνημα τούτο άνευ ουδεμίας αντιρρήσεως υπογραφέν υπό των ανωτέρω πέντε καθηγητών της Θεολογικής Σχολής, θα σταλή την προσεχή Δευτέραν εις το Υπουργείον της Παιδείας και την Ιεράν Σύνοδον''12. Την Τρίτη 6 Νοεμβρίου 1901, η ''ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ''31, ενώ μέχρι τότε δεν είχε κάνει οποιαδήποτε μνεία στα γεγονότα των φοιτητικών διαδηλώσεων, βγήκε με ένα μονόστηλο στην δεύτερη σελίδα της, γράφουσα τα εξής:''




Φοιτητής στη φοιτητική εξέγερση των ''Ευαγγελικών''
(Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 1901)
βγάζει λόγο ανάμεσα σε χιλιάδες διαδηλωτές του κέντρου της Αθήνας:
''Καλβινισταί, Ευαγγελισταί, Λουθηρανοί
περιέρχονται τον δούλον Ελληνισμόν και δηλητηριάζουσι τας ψυχάς
των δούλων αδελφών διά ποικίλων και εθνοκτόνων μεταφράσεων
του Ιερού ημών Ευαγγελίου''.

Εδέχθημεν απροσδοκήτως όλως την επίσκεψιν πολλών φοιτητών χθες το απόγευμα εις τα γραφεία μας, ερομένων ως ελέγετο να διαμαρτυρηθώσι διά το ζήτημα της μεταφράσεως του Ευαγγελίου. {...} Οι λοιποί πολυάριθμοι φοιτηταί εν θρησκευτική όντως αγανακτήσει εκραύγαζον εις την ευρείαν είσοδον των γραφείων μας, τόσος δ' ήτο ο συνωστισμός ώστε υελοίτινες των προσθηκών μας εθρυμματίσθησαν, μία τράπεζα της γραμματείας της συντάξεως υπέστη ελαφράς τινάς διαρρήξεις, εξηρθρώθη μία θύρα. {...} Ο ημέτερος αρχισυντάκτης αφού εξέφρασεν την απορίαν του πώς τόσος θόρυβος και μετά τοσαύτης εχθρικής στάσεως γίνεται διαμαρτυρία έχουσα αρχήν συζήτησιν περί του βιβλίου του διδάσκοντος την ειρήνην, την πραότητα και την ηρεμίαν της ψυχής ηρώτησεν έπειτα: -Και έρχεσθε κατ' ευθείαν από το Πανεπιστήμιον; -Κατ' ευθείαν... -''Έπρεπε ν' απευθυνθείτε προς τον καθηγητήν της Θεολογίας κ. Διομήδην Κυριακόν όστις κηρύσσεται υπέρ της μεταφράσεως επίσης και έπειτα να στραφήτε προς τας εφημερίδας εκείνας αίτινες μεταφράζουν ή συνηγορούν υπέρ της μεταφράσεως του Ευαγγελίου. Επέδειξεν δε εις τους εγγύτερον ισταμένους το εξώφυλλον της μεταφράσεως εκείνης επί του οποίου υπήρχον αναγεγραμμένα τα εξής: ''Κείμενον και μετάφρασις του Ιερού Ευαγγελίου προς αποκλειστικήν οικογενειακήν του ελληνικού λαού χρήσιν. ΜΕΡΙΜΝΗ ΤΗΣ Α.Μ. ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΛΓΑΣ εκδιδόμενα''32Και εδώ ο Καίσαρας είχε ενεργήσει ο ίδιος προς τέρψιν των ανερχομένων! Την Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 1901, η εφημερίδα ''ΣΚΡΙΠ''33 βγαίνει με πρωτοσέλιδο τίτλο: ''ΟΙ ΦΟΙΤΗΤΕΣ ΑΠΟΔΟΚΙΜΑΖΟΝΤΕΣ ΤΗΝ ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΝ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ. ΑΙ ΧΘΕΣΙΝΑΙ ΤΑΡΑΧΩΔΕΙΣ ΔΙΑΔΗΛΩΣΕΙΣ. ΕΠΙΘΕΣΙΣ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΓΡΑΦΕΙΩΝ ''ΑΣΤΕΩΣ'' ΚΑΙ ''ΑΚΡΟΠΟΛΕΩΣ''. ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΣ ΕΞΑΨΙΣ ΤΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΩΝ. ''Ήδη μαυρίζει άπας ο χώρος προ των Προπυλαίων εκ της πυκνής συγκεντρώσεως των φοιτητών. Είνε η 10η και 1/2. Οι διαβάται σταματούν και θεώνται των γινομένων, πολλοί περίεργοι συναθροίζονται εις τα πεζοδρόμια της οδού Πανεπιστημίου και της οδού Κοραή. Οι φοιτηταί φωνάζουν κατά της ''ΑΚΡΟΠΟΛΕΩΣ'' και του ''ΑΣΤΕΩΣ''. Αίφνις τον λόγον λαμβάνει εν μέσω του πανδαιμονίου εκείνου ο φοιτητής της θεολογίας κ. Πολυχρονιάδης. ''Κύριοι, λέγει, η μετάφρασις του Ιερού ημών Ευαγγελίου αποτελεί ύβριν όχι μόνον κατά της Ελληνικής γλώσσης, της οποίας την ενότητα θέλουν να διασπάσουν προς εθνικήν εξουδένωσιν ξένοι προπαγανδισταί, αλλά και κίνδυνον κατά της χριστιανικής ημών ορθοδοξίας και κατ' αυτού του Ελληνισμού... Ζητοκραυγαί διακόπτουν τον ομιλούντα ο οποίος μετ' ολίγον εξακολουθεί. -''Καλβινισταί, Ευαγγελισταί, Λουθηρανοί περιέρχονται τον δούλον Ελληνισμόν και δηλητηριάζουσι τας ψυχάς των δούλων αδελφών διά ποικίλων και εθνοκτόνων μεταφράσεων του Ιερού ημών Ευαγγελίου. Νέοι ζητωκραυγαί και παρατεταμέναι επευφημίαι! -Οι Βούλγαροι! -Κάτω οι Βούλγαροι οι δολοφόνοι! -Κάτω οι Ρώσσοι!... -Κάτω οι Σλαύοι!...



Η μετάφραση των Ευαγγελίων του Αλεξάνδρου Πάλλη δεν είχε
την έγκριση 
του Μητροπολίτη Αθηνών
Προκοπίου Β' (Οικονομίδη), 
όπως και του
Οικουμενικού Πατριάρχη Ιωακείμ του Γ' (1834-1912).

Μετά τα ''Ευαγγελικά'', ο μεν πρώτος παραιτήθηκε 
και η επόμενη Ιερά Σύνοδος απαγόρευσε ρητώς
οιαδήποτε μετάφραση των Ευαγγελίων, 
ενώ ο δεύτερος και αυτός Συνοδικά 
έβγαλε εκ νέου εγκύκλιο για την οριστική απαγόρευσή της. 


Ο αγορεύων εξακολουθεί: -Όλαι αι θρησκευτικαί αιρέσεις ζητούν επιμόνως να εξευτελίσουν την Ελληνικήν Ορθοδοξίαν! Πανταχόθεν μας επιβουλεύονται, κινδυνεύομεν εθνικώς. Και ως να μη ήρκουν όλοι οι κίνδυνοι οι εκ του εξωτερικού, εν τη έδρα του Ελληνισμού, κύριοι, εν μέσαις Αθήναις, η επιβουλή εχώρισε μέχρι σημείου να καταπνίξη και την φωνήν της διαμαρτυρίας. (Νέα χειροκροτήματα). ''Προτείνομεν, λοιπόν, κύριοι να υιοθετήση το εθνικόν τούτο ζήτημα το Πανεπιστήμιον. Να εκλεγή επιτροπή εξ αντιπροσώπων όλων των Σχολών, ήτις να εργασθή ησύχως και νομίμως. Να ζητήσωμεν ούτω παρά της Ιεράς Συνόδου και παρά του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου να αφορίσωσι πάσαν μετάφρασιν και να δημοσιεύσωμεν αυτήν καθώς και άλλας προκηρύξεις εν τε τω έσω και τω έξω Ελληνισμώ, εξορκίζοντες πάντας τους Έλληνας ν' αποφεύγωσιν οιανδήποτε μετάφρασιν του Ιερού Κειμένου ως ολεθρίαν. (Χειροκροτήματα και ανευφημιοί). Και ήδη προτείνω κύριοι, να διαλυθώμεν''. Κι ενώ αυτός ο γνήσια Ορθόδοξος λόγος του φοιτητή της Θεολογίας απηχούσε εις το έπακρο με τεκμηριωμένες απαντήσεις στα πώς και τα γιατί της φοιτητικής εξέγερσης, από την άλλη η ''ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ'' προσπαθώντας να υποβαθμίσει το όλο ζήτημα, έφτανε στο σημείο να διακωμωδεί, να σατιρίζει και εμφανώς να ειρωνεύεται τους φοιτητές... Την Πέμπτη 8 Νοεμβρίου του 1901 σε άρθρο της34 με τίτλο ''ΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ. ΑΙ ΧΘΕΣΙΝΑΙ ΣΚΗΝΑΙ. Η ΠΡΩΤΗ ΕΠΕΛΑΣΙΣ. ΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΝ ΘΑ ΚΛΕΙΣΘΗ. ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ'' γράφει δεικτικά: ''Η προχθεσινή ολονυκτία των φοιτητών θα μείνη ιστορική. Υπέρ τους πεντήκοντα είχον συναθροισθή εις την αίθουσαν της Φιλοσοφικής Σχολής, από της εσπέρας, όπως προφυλάξουν το Πανεπιστήμιον, το οποίον ως είχε διαδοθή επρόκειτο να καταλάβη η εξουσία. Συζητήσεις, γέλωτες, διεσταυρούντο ανά την αίθουσαν καθ' όλην την νύκτα, ενώ έξω ο καιρός ήτο αθλιέστατος. Τινές των φοιτητών, μη αντέχοντες πλέον κατεκλίθησαν επί των σκληρών θρανίων της σχολής, και εκοιμήθησαν λικνιζόμενοι υπό των ζωηρών συνομιλιών των ισχυροτέρων συναδέλφων των. Άλλοι, σχηματίσαντες ομίλους ανά τρεις τέσσαρας έπαιζον το γνωστόν παιχνίδιο... τρίλιζα, αντικαταστήσαντες τας τραπέζας διά των θρανίων'''...



Πρωτοσέλιδο εφημερίδας ''ΣΚΡΙΠ'' του Σαββάτου 10 Νοεμβρίου 1901.
Απόσπασμα: ''Η Κυβέρνησις, ιδού ο αιμοχαρής φονεύς.
Εάν αυτή δεν έχανε τας φρένας εν τη κρισίμω στιγμή και
εάν τα μετημφιεσμένα όργανά της δεν εγκλημάτουν εκ φόβου,
μήπως η αρχή διαφύγη των ανικάνων χειρών
του Κερκυραίου πρωθυπουργού,
η πρωτεύουσα δεν θα κήδευε χθες οκτώ νεκρούς
και τα Νοσοκομεία της Πρωτευούσης δεν θα ενοσήλευον
τρεις όλας δεκάδας τραυματιών''.

Αυτές όμως οι περιπαιχτικές ενέργειες της ''ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ'' άμβλυναν τα αγανακτισμένα συναισθήματα φοιτητών και λαού και ήταν λάδι στη φωτιά για τα πρωτοσέλιδα και του υπολοίπου Τύπου. Έχουμε ξαναεπισημάνει, πως από την εκκίνηση ακόμη του 20ού αιώνα, η πλειοψηφία των εφημερίδων της Αθήνας ήταν ουσιαστικά αποστασιοποιημένη από την Εκκλησία. Ιδιαίτερα μετά το επαναστατικό κίνημα του Ε. Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη και εντεύθεν, η Εκκλησία χρησιμοποιήθηκε από την Πολιτεία, ως μέσο επίτευξης των ''επαναστατικών'' σκοπών της! Διορίζονταν Ιερές Σύνοδοι εν μία νυκτί, ενώ οι Μητροπολίτες εγκαθίσταντο απ' ευθείας από το Πρωθυπουργικό γραφείο! Πέμπτη 8 Νοεμβρίου 1901. Οι συμπλοκές35 με την έφιππη αστυνομία, οι νεκροί και οι τραυματίες. Από τις 9.00 π.μ., τα Προπύλαια του Πανεπιστημίου Αθηνών έχουν καταλειφθεί από πλήθος φοιτητών, οι οποίοι αποφασίζουν να εκλέξουν μια δωδεκαμελή επιτροπή, η οποία θα κατηύθυνε την πορεία του φοιτητικού κινήματος από τις ''Στήλες του Ολυμπίου Διος''. Στις 10 π.μ. κυκλοφορεί η φήμη, πως κατά την διάρκεια της πορείας θα συμβούν επεισόδια από εγκαθέτους. Από την άλλη ένας λόχος πυροβολητών βρισκόταν μπροστά από το Υπουργείο των Οικονομικών, ενώ πίσω από το κτήριο περίμεναν περί του σαράντα ετοιμοπόλεμους έφιππους της Αστυνομίας. Το Φρουραρχείο Αθηνών είχε ήδη διατάξει και τα τρία σώματα, όπως παραμείνουν μέσα στους στρατώνες σε περίπτωση, που η κατάσταση θα ξέφευγε και θα χρειαζόταν η επέμβαση του στρατού. Το μεσημέρι γύρω στις 2.οο μ.μ. κάνουν την εμφάνισή τους στην πλατεία Συντάγματος οι Πεζοναύτες. Ένας λόχος του Πεζικού έχει καταλάβει το χώρο μπροστά από το Πανεπιστήμιο, οι μισοί επί της οδού Κοραή με την Πανεπιστημίου και οι άλλοι μισοί μπροστά από το Δημόσιο ''Οφθαλμιατρείο''. Οι φοιτητές αποφασίζουν να πάνε πεζή στο κτήριο που στεγάζεται η Ιερά Σύνοδος, αλλά ο στρατός αρχίζει να τους απωθεί να εξέλθουν από τον Πανεπιστημιακό χώρο. Λίγο αργότερα ένας όγκος φοιτητών πλησιάζει στο ύψος της Κοραή και οι στρατιώτες, καθώς και έφιπποι αστυνομικοί αρχίζουν να τους απωθούν. Ένας άλλος όγκος φοιτητών πλησιάζει την πλατεία Συντάγματος, που σκορπίζεται μεταξύ του δρόμου προς το Παλάτι και άλλοι προς τα γραφεία της οδού Φιλοθέης, όπου στεγάζεται η Μητρόπολη Αθηνών. Στην οδό Φιλοθέης, ο Μητροπολίτης Προκόπιος Β' μαζί με τον Παύλο Καρολίδη36  προτείνουν στους φοιτητές -προκειμένου να εκτονωθεί η κατάσταση- να υποβάλλουν τα αιτήματά τους γραπτώς. Όταν πομπή φοιτητών έφτανε στις ''Στήλες του Ολυμπίου Διός'' (υπολογίζεται πάνω από δέκα χιλιάδες άτομα, μαζί με πλήθη ανωνύμου λαού που ενώθηκαν μαζί τους) άρχισαν τα αιματηρά γεγονότα, που διήρκεσαν όλη την νύκτα.



Μετά την τραγωδία με τους οκτώ νεκρούς και τους τριάντα τραυματίες,
η ''ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ'' βγαίνει με πρωτοσέλιδο άρθρο της να δικαιολογήσει
τα αιματηρά γεγονότα, κατηγορώντας τον... υπόλοιπο Τύπο,
ως υποκινητή των γεγονότων.
Στο φύλλο του Σαββάτου 10 Νοεμβρίου 1901 θα σημειώσει:
''Υπεκινήθη το ζήτημα της μεταφράσεως του Ευαγγελίου.
Και δεν αφήκαν αυτό εις το σημείον της επιστημονικής, της Θεολογικής
και της γλωσσολογικής συζητήσεως.
Ενέσπειρεν ο Τύπος την ιδέαν, ότι κρύπτονται σκοποί ανίεροι
κατά του Εθνισμού και της Θρησκείας μας...''.



Ο απολογισμός: 8 νεκροί και 72 τραυματίες. Η εφημερίδα ''ΕΜΠΡΟΣ''37 ανακοινώνει τους νεκρούς. Γράφει: ''ΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΦΟΝΕΥΘΕΝΤΩΝ'' Β. Ρήγος, μαρμαρογλύπτης, Γ. Γκριτζόβαλης, μάγειρας, Σ. Στεφανίδης, Πάστρας, Ι. Διβάρης, Ευστράτιος Παπαντωνίου, μικρέμπορος, Άγγελος Δράκος. Επίσης λέγεται ότι εφονεύθη ότι εφονεύθη και ο φοιτητής της Φιλολογίας Γεωργίου''. Λίγες μόλις ώρες αργότερα -σύμφωνα με το ρεπορτάζ της ιδίας εφημερίδας- ανακοινώνεται: ''Ο πρωθυπουργός κ. Θεοτόκης άμα τη αναγγελία των λυπηρών γεγονότων έσπευσε να καλέση εις σύσκεψιν τους συναδέλφους του. Εκ τούτων μετέβησαν οι κ. κ. Ρωμάνος, Στάης και Βουδούρης. (Σημ. ημετέρα: Η Βασιλική οικογένεια... θρήνησε εκείνη την ημέρα τον θάνατο οκτώ ανθρώπων... ''διά της σιωπηρής ολονυχτίας στο Παλάτι''...!) Κατά την σύσκεψιν ταύτην απεφασίσθη οριστικώς, ίνα προς κατευνασμόν των πνευμάτων υποχρεωθώσιν ο Μητροπολίτης, ο αρχηγός της χωροφυλακής κ. Στάικος και ο διευθυντής της αστυνομίας κ. Βούλτσος να υποβάλωσι τας παραιτήσεις των''. Λίγο αργότερα, ο Πρωθυπουργός Γεώργιος Θεοτόκης θα υποβάλλει στον Βασιλιά Γεώργιο τον Α' -κι αυτός με την σειρά του- την παραίτηση της κυβέρνησή του, για να τον ακολουθήσει και ο Μητροπολίτης Προκόπιος Β'.38 Ο ίδιος, μετά την παραίτησή του αποσύρθηκε στην Ι. Μονή Παναγίας Φανερωμένης της Σαλαμίνας. Από εκεί μεταφέρθηκε αργότερα, ασθενής στην Αθήνα, όπου και πέθανε, τον επόμενο χρόνο (μετά τα ''Ευαγγελικά'') και μόλις επτά μήνες από την παραίτησή του, στις 4 Ιουλίου του 1902. Η Ιερά Σύνοδος, με επείγουσα εγκύκλιό της θα ανακοινώσει: ''Διά της αποφάσεως ταύτης η Ιερά Σύνοδος ΑΠΟΚΡΟΥΕΙ ΚΑΙ ΑΠΟΔΟΚΙΜΑΖΕΙ ΚΑΙ ΚΑΤΑΚΡΙΝΕΙ ως βέβηλον, πάσαν διά μεταφράσεως εις απλουστέραν ελληνικήν γλώσσαν ΑΛΛΟΙΩΣΙΝ Ή ΜΕΤΑΒΟΛΗΝ του πρωτοτύπου κειμένου του ιερού Ευαγγελίου, ου μόνον ως περιττήν, αλλά ως έκθεσμον και συντελούσαν εις σκανδαλισμόν μεν των συνειδήσεων, στρέβλωσιν δε των θείων αυτού εννοιών και διδαγμάτων. Εντέλλεται δε: ''μηδείς μηδέποτε αναγινώσκει μετάφρασιν ΟΙΑΝΔΗΠΟΤΕ του Ιερού Ευαγγελίου, ως απηγορευμένην και ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΜΕΝΗΝ υπό της ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ39''. Το δε Οικουμενικό Πατριαρχείο συμφωνούσε υπό όρους με την μετάφραση στη δημοτική των ιερών κειμένων, ήδη από τον Οκτώβριο του ιδίου έτους: ''Η ημετέρα Εκκλησία, σοφώς περί των ιδίων τέκνων μεριμνώσα, την δε μέσην πάντοτε και βασιλικήν οδόν τέμνουσα, έγνω όπως επιδιώξη την δι' αυτής κατά το δυνατόν ευρυτέραν διάδοσιν των αγιών Γραφών παρά τω λαώ, μη κηρυχθείσα κατ' αρχήν εναντία μηδέ κατ' αυτών ΕΤΙ ΤΩΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΝΕΩΤΕΡΑΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗΝ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΩΝ, πλην υπό τους εξής δύο όρους, ως δήλον γίνεται εκ της ιστορίας των παρ' ημίν εμφανισθεισών΄α) αι μεταφράσεις αύται, γινόμεναι διά την κατ' ιδίαν χρήσιν των απλουστέρων, μη ώσιν αυθαίρετος εκχυδαισμού του ιερού πρωτοτύπου, διαστροφή των υψηλών αυτού εννοιών και β') όπως αι μεταφράσεις γίνωνται μετά προηγουμένην άδειαν και έγκρισιν της ανωτάτης Εκκλησιαστικής αρχής''. Βέβαια ο πρωταγωνιστής και υπαίτιος των αιματηρών γεγονότων που ακολούθησαν -ο Αλέξανδρος Πάλλης- στις 21 Οκτωβρίου του ίδιου έτους θα αποστείλλει στον Οικουμενικό Πατριάρχη Ιωακείμ τον Γ' μια επιστολή γραμμένη -ειρωνικά- στην αρχαική γλώσσα και  στην οποία υποστήριζε μεταξύ άλλων ''…ου γαρ δήπου Σε λανθάνει, Παναγιώτατε, Πατέρα γε των Ορθοδόξων όντα, ότι ουχ οίον λοιδορείν κοινή προσήκει, αλλ' ουδ' επιτιμάν τοις Σοίς εν Χριστῷ τέκνοις, ειμή ει προνουθετήσας δήλον τ' εποίησας, ων ηδίκησας πέρι. Αξιώ Σε τοίνυν, Παναγιώτατε, διασαφήσαι μοι την εμήν αμαρτίαν, ή γουν την εις εμέ επιτίμησιν κοινή ανελείν, επειδή και κοινή ἐπετίμησας''40...



ΕΠΙΛΟΓΟΣ


Επιπλέον, πρέπει να διασαφηνίσουμε ολίγα τινά περί της μάχης των ''γλωσσαμυντόρων'', των υποστηρικτών δηλαδή της ''καθαρεύουσας'' του Αδαμαντίου Κοραή και των ''μαλλιαρών'', των δημοτικιστών, που πρέσβευαν, πως η απλή γλώσσα που μιλούσε ο λαός, θα έπρεπε να είναι η κυρίαρχη γλώσσα παντού: από την δημόσια διοίκηση, ως και την Εκκλησία με την λειτουργική της ζωή...! Η αλήθεια είναι, πως ο Κοραής προσπάθησε να ''καθαρίσει'' την αρχαίζουσα ή νεοαττικιστή γλώσσα του παρελθόντος -που ήταν κυρίως η γλώσσα των λογίων και όχι του λαού- από τουρκικές και σλαβικές λέξεις, δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο την ''καθαρεύουσα'', εκ του ρήματος καθαίρω (καθαρίζω). Έτσι σχηματίσθηκε η νέα γλώσσα, η οποία και υιοθετήθηκε στα πρώτα επίσημα έγγραφα του νέου ελληνικού κράτους και εντεύθεν. Ο Γιάννης Ψυχάρης ήταν ο πρώτος που οργάνωσε την σημερινή ομιλούμενη γλώσσα, την επονομαζόμενη (παλαιά δημοτική), η οποία και αποτελούσε εξέλιξη της αττικής διαλέκτου, διά μέσου της αλεξανδρινής κοινής και της βυζαντινής γλώσσας. Η όλη αυτή περιρρέουσα, γλωσσολογική πολεμική επικρατούσε σφόδρα τα πρώτα χρόνια του νέου (20ού) αιώνα. Ακόμη και τα λογοτεχνικά καφενεία ήταν χωρισμένα σε λογίους (γλωσσαμύντορες) και σε λογίους (μαλλιαρούς). Η λέξη ''μαλλιαρός'' -για τους ''γλωσσαμύντορες'' είχε την έννοια του μη καθαρού στη δημοτική γλώσσα, του ακάθαρτου, του ''μαλλιαρού''. Με τα γεγονότα των ''Ευαγγελικών'', πολλοί προσπάθησαν να προσδώσουν στο φοιτητικό κίνημα της Θεολογικής Αθηνών μια υποκεκρυμμένη ''γλωσσαμυντορική'' ετικέτα, συνδέοντας τους φοιτητές με το παλαιό σύστημα των ''καθαρευουσιάνων'' και των βασιλικών. Στον αντίποδα -βεβαίως- κανείς από τους ίδιους δεν εξηγούσε δημοσία, πως η δημοτικιστική κίνηση ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη -τουλάχιστον ως ένα σημείο- με τις ήδη πρωτοεμφανιζόμενες σοσιαλιστικές ιδέες του Μαρξισμού, που οπωσδήποτε επηρέασαν και τους ίδιους τους δημοτικιστές! ''Το ίδιο χρονικό διάστημα η θεωρητική θεμελίωση του μαρξισμού στον χώρο των ελληνικών ιδεών και οι σοσιαλιστικές συσπειρώσεις που προκάλεσε, δημιούργησαν το πρώτο σοβαρό ρήγμα στις τάξεις των δημοτικιστών. Σε όλο τον 20ο αιώνα η δημοτική γλώσσα θα αντιμετωπιστεί ως φορέας ιδεολογίας από τους ίδιους τους οπαδούς της με την πιο μεγάλη αντίφαση: από ορισμένους ως απόδειξη της εθνικής συνέχειας, από άλλους ως γλώσσα της λαικής βούλησης και από τρίτους ως όπλο της εργατικής τάξης''. Στο συγκεκριμένο όμως ζήτημα των ''Ευαγγελικών'' που εξετάζουμε, το βασικότερο των όλων ζητούμενο για τους ίδιους τους φοιτητές της Θεολογικής ήταν αυτό, που αδυνατούσαν να αντιληφθούν οι ''τυφλωμένοι'' από τις γλωσσολογικές διαμάχες Δημοτικιστές: ότι δηλαδή, η μεταφορά της Δημοτικής στα αμιγώς Εκκλησιαστικά κείμενα, θα τα αλλοίωνε, θα τα μετασχημάτιζε και θα τα παραποιούσε με την απλή εξήγηση, πως η δημοτική δεν μπορούσε (αλλά ούτε και μπορεί) να αποδώσει τα πνευματικά νοήματα των κειμένων του πρωτοτύπου (της ήδη -δηλαδή- υφισταμένης γλώσσας)! Κι όμως, άνθρωποι -παντελώς αδαείς, όχι μόνο με τα ''Ευαγγέλια'', αλλά και την ίδια, την λειτουργική γλώσσα της Εκκλησίας προχωρούσαν στις ''παλλικές'' μεταφράσεις που εξετάζουμε, σαν να επρόκειτο για λογοτεχνικά κείμενα του Σαίξπηρ, του Ουγκώ ή του Μπωντλαίρ...! Ο Βλάσσης Γαβριηλίδης -φερ' ειπείν- ο οποίος θεωρείται και ''πατέρας'' της ελληνικής δημοσιογραφίας του 20ού αιώνα, δεν είχε καμμία σχέση με την Εκκλησία, τουναντίον, η όλη του ζωή περιστρεφόταν γύρω από τις λογοτεχνικές κινήσεις της εποχής και φυσικά τα πολιτικά δρώμενα. Επιπλέον, ενώ μέχρι το 1909 ήταν υποστηρικτής του Βασιλιά Γεωργίου του Α', αίφνις από το κίνημα στο Γουδί (15 Αυγούστου 1909) και μετά, μέχρι και το τέλος της ζωής του υπήρξε φανατικός φιλοβενιζελικός. Στον Γαβριηλίδη της ''ΑΚΡΟΠΟΛΕΩΣ'' φρονούμε ταπεινά, πως δεν μπορεί να αποδοθεί δόλος για την δημοσίευση των μεταφράσεων του Πάλλη. Ίσως -λαθεμένα βεβαίως- να πίστευε, πως με την μετάφραση των Ευαγγελίων στην απλή δημοτική, ο λόγος του Θεού θα γινόταν περισσότερο κατανοητός στα ευρύτερα λαικά στρώματα. Όμως και αυτή ακόμη η πεποίθησή του έγινε πράξη, περισσότερο για χάρη του δημοτικιστικού κινήματος, παρά για την συμπάθειά του προς το ποίμνιο! Ίσως, όμως πολλοί αναγνώστες μας να διερωτηθούν: μα και σήμερα δεν έχουμε μεταφράσεις των ''Ευαγγελίων'' στην δημοτική; Ο Παναγιώτης Τρεμπέλας -για παράδειγμα- δεν μετέφρασε ποτέ, αλλά ερμήνευσε την Αγία Γραφή! Έχει πολύ μεγάλη διαφορά η μετάφραση από την ερμηνεία, καθ' ότι η δεύτερη προσπαθεί να επεξηγήσει, στηριζόμενη σε πατερικά κείμενα και σε παραπομπές ορθόδοξων βιβλίων! Αντιπαραβάλλοντας -ταυτόχρονα- το αρχαίο κείμενο με την σύγχρονη ερμηνευτική του διάσταση, το κατέστησε έτι προσιτό στο ευρύτερο κοινό. Αυτή είναι και μια από τις πολλές -μεγάλες διαφορές- της μετάφρασης των Ευαγγελίων από τον Αλέξανδρο Πάλλη, που -δυστυχώς- υπέπεσε συχνά και σε εντελώς κωμικοτραγικά ατοπήματα. Ένα παράδειγμα -ενδεικτικό μόνο- της άμετρης Πλάνης, που μπορεί να οδηγηθεί ένας άνθρωπος, μόνο και μόνο για να ικανοποιήσει την φιλαυτία του και την γλωσσολογική του ταυτότητα: το ''Όρος των Ελαιών'', το αποκαλούσε... ''Εληοβούνι''. Στο Κατά Λουκάν 6, 41, ενώ στο πρωτότυπο κείμενο διαβάζουμε: ''Τί δε βλέπεις το κάρφος το εν τω οφθαλμώ του αδελφού σου, την δε δοκόν την εν τω ιδίῳ οφθαλμώ ου κατανοείς; Ο Πάλλης το μετέφρασε, ως εξής: ''Βλέπεις το άχυρο στο μάτι του γείτονά σου και δεν βλέπεις το δοκάρι που είνε στο στραβάδι σου;'' Όλα τα υπόλοιπα θαρρούμε, πως είναι εκ του περισσού!... Τελειώνοντας, θα υπογραμμίσουμε με κάθε έμφαση αυτό, που σε κάθε εργασία μας που αφορά τα των αρχών του 20ού αιώνα και εντεύθεν διαπιστώνουμε συνεχώς: κάθε εκκλησιαστικός νεωτερισμός και κάθε καινοτομία που επιχειρείται πάντοτε, είτε διά της Εκκλησίας, είτε διά του Καίσαρος, τυποποιεί τους ανθρώπους που αμύνονται για την εκκλησιαστική τους ορθότητα με τις ετικέτες του ''οπισθοδρομικού'', του ''αναχρονιστικού'' και του ''ξεπερασμένου''... 23 χρόνια αργότερα, το έτος 1924, οι ίδιοι άνθρωποι που κατηγορούσαν τους θυσιασμένους -για την πίστη τους- φοιτητές της Θεολογικής Αθηνών, θα κατηγορούν -με τα ίδια ακριβώς λόγια- και τις εκατοντάδες χιλιάδες απλών ανθρώπων, που ξεχύνονταν στους δρόμους όλης της Ελλάδος, προκειμένου να αμυνθούν έναντι της οικουμενιστικής καινοτομίας του εκκλησιαστικού ημερολογίου! Από το 1909, οι φοιτητές είχαν προειδοποιήσει μέσω του Αποστόλου: ''Αδελφοί, στήκετε και κρατείτε τας παραδόσεις ας εδιδάχθητε είτε δια λόγου είτε δι' επιστολής ημών...''. Εύχεσθε!



Γιώργος  Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος






Π Α Ρ Α Π Ο Μ Π Ε Σ:


1. Έμπορος, λογοτέχνης και ανεπίγνωστος δημοτικιστής. Εθεωρείτο εντιεκκλησιαστικός και αντορθόδοξος, με επιστολές του και άρθρα στην ''ΠΡΟΟΔΟ'', ένα αντικληρικό βήμα της δημοτικιστικής κίνησης. Κατά τον Σαράντο Καργάκο, ο Πάλλης φέρεται να είχε δηλώσει μετά τον ατυχή πόλεμο του 1897, ότι δεν θέλει να λέγεται Έλληνας και ότι άλλαξε την εθνικότητά του''. Βλ. Σαράντου Καργάκου: ''Τα ''Ευαγγελικά'' (Νοέμβριος 1901).

2Βλ. εφημερίδα ''ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ'', έτος ΙΗ', αριθ. φύλλου 7.015, Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 1901. Την Κυριακή της 9ης Σεπτεμβρίου 1901, η ''ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ'' του Βλάσση Γαβριηλίδη αρχίζει τη δημοσίευση της μεταφράσεως του Αλεξάνδρου Πάλλη. Ο Γαβριηλίδης στο κύριο άρθρο με τίτλο «ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑΝ ΤΟΥ ΛΑΟΥ, ΤΟ ΕΡΓΟΝ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΗΣ Η ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ», προλογίζει και εκθειάζει τη μετάφραση: ''Η υπό του ιδίου εκλμίκευσις του ευαγγελίου δυνάμεθα να είπωμεν ότι είναι άθλον αμιλλώμενον προ το της Ιλιάδος διά να μη είπωμεν υπέρτερον... Σπανίως, πρώτην ίσως φοράν, η δημώδης γλώσσα, επρόσλαβε τοιαύτην θεοειδή πραότητα και γλυκύτητα και αρμονικότητα ως εις την γλώσσαν του κ. Πάλλη. Νομίζει κανείς ότι ενωτίζεται από μακρυά ποιμνίου γλυκά κουδουνίσματα από εκείνα τα οποία επρωτοχαιρέτησαν την γέννησιν του Χριστού''.

3Βλ. Γιάννη Κορδάτου, ''Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας'', τόμος Ε', σελ. 31-32. 

4. Βλ. λογοτεχνικό περιοδικό ''ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ'', αριθ. τεύχους, 17, σελ. 399, έτους 1935.

5. Βλ. Κωνσταντίνου Δημαρά: ''Η Διακόσμηση της Ελληνικής Ιδεολογίας'', η ''Ιστορία του Ελληνικού Έθνους'', Αθήνα 1977, τεύχος ΙΔ΄, σελ. 408. ''Η ιστορία πάντοτε μεροληπτεί όταν πρόκειται περί ισχυρών και μάλιστα όταν πρόκειται περί υψηλοτήτων. Οι συκοφάνται έγιναν τιμηταί, κατήγοροι και ήρωες. Τι ειρωνεία! Και όμως, η αλήθεια είναι καταδικασμένη να παραμείνει «ιερόν μυστικόν» των ολίγων. Τον ρόλο της... εις τα ευαγγελικά κανείς δεν πρέπει να μάθη... Αι ιστορίαι των λαών έχουν πολλά τοιαύτα σκιερά σημεία. Μα μήπως και οι Βασιλείς δεν είναι άνθρωποι; Δεν έχουν ανθρώπινα αισθήματα και πάθη; Ας μην είμεθα υπέρ το δέον απαιτητικοί. Το συμφέρον του έθνους απαιτεί να λησμονήσωμεν τους υπαιτίους των Ευαγγελικών. Εάν οι περισσότεροι των εφημεριδογράφων υπήρξαν ελεεινοί πατριδοκάπηλοι, καθ' ην ώραν μάλιστα ξένη πρεσβεία συνδεδομένη με την μέλλουσα Βασίλισσαν, επεδαψίλευσεν εις αυτούς υλικάς και ηθικάς παροχάς, το συμφέρον του τόπου και ιδιαιτέρως το συμφέρον του έθνους απαιτούν την λήθην επ' αυτών''.

6. Την 1η Οκτωβρίου του 1901, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Ιωακείμ ο Γ' στέλνει επιστολή προς την Ιερά Σύνοδο της Ελλάδας, ζητώντας να λάβει μέτρα, ώστε να σταματήσει η δημοσίευση της μετάφρασης. Το ίδιο το Οικουμενικό Πατριαρχείο την έχει ήδη απαγορεύσει. Η δημοσίευση στην ''ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ'' όμως συνεχίζεται κανονικά και από τα μέσα Οκτωβρίου, η αντιπαράθεση αρχίζει και μεγαλώνει.

7. Βλ. εφημερίδα της Κωνσταντινούπολης ''ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ'', έτος Δ', αριθμ. φύλλου 1001, της Τετάρτης 26 Σεπτεμβρίου 1901. ''Ο κ. Πάλλης το είπε και το έκαμεν΄ εξεμαλλιάρισεν και το ιερώτατον της θρησκείας ημών βιβλίον και υπό το γελοίον, αλλά και άμα απεχθές μασκάρευμα τούτο έχει την τόλμην να παρουσιάζη αυτό εις το δημόσιον ως εργασίαν αξίας εθνικής ευγνωμοσύνης. Μη επιθυμούντες να γένωμεν ουδέ ούτω συνένοχοι του εναγούς βανδαλισμού, δεν θα παραθέσωμεν χωρία του κατά Πάλλην ευαγγελίου, όπως δήλον καταστήσωμεν τον βαθμόν της ασεβείας, εις ον η μαλλιαρή ψύχωσις εξώθησε τον άνθρωπον αυτόν΄ άλλως τε αποφεύγοντες τούτο απαλλάσσομεν τους ημετέρας αναγνώστας της μέχρι ναυτίας αηδίας, ην θα επροξένει αυτοίς και η ενός μόνου στίχος της τερατώδους ταύτης παραφράσεως ανάγνωσις''.

8. Βλ. ''ΆΠΑΝΤΑ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΔΗ'', τόμος Ε', σελ. 435. Πολλές εφημερίδες της εποχής είχαν κατακρίνει -γενικώς- το μεταφραστικό έργο του Πάλλη και σε αυτές φυσικά, δεν συγκαταλέγονταν μόνο οι εφημερίδες των ''γλωσσαμυντόρων'', αλλά και των λεγομένων ''μαλλιαρών''. Η μετάφραση της ''Ιλιάδας'' του Ομήρου από τον Πάλλη -για παράδειγμα- κατακρίθηκε και από τον ίδιο τον Σουρή, ο οποίος χαρακτήρισε το έργο ''Ο Όμηρος της Λιάδας'', ως ''ξεπεσμένο τροβαδούρο'' στην πένα του Πάλλη!

9. Ο Αλέξανδρος Πάλλης έζησε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του στο Μάντσεστερ της Αγγλίας, όπου διέπρεψε ως έμπορος ειδών καθαριότητας (''έμπορος του λουλακίου'', όπως τον χαρακτήριζε η εφημερίδα ''ΕΜΠΡΟΣ''). Απέκτησε μεγάλη περιουσία και ζούσε ως ένας κλασσικός μεγαλοαστός, ο οποίος χρηματοδοτούσε με αρκετά χρήματα εκδοτικές κινήσεις των Δημοτικιστών. Επί παραδείγματι χρηματοδοτούσε τον ''Νουμά'', τον ίδιο τον Ψυχάρη και άλλους λογοτέχνες Δημοτικιστές.

10. Βλ. Ε. Κριαρά: ''ΨΥΧΑΡΗΣ, ΙΔΕΕΣ, ΑΓΩΝΕΣ, Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ'' σελ. 267-268. Ο ίδιος ο Ψυχάρης θεωρούσε, πως η ενασχόληση του Πάλλη με την μετάφραση των Ευαγγελίων ήταν ένα παράτολμο και επικίνδυνο εγχείρημα, γιατι πίστευε πως δεν έπρεπε (ο Πάλλης) να ανακατέψει το γλωσσικό ζήτημα με αμιγώς εκκλησιαστικά θέματα. Μάλιστα σε ανύποπτο χρόνο είχε προσπαθήσει να τον αποτρέχει από την κίνηση αυτή.

11Βλ. λογοτεχνικό περιοδικό ''ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ'', αριθ. τεύχους, 17, σελ. 399, έτους 1935. Ο Μένος Φιλήντας δυσπιστούσε κι αυτός για το εγχείρημα του Πάλλη. Ο δεύτερος, όμως με επιστολή του (στις 8 Σεπτεμβρίου 1902, ένα δηλαδή χρόνο μετά τα αιματηρά ''Ευαγγελικά), αμετανόητος ων, θα του γράψει: ''Κ' εγώ θα βγάλω τη ''Γραφή'', κ' εσύ θα ζήσης να μας δοξάσεις κ' έννοια σου''...!

12. Βλ. Αρχιμανδρίτη Δοσιθέου Κανέλλου: ''Θέλω να πιω όλο τον Βόσπορο'', εκδόσεις Ι. Μονής Τατάρνας Ευρυτανίας, Απρίλιος 2007.

13. Βλ. ''Μανώλης Τριανταφυλλίδης, Επιλογή από το έργο του'', επιμέλεια από τον Ξ. Α. Κοκόλη, Θεσσαλονίκη 1982. Ο γνωστός Γλωσσολόγος Εμμανουήλ Τριανταφυλλίδης (1883-1959) ήταν ένας εκ των ιδρυτών του''Εκπαιδευτικού Ομίλου'', οργάνου του εκπαιδευτικού δημοτικισμού με μεγάλη συμβολή στα εκπαιδευτικά προγράμματα των κυβερνήσεων υπό τον Ελ. Βενιζέλο. ''Ανάμεσα στις συγκρουόμενες σοσιαλιστικές και φιλελεύθερες ιδεολογίες, η πρότασή του υπήρξε η αποσύνδεση της εκπαίδευσης από το Γλωσσικό ζήτημα, προβλέποντας ότι οι κοινωνικές και πολιτικές προεκτάσεις του γλωσσικού ζητήματος θα επισκίαζαν τις ανάγκες της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης. Παίρνοντας αποστάσεις από την ορμητική μερίδα των δημοτικιστών με τις ακραίες ψυχαρικές θέσεις, πρότεινε μια γλώσσα μεικτή, για την οποία κατηγορήθηκε σφοδρά από τον Ψυχάρη και χαρακτηρίστηκε συντηρητικός από τον Δελμούζο''.

14. Ο Γεώργιος Χατζιδάκις υπήρξε ο θεμελιωτής της επιστήμης της Γλωσσολογίας στην χώρα μας και πρώτος καθηγητής της Γλωσσολογίας και της Ινδικής Φιλολογίας στο Εθνικό Πανεπιστήμιο από το 1890 έως το 1923. Ανήκε στα ιδρυτικά μέλη της Ακαδημίας Αθηνών το 1926 και ένα χρόνο αργότερα διετέλεσε πρόεδρός της. Την περίοδο των Ευαγγελικών'' στάθηκε κατά των φοιτητικών εκδηλώσεων και υπέρ της μετάφρασης του Αλεξάνδρου Πάλλη.

15Βλ. ''Γλωσσικό ζήτημα και γλωσσοεκπαιδευτικά Β΄'', Α.Π.Θ, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών (Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη), Θεσσαλονίκη 1963, σ. 381-382.

16Η ανησυχία αυτή (πανσλαβική) των διαδηλωτών του φοιτητικού κινήματος είχε τις ρίζες της στο φόβο από τα τελευταία γεγονότα επιχειρούμενα, όχι μόνο την καταπάτηση της εθνικής κυριαρχίας από τους Βουλγάρους (Μακεδονικός αγώνας), αλλά και από την επί σκοπού εξάλειψη της εθνικής συνείδησης των Ελλήνων, που μέχρι τότε ζούσαν έξω από τα όρια του μικρού ελληνικού κράτους. Δεν υπήρχαν μόνο βουλγαρικές, αλλά και σερβικές διεκδικήσεις, που όλες μαζί προωθούνταν στο όνομα του ''πανσλαβισμού''. Δικαίως λοιπόν αυτές κατέστησαν ανησυχία και φόβος σε όλο τότε τον ελεύθερο νεοελληνισμό και με ευαίσθητο αποδέκτη την ελληνική νεολαία. Έτσι μαζί με τον κίνδυνο του ''πανσλαβισμού'' συνθέθηκε και το όνομα της ''σλάβας'' βασίλισσας Όλγας, η οποία ήταν εγγονή του Τσάρου Νικολάου Α' και ανήκε στη δυναστεία των Ρωμανώφ.

17Βλ. Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου ''Ιστορία του Ελληνικού Έθνους'' τομ. 7ος, σελ. 404. και τόμος 9, Αθήνα 1925. Η Βουλγαρική Εξαρχία συστήθηκε ως μια τοπική και αυτόνομη Ορθόδοξη Εκκλησία με σουλτανικό φιρμάνι, δημιουργώντας το γνωστό βουλγαρικό σχίσμα του 1872 και που κύριος αρωγός στην προσπάθεια αυτή στάθηκε η ίδια η Ρωσία, εκμεταλλευόμενη τον Βουλγαρικό Εθνικισμό και την προώθηση του ''Πανσλαβισμού'' στα Βαλκάνια.

18. Δήλωση του Παύλου Καρολίδη στην εφημερίδα ''ΣΚΡΙΠ'', της 9ης Νοεμβρίου 1901. ''Τέλος εξ εθνικῆς απόψεως κρίνων το πράγμα θεωρώ την εις την απλήν δήθεν γλώσσαν μετάφρασιν του Ευαγγελίου ολεθριωτάτην εις τα εθνικά συμφέροντα. Αν ημείς οι Έλληνες κηρύξωμεν εις τον κόσμον, ότι ο λαός ο Ελληνικός δεν εννοεί την γλώσσαν του Ευαγγελίου και έχει ανάγκην μεταφράσεως, πώς θα διαμαρτυρηθώμεν κατά της εν Βλαχική, Βουλγαρική και Αλβανική μεταφράσει διαδόσεως του Ευαγγελίου μεταξύ των Βλαχοφώνων και Βουλγαροφώνων και Αλβανοφώνων Ορθοδόξων, πώς θα κωλύσωμεν την εκ της γλώσσης ταύτης μετάφρασιν πάντων των εκκλησιαστικῶν βιβλίων και την εισαγωγήν τοιαύτης γλώσσης εις την Εκκλησίαν αυτών; Δεν θα εξυπηρετούμεν ούτω τα σχέδια των ασπόνδων εχθρών του ορθοδόξου Ελληνισμού;''

19. Έλληνας λόγιος του 16ου αιώνα, ιερομόναχος και μέγας πρωτοσύγγελος, που συνέγραψε αυτοβούλως μεταφράσεις εκ της Αγίας Γραφής και ζήτησε από τον Πατριάρχη την αμοιβή του, για τον κόπο του. Ο Πατριάρχης τον θεώρησε ετερόδοξο και ζήτησε από τον τότε Μητροπολίτη Ναυπάκτου να τον κηρύξει αιρετικό καθώς και τους οπαδούς του.20. Μάξιμος Καλλιπολίτης ή Ρόδιος, ήταν πρώην μαθητής του Κυρίλλου Λουκάρεως, που αργότερα ασπάσηκε την αίρεση των Διαμαρτυρομένων.

20Βλ. Παύλου Δ. Βασιλειάδη, ''Μάξιμος Καλλιουπολίτης ή Καλλιπολίτης'', Μεγάλη Ορθόδοξη Χριστιανική Εγκυκλοπαίδεια, τομ. 11, σελ.249.

21. Η Ιουλία Σωμάκη - Καρόλου ήταν εκπαιδευτικός, γραμματέας της Βασίλισσας Όλγας και Διδασκάλισσα στο Παλάτι. Κατ' εντολήν της Όλγας, η Ιουλία συνέγραψε (με την βοήθεια θεολόγων της εποχής) την μετάφραση των Ευαγγελίων, η οποία και εγκρίθηκε από την τότε Ιερά Σύνοδο, υπό τον Μητροπολίτη Προκόπιο Β'.

22. Βλ. Γεωργίου Β. Δερτιλή, ''Επτά πόλεμοι, τέσσερις εμφύλιοι, επτά πτωχεύσεις, 1821-2016'', εκδόσεις ''Πόλις'', Αθήνα 2016.


24. Βλ. ''Τα γεγονότα των Ευαγγελικών (1901), ως (απο)κορύφωση της διένεξης σχετικά με το γλωσσικό ζήτημα''. (Κοινωνική, ιστορική και θεολογική προσέγγιση των γεγονότων) Διπλωματική εργασία της Αικατερίνης Καψοκαββάδη.

25. Βλ. Γιώργου Δ. Δημακόπουλου: ''ΟΙ ΜΑΣΟΝΙΚΕΣ ΕΤΑΙΡΙΕΣ ΠΡΟΩΘΟΥΝ ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ ΚΑΙ ΑΥΤΟΙ ΔΙΑΜΟΡΦΩΝΟΥΝ ΣΥΝΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ!'' ΕΔΩ. 

26Βλ. Σαράντου Καργάκου: ''Τα ''Ευαγγελικά'' (Νοέμβριος 1901).

27Βλ. ''Τα γεγονότα των Ευαγγελικών (1901), ως (απο)κορύφωση της διένεξης σχετικά με το γλωσσικό ζήτημα''. (Κοινωνική, ιστορική και θεολογική προσέγγιση των γεγονότων) Διπλωματική εργασία της Αικατερίνης Καψοκαββάδη.

28. Βλ. Γιώργου Δ. Δημακόπουλου: ΤΑ ΣΧΕΔΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΦΑΝΙΣΜΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΠΙΣΤΗΣ ΚΑΙ Η ΑΓΓΛΙΚΗ ΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΛΟΥΘΗΡΟ - ΚΑΛΒΙΝΙΣΜΟΥ εδώ. 

29. Βλ. εφημερίδα ''ΑΣΤΥ'', Σάββατο 3 Νοεμβρίου 1901, αριθ. φύλλου 3948. ''Οι φοιτηταί είχον συναθροισθή εις το αμφιθέατρον του Πανεπιστημίου''. Και συνέχιζε: ''Μετά μικράν συζήτησιν επί του ζητήματος της μεταφράσεως του Ευαγγελίου απεφάσισαν όπως μεταβώσιν εις την δημοσιεύσασαν αυτήν εφημερίδα εν σώματι και ζητήσουν την διακοπήν της δημοσιεύσεως. Αλλά μετά νεωτέραν σύσκεψιν εθεώρησαν καλόν να ενωθώσι και μετά φοιτητών των λοιπών σχολών και όλοι ομού να προβούν εις διαμαρτυρίαν προ των γραφείων των ἐφημερίδων, όσαι έγραψαν υπέρ της μεταφράσεως του Ευαγγελίου''.

30. Βλ. εφημερίδα ''ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ'', Κυριακή 4 Νοεμβρίου 1901, έτος ΙΒ'., σελ. 2.

31. Βλ. εφημερίδα ''ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ'', Τρίτη 6 Νοεμβρίου 1901, έτος ΙΒ'., αρθμ. φύλλου 7073, σελ. 2.

32Βλ. εφημερίδα ''ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ'', Τρίτη 6 Νοεμβρίου 1901, έτος ΙΒ'., αρθμ. φύλλου 7073, σελ. 2.

33. Βλ. εφημερίδα ''ΣΚΡΙΠ'', Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 1901, έτος Ζ', αριθ. φύλλου 2238.

34Βλ. εφημερίδα ''ΣΚΡΙΠ'', Πέμπτη 8 Νοεμβρίου 1901, έτος Ζ', αριθ. φύλλου 2239.

35Βλ. εφημερίδα ''ΕΜΠΡΟΣ'', Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 1901, έτος Ε'., αριθ. φύλλου 1809.

36Ο Παύλος Καρολίδης (1849-1930) ήταν Έλληνας, ιστορικός, πολιτικός και καθηγητής πανεπιστημίου. Εξελέγη βουλευτής Αιδινίου στην τουρκική βουλή για δύο περιόδους.

37. Βλ. εφημερίδα ''ΕΜΠΡΟΣ'', Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 1901, έτος Ε'., αριθμ. φύλλου 1809.

38. Όταν συνέβησαν τα τελευταία αιματηρά γεγονότα, ο Μητροπολίτης Προκόπιος Β' απουσίαζε στην Πεντέλη. Αρχικά αρνήθηκε να παραιτηθεί, αλλά κατόπιν πιέσεων αναγκάστηκε σε παραίτηση.

39Βλ. εφημερίδα ''ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ'', Πέμπτη 8 Νοεμβρίου 1901, έτος ΙΒ'., αριθμ. φύλλου 1.

40Διπλωματική Εργασία της Ευσταθίας Μαυροειδή με θέμα: ''Το ζήτημα της μετάφρασης της λειτουργικής γλώσσας στη νέα Ελληνική, σε σχέση με την ιεροποστολική εμπειρία της Εκκλησίας''.

Τρίτη 28 Ιουλίου 2020

ΕΠΕΤΕΙΑΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ




πὶ τῇ συμπληρώσει 47 ἐτῶν ἀπὸ τῆς ἐκδημίας τοῦ Μακαριστοῦ Ἐπισκόπου Μαγνησίας Χρυσοστόμου Νασλίμη (+13/26-7-1973), δημοσιεύουμε σὲ πρώτη δημοσίευση ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸν πρὸς ἔκδοση Τόμο Β΄ τοῦ ἔργου τοῦ Ἐπισκόπου Γαρδικίου Κλήμεντος: Ἐπίσκοπος Μαγνησίας Χρυσόστομος Νασλίμης 1910-1973 - Ἀκατάβλητος Ἀγωνιστὴς Πίστεως καὶ Ὑπομονῆς. Εἶναι ἀπὸ τὸ προτελευταῖο Κεφάλαιο Κ΄: Ὕστατη ὑπὲρ Πίστεως προσπάθεια, Ὑποκεφάλαιο 6: Κύκνειον Ἄσμα – «Πνευματικὴ Διαθήκη». Πριν νὰ κλείσουμε τὸ παρὸν προτελευταῖο Κεφάλαιο τοῦ ἔργου μας, θὰ ἀναφερθοῦμε στὸ «Κύκνειον Ἆσμα» τοῦ Βιογραφουμένου μας Ἀρχιερέως, στὴν «Πνευματικὴ Διαθήκη» του, στὰ κείμενα ποὺ πρόβλεψε καὶ πρόλαβε νὰ ἑτοιμάσει ἐκεῖνο τὸ πρῶτο τρίμηνο τοῦ 1966, πιθανῶς ἐντὸς τῆς πρωίμου Τεσσαρακοστῆς, γιὰ νὰ τυπωθοῦν στὸ Ἡμερολόγιο Τοίχου τοῦ ἑπομένου ἔτους 1967 τῆς Ἐκκλησίας μας ὡς καθημερινὰ σύντομα ἀναγνώσματα, πρὶν νὰ καταπέσει ἀσθενής.


Εἶναι θαυμαστὴ ἡ προνοητικότητά του, ἐν μέσῳ τόσο πολλῶν φροντίδων, ἐννοιῶν, ταξιδίων καὶ εὐθυνῶν, νὰ ἑτοιμάσει ἕνα ἰδιαίτερα σημαντικὸ ἔργο, στὸ ὁποῖο ἔδινε ἤδη ἀπὸ τὰ προηγούμενα ἔτη μεγάλη σημασία καὶ βαρύτητα. […] Περὶ τούτου γνωρίζουμε ἀπὸ εἰδικὴ ἔκδοση (Ἐπισκόπου Χρυσοστόμου, 365 Ψυχωφελῆ Σαλπίσματα, ἔκδ. Ἱερᾶς Γυναικείας Μονῆς «Ὑπαπαντῆς τοῦ Χριστοῦ» Ἐλευθερουπόλεως, Θεσσαλονίκη 1978, σ.σ. 144), ἡ ὁποία διέσωσε τὸ περιεχόμενο τῶν φύλλων τοῦ Ἡμερολογίου Τοίχου τοῦ ἔτους ἐκείνου, σύμφωνα μὲ ὅσα ἀναγράφονται στὸν Πρόλογο τοῦ σχετικοῦ βιβλίου: Κάποια νεαρὴ κόρη, ἡ Θέκλα Κοσμίδου ἀπὸ τὴν Καβάλα, ἡ ὁποία ἦταν καρδιοπαθὴς ἀπὸ τὴν γέννησή της καὶ ἔφθανε στὰς δυσμὰς τῆς ὀλιγοχρόνιας ζωῆς της, διάβαζε μὲ προσοχὴ καθημερινὰ τὰ διδάγματα ἀπὸ τὸ Ἡμερολόγιο τοῦ 1967. Καὶ εἶπε κάποια ἡμέρα μὲ ἐνθουσιασμὸ στὸν πατέρα της: «Πατέρα, αὐτοὶ οἱ λόγοι τοῦ ἁγίου Μαγνησίας ποὺ διαβάζω ἀπὸ τὸν Ἡμεροδείκτη εἶναι σοφὰ διδάγματα.


Θὰ τὰ ἀντιγράψω, γιὰ νὰ ἐκτυπωθοῦν μιὰ μέρα καὶ νὰ ὠφελήσουν πολλὲς ψυχές»! Καὶ πράγματι, ἔκανε τὴν ἀντιγραφὴ μὲ μεγάλο κόπο, λόγῳ τῆς ἀσθενείας της. Καὶ ὅταν τελείωσε, ἀνήγγειλε μὲ χαρὰ στὸν πατέρα της: «Πατέρα, τελείωσα!». Καὶ μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ «τελείωσε» καὶ ἡ σύντομη βασανισμένη ζωή της καὶ μετέβη στὰ θεῖα Σκηνώματα, τὰ ἀγαπητὰ καὶ παμπόθητα, λαμβάνοντας τὴν θεία ἀντιμισθία γιὰ τὴν ὑπομονή της, ὅπως καὶ γιὰ τὴν διάσωση τοῦ θησαυροῦ ποὺ θὰ παρακολουθήσουμε, τοῦ μεγάλου αὐτοῦ καλοῦ ποὺ πρόλαβε νὰ κάνει καὶ ποὺ τῆς ὀφείλουμε γι’ αὐτὸ ἀπέραντη εὐγνωμοσύνη! Ἄς εἶναι ἡ μνήμη της αἰωνία! Οἱ δὲ οἰκεῖοι της παρέδωσαν τὸ ὑλικὸ στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ὑπαπαντῆς, ἡ ὁποία προέβη στὴν ἔκδοση αὐτοῦ σὲ εἰδικὸ βιβλίο μικροῦ σχετικὰ μεγέθους πρὶν ἀπὸ 40 καὶ πλέον ἔτη. Ἐγράφετο δὲ στὸν Πρόλογο: «Περὶ τὸ τέλος τοῦ βίου του ὡς φιλόστοργος Πατὴρ [ὁ Μαγνησίας Χρυσόστομος] ἐπιθυμῶν νὰ μεταλαμπαδεύσῃ τὸ ἀπαστράπτον φῶς τῆς ἀρετῆς του εἰς τὰ πνευματικά του τέκνα καὶ ὅλους τοὺς πιστούς, συνέγραψε τὸ ἱερὸν τοῦτο πονημάτιον» (σελ. 5). Σὲ τί συνίσταντο τὰ κείμενα αὐτά; Ποιό ἦταν τὸ περιεχόμενο τῶν πνευματικῶν αὐτῶν «σαλπισμάτων», τὰ ὁποῖα στὸν προσεκτικὸ ἀναγνώστη ἠχοῦν παρηγορητικά, διδακτικά, καταρτιστικὰ καὶ ἐλεγκτικά;


κτὸς ἀπὸ κάποια λίγα καθαρῶς ἑορτολογικὰ μηνύματα κατὰ τὶς ἡμέρες κάποιων μεγάλων Ἑορτῶν, τὰ ὑπόλοιπα, ὡς συνήθως σὲ συνέχειες, ἀναλύουν θέματα ἰδιαιτέρου πνευματικοῦ ἐνδιαφέροντος. Εἶναι ἀποφθεγματικὰ ρητά, ἀξιώματα καὶ συμπεράσματα, βγαλμένα μέσα ἀπὸ τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως καὶ ἀπὸ τὴν πείρα τῆς ζωῆς. Ὁ συγγραφέας τους εἶναι ἐμφανὲς ὅτι γράφει γιὰ γνωστὲς εἰς αὐτὸν πραγματικότητες, ὡς πεπειραμένος Γέροντας, μὲ ἀπόλυτη βεβαιότητα, καθὼς καὶ πειστικότητα, καλλιέπεια καὶ χάρη. Διαπνέεται ἀπὸ τὴν Ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ πρὸς τὸν ἄνθρωπο καὶ ἀποσκοπεῖ στὸ νὰ οἰκοδομήσει, νὰ καλλιεργήσει καὶ νὰ προστατεύσει. Ὅπως στὴν ἀρχὴ τῆς καρποφόρου συγγραφικῆς του δραστηριότητος ἔγραφε παρόμοια ἐπιτυχῆ ἀποφθεγματικὰ κείμενα, ἀπὸ λαϊκὸς ἀκόμη ἀρχὰς τῆς δεκαετίας τοῦ ’30, ἔτσι καὶ πρὸς τὸ τέλος, μετὰ μία 30ετία, κατάφορτος ἀπὸ πολύτιμη ἐμπειρία, διατυπώνει μὲ ἄνεση καὶ ἐπίγνωση θεῖες ἀλήθειες, παραθέτει ψήγματα χρυσοῦ, περὶ Ἀρετῶν καὶ Παθῶν, ὡς γινώσκων, ὁρῶν καὶ πάσχων τὰ θεῖα καὶ τὰ ἀνθρώπινα.


Τὰ καθαρὰ ἑορτολογικοῦ περιεχομένου σύντομα περιεκτικὰ μηνύματά του εἶναι γιὰ τὴν Περιτομὴ τοῦ Χριστοῦ (1 Ἰαν.), τὸν Τίμιο Πρόδρομο (7 Ἰαν.), τὴν Ὑπαπαντὴ (2 Φεβρ.), τὸ Α΄ Ψυχοσάββατον (19 Φεβρ.), τὸν Εὐαγγελισμὸ τῆς Θεοτόκου καὶ τὴν ἀπελευθέρωση τοῦ Ἔθνους μας (25 Μαρτ.), τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων (10 Ἀπρ.), τὴν Μεγάλη Ἑβδομάδα (11-16 Ἀπρ.), τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου (17 Ἀπρ.), τὰ Χριστούγεννα (25 Δεκ.), τὴν Σύναξη τῆς Θεοτόκου (26 Δεκ.), καὶ τὸν Ἅγιο Πρωτομάρτυρα Στέφανο (27 Δεκ.). Τὰ λοιπὰ θέματα εἶναι αὐτὰ ποὺ ἔχουν πάντοτε ἐπικαιρότητα καὶ σημασία καὶ ἀφοροῦν ὅλους ἀνεξαιρέτως τοὺς ἀνθρώπους καὶ μάλιστα τοὺς πιστοὺς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς. Θὰ προβοῦμε δὲ σὲ παρουσίασή τους γιὰ τὴν ἀνυπολόγιστη ἀξία τους, ἐφ’ ὅσον ἄλλωστε δὲν κυκλοφοροῦν στὶς ἡμέρες μας, καταχωριζόμενα κατὰ θεματικὴ ἀνάπτυξη. Ἐννοεῖται ὅτι ὁ διαχωρισμὸς σὲ θέματα καὶ ἡ συστηματικὴ παράθεση τοῦ ὑλικοῦ, πρὸς διευκόλυνσιν τοῦ ἀναγνώστου, γίνεται ἀπὸ ἡμᾶς, διότι στὸ πρωτότυπο τὰ κείμενα τοῦ Ἡμερολογίου τίθενται ἁπλῶς κατὰ ἡμερομηνιακὴ σειρά, συνεχόμενα, χωρὶς ἐσωτερικοὺς θεματικοὺς τίτλους.


i) Αὐτογνωσία

Τὰ κείμενα ἀρχίζουν μὲ τὸ σημαντικὸ καὶ θεμελιῶδες θέμα τῆς αὐτογνωσίας, ἡ ὁποία θεωρεῖται «μέγα κατόρθωμα»: «Διότι ἐκεῖνος, ὅστις γνωρίζει καλῶς τὸν ἑαυτόν του, ἤτοι τὰς ἐλλείψεις καὶ τὰς ἀδυναμίας αὐτοῦ, αὐτὸς περιφρονεῖ τὸ ἄτομόν του καὶ δὲν εὐχαριστεῖται ἀπὸ τοὺς ἐπαίνους τῶν ἀνθρώπων» (σελ. 13). Ὑπάρχουν πράγματα τῶν ὁποίων ἡ γνώση δὲν ὠφελεῖ καθόλου τὴν ψυχὴ καὶ εἶναι μωρὸς ὅποιος προσέχει σ’ αὐτά, παραβλέποντας ἐκεῖνα ποὺ ὁδηγοῦν στὴν ψυχικὴ σωτηρία. Ὅσο περισσότερα γνωρίζεις, γράφει ὁ σ. μας συνομιλῶντας κατὰ τὴν προσφιλῆ μέθοδό του μὲ τὸν ἀναγνώστη του, τόσο αὐστηρότερα θὰ κριθεῖς, ἄν ἡ ζωή σου δὲν εἶναι ἁγιώτερη. Ἄν ὁ Θεὸς σοῦ ἐμπιστεύθηκε γνώση, δὲν εἶναι γιὰ νὰ ἐγκωμιάζεσαι, ἀλλὰ γιὰ νὰ τὴν χρησιμοποιήσεις «πρὸς κοινὴν ὠφέλειαν». «Διατί θέλεις νὰ συγκρίνῃς τὸν ἑαυτόν σου μὲ ἄλλους κατωτέρους σου, ἐφ’ ὅσον ὑπάρχουν ἄλλοι σοφώτεροί σου καὶ περισσότερον πεπαιδευμένοι; Θέλεις νὰ μάθῃς κάτι ποὺ σὲ ὠφελεῖ; Προτίμα νὰ ζῇς ἄγνωστος καὶ νὰ θεωρῆσαι ἀσήμαντος. Ἡ ὑψηλοτέρα καὶ ὠφελιμωτέρα ἐπιστήμη εἶναι ἡ ἀκριβὴς γνῶσις καὶ περιφρόνησις τοῦ ἑαυτοῦ μας» (σελ. 14).


Μήπως αὐτὴ δὲν εἶναι ἡ «πτωχεία τοῦ πνεύματος» περὶ τῆς ὁποίας ὁμιλεῖ ὁ Κύριός μας στὴν ἀρχὴ τῶν περιφήμων «Μακαρισμῶν» Του; (βλ. Ματθ. ε΄ 1 ἑ.). Τὸ θέμα τῆς κατακρίσεως σχετίζεται μὲ τὸ ὑπὸ ἐξέτασιν ζήτημα, γι’ αὐτὸ καὶ ὁ σ. μας συμβουλεύει: ἄν δεῖς τὸν ἀδελφό σου νὰ ἁμαρτάνει, νὰ μὴν σπεύσεις νὰ τὸν κατακρίνεις, διότι δὲν εἶσαι καλύτερός του, οὔτε γνωρίζεις ἄν λίγο ἀργότερα δὲν περιπέσεις καὶ σὺ στὴν ἴδια ἤ καὶ σὲ χειρότερη ἁμαρτία. «Ὅλοι εἶναι δυνατὸν νὰ πέσωμεν, καὶ ἕκαστος πρέπει νὰ πιστεύῃ, ὅτι εἶναι δυνατὸν νὰ πέσῃ εὐκολώτερον ἀπὸ τοὺς ἄλλους, ἄν ὁ Θεὸς δὲν τὸν φυλάξῃ» (σελ. 15-16). Ἐν συνεχείᾳ, τονίζεται ὅτι ὁ πιὸ σκληρὸς ἀγώνας καθενὸς εἶναι νὰ νικήσει τὸν ἑαυτό του: «Ἰδοὺ τί θὰ ἔπρεπε νὰ ἀποτελῇ τὴν μοναδικήν μας ἐνασχόλησιν· νὰ νικῶμεν τὸν ἑαυτόν μας, ν’ ἀποκτῶμεν καθ’ ἡμέραν περισσοτέραν ἐξουσίαν ἐπὶ τοῦ ἑαυτοῦ μας καὶ νὰ προοδεύωμεν εἰς τὴν ἀρετήν» (σελ. 16).


Μέγα πλεονέκτημα καὶ εὐτύχημα γιὰ τὸν ἄνθρωπο εἶναι νὰ ζεῖ ὑποτασσόμενος σὲ κάποιον ἀνώτερο καὶ νὰ μὴν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸν ἑαυτό του. «Διότι εἶναι πολὺ ἀσφαλέστερον νὰ ὑπακούῃ τις, παρὰ νὰ διατάσσῃ» (σελ. 16). Αὐτὸς ποὺ ὑπακούει σὲ ἀνώτερο εἶναι ἀπαλλαγμένος ἀπὸ εὐθῦνες καὶ διατελεῖ ἐκτὸς κινδύνου στὸ νὰ γίνει αἴτιος κακῶν. Χρειάζεται προσοχὴ νὰ μὴν ἐμπιστεύεσαι πολὺ τὸν λογισμὸ καὶ τὴν κρίση σου, συνεχίζει ὁ σ. μας, ἀλλὰ νὰ ἀκοῦς καλύτερα τὶ θὰ σοῦ ποῦν καὶ οἱ ἄλλοι. «Θὰ ἠδυνάμεθα νὰ διάγωμεν ἐν εἰρήνῃ καὶ γαλήνῃ πολλῇ ψυχικῇ, ἄν δὲν ἠσχολούμεθα μὲ τοὺς λόγους καὶ τὰς πράξεις τῶν ἄλλων, καὶ μάλιστα διὰ πράγματα τὰ ὁποῖα δὲν μᾶς ἐνδιαφέρουν» (σελ. 17). Ὅποιος σκορπίζει τοὺς λογισμούς του ἔξω, πολὺ λίγο ἤ σπάνια συμμαζεύεται ἐντός του. Ἐπ’ αὐτοῦ δὲ τονίζει ὁ σ. μας φιλοκαλικὰ-νηπτικά: «Ἄν ἠδυνάμεθα νὰ νεκρώσωμεν τὰ πάθη μας καὶ νὰ μὴ περισπώμεθα ἀπὸ ἐξωτερικὰ πράγματα, θὰ καθιστάμεθα τότε ἱκανοὶ νὰ γευώμεθα τὰ θεῖα πράγματα καὶ νὰ λαμβάνωμεν πεῖραν οὐρανίου θεωρίας» (σελ. 17).


Οἱ πόνοι καὶ οἱ ἀντιξοότητες εἶναι εὐεργεσίες, συνεχίζει ὁ σ. μας, διότι μᾶς κάνουν νὰ συμμαζευόμαστε στὸν ἑαυτό μας καὶ νὰ σκεπτόμαστε ὅτι ἐδῶ εἴμαστε ἐξόριστοι καὶ δὲν πρέπει νὰ στηρίζουμε τὶς ἐλπίδες μας στὰ πράγματα τοῦ κόσμου τούτου. Οἱ ἀντιλογίες τῶν ἄλλων καὶ οἱ ὄχι καλὲς σκέψεις τους γιὰ μᾶς, παρὰ τὶς πιθανὲς καλὲς προθέσεις καὶ πράξεις μας, βοηθοῦν, «διότι αὐταὶ συντελοῦν νὰ γινώμεθα ταπεινοὶ καὶ νὰ προφυλασσώμεθα ἀπὸ τὴν ματαίαν δόξαν». «Ὅταν οἱ ἄνθρωποι μᾶς ταπεινώνουν καὶ σκέπτωνται κακὰ περὶ ἡμῶν, τότε προστρέχομεν διὰ προσευχῆς καὶ ζητοῦμεν τὸν Θεόν, ὁ Ὁποῖος γνωρίζει τὰ βάθη τῶν καρδιῶν μας» (σελ. 18).


ii) Πειρασμοὶ

Τὸ θέμα τῶν πειρασμῶν εἶναι τὸ ἑπόμενο, στὸ ὁποῖο στρέφει τὴν προσοχή του ὁ σ. μας, καθ’ ὅτι ὁ παρὼν βίος εἶναι «πειρατήριον» κατὰ τὸν πολύαθλο καὶ πολυπαθῆ Ἰὼβ (ζ΄ 1). Ἀπαιτεῖται ἐγρήγορση καὶ προσευχή, γιὰ νὰ μὴν συλληφθοῦμε στὶς παγῖδες τοῦ διαβόλου. «Ὑπάρχουν πρὸς τούτοις πειρασμοί, οἱ ὁποῖοι μολονότι ὀδυνηροὶ καὶ ἐνοχλητικοί, εἶναι ὡρισμένως δι’ ἡμᾶς ὠφέλιμοι· διότι δι’ αὐτῶν ὁ ἄνθρωπος ταπεινώνεται, καθαρίζεται καὶ διδάσκεται» (σελ. 20). «Στρέφε τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν ἑαυτόν σου καὶ ἀπόφευγε νὰ κρίνῃς τὰς πράξεις τῶν ἄλλων. Κρίνων τις τοὺς ἄλλους συχνάκις πλανᾶται, καὶ ὑποπίπτει εἰς ἁμαρτίαν» (σελ. 21). «Ἄν σὺ δὲν δύνασαι νὰ εἶσαι ὁποῖος ἐπιθυμεῖς, πῶς δύνασαι νὰ περιμένῃς οἱ ἄλλοι νὰ εἶναι τέλειοι; Ἐπιθυμοῦμεν νὰ διορθώνωμεν μὲ αὐστηρότητα τοὺς ἄλλους καὶ μ’ ὅλα ταῦτα δὲν ἐπιθυμοῦμεν νὰ διορθώνουν οἱ ἄλλοι ἡμᾶς· θέλομεν νὰ δεσμεύωνται οἱ ἄλλοι μὲ αὐστηροὺς κανόνας, ἀλλ’ ἡμεῖς αὐτοὶ δὲν ἀνεχόμεθα κανένα κανόνα. Ἐπὶ τούτου λοιπόν, εἶναι σαφές, πόσον σπανίως ζυγίζομεν τὸν γείτονά μας μὲ τὸν ἴδιον ζυγόν, μὲ τὸν ὁποῖον ζυγίζομεν τὸν ἑαυτόν μας» (σελ. 22).


iii) Περὶ θανάτου

Τὸ θέμα τοῦ θανάτου ἀκολουθεῖ. Μᾶς θυμίζει ζωηρὰ ὁ σ. μας ὅτι, ἄν ἄλλοι ἀνεχώρησαν ἀπὸ τὴν παροῦσα ζωὴ καὶ ἡ δική μας ἀναχώρησις ἀναβάλλεται, σημαίνει ὅτι δὲν εἴμαστε ἀρκετὰ προετοιμασμένοι καὶ ὅτι εἴμαστε ἀκόμη ἀνάξιοι τῆς δόξης τοῦ Οὐρανοῦ. «Καὶ συνεπῶς, ἄς προσπαθῶμεν νὰ ἑτοιμασθῶμεν καλύτερον διὰ τὸν θάνατον» (σελ. 24). Νὰ ἐπιζητοῦμε τὴν ἐξέταση τοῦ ἑαυτοῦ μας καὶ νὰ παραλείπουμε τὶς περιττὲς συνομιλίες καὶ τὴν φιλοπερίεργη ἀνησυχία. Οἱ πιὸ μεγάλοι Ἅγιοι ἀπέφευγαν τὶς πολλὲς συναναστροφὲς τῶν ἀνθρώπων, «δι’ αὐτὸ ἠξιώθησαν νὰ ζῶσι μυστικῶς πάντοτε ἡνωμένοι μετὰ τοῦ Θεοῦ» (σελ. 25). Ἡ ἀληθινὴ ἐλευθερία, συνεχίζει ἀποφθεγματικὰ ὁ σ. μας, βρίσκεται στὸν φόβο τοῦ Θεοῦ καὶ στὴν ἀγαθὴ συνείδηση καὶ ὄχι στὴν ζωὴ τῶν αἰσθήσεων καὶ τῶν παραλόγων ἐπιθυμιῶν. «Εὐτυχὴς ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος ἀρνεῖται πᾶν ὅ,τι δύναται νὰ μολύνῃ ἤ νὰ βαρύνῃ τὴν συνείδησίν του» (σελ. 26).


Εἶναι μεγάλη ἡ ἀδυναμία τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, συμπεραίνει διεισδυτικὰ ὁ σ. μας, ἡ ὁποία ρέπει συνήθως πρὸς τὸ κακό. «Σήμερον ἐξομολογεῖσαι τὰς ἁμαρτίας σου, καὶ αὔριον σὺ ὁ ἴδιος διαπράττεις τὰς ἰδίας ἁμαρτίας. Τώρα ἀποφασίζεις νὰ προσέχῃς, καὶ μετὰ μίαν ὥραν ἐνεργεῖς σὰν νὰ μὴν εἶχες λάβει καμμίαν ἀπόφασιν» (σελ. 28). Γι’ αὐτὸ ἔχουμε λόγους νὰ εἴμαστε ταπεινοὶ καὶ νὰ μὴν ὑψηλοφρονοῦμε ποτέ. Εἶναι μωρία νὰ σκέπτεται ὁ ἄνθρωπος τὰ παρόντα καὶ νὰ μὴν μεριμνᾶ γιὰ τὰ μέλλοντα ἀγαθά, ἐνῶ σήμερα ὑπάρχει καὶ αὔριο ἀπέρχεται. «Ἄν ἔχῃς ἀγαθὴν συνείδησιν, δὲν θὰ φοβεῖσαι τὸν θάνατον πολύ. Θὰ ἦτο συμφερώτερον εἰς σὲ νὰ προφυλάττεσαι ἀπὸ τὴν ἁμαρτίαν, παρὰ νὰ ἀποφεύγῃς τὸν θάνατον. Ἄν δὲν εἶσαι προητοιμασμένος σήμερον, πῶς θὰ εἶσαι αὔριον; Ἡ αὔριον εἶναι ἄδηλος καὶ ἀβεβαία, καὶ πῶς δύνασαι νὰ γνωρίζῃς ὅτι θὰ ζῇς μέχρι τῆς αὔριον; Ποία ἡ ὠφέλεια δι’ ἡμᾶς νὰ ζήσωμεν πολύ, ὅταν τόσον ὀλίγον ἐπωφελούμεθα τοῦ χρόνου; Ὦ ἡ μακρὰ ζωὴ δὲν φέρει πάντοτε μαζί της τὴν διόρθωσιν, ἀλλὰ συχνὰ τῆς αὐξάνει τὴν ἐνοχήν. Εἴθε νὰ ἠδυνάμεθα καὶ μίαν μόνον ἡμέραν νὰ ζήσωμεν χωρὶς ἁμαρτίαν» (σελ. 29).


Μετὰ τὴν ἐνασχόληση καὶ πάλι μὲ τὰ θέματα τῆς αὐταρεσκείας, ὑπερηφανείας καὶ ταπεινώσεως, ὁ σ. μας ἐξάγει ἕνα σημαντικὸ Εὐαγγελικὸ συμπέρασμα ἐπὶ τοῦ κυρίου θέματός μας: «Πλήρης περιφρόνησις πρὸς τὸν κόσμον, ἐπιθυμία προόδου εἰς τὴν ἀρετήν, ἀγάπη πρὸς πάντας, καρποὶ μετανοίας καὶ ὑπακοῆς, αὐταπάρνησις καὶ καρτερία εἰς πᾶσαν ἐναντιότητα διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ, θὰ γεννήσουν ἐντὸς ἡμῶν τὴν πεποίθησιν, ὅτι θὰ ἀποθάνωμεν εὐτυχεῖς» (σελ. 34).


Τὸ θέμα τῆς ἀξιοποιήσεως τοῦ χρόνου γιὰ τὴν σωτηρία εἶναι συμπληρωματικό. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀσθενεῖ, τονίζει ὁ σ. μας, δὲν εἶναι βέβαιον ὅτι θὰ μεταβληθεῖ ψυχικὰ πρὸς τὸ καλύτερο, διότι λίγοι μόνον εἶναι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι ὑπόσχονται μετάνοια. Γι’ αὐτό, εἶναι ἀναγκαία ἡ τωρινὴ φροντίδα γιὰ τὸ αἰώνιο μέλλον μας. «Ἄν δὲν μεριμνᾶς σὺ τώρα περὶ τοῦ ἑαυτοῦ σου, ποῖος θὰ μεριμνήσῃ περὶ σοῦ βραδύτερον; Ὁ παρὼν καιρὸς εἶναι λίαν πολύτιμος... Προσπάθει λοιπὸν τώρα νὰ ζῇς τοιουτοτρόπως, ὥστε νὰ δύνασαι κατὰ τὴν ὥραν τοῦ θανάτου νὰ χαίρῃς παρὰ νὰ φοβῆσαι» (σελ. 35). Εἶναι ἀνοησία νὰ φαντάζεται κάποιος ὅτι πρόκειται νὰ ζήσει πολλὰ χρόνια, ἐφ’ ὅσον δὲν εἶναι βέβαιος οὔτε ἄν θὰ ζήσει μία ἀκόμη ἡμέρα. Ὑπάρχουν καὶ οἱ ἀπροσδόκητοι καὶ αἰφνίδιοι θάνατοι. Γι’ αὐτό, προτρέπει σοφὰ ὁ σ. μας, κάμε τώρα ὅ,τι δύνασαι γιὰ τὴν ψυχή σου, νὰ σκέπτεσαι γιὰ τὴν σωτηρία σου, νὰ ζεῖς σὰν ξένος καὶ ταξιδιώτης στὸν κόσμο τοῦτο. Νὰ διατηρεῖς τὴν καρδιά σου ἐλεύθερη καὶ ὑψωμένη πρὸς τὸν Θεό: «Κατεύθυνον πρὸς τὸν Θεὸν καθ’ ἡμέραν τὰ δάκρυά σου, τοὺς στεναγμούς σου, τὰς προσευχάς σου, ἵνα ἐπὶ τὸ λαμπρότερον ἐξαγνιζόμενον τὸ πνεῦμα σου μετὰ θάνατον ἄξιον γίνῃ νὰ ἐμφανισθῇ πρὸ τοῦ Κυρίου» (σελ. 36).


Τότε θὰ ἀποδειχθεῖ ὅτι σοφὸς στὸν κόσμο τοῦτο ἦταν ἐκεῖνος ποὺ εἶχε μάθει νὰ θεωρεῖται μωρὸς γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ νὰ περιφρονεῖται χάριν Αὐτοῦ. Κάθε λύπη ποὺ ὑποφέραμε ὑπομονετικά, θὰ φέρει χαρά. Ἡ σιωπὴ καὶ ὄχι οἱ μακρὲς συνομιλίες θὰ φέρουν χαρὰ καὶ θὰ ὠφελήσουν τὰ καλὰ ἔργα, παρὰ οἱ πολλοὶ καὶ ὡραῖοι λόγοι. Στὸ σημεῖο τοῦτο, εἶναι κατάλληλο νὰ τεθεῖ αὐτὸ ποὺ ὁ σ. μας γράφει γιὰ τὴν μεγάλη Ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως: «Ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ τὸ μεγαλύτερον τῶν θαυμάτων Του καὶ τὴν τρανωτέραν ἀπόδειξιν τῆς θεανδρικῆς ὑποστάσεώς Του. Ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ δίδει ἐγγύησιν περὶ ἀναστάσεως εἰς ζωὴν αἰώνιον πάντων τῶν εἰς Χριστὸν πιστευσάντων καὶ ἐν ἀρετῇ καὶ εὐσεβείᾳ τελειωθέντων» (σελ. 46).


iv) Ὑπομονὴ

Τὸ θέμα τῆς ὑπομονῆς εἶναι σημαντικό, κατὰ τὸν διακριτικὸ σ. μας, καὶ εἶναι ἀνάγκη νὰ προσπαθοῦμε νὰ ὑποφέρουμε τὰ ἐλαττώματα τῶν ἄλλων καὶ τὶς ἀδυναμίες τους, διότι καὶ ἐμεῖς ἔχουμε πολλὲς ἀδυναμίες, τὶς ὁποῖες πρέπει νὰ ὑποφέρουν οἱ ἄλλοι. Καὶ ὅπως παρακολουθοῦμε τοὺς ἄλλους, ἔτσι κι ἐκεῖνοι παρακολουθοῦν ἐμᾶς. Ἀπαιτεῖται νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Χριστό, τονίζει Χριστοποθήτως ὁ σ. μας, νὰ κατοικήσει ὁ Χριστὸς μέσα μας, ὥστε νὰ φροντίζει καὶ νὰ θεραπεύει τὶς ἀνάγκες μας καὶ νὰ μὴν ἔχουμε τὴν ἐλπίδα μας στοὺς ἀνθρώπους. «Ἄνθρωπε, δὸς τόπον ἐν τῇ καρδίᾳ σου, ἵνα εἰς αὐτὴν κατοικήσῃ ὁ Χριστός, καὶ μὴ ἐπιτρέπῃς εἰς ἄλλον νὰ εἰσέλθῃ εἰς αὐτήν. Ὅταν κατέχῃς τὸν Χριστὸν εἶσαι εὐτυχὴς καὶ Αὐτὸς ἀρκεῖ διὰ σέ» (σελ. 38).


Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν πρέπει νὰ ὑπολογίζουμε σὲ ὁποιονδήποτε ἀσθενῆ καὶ θνητὸ ἄνθρωπο, οὔτε νὰ λυπούμαστε ἄν εἶναι ἀκόμη καὶ ἐναντίον μας, διότι οἱ ἄνθρωποι μεταβάλλονται εὔκολα σὰν τὸν ἄνεμο. Ἀκόμη καὶ ὁ Κύριός μας εἶχε ἐχθροὺς καὶ συκοφάντες καὶ ἄρα δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀναμένουμε ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νὰ εἶναι φίλοι καὶ εὐεργέτες μας. Μὲ τὰ ὀδυνηρὰ ποὺ μᾶς συμβαίνουν κερδίζουμε τὸν στέφανο τῆς ὑπομονῆς. «Ὑπόμεινον μετὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ διὰ τὸν Χριστόν, ἄν θέλῃς νὰ βασιλεύσῃς μετὰ τοῦ Χριστοῦ. Ὀλίγον νὰ ἐνδιαφέρεσαι ποῖος εἶναι κατὰ σοῦ ἤ ὑπὲρ σοῦ· ἀλλὰ φρόντιζε, ὅπως ὁ Θεὸς εἶναι μετὰ σοῦ εἰς ὅ,τι δήποτε ἐπιχειρεῖς. Ἡ κακία τῶν ἀνθρώπων δὲν δύναται νὰ βλάψῃ ἐκείνους, τοὺς ὁποίους προστατεύει ὁ Θεός» (σελ. 40).


Γιὰ τὴν εἰρήνη μὲ τοὺς ἄλλους, μᾶς βεβαιώνει ὁ εἰρηνικὸς σ. μας, εἶναι ἀπαραίτητη ἡ ταπείνωση τοῦ πνεύματος. «Ἔχε εἰρήνην πρῶτον σὺ εἰς τὸν ἑαυτόν σου καὶ τότε μόνον θὰ δυνηθῇς νὰ εἰρηνεύσῃς καὶ τοὺς ἄλλους. Ἄνθρωπος εἰρηνικὸς κάμνει μεγαλύτερον καλὸν παρὰ ἄνθρωπος σοφός» (σελ. 40). Τὸ νὰ ζεῖς εἰρηνικὰ μὲ ἀγαθοὺς καὶ εὐγενεῖς ἀνθρώπους εἶναι μὲν εὐχάριστο, ἀλλ’ ὄχι μέγα κατόρθωμα. Εἶναι ὅμως μεγάλη χάρη καὶ ἀξιέπαινη ἀρετή, ὅπως καὶ ἰδιαίτερα ἡρωϊκὴ διαγωγὴ νὰ εἶσαι ἱκανὸς «νὰ ζῇς εἰρηνικῶς μετὰ πεισμόνων, ἀπειθάρχων καὶ σκληρῶν» (σελ. 42). Ὀφείλουμε νὰ μὴν ἔχουμε ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στὸν ἑαυτό μας, διότι πάντοτε ἔχουμε ἀνάγκη τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ, «καθόσον στερούμεθα πολλάκις τῆς ἀπαραιτήτου διακρίσεως διὰ νὰ κανονίσωμεν τὰς πράξεις μας» (σελ. 42). Ἔχουμε λίγο φῶς μέσα μας, ἀλλὰ μποροῦμε εὔκολα νὰ τὸ χάσουμε ἐξ αἰτίας τῆς ἀμέλειάς μας. Πολλὲς φορὲς κάνουμε τὸ κακὸ καὶ δικαιολογοῦμε τὸν ἑαυτό μας. Ἄλλοτε κινούμαστε ἀπὸ πάθος καὶ θεωροῦμε τοῦτο ζῆλο. Κατακρίνουμε τοὺς ἄλλους γιὰ μικρὰ πράγματα, καὶ παραβλέπουμε τὰ δικά μας τὰ μεγαλύτερα. Ἐνῶ ἐκεῖνος ποὺ κρίνει καλῶς καὶ ὀρθῶς τὶς δικές του πράξεις, δὲν ὑπάρχει πιθανότητα νὰ κρίνει αὐστηρὰ τοὺς ἄλλους.


ἐνθύμιση τῶν μεγάλων δεινῶν τῶν ἄλλων, συνεχίζει μὲ ἁπλότητα καὶ βεβαιότητα ὁ σ. μας, μᾶς καθιστᾶ ἱκανοὺς νὰ ὑποφέρουμε εὐχαρίστως τὰ δικά μας ἐλαφρότερα παθήματα. Αὐτά, εἴτε εἶναι μεγάλα εἴτε εἶναι μικρά, εἶναι ἀνάγκη νὰ τὰ ὑποφέρουμε μὲ ὑπομονή. Ὁ πραγματικὰ ὑπομονετικὸς ἄνθρωπος δὲν ἐξετάζει ποιὸς τὸν δοκιμάζει, ἄν εἶναι ἀνώτερος ἤ κατώτερος, καλὸς ἤ κακός· ἀλλὰ δέχεται τὰ πάντα σὰν ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Θεοῦ μὲ εὐγνωμοσύνη, διότι ὁ Θεὸς γιὰ ὅ,τι ὑποφέρουμε δὲν θὰ μᾶς στερήσει ἀμοιβῆς. «Ἄν ἐπιθυμῇς τὸν στέφανον, ἀγωνίσθητι μὲ θάρρος, ὑπόφερε μὲ ὑπομονήν. Δὲν καταντᾷ τις εἰς τὴν ἀνάπαυσιν, χωρὶς πόνον, οὔτε εἰς τὴν νίκην χωρὶς ἀγῶνα» (σελ. 49). Ἐπίσης, ἡ εὐτυχία καὶ ἡ ἀνάπαυσή μας δὲν ἐξαρτῶνται ἀπὸ κάποιο πρόσωπο, μὲ τὸ ὁποῖο μπορεῖ νὰ ζοῦμε μαζὶ σὲ συμφωνία αἰσθημάτων, τονίζει ὁ βαθὺς ἀνατόμος τῆς ψυχῆς σ. μας· μόνον ἄν τὸ στήριγμά μας εἶναι ὁ Θεὸς δὲν καταβαλλόμαστε ἀπὸ λύπη ὅταν κάποιος ἀγαπητὸς φίλος ἀπομακρύνεται ἤ ἀποθνήσκει. Καὶ συμπεραίνει: «Πᾶσα ἀγάπη τῆς ὁποίας ὁ δεσμὸς δὲν εἶναι ὁ Θεός, δὲν εἶναι οὔτε ἀληθινή, οὔτε καθαρά. Ὅ,τιδήποτε πρᾶγμα ἀγαπᾶται ὑπερβαλλόντως καὶ ἐπιθυμεῖται περιπαθῶς, μολύνει τὴν ψυχὴν καὶ ἀποχωρίζει αὐτὴν ἀπὸ τοῦ Ὑψίστου ἀγαθοῦ... Ἄνευ τοῦ Θεοῦ ἡ φιλία εἶναι στείρα καὶ ὀλίγον διαρκεῖ» (σελ. 50).


Συνδέοντας τὸ θέμα μὲ τὴν δυνατότητα μετανοίας, λέγει ὁ σ. μας ὅτι ἡ συνείδησή μας καθαρίζεται μὲ τὴν συντριβὴ καὶ τὴν ταπεινὴ ἐξομολόγηση· ὥστε ἀπαλλαγμένοι ἀπὸ τὸ βάρος τῶν ἁμαρτιῶν μας νὰ μποροῦμε ἐλεύθερα νὰ ἐρχόμαστε σὲ ἐπικοινωνία μὲ τὸν Θεό. Νὰ αἰσθανθοῦμε λύπη ζωηρὴ γιὰ ὅλες τὶς ἁμαρτίες μας καὶ νὰ ἐξομολογούμαστε τὶς ἀθλιότητές μας, ποὺ ἀποτελοῦν καρπὸ τῶν παθῶν μας. Νὰ λυπηθοῦμε καὶ νὰ στενάξουμε ποὺ βρισκόμαστε ἀκόμη ὑπὸ τὸ κράτος τῆς σαρκὸς καὶ τοῦ κόσμου. Ὅσο μεγάλος κι ἄν εἶσαι ἀπέναντι τοῦ ἀδελφοῦ σου, μᾶς συμβουλεύει πατρικά, χρεωστεῖς νὰ φέρεσαι ὡς ἴσος καὶ νὰ μὴ φρονεῖς τίποτε τὸ μεγάλο γιὰ τὸν ἑαυτό σου. «Ἐὰν προσέχωμεν εἰς τὸν ἑαυτόν μας, ἡ κακία τοῦ πλησίον δὲν ἔχει τὴν δύναμιν νὰ μᾶς ἐκβάλῃ ἀπὸ τὸ ὀχύρωμα τῆς ἀρετῆς τῆς ἰδικῆς μας. Θέλετε ν’ αὐξήσετε εἰς τὴν δύναμιν; Αὐξήσατε εἰς τὴν ἀγάπην» (σελ. 54)…

[Στὴν συνέχεια ἀναπτύσσονται εἴκοσι ἀκόμη θέματα ἀπὸ τὸ ἐν λόγῳ ἔργο μεγάλης πνευματικῆς σημασίας καὶ ὠφελείας, ἀπὸ τὰ ὁποῖα Θεοῦ θέλοντος θὰ παρουσιάσουμε καὶ ἄλλα].



Εκκλησία Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών