Οάρχοντας που πλησίασε τον Χριστό, στο σημερινό ευαγγέλιο, δεν ήταν άνθρωπος κακών διαθέσεων. Δεν πήγε «πειράζων», όπως εκείνος ο νομικός και κάποιοι Φαρισαίοι. Αντίθετα ήταν καλοπροαίρετος, αυστηρός τηρητής των εντολών του Νόμου και μάλιστα είχε πνευματικές ανησυχίες για τη σωτηρία του. Είχε τηρήσει τις εντολές του Θεού από μικρός. Δεν είχε μοιχεύσει, δεν είχε σκοτώσει, δεν είχε κλέψει κ.λπ. Αν και νεαρός στην ηλικία είχε δαμάσει τα σαρκικά πάθη. Θα μπορούσαμε να πούμε πως είχε φόβο Θεού. Δεν ήταν αναίσθητος πνευματικά.
Ακόμα και η ερώτηση που έκανε στον Χριστό: «Τί ἔτι ὑστερῶ;», όπως αναφέρει ο ευαγγελιστής Ματθαίος περιγράφοντας το ίδιο περιστατικό, δείχνει την αγωνία και τη μεγάλη του επιθυμία για να σωθεί. Μάλιστα αυτή η συναίσθησή του ότι πιθανώς κάπου να υστερεί και η επιθυμία του να γίνει καλύτερος, τον κάνουν να είναι συμπαθής. Γι’ αυτό και ο Κύριος «ἐμβλέψας αὐτῷ ἠγάπησεν αὐτόν» συμπληρώνει ο ευαγγελιστής Μάρκος. Ο Κύριος τον συμπάθησε, επειδή είδε πως όλα αυτά τα χαρίσματα που είχε δεν ήταν ψεύτικα αλλά αληθινά. Ο λόγος του Χριστού είναι ανατρεπτικός γι’ αυτό και ακούεται ιδιαίτερα σκληρός, καθώς ζητά την υπέρβαση μιας ισχυρής επίγειας εξάρτησης: «πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς... καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι».
Ο Θεός ζητά από μας την τέλεια αποδέσμευση από τα πράγματα που μας κρατούν δέσμιους εντός του κόσμου. Η προσκόλληση στον υλικό πλούτο μπορεί να αποβεί το μεγαλύτερο εμπόδιο για την είσοδό μας στη Βασιλεία του Θεού. Απέναντι στον Θεό δεν υπάρχει διάκριση φτωχού και πλούσιου. Πλούτος και φτώχεια είναι καταστάσεις που δεν δημιούργησε ο Θεός αλλά συνέπειες της πτώσης και απομάκρυνσης του ανθρώπου από Αυτόν. Ο Θεός «εποίησεν εξ ενός αίματος παν γένος επί της γης». Δημιούργησε όλο το ανθρώπινο γένος από ένα ζεύγος ανθρώπων, όλους ίσους μεταξύ τους. Χωρίς καμιά διάκριση φυλής, φύλου ή περιουσίας. Υπάρχουν κακοί πλούσιοι και καλοί φτωχοί, όπως και το αντίθετο. Ο Χριστιανισμός διδάσκει την ίση κατανομή του πλούτου, ώστε οι άνθρωποι να έχουν ίδιες δυνατότητες ανάπτυξης του «είναι» τους. Ο Απ. Παύλος απευθυνόμενος στους πλούσιους λέγει: «Το υμών περίσσευμα εις το εκείνων υστέρημα, ίνα γένηται ισότης».
4. Η αγάπη μάς ανοίγει προς τους άλλους. Μας οδηγεί στην προσφορά. Νικά την ιδιοτέλεια και το συμφέρον. Όταν υπάρχει η αγάπη δεν διερωτάται ο άνθρωπος: «Τι ποιήσας ζωήν αιώνιον κληρονομήσω;». Γνωρίζει ότι η αγάπη είναι ο δρόμος προς τον ουρανό. Ακούει τον Αγ. Ιωάννη τον Δαμασκηνό να του λέει: «σύγκλεισον ελεημοσύνην εν τοις ταμείοις σου». Τράπεζές του είναι τα σπίτια των φτωχών και αδυνάτων, για να θεραπευθεί η ανέχεια, η αμάθεια, η πείνα, η δυστυχία. Με αυτές τις τέσσερις λέξεις εξαγιάζονται τα υλικά αγαθά και μας εξασφαλίζουν και την ευτυχία στη γη αλλά κυρίως “θησαυρόν εν ουρανώ”.
Ι. Μ. Αγίων Κυπριανού και Ιουστίνης, Φυλής Αττικής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου