Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2022

Η Γ' ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ (1925)




Στούς αἰῶνες πού διέρρευσαν, ἡ ᾿Εκκλησία δοκιμάστηκε ἀπό δεινές αἱρέσεις πού ἀπειλοῦσαν τήν ἑνότητά της καί ὁδηγοῦσαν ὅσους τίς ἀκολουθοῦσαν στήν ἀπώλεια. ᾿Εντούτοις, ὁ Τίμιος Σταυρός ἐμφανίζεται γιά τρίτη φορά τό 1925, 1574 χρόνια μετά ἀπό τήν τελευταία φορά κατά τήν ὁποία ἐφώτισε τόν οὐρανό τῶν ῾Ιεροσολύμων.


Εἶναι τό μισό τῆς δεύτερης δεκαετίας τοῦ 20οῦ αἰῶνος, κατά τόν ὁποῖο γεννᾶται ἡ δεινότερη αἵρεση τῶν τελευταίων αἰώνων, ὁ οἰκουμενισμός, τοῦ ὁποίου πρόδρομος ἦταν ἡ ἀλλαγή τοῦ ἑορτολογίου, τό 1924.


Τό 1922, ὁ Μικρασιατικός ἑλληνισμός, κρίμμασι οἷς Κύριος οἶδε, ξεριζώνεται ἀπό τίς πατρογονικές του ἑστίες, ἔπειτα ἀπό σχεδόν τρισχιλιετή παρουσία στή Μικρασιατική γῆ. Οι ᾿Εκκλησίες τῆς Μικρᾶς ᾿Ασίας, οἱ ὁποῖες ὡς λυχνίες παρομοιάζονται στό βιβλίο τῆς ᾿Αποκαλύψεως, σβήνουν ἡ μία μετά τήν ἄλλη, στερούμενες τοῦ ξεριζωμένου, ποιμνίου τους.


Η περίοδος πού ἀκολούθησε ἦταν ὄντως ταραγμένη. Περί τό ἑνάμιση ἑκατομμύριο πρόσφυγες πού κατέφυγαν κυνηγημένοι στήν ῾Ελλάδα, προσπαθοῦσαν νά προσαρμοστοῦν στά νέα δεδομένα καί νά κερδίσουν τήν δυσχερή μάχη τῆς ἐπιβίωσής τους στή νέα τους πατρίδα.


Μέσα σ' αὐτήν τήν ἀσταθῆ ἐθνικά περίοδο, ἔρχεται νά προστεθῆ καί ἡ διάσπαση τῆς ἑνότητος τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος διά τῆς εἰσαγωγῆς τοῦ νέου, φράγκικου ἑορτολογίου, διασαλεύοντας τήν εἰρήνη καί ἀνατρέποντας τήν λειτουργική ζωή τῆς ᾿Εκκλησίας.


Εἶχε βεβαίως προηγηθεῖ προοιμιακά, ἡ πατριαρχική ἐγκύκλιος τοῦ 1920. Δικαίως χαρακτηρίστηκε ὡς «καταστατικός χάρτης τοῦ οἰκουμενισμοῦ», τῆς μεγαλύτερης αἱρέσεως τῶν τελευταίων αἰώνων, ἡ ὁποία ἐν ὀλίγοις, ἀρνεῖται τήν μοναδικότητα τῆς ᾿Εκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.


Η ἐγκύκλιος αὐτή προέβλεπε μιά σειρά βημάτων γιά τήν «ἕνωση τῶν ᾿Εκκλησιῶν», ἀπό τά ὁποῖα τό πρῶτο ἦταν ἡ ἀλλαγή τοῦ ἑορτολογίου, γιά νά ἑορτάζουν ἀπό κοινοῦ ὅλες οἱ «᾿Εκκλησίες», ὅπως ἀποκαλεῖ τό συνοθύλευμα τῶν αἱρετικῶν παραφυάδων τῆς Δύσεως. Τό περιεχόμενο αὐτῆς τῆς ἐγκυκλίου κρατήθηκε μυστικό γιά περίπου τέσσερις δεκαετίες. ῎Εκτοτε, τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, πρωτοστάτης τοῦ οἰκουμενισμοῦ, καταβάλλει προσπάθειες μετ' ἐνθέρμου ζήλου νά ἐφαρμόσει τό περιεχόμενό της καί νά ἐπιτύχει πράγματα πού καί αὐτή ἡ αἱρετική ἐγκύκλιος τοῦ 1920, δέν εἶχε συμπεριλάβει.


Τό 1923, ἕνας ἀπό τούς πρωτεργάτες τῆς ἑορτολογικῆς καινοτομίας, ὁ τέκτονας Πατριάρχης Μελέτιος Μεταξάκης, συγκάλεσε «Πανορθόδοξο Συνέδριο», τό ὁποῖο ἀνάμεσα στίς καινοτομίες πού ἀπεφάσισε ἦταν ἡ ἀλλαγή τοῦ ἑορτολογίου. Στό κατ' ὄνομα μόνο, ὀρθόδοξο αὐτό συνέδριο, δέν εἶχαν προσέλθει ἐκπρόσωποι τῶν λοιπῶν Πατριαρχείων τῆς ᾿Ανατολῆς. Οἱ ἐργασίες τοῦ συνεδρίου διεκόπησαν, ἔπειτα ἀπό τήν κοινητοποίηση τοῦ εὐσεβοῦς πληρώματος τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως. ᾿Αποτέλεσμά της ἦταν ἡ ἐκδίωξη τοῦ Μελετίου Μεταξάκη ἀπό τήν Πόλη.


Τόν Μάρτιο τοῦ 1924, ὁ ἄλλος πρωτεργάτης τῆς καινοτομίας, ᾿Αρχιεπίσκοπος ᾿Αθηνῶν Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, μέ μιά αὐθαίρετη ἀπόφασή του, χωρίς τήν σύγκλιση πραγματικῆς πανορθοδόξου Συνόδου καί παρά τά ὅσα περί τοῦ ἀντιθέτου ἕως τότε διακήρυττε, μεταβάλλει τό ἑορτολόγιο. Εἰσάγει καί στήν ᾿Εκκλησία τό Γρηγοριανό ἑορτολόγιο, παρά τήν καταδίκη του ἀπό τρεῖς πανορθοδόξους Συνόδους.


Ο εὐσεβής λαός, ὁ ἄγρυπνος φύλακας τῆς παραδόσεως ἀντιδρᾶ καί ἐμμένει στό πατροπαράδοτο ἑορτολόγιο. Παρά τούς αἱματηρούς διωγμούς καί τόν ἐλάχιστο ἀριθμό ἐγγάμων ἱερέων, ἀλλά καί ἱερομονάχων πού, ἐν τῷ μεταξύ, εἶχε κατέλθη ἀπό τό ῞Αγιον ῎Ορος πρός στήριξη τοῦ ᾿Αγῶνος, τό φρόνημα τῶν ζηλωτῶν τῆς πίστεως δέν κάμπτεται. Χαλυβδώνεται ἀκόμα περισσότερο.


Σ' αὐτό συνετέλεσε καί ἕνα θαυμαστό γεγονός, πού ὅμοιό του συνέβη δύο φορές στήν ἐκκλησιαστική ῾Ιστορία καί ἦρθε τήν κρίσημη στιγμή ὡς θεία εὐλογία καί ἐπιβεβαίωση τοῦ δικαίου ὑπέρ τῆς ἀκεραιότητας τῆς πίστεως, ἀγώνα τῶν Γνησίων ᾿Ορθοδόξων.


Τήν εὐλογημένη ἐκείνη νύκτα τῆς 13ης πρός 14ην Σεπτεμβρίου τοῦ 1925, οἱ ὑπέρμαχοι τῆς γνησιότητος τῆς᾿Ορθοδοξίας εἶχαν συγκεντρωθεῖ στό ἐξωκκλήσιον τοῦ῾Αγίου᾿Ιωάννου τοῦ Θεολόγου, στούς πρόποδες τοῦ῾Υμηττοῦ. ᾿Επρόκειτο νά τελεσθῆ ῾Ιερά ᾿Αγρυπνία γιά τήν ἑορτή τῆς ῾Υψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, σύμφωνα μέ τό πατροπαράδοτον ἑορτολόγιον τῆς ᾿Εκκλησίας μας, ὑπό τό ἄγριο βλέμμα τῆς χωροφυλακῆς.


Τότε, στίς ἔνδεκα καί μισή κοντά στά μεσάνυχτα, τόν ᾿Αττικό οὐρανό καταυγάζει μέ τήν λάμψη του ὁ Τίμιος Σταυρός. Σάν οὐράνιος προβολέας, κατά τίς μαρτυρίες τῶν αὐτοπτῶν μαρτύρων, φωτίζει ὁλόκληρη τήν περιοχή γύρω ἀπό τό μονύδριο τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου. Καλύπτει δέ μέ τό κατάλευκό του ἱλαρόν φῶς καί αὐτή τήν λάμψη τῶν ἀστέρων.


Παρά τό σιωπητήριο πού ὁ Χρυσόστομος Παπαδόπουλος ἐπέβαλε στόν τύπο μέ τήν στήριξη τῆς κρατικῆς ἐξουσίας, μιά ἐφημερίδα τόλμησε νά σπάση τή σιωπή καί νά δημοσιεύσει τήν ἀλήθεια, τό θαῦμα τῆς ἐμφανίσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. ῏Ηταν ἡ ἐφημερίδα «ΣΚΡΙΠ», ἡ ὁποία δημοσίευσε τήν ἑπομένη ἡμέρα, τό ἀνακοινωθέν τοῦ Συλλόγου τῶν ᾿Ορθοδόξων, τῆς διοικούσης ἀρχῆς τῶν Γνησίων ᾿Ορθοδόξων·


«῾Ο "Σύλλογος τῶν ᾿Ορθοδόξων", ἀνεγνωρισμένον Σωματεῖον,συμφώνως πάντοτε πρός τό Παλαιόν ἐκκλησιαστικόν ἡμερολόγιον εἰς τό ὁποῖον ἐμμένει ἀκλόνητος, τήν εἰσαγωγήν τοῦ Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου εἰς τήν ᾿Εκκλησίαν θεωρῶν ἀντιθρησκευτικήν καί ἀντικανονικήν, ἑώρτασε σήμερον 14ην Σεπτεμβρίου, κατά τό ἐν λόγῳ ἡμερολόγιον, τήν ἑορτήν τῆς ῾Υψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ.


Πρός τοῦτο ἀπό τῆς 9ης νυκτερινῆς τῆς χθές πλέον τῶν δισχιλίων μελῶν τοῦ Συλλόγου συνηθροίσθησαν ἐν τῷ ἐξοχικῷ ναῷ τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου τοῦ Θεολόγου, ὅπου ἐτελέσθη ἀγρυπνία. ᾿Εννοεῖται, ὅτι ἡσυγκέντρωσις αὕτη τῶν πιστῶν δέν διέλαθε τήν προσοχήν τῶν ὀργάνων τῆς ἐξουσίας, ἅτινα ἀπό τῆς 11ης νυκτερινῆς παρηκολούθησαν τήν ἀκολουθίαν χάριν τῆς τάξεως, ὡς εἶπον.


᾿Αλλά οἱαδήποτε κι' ἄν ἦτο ἡ ἐκεῖ ἀποστολή των, ὀλίγα λεπτά μετά τήν ἐκεῖ ἄφιξίν των ἑκόντα ἄκοντα ἠναγκάσθησαν νά προστεθῶσι καί ταῦτα εἰς τό πλῆθος τῶν πιστῶν, τούς ὁποίους δέν ἐχώρει ἤδη οὐδέ ὁ ἐξωτερικός περίβολος τοῦ ναοῦ, ἕνεκα λόγων ἀνωτέρων πάσης ἀνθρωπίνης διαταγῆς ἤ ἐξουσίας.


῾Η ὥρα ἦτο 11η καί ἡμίσεια πρό τοῦ μεσονυκτίου, ὅτε ἀκριβῶς ἄνωθεν τοῦ ναοῦ καί μέ κατεύθυνσιν ἐξ ᾿Ανοτολῶν πρός Δυσμάς ἐνεφανίσθη φωτεινός λευκός Σταυρός τοῦ ὁποίου ἡ λάμψις περιοριζόμενη μόνον ἐπί τοῦ Ναοῦ καί τοῦ ἐκκλησιαζομένου πλήθους ἐξηφάνιζεν ἐντελῶς τήν λάμψιν τῶν ἀστέρων, κατηύγαζε δέ τόν Ναόν καί τόν περίβολον, ὡς νά κατηυθύνετο ἐπ' αὐτῶν ἠλεκτρικός προβολεύς.


῾Η ὁριζοντία γραμμή τοῦ οὐρανίου τούτου Σταυροῦ ἔκλινεν πρός τά δεξιά, πρός τό κάτω δέ μέρος τῆς καθέτου γραμμῆς του ἐσχηματίζετο μικρότερος Σταυρός διά τῆς παρεμβολῆς ἑτέρας μικροτέρας ὁριζοντίας γραμμῆς. Τό οὐράνιον τοῦτο σημεῖον ἦτο ὁρατόν συνεχῶς ἐπί ἡμίσειαν ὥραν καί κατόπιν ἤρξατο σβενύμμενον ὀλίγον κατ' ὀλίγον.


Τό τί ἐπηκολούθησε μετά τήν ἐμφάνισην τοῦ οὐρανίου τούτου σημείου ἀδύνατον νά περιλάβῃ ἀνθρωπίνη ἀφήγησις. Πάντες οἱ ἐκκλησιαζόμενοι γονυπετεῖς καί κλαίοντες ἐκ τῆς συγκινήσεως ἤρχισαν ψάλλοντες καί δοξολογοῦντες τόν Κύριον ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ. Τά ὄργανα τῆς ἐξουσίας παραιτοῦνται τῆς ἀποστολῆς των καί ἀνευρίσκουσι εἰς τά βάθη τῆς καρδίας των τήν πίστιν τῶν παιδικῶν των χρόνων.


῞Ολος ὁ χῶρος ἐκεῖνος μεταβάλλεται εἰς μίαν γωνίαν ἄλλου τινός κόσμου ὑπέργειου. ῞Ολοι κατέχονται ὑπό ἀνεκφράστου ἱερᾶς συγκινήσεως, ὅλοι κλαίουσιν. ῾Η ἀγρυπνία συνεχισθεῖσα ἐτελείωσε περί τήν 4ην πρωϊνήν, ὁπότε ὁλόκληρος ἐκεῖνος ὁ ἀνθρώπινος χείμαρρος ἤρχισε κατερχόμενος πρός τήν πόλιν διηγούμενος ἀνά πᾶν βῆμα τό νυκτερινόν θαῦμα, ἐκ τῆς συγκινήσεως τοῦ ὁποίου συνείχοντο πάντες.


῎Ισως θά ὑπάρξωσι ἅπιστοι, οἵτινες θά ἀμφισβητήσωσι τό γεγονός, ἴσως θά ὑπάρξωσι δοκησίσοφοι, οἵτινες θά ζητήσωσι νά ἑρμηνεύσουσι τό φαινόμενον διά τῆς αὐθυποβολῆς ἤ δ' οἱασδήποτε ἄλλης βεβιασμένης αἰτιολογίας, πάντως, ὅμως, καί τῶν μέν καί τῶν δέ τά ἐπιχειρήματα ὡς σαθρά, ἀνατρέπονται, ἄν ληφθῇ ὑπ' ὅψιν, ὅτι δέν πρόκειται περί στιγμιαίου φαινομένου διαλάμψαντος δίκην διάττοντος, ἀλλά περί φαινομένου ὁρατοῦ ἐπί ἡμίσειαν καί πλέον ὥραν, τό ὁποῖον ἔβλεπον καί ἐθαύμαζον συνεχῶς δισχίλιοι καί πλέον ἄνθρωποι.


Εὐτυχῶς δέ, ὅτι μεταξύ τῶν ἰδόντων καί θαυμασάντων τόν οὐράνιον τοῦτον φωτεινόν Σταυρόν συμπεριλαμβάνονται καί ὄργανα τῆς ἐξουσίας καί κατάσυνέπειαν καί ἡ᾿Εκκλησία καί τό ἐπίσημον κράτος ἔχουσι καθῆκον νά ἐξετάσωσι, νά ἐξακριβώσωσι καί νάἐπισημοποιήσωσι τό γεγονός.


Εκτός ὅμως τούτου, νομίζομεν, ὅτι ἡ ἐμφάνισις τοῦ οὐρανίου τοῦτου Σταυροῦ, καθ' ἥν ἡμέραν ἑορτάζεται κατά τό παλαιόν ἡμερολόγιον ἡ ἑορτή τῆς῾Υψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ἀποτελεῖ μίαν ἐπίπλέον θεόθεν βεβαίωσιν περί τῆς ὀρθότητος τῶν ἐπί τοῦ προκειμένου πεποιθήσεων τῶν ἀκολουθόντων τό ἡμερολόγιο τοῦτο, παρέχει δέ καί εἰς τούς διευθύνοντας σήμερον τά τῆς᾿Εκκλησίας, χεῖρα βοηθείας οὐρανόθεν πρός ἀναθεώρησιν τῆς ἀντικανονικῆς ἀποφάσεώς των περί τῆς εἰσαγωγῆς εἰς τήν ᾿Εκκλησίαν μας μονομερῶς τοῦ Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου δι' ἀποσχίσεως ἐκτοῦ μεγάλου σώματος τῆς ᾿Ορθοδοξίας». (ἐφημ. "ΣΚΡΙΠ", 15/28-9-1925).



Ο ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου