ΤΟ ΜΕΓΑΛΕΙΟΝ ΤΟΥ ΙΕΡΑΤΙΚΟΥ ΑΞΙΩΜΑΤΟΣ
Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο του Αγίου Ιωάννου Πρωθιερέως της Κροστάνδης:
<<Η ΕΝ ΧΡΙΣΤΩ ΖΩΗ>>, εκδόσεις <<Το Περιβόλι της Παναγίας>>,
Α' Έκδοση, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 141-144.
Ιδού πως περιγράφει ο ίδιος (ο Άγιος Ιωάννης) την εν Κροστάνδη ιερατικήν ζωήν και διακονίαν του:
<<Από των πρώτων ημερών του υπουργήματός μου εν τη υψηλή υπηρεσία της Εκκλησίας του Θεού, εθεώρησα ως κανόνα της ζωής μου να είμαι πιστός
και ζηλωτής εν τω ιερατικώ μου έργω και αυστηρώς επαγρυπνώ επί του εαυτού μου και της πνευματικής ζωής μου.
Προς τον σκοπόν τούτον ήρχισα να μελετώ και να σπουδάζω την Γραφήν, αποκομίζων εξ αυτής οικοδομήν ως άνθρωπος, ως ιερεύς και ως μέλος του κοινωνικού συνόλου.
Ήρχισα τότε να συντάσσω και το ημερολόγιόν μου, εν τω οποίω επακριβώς εσημείουν τους αγώνας μου κατά των κακών σκέψεων και πειρασμών, τας μετανοίας μου, τας μυστικάς μου προσευχάς και τας μετά του Θεού πνευματικάς εντεύξεις μου.
Καθ' εκάστην Κυριακήν και εορτήν συνήθιζον να κηρύττω είτε ιδικόν μου κήρυγμα, είτε εκ της συλλογής του επισκόπου Γρηγορίου.
Εκτός των ειθισμένων εκκλησιαστικών μου καθηκόντων, ευθύς εξ αρχής, επειδή και εγώ ήμην ποτέ πτωχός, εφρόντιζον περί των πτωχών.
Προ είκοσιν ετών είχον την έμπνευσιν της ιδρύσεως εν Κροστάνδη <<οίκου βιομηχανίας>> τον οποίον διά της Θείας βοηθείας κατώρθωσα να αποπερατώσω το 1873>>.
Ο πατήρ Ιωάννης καθ' όλον το ιερατικόν του στάδιον, όπερ διήρκησε 53 έτη, ουδέποτε ελησμόνει ότι ήτο ιερεύς.
Ελειτούργει καθ' εκάστην, εκήρυττε συχνότατα, τουθ' όπερ ήτο ασύνηθες κατά την εποχήν εκείνην εν Ρωσσία, επεσκέπτετο τας κατοικίας των πτωχών ενοριτών του και εβοήθει αυτούς,
έπειθε τους αλκοολικούς να εγκαταλείψωσι το πάθος της μέθης, εγίνετο τα πάντα τοις πάσι, ενίοτε δε και ανυπόδητος επέστρεφεν εις την οικίαν του, διότι έδιδε τα υποδήματά του εις πτωχούς χριστιανούς!
Τη 20ή Δεκεμβρίου του 1908 εκοιμήθη εν Κυρίω καταλιπών οπίσω αυτού φήμην ανδρός αγίου.
(Εκ του προλόγου του βιβλίου).
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ».
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΤΕΤΑΡΤΟΝ
Η ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟΝ ΤΟΥ ΙΕΡΕΩΣ
1. Το μεγαλείον του ιερατικού αξιώματος
«Ουχ υμείς με εξελέξασθαι, αλλ' εγώ εξελεξάμην υμάς, και έθηκα υμάς, ίνα υμείς υπάγητε και καρπόν φέρητε» (Ιω. 15,16).
Πόσον μεγάλη προσωπικότης είναι ο ιερεύς! Ευρίσκεται εις διαρκή συνομιλίαν μετά του Θεού και ο Θεός διαρκώς απαντά εις τους λόγους του' διότι οποιαιδήποτε και αν είναι αι εκκλησιαστικαί τελεταί, οποιαιδήποτε αι προσευχαί του, ο ιερεύς ομιλεί προς τον Θεόν' και οποιαιδήποτε και αν είναι πάλιν αι εκκλησιαστικαί τελεταί και οποιαιδήποτε αι προσευχαί, ο Κύριος απαντά εις αυτόν. Πως, λοιπόν, υπ' αυτάς τας περιστάσεις, όταν πολιορκήται από πάθη, δύναται ο ιερεύς να λησμονή ότι τα πάθη ταύτα είναι χθαμαλά, ακάθαρτα, ιδιαιτέρως δι' αυτόν, και ότι είναι αδύνατον να επιτρέψη εις αυτά να εισέλθουν εις την καρδίαν του, την οποίαν μόνον ο Ιησούς Χριστός οφείλει καθ' ολοκληρίαν να πληροί; Ο ιερεύς είναι άγγελος και όχι άνθρωπος' κάθε ανθρώπινον πρέπει να είναι όπισθεν και μακράν από αυτόν. Ω, Κύριε: «Οι ιερείς Σου ας ενδυθούν δικαιοσύνην» (Ψαλμ. 131,9)' ας ενθυμούνται πάντοτε το μεγαλείον της κλήσεως αυτών και ποτέ ας μη περιπλέκωνται εις τα δίκτυα του διαβόλου και του κόσμου' ας ευρίσκωνται μακράν από «τας μερίμνας του αιώνος τούτου και της απάτης» του πλούτου και των περί τα λοιπά επιθυμιών. (Μάρκ. 4,19). Όπως το φως και η θερμότης είναι αχώριστα από τον ήλιον, τοιουτοτρόπως και η αγιότης, η διδαχή, η αγάπη και η ευσπλαχνία προς όλους πρέπει να είναι αχώριστα από το πρόσωπον του ιερέως' διότι τίνος το υπούργημα φέρει; του Χριστού. Τίνος κοινωνεί τόσον συχνά; του Χριστού - Αυτού του Θεού, του Σώματος και Αίματος Αυτού. Διά τούτο ο ιερεύς πρέπει να είναι εις τον πνευματικόν κόσμον, εν τω μέσω του ποιμνίου του, ό,τι είναι ο ήλιος εις την φύσιν: φως δι' όλους, ζωοποιός θερμότης, η ψυχή όλων. Ο ιερεύς, ως ιατρός ψυχών, οφείλει να είναι ελεύθερος από πνευματικάς αδυναμίας (δηλαδή από πάθη) διά να είναι ικανός να θεραπεύη και τους άλλους' ως ποιμήν, οφείλει να τρέφεται εις τας χλοώδεις νομάς του Ευαγγελίου και των συγγραμμάτων των αγίων Πατέρων διά να γνωρίζη που να βοσκήση τα πνευματικά του πρόβατα' οφείλει να είναι ικανός να παλεύη να τους εκβάλη και να τους απομακρύνη από της ποίμνης του Χριστού' οφείλει να είναι έμπειρος και ισχυρός εις την προσευχήν και την εγκράτειαν' να μη δεσμεύεται από κοσμικάς επιθυμίας και θέλγητρα, ιδιαιτέρως από την απληστίαν, την φιλαυτίαν, τον εγωισμόν, την φιλοδοξίαν. Εν γένει δε οφείλει να είναι φως διά να φωτίζη άλλους' πνευματικόν άλας διά να προφυλάσση τους άλλους από την πνευματικήν φθοράν και να είναι και ο ίδιος απηλλαγμένος από την φθοροποιόν επίδρασιν των παθών. Αν όμως το αντίθετον συμβαίνη, κάθε πρόσωπον ασθενές πνευματικώς θα δύναται να είπη: «Ιατρέ, θεράπευσον σεαυτόν» (Λουκ. 4,23) πρώτον και έπειτα θα σοι επιτρέψω και εμέ να θεραπεύσης. «Υποκριτά, έκβαλε πρώτον την δοκόν εκ του οφθαλμού σου, και τότε διαβλέψεις εκβαλείν το κάρφος εκ του οφθαλμού του αδελφού σου» (Ματθ. 7,5). Ο ιερεύς πρέπει να είναι αδιάφορος προς τα γήινα, διά να μη παγιδεύεται από τον εχθρόν όταν τελή τας ιεράς ακολουθίας και τα αγιώτατα μυστήρια, αλλά να φλέγεται πάντοτε από αγάπην αγνήν προς τον Θεόν και τους πλησίον, οι οποίοι ένεκα των αμαρτιών των καταστρέφονται και σώζονται πάλιν διά της χάριτος του Ιησού Χριστού εν Αγίω Πνεύματι. Πόσον όμως είμεθα επιρρεπείς εις την αμαρτίαν! Πόσον ισχυραί είναι αι κοσμικαί μας προτιμήσεις! Και όταν ακόμη τελούμεν τα μυστήρια, δεν κατορθώνομεν να αφήσωμεν τελείως κατά μέρος τας κοσμικάς φροντίδας και συμπαθείας εις τας οποίας τόσον είμεθα συνηθισμένοι να εμμένωμεν, και διά τούτο ο εχθρός ταράσσει, συσκοτίζει και διαφθείρει την διάνοιάν μας, δεσμεύει τας καρδίας μας και μας συλλαμβάνει αιχμαλώτους. Και το αξίζομεν! Μη νυστάζης! Ο ιερεύς θα ώφειλε να είναι άγγελος με την ανάτασιν των σκέψεών του, με την αγνότητα του σώματος και της ψυχής μου, με την θέρμην της αγάπης του προς τον Θεόν, τον Δημιουργόν των πάντων και Σωτήρα, και προς τους ανθρώπους, τους αδελφούς του. Τι σε εμποδίζει από την εκπλήρωσιν των εντολών του Χριστού; Η σαρξ και ο κόσμος! δηλαδή, η ευχάριστος τροφή και το ποτόν, τα οποία κάμνουν την καρδίαν οκνηράν και παχυλήν, και η επιθυμία του κομψού ενδύματος και καλλωπισμών ή διακρίσεων και αμοιβών. Αν το ένδυμα και ο άλλος στολισμός είναι καμωμένα από πολύ ωραία, χρωματιστά και μεταξοϋφαντα υφάσματα, φροντίζομεν και μεριμνώμεν όπως μη τα λερώσωμεν, ενώ η μέριμνα και η φροντίς πως να ευαρεστήσωμεν ες τον Θεόν με τις σκέψεις, τους λόγους και τα έργα εξαφανίζονται, η δε καρδία τότε ζη διά τα ενδύματα και τους καλλωπισμούς και καθ' ολοκληρίαν καταπιέζεται από αυτά και παύει να μεριμνά περί του Θεού και της ενώσεώς της μετ' Αυτού. Αν τοιούτόν τι συμβαίνη εις τον ιερέα, τότε ούτος παραμελεί την προσευχήν υπέρ του ποιμνίου του και γίνεται όχι φιλάνθρωπος, αλλά φιλοχρήματος και κενόδοξος, και ζητεί όχι πλέον τους ανθρώπους, αλλ' ό,τι εις αυτούς ανήκει, ήτοι χρήματα, τροφήν, ποτόν, την εύνοιάν των, την καλήν των ιδέαν περί αυτού, τους καλούς των λόγους και τας κολακείας. Αγωνίζου και πάλαι, λοιπόν, εναντίον παντός κοσμικού δελεάσματος, εναντίον παντός υλικού δελεάσματος το οποίον σε εμποδίζει από την εκπλήρωσιν των εντολών του Χριστού, αγάπα τον Θεόν εξ όλης της καρδίας σου και φρόντιζε με όλην σου την δύναμιν διά την σωτηρίαν της ψυχής σου και των ψυχών των άλλων.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ».
Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο του Αγίου Ιωάννου Πρωθιερέως της Κροστάνδης:
<<Η ΕΝ ΧΡΙΣΤΩ ΖΩΗ>>, εκδόσεις <<Το Περιβόλι της Παναγίας>>,
Α' Έκδοση, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 141-144.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου