ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΑΚΑΘΙΣΤΟΥ ΥΜΝΟΥ ΕΝ ΚΩΝ/ΠΟΛΕΙ ΕΤΕΙ (1895)
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Απόσπασμα άρθρου υπό τον τίτλο <<Περί του Ακαθίστου Ύμνου>>
εκ του περιοδικού της Κωνσταντινούπολης <<Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος>>,
τόμος ΚΔ', έτος συλλογικόν 1892-1893, εκδοθέν εν Κωνσταντινουπόλει τω 1895.
Ο Ματθαίος Παρανίκας (1832-1914)
ήταν φιλόλογος και συγγραφέας πολλών έργων,
με εξέχουσα θέση την πραγματεία του
<<Σχεδίασμα περί της εν τω ελληνικώ έθνει καταστάσεως των γραμμάτων από αλώσεως μέχρι των αρχών της ενεστώσης (ΙΘ) εκατονταετηρίδος>>,
που αναγνώσθηκε τον Ιούνιο του 1866 στο, ελληνικό φιλολογικό σύλλογο της Κωνσταντινούπολης.
ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΑΚΑΘΙΣΤΟΥ ΥΜΝΟΥ
υπό
ΜΑΤΘΑΙΟΥ Κ. ΠΑΡΑΝΙΚΑ
Των λαμπρών ύμνων της αγίας ημών Εκκλησίας εις και ο λαμπρότερος είναι ο λεγόμενος Ακάθιστος, ψαλλόμενος κατά τον όρθρον του σαββάτου της Ε' εβδομάδος των νηστειών.
Ότι οι ποιηταί και οι μελωδοί της Εκκλησίας, θείω φωτί ελλαμπόμενοι, άνωθεν την έμπνευσιν ελάμβανον, τας δε ωδάς και τα μέλη αρμονικώς εξυφαίνοντες, τας ψυχάς των ευσεβών προς τον Θεόν ανύψουν, επραγματευσάμην άλλοτε διά μακρών.
Νυν θέλω διαλάβει περί αυτού του Ακαθίστου ύμνου, περί της εποχής, καθ' ην εποιήθη, περί του ποιητού αυτού, και περί της ποιητικής και μετρικής αυτού αξίας.
Ο Ακάθιστος ύμνος ανάγεται εις την επί αυτοκράτορος Ηρακλείου γενομένην πρώτην πολιορκίαν της Κωνσταντινουπόλεως υπό των προς βορράν και πέραν του Ίστρου τότε οικούντων βαρβάρων Αβάρων και των προς ανατολάς Περσών.
Της πολιορκίας ταύτης γενομένης το 626 μ.χ. δεκάτω έκτω δε έτει της βασιλείας του Ηρακλείου, μνημονεύουσι δύο κυρίως συγγραφείς σύγχρονοι και αυτόπται'
ο συγγραφές του <<Πασχαλίου Χρονικού>> και ο Γεώργιος Πισίδης, διάκονος και χαρτοφύλαξ της Μεγάλης Εκκλησίας, πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως τυγχάνοντος του περιφήμου εκείνου Σεργίου'
ο συγγραφεύς του <<Πασχαλίου Χρονικού>> περιγράφει λεπτομερώς τα κατά την πολιορκίαν ταύτην, ως και ο Πισίδης, αμφότεροι δε αποδίδουσι την αποτυχίαν των εχθρών
εις τας ενεργείας του πατριάρχου Σεργίου και του μεγίστρου Βώνου, ιδιαιτέρως όμως εις την βοήθειαν και προστασίαν της Παρθένου Μαρίας, μητρός του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού΄ο πρώτος λέγει΄
<<Καλόν δε διηγήσασθαι όπως και νυν ο μόνος πολυέλαιος και πολυεύσπλαχνος Θεός, τη ευπροσδέκτω πρεσβεία της αχράντου αυτού Μητρός και κατ' αλήθειαν Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας,
την ταπεινήν ταύτην αυτού πόλιν έσωσεν εκ των κατά συμφωνίαν κυκλωσάντων αυτήν τη κραταιά αυτού χειρί, και τον εν αυτή ευρεθέντα λαόν ελυτρώσατο της αιχμαλωσίας, ο ουδείς των πάντων ευπορήσει διηγήσεσθαι΄
ο γαρ Σαρβάρος, εκδεχόμενος, ως έοικε και έργοις δε τελευταίον απεδείχθη, την του παναθέου Χαγάνου επέλευσιν, προ πλείστων τούτων ημερών γενόμενος εν Χαλκηδόνι, πάντα τα τε προάστεια και παλάτια και τους ευκτηρίους οίκους ενέπρησε, και έμεινε λοιπόν την εκείνου παρουσίαν εκδεχόμενος.
Τη ουν κθ' Ιουνίου μηνός της παρούσης ΙΔ' ινδικτιώνος, τουτέστι τη ημέρα της συνάξεως των αγίων και ενδόξων κορυφαίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, κατέλαβε πρόκρουρσον του θεομισήτου Χαγάνου,
ως άχρι χιλιάδων τριάκοντα διά δηλωμάτων ορμήσαντες το τε Μακρόν τείχος καταλαβείν και τα ένδον αυτού, ώστε τους ευρεθέντας έξωθεν της πόλεως εφίππους γενναιοτάτους στρατιώτας, κατά την αυτήν ημέραν κυριακήν ούσαν,
ένδον γενέσθαι του νέου Θεοδοσιακού τείχους ταύτης της βασιλίδης πόλεως, και έμεινε το αυτό πρόκουρσον επί τα μέρη Μελαντιάδος, ολίγων εξ' αυτού εκτρεχόντων μέχρι του τείχους εκ διαλειμμάτων και μη συγχωρούντων τινά εξιέναι ή όλως αλόγων δαπάνας συλλέγειν>>.
Ακολούθως διηγείται τα της πολιορκίας εν εκτάσει, τας διαφόρους συμπλοκάς, και επιλέγει τελευταίον΄ <<Και του Θερού κελεύσαντος διά των πρεσβειών της Δεσποίνης ημών Θεοτόκου, και εν μια ροπή η διά θαλάσσης γέγονεν πτώσις.
Εξέβαλον δε όλα τα μονόξυλα εις την γην οι ημέτεροι και μετά το ταύτα γενέσθαι υπέστρεψε... Χαγάνος εις το φωσάτον αυτού και ήγαγε τα μαγγανικά από του τείχους, α ην παραστήσας, και την σούδαν, ην εποίησε, και ήρξατο καταλύειν τους πυργοκαστέλλους, ους εποίησε, και τη νυκτί έκαυσε το σουδάτον αυτού και τους πυργοκαστέλλους, και τας χελώνας αποβυρσώνας ανεχώρησε...
Και ταύτα δε έλεγε ο Χαγάνος τω καιρώ του πολέμου, ότι <<εγώ θεωρώ γυναίκα σεμνοφορούσαν περιτρέχουσαν εις το τείχος, μόνην ούσαν>>.
Ο δε Γεώργιος Πισίδης, σύγχρονος και αυτόπτης του γεγονότος μάρτυς, εν τω ποιήματι αυτού περί αβαρικού πολέμου λεπτομερώς και αυτός περιγράφων την αυτήν πολιορκίαν, λέγει εν αρχή του ποιήματος:
<<Των ζωγράφων τις ει θέλει τα της μάχης / τρόπαια δείξαι, την τεκούσαν ασπόρως / μόνην προτάξει και γράφει την εικόνα. / Αεί γαρ οίδε την φύσιν νικάν μόνη / τόκω το πρώτον, και μάχη το δεύτερον. / Έδει γαρ αυτήν, ώσπερ ασπόρως τότε, / ούτως αόπλως και τεκείν σωτηρίαν, / όπως δι' αμφοίν ευρεθή και παρθένος και προς μάχην άτρεπτος, ως προς τον τόκον>>. (Άβαρικ. πολ. στίχ. 1-9).
Ότι δε ταύτα γράφει εξ αυτοψίας ο Πισίδης, λέγει: <<Όσην δε λοιπόν η πολιτεία βλάβην / εκ των αθέσμων... υφίστατο / έμπροσθεν άλλοις ευσυνόπτως εγράφη. / Εγώ δε τοις έναγχος εντυχών χρόνοις / αυτοπροσώπων πραγμάτων εφάπτομαι. (Αυτόθι' στίχοι 36-45).
Εφεξής διηγείται και ούτος την κατά συμφωνίαν Σκυθών (Αβάρων) και Μήδων (Περσών) εκστρατείαν:
Σλάβος γαρ Ούννω και Σκύθης τω Βουλγάρω, αυθίς τε Μήδος συμφρονήσας τω Σκύθη, / και χωρίς όντες και μακράν συνημμένοι, μίαν καθ' ημών αντεκίνησαν μάχην και την εαυτών ηφίουν απιστίαν / έχειν καθ' ημών πίστινηκριβωμένην. (Αυτόθι΄ στίχοι 197-203).
Είτα την προστασίαν της Θεομήτορος, (στίχ. 372-7, 383) και την αποτυχίαν των πολεμίων κατά ξηράν και κατά θάλασσαν:
Και ταύτα μεν δη της τύχης τα πράγματα / τα νώτα της γης ευφόρως εβάστασεν΄/ έδει δε λοιπόν και το των θαλαττίων λαβείν αγώνων την ισόρροπον κρίσιν. / Και μοι πρόξεστι τούτο θαυμάσαι πλέον, / πως την τοιαύτην της θαλάσσης ουσίαν / οι βάρβαροι βλέποντες εξηπλωμένην, / δοκούντες, ώσπερ εστενώσθαι τω πλάτει / εκεί συνεκλήσθησαν ευθέτω, όπου / τον οίκον είχεν η στρατηγός Παρθένος. /
Εκεί γαρ ώσπερ εν σαγήνη δικτύων, / τα γλυπτά συζεύξαντες ήπλωσαν σκάφη΄/ επεί δε συννεύσαντες αλλήλοις όλοι / επήλθον ημών συν βοή ταις ολκάσιν, / εντεύθεν ην άδηλος η δείλη μάχη' μόνην γαρ οίμαι την τεκούσαν ασπόρως / τα τόξα τείναι και βαλείν την ασπίδα, / και ταις αδήλοις συμπλοκαίς μεμιγμένην / βάλλειν, τιτρώσκει, αντιπέμπειν το ξίφος, / ανατρέπειν τε και καλύπτειν τα σκάφη, / δούναί τε πάσι τον βυθόν κατοικίαν. (Αυτόθι΄ στίχ. 436-456).
Μετά την περιγραφήν της καταστροφής των πολεμίων ο ποιητής αυτού αποτεινόμενος προς τον λαόν της Κωνσταντινουπόλεως, λέγει:
Άσωμεν ουν τον ύμνον ουκ εν τυμπάνοις / άρρυθμα βομβήσαντες, αλλ' εν οργάνοις των ένδον ημίν μυστικώς ηρμοσμένων. (Αυτόθι΄ στίχ. 502-504).
Εκ τούτων ήντλησαν οι λεγόμενοι Συναξαρισταί, ο πρώτος, ου έχομεν λόγον εκφωνούμενον εν τη Συνάξει, ήτοι πανηγύρει, ή εορτή, ή ημέρα του Ακαθίστου τελουμένη τω ε' σαββάτω των νηστειών, και ο δεύτερος ο επιτομεύς αυτού εν τω συνήθει Τριωδίω της Εκκλησίας.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Απόσπασμα άρθρου υπό τον τίτλο
<<Περί του Ακαθίστου Ύμνου>>
εκ του περιοδικού της Κωνσταντινούπολης <<Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος>>,
τόμος ΚΔ', έτος συλλογικόν 1892-1893,
εκδοθέν εν Κωνσταντινουπόλει τω 1895.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου