Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 2025

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ: ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΥΤΑΠΑΡΝΗΣΗ ΠΟΥ ΟΔΗΓΕΙ ΣΤΗ ΣΩΤΗΡΙΑ





[Υπομνηματισμός στα εδάφια Ματθ. 16 ,24-27]

«Τότε ὁ Ἰησοῦς εἶπε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ· Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν, καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι (: Τότε ο Ιησούς είπε στους μαθητές Του: “Εάν κάποιος θέλει να με ακολουθήσει ως μαθητής μου, ας διακόψει κάθε σχέση με τον διεφθαρμένο από την αμαρτία εαυτό του κι ας πάρει τη σταθερή απόφαση να υποστεί ακόμη και θάνατο σταυρικό και βίαιο. Κι ας με ακολουθήσει μιμούμενος σε όλα το παράδειγμά μου· και να μη διστάσει να προβεί στις αποφάσεις και τις θυσίες αυτές)»[Ματθ.16,24].


«Τότε ο Ιησούς είπε στους μαθητές Του», λέγει ο ιερός Ευαγγελιστής· πότε δηλαδή; Όταν ο Πέτρος λίγο πριν είχε πει: « Ἵλεώς σοι, Κύριε· οὐ μὴ ἔσται σοι τοῦτο(:ο Θεός να σε φυλάξει, Κύριε, από όσα φοβερά μας είπες ότι θα σου συμβούν· Δεν πρέπει να σου συμβούν αυτά)»[Ματθ.16,22]· και άκουσε ως απάντηση από τον Κύριο: « Ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ· σκάνδαλόν μου εἶ· ὅτι οὐ φρονεῖς τὰ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τὰ τῶν ἀνθρώπων (:Πήγαινε πίσω μου και φύγε από μπροστά μου, σατανά˙ μου είσαι εμπόδιο στο δρόμο του καθήκοντός μου και πειρασμός· διότι δεν φρονείς εκείνα που αρέσουν στον Θεό, αλλά εκείνα που αρέσουν στους ανθρώπους)»[ Ματθ. 16,23]·


διότι δεν αρκέστηκε στην επιτίμηση μόνο, αλλά θέλοντας να δείξει και με το παραπάνω και το ότι τα λόγια του Πέτρου ήταν άτοπα και ανάρμοστα και να αποκαλύψει και το κέρδος που θα πήγαζε από το Πάθος, λέγει: «Εσύ μου λέγεις: “ο Θεός να σε φυλάξει και να σε ευσπλαχνιστεί, ώστε να μη σου συμβεί αυτό”· εγώ όμως σου λέγω ότι δεν είναι μόνο επιβλαβές για σένα και ολέθριο το να με εμποδίσεις και να δυσφορείς για το Πάθος μου, αλλά ότι ούτε θα μπορέσεις να σωθείς εάν και εσύ ο ίδιος δεν είσαι προετοιμασμένος με κάθε τρόπο να πεθάνεις». Για να μη νομίσουν δηλαδή ότι είναι ανάξιο Αυτού το να πάθει, διδάσκει σε αυτούς το κέρδος του πράγματος, όχι μόνο με όσα είχαν προηγηθεί, αλλά και με όσα επρόκειτο να ακολουθήσουν.


Στο περιστατικό που καταγράφεται από τον ευαγγελιστή Ιωάννη, λοιπόν, λέγει: «Ἐὰν μὴ ὁ κόκκος τοῦ σίτου πεσὼν εἰς τὴν γῆν ἀποθάνῃ, αὐτὸς μόνος μένει· ἐὰν δὲ ἀποθάνῃ, πολὺν καρπὸν φέρει(:Αληθινά σας λέω, εάν το μικρό σπυρί του σιταριού δεν πέσει στη γη και δεν σαπίσει μέσα στο χώμα, μένει απλώς ένας μόνο σπόρος και δεν πολλαπλασιάζεται. Εάν όμως με τη σπορά του στη γη πεθάνει και ταφεί, βγάζει πολύ καρπό. Έτσι κι εγώ, εάν πεθάνω, όπως ο Πατέρας μου όρισε, θα καρποφορήσω τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους)»[Ιω.12,24]. Στην αντίστοιχη περικοπή του Ματθαίου στο συγκεκριμένο σημείο [Ματθ.16,24], διδάσκοντας αυτό σε μεγαλύτερο βάθος, δεν περιορίζει τον λόγο μόνο στον Εαυτό του, περί του ότι πρέπει δηλαδή να πεθάνει, αλλά επεκτείνει αυτόν και προς εκείνους. «Είναι δηλαδή τόσο το κέρδος αυτού του πράγματος, ώστε και για σας το να μη θέλετε μεν να πεθάνετε να είναι φοβερό, ενώ το να είστε όμως έτοιμοι προς αυτό να είναι αγαθό».


Αλλά αυτό μεν το δηλώνει με όσα λέγει στη συνέχεια, ενώ τώρα εξετάζει αυτό από μία μόνο σκοπιά. Και πρόσεχε ότι δεν ομιλεί κατά τρόπο καταναγκαστικό· διότι δεν είπε ότι «και αν θέλετε, και αν δεν θέλετε, πρέπει να πάθετε εσείς αυτό»· αλλά τι είπε; «Εάν κάποιος θέλει να με ακολουθήσει». «Δεν εκβιάζω, δεν εξαναγκάζω, αλλά τον καθένα αφήνω κύριο της προαιρέσεώς του· για τον λόγο αυτό λέω: «εάν κάποιος θέλει»· διότι προς αγαθά προσκαλώ· όχι προς κακά και δυσάρεστα, όχι προς κόλαση και τιμωρία, για να αναγκάσω».


Πράγματι λοιπόν αυτή η ίδια η φύση του πράγματος είναι ικανή να προσελκύσει. Και λέγοντας αυτά προσείλκυε ακόμη περισσότερο· διότι εκείνος μεν, ο οποίος χρησιμοποιεί βία, πολλές φορές αποτρέπει τον ακροατή του · εκείνος όμως που αφήνει ελεύθερο τον ακροατή να κάνει τις επιλογές του, περισσότερο τον προσελκύει· διότι έχει μεγαλύτερη δύναμη από τη βία η ελεύθερη εκλογή. Για τον λόγο αυτόν ο Κύριος έλεγε: «εάν κάποιος θέλει». «Είναι μεγάλα», λέγει, «τα αγαθά τα οποία σας προσφέρω και τέτοια, ώστε να σπεύδετε με τη θέλησή σας». Πράγματι δεν θα ήταν δυνατόν να προσελκύσει κανείς με τη βία, ούτε και αν ακόμη πρόσφερε χρυσό και έθετε θησαυρό μπροστά μας. Εάν λοιπόν προς εκείνα δεν προσελκύει κανείς με βίαιο τρόπο, πολύ περισσότερο ο Θεός προς τα επουράνια αγαθά· διότι εάν δεν σε πείθει να προστρέξεις η φύση του πράγματος, ούτε να λάβεις είσαι άξιος, αλλά ούτε και εάν λάβεις, θα γνωρίσεις καλώς εκείνο που έλαβες.


Για τον λόγο αυτό ο Χριστός δεν αναγκάζει, αλλά προτρέπει, σεβόμενος την ελευθερία μας. Επειδή λοιπόν φαίνονταν να διαδίδουν πολλά, και ιδιαιτέρως να στενοχωριούνταν γι’ αυτό που τους είπε, λέγει: «δεν χρειάζεται να θορυβείστε και να ταράζεστε. Εάν δεν θεωρείτε ότι αυτό που σας έχει ειπωθεί είναι αίτιο αναρίθμητων αγαθών και θα σας οδηγήσει στη σωτηρία σας, δεν εκβιάζω, ούτε εξαναγκάζω, αλλά εάν κάποιος θέλει να με ακολουθήσει, αυτόν προσκαλώ. Μη νομίζετε όμως ότι τούτο είναι το να με ακολουθείτε, αυτό το οποίο πράττετε τώρα ακολουθώντας με. Είναι ανάγκη να υπομείνετε πολλούς κόπους, πολλούς κινδύνους εάν έχετε σκοπό να με ακολουθήσετε. Δεν πρέπει λοιπόν, Πέτρε, επειδή τώρα με ομολόγησες Υιό του Θεού, να περιμένεις για τον λόγο αυτό και μόνο στεφάνους και να νομίζεις ότι είναι αρκετό αυτό για σένα για τη σωτηρία σου, και να αισθάνεσαι λοιπόν τον εαυτό σου ασφαλή και αναπαυμένο, διότι τάχα πραγματοποίησες το παν με το να με ομολογήσεις απλά με τα λόγια.


Μπορώ βέβαια επειδή είμαι Υιός του Θεού, να μη σε αφήσω να λάβεις πείρα των δυσχερειών· δεν το θέλω όμως αυτό για χάρη σου, ώστε να συνεισφέρεις και ο ίδιος κάτι και να γίνεις άξιος για μεγαλύτερες τιμές». Ούτε βέβαια, εάν κανείς είναι κριτής των αγώνων και έχει αθλητή ένα φίλο του, θα θελήσει να τον στεφανώσει απλά και μόνο από εύνοια, αλλά και για τους δικούς του κόπους, και προπαντός γι’ αυτό, επειδή τον αγαπά· έτσι και ο Χριστός αυτούς τους οποίους ιδιαιτέρως αγαπά, αυτούς κατεξοχήν θέλει να προκόπτουν, και με τη δική τους προαίρεση και όχι μόνο από τη βοήθειά Του.


Πρόσεξε, όμως, ότι και τον λόγο κάνει υποφερτό. Δεν περιορίζει λοιπόν τις δυσκολίες και τα εμπόδια μόνο σε αυτούς, αλλά και παρουσιάζει την αλήθεια αυτή και τη διδασκαλία κοινή για όλη την οικουμένη, λέγοντας: «Εάν κάποιος θέλει», είτε γυναίκα, είτε άνδρας, είτε άρχοντας, είτε αρχόμενος, ας ακολουθεί αυτήν την οδό. Και φαίνεται μεν εκ πρώτης όψεως ότι ένα πράγμα έχει πει, τρία όμως είναι αυτά που λέει· το «ας απαρνηθεί κανείς τον εαυτό του», το «ας σηκώσει τον σταυρό του» και το «ας με ακολουθήσει»· και τα μεν δύο είναι αλληλένδετα, το άλλο όμως ειπώθηκε ως κάτι ξεχωριστό. Αλλά ας δούμε πρώτα τι άραγε σημαίνει το να αρνηθούμε τον εαυτό μας. Ας μάθουμε προηγουμένως τι σημαίνει να αρνηθούμε κάποιον άλλο άνθρωπο και τότε θα κατανοήσουμε πληρέστερα τι περίπου σημαίνει να αρνηθούμε τον εαυτό μας. Τι σημαίνει λοιπόν να αρνηθούμε έναν άλλον άνθρωπο; Εκείνος ο οποίος αρνείται κάποιον άλλον, λόγου χάριν τον αδελφό του ή τον δούλο του, ή οποιονδήποτε άλλον, και αν ακόμη τον δει να μαστιγώνεται ή να αλυσοδένεται ή να οδηγείται σε φυλακή ή οτιδήποτε άλλο να πάσχει, δεν τον συμπαρίσταται, δεν τον βοηθεί, δεν κάμπτεται, δεν υποφέρει κάτι χάριν αυτού, επειδή άπαξ διαπαντός αποξενώθηκε από αυτόν.


Τέτοια αδιαφορία λοιπόν επιθυμεί να δείχνουμε για το σώμα μας, ώστε και αν το μαστιγώνουν ή το καταδιώκουν ή το καίνε ή οτιδήποτε το κάνουν, να μην το λυπούμαστε· διότι αυτό σημαίνει το να μη λυπάται κανείς κάτι. Επειδή και οι γονείς τότε πραγματικά λυπούνται τα τέκνα, όταν αφού τα παραδώσουν στους διδασκάλους, δώσουν εντολή σε αυτούς να μην τα λυπούνται. Έτσι και ο Χριστός· δεν είπε να μη λυπούμαστε τον εαυτό μας, αλλά κάτι πολύ περισσότερο από αυτό, το «να απαρνηθούμε τον εαυτό μας»· δηλαδή, να μην έχει τίποτε κοινό προς τον εαυτό του, αλλά να τον παραδίδει στους κινδύνους, στους αγώνες, και τέτοια να είναι η όλη στάση του σαν να ήταν κάποιος άλλος που τα έπασχε αυτά. Και δεν είπε: «ας αρνηθεί», αλλά «ας απαρνηθεί», φανερώνοντας πάλι και με τη μικρή αυτή προσθήκη το έπακρο της αρνήσεως του εαυτού μας· διότι πράγματι με το σύνθετο ρήμα «απαρνηθεί» δίνεται ακόμη μεγαλύτερη έμφαση και απολυτότητα στην άρνηση απ’ ό,τι με το απλό «αρνηθεί».


«Και ας σηκώσει τον σταυρό του». Τούτο προέρχεται εξ εκείνου που είπε προηγουμένως, δηλαδή την πλήρη αυταπάρνηση. Για να μη νομίσεις δηλαδή, ότι πρέπει να απαρνηθείς τον εαυτό σου όσον αφορά μόνο τα εναντίον σου λόγια και τις ύβρεις και τις κατηγορίες, λέγει και μέχρι ποιου βαθμού πρέπει να απαρνηθείς τον εαυτό σου· δηλαδή μέχρι θανάτου, και μάλιστα θανάτου επονείδιστου(σταυρικού).Για τον λόγο αυτό δεν είπε «ας απαρνηθεί τον εαυτό του μέχρι θανάτου», αλλά «ας σηκώσει τον σταυρό του», δηλώνοντας τον ατιμωτικό θάνατο· και ότι όχι μία φορά, ούτε δύο, αλλά σε όλη μας την ζωή, πρέπει να το κάνουμε αυτό. «Συνεχώς δηλαδή», λέγει, «να σκέπτεσαι τον θάνατο αυτόν και καθημερινά να είσαι έτοιμος προς σφαγή· διότι επειδή πολλοί μεν περιφρόνησαν τα χρήματα και την τρυφή και τη δόξα, τον θάνατο όμως δεν τον περιφρόνησαν, αλλά φοβήθηκαν τους κινδύνους, εγώ», λέγει, «θέλω ο δικός μου στρατιώτης να παλεύει μέχρις αίματος και οι αγώνες να φθάνουν μέχρι σφαγής». Ώστε και αν είναι ανάγκη και θάνατο να υπομείνουμε, είτε θάνατο επονείδιστο, είτε θάνατο επικατάρατο, είτε να διασύρεται η υπόληψή μας, όλα πρέπει να τα υποφέρουμε με γενναιότητα, και κατ’ αυτόν τον τρόπο να χαιρόμαστε πιο πολύ.


«Και ας με ακολουθεί». Επειδή δηλαδή είναι δυνατό και να πάσχει κανείς χωρίς να ακολουθεί τον Χριστό, όταν κανείς δεν υφίσταται τα παθήματα για χάρη Του (καθόσον και οι ληστές υποφέρουν πολλά και φοβερά και οι τυμβωρύχοι και οι απατεώνες), για να μην νομίσεις ότι αρκεί η ύπαρξη μόνη των δεινών, προσθέτει και την προϋπόθεση των δεινών. Ποια λοιπόν είναι αυτή; Πραγματοποιώντας αυτά και πάσχοντας αυτά, να ακολουθείς Αυτόν και να υπομένεις τα πάντα χάριν Αυτού και να έχεις και την υπόλοιπη αρετή. Καθόσον και τούτο φανερώνει το «Ας με ακολουθεί»· ώστε να μην επιδεικνύουμε μόνο ανδρεία κατά τη διάρκεια των δεινών, αλλά και σωφροσύνη και επιείκεια και κάθε είδος ευσέβειας. Αυτό σημαίνει το να ακολουθούμε τον Χριστό, όπως πρέπει, το να φροντίζουμε και για τα άλλα είδη της αρετής και το να υποφέρουμε τα πάντα γι’ Αυτόν. Διότι υπάρχουν εκείνοι, οι οποίοι ακολουθούν τον διάβολο και πάσχουν αυτά, και χάριν εκείνου παραδίδουν τις ψυχές τους· αλλά εμείς πρέπει να τα πάσχουμε χάριν του Χριστού, μάλλον δε χάριν του ίδιου μας του εαυτού. Εκείνοι μεν ακολουθούν τον διάβολο και υποφέρουν για να βλάψουν τους εαυτούς τους και εδώ και εκεί(στη μέλλουσα ζωή)· εμείς όμως ακολουθούμε τον Χριστό και υποφέρουμε για να κερδίσουμε και τις δύο. Πώς λοιπόν δεν είναι απόδειξη της πιο μεγάλης ανοησίας, το να μην επιδεικνύουμε ούτε την ίδια ανδρεία με αυτούς οι οποίοι οδηγούνται στην απώλεια και μάλιστα τη στιγμή που εμείς πρόκειται να αποκομίσουμε τόσα στεφάνια; Αν και σε μας, βέβαια, και ο Χριστός παρίσταται ως βοηθός, σε εκείνους όμως κανείς.


Έδωσε φυσικά και προηγουμένως αυτήν την παραγγελία όταν απέστελλε αυτούς λέγοντας: «Εἰς ὁδὸν ἐθνῶν μὴ ἀπέλθητε καὶ εἰς πόλιν Σαμαρειτῶν μὴ εἰσέλθητε(:Μην πάτε σε δρόμο που θα σας οδηγήσει σε χώρα που κατοικούν ειδωλολάτρες και μην μπείτε σε πόλη που ανήκει σε Σαμαρείτες”)»[Ματθ.10,5] και: «Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων· γίνεσθε οὖν φρόνιμοι ὡς οἱ ὄφεις καὶ ἀκέραιοι ὡς αἱ περιστεραί. Προσέχετε δὲ ἀπὸ τῶν ἀνθρώπων· παραδώσουσι γὰρ ὑμᾶς εἰς συνέδρια καὶ ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν μαστιγώσουσιν ὑμᾶς· καὶ ἐπὶ ἡγεμόνας δὲ καὶ βασιλεῖς ἀχθήσεσθε ἕνεκεν ἐμοῦ εἰς μαρτύριον αὐτοῖς καὶ τοῖς ἔθνεσιν(:Να λοιπόν, εγώ ο Κύριός σας σάς αποστέλλω για να είστε σαν πρόβατα ήμερα ανάμεσα σε αιμοβόρους λύκους, με τους οποίους μοιάζουν οι εχθροί του ευαγγελίου, οι οποίοι είναι κυριευμένοι από τα άγρια πάθη της σάρκας. Αφού λοιπόν τόσο δεινή θα είναι η θέση σας, φροντίστε να είστε φρόνιμοι σαν τα φίδια, ώστε να μην εκθέτετε τον εαυτό σας σε ανωφελείς και ανόητους κινδύνους, και άκακοι κι απλοί σαν τα περιστέρια.


Έχοντας ως μόνο όπλο τη φρόνηση και την ακακία αυτή να προφυλάγεστε απ’ τους ανθρώπους· διότι θα σας παραδώσουν σε συνέδρια για να καταδικαστείτε απ’ αυτά, και στις συναγωγές τους, και θα σας μαστιγώσουν μπροστά στον λαό. Ακόμη θα σας σύρουν μπροστά σε ηγεμόνες και σε βασιλείς ως κατηγορούμενους για μένα, για να δώσετε μαρτυρία για το πρόσωπό μου που να την ακούσουν και αυτοί και οι εθνικοί, ώστε να μην προφασίζονται ύστερα ότι δεν άκουσαν το κήρυγμά σας)»[Ματθ.10,16-18], τώρα όμως εκτενέστερα μάλλον και αυστηρότερα· διότι τότε ανέφερε μόνο τον θάνατο, ενώ εδώ έκανε λόγο και περί του σταυρού, και μάλιστα περί συνεχούς σταυρού· διότι λέγει: «ας σηκώσει τον σταυρό του»· δηλαδή, ας βαστάζει συνεχώς και ας φέρει τον σταυρό. Και τούτο συνηθίζει να κάνει παντού, όχι εξαρχής και εκ προοιμίων, αλλά ήσυχα και σιγά-σιγά να εισάγει τα μεγαλύτερα των παραγγελμάτων, για να μην παραξενεύονται όσοι ακούνε.


Έπειτα επειδή φαινόταν ότι είναι υπερβολικό αυτό που ειπώθηκε, βλέπε ότι με τα επόμενα λόγια τούς παρηγορεί και υπόσχεται έπαθλα τα οποία υπερτερούν των ιδρώτων και των κόπων που θα κατέβαλλαν με τον αγώνα τους· και όχι μόνο βραβεία, αλλά και την αντιμισθία της κακίας. Πράγματι, με αυτήν ασχολείται περισσότερο παρά για εκείνα, επειδή τους περισσότερους συνηθίζει να σωφρονίζει όχι τόσο η προσφορά των αγαθών, όσον η απειλή των φοβερών. Πρόσεχε λοιπόν πώς και από εδώ αρχίζει και σε αυτό καταλήγει: «Ὅς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ᾿ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἕνεκεν ἐμοῦ, εὑρήσει αὐτήν. τί γὰρ ὠφελεῖται ἄνθρωπος ἐὰν τὸν κόσμον ὅλον κερδήσῃ, τὴν δὲ ψυχὴν αὐτοῦ ζημιωθῇ; ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;(: διότι εκείνος που θέλει να σώσει τη ζωή του, αυτός θα χάσει την πνευματική και ευτυχισμένη αιώνια ζωή· ενώ εκείνος που θα χάσει τη ζωή του για την ομολογία και υπακοή του σε μένα, θα τη βρει στο μελλοντικό αιώνα, όπου θα κερδίσει την αιώνια ζωή.Και η αιώνια αυτή ζωή είναι το παν· διότι ποια ωφέλεια έχει ο άνθρωπος, εάν κερδίσει τον κόσμο ολόκληρο, χάσει όμως την ψυχή του, η οποία ως πνευματική και αιώνια δεν συγκρίνεται με κανένα από τα υλικά αγαθά του φθαρτού κόσμου; Ή εάν ένας άνθρωπος χάσει την ψυχή του, τι θα δώσει ως αντάλλαγμα, με το οποίο θα την εξαγοράσει από την αιώνια απώλεια;)»[Ματθ. 16,25-26].


Αυτό λοιπόν που λέγει εδώ ο Κύριος, σημαίνει: «όχι από έλλειψη λύπης προς εσάς, αλλά από υπερβολική λύπη (και φροντίδα) παραγγέλλω αυτά. Καθόσον εκείνος ο οποίος λυπάται να τιμωρήσει το τέκνο του, το καταστρέφει και το οδηγεί στην απώλεια· εκείνος όμως ο οποίος δεν λυπάται, το διασώζει». Τούτο έλεγε και κάποιος σοφός: « Σὺ μὲν γὰρ πατάξεις αὐτὸν ῥάβδῳ, τὴν δὲ ψυχὴν αὐτοῦ ἐκ θανάτου ῥύσῃ(:διότι εσύ μεν θα χτυπήσεις το σώμα του υιού σου με τη ράβδο, όμως δεν θα πεθάνει από αυτό· θα ελευθερώσεις ωστόσο την ψυχή του από την απώλεια και τον αιώνιο θάνατο)»[Παροιμ.23,14]· και πάλι: «Περιψύχων υἱὸν καταδεσμεύσει τραύματα αὐτοῦ(:Εκείνος που παραχαϊδεύει και δεν παιδαγωγεί ορθώς το παιδί του, θα το ενθαρρύνει σε εκτροπές και έπειτα θα επιδέσει τις πληγές του)»[ Σοφ. Σειρ. 30,7].


Τούτο γίνεται στα στρατόπεδα. Αν δηλαδή ο στρατηγός, λυπούμενος για τους στρατιώτες, διατάζει να παραμένουν συνεχώς στην ασφάλεια του στρατοπέδου, μαζί με αυτούς χάνει και όσους βρίσκονται μέσα. «Για να μη συμβαίνει λοιπόν αυτό και σε σας», λέγει, «πρέπει εσείς να είστε παρατεταγμένοι συνεχώς προς θάνατον· καθόσον και τώρα πρόκειται να ανάπτει εκ νέου πόλεμος φοβερός». Μην καθίσεις λοιπόν μέσα, αλλά ας εξέρχεσαι και ας πολεμάς· και αν πέσεις στην παράταξη της μάχης, τότε έζησες· διότι στην περίπτωση των αισθητών πολέμων εκείνος που είναι έτοιμος για σφαγή, αυτός πιο πολύ υπερισχύει των άλλων και είναι ακατάβλητος και φοβερότατος και στους εχθρούς, αν και βέβαια ο βασιλιάς προς χάριν του οποίου πολεμάει, δεν μπορεί μετά θάνατον να τον αναστήσει· πολύ περισσότερο λοιπόν στην περίπτωση των πολέμων αυτών των πνευματικών, όταν υπάρχουν και τόσο πολλές ελπίδες αναστάσεως, αυτός που παραδίδει την ψυχή του στον θάνατο, θα τη σώσει· κατά ένα μεν τρόπο, διότι δεν θα αιχμαλωτιστεί εύκολα· και κατά δεύτερον, διότι και αν πέσει, θα οδηγήσει αυτήν προς υψηλότερη ζωή.


Έπειτα, επειδή είπε ότι «εκείνος ο οποίος θέλει να σώσει(τη ζωή του),θα τη χάσει, εκείνος όμως ο οποίος θα τη χάσει, θα τη σώσει» και στην πρώτη περίπτωση ανέφερε σωτηρία και απώλεια, για να μη νομίσει κανείς ότι είναι της ίδιας αξίας η απώλεια και η σωτηρία στην πρώτη και στη δεύτερη περίπτωση, αλλά να γνωρίσει καλώς ότι μεταξύ της σωτηρίας εκείνης και αυτής τόση είναι η διαφορά, όση μεταξύ απωλείας και σωτηρίας· και εκ των αντιθέτων αποδεικνύοντας αυτά διαμιάς λέγει: «διότι, τι έχει να ωφεληθεί ο άνθρωπος, εάν κερδίσει τον κόσμο όλο, ζημιωθεί όμως την ψυχή του;». Είδες πως η παρά το πρέπον σωτηρία της ζωής ισοδυναμεί με απώλεια, και χειρότερη μάλιστα από κάθε απώλεια, επειδή και αθεράπευτη είναι, εφόσον δεν υπάρχει κάτι που να μπορεί να την εξαγοράσει; «Διότι μη μου λέγεις αυτό», λέγει, «ότι έσωσε τη ζωή του εκείνος ο οποίος διέφυγε τους τόσους μεγάλους κινδύνους, αλλά μαζί με τη ζωή του εσύ συναρίθμησε ότι κέρδισε και όλη την οικουμένη. Και τι το περισσότερο έχει να κερδίσει αυτός από αυτό, τη στιγμή που οδηγείται στην απώλεια η ίδια η ψυχή του; Πες μου, εάν έβλεπες τους δούλους σου να ζουν μέσα στην τρυφή, τον εαυτό σου όμως να ζει μέσα στα χειρότερα κακά, άραγε θα κερδίσεις κάτι από το ότι είσαι κύριός τους; Καθόλου. Τούτο λοιπόν σκέψου και για την ψυχή σου, όταν αυτή αναμένει τη μέλλουσα απώλεια, ενώ κατά την ίδια στιγμή το σώμα σου ζει μέσα στην πολυτέλεια και τον πλούτο».


«Τι είναι δυνατόν να δώσει ο άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής του;». Πάλι επιμένει στο ίδιο. «Μήπως», λέγει, «έχεις να δώσεις άλλη ψυχή αντί της ψυχής σου; Αν χάσεις βέβαια χρήματα, θα δώσεις χρήματα ή σπίτι ή δούλους ή οτιδήποτε άλλο εκ των υπαρχόντων σου· αν χάσεις όμως την ψυχή, άλλη ψυχή δεν θα μπορέσεις να προσφέρεις· αλλά και αν έχεις δικό σου όλο τον κόσμο, και αν είσαι βασιλιάς ολόκληρης της οικουμένης, δεν θα μπορέσεις, και αν ακόμη καταβάλεις ως αντίτιμο όλα τα πράγματα της οικουμένης μαζί με αυτήν την οικουμένη, να αγοράσεις μια ψυχή. Και τι το παράδοξο εάν τούτο συμβαίνει στην περίπτωση της ψυχής; Καθόσον και στο σώμα θα μπορούσε να δει κανείς να γίνεται τούτο. Και αν είσαι περιβεβλημένος αναρίθμητα διαδήματα, έχεις όμως εκ φύσεως ασθενικό σώμα και δυσθεράπευτο, δεν θα μπορέσεις, και αν ακόμη προσφέρεις όλη τη βασιλεία, να θεραπεύσεις το σώμα αυτό, και αν ακόμη προσθέσεις σε αυτήν αναρίθμητα σώματα και πόλεις και χρήματα. Τοιουτοτρόπως λοιπόν σκέψου και για την ψυχή· μάλλον και πολύ σοβαρότερα για την ψυχή, και αφού αφήσεις στην άκρη όλα τα άλλα, σε αυτήν και τη δική της τη σωτηρία να δαπανάς όλη σου τη φροντίδα».


Μην παραμελείς λοιπόν τον εαυτό σου και όσα σε αφορούν προσωπικά για την αιωνιότητα, επειδή αφιερώνεις τη φροντίδα σου σε ξένα πράγματα, πράγμα που κάνουν οι πολλοί τώρα, μοιάζοντας προς αυτούς οι οποίοι εργάζονται στα μεταλλεία (ως κατάδικοι). Πράγματι, και εκείνοι κανένα όφελος δεν έχουν από την εργασία αυτή, ούτε από τον πλούτο· αντιθέτως, είναι μεγάλη η ζημία τους και διότι μοχθούν άσκοπα και διότι μοχθούν χάριν άλλων, χωρίς να αποκομίζουν τίποτα από τους ιδρώτες εκείνους που καθημερινά χύνουν και τους μεγάλους κόπους τους. Υπάρχουν και τώρα πολλοί οι οποίοι τους μιμούνται, αυτοί που εργάζονται για να πλουτίσουν άλλοι· ή μάλλον εμείς και από αυτούς είμαστε αθλιότεροι, καθόσον αναμένει εμάς και η γέεννα μετά τους κόπους αυτούς· διότι σε εκείνους μεν ο θάνατος αποτελεί το τέρμα των ιδρώτων εκείνων· σε εμάς όμως ο θάνατος γίνεται αρχή αναρίθμητων κακών. Εάν όμως έλεγες ότι απολαμβάνεις τους κόπους σου με το να πλουτίζεις, απόδειξέ μου ότι η ψυχή σου ευφραίνεται και ωφελείται και τότε θα πειστώ· διότι από όσα έχουμε, κυριότερο είναι η ψυχή· εάν όμως το σώμα παχαίνει, ενώ εκείνη φθείρεται, τίποτα δεν προσφέρει σε σένα η αφθονία αυτή· όπως πράγματι, και όταν ευφραίνεται η δούλη, τίποτε δεν προσφέρει η ευημερία της υπηρέτριας προς την οικοδέσποινα που κινδυνεύει, έτσι ούτε και η ασθένεια του σώματος δεν θεραπεύεται από τη λαμπρότητα της στολής την οποία έχει ενδυθεί· αλλά θα σου πει πάλι ο Χριστός: «Τι είναι δυνατόν να δώσει ο άνθρωπος αντάλλαγμα υπέρ της ψυχής του;» προτρέποντάς σε να στρέφεις συνεχώς την προσοχή σου προς εκείνη, και για μόνη αυτή να επιδεικνύεις όλο το ενδιαφέρον σου.


Αφού τους ενέπνευσε λοιπόν τον φόβο με όλα αυτά, στη συνέχεια τούς παρηγορεί και με την υπενθύμιση των αγαθών που πρόκειται να λάβουν αιωνίως με τους αγώνες τους αυτούς: «Μέλλει γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεσθαι ἐν τῇ δόξῃ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ μετὰ τῶν ἀγγέλων αὐτοῦ, καὶ τότε ἀποδώσει ἑκάστῳ κατὰ τὴν πρᾶξιν αὐτοῦ(:πράγματι, λοιπόν, κάθε άνθρωπος πρόκειται ή να χάσει ή να κερδίσει την ψυχή του· διότι πρόκειται ο υιός του ανθρώπου να έλθει περιβεβλημένος με τη δόξα του Πατέρα Του μαζί με τους αγγέλους Του, και τότε θα ανταμείψει τον καθένα ανάλογα με τις πράξεις του)»[ Ματθ.16,27]. Είδες πως μία είναι η δόξα του Πατρός και του Υιού; Εάν λοιπόν η δόξα είναι μία, φανερό είναι και ότι η ουσία είναι μία· διότι εάν υπάρχει διαφορά δόξης σε μία ουσία [βλ. Α΄Κορ.15,41: «ἄλλη γάρ δόξα ἡλίου, καὶ ἄλλη δόξα σελήνης, καὶ ἄλλη δόξα ἀστέρων· ἀστὴρ γὰρ ἀστέρος διαφέρει ἐν δόξῃ (:διότι άλλη είναι η λαμπρότητα του ήλιου, και άλλη της σελήνης και άλλη η λαμπρότητα των αστεριών· διότι άστρο από άστρο διαφέρει κατά τη λάμψη)»], παρά το ότι είναι μία η ουσία τους),πώς εκείνων των οποίων η δόξα είναι μία, η ουσία θα θεωρηθεί άλλη; Διότι δεν είπε ότι θα έλθει με δόξα παρόμοια με αυτήν, την οποία έχει και ο Πατέρας, για να μην υποπτευθείς πάλι κάποια διαφορά μεταξύ Τους· αλλά με σκοπό να δείξει την απόλυτη ακρίβεια, λέγει ότι θα έλθει περιβεβλημένος με την ίδια τη δόξα του Πατρός, ώστε να τη θεωρούμε μία και την αυτήν.


«Γιατί λοιπόν, φοβάσαι, Πέτρε, όταν ακούς για θάνατο; Διότι τότε θα με δεις περιβεβλημένο τη δόξα του Πατρός. Εάν λοιπόν εγώ θα είμαι περιβεβλημένος με δόξα, και εσείς θα είστε»( βλ. Ιω. 17,24: «Πάτερ, οὓς δέδωκάς μοι, θέλω ἵνα ὅπου εἰμὶ ἐγὼ κἀκεῖνοι ὦσι μετ᾿ ἐμοῦ, ἵνα θεωρῶσι τὴν δόξαν τὴν ἐμὴν ἣν δέδωκάς μοι, ὅτι ἠγάπησάς με πρὸ καταβολῆς κόσμου(:Πάτερ, εκείνους που μου έχεις δώσει, θέλω, όπου είμαι εγώ, να είναι κι αυτοί μαζί μου, για να βλέπουν και να απολαμβάνουν τη δόξα μου, την οποία μου έδωσες προαιωνίως, διότι με αγάπησες προτού να θεμελιωθεί ο κόσμος˙ και η αγάπη Σου αυτή αποτελεί συγχρόνως και τη δόξα μου)»·διότι δεν θα παύσουν στην παρούσα ζωή τα δικά σας· αλλά θα σας αναμένει κάποιο άλλο καλύτερο τέλος. Κι όμως παρά το ότι ανέφερε τα ευχάριστα, δεν αρκέστηκε μόνο σε αυτά, αλλά τα ανέμιξε και με τα φοβερά, με το να κάνει αναφορά στο δικαστήριο εκείνο και τις αναπόφευκτες ευθύνες και την αμερόληπτη απόφαση και την αλάνθαστη κρίση. Ασφαλώς δεν άφησε να φανεί ο λόγος μόνο μελαγχολικός, αλλά τον συνδύασε και με ευχάριστες ελπίδες· διότι δεν είπε ότι θα τιμωρήσει τότε αυτούς που αμάρτησαν, αλλά ότι «θα αποδώσει στον καθένα σύμφωνα με τα έργα του». Και έλεγε αυτό υπενθυμίζοντας όχι μόνο την τιμωρία στους αμαρτωλούς, αλλά και στους ενάρετους τα βραβεία και τους στεφάνους.


Αλλά ο Κύριος μεν είπε αυτά, για να ενισχύσει το ηθικό των ενάρετων ανθρώπων, εγώ όμως πάντοτε φρίττω ακούγοντας αυτά· διότι δεν είμαι μεταξύ των στεφανουμένων. Νομίζω επίσης ότι και άλλοι συμμετέχουν στον φόβο και την αγωνία μου· διότι ποιον δεν είναι ικανός να φοβίσει αυτός ο λόγος, αν τον συνειδητοποιήσει κανείς, και να τον κάνει να φρίττει, και να τον πείσει ότι έχουμε ανάγκη σάκου μετανοίας και πολύ πιο μεγάλης νηστείας και από τον λαό των Νινευιτών; Διότι ο λόγος για εμάς δεν είναι περί καταστροφής πόλεως και του κοινού θανάτου, αλλά περί της αιωνίου κολάσεως και του ασβέστου πυρός. […]


Ας μοχθούμε λοιπόν αδιάκοπα όσο ζούμε, για να φανούμε και στον Θεό αρεστοί και στους ανθρώπους άμεμπτοι και να επιτύχουμε τα μέλλοντα αγαθά, δια της χάριτος και της φιλανθρωπίας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, δια του οποίου και μετά του οποίου στον Πατέρα ανήκει η δόξα, η τιμή, η εξουσία, συγχρόνως στο Άγιο και ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.





ΠΗΓΕΣ:


http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG_Migne/John%20Chrysostom_PG%2047-64/In%20Matthaeum.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία ΝΕ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1979, τόμος 11, σελίδες 500-521.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 67, σελ. 62-78.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm


Επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος


Σάββατο 27 Σεπτεμβρίου 2025

ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ Γ' ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΣΤΟΝ ΥΜΗΤΤΟ (1925)

H Γ' ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΣΤΟΝ ΥΜΗΤΤΟ (1925) by ΓΙΩΡΓΟΣ Δ. ΔΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΣ on Scribd



(Εκ του ιστοτόπου της Ιεράς Μητρόπολης Ωρωπού και Φυλής)


Τήν εὐλογημένη ἐκείνη νύκτα τῆς 13ης πρός 14ην Σεπτεμβρίου τοῦ 1925, οἱ ὑπέρμαχοι τῆς γνησιότητος τῆς᾿Ορθοδοξίας εἶχαν συγκεντρωθεῖ στό ἐξωκκλήσιον τοῦ῾Αγίου᾿Ιωάννου τοῦ Θεολόγου, στούς πρόποδες τοῦ῾Υμηττοῦ. ᾿Επρόκειτο νά τελεσθῆ ῾Ιερά ᾿Αγρυπνία γιά τήν ἑορτή τῆς ῾Υψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, σύμφωνα μέ τό πατροπαράδοτον ἑορτολόγιον τῆς ᾿Εκκλησίας μας, ὑπό τό ἄγριο βλέμμα τῆς χωροφυλακῆς. Τότε, στίς ἔνδεκα καί μισή κοντά στά μεσάνυχτα, τόν ᾿Αττικό οὐρανό καταυγάζει μέ τήν λάμψη του ὁ Τίμιος Σταυρός. Σάν οὐράνιος προβολέας, κατά τίς μαρτυρίες τῶν αὐτοπτῶν μαρτύρων, φωτίζει ὁλόκληρη τήν περιοχή γύρω ἀπό τό μονύδριο τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου. Καλύπτει δέ μέ τό κατάλευκό του ἱλαρόν φῶς καί αὐτή τήν λάμψη τῶν ἀστέρων. Παρά τό σιωπητήριο πού ὁ Χρυσόστομος Παπαδόπουλος ἐπέβαλε στόν τύπο μέ τήν στήριξη τῆς κρατικῆς ἐξουσίας, μιά ἐφημερίδα τόλμησε νά σπάση τή σιωπή καί νά δημοσιεύσει τήν ἀλήθεια, τό θαῦμα τῆς ἐμφανίσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. ῏Ηταν ἡ ἐφημερίδα «ΣΚΡΙΠ», ἡ ὁποία δημοσίευσε τήν ἑπομένη ἡμέρα, τό ἀνακοινωθέν τοῦ Συλλόγου τῶν ᾿Ορθοδόξων, τῆς διοικούσης ἀρχῆς τῶν Γνησίων ᾿Ορθοδόξων· «῾Ο "Σύλλογος τῶν ᾿Ορθοδόξων", ἀνεγνωρισμένον Σωματεῖον,συμφώνως πάντοτε πρός τό Παλαιόν ἐκκλησιαστικόν ἡμερολόγιον εἰς τό ὁποῖον ἐμμένει ἀκλόνητος, τήν εἰσαγωγήν τοῦ Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου εἰς τήν ᾿Εκκλησίαν θεωρῶν ἀντιθρησκευτικήν καί ἀντικανονικήν, ἑώρτασε σήμερον 14ην Σεπτεμβρίου, κατά τό ἐν λόγῳ ἡμερολόγιον, τήν ἑορτήν τῆς ῾Υψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Πρός τοῦτο ἀπό τῆς 9ης νυκτερινῆς τῆς χθές πλέον τῶν δισχιλίων μελῶν τοῦ Συλλόγου συνηθροίσθησαν ἐν τῷ ἐξοχικῷ ναῷ τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου τοῦ Θεολόγου, ὅπου ἐτελέσθη ἀγρυπνία. ᾿Εννοεῖται, ὅτι ἡσυγκέντρωσις αὕτη τῶν πιστῶν δέν διέλαθε τήν προσοχήν τῶν ὀργάνων τῆς ἐξουσίας, ἅτινα ἀπό τῆς 11ης νυκτερινῆς παρηκολούθησαν τήν ἀκολουθίαν χάριν τῆς τάξεως, ὡς εἶπον. ᾿Αλλά οἱαδήποτε κι' ἄν ἦτο ἡ ἐκεῖ ἀποστολή των, ὀλίγα λεπτά μετά τήν ἐκεῖ ἄφιξίν των ἑκόντα ἄκοντα ἠναγκάσθησαν νά προστεθῶσι καί ταῦτα εἰς τό πλῆθος τῶν πιστῶν, τούς ὁποίους δέν ἐχώρει ἤδη οὐδέ ὁ ἐξωτερικός περίβολος τοῦ ναοῦ, ἕνεκα λόγων ἀνωτέρων πάσης ἀνθρωπίνης διαταγῆς ἤ ἐξουσίας. ῾Η ὥρα ἦτο 11η καί ἡμίσεια πρό τοῦ μεσονυκτίου, ὅτε ἀκριβῶς ἄνωθεν τοῦ ναοῦ καί μέ κατεύθυνσιν ἐξ ᾿Ανοτολῶν πρός Δυσμάς ἐνεφανίσθη φωτεινός λευκός Σταυρός τοῦ ὁποίου ἡ λάμψις περιοριζόμενη μόνον ἐπί τοῦ Ναοῦ καί τοῦ ἐκκλησιαζομένου πλήθους ἐξηφάνιζεν ἐντελῶς τήν λάμψιν τῶν ἀστέρων, κατηύγαζε δέ τόν Ναόν καί τόν περίβολον, ὡς νά κατηυθύνετο ἐπ' αὐτῶν ἠλεκτρικός προβολεύς. ῾Η ὁριζοντία γραμμή τοῦ οὐρανίου τούτου Σταυροῦ ἔκλινεν πρός τά δεξιά, πρός τό κάτω δέ μέρος τῆς καθέτου γραμμῆς του ἐσχηματίζετο μικρότερος Σταυρός διά τῆς παρεμβολῆς ἑτέρας μικροτέρας ὁριζοντίας γραμμῆς. Τό οὐράνιον τοῦτο σημεῖον ἦτο ὁρατόν συνεχῶς ἐπί ἡμίσειαν ὥραν καί κατόπιν ἤρξατο σβενύμμενον ὀλίγον κατ' ὀλίγον. Τό τί ἐπηκολούθησε μετά τήν ἐμφάνισην τοῦ οὐρανίου τούτου σημείου ἀδύνατον νά περιλάβῃ ἀνθρωπίνη ἀφήγησις. Πάντες οἱ ἐκκλησιαζόμενοι γονυπετεῖς καί κλαίοντες ἐκ τῆς συγκινήσεως ἤρχισαν ψάλλοντες καί δοξολογοῦντες τόν Κύριον ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ. Τά ὄργανα τῆς ἐξουσίας παραιτοῦνται τῆς ἀποστολῆς των καί ἀνευρίσκουσι εἰς τά βάθη τῆς καρδίας των τήν πίστιν τῶν παιδικῶν των χρόνων.῞Ολος ὁ χῶρος ἐκεῖνος μεταβάλλεται εἰς μίαν γωνίαν ἄλλου τινός κόσμου ὑπέργειου. ῞Ολοι κατέχονται ὑπό ἀνεκφράστου ἱερᾶς συγκινήσεως, ὅλοι κλαίουσιν. ῾Η ἀγρυπνία συνεχισθεῖσα ἐτελείωσε περί τήν 4ην πρωϊνήν, ὁπότε ὁλόκληρος ἐκεῖνος ὁ ἀνθρώπινος χείμαρρος ἤρχισε κατερχόμενος πρός τήν πόλιν διηγούμενος ἀνά πᾶν βῆμα τό νυκτερινόν θαῦμα, ἐκ τῆς συγκινήσεως τοῦ ὁποίου συνείχοντο πάντες.




Η Γ' ΕΜΦΑΝΙΣΙΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ (14 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1925)


ΦΩΤΟΛΑΜΠΗΣ ΑΝΕΦΑΝΗ Ο ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΣ, ΚΑΘΟΔΗΓΩΝ, ΣΤΗΡΙΖΩΝ, ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΤΑ ΠΛΗΘΗ...


π. ΙΩΑΝΝΗΣ ΦΛΩΡΟΣ Ο ΑΟΙΔΗΜΟΣ ΙΕΡΕΥΣ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΟΥ


ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΚΑΙ ΣΑΛΑΜΙΝΟΣ κ. ΓΕΡΟΝΤΙΟΥ Β': ΟΜΙΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ Γ' ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ (2015)


Η Γ' ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΣΤΟΝ ΥΜΗΤΤΟ (14 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1925)


ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΓΑΡΔΙΚΙΟΥ κ. ΚΛΗΜΕΝΤΟΣ: ΤΟ ΜΕΓΑ ΘΑΥΜΑ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΜΕ ΤΟ ΠΑΤΡΙΟ (1925)


ΟΜΙΛΙΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΒΟΙΩΤΙΑΣ κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΕΤΕΙΑΚΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΩΝ 90 ΧΡΟΝΩΝ ΤΗΣ Γ' ΕΜΦΑΝΙΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ (2015)


ΑΣΜΑΤΙΚΗ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΕΠΙ ΤΗ Γ' ΕΜΦΑΝΙΣΕΙ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ


ΕΠΕΤΕΙΑΚΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΣΤΗ ΡΟΔΟΠΟΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ Γ' ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ (14-27/9/2015)


Η Γ' ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ (1925) - ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΑΠΟ ΑΥΤΟΠΤΕΣ


Η Γ' ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ (1925) - Η ΑΠΟΚΡΥΨΗ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ


ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΤΗΣ Γ' ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΣΤΟΝ ΥΜΗΤΤΟ (1925)


Η Γ' ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ (1925)


ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΤΗΣ Γ' ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΣΤΟΝ ΥΜΗΤΤΟ (1925)


ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ κ. ΦΩΤΙΟΥ: ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΤΡΙΤΗ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ (2022)



μιλία στὴν τρίτη ἐμφανίση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ

ερὸς Καθεδρικὸς Ναὸς Ἁγίου Ἀθανασίου Ν. Φιλαδελφείας

Κυριακὴ μετὰ τὴν ὕψωσιν τοῦ Τ. Σταυροῦ, 19-9/2-10-2022



ὑπὸ Σεβ. Μητροπολίτου Δημητριάδος κ. Φωτίου


«Λίαν εὔφρανας τοὺς ὀρθοδόξους, καὶ κατήσχυνας τοὺς καινοτόμους», ψάλλουμε στὸ ἀπολυτίκιο τῆς σημερινῆς ἑορτῆς καὶ πράγματι ἡμέρα χαρᾶς καὶ εὐφροσύνης γιὰ τοὺς ὀρθοδόξους ἡ σημερινή, διότι ἀποτελεῖ ἐπιβεβαίωση τῆς ὀρθότητας τοῦ Ἱεροῦ ἡμῶν ἀγῶνος. Ἐπιβεβαίωση, ὄχι μὲ λογικοὺς συνειρμοὺς ἀνθρωπίνων ἐπιχειρημάτων, ἀλλὰ ἐπιβεβαίωση ἄνωθεν, ἀπὸ Θεοῦ, διὰ θαύματος δημοσίως γενομένου καὶ ἀναμφισβητήτου.


Τὸ γεγονὸς συνέβη τὸ ἔτος 1925, ἕνα ἔτος μετὰ τὴν ἐπάρατη ἐπιβολὴ τῆς ἑορτολογικῆς καινοτομίας. Τότε στὴν Ἑλλάδα, οἱ εὐλαβέστεροι τῶν πιστῶν διέγνωσαν ὅτι αὐτὴ ἡ καινοτομία ἐπιβάλλεται «διὰ λόγους οἰκουμενικούς», δηλαδὴ οἰκουμενιστικούς. Ἀντιλήφθηκαν ὅτι αὐτὸ ἦταν τὸ πρῶτο βῆμα μίας ἀκολουθίας καινοτομιῶν, προκειμένου νὰ διευκολυνθεῖ ἡ διαδικασία ἐκφραγκεύσεως τῆς Ὀρθοδοξίας.


Καὶ αὐτὸ ἦταν τὸ σύνθημα ποὺ κυριάρχησε μεταξύ τους. Νὰ μὴ φραγκέψουμε! Αὐτοὶ λοιπὸν οἱ εὐσεβεῖς πιστοί, οἱ ὁποῖοι ἀντιστάθηκαν στὴν καινοτομία, συνέστησαν τὸν «Σύλλογο τῶν Ὀρθοδόξων» καὶ προσπαθοῦσαν νὰ λειτουργοῦνται ὀρθοδόξως σὲ ἐξωκκλήσια καὶ ἰδιωτικοὺς ναούς, ἐξυπηρετούμενοι ἀπό τοὺς λίγους ἀγωνιστὲς κληρικοὺς οἱ ὁποῖοι εἶχαν μείνει πιστοὶ στὶς παραδόσεις.


νας ἐξ᾽ αὐτῶν ἦταν ὁ πατὴρ Ἰωάννης Φλῶρος πολύτεκνος καὶ ἐν χηρείᾳ διατελῶν Πρεσβύτερος. Συνεννοήθηκαν λοιπὸν μεταξύ τους οἱ Γνήσιοι Ὀρθόδοξοι τῶν Ἀθηνῶν καὶ τῶν γύρω περιοχῶν, νὰ ἑορτάσουν τὴν ἑορτὴ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ μὲ ἀγρυπνία στὸ ἐκκλησάκι τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου στὸν Ὑμηττό.


Τὸ ἑσπέρας τῆς 13ης Σεπτεμβρίου τοῦ ἔτους 1925 (π.ἡ.), ἄρχισαν νὰ μαζεύονται στὸ ἐξωκκλήσι τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, πιστοὶ ἀπὸ διάφορα μέρη τῆς εὐρύτερης περιοχῆς μέχρι καὶ ἀπό τὴν Σαλαμίνα καὶ τὴν Ἐλευσίνα, ἀλλὰ καὶ ἄλλα μέρη.


λλωστε τὸ ἐξωκκλήσι αὐτὸ ἦταν τὸ συνηθισμένο μέρος ὅπου ἐκκλησιάζονταν οἱ Γνήσιοι Ὀρθόδοξοι τὶς Κυριακὲς καὶ τὶς μεγάλες ἑορτές. Ὅπως ἦταν φυσικό, αὐτὸ δὲν μποροῦσε νὰ μείνει μυστικὸ γιὰ πολύ. Οἱ διωκτικὲς ἀρχές τὸ ἔμαθαν καὶ ἔστειλαν μία διμοιρία ἀνδρῶν τῆς χωροφυλακῆς προκειμένου νὰ συλλάβουν τὸν ἱερέα καὶ νὰ διαλύσουν τὴν σύναξη τῶν πιστῶν.


Πλὴν ὅμως, ὁ ἀριθμός τῶν πιστῶν ἦταν μεγάλος. Περισσότερα ἀπὸ 2.000 πρόσωπα τοὺς ὑπολόγισαν ἡ διωκτικὲς ἀρχές, ὁπότε μὴ δυνάμενοι ἐκ τῶν πραγμάτων οἱ χωροφύλακες νὰ πράξουν κατὰ τὶς ἐντολές τους, στάθηκαν σὲ μία ἄκρη καὶ παρακολουθοῦσαν εὐλαβικά τὴν ἀγρυπνία.


Γύρω στὶς 23:30΄, ἐνεφανίσθη ἐπάνω ἀπό τὸ ἐκκλησάκι ἕνας φωτεινὸς λευκὸς σταυρὸς ὁ ὁποῖος φώτιζε ὡσὰν ἠλεκτρικὸς προβολέας τὸ ναΐδριο καί τοὺς πιστοὺς γύρω του. Τότε οἱ πιστοὶ ἔξω ἀπό τὸ ἐκκλησάκι ἄρχισαν νὰ ἀναφωνοῦν: «ὁ Σταυρός, ὁ Σταυρός».


Αὐτοὶ ποὺ ἦταν μέσα στὸ ἐκκλησάκι ἄκουγαν τὶς φωνὲς καὶ νόμιζαν ὅτι οἱ ἀπὸ ἔξω φώναζαν: «ὁ στρατός, ὁ στρατός», καὶ ἔσπευσαν νὰ ἐνδύσουν τὸν ἱερέα μὲ κουλουριώτικα ροῦχα καὶ μαντήλα γιὰ νὰ τὸν προφυλάξουν ἀπό τὴν ἀπειλούμενη σύλληψη. Μετὰ ἀπὸ λίγο διαπίστωσαν ὅτι δὲν ἦταν ὁ στρατὸς ἀλλά τὸ θαῦμα τῆς ἐμφανίσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ.


Αὐτὸ τὸ θαῦμα τὸ εἶδαν καὶ οἱ ἄνδρες τῆς χωροφυλακῆς καί, ὅπως δήλωσε ἕνας ἐξ᾽ αὐτῶν, ὅλοι κατέθεσαν ἐνόρκως περιγράφοντας αὐτὸ τὸ ὁποῖο εἶδαν, ἀλλὰ τὸ γεγονὸς ἀποσιωπήθηκε.


τότε Ὑπουργὸς Ἐσωτερικῶν ἀρνήθηκε τὴν δημοσιοποίηση τῶν καταθέσεων. Ἀλλά τὸ γεγονὸς δὲν μποροῦσε νὰ μείνει κρυφό. Δὲν ἦταν ὁρατὸ μόνον ἀπό τὸ ἐκκλησάκι τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου στὸν Ὑμηττό. Ἀκόμη καὶ ἀπό τὸ κέντρο τῶν Ἀθηνῶν ἦταν ὁρατὸ τὸ φαινόμενο. Ὁ ὁδηγός τοῦ τρὰμ, ἀείμνηστος Ἀθανάσιος Πριμάλης, ἔκανε ἐκείνη τὴν ὥρα τὸ τελευταῖο δρομολόγιο καὶ βρισκότανε στὴν πλατεία Ὁμονοίας.


Κάποιοι ἐπιβάτες εἶδαν τὸν Τίμιο Σταυρὸ καὶ ἄρχισαν νὰ φωνάζουν. Τότε ἔβγαλε κι ἐκεῖνος τὸ κεφάλι του ἔξω ἀπό τὸ παράθυρο τοῦ τρὰμ καὶ εἶδε καὶ αὐτός τὸν Τίμιο Σταυρὸ καὶ ἀπὸ τότε αὐτὸς καὶ ἡ οἰκογένεια τοῦ ἐντάχθηκαν στὴν Ἐκκλησία τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν.


Τὸ θαῦμα αὐτὸ δὲν μποροῦσε νὰ ἀποκρυβεῖ παρὰ τὶς προσπάθειες τῶν καινοτόμων. Γι᾽ αὐτό, μετὰ ἀπὸ ἕνα ἔτος, τὸ 1926, στὸ ἐπίσημο ὄργανο τῆς συνόδου τῆς νεοημερολογιτικῆς Ἐκκλησίας ἐμφανίστηκε ἕνα ἄρθρο μὲ τίτλο: «Τὸ ὅραμα τὸν παλαιοημερολογιτῶν». Ἐκεῖ ἀνέφεραν ὅτι, ὅταν ἔγινε ἡ πρώτη ἐμφάνιση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἦταν ἄπιστος.


ταν ἔγινε ἡ δεύτερη ἐμφάνιση στὰ Ἱεροσόλυμα, ἐμφανίστηκε γιὰ νὰ πεισθοῦν οἱ Ἰουδαῖοι καὶ οἱ αἱρετικοὶ ποὺ ἦταν παρόντες. Ἄρα καὶ τώρα: «διὰ νὰ φανῇ εἰς παλαιοημερολογῖτας, ἐὰν πράγματι ἐφάνη, σημαίνει ὅτι ἦτο μαρτυρία Θεοῦ ὅτι εὑρίσκονται ἐν μεγάλῃ πλάνῃ»!


Σήμερα τὸ ἐκκλησάκι αὐτὸ ἔχει μετατραπεῖ σὲ γυναικεία μονὴ τῆς νεοημερολογιτικῆς ἐκκλησίας. Ἐκεῖ, ὑπάρχει καὶ ἡ εἰκόνα τοῦ θαύματος τῆς Τρίτης ἐμφανίσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Ὅπως, ὅμως, ἀναφέρουν προσκυνητὲς ποὺ ἔχουν ἐπισκεφθεῖ τὴν Μονή, οἱ μοναχὲς ἀναφέρουν ὅτι τὸ θαῦμα ἔγινε ἐπειδὴ ἦταν τότε ἡ ἑορτή τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου μέ τὸ νέο ἡμερολόγιο.


Βέβαια, ἡ ἑορτή τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου εἶναι στὶς 26 Σεπτεμβρίου, ὁπότε ἡ ἑορτή τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου μέ τὸ νέο ἡμερολόγιο συμπίπτει μέ τὴν παραμονή τῆς ἑορτῆς τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου σταυροῦ μέ τὸ παλαιὸ ἡμερολόγιο.


λλὰ, ὅπως εἶναι γνωστό, ἀπό τὸ ἑσπέρας τῆς κάθε ἡμέρας εἰσερχόμεθα ἑορτολογικῶς στὴν ἑορτὴ τῆς ἑπομένης ἡμέρας. Συνεπῶς, ὅταν ἔγινε τὸ θαῦμα, δὲν ἑόρταζαν οὔτε οἱ νεοημερολογῖτες τὴν ἑορτή τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου.


Δὲν ἀντέχει στὴν λογικὴ ὁ ἰσχυρισμός τῶν νεοημερολογιτῶν ὅτι ὁ Τίμιος Σταυρὸς ἐμφανίσθηκε στοὺς παλαιοημερολογῖτες κατὰ τὴν ἑορτὴ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ μέ τὸ παλαιὸ ἡμερολόγιο γιὰ νὰ τοὺς ὑποδείξει ὅτι βρίσκονται στὴν πλάνη!


Γι’ αὐτὸ ὅσο καὶ ἂν προσπάθησαν νὰ κρύψουν, ἢ καὶ νὰ διαστρέψουν τὴν ἀλήθεια, τὸ μήνυμα τοῦ θαύματος ἔγινε ἀντιληπτὸ ἀπὸ τοὺς καλοπροαιρέτους νεοημερολογῖτες, οἱ ὁποῖοι ἔτυχε νὰ δοῦν αὐτὸ τὸ θαῦμα, καὶ οἱ ὁποῖοι ἐντάχθηκαν στὴν Ἐκκλησία τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, ὅπως ὁ ἀείμνηστος ὁδηγός τοῦ τρὰμ Ἀθανάσιος Πριμάλης ποὺ προαναφέρθηκε.


Διά τοῦτο, λοιπόν, ἐπαξίως σήμερα εὐφραινόμεθα ψάλλοντες:


«Λίαν εὔφρανας τούς ὀρθοδόξους,
καί κατήσχυνας τούς καινοτόμους,
ἐν οὐρανῷ διαλάμψας τρισόλβιε,
τῶν εὐσεβούντων φωτίσας τήν σύναξιν,
ἑορταζόντων τή Θείαν σου ὕψωσιν.
Σταυρὲ Τίμιε, τὸ φῶς Σου ἡμῖν κατάπεμψον
στηρῖζον ἀληθείᾳ γνησιόφρονας.



Εκκλησία Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών


ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

 



Κυριακή Μετά την Ύψωση, Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Μάρκ. η΄ 34

Εἶπεν ὁ Κύριος· Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν, καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι. Ὃς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ᾿ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν, ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ Εὐαγγελίου, οὗτος σώσει αὐτήν. Τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον, ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ; ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ; Ὃς γὰρ ἐὰν ἐπαισχυνθῇ με, καὶ τοὺς ἐμοὺς λόγους ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ μοιχαλίδι καὶ ἁμαρτωλῷ, καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτὸν ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ τοῦ Πατρὸς αὐτοῦ μετὰ τῶν Ἀγγέλων τῶν ἁγίων. Καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὅτι εἰσί τινες τῶν ὧδε ἑστηκότων, οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει.




ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΗ: «Η ΥΨΙΣΤΗ ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ»


ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΒΟΙΩΤΙΑΣ κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ: ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ (2023)


ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ: ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΥΤΑΠΑΡΝΗΣΗ ΠΟΥ ΟΔΗΓΕΙ ΣΤΗ ΣΩΤΗΡΙΑ


ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΗ: ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ: ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ


ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΛΑΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΛΑΤΑΜΩΝΟΣ κ. ΚΛΗΜΕΝΤΟΣ: ΚΥΜΑΤΙΖΕΙ ΣΤΗΝ ΨΥΧΗ ΜΑΣ Ο ΣΤΑΥΡΟΣ Ή ΕΧΕΙ ΠΑΤΗΘΕΙ;


Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΝ


ΟΡΘΡΟΣ ΚΑΙ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ (2023)


ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΙΝ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ: ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ: ΟΜΙΛΙΑ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΛΗΘΟΥΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ


ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ: Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΥΤΑΠΑΡΝΗΣΗ ΠΟΥ ΟΔΗΓΕΙ ΣΤΗ ΣΩΤΗΡΙΑ


ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΗ: ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ


ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΗ: «ΤΙ ΣΥΜΒΟΛΙΖΕΙ Ο ΣΤΑΥΡΟΣ»


ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΒΟΙΩΤΙΑΣ κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ: ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ (2024)


ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΙΝ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ: ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ: ΟΜΙΛΙΑ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΛΗΘΟΥΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ





Η Ευαγγελική περικοπή της Θείας Λειτουργίας.

Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον Κεφ. Η. 34 – 38, θ. 1.


«Τω καιρώ εκείνω, προσκαλεσάμενος ο Ιησούς τον όχλον συν τοις μαθηταίς αυτού είπεν αυτοίς: όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν, και αράτω τον σταυρόν αυτού, και ακολουθείτω μοι. Ος γαρ αν θέλη την ψυχήν αυτού σώσαι, απολέσει αυτήν· ος δ’ άν απολέση την εαυτού ψυχήν ένεκεν εμού και του ευαγγελίου, ούτος σώσει αυτήν. Τί γάρ ωφελήσει άνθρωπον εάν κερδήση τον κόσμον όλον, και ζημιωθή την ψυχήν αυτού; Ή τί δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής αυτού; Ος γαρ εάν επαισχυνθή με και τους εμούς λόγους εν τη γενεά ταύτη τη μοιχαλίδι και αμαρτωλώ, και ο Υιός του ανθρώπου επαισχυνθήσεται αυτόν όταν έλθη εν τη δόξη του Πατρός αυτού μετά των αγγέλων των αγίων. Και έλεγεν αυτοίς: αμήν λέγω υμίν ότι εισί τινες των ώδε εστηκότων, οίτινες ου μη γεύσωνται θανάτου, έως αν ίδωσι την βασιλείαν του Θεού εληλυθυίαν εν δυνάμει».


Απόδοση:


Ο Ιησούς κάλεσε τότε τον κόσμο μαζί με τους μαθητές του και τους είπε: «Όποιος θέλει να με ακολουθήσει, ας απαρνηθεί τον εαυτό του, ας σηκώσει το σταυρό του κι ας με ακολουθεί. Γιατί όποιος θέλει να σώσει τη ζωή του θα τη χάσει· όποιος όμως χάσει τη ζωή του εξαιτίας μου και εξαιτίας του ευαγγελίου, αυτός θα τη σώσει. Τί θα ωφεληθεί ο άνθρωπος, αν κερδίσει ολόκληρο τον κόσμο αλλά χάσει τη ζωή του; Τί μπορεί να δώσει ο άνθρωπος αντάλλαγμα για τη ζωή του; Όποιος, ζώντας μέσα σ’ αυτή τη γενιά την άπιστη κι αμαρτωλή, ντραπεί για μένα και για τη διδασκαλία μου, θα ντραπεί γι’ αυτόν και ο Υιός του Ανθρώπου, όταν έρθει με όλη τη λαμπρότητα του Πατέρα του, μαζί με τους αγίους αγγέλους». Τους έλεγε ακόμη ο Ιησούς: «Σας διαβεβαιώνω πως υπάρχουν μερικοί ανάμεσα σ’ αυτούς που βρίσκονται εδώ, οι οποίοι δε θα γευτούν το θάνατο, πριν δουν να έρχεται δυναμικά η βασιλεία του Θεού». (Επιμέλεια κειμένου: Νικολέτα – Γεωργία Παπαρδάκη) Ομιλία του Αγίου Νεκταρίου Επισκόπου Πενταπόλεως, περί της αληθούς ελευθερίας «Ει τις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι».


Ο άνθρωπος, πλασμένος για να εικονίζει μικρογραφικώς επί της γης την απειρομεγέθη εικόνα του Θείου Δημιουργού, ήταν απαραίτητο να είναι προικισμένος με τις ιδιότητες του Θεού, ώστε να έχει την αναφορά του σ’ Αυτόν. Ως εικόνα του Θεού, ο άνθρωπος έπρεπε να είναι oν αυτοσυνείδητον, ελεύθερον και αυτεξούσιον, διότι oν χωρίς συνείδηση της υπάρξεώς του, χωρίς ελευθερία, χωρίς εξουσίαν επί του εαυτού του, είναι ανάξιο της υψηλής αυτής κλήσεως, του υψηλού αυτού προορισμού που του επεφύλαξε η μεγάλη βουλή του Θείου Δημιουργού. Η ελευθερία άρα του ανθρώπου είναι αναγκαία συνέπεια της μεγάλης αποστολής του, της διαπλάσεώς του και της παρουσίας του μέσα στον κόσμο, και επομένως προσόν αναγκαίον και σεβαστόν.


Χωρίς την ελευθερίαν ο άνθρωπος θα ήταν ισότιμος με τα λοιπά ζώα, η δουλεία θα υπέτασσε τις ενέργειές του, και θα οδηγούσε τις σκέψεις του μέσα σε έναν περιορισμένον κύκλον, όπου θα περιεστρέφετο. Οι ιδέες του καλού και του αγαθού θα ήσαν άγνωστοι σ’ αυτόν, θα αγνοούσε τι είναι αισχρόν, τι κακόν, τι ψευδές, και δεν θα είχε εξουσίαν αυτενεργείας, δυνατότητα να εξέλθει από τον περιορισμένον κύκλο των εμφύτων ορμών. Η άγνοια του καλού, του αγαθού, του αληθινού θα καθιστούσε τον άνθρωπον ένα oν ανήθικον, θα διέγραφε την ηθικήν ως λέξιν εστερημένην νοήματος, αφού οι πράξεις του θα ήσαν ηθικώς αδιάφοροι, και γι’ αυτό, αχαρακτήριστοι. Η αδιαφορία αυτή και ομοιότης του χαρακτήρος των πράξεων δεν θα διήγειρε καμμίαν αίσθησιν ή εντύπωσι στον νου και στην καρδία του ανθρώπου· η έλλειψις αυτή θα καθι­στούσε την μεν καρδίαν ασυνείδητον, τον δε νου νωθρό και αδρανή·


η ασυνειδησία και η νωθρότης θα επέπιπταν ως σκιερά νέφη και θα εκάλυπταν την θαυμαστήν εικόνα του θείου Δημιουργού, που τόσο λαμπρώς και θαυμασίως εκαλλιτεχνήθη από το δημιουργικόν του χέρι, στην οποία διαλάμπει η αγαθότης, η σοφία και η δύναμίς του και θα τον ημπόδιζαν να ιδή και να γνωρίση τον Πλάστην του και Δημιουργόν του σύμπαντος. Θα αγνοούσε τον Θεόν και τα θεία ιδιώματά του και έτσι η δημιουργία ουδέποτε θα εδόξαζε, θα υμνούσε, θα έψαλλε και θα ευχαριστούσε με επίγνωσι και συνείδησι τον Θεόν.


Ο άνθρωπος επλάσθη για να εικονίζει τον Θεόν επί της γης. Ο Θεός τον έκαμεν oν νοερόν και αυτεξούσιον για να πράττει το θέλημα Αυτού, το οποίον έγραψε μέσα στην καρδίαν του, και το κατέστησε και ιδικόν του θέλημα. Σκοπός της διαπλάσεώς του ήταν να γνωρίσει η δημιουργία τον Θεόν. Επλάσθη λοιπόν για να γνωρίσει τον Πλάστην και Δημιουργόν του, επλάσθη για να υψούται προς τον Θεόν, για να δοξάζει τον Θεόν· επλάσθη με σκοπόν η δημιουργηθείσα κτίσις να αινή ενσυνειδήτως τον θείον Δημιουργόν της. Το αυτεξούσιόν του λοιπόν, το νοερόν και το ηθικώς ελεύθερον, του εδόθησαν για να εκπληρώνει τον μέγα προορισμόν του, την μεγάλην αποστολή του, να συνδέει την γη με τον Ουρανό και να μην αποκλίνει δεξιά ή αριστερά, αλλά να βαδίζει την ευθείαν οδό, πράττοντας μόνο το αγαθόν, το εγγεγραμμένον στην καρδία του, το οποίον και αυτός ορμεμφύτως αγαπά. Διότι αλλιώς, εάν αποκλίνει από τον προορισμό του, γίνεται ανελεύθερος και «εξομοιούται τοις κτήνεσι τοις ανοήτοις» (Ψαλμ. μη’ 12, 20). Ο άνθρωπος είναι αληθώς ελεύθερος πριν απομακρυνθεί από το αγαθόν, και ενόσω συνταυτίζει την θέλησή του προς το θέλημα του Θεού. Όμως ευθύς ως αποκλίνει από την ευθείαν, αποβαίνει όντως ανελεύθερος, η ελευθερία του πλέον είναι ψευδής επίδειξις ψευδούς ελευθερίας.


Η ελευθερία του ανθρώπου, όταν υποτάσσεται στον νόμο του Θεού, δεν περιορίζεται, διότι Αυτός, ως θείος, είναι άπειρος, το δε άπειρον όχι μόνον δεν περιορίζει την ελευθερία, αλλά την συνεκτείνει και την συναυξάνει, όταν ο άνθρωπος τον ακολουθεί. Αιτιολογώντας το καθήκον που έχει ο άνθρωπος να ακολουθεί το θέλημα του Θεού, ο φιλόσοφος και μάρτυς Ιουστίνος μας συμβουλεύει: «Ο Θεός εποίησε τον άνθρωπον ελεύθερον και αυτεξούσιον, ώστε αυτό που από ιδικήν του υπαιτιότητα έχασε, με την αμέλεια και την παρακοήν του, να του το δωρίσει πάλιν ο Θεός διά φιλανθρωπίας και ελεημοσύνης, εάν ο άνθρωπος υπακούσει σ’ Αυτόν. Όπως δηλαδή ο άνθρωπος παρήκουσε και επέφερε στον εαυτόν του τον θάνατον, έτσι και εάν υπακούσει στο θέλημα του Θεού, ημπορεί να κερδίσει την αιώνιο ζωή. Διότι ο Θεός μας έδωσε εντολές άγιες, τις οποίες όποιος τηρήσει ημπορεί να σωθεί, και επιτυγχάνοντας την ανάσταση, να κληρονομήσει την αφθαρσίαν». Γι’ αυτόν λοιπόν τον λόγον ο άνθρωπος οφείλει να φυλάττει με ευλάβεια τον νόμο του Θεού, και να πράττει το θέλημα Αυτού, διότι ως εικόνα του Θεού είναι υποχρεωμένος να εκπληρώνει τον σκοπόν της επί γης αποστολής του. Αλλιώς μέλλει να κατακριθεί ως παραβάτης των καθηκόντων του, επειδή ελησμόνησε την αποστολήν του, και εξ αιτίας της αμελείας του έκαμε κακήν χρήσιν του αυτεξουσίου, και παρεδόθη στα πάθη και τις επιθυμίες.


Το αυτεξούσιον του ανθρώπου είναι βεβαίως ανεπηρέαστον· ο βαθμός της ελευθερίας αυτού καταδεικνύεται από τον τρόπο με τον οποίον ο Κύριος τον προσκαλεί: «Ει τις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν…». Ο Σωτήρ καλεί τον άνθρωπον οπίσω του και τον αφήνει ελεύθερον να αποφασίση περί του σπουδαιότατου τούτου ζητήματος, να τον ακολουθήση ή να πάρη τον ιδικόν του δρόμο. Ήλθε για να σώση τον άνθρωπο και όμως δεν παραβιάζει το αυτεξούσιον αυτού. Τον προσκαλεί να λάβη ενεργόν μέρος στην σωτηρίαν του και όμως δεν επηρεάζει καθόλου το αυτεξούσιον αυτού.


Από την μελέτη της ιστορίας της απολυτρώσεως βλέπουμε τον Υιόν του Θεού γινόμενον άνθρωπον υπέρ της σωτηρίας του ανθρώ­που, πορευόμενον προς το εκούσιον Πάθος με σκοπόν να «άρη την αμαρτίαν του κόσμου» (Ιω. α’, 29), να βαστάση τους μώλωπες τους ιδικούς μας, να εκπληρώση το μέγα μυστήριον της Οικονομίας και να συμφιλιώση τον άνθρωπον με τον Θεόν, και εν τούτοις δεν παραβιάζει καθό­λου το αυτεξούσιον του ανθρώπου. Ιδού η κεκλεισμένη πύλη του Παραδείσου ανοίγεται και η πυρίνη ρομφαία, η οποία φυλάττει την είσοδον αυτού, απομακρύνεται και η φωνή του Δεσπότου προσκα­λεί τον άνθρωπο, που ήταν πριν αποκλεισμένος, να εισέλθη δια μέ­σου αυτής στον τόπο της καταπαύσεως· αυτός όμως αφήνεται ελεύθερος, αν θέλη να εισέλθη ή όχι.


Η επίσημος αναγνώρισις της ελευθερίας μας εκ μέρους του Σωτήρος, μας διδάσκει ότι η σωτηρία μας δεν πραγματούται μόνον από την απόλυτον ενέργεια της χάριτος του Θεού, αλλά και από την συγκατάθεση και την σύγχρονον ενέργεια του ανθρώπου.


Περί της αναγκαιότητος αυτής ιδού τι λέγουν οι σοφοί Πατέρες της Εκκλησίας· ο θείος Χρυσόστομος λέγει: «η χάρις, μολονότι είναι χάρις, σώζει όσους το θέλουν», και ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος λέγει: 


«Η σωτηρία πρέπει να προέλθει από την συνεργασία την ιδική μας με τον Θεόν». Ο δε Κλήμης ο Αλεξανδρεύς λέγει: «Όταν οι ψυχές το θέλουν, αποστέλλει και ο Θεός το Πνεύμα, αν όμως λείψει η προθυμία, συστέλλεται και το εκ Θεού Πνεύμα». Αλλά και ο ιερός Ιουστίνος λέγει: «Ο Θεός, ο οποίος έπλασε τον άνθρωπο χωρίς τον άνθρωπον, αδυνατεί να σώσει τον άνθρωπο χωρίς αυτός να το θελήσει». Αρα διδασκόμεθα ρητώς και σαφώς ότι οι παράγοντες της σωτηρίας είναι δύο: πρώτον η ελευθέρα θέλησις του ανθρώπου, και δεύτερον η χάρις του Θεού.


Επειδή όμως ο άνθρωπος είναι ον υλοπνευματικόν, μέσα του εμφανίζονται δύο θελήσεις με την ιδίαν μορφήν, ως ενδόμυχος έκφρασις του ενιαίου προσώπου, το οποίον θέλει να απολαύσει κάποιο πράγμα. Και μολονότι ως προς την μορφήν οι δύο θελήσεις του δεν διακρίνονται μεταξύ τους, διαφέρουν όμως πολύ εξ αιτίας της διαφοράς των υποστάσεων από τις οποίες λαμβάνουν την αρχή. Διότι το πνεύμα επιθυμεί τα του πνεύματος, η δε σάρξ τα της σαρκός. Γι’ αυτό η μία θέλησις εκφράζει το φρόνημα του πνεύματος, ενώ η άλλη το φρόνημα της σαρκός.


Η αντίθεσις των φρονημάτων γεννά αμοιβαίαν αντίσταση και σφοδράν διαπάλη, κατά την οποίαν η κάθε μία ζητεί να υπερισχύσει και να επιβάλει την ιδικήν της εξουσία. Στον αγώνα αυτόν, ο μεν έσω άνθρωπος επιθυμεί την νίκη του πνεύματος, ο δε έξω την νίκη του φρονήματος της σαρκός, το οποίον είναι θάνατος. Γι’ αυτό και ο Απόστολος Παύλος λέγει: «το μεν φρόνημα της σαρκός θάνατος, το δε φρόνημα του πνεύματος ζωή και ειρήνη» (Ρωμ. η’, 6). Όθεν σαρξ και πνεύμα πολεμούν μεταξύ τους· γι’ αυτό και ο Παύλος λέγει «η γαρ σαρξ επιθυμεί κατά του πνεύματος και το πνεύμα κατά της σαρκός» (Γαλ., ε’, 17)· και «το μεν φρόνημα της σαρκός» είναι «έχθρα προς τον Θεόν τω γαρ νόμω του Θεού ουχ υποτάσσεται· ουδέ γαρ δύναται… το δε φρόνημα του Πνεύματος κατά Θεόν εντυγχάνει υπέρ αγίων (μεσιτεύει υπέρ των χριστιανών)» (Ρωμ. η’, 7 και 27).


Για την συνύπαρξιν αυτή των δύο φρονημάτων και την φυσικήν συμπάθεια του ανθρώπου προς το φρόνημα του πνεύματος, ιδού τι λέγει ο Απόστολος Παύλος· «συνήδομαι γαρ τω νόμω του Θεού κατά τον έσω άνθρωπον (με ευχαριστεί πάρα πολύ)· βλέπω δε έτε­ρον νόμον εν τοις μέλεσί μου, αντιστρατευόμενον τω νόμω του νοός μου και αιχμαλωτίζοντά με τω νόμω της αμαρτίας τω όντι εν τοις μέ­λεσί μου» (Ρωμ. ζ’ 22-23). Αρα ο άνθρωπος εκ φύσεως δέχεται τον νόμο του Θεού, διότι με αυτόν τον νόμον ευχαριστείται ο έσω άνθρωπος, επειδή είναι ο νόμος ο ιδικός του, ο νόμος του νοός του· η δε θέλησις που εκφράζει το φρόνημα του πνεύματος, είναι η αληθής θέλησις του ανθρώπου, επειδή αυτή είναι σύμφωνος με τον νόμο του νοός του, τον σύμμορφον προς τον νόμο του Θεού, ο οποίος ευχαριστεί τον έσω άνθρωπον. Γι’ αυτό και ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέγει: «το αγαθόν είναι εκ φύσεως εραστόν και επιθυμητόν, φυσικώς πάντοτε αυτό επιθυμούμε. Κακόν δε είναι η παρά φύσιν επιθυμία, όταν επιθυμούμε κάτι διαφορετικόν από το εκ φύσεως επιθυμητόν».


Αλλά μολονότι η αληθής θέλησις είναι η θέλησις του πνεύματος, η επιθυμία δηλαδή του αγαθού, που είναι το φύσει επιθυμητόν, παραταύτα πολλές φορές αδυνατεί να υπερισχύση της αντιστάσεως της θελήσεως της σαρκός για τον λόγο που αναφέρει ο Απόστολος Παύλος· δια «τον νόμον της σαρκός, τον αιχμαλωτίζοντα τω νόμω της αμαρτίας». Για την επίδρασιν αυτήν του νόμου της σαρκός ο Απόστολος λέγει· «το θέλειν παράκειταί μοι (είναι στο χέρι μου), το δε κατεργάζεσθαι το καλόν ουχ ευρίσκω· ου γαρ ο θέλω ποιώ αγαθόν, αλλ’ ο ου θέλω κακόν τούτο πράσσω» (Ρωμ. ζ’, 20). Διότι ο έσω άνθρωπος θέλει μεν και επιθυμεί το αγαθόν ως οικείον, επιθυμητόν, ως συμφυές αγαθόν, ως ιδικόν του νόμον, αλλ’ ο νόμος της σαρκός, ο νόμος της αμαρτίας αντιστρατεύεται προς τις ενέργειες της αληθούς ελευθε­ρίας μας και παρεμποδίζει την εμφάνισι του αγαθού και μας υπαγο­ρεύει την εργασία του κακού· γι’ αυτό στην συνέχεια λέγει ο Από­στολος·


«ει δε ο ου θέλω εγώ τούτο ποιώ, ουκ έτι εγώ κατεργάζομαι αυτό, αλλ’ η οικούσα εν εμοί αμαρτία». Ώστε όντως το μεν αγαθόν είναι νόμος συμφυής και αληθής θέλησις του ανθρώπου, το δε κακόν είναι νόμος ετεροφυής, είναι κάτι το οποίον δεν έχει δημιουργηθή και είναι αντίθετο προς την αληθή θέλησι του ανθρώπου. Επομένως όταν ο άνθρωπος εργάζεται το αγαθόν, εργάζεται ελευθέρως και συμφώνως προς την θέλησι του έσω ανθρώπου και είναι αληθώς ελεύθερος· όταν όμως εργάζεται το κακόν, εργάζεται ανελευθέρως, διότι έχει υποταγή στον νόμο της αμαρτίας και είναι ανελεύθερος και δούλος της αμαρτίας. Συμφώνως προς τα ανωτέρω ελεύθερος είναι όποιος πράττει το αγαθόν, δούλος δε όποιος πράττει το κακόν· και αληθής μεν ελευθερία είναι η κυριαρχία του φρονήματος του πνεύματος η εργαζομένη το αγαθόν, ψευδής δε ελευθερία είναι η επικράτησις του φρονήματος της σαρκός, της κατεργαζομένης τα πονηρά.


Χαρακτηριστικόν της αληθούς ελευθερίας, δηλαδή της αληθούς ελευθέρας θελήσεώς μας, είναι η αγάπη του αγαθού, του καλού, του αληθούς, και η επίμονος παραμονή σ’ αυτήν την αγάπη. Ο έρως προς το αγαθόν είναι η έκφρασις του έσω ανθρώπου, του πνευματικού ανθρώπου, και η εξωτερίκευσις του αισθήματος που τον πλημμυρίζει. Ο έρως αυτός γεννάται από την ταυτότητα των υπαγορεύσεων της καρδίας, με τις υπαγορεύσεις του Θείου νόμου, ο οποίος έχει εγγραφεί μέσα στις καρδιές μας. Αυτό υπαινίσσεται και η Αγία Γραφή, όταν λέγει ότι ο Θείος νόμος εδόθη γραπτός μέσα στην καρδία του ανθρώπου (Ρωμ. β’ 14-15). Διότι ο Θεός διέπλασσε την καρδίαν ως έδραν της αγάπης του αγαθού· γι’ αυτό και εκ φύσεως αγαπά, ποθεί και ζητεί το αγαθόν και πώς ήταν δυνατόν να γίνη διαφορετικά, αφού η πρώτη εντύπωσις την οποίαν έλαβεν, ήταν η όψις του αγαθού, του άκρου αγαθού; Ναι· ήταν αδύνατον να γίνη διαφορετικά, διότι το αγαθόν άφησε στην καρδία τις πρώτες εντυπώσεις, τις οποίες εχάραξε βαθύτατα μέσα της και γι’ αυτό θα είναι αιώνιοι. Η αγάπη αυτή, η επιπόθησις και η επιζήτησις του θείου νόμου είναι που κά­νει τον Απόστολο Παύλο να ονομάζη τον νόμο που είναι γραμμένος μέσα στην καρδία νόμο του νοός του και να τον ταυτίζη με τον νόμο του Θεού.


Η γνώσις αυτή του χαρακτήρος της αληθούς μας θελήσεως μας καθιστά ικανούς να διαφυλάξωμε ανεπηρέαστον την εσωτερικήν μας ελευθερία και να ζήσωμε αληθώς ελεύθεροι· και αληθώς ελεύθε­ρος είναι όποιος διανοείται, θέλει και πράττει ελευθέρως. Χαρακτη­ριστικά της εσωτερικής ελευθερίας είναι η ηθική ανεξαρτησία, η αγαθότης, η αγνεία, η σεμνοπρέπεια, η ανδρεία, η ισχύς, το αήττητον, το ανένδοτον, το αυτοκρατορικόν και το αυτεξούσιον. Ο εσωτε­ρικώς ελεύθερος άνθρωπος κοσμείται με όλες τις αρετές· η ευσέβεια, η δικαιοσύνη, η αλήθεια και η σύνεσις τον καταστέφουν με στεφά­νους πλεγμένους με άνθη αμάραντα· ζώντας επάνω στην γην εικονί­ζει την εικόνα του θείου Δημιουργού του, το κάλλος της οποίας φέ­ρει μέσα του· η πορεία του είναι ευθεία, το πολίτευμά του στον ου­ρανό· ανυψώνεται από τα γήινα και γίνεται αιθέριος και ουρανοβάμων· και, συνενούμενος με τον χορόν των αγγέλων υμνεί τον Θεόν, τον ποιητήν και πλάστην του.


Ο εσωτερικώς ανελεύθερος όμως άνθρωπος είναι πράγματι ανελεύθερος· διότι εάν η ηθική εξάρτησις είναι ηθική δουλεία, η δε ηθική δουλεία είναι ανελευθερία, έπεται ότι ο ηθικά, ο εσωτερικά δηλαδή ανελεύθερος άνθρωπος είναι πράγματι ανελεύθερος και δούλος του νόμου της αμαρτίας, αδύνα­τος να δραστηριοποιηθή προς κάποιο αγαθόν, υπαγορευόμενον από την αληθή εσωτερικήν του θέλησι. Αυτό που πράττει είναι σύμφωνο με την θέλησι και το φρόνημα της σαρκός και όχι προς την αληθή, εσωτερικήν του θέλησι. Η ψευδής αυτή ελευθέρα θέλησις ημπορεί να εξαπατήση και να παραπλανήση πολλούς επιπόλαιους ερευνητάς και να τους φέρη στην απώλεια. Τους πείθει πολλές φορές να δέχωνται τις προσταγές της, οι οποίες απορρέουν από τα ποικίλα πάθη και τις επιθυμίες της, ως υπαγορεύσεις της αληθούς ελευθέρας θελή­σεώς των και ως εκφράσεις του έσω ανθρώπου, της πνευματικής δη­λαδή φύσεως. Ο ανελεύθερος εσωτερικά άνθρωπος μολύνει την εικόνα του Θεού και «άνθρωπος ων εν τιμή, εξομοιούται τοις κτήνεσι τοις ανοήτοις» (Ψαλμ. μη’ 12, 20), ατιμάζεται, ταπεινώνεται και διαφθείρεται.


Χαρακτηριστικόν της ψευδούς ελευθερίας είναι η αγάπη του νό­μου της αμαρτίας, η ηθική εξάρτησις, η ηθική αιχμαλωσία, η κακία, η ενοχή, η υπερηφάνεια, η αλαζονεία, η αναίδεια, η δειλία, το θρά­σος, η ανανδρία, η ήττα, η εξαχρείωσις, η ασέβεια, η αδικία, το ψεύδος, η ασυνεσία και οι λοιπές κακίες οι οποίες κατακηλιδώνουν και εξευτελίζουν τον άνθρωπον. Τον τρόπο με τον οποίον ημπορούμε να διατηρήσωμε τους εαυτούς μας αληθώς ελευθέρους, μας τον υπέδειξεν ο ίδιος ο Σωτήρ ημών, όταν είπε: «ος γαρ αν θέλει την ψυχήν αυτού σώσαι, απολέσει αυτήν. Ος δ’ αν απολέσει την ψυχήν αυτού ένεκεν εμού, ευρήσει αυτήν». Δηλαδή εδίδαξε ότι μόνο με την αυταπάρνησιν ημπορούμε να σωθούμε. Και αληθώς, για να γίνωμε αληθώς ελεύθεροι, είναι ανάγκη να απαρνηθούμε τους εαυτούς μας, και να σηκώσωμε στους ώμους τον σταυρόν και να ακολουθήσωμε τον Υιόν του Θεού, ο οποίος μας καλεί για να μας ελευθερώσει. «Εάν ουν ο Υιός ελευθερώσει υμάς, όντως ελεύθεροι έσεσθε» λέγει ο Σωτήρ και ελευθερωτής μας. Και πάλιν: «Εάν υμείς μείνητε εν τω λόγω τω εμώ, αληθώς μαθηταί μου εστέ, και γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς» (Ιω. η’ 36 και 31-32).Α


Άρα αποβαίνουμε ελεύθεροι όταν ακούμε με προσοχήν το κήρυγμα του Σωτήρος, μένουμε σ’ αυτό, σηκώνουμε στους ώμους τον σταυρόν και τον ακολουθούμε. Και απαρνούμεθα τους εαυτούς μας, όταν αποτασσόμεθα τον νόμο της σαρκός μαζί με τα πάθη και τις επιθυμίες, και σηκώνουμε τον σταυρόν, υπομένοντας κάθε κακοπάθεια υπέρ του νόμου του Θεού. Ο τρόπος, δηλαδή, να διαμείνωμε ελεύθεροι είναι: κατάπαυσις του θελήματος της σαρκός, ενέργεια του θελήματος του πνεύματος, και υποταγή του κατωτέρου στο ανώτερον. Κατά ταύτα οφείλει ο άνθρωπος να φροντίση και να εργασθή για την σωτηρία του· διότι διαφορετικά διατρέχει τον έσχατον κίνδυνον της απωλείας· επειδή τίποτε κοινόν δεν υπάρχει μεταξύ φωτός και σκότους, μεταξύ αγαθού και κακού. Η αμαρτία, η οποία έχει διαφθείρει τον άνθρωπον, είναι σκότος και κακόν μέγιστον, ως αντιστρατευομένη προς το θέλημα του Θεού. Η εσωτερική ελευθερία του καταλογίζει κάθε παρεκτροπήν ως αμαρτία, η δε αμαρτία απομακρύνει τον άνθρωπον από τον Θεόν.


Η ελευθερία όσο μέγα αγα­θόν είναι, τόσο μεγάλες επιβάλλει και τις ευθύνες. Ο εσωτερικώς ε­λεύθερος οφείλει να αποβή άγιος· γι’ αυτό ο Θεός και στην Παλαιά και στην Νέα Διαθήκη εντέλλεται λέγοντας: «Αγιοι γίνεσθε, ότι εγώ άγιος ειμί» (Λευιτ. ια’, 14 και Α’ Πέτρ. α’ 16)· διότι πώς ημπορεί ο ανόσιος να κοινωνήση προς το Θείον; Και ο Σωτήρ επίσης εντέλλεται λέγοντας: «έσεσθε ουν υμείς τέλειοι ώσπερ ο Πατήρ υμών ο εν ουρανοίς τέλειός εστι» (Ματθ. ε’, 48)· διό­τι όπως είναι ο Πατήρ, τον οποίον επικαλούμεθα, τοιαύτα κατ’ ανά­γκην πρέπει να είναι και τα τέκνα. Αγίους λοιπόν και τελείους μας θέλει ο Θεός, διότι μόνον οι άγιοι και τέλειοι είναι υιοί του Πατρός του εν ουρανοίς, και μόνον αυτοί δικαιούνται να επικαλούνται με υιϊκήν στοργή τις χάριτες αυτού και αυτοί μόνοι κληρονομούν την ουράνιον Βασιλείαν. Γι’ αυτό και ο Απόστολος Παύλος έγραφε προς τους Κορινθίους· «ή ουκ οίδατε (δεν γνωρίζετε) ότι άδικοι βα­σιλείαν Θεού ου κληρονομήσουσι;


Μη πλανάσθε· ούτε πόρνοι, ούτε ειδωλολάτραι, ούτε μοιχοί, ούτε μαλακοί, ούτε αρσενοκοίται, ούτε κλέπται, ούτε πλεονέκται, ούτε μέθυσοι, ούτε λοίδοροι, ούχ άρπαγες, βασιλείαν Θεού ου κληρονομήσουσι» (Α’ Κορ. στ’, 9-11). Γι’ αυτό ο Σωτήρ μας προ­σκαλεί να απαρνηθούμε τους εαυτούς μας και να σηκώσωμε στον ώμο τον σταυρόν και να τον ακολουθήσωμε· «Ει τις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθήτω μοι»· αναγνωρίζει μεν την ελευθερία μας και το αυτεξούσιον, αλλά και αφήνει σ’ αυτά την σωτηρία μας. Ώστε, όποιος θέλει την σωτηρία του, οφείλει να εργασθή προς απόκτησιν αυτής, αλλιώς και αυτήν θα στερηθή και την απώλεια της αιωνίου ζωής δια της αμελείας και της ακηδίας θα παρασκευάση για τον εαυτόν του και την αιώνιον κόλασι θα κληρονομήση, από την οποίαν εύχο­μαι ο Θεός να μας λυτρώση όλους.


Είναι άρα αναπόδραστος ανάγκη να ακολουθήσωμε τον Κύριον. Διότι αν ο Υιός του Θεού μας ελευθερώσει, τότε θα είμεθα αληθώς ελεύθεροι. Ναι, αληθώς, μόνον ο Υιός του Θεού ημπορεί να μας ελευθερώσει, διότι αυτός είναι η ελευθερία. «Ο δε Κύριος το Πνεύμά εστιν ου δε το Πνεύμα Κυρίου, εκεί ελευθερία», λέγει ο Απόστολος Παύλος (Β’ Κορ. γ’, 17)· μόνον εάν ακολουθούμε τον Σω­τήρα ημπορούμε να μείνωμε ελεύθεροι και να απαλ­λαγούμε από την δουλεία της αμαρτίας· «πας ο ποιών την αμαρτίαν δούλός εστι της αμαρτίας» (Ιω. η’, 34). Εάν λοιπόν θέλωμε να είμεθα ελεύθεροι, οφεί­λουμε να ακολουθούμε τον Σωτήρα Χριστόν.



*20ος αιών – Από τις ομιλίες του Αγίου Νεκταρίου «Περί επιμελείας ψυχής». Επειδή ο όρος «ηθική ελευθερία» που χρησιμοποιεί ο άγιος έχει σήμερα διαφορετική έννοια, τον μεταφέρουμε εδώ ως εσωτερική ελευθερία ή απλώς ελευθερία – Από το βιβλίο «Πατερικόν Κυριακοδρόμιον», σελ. 585-594.


Παρασκευή 26 Σεπτεμβρίου 2025

Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ




Η Ύψωση του Τιμίου Σταυρού εορτάζεται με λαμπρότητα κάθε χρόνο στις 14 Σεπτεμβρίου. Την μέρα αυτή γιορτάζεται η διπλή ανεύρεση του Σταυρού πάνω στον οποίο μαρτύρησε ο Χριστός μας. Η Αγία Ελένη, το 326 μ.Χ. πήγε στην Ιερουσαλήμ για να προσκυνήσει τους Αγίους Τόπους και να ευχαριστήσει τον Θεό για τους θριάμβους του γιου της, Μεγάλου Κωνσταντίνου. Ο Θείος ζήλος, όμως, έκανε την Αγία Ελένη να αρχίσει έρευνες για την ανεύρεση του Τιμίου Σταυρού. Επάνω στο Γολγοθά υπήρχε ειδωλολατρικός ναός της θεάς Αφροδίτης, τον οποίο γκρέμισε και άρχισε τις ανασκαφές. Ύστερα, η Αγία Ελένη οδηγήθηκε στην εύρεση του Τιμίου Σταυρού από ένα αρωματικό φυτό που φύτρωνε στο μέρος εκείνο, τον γνωστό μας βασιλικό. Ύστερα από επίπονες ανασκαφές βρέθηκαν τρεις σταυροί, του Κυρίου και των δύο ληστών. Ο επίσκοπος Ιεροσολύμων Μακάριος, αφού έκανε δέηση, άγγιξε στους σταυρούς το σώμα μιας ευσεβέστατης κυρίας που είχε πεθάνει. Όταν ήλθε η σειρά και άγγιξε τον τρίτο σταυρό, που ήταν πραγματικά του Κυρίου, η γυναίκα αμέσως αναστήθηκε. 14 Σεπτεμβρίου του έτους 335: Ο Πατριάρχης Μακάριος ύψωσε τον Τίμιο Σταυρό στον Γολγοθά και τον τοποθέτησε στον ναό της Αναστάσεως. Την ημέρα του εορτασμού έως και σήμερα, στις Εκκλησίες μοιράζεται βασιλικός, ώστε οι πιστοί να θυμούνται τον τρόπο που βρέθηκε ο Τίμιος Σταυρός που μαρτύρησε ο Χριστός. Η επανάκτηση του Τιμίου Σταυρού 613 μ.Χ: Οι Πέρσες κυρίεψαν την Παλαιστίνη, λεηλάτησαν και κατέστρεψαν τα ιερά προσκυνήματα και πήραν ως λάφυρο τον Τίμιο Σταυρό. Αφού τον μετέφεραν στη χώρα τους, θεώρησαν τον Σταυρό μαγικό, εξαιτίας κάποιων θαυμάτων που έγιναν. 14 Σεπτεμβρίου 629: Ο αυτοκράτορας Ηράκλειος, μετά την οριστική νίκη του εναντίον των Περσών, ανέκτησε το ιερό σύμβολο της Χριστιανοσύνης και το μετέφερε αρχικά στην Κωνσταντινούπολη, όπου αποτέλεσε μέρος του θριάμβου του και στη συνέχεια στα Ιεροσόλυμα. Τελικά, η εκκλησία των Ιεροσολύμων θεώρησε ότι ο Σταυρός του Χριστού ανήκει σε όλη την χριστιανοσύνη και γι’ αυτό αποφάσισε να τεμαχίσει το Τίμιο Ξύλο και να το διανείμει σε όλη την Εκκλησία.




Ο ΠΑΝΑΓΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ ΠΡΟΕΡΧΕΤΑΙ...


ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΩΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΦΥΛΗΣ κ. ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ Β': ''Η ΜΩΡΙΑ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ''


ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ Β': ''ΤΟ ΒΙΩΜΑ ΤΟΥ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥ ΕΙΝΑΙ ΣΤΑΥΡΩΣΙΜΟ''


ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΛΑΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΛΑΤΑΜΩΝΟΣ κ. ΚΛΗΜΕΝΤΟΣ: Ο ΚΥΡΙΟΣ ΔΕΝ ΚΑΤΕΒΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟ. ΕΜΕΙΣ;


Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΠΟΥ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΕΙ


ΑΓΙΟΥ ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ: ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΥΨΩΣΙΝ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΚΑΙ ΕΙΣ ΤΗΝ ΑΓΙΑΝ ΑΝΑΣΤΑΣΙΝ 


ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΜΠΑΤΙΣΤΑΤΟΥ: ''Ο ΦΟΒΟΣ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ''


ΑΓΙΟΥ ΚΟΣΜΑ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ: ΤΟ ΣΗΜΕΙΟΝ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ, Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΚΑΙ Η ΔΥΝΑΜΙΣ ΤΟΥ


ΑΓΙΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΤΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΙΤΟΥ: ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑΝ ΥΨΩΣΙΝ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ


Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΥΨΩΣΙΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ - Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΘΑΝΑΤΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΦΟΒΕΡΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΙΟΥΔΑ


ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ


π. ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ: Η ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΚΑΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ


ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ: ΣΤΟΝ ΤΙΜΙΟ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟ ΣΤΑΥΡΟ


ΕΞΗΓΗΣΗ ΤΗΣ ΤΑΞΕΩΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ


ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΚΕΡΑΜΕΩΣ: ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗΝ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ


Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΥΨΩΣΙΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ - Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΟΣΑ ΣΥΝΕΒΗΣΑΝ ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΤΑΥΡΩΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ


ΣΤΑΥΡΟΣ Ο ΦΥΛΑΞ ΠΑΣΗΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΗΣ


ΑΓΙΟΥ ΦΙΛΑΡΕΤΟΥ ΤΗΣ ΡΩΣΙΚΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ: ΣΥΝΤΟΜΟ ΜΗΝΥΜΑ ΣΤΗΝ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ


ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ - ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ


ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΥ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΥ: Η ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ