ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Πέμπτη 14 Σεπτεμβρίου 2023

ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΗ: «ΤΙ ΣΥΜΒΟΛΙΖΕΙ Ο ΣΤΑΥΡΟΣ»



Ο σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ, ἀγαπητοί μου, εἶνε τὸ σύμβολο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο. Συνάπτει τὰ διεστῶτα, ἑνώνει Θεὸ καὶ ἄνθρωπο. Ἀλλ᾽ ἐνῷ ἑνώνει, συγχρόνως καὶ χωρίζει. Χωρίζει; Μάλιστα, χωρίζει. Τί χωρίζει; Προσέξτε, ἀγαπητοί μου, τὴ συνέχεια. Ἡ ἐσταυρωμένη ἀγάπη, ὁ Χριστός, ἐπιβάλλει ὑποχρεώσεις· θέλει ν᾿ ἀνταποκριθοῦμε στὴν ἀγάπη του, νὰ τὸν ἀγαπήσουμε φλογερά.


«μεῖς», λέει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, «ἀγαπῶμεν αὐτόν, ὅτι αὐτὸς πρῶτος ἠγάπησεν ἡμᾶς» (Α΄ Ἰω. 4,19). Καὶ πρώτη ἐκδήλωσις ἀγάπης πρὸς αὐτὸν εἶνε, νὰ μισήσουμε ἐκεῖνο ποὺ ὠδήγησε τὸν Κύριο στὸ σταυρό, δηλαδὴ τὴν ἁμαρτία. Ἡ ἁμαρτία μὲ τὶς ποικίλες μορφὲς καὶ διακλαδώσεις της, μὲ ἀγκυροβόλιο καὶ ὁρμητήριο τὴν καρδιὰ κάθε ἁμαρτωλοῦ, ξεκινᾷ κ᾽ ἐξαπλώνεται στὸ περιβάλλον, ἀποκτᾷ κι ἄλλους ὀπαδοὺς καὶ συνεργάτες, καὶ δημιουργεῖ αἰσχρὴ παράταξι, δικό της κόσμο ἄκοσμο, μέσα στὸν ὁποῖο κυρίαρχο στοιχεῖο εἶνε ἡ ἴδια. Αὐτὴ ἡ ἁμαρτία, ποὺ εἰσώρμησε ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ στὴν ἀνθρωπότητα,ἀφοῦ ὠργανώθηκε ἐπιτελικά, ἐσταύρωσε «τὸν Κύριον τῆς δόξης» (Α΄ Κορ.2,8).


ἁμαρτία, νά ὁ σταυρωτὴς τοῦ Κυρίου. Συνεπῶς, τὴν ἁμαρτία πρέπει νὰ μισήσουμε, γιατὶ εἶνε ὑπαίτιος γιὰ ὅλα τὰ κακά, καὶ νὰ ποῦμε·Θάνατος στὴν ἁμαρτία, θάνατος στὶς κακίες καὶ τὰ πάθη, ποὺ ἀποτελοῦν τὸν«παλαιόν ἄνθρωπον»! (῾Ρωμ. 6,6. Ἐφ. 4,22. Κολ. 3,9). Αὐτὸν πρέπει νὰ πολεμήσουμε, νὰ βιάσουμε, νὰ νεκρώσουμε,νὰ σταυρώσουμε, καὶ νὰ κάνουμε τὸν ἑαυτό μας ἀκίνητο καὶ ἀνενέργητο γιὰ τὸ κακό.


νέκρωσις τῆς κακίας μέσα μας εἶνε ὁ πρῶτος σταυρὸς ποὺ πρέπει νὰ σηκώσουμε καὶνὰ σηκώνουμε μέχρι τὴν τελευταία μας πνοή(βλ. Λουκ. 9,23) . Καὶ ἂν τὸ κακὸ ἀπ᾽ ἔξω ὀργανωθῇ καὶ ἐπιτεθῇ μὲ ὁρμὴ θηρίου, ὁ πιστὸς δὲν πρέπεινὰ ὑποχωρήσῃ οὔτε σπιθαμή, ἀλλὰ ν᾽ ἀντιτάξῃ γενναία ἀντίστασι, καὶ νά ᾽νε πρόθυμος γιὰ τὴν τήρησι τοῦ θείου θελήματος νὰ ὑποστῇ καὶ αὐτὸς σὲ μικρογραφία ὅσα ὑπέστη ὁ Κύριος γιὰ τὴ δική μας σωτηρία· νὰ ἐμπαιχθῇ, νὰἐμπτυσθῇ,νὰ μαστιγωθῇ, νὰ φορέσῃ ἀκάνθινο στεφάνι καὶ κόκκινη χλαμύδα, δηλαδὴ νὰ συνεχίσῃ στὴ σύγχρονη γενεὰ τὰ πάθη τοῦ Κυρίου, γιὰ νὰ ἔχῃ καὶ σ᾽ αὐτὸν ἐφαρμογὴ τὸ ῥητὸ τοῦ ἀποστόλου Παύλου· «περισσεύει τὰ παθήματα τοῦ Χριστοῦ εἰς ἡμᾶς» (Β΄ Κορ. 1,5).


Χριστὸς καὶ κόσμος εἶνε δύο κύριοι ἀσυμβίβαστοι· καὶ «οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν» (Ματθ. 6,24) . Ὁ κόσμος π.χ., ποὺ θεὸ ἔχει τὸ μαμωνᾶ, λέει· Καλὸ εἶνε τὸ λαμβάνειν, μὲ ὁποιοδήποτε μέσο καὶ τρόπο. Δόγμα του «Ἅρπαξε νὰ φᾶς καὶ κλέψε νά ᾿χῃς». Ἀντιθέτως ὁ Χριστὸς λέει· Μακάριον τὸ διδόναι, τὸ νὰ ἐλεῇς, νὰ συμμετέχῃς στὶς θλίψεις τῶν ἄλλων, νὰτοὺς ἀνακουφίζῃς καὶ νὰ τοὺς βοηθᾷς(βλ. Πράξ. 20,35). Μεταξὺ Χριστοῦ καὶ κόσμου, ἀγάπης καὶ μίσους, μεταδοτικότητος καὶ πλεονεξίας, ἐλεημοσύνης καὶ ἁρπαγῆς, τί σχέσι ὑπάρχει; Ὁ Χριστιανὸς πρέπει νὰ βαδίζῃ δρόμο ὄχι παράλληλο ἀλλὰ κάθετο πρὸς ἐκεῖνον ποὺ χαράζει γιὰ τοὺς ὀπαδούς του ὁ κόσμος· καὶ ἡ τομή, τὸ σημεῖο δηλαδὴ ἐκεῖνο τῆς ζωῆς στὸ ὁποῖο γίνεται ἡ σύγκρουσις τοῦ θεϊκοῦ μὲ τὸ ἀντίθεοφρόνημα, σχηματίζει ἀκριβῶς σταυρό.


που τομή, ἐκεῖ σταυρός. Ὅσες συγκρούσεις,τόσοι καὶ σταυροί. Οἱ Χριστιανοὶ ἀνακρίνουν, τέμνουν ψυχικὰ τὸν κόσμο, ἀλλὰ καὶ τέμνονται ἀπ᾿ αὐτὸν σωματικά. Ὁ πιστὸς δὲν πορεύεται σύμφωνα μὲ τὸ ῥεῦμα τοῦ κόσμου, ἀλλ᾿ ἐναντίον του, καὶ λέει στὸν ἀντίθεο κόσμο· Δὲν θὰ περάσῃς, δὲν θὰ μολύνῃς τὰ ὅσια καὶ τὰ ἱερὰ τῆς ψυχῆς μου! Πέφτω νεκρὸς ἀλλ᾿οὔτε σπιθαμὴ χριστιανικοῦ ἐδάφους δὲν σοῦπαραδίδω. Ἐδῶ εἶνε ἡ τομή, ἐδῶ εἶνε ὁ σταυρός μου, καὶ θὰ σταυρωθῶ γιὰ τὴν ἀλήθεια καὶ τὴ δικαιοσύνη.


Κόσμε, μὲ ὅλα τὰ θέλγητρα καὶ τὰ φόβητρα ποὺ διαθέτεις, ὡς πρὸς ἐμένα εἶσαι νεκρός. Καμμία ἐπίδρασι δὲν ἔχεις πάνω μου. Τί μπορεῖ νὰ μοῦ κάνῃ ἕνας νεκρός; Ἀλλὰ καὶ ἐγώ –τὸ ἁμαρτωλὸ ἐγώ, ὁ «παλαιὸς ἄνθρωπος»  ποὺ φέρουμε μέσα μας (ἔ.ἀ.) –, ὡς πρὸς τὸν κόσμο εἶμαι νεκρός . Νεκρὰ εἶνε τὰ μέλη μου· ἡ γλῶσσα μου δὲν λέει τὶς ματαιότητες τῶν ἀνθρώπων, τὰ μάτια μου δὲν βλέπουν τὰ πονηρά, τὰ αὐτιά μου δὲν ἀκοῦνε τὶς σειρῆνες τῆς ἁμαρτίας, τὰ χέρια μου δὲν ἁρπάζουν τὰ ξένα ἀγαθά, τὰ πόδια μου δὲν τρέχουν στοὺς διεστραμμένους δρόμους, ἡ καρδιά μου πρὸ παντὸς δὲν πάλλει γιὰ τὶς ἡδονὲς τοῦ κόσμου. Κόσμε, εἶμαι νεκρός. Βάλε ἕνα νεκρὸ μέσα σὲ χρυσάφι, ἐμπρὸς σὲ γαργαλιστικὰ φαγητὰ καὶ ποτά, σὲ θεάματα ἁμαρτωλῶν γυναικῶν· θὰ μείνῃ ἀκίνητος,ἀναίσθητος σὰν τὸ μάρμαρο. Κόσμε, τί ζητᾷς ἀπὸ μένα; Ἐγὼ εἶμαι νεκρὸς ὡς πρὸς ἐσένα.


τσι μιλάει ὁ Παῦλος· «Ζῶ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός» (Γαλ. 2,20) . Ἔτσι μιλοῦν οἱ πιστοὶποὺ ζοῦν τὴν ἐσταυρωμένη ζωή. «Οἱ τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις» (ἔ.ἀ. 5,24) . Ἀλλ᾿ ἐμεῖς; Πόσο μακριὰ εἴμαστε ἀπὸ τὴν ἐν Χριστῷ ζωή! Ὁ Κύριος εἶπε ἕνα τρομερὸ λόγο· «Ὃς οὐ λαμβάνει τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθεῖ ὀ πίσω μου, οὐκ ἔστι μου ἄξιος» (Ματθ. 10,38) . Ἑρμηνεύοντας τὸν λόγο αὐτὸν ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης τὸν 14ο αἰῶνα, λέει σ᾽ ἕνα κήρυγμά του πρὸς τὸν λαό· «Ὅταν μὲν εἶνε καιρὸς εἰρήνης τῆς κατ᾿ εὐσέβειαν, νεκρώνοντας διὰ τῆς ἀρετῆς ὁ ἄνθρωπος τὰ πονηρὰ πάθη καὶ τὶς ἐπιθυμίες σηκώνει ἔτσι τὸ σταυρό του καὶ ἀκολουθεῖ τὸν Κύριο.


ταν πάλι εἶνε καιρὸς διωγμοῦ, περιφρονώντας καὶ τὴ ζωή του καὶ θυσιάζοντάς την ὑπὲρ τῆς εὐσεβείας, σηκώνει ἔτσι τὸ σταυρό του καὶ ἀκολουθεῖ πίσω ἀπὸ τὸν Κύριο. Νὰ εἶσαι ἕτοιμος, χάριν τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς ἀληθείας τῶν δογμάτων νὰ δεχθῇς τὸν ἀτιμωτικὸ θάνατο». Σταυρός! Ἕνωσις μὲ τὸ Χριστό, χωρισμὸς ἀπὸ τὸν κόσμο ὄχι τοπικῶς ἀλλὰ τροπικῶς. Διότι μπορεῖ νὰ μένῃς στὴν ἔρημο, καὶ νὰ ἔχῃς στὴν καρδιά σου τὸν κόσμο· καὶ ἀντιθέτως, νὰ μένῃς στὴν πιὸ πολυθόρυβη πόλι, καὶ νὰ ἔχῃς στὴν καρδιά σου τὸν Χριστό.


Σύμβολο νεκρώσεως τῶν παθῶν ὁ σταυρός. Ἀλλὰ καὶ ζυγαριὰ ὁ σταυρὸς ποὺ μᾶς ζυγίζει. Ὅταν σταθοῦμε κάτω ἀπὸ τὸ σταυρὸ τοῦ Κυρίου καὶ σκεφθοῦμε σοβαρὰ τί ὑπέφερε ἐκεῖνος γιὰ τὴν σωτηρία μας, τί σταυρὸ σήκωσε, ὅταν ῥίξουμε ἕνα βλέμμα στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας καὶ δοῦμε τί ὑπέφεραν οἱ πιστοὶ δοῦλοι τοῦ Χριστοῦ, τί σταυροὺς σήκωσαν,τότε αἰσθανόμαστε τὸν ἑαυτό μας πολὺ μακριὰ ἀπὸ τὸ ἰδανικὸ τοῦ σταυροῦ. Τί ζῇ μέσα μας, ὁ Χριστός; Ἀλλὰ να «ἡ ἐπιθυμία τῆς σαρκὸς καὶ ἡ ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν καὶ ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου» (Α΄ Ἰω. 2,16) κυριαρχοῦν στὰ πρόσωπα, τὶς οἰκογένειες καὶ τὴν κοινωνία μας.


ἀγάπη τοῦ κόσμου κυριαρχεῖ στὶς διάνοιες καὶ τὶς καρδιές. Ἡ ἡδονὴ ἔγινε θεότης. Μιὰ ἐπιπόλαιη ζωή. Σωστὰ ἔγραψε ἕνα περιοδικό· «Τὸ χριστιανικὸ κήρυγμα τείνει νὰ συμβιβάσῃ τὸ φιλόκοσμο πνεῦμα τῶν χριστιανῶν μὲ τὶς ἀξιώσεις καὶ ἐπιταγὲς τῆς ἁγίας μας θρησκείας. Ὁ σταυρός, ποὺ ἀποτελεῖ σύμβολο διαρκοῦς θυσίας, παραμένει ὑψωμένος καὶ καθορᾶται σὰν ἁπλὸ σημεῖο Χριστιανισμοῦ ποὺ ἔχασε τὸ θεῖο περιεχόμενό του» (βλ. «Ἁγιορειτικὴ Βιβλιοθήκη», Βόλος 1952, σελ. 195-196 μτγλτ.).


Στὴν ἐποχή μας ἡ διαχωριστικὴ γραμμὴ μεταξὺ Χριστοῦ καὶ κόσμου τείνει νὰ ἐξαλειφθῇ. Ὅλα τὰ συγχωροῦμε, ὅλα τὰ ἀμνηστεύουμε, ὅλα ζητοῦμε νὰ τὰ συμβιβάσουμε μὲ τὴ συνείδησί μας. Τὴ θρησκεία τοῦ σταυροῦ ἔρχεται ν᾿ ἀντικαταστήσῃ ἡ «ἐθελοθρησκεία» (Κολ. 2,23), ἡ θρησκεία χωρὶς σταυρό, ἡ νέα κοσμικὴ θρησκεία, ἡ ὁποία διὰ ἱερέων καὶ πνευματικῶν της ἐκπροσώπων θὰ χαλαρώνῃ διαρκῶς τὰ ἡνία, καὶ τὸ ἀνθρώπινο κτῆνος ὑπὸ τὶς εὐλογίες τυφλῶν ὁδηγῶν θὰ γιγαντώνεται καθημερινῶς.


Δυστυχῶς, ἄξια θρήνων πολλῶν τὰ καθ᾿ ἡμᾶς! Τὸν χριστιανισμὸ ἄλλοι μὲν ἀπὸ τοὺς βαπτισμένους Χριστιανοὺς τὸν ἀσκοῦν σὰν μία συνήθεια,σὰν ἕνα τύπο χωρὶς καμμία γνῶσι καὶ ἐπίγνωσι τοῦ μεγαλείου του, ἄλλοι τὸν ἔχουν κάνει ὑπόθεσι ἐμπορίου (βλ. Β΄ Πέτρ. 2,3), ὑπάρχουν δὲ καὶ πολλοὶ ποὺ ὑβρίζουν τὸν σταυρὸ τοῦ Κυρίου. Ἐχθροὶ τοῦ σταυροῦ, τοὺς ὁποίους ἔκλαιγε ὁ Παῦλος γράφοντας· «Πολλοὶ γὰρ περιπατοῦσιν, οὓς πολλάκις ἔλεγον ὑμῖν, νῦν δὲ καὶ κλαίων λέγω, τοὺς ἐχθροὺς τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ, ὧν τὸ τέλος ἀπώλεια, ὧν ὁ Θεὸς ἡ κοιλία καὶ ἡ δόξα ἐν τῇ αἰσχύνῃ αὐτῶν, οἱ τὰ ἐπίγεια φρονοῦντες!» (Φιλιπ. 3,18-19).


Σταυρός, ἀγαπητοί μου, σημαίνει· ἕνωσις μὲ τὸ Χριστό, χωρισμὸς ἀπὸ τὸν κόσμο, νέκρωσις μελῶν, σταύρωσις παθῶν, ἄθλησις ὑπὲρ ἀληθείας καὶ δικαιοσύνης, ζωὴ θυσίας καὶ αὐταπαρνήσεως. Χριστιανὸς χωρὶς σταυρὸ δὲν νοεῖται. Κύριε, στὸ ἔλεός σου ἐλπίζουμε, μὴ μᾶς καταισχύνῃς! Διὰ τοῦ σταυροῦ καὶ τῆς ἀναστάσεώς σου «ἐγνώρισάς μοι ὁδοὺς ζωῆς· πληρώσεις με εὐφροσύνης μετὰ τοῦ προσώπου σου, τερπνότητες ἐν τῇ δεξιᾷ σου εἰς τέλος» (Ψαλμ. 15,11)



(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος



Β΄ μέρος ἄρθρου, ποὺ δημοσιεύθηκε στὸ περιοδικὸ «Σταυρός» (φ.1/Ἰαν. 1953).
Εκ του ιστολογίου <<augoustinos kantiotis.gr>>. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF