ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τετάρτη 31 Αυγούστου 2016

ΟΙ ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΚΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ




Ἐλάχιστοι ἐναπομείναντες, "συντηρητικοί" καλούμενοι, 

στή Νέα "ἐκκλησία" τῶν Νεοημερολογιτῶν καί Οἰκουμενιστῶν, 

διαπιστώνουν μέ εἰλικρίνεια, 

ὅτι χειμάζονται ἀπό τήν "φοβερότερη ἐκκλησιολογική αἵρεση ὅλων τῶν ἐποχῶν", 

τήν παναίρεση -καί πλέον πανθρησκεία!- τοῦ Οἰκουμενισμοῦ! 

Διαπιστώνουν, ἐπίσης, 

καί ὅτι ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἑλλάδος συμπορεύεται πλέον ἐνσυνείδητα μέ τόν Οἰκουμενισμό, 

ἀφοῦ υἱοθέτησε ἔργῳ τε καί λόγῳ 

ὡς ἐπίσημη γραμμή πλεύσεώς της 

τήν φοβερή αὐτή παναίρεση - πανθρησκεία, 

παρά τά ὅσα ψεύδη καί τίς ἐφησυχαστικές ἀναφορές πρός τούς ἀνησυχοῦντες πιστούς ἐπιστρατεύονται, 

γιά τήν συγκάλυψη τῆς διολισθήσεως τῆς Ἐκκλησίας, (μέ τούς σύγχρονους ἐκπροσώπους της), 

στήν "φοβερή αὐτή θύελλα", ὅπως τήν χαρακτηρίζουν.


του π. Νικολάου Δημαρά

στόσο παραμένουν σέ θανάσιμη κοινωνία μέ τούς πρωτοστάτες τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, θανατούμενοι ἡμέρα μέ τήν ἡμέρα! Αὐτοί, οἱ δῆθεν συντηρητικοί, εὐθύνονται ἔτι περισσότερο γιά τήν κατάσταση, τό κατάντημα τῆς σημερινῆς Ἐκκλησίας! Γιατί καί οἱ ἴδιοι δέν εἰσέρχονται στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί τούς πρόθυμους καί ἕτοιμους νά ἀποτειχισθοῦν ἀπό τήν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ δέν ἀφήνουν νά εἰσέλθουν, ἀφοῦ καί οἱ δῆθεν "συντηρητικοί" κάνουν τάχα ἀγῶνα κατά τῆς αἱρέσεως! Γι' αὐτούς ἰσχύει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, πού ἐκφράζεται μέ τό στόμα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου: "Ἡμῖν δέ πρός τῷ φανερῷ πολέμῳ τῶν αἱρετικῶν ἔτι καί ὁ παρά τῶν δοκούντων ὁμοδοξεῖν ἐπαναστάς, εἰς ἔσχατον ἀσθενείας τάς Ἐκκλησίας κατήγαγεν"!4 


κτός δηλ. ἀπό τόν πόλεμο τῶν Οἰκουμενιστῶν, οἱ Ὀρθόδοξοι ἔχουμε καί πικρότερο πόλεμο ἀπό ἐκείνους, πού πιστεύουν, ἐσφαλμένα κατά τούς Πατέρες, ὅτι τάχα κάνουν ἀγῶνα ὡς δῆθεν ἀντιοικουμενιστές (!), ἐνῶ παραμένουν σέ λειτουργική καί πνευματική κοινωνία μέ τούς αἱρετικούς Οἰκουμενιστές, ὅπως ὁ μητροπολίτης τοῦ Νέου Ἡμερολογίου "Πειραιῶς" Σεραφείμ, ἀλλά καί ὁ π. Εὐθ. Τρικαμηνᾶς, πού παραμένει στήν σχισματοαίρεση τοῦ Νέου Καλενδραρίου καί πολεμάει τούς ἀληθεῖς διαδόχους τῆς Μιᾶς Ἁγίας καί Καθολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τούς χλευαστικῶς ἀποκαλουμένους "Παλαιοημερολογίτες", ἀπό τούς -ἐπί μία ἑκατονταετία διῶκτες τους- Καινοτόμους Νεοημερολογίτες καί Οἰκουμενιστές! 


π. Εὐθ. Τρικαμηνᾶς εἶναι "ἐξ ἡμισείας ὀρθόδοξος", κατά τήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων μας, ἀφοῦ δέν ἀκολουθεῖ ὅ,τι πάντοτε, παντοῦ καί ὑπό πάντων ἐπιστεύθη! Ἀφοῦ, σέ τελική ἀνάλυση, υἱοθετεῖ καί τόν Οἰκουμενισμό, ἀκολουθῶντας τήν πρώτη καί βασική γραμμή τῆς Οἰκουμενιστικῆς Ἐγκυκλίου τοῦ 1920: "Ὅτι ὅλες οἱ ἐκκλησίες πρέπει νά ἔλθουν πιό κοντά καί νά γιορτάζουν ὅλοι μαζί οἱ Χριστιανοί ταυτόχρονα τίς γιορτές, μέ τήν παραδοχή ἑνιαίου ἡμερολογίου"! Λές καί ἡ Ὀρθόδοξη Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία δέν εἶχε ἀνέκαθεν ἑνιαῖο ἡμερολόγιο - ἑορτολόγιο ἐπί δέκα ἕξι αἰῶνες, καθαγιασμένο ἀπό τήν λειτουργική καί πνευματική της τάξη σέ ὅλα τά μήκη καί πλάτη τῆς γῆς! 


εὐθύνη τῶν Ὀρθοδόξων. Ὁ μοναδικός δρόμος γιά τήν σωτηρία τῶν πιστῶν, κηρυσσομένης τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας, εἶναι ἡ ἀποτείχιση ἀπό τούς αἱρετικούς καί ἡ σύνταξη μέ αὐτούς πού ἀκολουθοῦν "ὅ,τι πάντοτε, παντοῦ καί ὑπό πάντων ἐπιστεύθη"! Ὅσοι προτείνουν διαφορετικούς δρόμους, αὐτοσχεδιάζοντας καί κάνοντας ὑποχωρήσεις, πού, εἴτε ἀφοροῦν τήν ἑνιαία πίστη, εἴτε τήν συνέχεια τῆς ὀρθόδοξης παράδοσης, βρίσκονται ἐκτός τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὅπως ὀρθά τονίζει καί ὁ π. Γεώργιος Καψάνης σέ ἄρθρο του στή "Χριστιανική". 


Μέγας πατήρ Ἀθανάσιος λέγει γιά ὅλους αὐτούς: "Οἵτινες τήν ὑγιῆ ὀρθόδοξον πίστιν προσποιούμενοι ὁμολογεῖν -δηλαδή αὐτό πού κάνουν οἱ διάφοροι Σεραφείμ, Θεοδωρόπουλοι, Γιαννακόπουλοι καί Τρικαμηνάδες διά μέσου τῶν αἰώνων, πού νομίζουν ὅτι εἶναι ἀντιοικουμενιστές- κοινωνοῦσι δέ τοῖς ἑτερόφροσι, τούς τοιούτους, εἰ μετά παραγγελίας μή ἀποστῶσι, μή μόνον ἀκοινωνήτους ἔχειν, ἀλλά μηδέ ἀδελφούς ὀνομάζειν"! Ὁ δέ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος ξεκαθαρίζει τά πράγματα λέγοντας, ὅτι ὅλοι αὐτοί θά κολασθοῦν: "Πᾶς ἄνθρωπος τό διακρίνειν παρά Θεοῦ εἰληφώς, κολασθήσεται, ἀπείρῳ ποιμένι καί ψευδῆ δόξαν ὡς ἀληθῆ δεξάμενος".6 


φείλουν, λοιπόν καί οἱ διάφοροι Σεραφείμ καί οἱ Τρικαμηνάδες τῶν ἐσχάτων καιρῶν, πού ἐπιτείνουν τήν σύγχυση, οἱ μέν κοινωνοῦντες εὐθέως μετά τῶν αἱρετικῶν Οἰκουμενιστῶν, οἱ δέ οἰκουμενίζοντας ἀκολουθῶντας τό καταδικασθέν Νέον Καλενδάριον, νά ἐναρμονισθοῦν μέ τήν πίστη καί τήν ἑνιαία παράδοση τῆς Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί νά μήν αὐτοσχεδιάζουν, γιατί, κατά τούς θεοφόρους Πατέρες μας, κολάζονται! Ὁ "Πειραιῶς" Σεραφείμ μέχρι πρότινος συμπροσευχόταν καί μέ τούς Προτεστάντες στόν ἅγιο Ἀνδρέα τῆς Ἀττικῆς! Κοινωνεῖ δέ ἀκόμη καί σήμερα, πού κόπτεται τάχα γιά τήν ὀρθοδοξία, μέ τούς ἀποστάτες τῆς πίστεως καί τούς κηρύσσοντας φοβερές αἱρέσεις Βαρθολομαῖο, Ζηζιούλα καί Στυλιανό "Αὐστραλίας"! 



Ὁ δέ π. Εὐθ. Τρικαμηνᾶς ἀκολουθεῖ τήν καινοτομία τοῦ φράγγικου Καλενδαρίου 

καί κοινωνεῖ μέ τόν Ἀρτέμιο τῆς Σερβίας, 

πού δέν ἔχει κανένα πρόβλημα νά κοινωνήσει μέ τούς ἐκεῖ ἀποστάτες Λατινόφρονες 

"πατριάρχη" Εἰρηναῖο καί τούς "μητροπολίτες" Μπούλοβιτς και Ράντοβιτς, 

πού εἶναι Οἰκουμενιστές καί Λατινόφρονες, 

ἀρκεῖ νά τόν ἀναγνωρίσουν καί νά τόν ἀποκαταστήσουν στήν ἐπισκοπή του!

7 Γιά τούς τοιούτους ἰσχύει, λοιπόν, κατ' ἐξοχήν τό: 

"Πᾶς ἄνθρωπος τό διακρίνειν παρά Θεοῦ εἰληφώς, 

κολασθήσεται, ἀπείρῳ ποιμένι καί ψευδῆ δόξαν 

ὡς ἀληθῆ δεξάμενος".



Παραπομπές:



4 ΕΠΕ, 3, 90. 
5 Ἡ βλάσφημη αὐτή Οἰκουμενιστική Ἐγκύκλιος ἔγινε γνωστή στό τέλος τῆς δεκαετίας τοῦ 1960, ἀπό τά Δογματικά καί Συμβολικά Μνημεῖα τοῦ Ἰ. Καρμίρη. 
Ὡστόσο ἐξ ἐνστίνκτου ὁ λαός τοῦ Θεοῦ ἀμέσως ἀντέδρασε, βρισκόμενος στίς ἐπάλξεις τῆς Ὀρθοδοξίας, διωκόμενος καί πάσχοντας γιά τήν Ἁγία Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας. Κατήγγειλε τούς καινοτόμους εὐθύς ἀμέσως ὡς σχισματικούς! 
Οἱ πιστοί παρακολουθοῦσαν μέ ἀγωνία γιά περισσότερο ἀπό μία εἰκοσαετία τά τεκταινόμενα, ὅπως ἀποδεικνύεται μέ πλῆθος δημοσιευμάτων πρό τῆς ἐπαράτου ἡμερολογιακῆς ἀλλαγῆς, δημοσιεύματα πού θά δημοσιεύσουμε προσεχῶς. 
6 ΒΕΠΕΣ 2, Πρός Ἐφεσίους, σελ. 291. 
7 "Σχετικά μέ τήν πρόσκληση μετά τήν φετινή συνεδρίαση Ἱεραρχίας, (Μάϊος 2012), νά «μετανοήσει», νά δεχτεῖ δηλαδή τίς ἀντικανονικές ἀποφάσεις καί ὡς μοναχός πλέον νά ὑπαχθεῖ σέ κάποιον ἐπίσκοπο τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας, ἀναφέρθηκε στή συνάντηση πού εἶχε μέ τόν Πατριάρχη Σερβίας κ. Εἰρηναῖο πέρυσι, καί τοῦ γνωστοποίησε πώς ο ἱ διαπραγματεύσεις μπορο ῦ ν νά γίνονται μόνο μ έ τ ή ν προϋπόθεση ν ά τ ό ν δεχτο ῦ ν ὡς ἐπίσκοπο Ράσκας καί Πριζρένης. 
Μετά τήν συνάντηση αὐτή δέν ὑπῆρχε ἄλλη ἐπαφή, οὔτε ἦρθε κανένα μήνυμα ἀπό τήν ἄλλη πλευρά. 
Καί πρόσθεσε πώς μερικοί ἐπίσκοποι της Σερβικῆς Ἐκκλησίας δέν παύουν νά διαδίδουν ἀναλήθειες καί συκοφαντίες. 
Ἐνόψει καί ἄλλων μέτρων εἰς βάρος του, πού προανήγγειλε ἡ Ἱερά Σύνοδος, 
ὁ Μητροπολίτης Ἀρτέμιος σχολίασε πώς δέν πρόκειται νά δεχτεῖ ὅποιες ἄλλες ἀντικανονικές ἀποφάσεις ἀκολουθήσουν". http://thriskeftika.blogspot.gr/2012/06/blogσpost_5098.ht ml 
8 ΒΕΠΕΣ 2, Πρός Ἐφεσίους, σελ. 291.



Εκ του ορθοδόξου περιοδικού ''ΑΓΙΟΙ ΚΟΛΛΥΒΑΔΕΣ'', 
που εκδίδει ο Πρωτοπρεσβύτερος π. Νικόλαος Δημαράς. 
Καλοκαίρι 2013, σελίδες 3 - 5. 
 Επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.


Πρωτοπρεσβύτερος π. Νικόλαος Δημαράς


Δρ. Νομικής. Επίκουρος Καθηγητής και Διευθυντής του Ινστιτούτου  Αστικού και Ευρωπαικού Δικαίου.

ΕΠΙΤΕΛΟΥΝΤΕΣ ΑΓΙΩΣΥΝΗΝ ΕΝ ΦΟΒΩ ΘΕΟΥ




Τί είναι ο αγιασμός, 

που είναι απαραίτητος για την ψυχική μας σωτηρία, 

για ν' αξιωθούμε να δούμε τον Κύριο; 

Είναι αυτό ακριβώς, 

που λέει η λέξη. 

Να γινόμαστε άγιοι, 

να επιδιώκομε να πλησιάζομε περισσότερο τον Άγιο, 

τον μοναδικόν στην κυριολεξίαν Άγιον, 

τον Θεόν. 

Αυτός μας το ζήτησε. 


του π. Ευθυμίου Μπαρδάκα

Και δική Του παραγγελία είναι το: ''Άγιοι έσεσθε, ότι εγώ Άγιος ειμί''. (Α' Πέτρ. α' 16). Άγιος εγώ, άγιοι και εσείς. Άγιος ο Θεός, άγιοι και οι Χριστιανοί. Αυτό είναι το χρέος μας, το καθήκον μας, να γινόμαστε καθημερινά και περισσότερο όμοιοι προς τον Θεό, να αντιγράφομε την αγιότητα του Θεού. Αυτός είναι ο αγιασμός, που μας ζητεί ο Απόστολος. Και με αυτόν ασφαλώς θα δούμε τον Κύριο. Να εμβαθύνομε όμως στην έννοια της αγιότητας. Είναι άγιος ο Θεός. Δηλαδή ελεύθερος από κάθε υλική ατέλεια, αποστρεφόμενος κάθε τι που είναι πονηρό και φαύλο, αγαπά δε μόνο ό,τι είναι καλό, δίκαιο, αγαθό. 


Τίποτα το κακό, το ακάθαρτο, το μη τελείως αγνό δεν υπάρχει στον Θεό. Αλλά άνθρωποι όμως εν αμαρτίαις ζώντες καθημερινά και από κόσμο αμαρτωλό περιβαλλόμενοι, δεν είναι δυνατόν να συλλάβομε την απόλυτη αγιότητα του Θεού, του ''Φύσει αγίου'', του''Πάσης επέκεινα καθαρότητος'', της πηγής της αγιότητας εκ της οποίας μεταλαμβάνουν και οι άνθρωποι, Του Οποίου είναι απρόσιτη η αγιότητα και απερίγραπτη και άφθαστη και ασύλληπτη. Καμμία σύγκριση δεν επιδέχεται η αγιότητα του Θεού και προς των αγγέλλων και των αρχαγγέλλων την αγιότητα, η οποία οσονδήποτε κι αν είναι μεγάλη, είναι όμως περιορισμένη εν σχέσει προς την απόλυτη αγιότητα του Θεού. Προς αυτήν την αγιότητα του Θεού καλείται ο άνθρωπος, να κατευθύνει τις προσπάθειές του. 


Να αναπαραγάγει στον εαυτό του, στην ψυχή του, την αγία ζωή του Χριστού, να καλλιεργήσει το σπέρμα της αγιότητος, το οποίο δια του βαπτίσματος εναπέθεσε σε εμάς ο Χριστός. Να απομακρύνει την αδικία και να εγκολπωθεί την δικαιοσύνη. Να αρνηθεί τον θυμό και να αναζητήσει την πραότητα. Να μισήσει την σκληρότητα και να αγαπήσει την ελεημοσύνη, να γίνει ο ταπεινός, ο επιεικής, ο ειρηνοποιός, ο συγκαταβατικός και πρόθυμος σε θυσίες χάριν των αδελφών του, αφού Αυτός, ο Άγιος Θεός υπέστη την μεγαλύτερη θυσία, τη θυσία της ζωής Του, χάριν ημών. Βέβαια και σε τούτο ο Θεός θα μας βοηθήσει και δώρο δικό του είναι η αγιότητα και δώρημα άνωθεν κατεβαίνον, αρκεί ο άνθρωπος να προσφέρει τη θέλησή του στον Θεό και να ποθεί τον αγιασμό και την κάθαρσή του από τους μολυσμούς της αμαρτίας. 


Αυτήν την έννοια έχουν -οι εν τη Αγία Γραφή προτροπές- τόσον του Κυρίου, όσο και των Αγίων Του Αποστόλων. ''Αγωνίζεσθε'' είπε ο Κύριος προς τους Χριστιανούς όλων των αιώνων. Και ''Έσεσθε υμείς τέλειοι, καθώς και ο πατήρ ημών ο εν τοις ουρανοίς τέλειος εστί''. Και ''εισέλθετε δια της στενής πύλης'' (Λουκ. λγ' 24, Ματθ. ε' 48, ζ' 13). Αλλά και οι Άγιοι του Κυρίου Απόστολοι, προς αυτόν τον αγώνα κατευθύνουν τους πιστούς με τα φλογερά των συνθήματα. ''Ο άγιος αγιασθήτω έτι'' (Αποκ. κβ' 11), συνιστά ο μαθητής της αγάπης. Και ''Πας ο έχων την ελπίδα ταύτην επ' αυτώ αγνίζει εαυτόν, καθώς εκείνος αγνός εστί'' (Α' Ιωάν. γ' 3), επαναλαμβάνει ο ίδιος. Και ο Απ. Πέτρος: ''Κατά τον καλέσαντα υμάς άγιον, και αυτοί άγιοι εν πάση αναστροφή γεννήθητε'' (Α' Πέτρ. α' 15). 


Σε κάθε περίπτωση, σε όλη την συνπεριφορά σας, σε κάθε λεπτομέρεια αυτής, σε όλες τις σχέσεις σας οικογενειακές, κοινωνικές, επαγγελματικές, να δείχνετε αγιότητα. Προς φίλους και εχθρούς, προς οικείους και ξένους, σε κάθε εργασία και απασχόληση, σε κάθε τόπο και χρόνο να συμπεριφέρεσθε κατά τρόπο άγιο. Ιδού η έννοια του αγιασμού, αλλά και το καθήκον όλων μας, να γινόμεθα καθημερινώς άγιοι. Γινόμαστε όμως; Προσέχομε, ώστε τίποτε το ένοχο, το αμαρτωλό, το ακάθαρτο να μη εισέλθει στο εσωτερικό μας; Αγωνιζόμαστε για να κρατήσομε την σκέψη μας καθαρή από λογισμούς πονηρούς, την καρδιά αγνή από αισθήματα αμαρτωλά, κατώτερα από φθόνους και αντιπάθειες, από μνησικακίες και εκδικητικές διαθέσεις; 


Και τα μάτια μας, τα διατηρούμε καθαρά από εικόνες αμαρτωλές και θεάματα προκλητικά; Εάν όχι, τότε, πως θα δούμε τον Κύριο, τον καθαρό και Άγιο; Ο ίδιος, το επιβεβαίωσε στην περίφημη επί του όρους ομιλία Του: ''Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται'' είπε (Ματθ. ε' 8). Οι αγνοί και εξαγιασμένοι και εξηγνισμένοι θα δουν τον Θεόν. Οι άλλοι, πως θα Τον δουν, αφού δεν είναι καθαροί; Και ο Απ. Παύλος εμπνεόμενος από το πνεύμα του Θεού, συνιστά:


''Ταύτας έχοντας τας επαγγελίας,

αγαπητοί, 

καθαρίσωμεν εαυτούς από παντός μολυσμού σαρκός 

και πνεύματος, 

επιτελούντες αγιωσύνην εν φόβω Θεού'' (Β' Κορ. ζ' 1). 

Αφού μεγάλες και θαυμαστές υποσχέσεις έχομε από 

τον Θεό, 

ας καθαρίσουμε τους εαυτούς μας 

από κάθε τι που μολύνει το σώμα και το πνεύμα μας 

και ας τελειοποιούμεθα στην αγιοσύνη με φόβο 

Θεού. 

Ας μας αξιώσει ο περί πάντας αγαθός Κύριος, 

να αποκτήσομε τον αγιασμό, 

για να απολαύσομε τον θείον Του πρόσωπο.


Άρθρο του Αρχιμανδρίτη π. Ευθυμίου Μπαρδάκα 
εκ του προσωπικού του Ιστολογίου ''ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ''. 
Εισαγωγή στο μονοτονικό σύστημα και επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.


Αρχιμανδρίτης π. Ευθύμιος Μπαρδάκας


Εφημέριος Ι. Ν. Παναγίας Προυσιωτίσσης 
Τσακού Αγίας Παρασκευής Αττικής.

ΘΑΥΜΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΣΤΗΝ ΑΙΡΕΤΙΚΗ ΚΟΣΜΙΑΝΗ




Θαῦμα τῆς Θεοτόκου στήν αἱρετική Κοσμιανή 


«Δέν εἶσαι δική μας»


Μᾶς διηγήθηκε ὁ Ἀναστάσιος, 
ὁ Πρεσβύτερος καὶ θησαυροφύλακας τοῦ Ναοῦ τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Ἀναστάσεως, 
ὅτι, ὅταν ἦρθε ἡ Κοσμιανή, ἡ γυναίκα τοῦ πατρίκιου Γερμανοῦ, 
θέλησε μιὰ ἁγία Κυριακὴ νύχτα νὰ προσκυνήσει μόνη τὸ ἅγιο καὶ ζωοποιὸ Μνῆμα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. 
Καὶ καθὼς πλησίαζε τὸ ἱερό, 
τὴν συνάντησε ὀφθαλμοφανῶς ἡ Ἁγία Θεοτόκος μαζὶ μὲ ἄλλες γυναῖκες καὶ εἶπε: 
«Μιὰ καὶ δὲν εἶσαι ἀπὸ μᾶς, δὲν μπαίνεις ἐδῶ μέσα, γιατὶ δὲν εἶσαι δική μας» 
(ἀνῆκε στὴν αἵρεση τοῦ Σεβήρου τοῦ Ἀκέφαλου). 
Αὐτὴ ὅμως τὴν παρακαλεῖ πολὺ νὰ τῆς ἐπιτραπεῖ ἡ εἴσοδος. 
Τῆς ἀποκρίθηκε ἡ Θεοτόκος καὶ εἶπε: 
«Σὲ βεβαιώνω, γυναίκα, δὲν θὰ μπεῖς ἐδῶ μέσα, μέχρι ποὺ νὰ ἔρθεις σὲ μυστηριακὴ κοινωνία μὲ μᾶς». 
Αὐτή, ἐπειδὴ κατάλαβε ὅτι ἐμποδίζεται νὰ μπεῖ, ἐπειδὴ εἶναι αἱρετική, 
καὶ ὅτι, ἂν δὲν προσέλθει στὴν Ἁγία Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ μας, 
δὲν μπαίνει, κάλεσε εὐθὺς τὸν Διάκονο· 
κι ὅταν ἦρθε τὸ Ἅγιο Ποτήριο, μετάλαβε τὸ Ἅγιο Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ Σωτήρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ· 
κι ἔτσι ἀξιώθηκε νὰ προσκυνήσει ἀνεμπόδιστα τὸ ἅγιο καὶ ζωοποιὸ Μνῆμα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. 






Αναδημοσίευση από το περιοδικό της Ι. Μ. Αγίων Αγγέλων Αφιδνών:
''Οικοδομή και Παραμυθία'',
αριθμός τεύχους 8, Ιούνιος - Αύγουστος 2016.
Επιμέλεια ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Ἰωάννου Μόσχου, Λειμωνάριον, Κεφάλ. 48, σελ. 58, ἔκδοσι Ἱερᾶς Μονῆς Σταυρονικήτα, Ἅγιον Ὄρος 1983.
Ἐπιμέλ. ἡμετ. Πατρίκιος: τιμητικός τίτλος ἰσόβιος, ἀλλά ὄχι κληρονομικός, πού ἀπόνεμαν οἱ Ρωμαῖοι Αὐτοκράτορες σέ ἀνώτατους Ἄρχοντες.


Δευτέρα 29 Αυγούστου 2016

ΧΑΙΡΕ ΑΝΑΒΑΙΝΟΥΣΑ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΙΩΝ ΤΑ ΣΚΗΝΩΜΑΤΑ




Tώρα μέ τήν Χάριν της 

θά ὁμιλήσωμε περί τῆς ἐξόδου και τῆς Μεταστάσεως αὐτῆς 

ἀπό τόν παρόντα κόσμον εἰς τήν αἰώνιον Βασιλείαν τοῦ Υἱοῦ της. 

Εἶναι ὄντως φαιδρά καί χαρμόσυνος γιά τήν ἀκοήν τῶν φιλοθέων ἡ τοιαύτη διήγησις. 

Ὅταν, λοιπόν, ὁ Χριστός, ὁ Θεός μας, 

εὐδόκησε νά μεταθέση τήν παναγίαν καί πανάμωμον μητέρα του 

ἀπό τόν κόσμον αὐτόν εἰς τήν Βασιλείαν του, 

προκειμένου νά λάβη τόν ἄφθαρτον στέφανον τῶν ὑπερφυῶν ἀγώνων καί ἀρετῶν της, 

νά τήν τοποθετήση θεομητροπρεπῶς «ἐκ δεξιῶν του, περιβεβλημένην μέ πορφύραν καὶ πεποικιλμένην ἐν ἱματισμῷ διαχρύσῳ» (Ψαλμ. μδ΄, 12) 

καί νά τήν ἀνακηρύξη Βασίλισσαν πάντων τῶν κτισμάτων, 

ὁδηγῶν αὐτήν εἰς τό ἐσώτερον τοῦ καταπετάσματος καί ἐγκαθιστῶν εἰς τά ἐπουράνια Ἅγια τῶν Ἁγίων, τῆς ἐγνωστοποίησε ἐκ τῶν προτέρων τήν ἔνδοξον αὐτῆς μετάστασιν. 

Ἀπέστειλε πάλιν εἰς αὐτήν τόν ἀρχάγγελον Γαβριήλ 

γιά νά τῆς ἀναγγείλη τήν ἔνδοξον ἐκδημίαν της, 

καθώς ἄλλοτε τήν θαυμαστήν αὐτῆς σύλληψιν.



Τὴν ἐπεσκέφθη λοιπὸν ὁ ἀρχάγγελος καὶ τῆς ἐπέδωσε ἕνα κλάδον φοίνικος, σύμβολον τῆς νίκης, τὸ ὁποῖον εἶχε ἄλλοτε χρησιμοποιήσει ὁ λαὸς ὑποδεχόμενος εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ τὸν Υἱόν της, τὸν νικητὴν τοῦ θανάτου καὶ ἐξολοθρευτὴν τοῦ Ἅδου. Ὁμοίως καὶ τώρα ὁ Γαβριὴλ δίδει αὐτὸν τὸν κλάδον εἰς τὴν Παρθένον, ὡς σύμβολον τῆς νίκης κατὰ πάντων τῶν δεινῶν καὶ τῆς καταλύσεως τοῦ θανάτου, λέγοντας· «Ὁ Κύριος καὶ Υἱός σου σὲ προσκαλεῖ: Ἔφθασε ἡ ὥρα νὰ ἔλθης πλησίον μου, ὦ καλὴ μῆτερ μου ( Ἆσμ. ἀσμ. β΄, 10 καὶ 13). Γιὰ τοῦτο μὲ ἀπέστειλε πάλι νὰ σοῦ ἀνακοινώσω, ὦ «εὐλογημένη ἐν γυναιξί», ὅτι σήμερα θὰ εὐφράνης, ὦ Κεχαριτωμένη, τὶς οὐράνιες στρατιὲς μὲ τὴν ἄνοδόν σου καὶ θὰ λαμπρύνης περισσότερον τὶς ψυχὲς τῶν ἁγίων, καθὼς ἔπλησες εὐφροσύνης τοὺς εὑρισκομένους εἰς τὴν γῆν. 


γάλλου καὶ σὺ μαζί τους καθὼς ἄλλοτε τὸ εἶχες φανερώσει, διότι ἀπὸ τώρα θὰ σὲ μακαρίζουν εἰς τοὺς αἰῶνας ὅλα τὰ λογικὰ κτίσματα, «πᾶσαι αἱ γενεαί». «Χαῖρε, κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ». Οἱ προσευχὲς καὶ οἱ ἱκεσίες σου ἀνέβησαν εἰς τὸν οὐρανόν, πρὸς τὸν Υἱόν σου, ὅθεν κατὰ τὸ αἴτημά σου σὲ προστάζει νὰ ἀφήσης τὸν κόσμον αὐτὸν καὶ νὰ ἀνέλθης εἰς τὰ οὐράνια σκηνώματα γιὰ νὰ εἶσαι αἰωνίως μαζί του, εἰς τὴν ἀληθινὴν καὶ αἰωνίαν ζωήν». Καθὼς ἤκουσε ἡ ἁγία Θεοτόκος τοὺς λόγους τούτους ἐπλήσθη χαρᾶς καὶ ἔδωσε εἰς τὸν ἄγγελον τὴν ἰδίαν, ὅπως καὶ παλαιά, ἀπόκρισιν: «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι —καὶ τώρα— κατὰ τὸ ρῆμα σου⋅ καὶ ἀπῆλθεν ἀπ' αὐτῆς ὁ ἄγγελος» (Λουκ. α΄, 38). Τότε ἡ ὑπερευλογημένη καὶ ἔνδοξος Θεοτόκος Μαρία ἠγέρθη καὶ ἀγαλλομένη ἐπορεύθη εἰς τὸ ὄρος τῶν Ἐλαιῶν γιὰ νὰ ἀπευθύνη πρὸς τὸν Κύριον ἐν ἡσυχίᾳ τὶς εὐχαριστίες καὶ τὰ αἰτήματά της γι' αὐτὴν τὴν ἰδίαν καὶ γιὰ τὸν κόσμον ὅλον. Ὅταν ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος, ὕψωσε τὰ χέρια καὶ προσέφερε τὴν λογικὴν λατρείαν εἰς τὸν Υἱόν της, τὶς δεήσεις καὶ τὶς εὐχαριστίες της. 


Συνέβη τότε ἕνα μέγα θαῦμα, τὸ ὁποῖον γνωρίζουν ἐκεῖνοι ποὺ ἠξιώθησαν τῆς τοιαύτης ἐμπειρίας καὶ δι' αὐτῶν ἔφθασε ἕως ἐμᾶς. Ἐνῷ, δηλαδή, προσηύχετο καὶ παρακαλοῦσε τὸν Κύριον μέσα εἰς μίαν πραγματικὴν μυσταγωγίαν, ὅλα τὰ ἐκεῖ εὑρισκόμενα δένδρα ἔκλιναν πρὸς τὴν γῆν καὶ τὴν προσεκύνησαν. Ὅταν ἐτελείωσε τὴν ἱκεσίαν καὶ τὴν εὐχαριστίαν της, πλημμυρισμένη ὅλη ἀπὸ Θεὸν ἐπέστρεψε εἰς τὴν Σιών. Εὐθὺς ἀμέσως ὁ Κύριος ἀπέστειλε ἐπὶ νεφέλης τὸν εὐαγγελιστὴν καὶ Θεολόγον Ἰωάννην, καθ' ὅτι ἡ ἁγία Παρθένος εἶχε μεγάλην ἐπιθυμίαν νὰ τὸν ἰδῆ, δεδομένου ὅτι ὁ Κύριος τοὺς εἶχε συνδέσει δι' υἱοθεσίας. Ἡ ἐξ ὅλων τῶν γυναικῶν ὑπερευλογημένη καθὼς τὸν εἶδε ἐχάρη ἀκόμη περισσότερον καὶ ἐζήτησε νὰ προσευχηθοῦν. 


Μετὰ τὴν εὐχὴν ἡ ἁγία καὶ ἀειπάρθενος Βασίλισσα ἀνεκοίνωσε εἰς τὸν Ἰωάννην καὶ εἰς τὶς ἐκεῖ παρευρισκόμενες παρθένους τὸ νέον μήνυμα τοῦ ἀρχαγγέλου ποὺ ἀφοροῦσε τὴν μετάθεσίν της καὶ τοὺς ἔδειξε τὸν κλάδον τοῦ φοίνικος τὸν ὁποῖον παρέλαβε ἀπὸ αὐτόν. Παρήγγειλε νὰ ἑτοιμάσουν τὸν οἶκον της, νὰ ἀνάψουν λαμπάδες καὶ νὰ θυμιάσουν, διότι τὸν εἶχε ἤδη διακοσμήσει ὡς ἄλλον νυμφικὸν θάλαμον εἰς τὸν ὁποῖον θὰ ὑπεδέχετο τὸν ἀθάνατον Νυμφίον, τὸν παντευλόγητον Υἱόν της, τὸν ὁποῖον προσδοκοῦσε μὲ μίαν ἀκατάσχετον ἐλπίδα. Ὅταν ὅλα ἐτακτοποιήθησαν, ἐγνωστοποίησε εἰς τοὺς συνοδοὺς καὶ τοὺς γνωστούς της τὸ ἐπικείμενον μυστήριον τῆς Μεταστάσεώς της καὶ ἐκεῖνοι ἀμέσως τὴν περιεκύκλωσαν κλαίοντας καὶ θρηνώντας γιὰ τὸν ἀποχωρισμόν τους, καθ' ὅτι μετὰ Θεὸν αὐτὴν εἶχαν ἐλπίδα καὶ βοήθειαν. Ἡ ἀδελφή τους ὅμως, ἡ Θεομήτωρ καὶ Βασίλισσα, τοὺς παρηγοροῦσε ἕναν ἕναν χωριστὰ καὶ ὅλους μαζὶ καὶ τοὺς ἀπηύθηνε ἕνα συγκινητικὸν χαιρετισμὸν λέγουσα: «Χαίρετε, τέκνα μου εὐλογημένα καὶ μὴ κάμετε τὴν μετάστασίν μου ἀφορμὴν θρήνου, ἀλλὰ πλησθῆτε ἀγαλλιάσεως, διότι ἔρχεται ἡ αἰώνιος εὐφροσύνη, ὁ Κύριός μου καὶ Υἱός μου καὶ ἡ Χάρις καὶ τὸ ἔλεός του θὰ εἶναι πάντοτε μαζί σας». 


κοίταξε ἔπειτα τὸν εὐαγγελιστὴν Ἰωάννην καὶ τοῦ εἶπε νὰ δώση τὴν ἐσθῆτα καὶ τὸ μαφόριόν της εἰς τὶς δύο χῆρες οἱ ὁποῖες τὴν ὑπηρετοῦσαν. Ἐν συνεχείᾳ τοὺς ἐφανέρωσε τὰ μυστήρια τῆς ἐκδημίας της καὶ τῆς ἐπ' εὐκαιρίᾳ αὐτῆς θείας ἐπισκέψεως, καθὼς καὶ τὴν σημασίαν τοῦ κάθε γεγονότος. Ἔπειτα ἐκανόνισε τὰ τῆς κηδείας καὶ τοὺς παρήγγειλε πὼς νὰ τὴν μυρώσουν καθὼς καὶ ποῦ νὰ θάψουν τὸ πανάσπιλον σῶμα της. Μετὰ ταῦτα ἡ ἔνδοξος Θεομήτωρ ἀνεκλίθη εἰς ἕνα κράββατον, τὴν κλίνην ἐκείνην τὴν ὁποίαν καθ' ἑκάστην νύκτα ἔλουζε μὲ τὰ δάκρυα τῶν ὀφθαλμῶν της ἀπὸ ἀγάπην πρὸς τὸν Υἱόν της Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ τὴν ἐλάμπρυνε μὲ τὶς προσευχὲς καὶ τὶς δεήσεις αὐτῆς. Κατόπιν ἐζήτησε καὶ πάλιν νὰ ἀνάψουν τὶς λαμπάδες. Οἱ δὲ ἐκεῖ συγκεντρωμένοι πιστοί, αἰσθανόμενοι ὅτι ἐγγίζει ἡ ὥρα τῆς ἐκδημίας τῆς μητρὸς αὐτῶν Παναγίας Παρθένου, ἐξέσπασαν εἰς λυγμούς. Ἔπεσαν εἰς τὸ ἔδαφος καὶ τὴν ἱκέτευαν νὰ μὴ τοὺς ἀφήση ὀρφανούς. Ἐὰν ὅμως ἦταν ἀναπόφευκτος ἡ ἀναχώρησίς της ἀπὸ τὸν κόσμον αὐτόν, νὰ τοὺς συνοδεύη εἰς τὸ ἑξῆς μὲ τὴν Χάριν καὶ τὶς πρεσβεῖες της. 


ἁγία Θεοτόκος ἤνοιξε τότε τὸ ἀμόλυντον καὶ καθαρώτατον στόμα της καὶ τοὺς εἶπε: «Ἡ εὐδοκία τοῦ Υἱοῦ καὶ Θεοῦ μου ἐπ' ἐμέ⋅ «οὗτός μου Θεὸς καὶ δοξάσω αὐτόν⋅ Θεὸς τοῦ Πατρός μου καὶ ὑψώσω αὐτόν» ( Ἐξοδ. ιε΄, 2). Αὐτὸς εἶναι ὁ Υἱός μου, ὁ ὁποῖος κατὰ σάρκα ἐγεννήθη ἀπὸ ἐμέ, ὅμως πατὴρ αὐτοῦ εἶναι ὁ Θεός, ὁ καὶ τῆς μητρὸς αὐτοῦ δημιουργός. Γιὰ τοῦτο ποθῶ νὰ πορευθῶ πρὸς αὐτόν, ὁ ὁποῖος χορηγεῖ εἰς πάντας τὸ εἶναι καὶ τὴν ζωήν. Παρ' ὅλον δὲ ποὺ θὰ ὑπάγω ἐκεῖ πλησίον του, δὲν θὰ παύσω νὰ παρακαλῶ καὶ νὰ πρεσβεύω ὑπὲρ ὑμῶν καὶ ὑπὲρ πάντων τῶν χριστιανῶν καὶ τοῦ κόσμου παντός, οὕτως ὥστε ὁ φιλάνθρωπος Κτίστης, κατὰ τὸ μέγα ἔλεός του, νὰ εὐσπλαγχνίζεται ὅλους τοὺς πιστούς, νὰ τοὺς ἐνισχύη καὶ νὰ τοὺς καθοδηγῆ εἰς τὸν δρόμον τῆς ἀληθινῆς ζωῆς· νὰ μεταστρέφη τοὺς ἀπίστους καὶ νὰ τοὺς συμπεριλάβη ὅλους εἰς μίαν ποίμνην ( Ἰωάν., ι΄16), καθ' ὅτι ὡς καλὸς Ποιμὴν ἔδωσε τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ὑπὲρ τῶν προβάτων του, γνωρίζει δὲ τὰ ἰδικά του καὶ ἀναγνωρίζεται ἀπὸ αὐτά». 


Καὶ καθὼς ἡ ὑπερευλογημένη μήτηρ τοῦ Χριστοῦ τοιουτοτρόπως ὡμιλοῦσε καὶ συγχρόνως τοὺς εὐλογοῦσε, ἠκούσθη αἴφνης δυνατὴ βροντὴ καὶ ἐνεφανίσθη μία νεφέλη φερομένη ἀπὸ γαλήνιαν αὔρα. Ἀπὸ τὴν μεγαλειώδη αὐτὴν νεφέλην, ἤρχισαν νὰ πίπτουν εἰς τὴν γῆν ὡς σταγόνες μυριπνόου δρόσου οἱ ἅγιοι ἔνδοξοι μαθηταὶ καὶ Ἀπόστολοι τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, συνερχόμενοι «ἐπὶ τὸ αὐτό» ἀπὸ τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης εἰς τὴν αὐλὴν τῆς Παναγίας Παρθένου καὶ Θεοτόκου Μαρίας. Ἀμέσως ὁ εὐαγγελιστὴς καὶ Θεολόγος Ἰωάννης, ἀφοῦ τοὺς ὑπεδέχθη καὶ ἤρεμα τοὺς ἐχαιρέτισε, τοὺς ὡδήγησε ἐνώπιον τῆς ὑπεραγίας καὶ μακαρίας Παρθένου. Δὲν ἦλθαν μόνον οἱ δώδεκα, ἀλλὰ καὶ ἀρκετοὶ ἀπὸ τοὺς πολυάριθμους μαθητάς των οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἐπιλεγῆ καὶ ἀξιωθῆ τῆς ἀποστολικῆς διαδοχῆς, ὅπως μᾶς τὸ δηλώνει ὁ μέγας Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης εἰς τὴν πρὸς Τιμόθεον ἐπιστολήν του. Λέγει, δηλαδή, ὅτι αὐτὸς ὁ ἴδιος ὁ Διονύσιος μαζὶ μὲ τὸν Τιμόθεον, τὸν Ἱερόθεον καὶ ἄλλους ὁμοψύχους των ἔφθασαν ἐκεῖ μὲ τοὺς Ἀποστόλους γιὰ τὴν ἐκδημίαν τῆς Βασιλίσσης. Εἰσῆλθαν, λοιπόν, καὶ παρέστησαν ἐνώπιόν της καὶ τὴν προσεκύνησαν μετὰ δέους καὶ ἄκρας εὐλαβείας. 


δὲ μακαρία καὶ Παναγία Παρθένος τοὺς εὐλόγησε καὶ τοὺς ἀνήγγειλε τὴν ἀναχώρησίν της ἀπὸ τὸν κόσμον αὐτόν. Τοὺς διηγήθη ἐπίσης περὶ τοῦ εὐαγγελισμοῦ τῆς κοιμήσεώς της ἐκ μέρους τοῦ ἀρχαγγέλου, καὶ ἀφοῦ τοὺς ἔδειξε τὸ ἐπινίκιον σύμβολον τῆς Μεταστάσεώς της, τὸν κλάδον δηλαδὴ τοῦ φοίνικος τὸν ὁποῖον τῆς ἔδωσε ὁ ἀρχηγὸς τῶν ἀγγέλων, τοὺς ἐπαρηγόρησε καὶ πάλι τοὺς εὐλόγησε, ἐνισχύουσα καὶ στηρίζουσα αὐτοὺς εἰς τὴν ὁλοκλήρωσιν τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος. Ἀπεχαιρέτισε τὸν Πέτρον καὶ τὸν Παῦλον καθὼς καὶ ὅλους τοὺς λοιπούς, λέγοντας πρὸς αὐτούς: «Χαίρετε τέκνα, φίλοι καὶ μαθηταὶ τοῦ υἱοῦ καὶ Θεοῦ μου. Εἶσθε μακάριοι, ποὺ ἔχετε κριθῆ ἄξιοι νὰ γίνετε μαθηταὶ τοῦ εὐλογητοῦ καὶ ἐνδόξου Κυρίου καὶ Δεσπότου, ὁ ὁποῖος σᾶς ἐνεπιστεύθη τὴν διακονίαν τοιούτων μεγίστων μυστηρίων καὶ σᾶς ἐξέλεξε συμμετόχους τῶν διωγμῶν καὶ τῶν Παθῶν αὐτοῦ, γιὰ νὰ σᾶς ἀξιώση νὰ γίνετε κοινωνοὶ καὶ τῆς δόξης καὶ Βασιλείας του ὅπως σᾶς τὸ ὑπεσχέθη καὶ τὸ οἰκονόμησε ὁ ἴδιος, ὁ Βασιλεὺς τῆς δόξης». Τοὺς ἐξέθεσε δὲ μίαν τοιαύτην εὐλογημένην διδασκαλίαν ἀνάλογον τοῦ ὕψους τῆς δόξης της καὶ ἀφοῦ ὥρισε τὶς τελευταῖες λεπτομέρειες σχετικῶς μὲ τὴν κηδείαν καὶ τὴν ταφήν της, ὕψωσε τὰ χέρια εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἤρχισε νὰ εὐχαριστῆ τὸν Κύριον ὡς ἑξῆς: »


Εὐλογῶ σε, τὸν Βασιλέα τοῦ παντὸς καὶ μονογενῆ Υἱὸν τοῦ ἀνάρχου Πατρός, τὸν ἀληθινὸν Θεὸν ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ, διότι εὐδόκησες, εὐαρεστῶν τὸν Πατέρα δι' ἄφατον φιλανθρωπίαν νὰ σαρκωθῆς ἀπὸ ἐμὲ τὴν δούλην σου μὲ τὴν συνδρομὴν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. »Εὐλογῶ σε, τὸν χορηγὸν κάθε εὐλογίας καὶ φωτοπάροχον, τὸν αἴτιον παντὸς ἀγαθοῦ καὶ εἰρηνάρχην, ποὺ μᾶς ἐχάρισες τὴν ἐπίγνωσίν σου καὶ τοῦ ἀνάρχου Πατρὸς καὶ τοῦ συναϊδίου καὶ ζωοποιοῦ Πνεύματος. »Εὐλογῶ σε, γιὰ τὸ ὅτι εὐηρεστήθης νὰ κατοικήσης εἰς τὴν κοιλίαν μου ἀνεκλαλήτως. »Εὐλογῶ σε, διότι ἠγάπησες τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν, μέχρι τοῦ σημείου νὰ ὑπομείνης πρὸς χάριν μας τὸν Σταυρὸν καὶ τὸν θάνατον, καὶ μὲ τὴν Ἀνάστασίν σου νὰ ἀναστήσης τὴν φύ- σιν μας ἀπὸ τὰ ἔγκατα τοῦ Ἅδου, νὰ τὴν ἀναβιβάσης εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ νὰ τὴν δοξάσης μὲ δόξαν ἀσύλληπτον. »Εὐλογῶ σε καὶ μεγαλύνω τοὺς λόγους σου, τοὺς ὁποίους μᾶς παρέδωσες ἐν πάσῃ ἀληθείᾳ καὶ πιστεύω εἰς τὴν ἐκπλήρωσιν ὅλων τῶν πρὸς ἐμὲ ἐπαγγελιῶν σου». 


ταν ἡ ἁγία καὶ ὑπερευλογημένη Θεοτόκος ἐτελείωσε τὸν αἶνον καὶ τὴν προσευχήν της, οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι, κινούμενοι ὑπὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἤρχισαν νὰ ὁμιλοῦν, νὰ ἀνυμνοῦν καὶ νὰ δοξολογοῦν, ὁ καθεὶς ἀναλόγως τῆς ἱκανότητός του καὶ τοῦ θείου φωτισμοῦ. Ἐγκωμίασαν καὶ ἀνύμνησαν τὴν ἀπροσμέτρητον γενναιοδωρίαν τῆς θείας κυριαρχίας καὶ μὲ τὴν θαυμαστὴν θεολογίαν τους εὔφραναν τὴν καρδίαν τῆς ὑπερενδόξου Θεομήτορος, καθώς μᾶς παρέδωσε ὁ προαναφερθεὶς ἅγιος Διονύσιος εἰς τὸ κεφάλαιον ὅπου καταδεικνύει τὴν δύναμιν τῶν εὐχῶν καὶ τῆς θεολογίας ποὺ ἐξέφρασε πανευλαβῶς ὁ μακάριος Ἱερόθεος [Εἰς τὸ Περὶ θείων ὀνομάτων: «Τίς ἡ τῆς εὐχῆς δύναμις καὶ περὶ τοῦ μακαρίου Ἱεροθέου καὶ περὶ εὐλαβείας καὶ συγγραφῆς θεολογικῆς», Ρ.G. 3, 681D]. Συγκεκριμένα, εἰς τὸ οἰκεῖον κεφάλαιον τοῦ λόγου του πρὸς τὸν Τιμόθεον, ἀναφέρει περὶ τῆς συναθροίσεως τῶν ἁγίων Ἀποστόλων κατὰ τὴν ἐκδημίαν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, καθὼς καὶ περὶ τοῦ τρόπου μὲ τὸν ὁποῖον ὁ καθείς, ἐμπνεόμενος ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, διετράνωσε διὰ λόγων αἰνέσεως τὴν δόξαν τῆς ἀπειροδυνάμου θείας ἐξουσίας καὶ τὴν φιλανθρωπίαν τοῦ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος εὐδόκησε νὰ κατέλθη εἰς τὴν γῆν χωρὶς νὰ χωρισθῆ ἀπὸ τοὺς πατρικοὺς κόλπους καὶ νὰ σαρκωθῆ ἀπὸ τὴν πανάμωμον Παρθένον. 


κλινε τοὺς οὐρανοὺς καὶ κατέβη, ἐπειδὴ ηὗρε τὴν Παναγίαν καὶ ὑπερένδοξον Μαριὰμ ὑπήκοον καὶ ὑψηλοτέραν πάσης τῆς κτίσεως· εὐδόκησε νὰ κατοικήση ἐντός της, ἐνεδύθη ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν καὶ τοιουτοτρόπως ἠλέησε καὶ ἔσωσε τὸ ἀνθρώπινον γένος μὲ τὴν μεγαλειώδη καὶ ἀνέκφραστον Οἰκονομίαν του καὶ τὸ ἐδόξασε, πλουτίζων αὐτὸ μὲ τὴν Χάριν του ἕνεκα τῆς ἀνυπερβλήτου εὐσπλαγχνίας καὶ μακροθυμίας του. Μετὰ ταῦτα ἡ ἁγία Παρθένος τοὺς εὐλόγησε γιὰ μίαν ἀκόμη φορὰν καὶ ἡ καρδία της ἐπλήσθη θείας παρηγορίας. Καὶ ἰδού, ἔλαβε χώραν ἡ μεγαλειώδης καὶ θαυμαστὴ ἄφιξις Χριστοῦ τοῦ υἱοῦ καὶ Θεοῦ αὐτῆς, συνοδευομένου ἀπὸ ἀναρίθμητες στρατιὲς ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων, καθὼς καὶ ἀπὸ ἄλλα τάγματα, Σεραφίμ, Χερουβὶμ καὶ Θρόνους⋅ ὅλοι οἱ ἄγγελοι παρίσταντο ἐνώπιον τοῦ Κυρίου μετὰ φόβου, καθ' ὅσον «ὅπου βασιλέως παρουσία, καὶ ἡ τάξις παραγίγνεται». Ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος ἐγνώριζε ὅλα αὐτὰ ἐκ τῶν προτέρων, τὰ προσδοκοῦσε μὲ ἀκράδαντον ἐλπίδα⋅ γιὰ τοῦτο ἔλεγε: «πιστεύω ὅτι ὅλες οἱ πρὸς ἐμὲ ὑποσχέσεις σου θὰ πραγματοποιηθοῦν». Ἀκολούθως εἶδαν καὶ οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ἐμφανῶς, εἶδαν ἔκπληκτοι τὴν θεϊκήν του δόξαν, ὁ καθεὶς βέβαια ἀναλόγως τῆς δυνατότητος αὐτοῦ. 


παροῦσα ἔλευσις τοῦ Κυρίου ἦταν μεγαλοπρεπεστέρα καὶ φοβερωτέρα τῆς πρώτης, καθ' ὅτι τώρα ἐνεφανίσθη λαμπρότερος τῆς ἀστραπῆς, ἀλλὰ καὶ τῆς ἐπὶ τοῦ Θαβὼρ Μεταμορφώσεώς του, εἰς τὴν ὁποίαν δὲν ἔδειξε παρὰ τὴν φυσικήν του δόξαν, διότι μετὰ τὴν Ἀνάληψιν ὁ Χριστὸς εἶναι ἀπρόσιτος καὶ ἀόρατος. Ἐνώπιον τοιούτου μυστηρίου «οἱ μαθηταὶ ἔπεσον ἐπὶ πρόσωπον αὐτῶν καὶ ἐφοβήθησαν σφόδρα, γενόμενοι ὡσεὶ νεκροί» (Ματθ. ιε΄, 6). Τότε ὁ Κύριος τοὺς εἶπε: «Εἰρήνη ὑμῖν», ὅπως παλαιά, ὅταν «εἰσῆλθε τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, ὅπου ἦσαν οἱ μαθηταὶ συνηγμένοι διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων» ( Ἰωάν. κ΄, 21, 19) εἰς τὸν ἴδιον αὐτὸν οἶκον τοῦ Ἰωάννου. Κάτι παρόμοιον συνέβη καὶ τώρα, εἰς τὴν Κοίμησιν τῆς μητρὸς τοῦ Ἀναστάντος. Ὅταν οἱ Ἀπόστολοι ἤκουσαν τὴν γλυκυτάτην καὶ παμπόθητον φωνὴν αὐτοῦ, ἀνεζωογονήθησαν καὶ ἐνισχύθησαν ψυχικῶς καὶ σωματικῶς καὶ ἔμειναν νὰ θεωροῦν μὲ δέος τὸ ὑπέρλαμπρον κάλλος καὶ τὴν Θείαν αἴγλην τοῦ Προσώπου του. 


ς ἐκ τούτου, ἡ παναγία καὶ ἄμωμος καὶ εὐλογημένη Θεοτόκος ἐπλήσθη χαρᾶς καὶ τὸ πρόσωπον αὐτῆς κατηυγάσθη μὲ θείαν φωτοφάνειαν. Ἀλλὰ καὶ ἐκείνη, βλέπουσα μετ' εὐλάβειας καὶ φόβου τὴν δόξαν καὶ τὴν λαμπρότητα ποὺ ἀκτινοβολοῦσε ὁ υἱὸς καὶ Βασιλεύς της Ἰησοῦς Χριστός, ἐμεγάλυνε ἀκόμη περισσότερον τὴν θεότητά του καὶ προσηύχετο ὑπὲρ τῶν Ἀποστόλων καὶ πάντων τῶν παρόντων. Τὶς ὕστατες αὐτὲς στιγμὲς ἐμεσίτευσε ὑπὲρ τῶν ἁπανταχοῦ εὑρισκομένων πιστῶν, παρεκάλεσε ὑπὲρ τοῦ κόσμου παντὸς καὶ ὑπὲρ πάσης ψυχῆς ἐπικαλουμένης τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου καὶ τῆς μητρὸς αὐτοῦ, ἐζήτησε δὲ ὅπου μνημονεύονται τὰ δύο αὐτὰ ὀνόματα νὰ ἐκχέεται πλούσια ἡ θεία εὐλογία. Τότε ἡ ἁγία Παρθένος Μαρία κοιτάζοντας καὶ πάλιν πρὸς τὸν Υἱόν της τὸν ἀντίκρυσε μὲ δόξαν τοιαύτην ὥστε οὐδεμία γλώσσα ἀνθρωπίνη νὰ εἶναι εἰς θέσιν νὰ τὴν ἐκφράση. Καὶ εἶπεν: «Εὐλόγησόν με, Κύριε, μὲ τὴν δεξιάν σου καὶ εὐλόγησον ὅλους ὅσους σὲ δοξάζουν καὶ μνημονεύουν τὸ ὄνομά μου κάθε φορὰν ποὺ προσφέρουν εἰς σὲ τὴν προσευχὴν καὶ δέησίν των». 


Κύριος τότε ἐξέτεινε τὴν δεξιάν του, εὐλόγησε τὴν μητέρα του καὶ τῆς εἶπε: «Μακαρία σύ, ἀγαλλιάσθω ἡ καρδία σου Μαρία, εὐλογημένη ἐν γυναιξί, διότι τὸ πλήρωμα τῆς Χάριτος καὶ ὅλες οἱ δωρεὲς σοῦ ἐδόθησαν ἀπὸ τὸν Πατέρα μου τὸν οὐράνιον⋅ καὶ κάθε ψυχὴ ἡ ὁποία θὰ ἐπικαλεῖται τὸ ὄνομά μου μετ' εὐλαβείας δὲν θὰ παραβλεφθῆ ἀλλὰ θὰ εὕρη ἔλεος καὶ παρηγορίαν εἰς τὴν παροῦσαν ζωὴν καὶ εἰς τὸν μέλλοντα αἰῶνα. Σὺ δέ, πορεύου ἐν εἰρήνῃ καὶ χαρᾷ εἰς τὰ αἰώνια σκηνώματα, εἰς τοὺς ἀπέραντους θησαυροὺς τοῦ Πατρός μου, γιὰ νὰ θεωρῆς τὴν δόξαν μου καὶ νὰ εὐφραίνεσαι μὲ τὴν Χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Ἀμέσως δέ, δι' ἐντολῆς τοῦ Κυρίου οἱ ἄγγελοι ἤρχισαν νὰ ψάλλουν ἕνα γλυκύτατον ὕμνον μὲ φωνὴν ζωηρὰν καὶ θελκτικωτάτην, ἐνῷ οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ἔκλιναν εὐλαβῶς τὶς κεφαλές των ἐνώπιον τῆς ἁγιοπνευματικῆς μυσταγωγίας καὶ ἀφιέρωσαν μὲ τὴν σειράν τους εἰς τὴν Παρθένον μίαν ὑμνωδίαν ἀγγελομίμητον. 


Καὶ εἰς αὐτὸ τὸ κλίμα ἡ Παναγία μήτηρ τοῦ Κυρίου παρέδωσε τὴν μακαρίαν καὶ ἀμόλυντον ψυχὴν αὐτῆς εἰς τὸν Βασιλέα καὶ υἱόν της καὶ ἐκοιμήθη ὕπνον γλυκὺν καὶ ἐράσμιον. Ὅπως εἰς τὸν ἀπόρρητον τοκετόν της ἐγέννησε ἀνωδύνως τὸν Κύριον Ἰησοῦν, τοιουτοτρόπως ἔμεινε ἀνέπαφος ἀπὸ τοὺς ἐπιθανάτιους πόνους καὶ κατὰ τὴν κοίμησίν της, καθ' ὅτι ὁ Βασιλεὺς καὶ Δημιουργὸς κάθε κτιστῆς φύσεως, αὐτὸς ὁ ἴδιος εἶναι ποὺ τότε καὶ τώρα μετέτρεψε τοὺς φυσικοὺς νόμους. Οἱ στρατιὲς τῶν ἀγγέλων ὕψωσαν μὲ θαυμασμὸν τὰ ἀόρατα χέρια τους καθὼς διήρχετο ἡ παναγία αὐτῆς ψυχή. 



Ὁ οἶκος τῆς Σιών, καθώς καί ὅλη ἡ περιοχή, 

ἐπλήσθη ἀπό μίαν ἄρρητον εὐωδίαν. 

Ἐπάνω δέ ἀπό τό πανάχραντον σῶμα της ἐπλανᾶτο μία φωτεινή ὕπαρξις ἀόρατος ἀπό τούς αἰσθητούς ὀφθαλμούς. 

Τοιουτοτρόπως ὁ Διδάσκαλος καί οἱ μαθηταί, τά οὐράνια καί τά ἐπίγεια, 

συνώδευσαν ἀπό κοινοῦ τήν ἁγίαν Παρθένον. 

Καί ὁ μέν εὐλογητός Κύριος καί ἔνδοξος Δεσπότης τοῦ παντός 

εἰσήγαγε τήν ἁγίαν ψυχήν τῆς παναχράντου αὐτοῦ μητρός εἰς τούς οὐρανούς, 

οἱ δέ μαθηταί ἀπέθεσαν τό πανάσπιλον σῶμα της εἰς τήν γῆν, 

γιά νά τό ἀλείψουν μέ ἀρώματα καί κατόπιν νά τό μεταφέρουν ὅπου θά ἐπιθυμοῦσε ἐκείνη· 

ἀπό ἐκεῖ ἔμελλε μετ' ὀλίγον νά μεταστῆ εἰς τόν Παράδεισον 

ἢ ὁπουδήποτε ἠθέλησε ὁ υἱός καί Θεός της.



Εκ του βιβλίου του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητή
''Ο Βίος της Υπερευλογημένης Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας''. 
Έκδοση: Ιερόν Κελλίον Αγίου Νικολάου "Μπουραζέρη". 
Άγιον Όρος, 2010
Η εικόνα της ανάρτησης ανήκει στον Αγιογράφο Di Panourgias.
Τίτλος και επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.



Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής


ΣΗΜΕΡΟΝ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΟΡΤΑΖΕΙ ΤΗΝ ΚΟΙΜΗΣΙΝ



Μία των γλυκυτέρων και συμπαθεστέρων εορτών του χριστιανικού κόσμου

είναι και η Κοίμησις της υπεραγίας Θεοτόκου, 

ην σήμερον εορτάζει η Εκκλησία. 

Ευθύς από των πρώτων μ.Χ. αιώνων, 

έξοχος υπήρξεν η τιμή και ευλάβεια, 

ην απένεμον οι χριστιανοί προς την Παρθένον Μαρίαν. 

Αλλ’ η σημερινή εορτή είναι η κατ’ εξοχήν μνήμη της Θεοτόκου, 

άτε την Κοίμησιν αυτής υπόθεσιν έχουσα. 

Η Κοίμησις αύτη συνέβη, κατά την ευσεβή παράδοσιν, 

τη 15 Αυγούστου, αλλά προϊόντος του χρόνου, 

συν τη καλλιεργεία και αναπτύξει του χριστιανικού πνεύματος, 

ετάχθη η προηγουμένη της ημέρας ταύτης δεκατετραήμερος εγκράτεια, 

προς τιμήν της υπεράγνου Θεομήτορος και αυτή γινομένη. 


του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη

Αγομένης της νηστείας ταύτης, ψάλλονται εν τοις ιεροίς ναοίς εναλλάξ καθ’ εκάστην, οι δύο μελωδικώτατοι Παρακλητικοί Κανόνες, η Μεγάλη λεγομένη παράκλησις και η Μικρά. Και αύτη μεν επιγράφεται «ποίημα Θεοστηρίκτου μοναχού, η Θεοφάνους», και πιθανώτατον, ότι είναι του Θεοφάνους μάλλον, διότι πράγματι φαίνεται έργον δοκιμωτάτου ποιητού, η δε Μεγάλη παράκλησις είναι ποίημα του βασιλέως Θεοδώρου Δούκα του Λασκάρεως. Εξόριστος από της βασιλευούσης, αλωθείσης υπό των Λατίνων, ο ατυχής εκείνος βασιλεύς, ευγλώττως εκχέει τα παράπονά του προς την μόνην πολιούχον αυτής και προστάτιδα: «Προς τίνα καταφύγω άλλην Αγνή; που προστρέξω λοιπόν και σωθήσομαι; Που πορευθώ;. Εις σε μόνην ελπίζω, εις σε μόνην καυχώμαι, και επί σε θαρρών κατέφυγον». 


Περί το τέλος του Μεγάλου Παρακλητικού κανόνος ψάλλονται και τα κατανυκτικώτατα εκείνα εξαποστειλάρια. Το πρώτον, ως εκ μέρους της Θεοτόκου, αρχαιοπρεπές και απέριττον, έχει ώδε: «Απόστολοι εκ περάτων, συναθροισθέντες ενθάδε, Γεθσημανή τω χωρίω, κηδεύσατέ μου το σώμα, και συ Υιέ και Θεέ μου, παράλαβέ μου το πνεύμα». Το τρίτον, ικεσία εκ μέρους των πιστών, είναι περιπαθέστατον: «Και σε μεσίτριαν έχω, προς τον φιλάνθρωπον Θεόν, μη μου ελέγξη τας πράξεις, ενώπιον των αγγέλων, παρακαλώ σε Παρθένε, βοήθησόν μοι εν τάχει». Προς το τροπάριον τούτο συνδέεται ευσεβής τις δοξασία από στόματος εις στόμα φερομένη και ασπαστή παρ’ ορθοδόξοις χριστιανοίς, ότι, κατά την τελευταίαν Κρίσιν, και προ της φρικτής αποφάσεως του αδεκάστου δικαστού, η εύσπλαγχνος Μήτηρ και Παρθένος θ’ ανατείνη το τελευταίον χείρας ικέτιδας προς τον Υιόν της και Κύριον, επικαλουμένη την συγκατάβασιν αυτού επί των αμαρτωλών. 


Μετά την δεκαπενθήμερον προπαρασκευήν και νηστείαν, άρχεται η εορτή, και μετ’ αυτήν τα μεθέορτα, ψαλλόμενα μέχρι της 23 του μηνός, καθ’ ην τελείται η απόδοσις της εορτής, η άλλως λεγομένη και Μετάστασις της Θεοτόκου. Αλλά και όλος ο Αύγουστος μην θεωρείται αφιερωμένος εις την Θεομήτορα, εν τω ιερώ δε Άθω, τη ακροπόλει ταύτη της Ορθοδοξίας, ήτις εδέχθη μετά την πτώσιν της Βασιλευούσης όσα κειμήλια και θησαυρούς δεν περιεσύλησαν οι αλλόφυλοι, και όπου περιεσώθη προς τοις άλλοις και η προς την Θεοτόκον ιδιάζουσα τιμή και το προνόμιον του επ’ ονόματι αυτής σεμνύνεσθαι, τα μεθέορτα εξακολουθούσι και μετά την 23 του μηνός. Χάριν δε περιεργείας δύναται να σημειωθή και η σύμπτωσις, ότι ο Αύγουστος αστρονομικώς ανήκει εις το ζώδιον, το λεγόμενον της Παρθένου. Κατ’ αυτήν την ημέραν της εορτής τα άσματα και οι ύμνοι είναι εκ των καλλίστων της Εκκλησίας. 


,τι υψηλόν και ωραίον έγραψέ ποτέ ο Κοσμάς και ο Δαμασκηνός Ιωάννης, οι δύο μέγιστοι της Εκκλησίας μελοποιοί, τονίζεται την ημέραν ταύτην επ’ εκκλησίας, και η ακολουθία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου αμιλλάται προς τας της Μεγάλης Εβδομάδος και των Χριστουγέννων. Λυρικώτατος είναι ο ένθεος Κανών του ιερού Κοσμά, το «Πεποικιλμένη τη θεία δόξη», εις ήχον α΄ αδόμενος, πανηγυρικώτατος δε ο του θείου Δαμασκηνού προς το «Ανοίξω το στόμα μου», εις δ΄ ήχον. Ο ειρμός της α΄ ωδής του α΄ ήχου έχει ως εξής: «Πεποικιλμένη τη θεία δόξη, η ιερά και ευκλεής Παρθένε μνήμη σου, πάντας συνηγάγετο, προς ευφροσύνην τους πιστούς, εξαρχούσης Μαριάμ μετά χορών και τυμπάνων, τω σω άδοντας Μονογενεί, ενδόξως ότι δεδόξασται». Το α΄ τροπάριον της αυτής ωδής λέγει· «Αμφεπονείτο αύλων τάξις, ουρανοβάμων εν Σιών το θείον σώμά σου· άφνω δε συρρεύσασα, των Αποστόλων η πληθύς, εκ περάτων Θεοτόκε, σοι παρέστησαν άρδην, μεθ’ ων Άχραντε, σου την σεπτήν, Παρθένε, μνήμην δοξάζομεν». 


Και το β΄ τροπάριον· «Νικητικά μεν βραβεία ήρω, κατά της φύσεως Αγνή, Θεόν κυήσασα· όμως μιμουμένη δε, τον ποιητήν σου και Υιόν, υπέρ φύσιν υποκύπτεις, τοις της φύσεως νόμοις· διο θνήσκουσα, συν τω Υιώ, εγείρη διαιωνίζουσα». Αξιοσημείωτα είναι τα δύο τροπάρια της ε΄ ωδής του δ΄ ήχου, προς το «Εξέστη τα σύμπαντα»· «Κροτείτωσαν σάλπιγγες, των θεολόγων σήμερον, γλώσσα δε πολύφθογγος ανθρώπων, νυν ευφημείτω, περιηχείτω αήρ, απείρω λαμπόμενος φωτί, άγγελοι υμνείτωσαν, της Παρθένου την κοίμησιν». «Το Σκεύος διέπρεπε, της εκλογής τοις ύμνοις σου, όλος εξιστάμενος Παρθένε, έκδημος όλος, ιερωμένος Θεώ, τοις πάσι θεόληπτος και ων, όντως και δεικνύμενος, Θεοτόκε πανύμνητε». Ο ειρμός της ζ΄ ωδής του α΄ ήχου, εν ω μνημονεύεται κατά χρέος η ιστορία των Τριών Παίδων, έχει ως έπεται· «Ιταμώ θυμώ τε και πυρί, θείος έρως αντιταττόμενος, το μεν πυρ εδρόσιζε, τω θυμώ δε εγέλα, θεοπνεύστω λογική, τη των οσίων τριφθόγγω λύρα αντιφθεγγόμενος, μουσικοίς οργάνοις εν μέσω φλογός· ο δεδοξασμένος, των πατέρων και ημών, Θεός ευλογητός ει». 


Το επόμενον τω ειρμώ τούτω τροπάριον περιέχει ποιητικωτάτην παραβολήν, ή μάλλον αντίθεσιν, αφορμήν λαβούσαν εκ της συντρίψεως των πλακών της Διαθήκης υπό του Μωυσέως. «Θεοπνεύστους πλάκας Μωσής, γεγραμμένας τω θείω Πνεύματι, εν θυμώ συνέτριψεν, αλλ’ ο τούτου Δεσπότης, την τεκούσαν ασινή, τοις ουρανίοις φυλάξας δόμοις, νυν εισωκίσατο· συν αυτή σκιρτώντες, βοώμεν Χριστώ· ο δεδοξασμένος, των πατέρων και ημών, Θεός ευλογητός ει». 



Αλλ’ η χρυσή κορωνίς και το επιστέγασμα όλου του Κανόνος, 

είναι η ωραιοτάτη εκείνη καταβασία της θ΄ωδής, 

μετά του Μεγαλυναρίου, ψαλλομένη και εν τη Λειτουργία· 

«Αι γενεαί πάσαι, μακαρίζομέν σε, 

την μόνην Θεοτόκον. 

«Νενίκηνται της φύσεως οι όροι, 

εν σοι Παρθένε άχραντε, παρθενεύει γαρ τόκος, 

και ζωήν, προμνηστεύεται θάνατος· 

η μετά τόκον Παρθένος, και μετά θάνατον ζώσα, 

σώζοις αεί, 

Θεοτόκε, την κληρονομίαν σου».



Άρθρο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, 
που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ''Εφημερίς'', 
στις  15 Αυγούστου 1887
Αναδημοσίευση από τον Ιστότοπο ''Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης'' 
Τίτλος και επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ
Πρωτότυπος τίτλος: '' Η Κοίμησις της Θεοτόκου''.


Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης


Σάββατο 27 Αυγούστου 2016

ΕΙΣ ΕΠΑΛΗΘΕΥΟΜΕΝΟΣ ΛΟΓΟΣ ΚΑΤΑ ΕΝΩΤΙΚΩΝ



Το βιβλίο αυτό γράφηκε πριν από εικοσιεπτά χρόνια,

με την ελπίδα μήπως βοηθήσει να αναχαιτισθεί η εκκλησιαστική μοιχεία του Οικουμενισμού.

Αλίμονο όμως! 

Η ελπίδα εκείνη αποδείχθηκε φρούδα. 

Ο Οικουμενισμός όχι μόνον προχώρησε και έφθασε στην κοινή λατρεία, 

και μάλιστα σε ανώτατο επίπεδο, 

αλλά ξεπέρασε και αυτά τα όρια του Χριστιανισμού, 

έγινε θρησκευτικός συγκρητισμός και σατανική πανθρησκεία, τύπου Ασίζης και «Νέας Εποχής». 

Το κακό ήρθε σιγά και ύπουλα, από πολύ παλιά. 

Είναι το «μυστήριο της ανομίας», 

που «ενεργείται» διαρκώς και περισσότερο με την πάροδο των αιώνων και τείνει πρός την εσχατολογική αποκορύφωσή του. 

Για μας εδώ, στην ορθόδοξη ανατολή, 

η τελευταία φάση του άρχισε να διαγράφεται εμφανέστερα κατά τη διάρκεια του περίφημου «αιώνα των φώτων», 

με το «Μεγάλο» Πέτρο και τη «Μεγάλη» Αικατερίνη της Ρωσίας 

και όλους εκείνους τους «ορθόδοξους», 

που εκστατικοί μαθήτευαν στα ειδωλολατρικά «φώτα» της Δύσης.


Διδάσκαλοι με μεγάλο όνομα, σαν τον Ευγένιο Βούλγαρη και τον Κοραή, δίδασκαν στην Ελλάδα την ειδωλολατρία και τους νεώτερους φιλοσόφους της Δύσεως και διαπληκτίζονταν οι λόγιοι από τα Ιωάννινα μέχρι το Φανάρι για το ποιοί φιλόσοφοι ήταν ανώτεροι, ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης ή ο Leibnitz, ο Wolff και ο Locke. Οι λίγοι μοναχοί του Αγίου Όρους που είχαν αληθινά χριστιανικό φρόνημα έβλεπαν με θλίψη την ματαιολογία των κατ’ όνομα ορθοδόξων Χριστιανών και αδιάφοροι για την κοσμική σοφία, έβοσκαν στον τερπνό και φωτεινό λειμώνα των συγγραμμάτων των αγίων διδασκάλων της Εκκλησίας, όπου επιλάμπει ο Χριστός και μόνον. 


Αποτέλεσμα ήταν να επέλθει ανάμεσα στα δύο αυτά αντίθετα ρεύματα, τέτοια ψυχική διάσταση, ώστε στό Άγιον Όρος να εξελιχθεί, με ελάχιστη κατά τα φαινόμενα αφορμή, η περίφημη περί μνημοσύνων και κολλύβων μάχη, που είχε δραματικές για τον τόπο συνέπειες. Επρόκειτο στην πραγματικότητα για σύγκρουση του πατερικού πνεύματος της Ορθοδοξίας με το πνεύμα του κόσμου, που φορούσε κι αυτό μοναχική περιβολή. Τα θλιβερά εκείνα γεγονότα, που προσπάθησα κι εγώ να περιγράψω με συντομία στό περιοδικό «Οι Ρίζες» (Τεύχη 23 και 24), είναι το κλειδί για την κατανόηση της Ιστορίας μας, των δύο τελευταίων αιώνων. Πολύ πρίν γίνει ο διωγμός της Ορθοδοξίας από τον Φαρμακίδη και τους Βαυαρούς είχε γίνει ένας άλλος διωγμός στην ίδια την καρδιά της, τον Άθωνα. Και τον διωγμό εκείνον, τον πρώτο, δεν τον έκαναν χωροφύλακες αλλά μοναχοί, συνεπικουρούμενοι από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. 


Λίγοι έχουν αντιληφθεί πόσο καίρια σημασία είχε ο διωγμός των κολλυβάδων από το Άγιον Όρος για τις μετέπειτα εξελίξεις σ’ ολόκληρο το χώρο της ορθόδοξης ανατολής. Χωρίς τη σωστή εκτίμηση των γεγονότων αυτών δεν μπορούμε να καταλάβουμε από ποιά «σκάλα» κατεβήκαμε στό «υπόγειο» που βρισκόμαστε σήμερα, και θα παραμείνει αίνιγμα πώς, λαοί που έδωσαν στην Εκκλησία του Χριστού τόσους αγίους και μάρτυρες, έφθασαν στις μέρες μας να παραδώσουν την Ορθοδοξία στους εχθρούς της χωρίς αντίσταση. Πολλά έχουν γραφεί για το καλό που έγινε στην υπόλοιπη Ελλάδα από τους μοναχούς με πατερικό φρόνημα και βίωμα, που διωγμένοι από το Άγιο Όρος από τους εκεί συνασκητές τους, και με το χλευαστικό παρωνύμιο «κολλυβάδες», εγκατεστάθηκαν και ασκήτεψαν σε διάφορα νησιά του Αιγαίου στα τέλη του 18ου αιώνα. 


Ελάχιστα όμως έχουν γραφεί για το κακό που έγινε στό ίδιο το Άγιον Όρος από την ολοκληρωτική ερήμωσή του από τους φορείς της ορθοδόξου Παραδόσεως ή για το κακό που έγινε στις ορθόδοξες χώρες από το γεγονός αυτό. Το Άγιον Όρος είναι το μοναστικό κέντρο της Ορθοδοξίας για ολόκληρη τη δεύτερη μετά Χριστόν χιλιετηρίδα, ο δε μοναχισμός είναι η καρδιά της Ορθοδοξίας. Τα γεγονότα του 18ου αιώνα έμειναν η αθεράπευτη πληγή της καρδιάς αυτής. Ο κύριος αγωγός της πνευματικής μας Παράδοσης διακόπηκε, και οι σποραδικές και διάσπαρτες εστίες της κατακερματίστηκαν και αποδυναμώθηκαν ολοσχερώς σε διάστημα μικρότερο του αιώνος. Η άνθηση της Ορθοδοξίας στα νησιά του Αιγαίου και η παράλληλη και αντίστοιχη άνθηση της Παϊσιανής παράδοσης στη Μολδαβία και τη Ρωσία δεν είχαν την απαιτούμενη μάζα για να συνεχίσουν την πρώθησή τους μέσα στους αντίξοους καιρούς. 


Ήταν δύο μεγάλοι ποταμοί με καθαρό και δροσερό νερό, που η πηγή τους, το Άγιον Όρος, είχε στερέψει. Τα μνημεία της φωτεινής εκείνης εποχής είναι σήμερα ερείπια εγκαταλειμένων μοναστηριών, όπως του Ευαγγελισμού στη Σκιάθο, του Νιαμέτς στη Ρουμανία, της Όπτινα στη Ρωσία. Το κακό το επισφράγησαν οι δύο μεγάλες καταστροφές, της Μικράς Ασίας και της Ρωσίας. Όταν το 1924 το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και η Εκκλησία της Ελλάδος κατήργησαν το εορτολόγιο των ορθοδόξων και έφεραν στη θέση του το εορτολόγιο του Πάπα Γρηγορίου, πολλοί ευσεβείς άνθρωποι στην Ελλάδα κατάλαβαν ότι οι ποιμένες τους «θέλουν να μας φραγκέψουν» και έπαψαν να έχουν εκκλησιαστική κοινωνία μαζί τους. Έμειναν όμως χωρίς επισκόπους, χωρίς πρεσβυτέρους και χωρίς ναούς. Τότε ήρθε αρωγός στο λαό το Άγιον Όρος, που κι αυτό δεν είχε δεχθεί την καινοτομία και το μεγάλο μέρος των μοναχών του δεν μνημόνευε τον καινοτόμο Πατριάρχη. Έτσι, οι ιερομόναχοι και οι απλοί μοναχοί του Αγίου Όρους έγιναν οι καθοδηγητές του ορθόδοξου λαού, που χλευαστικά ονομάστηκαν «Παλαιοημερολογίτες». 


Όμως, τι είδους Ορθοδοξία έδωσαν οι αγιορείτες αυτοί στο λαό που διψούσε για την αλήθεια και ήθελε να μείνει στην πίστη και στην ευσέβεια των Πατέρων του; Ποιά άλλη από την «Ορθοδοξία» των διωκτών εκείνων αγιορειτών του 18ου αιώνος, που είχαν φορτώσει στην ψυχή τους το αίμα των δολοφονημένων κολλυβάδων; Γιατί, αυτή η πίστη, αυτή η παράδοση, αυτή η ευσέβεια είχε μείνει στό Άγιον Όρος μετά την αποπομπή των κολλυβάδων. Κάθε πνευματικός γυιός αυτήν την παράδοση κληρονομούσε από τον πνευματικό του πατέρα, αυτήν την παράδοση που η Αγία Γραφή ονομάζει «παράδοση των ανθρώπων». «Διατί παραβαίνετε την εντολή του Θεού διά την παράδοσιν υμών; Υποκριταί! Καλώς προεφήτευσε περί υμών Ησαϊας λέγων: εγγίζει μοι ο λαός ούτος τω στόματι αυτών και τοις χείλεσι με τιμά, η δε καρδία αυτών πόρρω απέχει απ’ εμού μάτην δε σέβονταί με, διδάσκοντες διδασκαλίαν εντάλματα ανθρώπων...» (Ματθ. ιε΄). Να, λοιπόν, πώς φθάσαμε να ενσκήψει η λαίλαπα του Οικουμενισμού και του συγκρητισμού επάνω μας και να μήν υπάρχουν άνθρωποι να προβάλουν αντίσταση. 


Ποιος να αντισταθεί; το πλήθος των αδιαφόρων και απονευρωμένων ψυχών των Χριστιανών της καλοπέρασης, που χειροκροτούν κάθε νεοτερισμό και τρέφονται πνευματικά με ορθοδοξόμορφο δυτική ευσέβεια ή οι προδομένοι από τους γεροντάδες και πνευματικούς τους φιλομόναχοι, που αν συναντούσαν σήμερα έναν από εκείνους τους αγίους κολλυβάδες του 18ου αιώνα θα τον προπηλάκιζαν και θα τον εξευτέλιζαν πολύ χειρότερα από τους πνευματικούς των προγόνους; Οι σημερινοί «ορθόδοξοι» διδάχθηκαν δύο ειδών «Ορθοδοξίες». Ή την «Ορθοδοξία» του «χαρά και γέλιο και καμάρι» ή τη μοναστική «Ορθοδοξία» της αντικολλυβαδικής παραδόσεως. Την πατερική Ορθοδοξία λίγοι την γνωρίζουν και ελάχιστοι την αγαπούν και αγωνίζονται να τη ζήσουν. Όμως αυτή είναι η μόνη, που έχει το «ύδωρ το ζών», που κάνει ζωντανές τις ψυχές των ανθρώπων, ώστε να μπορούν να αγωνιστούν για την αλήθεια. 


Πώς, λοιπόν, να αναχαιτισθεί ο Οικουμενισμός, αφού φυτεύθηκε σε τόσο πρόσφορο έδαφος; Οι ορθόδοξοι Χριστιανοί των τελευταίων καιρών «την αγάπην της αληθείας ουκ εδέξαντο εις το σωθήναι αυτούς και διά τούτο πέμψει αυτοίς ο Θεός ενέργειαν πλάνης εις το πιστεύσαι αυτούς τω ψεύδει, ίνα κριθώσι πάντες οι μη πιστεύσαντες τη αληθεία, αλλ’ ευδοκήσαντες εν τη αδικία» (Θεσσ. Β΄, β΄ 10-12). Εκεί που φθάσαμε μόνο θαύμα μπορεί να μας σώσει, όσους βέβαια θέλουμε να σωθούμε. Γιατί έχουμε μπροστά μας τη δαιμονική ειδωλολατρική πανθρησκεία με ορθοδοξοφανή πολλές φορές προσωπεία και από πίσω μας δεν έχουμε την παράδοση και το παράδειγμα για να μας καθοδηγήσει και να μας στηρίξει. Εμείς, οι έσχατοι Χριστιανοί, δεν έχουμε δίπλα μας αγίους ανθρώπους για να μας δείξουν τον δρόμο, ζωντανοί πρός ζωντανούς, όπως γινόταν παλιά. Έχουμε όμως σε αφθονία κάτι που δεν το είχαν οι παλιοί, έχουμε τα βιβλία των αγίων. Ο Θεός οικονομεί για την κάθε γενεά με αγάπη και δικαιοσύνη. Άς επωφεληθούμε, λοιπόν, από το μερίδιο το δικό μας. Ο Θεός κάνει και σήμερα θαύματα, όπως παλιά, και θα μας σώσει, αν δεν συμβιβασθούμε με κανένα ψέμα και αν αποφασίσουμε «πάντα παθείν διά την ευσέβειαν». 


Αν θέλουμε να μείνουμε αληθινοί μαθητές του Χριστού στα χρόνια των μεγάλων θλίψεων που έρχονται, πρέπει να πάρουμε την απόφαση να είμαστε αληθινοί σε όλα, έστω και αν χρειαστεί να μείνουμε μόνον δύο ή τρείς συνηγμένοι στό Όνομά Του. Το βιβλίο, που έχετε στα χέρια σας δεν έφερε μέχρι τώρα κανένα εμφανές αποτέλεσμα. Είναι όμως τόσο επίκαιρα, τα όσα είναι γραμμένα σ’ αυτό, ώστε πολλοί θα νομίσουν ότι το έγραψα σήμερα και όχι πρίν από 27 ολόκληρα χρόνια. Εν τούτοις, το κείμενο παραμένει αναλλοίωτο, όπως ακριβώς τυπώθηκε το 1964. Ούτε γράμμα δεν έχει αλλάξει. Το μόνο καινούργιο είναι αυτός ο πρόλογος. Σήμερα, φυσικά, δεν πιστεύω ότι μπορεί να αναχαιτισθεί το κακό. Θέλω, μόνο, να μη χαθεί η μαρτυρία της αλήθειας. Αυτό είναι το δικό μας ανθρώπινο καθήκον. Τα υπόλοιπα, τα ξέρει μόνον ο Θεός. Δεν υπάρχουν παρά μόνο δύο σημεία του κειμένου, που πρέπει να διορθωθούν. Το πρώτο είναι στη σελίδα 35. Γράφω: «Ο λόγος για τον οποίον απεφασίσθη η εισαγωγή του νέου ημερολογίου στην Ελλάδα, ούτε αστρονομικός, ούτε θεολογικός ήταν». 


Ότι ο λόγος δεν ήταν αστρονομικός είναι αλήθεια, αλλά ότι δεν ήταν ούτε θεολογικός είναι λάθος. Η αλλαγή του ημερολογίου ήταν η πρώτη πράξη του Οικουμενισμού, η πρώτη εμπράγματη εφαρμογή του. Με την εισαγωγή του δυτικού εορτολογίου στην Εκκλησία της Ελλάδος πραγματοποιήθηκε η εορτολογική ένωσή της με τους Παπικούς και τους Προτεστάντες. Τα στάδια της ενώσεως των Ανατολικών με τους Δυτικούς είχαν περιγραφεί επίσημα στην περίφημη εγκύκλιο «προς τας απανταχού Εκκλησίας του Χριστού», που κυκλοφόρησε το Οικουμενικό Πατριαρχείο σ’ όλες τις αερετικές και ορθόδοξες Εκκλησίες το 1920, τέσσερα χρόνια πρίν από την αλλαγή του ημερολογίου στην Ελλάδα (βλέπε Ι. Καρμίρη, «Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Εκκλησίας», τόμος β΄). Στην εγκύκλιο αυτή, η αλλαγή του εορτολογίου περιγράφεται σαν το πρώτο βήμα, η πρώτη φάση της ενώσεως των Εκκλησιών, που πρέπει να προηγηθεί όλων των άλλων. Το δεύτερο σημείο που πρέπει να διορθωθεί είναι στη σελίδα 95, εκεί που γράφω για τις ρωσικές Εκκλησίες. 


Η διαφορά ανάμεσα στο Πατριαρχείο της Μόσχας και τη Ρωσική Εκκλησία της διασποράς, που δεν έχει εκκλησιαστική κοινωνία με το Πατριαρχείο, δεν ήταν τόσο επιφανειακή, όσο νόμισα τότε. Το Πατριαρχείο της Μόσχας ταυτίστηκε με το αντίθεο κομμουνιστικό κράτος το 1927 επί Σεργίου, που έγινε Πατριάρχης επειδή δέχθηκε να διακηρύξει τα εντελώς αντίθετα απ’ όσα είχε διακηρύξει η Σύνοδος του 1917-18 και ο Πατριάρχης Τύχων, που μαρτύρησε δηλητηριασμένος το 1925. Μέχρι σήμερα, το Πατριαρχείο Μόσχας είναι υπάκουα υποταγμένο στο σοβιετικό κράτος, από το οποίο και χρηματοδοτείται. Τι δρόμο θα ακολουθήσει στο μέλλον η Ρωσική Εκκλησία της διασποράς δεν το ξέρω, ένα είναι βέβαιο, το 1983 η Εκκλησία αυτή αναθεμάτισε επίσημα την αίρεση του Οικουμενισμού και όσους κοινωνούν μ’ αυτήν. Ο αναθεματισμός αυτός πήρε κεντρική θέση στο Συνοδικό της Ορθοδοξίας και διαβάζεται έκτοτε επίσημα σε κάθε ορθόδοξο ναό την Κυριακή της Ορθοδοξίας, μαζί με τα άλλα αναθέματα των από αιώνων αιρετικών. 


Όσα έγιναν μέσα στα 27 χρόνια που μεσολάβησαν, από την πρώτη έκδοση, δικαίωσαν την κάθε γραμμή του βιβλίου αυτού. Υπήρξαν διάσημοι πνευματικοί τότε, που όταν διάβασαν τα χειρόγραφα εισηγήθηκαν στους εκδότες, ή να μη δημοσιευθεί το βιβλίο, ή να αλλάξει, για να μη φέρει χωρίς λόγο ταραχή στην Εκκλησία. «Μετά από κάθε κακοκαιρία, έλεγαν, ξαναβγαίνει ο ήλιος. Μόλις πεθάνει ο Αθηναγόρας, η Ορθοδοξία θα ξαναλάμψει στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως». Ο Αθηναγόρας πέθανε, αλλά η Ορθοδοξία δεν ξαναέλαμψε, ούτε και θα ξαναλάμψει στα Πατριαρχεία της Ανατολής, όπως δεν ξαναέλαμψε δέκα αιώνες τώρα στο Πατριαρχείο της Ρώμης. Η αδιάκριτη αισιοδοξία των πνευματικών είναι μια από τις αιτίες της αδράνειας των Ορθοδόξων μπροστά στην αποστασία των ποιμένων τους, που προφήτεψε ο Απόστολος Παύλος (Β΄ Θεσσ. β΄3).



Ο Κύριος δεν ήταν καθόλου αισιόδοξος για την εξέλιξη των γεγονότων 

και μας είχε εξηγήσει, 

όπως εξ’ άλλου και όλοι οι Πατέρες και διδάσκαλοι της Εκκλησίας, 

ότι όσο περνάει ο καιρός και θα πλησιάζει η ένδοξη Δευτέρα Παρουσία και η ανάσταση και η ανακαίνιση των πάντων, 

θα πηγαίνουμε από το κακό στο χειρότερο, 

σε σημείο να κινδυνεύσουν στο τέλος να χαθούν και οι εκλεκτοί. 

«Πλήν ο υιός του ανθρώπου ελθών, άρα ευρήσει την πίστην επί της γής;» (Λουκ. ιη΄, 8). 

Στο τέλος, είπε ο Κύριος, 

η ανθρωπότητα θα είναι όπως ήταν στις μέρες του Νώε και στις μέρες του Λωτ, δηλαδή Σόδομα και Γόμορα (Λουκ. ιζ΄ 26, 28). 

Η αποστασία των ποιμένων δεν θα αφήνει τους ποιμενόμενους να ανανήψουν, 

διότι θα τους ζητούν να κάνουν υπακοή σ’ αυτούς που οι ίδιοι δεν κάνουν υπακοή στό Χριστό, 

τον οποίο οι περισσότεροι, 

ούτε αγαπούν, ούτε καν πιστεύουν σ’ Αυτόν.





 Εκ του βιβλίου του Αλεξάνδρου Καλόμοιρου: ''ΚΑΤΑ ΕΝΩΤΙΚΩΝ''. 
''Ο πρόλογος αυτός γράφηκε τον Απρίλιο του 1989, ένα περίπου χρόνο πριν τον θάνατο του συγγραφέα''.
 Εκδόσεις ''Ζέφυρος'', Αθήνα 1964, σελίδες 20 - 23. 
Στην φωτογραφία της ανάρτησης, 
ο  αείμνηστος, Μητροπολίτης Σίλβεστρος της Εκκλησίας των Κατακομβών της Ρουμανίας
που αντιστάθηκε στην προέλαση του Οικουμενισμού δια της ημερολογιακής καινοτομίας 
και εκοιμήθη ειρηνικώς το 1992.
 Τίτλος και επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.




Αλέξανδρος Καλόμοιρος


Print Friendly and PDF