«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»
Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος
Δημοσιογράφος
Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Έτος: 11ο (2013 - 2024)
Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης
Διαχειριστής:
Γιώργος Δ. Δημακόπουλος
Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Έτος: 11ο (2013 - 2024)
Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης
Διαχειριστής:
Γιώργος Δ. Δημακόπουλος
Δημοσιογράφος
Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine
«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».
Κωστής Παλαμάς
Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2022
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ: ΑΠΟ ΜΙΑ ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ
Στις 10 Ιουνίου 1941, στην Αλεξάνδρεια ο Σεφέρης μίλησε στα παιδιά του Γυμνασίου για την ελληνική γλώσσα αλλά και την ποίηση που γράφτηκε και γράφεται σε αυτήν. Σταμάτησε σε κάποιους σταθμούς παλαιότερους όπως τον Παλαμά, τον Καβάφη, τον Σικελιανό, τον Καρυωτάκη αλλά και σύγχρονους του όπως τον Δ. Αντωνίου και τον Ο. Ελύτη.
του Σπύρου Κουτρούλη
Κατέληξε, ανάμεσα σε πολλά άλλα, στον διαχρονικό χαρακτήρα της ελληνικής γλώσσας: «η ελληνική γλώσσα, ο άνθρωπος, η θάλασσα… Για κοιτάξετε πόσο θαυμάσιο πράγμα είναι να λογαριάζει κανείς πώς, από την εποχή που μίλησε ο Όμηρος ως τα σήμερα, μιλούμε, ανασαίνουμε, και τραγουδούμε την ίδια γλώσσα.
Κι αυτό δε σταμάτησε ποτέ, είτε σκεφτούμε την Κλυταιμνήστρα που μιλά στον Αγαμέμνονα, είτε την Καινή Διαθήκη, είτε τους ύμνους του Ρωμανού και τον Διγενή Ακρίτα, είτε το Κρητικό Θέατρο και τον Ερωτόκριτο, είτε το δημοτικό τραγούδι.
Και όλοι αυτοί, οι μεγάλοι και οι μικροί, που σκέφτηκαν, μίλησαν, μέτρησαν ελληνικά, δεν πρέπει να νομίσετε πως είναι σαν ένας δρόμος, μια σειρά ιστορική, που χάνεται στη νύχτα των περασμένων και βρίσκεται έξω από σας.
Πρέπει να σκεφτείτε πως όλα αυτά βρίσκονται μέσα σας, τώρα, βρίσκουνται μέσα σας όλα μαζί, πως είναι το μεδούλι των κοκάλων σας, και πως θα τα βρείτε αν σκάψετε αρκετά βαθιά τον εαυτό σας.
Αλλά για να κάνετε αυτή τη δουλειά, για να επιδοθείτε σ’ αυτή την εσωτερική προσήλωση, θα σας βοηθήσουν οι άνθρωποι του καιρού σας, που με τον καλύτερο τρόπο μπόρεσαν να εκφραστούν στην ελληνική γλώσσα.
Γι’ αυτό καθώς πιστεύω, η σύγχρονή μας λογοτεχνία είναι απαραίτητη για να καταλάβουμε, όχι μόνο την αρχαία λογοτεχνία, αλλά και όλη την ελληνική παράδοση. Πόσες ερμηνείες για τη λιτότητα της αρχαίας τέχνης δεν θα ήταν περιττές λ.χ. αν μπορούσαμε να νιώσουμε καλά την τέχνη ενός δημοτικού τραγουδιού».
Ο Σεφέρης τελειώνει την ομιλία με αναφορά στην μεγάλη ενότητα και συνοχή της ελληνικής ζωής: «θυμάμαι τη μέρα που μας κήρυξαν τον πόλεμο οι Γερμανοί. Το πλήθος που ζητωκραύγαζε στην οδό Σταδίου, σώπασε ξαφνικά, κι έπειτα άρχισε να τραγουδά με μια βαριά μεγάλη φωνή:
«Τη Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια». Αυτό και μόνο. Αλλά αυτό και μόνο ήταν αρκετό για να καταλάβει κανείς πως ο πόλεμος τούτος δεν ήταν σημερινός ούτε χτεσινός: ήταν ο αιώνιος πόλεμος της Ελλάδας όλων των καιρών για την ανθρώπινη αξία». *Εκ του ιστολογίου <<Άρδην>> της 30-10-2022. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.
Η ΣΤΑΣΙΣ ΜΑΣ ΠΡΟΣ ΤΙΣ ΑΓΙΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΙΕΡΑ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΑ
Μία ἀπὸ τὶς ἰδιότητες τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ Ἁγιότητα. Ἡ Ἁγιότητά Του ἀντανακλᾶται στὸν Λαό Του καὶ στὰ Ἀντικείμενα ποὺ ἔχουν εὐλογηθεῖ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, γιὰ νὰ τὰ χρησιμοποιοῦμε στὴν πορεία μας πρὸς Αὐτόν. Ἄρα, ὁ σεβασμὸς πρὸς τὰ ἱερὰ αὐτὰ Ἀντικείμενα καὶ τὶς Εἰκόνες ἀποτελεῖ φανέρωση τῆς σχέσης μας μὲ τὸν Θεό. «Καὶ ἔσεσθέ μοι ἅγιοι, ὅτι ἐγὼ ἅγιος εἰμί, Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν» (Λευ. κ´ 26). Οἱ Εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ, τῆς Θεοτόκου, τῶν Ἁγίων καὶ τῶν Χριστιανικῶν Ἑορτῶν δὲν εἶναι ἁπλῶς ἀντικείμενα τέχνης, ἀλλὰ ὀχήματα τῆς Χάριτος τοῦ Χριστοῦ, ἡ Ὁποία συγκρατεῖ τὸν κόσμο. Ὡς Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, θὰ πρέπει νὰ ἔχουμε ὡς κανόνα τῆς ζωῆς μας νὰ μὴν μαλώνουμε οὔτε νὰ φερόμαστε ἄπρεπα μπροστὰ στὶς Εἰκόνες τῶν Ἁγίων· καὶ νὰ μεταδώσουμε στὰ παιδιά μας, ἀπὸ τὴν πιὸ τρυφερὴ ἡλικία, τὸν σεβασμὸ πρὸς τὶς ἅγιες Εἰκόνες. Δὲν εἶναι μόνον, ὅτι τοὺς Ἁγίους τοὺς ἐπικαλούμαστε καὶ ζητοῦμε τὴν οὐράνια μεσιτεία τους, ἀλλὰ οἱ Εἰκόνες τους λειτουργοῦν ὡς ὑπόμνηση, ὅτι ὁ Χριστὸς μᾶς ἔχει καλέσει σὲ Μετάνοια καὶ Θέωση. Ἕνα ἱερὸ Ἀντικείμενο, ἀκόμη καὶ ἂν παλαιώσει, πρέπει νὰ τὸ μεταχειριζώμαστε μὲ σεβασμό. Σὲ καμμία περίπτωση μία Εἰκόνα δὲν πετιέται. Θὰ πρέπει νὰ μεταφερθεῖ στὴν Ἐκκλησία καὶ νὰ καεῖ στὸ χωνευτήριο, ὅπου καταστρέφουν καὶ ἄλλα ἁγιασμένα ἀντικείμενα. Τὸ ἴδιο ἰσχύει γιὰ τὸ ἁγιασμένο Ἔλαιον καὶ τὸ εὐλογημένο Ὕδωρ (τὸν Ἁγιασμόν), ποὺ φέρνουμε στὸ σπίτι, ποτὲ δὲν τὰ πετᾶμε καὶ τὰ χρησιμοποιοῦμε μὲ πολλὴ προσοχή. Περιβάλλουμε μὲ τὸν πρέποντα σεβασμὸ τὴν Εἰκόνα τοῦ Προστάτη μας Ἁγίου, καθὼς μετὰ τὴν Βάπτισή μας συνάπτουμε ἕναν ἰδιαίτερο δεσμὸ μὲ τὸν Ἅγιο, τοῦ ὁποίου πήραμε τὸ ὄνομα. Οἱ γονεῖς μποροῦν νὰ καθιερώσουν στὴν ἀρχὴ κάθε σχολικῆς χρονιᾶς νὰ σταυρώνουν τὸ παιδὶ μὲ τὴν Εἰκόνα τοῦ Ἁγίου ἢ τῆς Ἁγίας του· ἢ παρομοίως καὶ πρὶν ἀπὸ ἕνα ταξίδι ἢ τὴν ἡμέρα τοῦ Γάμου του. Τὰ μέλη τῆς οἰκογένειας ἂς φροντίσουν νὰ φέρουν μερικὲς τουλάχιστον Εἰκόνες στὸ δωμάτιο νοσηλείας ἢ ὅπου γηροκομεῖται κάποιο ἀγαπημένο τους πρόσωπο, ἔτσι ὥστε ἡ ἀναχώρηση ἀπὸ τὴν ζωὴ αὐτὴ νὰ γίνει ἐνώπιον τῶν ἱερῶν Εἰκόνων ποὺ πάντοτε εὐλαβεῖτο.
Ὁ Ἐρανιστὴς
† ὁ Μητροπολίτης Κυπριανὸς
16.10.2022 ἐκ. ἡμ.,
† Ἁγίου Μάρτυρος Λογγίνου τοῦ ἑκατοντάρχου
Ιερά Μητρόπολη Ωρωπού και Φυλής
της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών
Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2022
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΒΟΙΩΤΙΑΣ κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ: «ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Δ' ΛΟΥΚΑ» (2022)
Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ τὸν ἄνθρωπο τὸν ὁποῖο βρίσκεται στὸ σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας ἔχει τὴ δύναμη νὰ τὸν μεταμορφώσει καὶ ἀπὸ σκοτεινὸ νὰ τὸν καταστήσει φωτεινό, ἀπὸ ἄγριο, Θεὸ κατὰ χάριν.
Τότε, θὰ ρωτήσει καλοπροαίρετα κάποιος, γιατὶ ἡ κοινωνία μας βρίσκεται σὲ αὐτὸ τὸ χάος τῆς ἁμαρτίας; Μὴπως τάχα οἱ περισσότεροι δὲν ἔχουν ἀκούσει ποτὲ τὸν θεῖο λόγο, ἤ κάτι ἄλλο συμβαίνει; Τὴν ἀπάντηση μᾶς τὴ δίνει σήμερα ὁ Χριστὸς μέσα ἀπὸ τὴν παραβολὴ τοῦ σπορέως.
Παραβολὴ εἶναι μία μικρὴ ἱστορία μὲ σκηνὲς ἀπὸ τὴν καθημερινότητά μας, ἡ ὁποία μᾶς βοηθᾶ νὰ κατανοήσουμε μεγάλες ἀλήθειες καὶ σημαντικὰ πνευματικὰ νοήματα. Τὸν παραβολικὸ τρόπο διδασκαλίας τὸν χρησιμοποιοῦσε συχνὰ ὁ Κύριός μας, προκειμένου νὰ γίνεται ἀντιληπτὸς ὁ λόγος Του ἀπὸ τὸν μικρότερο ἕως τὸν μεγαλύτερο, ἀπὸ τὸν πιὸ μορφωμένο, ἕως τὸν ἀγράμματο.
Ὅλοι ὅσοι διακονοῦμε τὸν θεῖο λόγο πρέπει αὐτὸ νὰ τὸ λαμβάνουμε πολὺ σοβαρὰ ὑπ΄ ὄψιν, νὰ φροντίζουμε δηλαδὴ ὁ λόγος μας νὰ διακρίνεται ἀπὸ ἁπλότητα καὶ ἐγκαρδιότητα καὶ ὄχι ἀπὸ διάθεση ἐπίδειξης, ὥστε νὰ γίνει ὁ λόγος ἀπόλυτα κατανοητὸς ἀπὸ ὅλους.
Ξεκινᾶ, λοιπόν, ὁ Χριστὸς τὴν παραβολὴ λέγοντας ὅτι ὁ σπορέας βγῆκε στὸ χωράφι γιὰ νὰ σπείρει τὸν σπόρο του καὶ ἐξηγεῖ ὕστερα στοὺς Μαθητές Του ὅτι ὁ σπόρος εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Ἐκ πρώτης ὄψεως, δὲν εἶναι εὐκαταφρόνητος ἕνας σπόρος;
Ἕστω ὅτι εἴμαστε πεινασμένοι. Δὲν θὰ προτιμούσαμε μάλλον ἕναν ὤριμο καρπό, ἀπὸ ἕναν σπόρο, ὁ ὁποῖος ἄλλωστε συνεπάγεται κόπο, μόχθο καὶ σκληρὴ ἐργασία γιὰ νὰ αὐξηθεῖ; Σωστά. Ὡστόσο, τρώγοντας στὸ παρὸν τὸν καρπό, μετὰ μένουμε χωρὶς τροφή. Ἀντιθέτως, ἐπιλέγοντας τὸν σπόρο, ἐξασφαλίζουμε πολλαπλάσιους καρποὺς γιὰ τὸ μέλλον.
Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ μὲ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶναι πνευματικὰ πεινασμένοι καὶ ψάχνουν ἀπὸ ἐδὼ κὶ ἀπὸ κεὶ νὰ βροῦν «τροφή». Ὁ Χριστὸς προσφέρει τὸν σπόρο, τὸν λόγο Του. Αὐτός, ὅμως, στοὺς πολλοὺς δὲν φαίνεται ἑλκυστικός, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ καταφεύγουν σὲ πιὸ πρόχειρες καὶ προσωρινὲς λύσεις, οἱ ὁποῖες, ὅμως, δὲν λύνουν μόνιμα τὸ πρόβλημα τῆς «πείνας».
Αὐτὸς ποὺ μπορεῖ γιὰ πάντα νὰ λύσει αὐτὸ τὸ πρόβλημα καὶ νὰ καλύψει ὅλα τὰ κενὰ τῆς ψυχῆς μας εἶναι μόνο ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, γιὰ αὐτὸ ὁ Κύριός μας τὸν παρομοιάζει μὲ τὸν μικρὸ σπόρο μὲ τὴ μεγάλη δύναμη.
Ἐπιστρέφοντας στὴν παραβολή, μαθαίνουμε ὅτι κατὰ τὴν διαδικασία τῆς σπορᾶς, ἕνας σπόρος ἔπεσε στὴν ὁδὸ καὶ ἦλθαν τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τὸν ἔφαγαν. Πρόκειται γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἀκοῦνε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ μένουν παντελῶς ἀσυγκίνητοι καὶ ἀδιάφοροι, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἔρχεται ὁ πειρασμὸς καὶ νὰ ἁρπάζει τὸν σπόρο ἀπὸ τὴν καρδιά τους.
Ἕτερος σπόρος ἔπεσε στὶς πέτρες καὶ μὲ τὸ ποὺ φύτρωσε ξεράθηκε, διότι δὲν εἶχε ὑγρασία, συμβολίζοντας τοὺς ἀνθρώπους ποὺ δέχονται μὲ ἐνθουσιασμὸ τὸν θεϊκὸ λόγο, ἀλλὰ ἐπιφανειακά, χωρὶς νὰ τοῦ ἐπιτρέψουν νὰ ριζώσει, νὰ ἐπιβιώσει καὶ νὰ καρποφορήσει. Ἄλλος σπόρος ἔπεσε ἀνάμεσα στὰ ἀγκάθια καὶ ἐνῶ φύτρωσε καὶ ρίζωσε, ὕστερα ἀπὸ λίγο τὰ ἀγκάθια ἔπνιξαν τὸ φύτρο.
Ἀγκάθια εἶναι τὰ ἀνθρώπινα πάθη, οἱ ἐπίγειες μέριμνες καὶ ἡ ἀπάτη τοῦ πλούτου ποὺ ὑπερβαίνουν τὴν ἐπιθυμία μας νὰ κάνουμε πράξη τὰ εὐαγγελικὰ διδάγματα, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀποτρέπουν τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὸ νὰ καρποφορήσει.
Τέλος, ἕνας ἄλλος σπόρος ἔπεσε στὴ γῆ τὴν ἀγαθή, δηλαδὴ στὸν ἄνθρωπο τὸν καλοπροαίρετο, τὸν ταπεινό, ὁ ὁποῖος εἶναι καταδεκτικὸς στὴν ἀλήθεια, παρὰ τὶς ὅποιες ἀδυναμίες του. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ σὲ αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο καρποφορεῖ ἑκατὸ φορὲς περισσότερο καὶ μεταμορφώνει ριζικὰ τὴ ζωή του.
Τὸ χωράφι τῆς ψυχῆς μας σὲ τί κατάσταση βρίσκεται, ἀγαπητοί; Οὐσιαστικά, ἡ σημερινὴ παραβολὴ αὐτὴ τὴν ἐρώτηση μᾶς καλεῖ νὰ ἀπαντήσουμε, γεγονὸς ποὺ ἀπαιτεῖ αὐτογνωσία. Ἤδη ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα καὶ ἰδίως στὴν Ἑλλάδα πολλοὶ σοφοὶ μίλησαν γιὰ τὴν ἀναγκαιότητα νὰ γνωρίσουμε τὸν ἑαυτό μας, τὸ λεγόμενο «γνῶθι σαὐτόν».
Πρόκειται πραγματικὰ γιὰ πολὺ μεγάλη ἀνάγκη ἄν θέλουμε νὰ προοδεύσουμε στὴν κατὰ Θεὸν ζωή, διότι μᾶς παρέχει σημαντικὰ ὀφέλη. Ἡ γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μας, μᾶς βοηθάει νὰ φύγουμε ἀπὸ τὴν πλάνη ποὺ ἀφορᾶ τὸ «ἐγώ» μας καὶ νὰ προσεγγίσουμε τὴν πραγματικότητα.
Μᾶς βοηθάει νὰ κατανοήσουμε σὲ ποιὸ σημεῖο τοῦ χαρακτήρα μας νὰ δώσουμε περισσότερη βαρύτητα. Ὡς ἄλλη διάγνωση, μᾶς δείχνει ἄν ὑπάρχει κάποια ἀρρώστια καὶ μᾶς πληροφορεῖ μὲ τὶ φάρμακα χρειάζεται νὰ τὴν ἀντιμετωπίσουμε. Μᾶς διδάσκει ἄν ἀκολοθοῦμε σωστὴ πορεία, ἤ ἄν πρέπει νὰ ἀλλάξουμε διαδρομή.
Μᾶς παρουσιάζει τὶς δυνατότητες καὶ τὶς ἀδυναμίες μας. Μᾶς ὁδηγεῖ στὴν ταπείνωση, στὸν σεβασμὸ καὶ στὴν ἀγάπη. Τελικά, λοιπόν, ἐτοιμάζει καὶ τὸ χωράφι γιὰ νὰ πέσει ὁ σπόρος. Εἶναι γεγονός, ὅτι καμία ἀπὸ τὶς τρεὶς ἄκαρπες περιπτώσεις ποὺ παρουσιάζει ὁ Χριστὸς στὴν παραβολὴ εἶναι καταδικασμένη νὰ μείνει γιὰ πάντα ἄκαρπη. Ἁπλῶς, κάθε περίπτωση χρειάζεται τὴν δυναμικὴ ἀντιμετώπισή μας.
Εἶναι ἡ ψυχή μας σὰν τὸν χιλιοπατημένο δρόμο, σκληρὴ καὶ ἄγονη; Μὴν ἀπελπιζόμαστε! Μποροῦμε νὰ τὴν ὀργώσουμε σὲ βάθος καὶ τότε θὰ μπορεῖ νὰ ἐνεργοποιήσει τὸν σπόρο. Εἶναι ἡ ψυχή μας γεμάτη πέτρες καὶ δέχεται μόνο επιφανειακὰ τὸν σπόρο; Μποροῦμε νὰ τὶς ἀφαιρέσουμε μιὰ γιὰ πάντα, κάνοντας ὑπομονὴ στὶς δοκιμασίες γιὰ νὰ δώσουμε στὸν σπόρο τὸν χρόνο νὰ ριζώσει καλὰ μέσα μας.
Εἶναι ἡ ψυχή μας γεμάτη ἀγκάθια, γεμάτη κοσμικὲς μέριμνες γιὰ πλούτη καὶ ἠδονές; Μποροῦμε καὶ αὐτὰ νὰ τὰ ἀφαιρέσουμε μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ καὶ τότε τίποτα δὲν θὰ ἐμποδίσει τὴν καρποφορία τοῦ σπόρου.
Ὁδηγούμαστε, τελικά, στὸ συμπέρασμα ὅτι ἡ κοινωνία μας βρίσκεται σὲ αὐτὸ τὸ χάος -παρ’ ὅλο ποὺ ἔχει ἀκούσει κάποιες φορὲς τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ- ὄχι διότι εἶναι προβληματικὸς ἤ ξεπερασμένος ὁ ἴδιος ὁ λόγος. Ὁ θεῖος λόγος ἔχει τὴ δύναμη νὰ ἀγγίζει ψυχὲς καὶ αὐτὴ ἡ δύναμη εἶναι διαχρονική.
Τὸν ἴδιο λόγο ποὺ ἀκοῦμε σήμερα ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο τὸν ἄκουσαν ληστὲς καὶ ἐπέστρεψαν τὰ κλοπιμαῖα, πόρνες καὶ ἀγάπησαν τὴν σεμνότητα καὶ τὴν ἁγνότητα, φονεῖς καὶ ἔχυσαν δάκρυα γιὰ τὶς ἁμαρτίες τους.
Αὐτοὶ μεταμορφώθηκαν διότι ἔδιωξαν τὶς πέτρες, ἀφαίρεσαν τὰ ἀγκάθια, ὄργωσαν τὸ χωράφι καὶ ἐπέτρεψαν στὸν λόγο τοῦ Θεοῦ νὰ ἀναπαυθεῖ στὴν ψυχή τους. Ἄν τὰ κατάφεραν ἐκεῖνοι, πολὺ περισσότερο ὀφείλουμε νὰ τὰ καταφέρουμε κὶ ἑμεῖς ποὺ ξεγελοῦμε τοὺς ἑαυτούς μας πιστεύοντας ἴσως πὼς βρισκόμαστε ἀπὸ ἐκείνους σὲ καλύτερη θέση.
Μετ’ εὐχῶν,
ὁ Ἐπίσκοπός σας,
† ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος
Ιερά Μητρόπολη Αττικής και Βοιωτίας
της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών
Σάββατο 29 Οκτωβρίου 2022
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΛΑΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΛΑΤΑΜΩΝΟΣ κ. ΚΛΗΜΕΝΤΟΣ: «ΓΙΑ ΜΙΑ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΙΕΡΑΤΙΚΗΣ ΔΙΑΚΟΝΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ»
ΕΠΕΙΔΗ ἀπὸ διάφορα γεγονότα ἐσχάτως διαφάνηκε ὅτι ὑπάρχει καὶ ἐπικρατεῖ μεγάλη σύγχυση στοὺς πιστούς, ὅπως καὶ ἄγνοια βασικῶν ἀρχῶν τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως σχετικὰ μὲ τὴν θέση τοῦ τοπικοῦ Ὀρθοδόξου Ἀρχιερέως στὰ πράγματα τῆς Ἐπισκοπῆς του, καὶ μάλιστα τῆς στάσεώς του ἔναντι ὅσων ἀποσχίζονται ἀδικαιολόγητα ἀπὸ τὴν ἑνότητα μαζί του, ὀφείλουμε νὰ ἀποσαφηνίσουμε τὰ ἑξῆς:
Τὸ πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι Ἱεραρχικό. Τὴν Ἐκκλησία, ἀκόμη καὶ στὴν ἐξωτερικὴ ὀργάνωση καὶ ἐκδήλωσή της στὸν κόσμο, δὲν τὴν διαμορφώνει ἡ βούληση τῶν πιστῶν, ἀλλὰ ἡ βούληση τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος κυβερνᾶ τὴν Ἐκκλησία Του διὰ μέσου τῆς Ἱεραρχίας.
Ὁ Ὀρθόδοξος Ἐπίσκοπος σὲ κάθε τοπικὴ Ἐκκλησία εἶναι κεκλημένος νὰ ἐφαρμόζει, ὡς ἐντολοδόχος Θεοῦ, τὸ θεῖο δίκαιο, τὸ ὁποῖο ἰσχύει καὶ καθορίζει τὴν βουλὴ τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν Ἐκκλησία Του.
Ἐπειδὴ μόνον ὁ Ἐπίσκοπος δύναται νὰ χειροτονεῖ Κληρικούς, καὶ ἄρα νὰ μεταδίδει στὴν Ἐκκλησία πνευματικὴ χάρη καὶ ἐξουσία, ἡ θέση του εἶναι ἐξέχουσα στὸν Ἐκκλησιαστικὸ Ὀργανισμό. Φέρει δὲ τὸ δικαίωμα νὰ ἐκπληρώνει μὲ αὐθεντία τὴν διακονία του ὡς πρὸς τὴν τέλεση τῶν ἱερῶν Μυστηρίων, τὸ κήρυγμα τοῦ θείου λόγου καὶ γενικὰ τὴν διακυβέρνηση τῶν πραγμάτων τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ Ἱερωσύνη, ὡς ἔκφραση τοῦ ἐλέους καὶ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, δόθηκε στὴν Ἐκκλησία γιὰ τὴν καθοδήγηση τοῦ Πληρώματός της καὶ τὴν μετάδοση τῆς θείας Χάριτος, ἡ ὁποία συνενώνει τοὺς πιστοὺς μὲ τὸν Θεὸ καὶ μεταξύ τους καὶ διὰ τοῦ τρόπου αὐτοῦ (ἡ Χάρις) συγκρατεῖ καὶ συγκροτεῖ τὴν Ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας.
Καὶ ναὶ μέν, ὅλα τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, Κλῆρος καὶ λαός, διέπονται ἀπὸ ἰσότητα ἕνεκα τοῦ κοινοῦ Βαπτίσματός τους, ὅμως τοῦτο δὲν καταργεῖ τὶς ὡς ἄνω βασικὲς ἀρχὲς ὡς πρὸς τὸν καθορισμὸ τῆς Ἱεραρχικῆς τάξεως στὴν Ἐκκλησία.
Οἱ Ἐπίσκοποι ἀσκοῦν βεβαίως τὴν πνευματικὴ ἐξουσία τους ὄχι ἀπολυταρχικῶς, ἀλλὰ μὲ φόβο Θεοῦ καὶ προσοχή, σὲ συνεργασία μὲ τοὺς Κληρικούς τους, ὅπως καὶ τοὺς λαϊκούς. Ἔτσι διασφαλίζεται ἡ Ἑνότητα ὡς ἰδεώδης θεία κατάσταση στὴν Ἐκκλησία, ἡ πρόοδος καὶ ἡ πνευματικὴ αὔξηση καὶ οἰκοδομὴ ἁπάντων.
Ἡ θέση τῶν λαϊκῶν εἶναι μὲν ἀξιοσέβαστη, ἀλλὰ παραμένει βοηθητικὴ καὶ συμβουλευτική, παρ’ ὅλον ὅτι καὶ αὐτοὶ συμμετέχουν ἰσότιμα στὸν ἀπαρτισμὸ τῆς δογματικῆς συνειδήσεως τῆς Ἐκκλησίας σὲ καιροὺς κρίσεως τῆς πίστεως καὶ τοῦ ἤθους της.
(Τὰ ὡς ἄνω στοιχεῖα αὐτὰ εἶναι παρμένα ἀπὸ τὴν ἐμβριθῆ διατριβὴ τοῦ μακαριστοῦ Καθηγητοῦ Πανεπιστημίου Κων. Δ. Μουρατίδου, Ἡ Οὐσία καὶ τὸ Πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὴν διδασκαλίαν Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ἰδίως σελ. 197-219, Ἐν Ἀθήναις 1958, ὅπου καὶ οἱ ἀντίστοιχες Κανονικὲς καὶ Πατερικὲς ἀναφορὲς καὶ παραπομπές).
Θυμίζουμε χαρακτηριστικὰ τὴν σαφήνεια τοῦ ΛΘ΄ Ἀποστολικοῦ Κανόνος περὶ τῆς θέσεως τοῦ Ὀρθοδόξου Ἐπισκόπου στὴν Ἐκκλησία: «Οἱ πρεσβύτεροι, καὶ οἱ διάκονοι, ἄνευ γνώμης τοῦ ἐπισκόπου μηδὲν ἐπιτελείτωσαν· αὐτὸς γὰρ ἐστὶν ὁ πεπιστευμένος τὸν λαὸν τοῦ Κυρίου, καὶ τὸν ὑπὲρ τῶν ψυχῶν αὐτῶν λόγον ἀπαιτηθησόμενος».
Εἶναι τόσο μεγάλης σημασίας τὸ ἐπισκοπικὸ λειτούργημα γιὰ τὴν ὅλη διοργάνωση τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος νὰ τονίζει ὅτι χωρὶς τὸ ἐπισκοπικὸ ἀξίωμα ἡ Ἐκκλησία δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει: «οὐ δύναται γὰρ ἡ Ἐκκλησία ἄνευ Ἐπισκόπου εἶναι» (PG τ. 47, στλ. 35).
Ἐννοεῖται βεβαίως ὅτι ἀναφερόμαστε στὸν Ἐπίσκοπο, ὁ ὁποῖος ὑπακούει στὴν ἑνιαία Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καὶ διδάσκει ἀκριβῶς ὅσα ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση ἔχει κληροδοτήσει, ὄντας γνήσιος καὶ βιωματικὸς φορέας αὐτῆς.
Ὁπότε, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ νοηθεῖ ὅτι μπορεῖ νὰ ἐπιτελεσθεῖ ἐκκλησιαστικὸ ἔργο σὲ μιὰ περιοχὴ σὲ ὁποιονδήποτε τομέα δράσεως, ἄν δὲν γνωρίζει ὁ Ἐπίσκοπος καὶ ἄν δὲν ἔχει ἐπευλογήσει.
Κάθε δραστηριότητα ποὺ ἔχει σχέση μὲ τὴν τοπικὴ Ἐκκλησία τῆς ὁποίας εἶναι ὑπεύθυνος, καὶ ἀφορᾶ στὴν ζωὴ καὶ τὴν δράση της, σχετίζεται ἄμεσα ἤ ἔμμεσα μὲ τὴν διακονία του. Ἄν τοῦτο δὲν λειτουργεῖ ὀρθά, τότε δὲν θεμελιώνονται σχέσεις ἀγάπης καὶ ἐμπιστοσύνης μεταξὺ τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καχυποψίας, ἀνταγωνισμοῦ καὶ προβληματικότητος.
Χωρὶς νὰ παραθεωροῦμε τὸ γεγονὸς ὅτι κάποτε ἀκόμη καὶ οἱ Ἐπίσκοποι σφάλλουν στὶς κρίσεις καὶ ἀποφάσεις τους, ὅταν ὅμως τοῦτο δὲν ἀφορᾶ στὴν Πίστη καὶ τὴν Δικαιοσύνη τοῦ θείου Νόμου,
τότε οἱ Κληρικοὶ ὅπως καὶ οἱ Λαϊκοὶ Ἀδελφοί, ἀλλὰ καὶ οἱ Μοναχοὶ καὶ Μοναχές, δὲν θὰ πρέπει νὰ ἐξέρχονται ἀπὸ τὰ ὅριά τους ἐκτρεπόμενοι σὲ αὐθαίρετα συμπεράσματα καὶ σὲ αὐθάδεις κρίσεις καὶ ἐνέργειες.
Διότι ἔτσι βλάπτεται καίρια ἡ Ἑνότητα καὶ γενικὰ ἡ εὐλογημένη κατάσταση εἰρήνης, ἀγάπης καὶ προόδου ἡ ὁποία πρέπει νὰ ἐπικρατεῖ στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Οἱ δὲ ἐκτρεπόμενοι ζημιώνουν καὶ ἐπιβαρύνουν τὴν ψυχή τους πολὺ σοβαρά.
Εἶναι βεβαίως γνωστὸν ὅτι οἱ πρωταγωνιστὲς σὲ τέτοιες λυπηρὲς καταστάσεις διαιρέσεων καὶ ταραχῶν προσπαθοῦν συνήθως νὰ ἀποδείξουν ὅτι τὸ ὅποιο ἀντι-εκκλησιαστικὸ διάβημά τους ἔχει δῆθεν ἔρεισμα στὴν Πίστη, ἀλλὰ συνήθως ἡ ἐπιχειρηματολογία τους εἶναι τόσο διάτρυτη λογικῶς καὶ ἐκκλησιαστικῶς, ὥστε εὔκολα νὰ ἀποδεικνύεται ἡ προσπάθεια συγκαλύψεως:
ἄλλες εἶναι οἱ πραγματικὲς αἰτίες, συνήθως ἀθεράπευτες ἐμπάθειες ἀπὸ διάφορα συμβάντα, καὶ ἄλλο τὸ προπέτασμα, χωρὶς βεβαίως νὰ ἀποκλείεται ἡ περίπτωση τῆς βαριᾶς μορφῆς πλάνης.
Τὸ τὶ θὰ εἰπεῖ καὶ τὶ θὰ πράξει ὁ τοπικὸς Ὀρθόδοξος Ἀρχιερέας ἔναντι ἐκτρεπομένων Κληρικῶν καὶ Λαϊκῶν, οἱ ὁποῖοι περιπίπτουν σὲ διάφορα σφάλματα καὶ φέρονται ἔναντί του μὲ τρόπο ἀνοίκειο καὶ ἀνεπίτρεπτο, τοῦτο εἶναι θέμα καθαρὰ δικῆς του εὐθύνης καὶ ἁρμοδιότητος.
Ὁ Μητροπολίτης ἔχει ὑπ’ ὄψιν του καὶ συνεκτιμᾶ στὶς περιπτώσεις αὐτὲς πράγματα καὶ στοιχεῖα, τὰ ὁποῖα δὲν γνωρίζουν οἱ ὑπόλοιποι εὔκολοι καὶ πρόχειροι ἐπικριτές του. Λοιπόν, θυμίζουμε ὅτι ὅποιοι δὲν χαλιναγωγοῦν τὴν γλῶσσα τους ἀλλὰ ἐξαπατοῦν τὴν καρδιά τους ζημιώνοντες καὶ ἄλλους, αὐτῶν «μάταιος ἡ θρησκεία» (Ἰακ. α΄ 26).
Μετὰ λύπης παρατηροῦμε ὅτι ὑπάρχει ἕνα μεγάλο καὶ ὀργανωμένο δίκτυο «κουτσομπολιοῦ» μεταξὺ πολλῶν πιστῶν μας, οἱ ὁποῖοι φαίνεται ὅτι ἔχουν ὡς μία ἀπὸ τὶς κύριες ἐνασχολήσεις τους τὴν μετάδοση σὲ ἄλλους, μὲ πολλοὺς τρόπους ἐπικοινωνίας, πληροφοριῶν, κρίσεων καὶ ἐπικρίσεων γιὰ τὶς ἐνέργειες καὶ ἀπόψεις τῶν Κληρικῶν καὶ μάλιστα καὶ ἰδίως τοῦ Ἀρχιερέως των.
Τοῦτο εἶναι μᾶλλον βαθιὰ ριζωμένο, ὥστε νὰ δείχνει σχεδὸν ἀδύνατη ἡ θεραπεία τοῦ κακοῦ. Πρόκειται προφανῶς γιὰ μία μορφὴ ἀθεράπευτης «ἐπιδημίας», ἡ ὁποία ζημιώνει ψυχὲς πολλῶν ἀνθρώπων. Πότε, ὅμως, θὰ ἀρχίσει νὰ ἐλαττώνεται ἀντὶ νὰ αὐξάνει;
Τονίζουμε πάντως ὅτι ὁ Ἀρχιερεὺς πρῶτος, δίδων τὸ καλὸ παράδειγμα, ἐκζητεῖ συγγνώμην ἀπὸ ὅλους, νοερῶς καὶ πραγματικῶς, ὅσους τυχὸν ἐλύπησε, προκειμένου νὰ τελέσει τὴν Θ. Λειτουργία ὅπως καὶ τὴν λοιπὴ διακονία του ἀκατάκριτα, παρέχων ἐπίσης τὴν ἀπὸ καρδίας συγγνώμην του πρὸς ὅλους ὅσοι τυχὸν τὸν ἐλύπησαν.
Νὰ σημειώσουμε ὅτι ὑπάρχουν μερικοὶ ἐκ τοῦ Ποιμνίου τόσον εὔθικτοι, οἱ ὁποῖοι δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ σηκώσουν οὔτε τὴν παραμικρὴ παρατήρηση ἀπὸ τὸν Ἀρχιερέα, καὶ μάλιστα σὲ θέματα σοβαρῶν ἀτοπημάτων τους (ποὺ αὐτοὶ προφανῶς δὲν θεωροῦν ἀτοπήματα)·
γι’ αὐτὸ καὶ προβαίνουν σὲ διαμαρτυρίες ἕως καὶ ἐπιτιμήσεις (!) ἔναντί του, γεγονὸς ἐνδεικτικὸ ὅτι ζοῦμε σὲ πραγματικὰ ἀνάποδη ἐποχὴ καὶ ἀνάποδα χρόνια. Κάποιοι ἐπιθυμοῦν νὰ γίνεται τὸ δικό τους θέλημα πάσῃ θυσίᾳ καὶ ἄν ὁ Ἐπίσκοπος ἀντιταχθεῖ, τότε δέχεται τὶς ἐπικρίσεις καὶ τὶς καταφορές τους!…
Στὶς ἡμέρες μας, λόγῳ ἐλλείψεως ὑψηλῆς πνευματικῆς καταστάσεως Κλήρου καὶ Λαοῦ, λόγῳ ἐπικρατήσεως ἐντόνου κοσμικοῦ πνεύματος ἀκόμη καὶ στὰ τῆς Ἐκκλησίας, λόγῳ ἐπίσης διαμορφώσεως ἀρρωστημένων προσωπολατρικῶν ὁμάδων, παρατηροῦνται θλιβερὲς καταστάσεις, οἱ ὁποῖες εἶναι ἀνάγκη νὰ ἐντοπισθοῦν μήπως καὶ διορθωθοῦν.
Ἐμεῖς, στὸν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας μας τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου, δοκιμασθήκαμε σκληρὰ κατὰ τὶς τελευταῖες δεκαετίες τοῦ ἐκπνεύσαντος 20οῦ αἰῶνος, ὅταν εἶχε ἐπικρατήσει ἐντὸς ἡμῶν μεγάλη διοικητικὴ προπάντων κρίσις, ἀκαταστασία καὶ ἀνταγωνισμός.
Μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ κατεβλήθη καὶ καταβάλλεται προσπάθεια ἐπανορθώσεως κατὰ τὰ τελευταῖα ἔτη, γιὰ ἐπάνοδο στὴν ὀρθὴ κατεύθυνση ὀργανωτικῶς καὶ διοικητικῶς, ὅπως καὶ πνευματικῶς. Ἡ καλὴ λειτουργία τοῦ Συνοδικοῦ συστήματος ἔφερε τὴν ἐπικράτηση ἀρχῶν συνέσεως καὶ εἰρήνης.
Ἐν τούτοις, κάποια θλιβερὰ κατάλοιπα τοῦ παρελθόντος συνεχίζουν νὰ ὑφίστανται καὶ νὰ δροῦν παρασιτικὰ καὶ διαβρωτικά. Ἀποσχιστικὲς τάσεις ποὺ εἶχαν διαμορφωθεῖ μέχρι καὶ τὸ πολὺ πρόσφατο παρελθὸν συνεχίζουν νὰ ἐπιδροῦν,
δυστυχῶς, βασισμένες στὸ ἐγωϊστικὸ πεῖσμα, στὴν πολύμορφη πλάνη, ἀκόμη δὲ καὶ σὲ πιθανὰ δίκαια παράπονα ἀπὸ διάφορα λυπηρὰ περιστατικὰ κυρίως τοῦ παρελθόντος.
Ἕνα εἶναι τὸ βέβαιον: οἱ τέτοιου εἴδους ταραχὲς καὶ ἀποσχίσεις δὲν εἶναι θεάρεστες διότι ὑποκινητὴς εἶναι ὁ ἐχθρὸς διάβολος, ὁ πατέρας κάθε διαιρέσεως καὶ παντὸς κακοῦ. Ὑπάρχουν καὶ ποικίλης προελεύσεως «ζιζάνια» τὰ ὁποῖα ἐνσπείρουν τὸν ἰὸ τῆς ἀκαταστασίας τους σὲ ὅσο περισσοτέρους ἀστηρίκτους δυνηθοῦν.
Διαδίδουν ἀμφιβολίες καὶ θλιβερὲς κατηγορίες εἴτε μὴ ἰσχύουσες, εἴτε ψευδεῖς, εἴτε τέλος πάντων ἐπὶ θεμάτων ποὺ δὲν σχετίζονται μὲ τὴν πίστη (νομικά, ἱστορικά, προσωπικά, διοικητικά, ποιμαντικὰ κ.λπ.), γιὰ νὰ δικαιολογοῦν τὸν παράνομο χωρισμό τους καὶ τὴν ἐπιμονή τους στὴν ἀκατανόητη αὐτο-περιχαράκωσή τους, «ἵνα μὴ μιανθῶσι»…
Τὸ ὅτι τὰ προβληματικὰ αὐτὰ στοιχεῖα ἀκολουθοῦν τὸ Πάτριο Ἡμερολόγιο δὲν τὰ παρέχει καμμία ἀμνηστεία. Δὲν μᾶς σώζει τὸ Παλαιὸ Ἡμερολόγιο ἀποκομμένο ἀπὸ τὸ ὅλο πλαίσιο τῆς πίστεως, τῆς τάξεως καὶ τοῦ ἤθους τῆς Ἐκκλησίας.
Οὔτε ἔχει κάποια σημασία ἀπὸ πλευρᾶς κανονικότητος ἄν οἱ πεισματωδῶς ἀποκομμένοι εἶναι πρόσωπα ἀσκητικά, ἀγωνιζόμενα καὶ ἐνάρετα κατὰ τὰ ἄλλα. Τὸ λάθος τους δὲν ἔχει νὰ κάνει μὲ τὸ ἄν εἶναι ἠθικὰ ἤ ὄχι πρόσωπα καὶ καλοὶ ἤ ὄχι ἄνθρωποι.
Ἔχει νὰ κάνει μὲ τὸ ὅτι ἀνατρέπουν τὴν τάξη στὴν Ἐκκλησία σὰν Αὐτὴ νὰ εἶναι ἀτομικό τους κτῆμα, τοποθετοῦν τὴν προσωπικὴ γνώμη καὶ προτίμησή τους πάνω ἀπὸ Αὐτὴν καὶ ἐπιφέρουν ἀναστάτωση καὶ σκάνδαλο στὶς ψυχὲς τῶν πιστῶν, προξενοῦντες σύγχυση στὸ Πλήρωμα Αὐτῆς. Αὐτὸ ἀποτελεῖ πολὺ βαριὰ ἁμαρτία, ἄν δὲν ὑπάρξει ταπείνωση, μετάνοια καὶ ἀποκατάσταση.
Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν συνίσταται στὸ κατὰ Θεὸν Ποίμνιό μας νὰ μεταβαίνει στοὺς ἰδιωτικοὺς χώρους τῶν ἀποσχιστῶν γιὰ νὰ βιώνει καὶ νὰ λαμβάνει δῆθεν γνήσια ἐκκλησιαστικὴ ζωὴ χάριτος καὶ ἁγιασμοῦ.
Ὅσοι δραστηριοποιοῦνται χωρὶς τὴν ἄδεια καὶ τὴν εὐλογία τοῦ κατὰ τόπους Ὀρθοδόξου Ἀρχιερέως, αὐτοὶ δὲν συμβάλλουν στὴν ἑνότητα καὶ τὴν πρόοδο τῆς Ἐκκλησίας. Ὅσοι πάλι ἀπὸ ἀδικαιολόγητη ἄγνοια καὶ ἀδιαφορία
ἤ ἐπικαλούμενοι λόγους δῆθεν πρακτικῆς ἐξυπηρετήσεως καὶ διευκολύνσεως ἀκολουθοῦν μόνιμα ἤ περιστασιακὰ τοὺς ἀποσχισμένους, νὰ γνωρίζουν ὅτι ὄχι μόνον δὲν λαμβάνουν ὠφέλεια ψυχῆς, ἀλλὰ ἐπιβαρύνουν τὴν κατάστασή τους.
Ὅποιος ἀδυνατεῖ νὰ κατανοήσει αὐτὰ τὰ βασικὰ στοιχεῖα τῆς πίστεώς μας, αὐτὸς δὲν βαδίζει δυστυχῶς κατὰ Θεὸν ταλαιπωρούμενος πνευματικῶς. Ἐννοεῖται βεβαίως ὅτι ἀκόμη καὶ τοὺς ἐκτρεπομένους σὰν ἀνθρώπους τοὺς θεωροῦμε ἀξίους ἐλέους ἀδελφοὺς καὶ σὲ κάθε πραγματικὴ ἀνάγκη τους ἔχουμε χρέος νὰ τοὺς βοηθοῦμε.
Ὅσοι καὶ ὅσες μᾶς καταλογίζουν ἔλλειψη ἀγάπης ἐπειδὴ ὁμιλοῦμε γιὰ τὰ θλιβερὰ αὐτὰ θέματα, ἄς μάθουν ὅτι σφάλλουν σοβαρά. Ἡ πνευματικὴ ἀγάπη δὲν εἶναι μόνον χαρμόσυνη, εἶναι καὶ πονεμένη.
Κάποτε οἱ ἐκτρεπόμενοι πρέπει νὰ ἔλθουν πρὸ τῶν εὐθυνῶν τους, μήπως καὶ ὑπάρξει περίπτωσις ἀνανήψεως. Ἡ πονεμένη πατρικὴ ἀγάπη μᾶς ὁδηγεῖ στὴν ἔκφραση τῆς ἀγωνίας μας γιὰ τὶς ψυχὲς ὅσων πλανῶνται, ὅπως καὶ γιὰ τὴν προφύλαξη ὅσων δὲν γνωρίζουν.
Ὅσο αὐτὲς οἱ προβληματικὲς καταστάσεις ἀφήνονται ἄθικτες, τόσο καὶ χειροτερεύουν. Ἐν τούτοις, ἐπαναλαμβάνουμε ὅτι σὰν ἀνθρώπους ὅλους τοὺς ἀγαποῦμε, μὲ κανέναν δὲν ἔχουμε κάτι προσωπικό, ἄν καὶ δὲν μποροῦμε νὰ ἀποδεχθοῦμε τὶς μὴ κατὰ Θεὸν ἐπιλογὲς καὶ πράξεις τινῶν.
Εὐχόμαστε νὰ ἐπανεύρουν ὅλοι τὴν αἴσθηση ὅτι ἀνήκουν σὲ ἕνα συγκεκριμένο Ἐκκλησιαστικὸ Σῶμα, στὴν Μαρτυρικὴ Ἐκκλησία μας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν Ἑλλάδος, μέρος τῆς ὁποίας ἀποτελοῦμε καὶ ἡμεῖς οἱ ἐλάχιστοι.
Διότι ὅπως φαίνεται κάποιοι ἔχασαν αὐτὴ τὴν αἴσθηση, ἐφ’ ὅσον μεταβαίνουν μὲ εὐκολία γιὰ πνευματικὴ κάλυψη σὲ χώρους ποὺ εἴτε ἀπεκήρυξαν τὴν Ἐκκλησία μας, εἴτε ἐξεβλήθησαν δικαίως ἀπὸ Αὐτὴν γιὰ ποικίλες παρανομίες τους.
Εὐχόμεθα καὶ προσευχόμεθα εἰλικρινὰ γιὰ τὴν μετάνοια ἁπάντων καὶ δηλώνουμε τὴν ἑτοιμότητά μας νὰ ἐργασθοῦμε γιὰ τὴν ἐπαναφορὰ ὅσων τὸ ἐπιθυμοῦν στὸ εὐλογημένο Σῶμα ἀπὸ ὅπου ἐξέπεσαν ἤ ἀπεκόπησαν.
Τέλος, προτρέπουμε τὸ ἐν Χριστῷ Ποίμνιό μας νὰ παραμείνει ἑδραῖο καὶ σταθερὸ ἐκεῖ ὅπου εἶναι ἡ ἀσφάλεια, ἐντὸς τῆς Μάνδρας τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας μας, ἐκεῖ ὅπου εἶναι βέβαιον ὅτι ὑπάρχει πνευματικὴ χάρις καὶ εὐλογία πρὸς σωτηρίαν αἰώνιον, χωρὶς νὰ πειραματίζεται ὁ κάθε ἕνας μὲ τὴν ἀθάνατη ψυχή του!
+Ὁ Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος ΚΛΗΜΗΣ
Λάρισα, Σεπτέμβριος 2022
Ιερά Μητρόπολη Λαρίσης και Πλαταμώνος
της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών
ΟΣΟ ΔΕΝ ΣΒΗΝΕΙ ΤΟ ΚΕΡΙ...
Η επιχείρηση της μετατροπής του ελληνικού έθνους σε κάτι άλλο από αυτό που είναι βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη.
του Μανώλη Κοττάκη
Η επιχείρηση της μετατροπής του ελληνικού έθνους σε κάτι άλλο από αυτό που είναι βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη.
Με πολύ υπόγειο τρόπο. Χωρίς ιδεολογικές μάχες εκ του συστάδην και άλλα συναφή. Παρακολουθούσα προχθές το βράδυ σε τηλεοπτικό σίριαλ μεγάλης θεαματικότητας τον νέο τρόπο αποχαιρετισμού των νεκρών μας.
Πέντε συγγενείς, βουβοί, στην άκρη του γκρεμού ενός πελάγους να σκορπούν την τέφρα του οικείου τους στη θάλασσα. Αυτός είναι ο νέος αποχαιρετισμός. Κάπου στο πουθενά. Χωρίς προσευχή. Χωρίς μια λέξη για «αντίο». Χωρίς προορισμό. Χωρίς «σημείο συνάντησης». Αυτή είναι η τελευταία κατοικία. Τα κύματα.
Στο όνομα της ατομικής ελευθερίας καθενός και του καταπώς θέλει να διατίθεται το σώμα του καταργούμε παραδόσεις και έθιμα που μας έρχονται κατευθείαν από την αρχαιότητα και συνεχίστηκαν με άλλο τελετουργικό από την Ορθοδοξία.
Η «μεγάλη κοινωνία» υποχωρεί στην ατομική ελευθερία. Δεν ζούμε μεταξύ άλλων. Αποφασίζουμε να φύγουμε σαν να ζήσαμε όλη μας τη ζωή μόνοι. Αυτή είναι η νέα μόδα.
Εάν κοιτάξουμε την Ιστορία μας και τη συγκρίνουμε με αυτό που ζούμε τώρα, θα διαπιστώσουμε ότι αντέξαμε, δεν αλλοιωθήκαμε και δεν μεταλλαχθήκαμε επί υποτέλειας, Κατοχής και Τουρκοκρατίας επειδή ήμασταν -χάρη στην πίστη μας και τη γλώσσα μας- ένα γένος ομοιογενές.
Και πότε διαλυόμαστε; Τώρα! Αυτό που καταφέραμε με «συγκολλητική ουσία» τη γλώσσα, τη θρησκεία και την κοινή καταγωγή επί δουλοπαροικίας το χάνουμε σήμερα επί… ελευθερίας. Δεν είναι φοβερό; Να σώζεις την ταυτότητά σου ως δούλος και να τη χάνεις ως ελεύθερος; Κι όμως, ισχύει.
Το τέλος των θρησκευτικών γάμων και η αντικατάστασή τους από κάτι νομικά παλιόχαρτα που έχουν ελάχιστη πνευματικότητα, όπως το σύμφωνο συμβίωσης, το τέλος των βαπτίσεων, το «λάδι» των οποίων αντικαταστάθηκε από την άνοστη «ονοματοδοσία» και την εγγραφή στα ληξιαρχεία,
η κατάργηση της ορθόδοξης κηδείας με το τελετουργικό της και η αντικατάστασή της από την υψικάμινο, η κατάργηση της επιλογής να αναγράφεται το θρήσκευμα στην ταυτότητα, η αντικατάσταση του θρησκευτικού από τον πολιτικό όρκο, που απαλείφει κάθε αναφορά στην Αγία Τριάδα,
η προώθηση της ουδετεροθρησκείας μέσα στα σχολεία και τα πανεπιστήμια με την εκδίωξη καθετί χριστιανικού, η νέα μόδα να μη δίνεται φύλο στους γονείς για να μη θίγονται οι ομοφυλόφιλοι (γονέας Α και γονέας Β),
η αλλοίωση παραδοσιακών εννοιών (το «καλάθι του νοικοκυριού»), ο «μοντέρνος» νόμος για τη συνεπιμέλεια που αμφισβητεί την πρωτοκαθεδρία της μητρός στην ανατροφή του τέκνου, όλα αυτά τα ωραία συντείνουν στο εξής:
Στο να μετατραπούμε σε ένα άχρωμο έθνος. Εθνος που δεν υπήρξε ποτέ στην Ιστορία με τα δικά του ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Εθνος που δεν μπορείς να το ξεχωρίσεις από τα γειτονικά του.
Δυστυχώς, δύο είναι τα «έθνη» της νέας εποχής: Εθνος είναι το άτομο και οι επιθυμίες του χωρίς την παραμικρή έγνοια για τη συλλογική μοίρα. Εθνος είναι η ομάδα. Αν ανήκεις στην ομάδα των αποτεφρωτών, των δικαιωματιστών, των ανθρώπων που διακηρύσσουν ως ταυτότητά τους τον διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό τους, τότε νομίζεις ότι ανήκεις σε ένα έθνος με «συνιστώσες» μέσα σε κάθε κράτος. Οριζόντιο «πολυ-έθνος».
Προχθές ο νέος καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου, στην πρώτη οργανωμένη απόπειρα επικοινωνίας του με το κοινό, με τηλεοπτικές και έντυπες συνεντεύξεις, θεώρησε πρωτότυπο να μας μιλήσει ανοικτά για τη διαφορετική σεξουαλική ταυτότητά του και όχι για τον θεσμό που εκπροσωπεί, τις «αυλαίες» του και το ειδικό βάρος του στον πολιτισμό μας.
Η ανάγκη του να διακηρύξει urbi et orbi με ποιον περνά τα βράδια του υπερίσχυσε των προτεραιοτήτων ενός τόσο σημαντικού θεσμού του πολιτισμού μας. Θέλω να το ξεκαθαρίσω: Δεν έχω πρόβλημα με τις διαφορετικές ταυτότητες. Ζω μαζί τους.
Πλούτος είναι. Με τους μοναχικούς δρόμους μέσα στις οργανωμένες κοινωνίες έχω πρόβλημα. Με το να μην κοιτάμε όλοι μαζί προς μία κοινώς αποδεκτή κατεύθυνση, παρά τις διαφορές μας.
Αν οι διαφορετικές ταυτότητες εντάσσονται αρμονικά μέσα στη «μεγάλη κοινωνία» και δεν θέλουν να την καταργήσουν, ζήτω. Αλλά εμείς εδώ τείνουμε να γίνουμε έθνος χωρίς σπονδυλική στήλη. Αμφίθυμον. Ξέπνοον.
Χωρίς διάθεση να υπερασπιστούμε την επικράτεια. Ειρωνευόμαστε τον Πούτιν επειδή απέτυχε στην επιστράτευσή του, αλλά δεν σκεφτόμαστε τι ανταπόκριση θα υπάρξει στην Ευρώπη γενικότερα και στην Ελλάδα ειδικότερα, αν, ο μη γένοιτο, χρειαστεί να γίνει επιστράτευση και εδώ. Για να υπερασπιστούμε το έδαφος που πατάμε και τον αέρα που αναπνέουμε.
Βεβαίως, δεν φθάσαμε έως εδώ έτσι ξαφνικά. Αμα η Εκκλησία μας έχει τον νου της στα κοσμικά και τα αγαθά υλικά, στο Σχιστό και στα «φιλέτα» της Βουλιαγμένης, πού να της μείνει χρόνος για πνευματικότητα και για άμυνα απέναντι στους παγκοσμιοποιητές;
Αμα η Πρόεδρος της Δημοκρατίας βρίσκεται -όπως χθες- μέσα στην Εκκλησία του στρατηλάτη προστάτη της Θεσσαλονίκης αγίου Δημητρίου και χασκογελά ειρωνικώς στη θέα του ασθενούς Ανθίμου,
απαξιεί να κάνει τον σταυρό της και να φέρει στα χείλη της μαζί με το πλήρωμα της Εκκλησίας τους στίχους του εθνικού ύμνου, και αυτός ο άνθρωπος είναι ο αρχηγός τού κατά πλειοψηφία ορθόδοξου γένους, τι να περιμένει κανείς;
Δεν χρειάζεται να την παρακολουθήσεις με κοριό, κυρία εισαγγελεύ Βλάχου, για να μάθεις το ξεπούλημα της ταυτότητάς μας. Το ζεις και σε ζωντανή μετάδοση, «live». Παρά ταύτα, πάντως, έχω μία μικρή ελπίδα.
Όσο καίει η φλόγα στο κερί η ελπίδα να ξαναφουντώσει δεν χάνεται. Το στοίχημά μας είναι να μη σβήσει διά παντός το κερί. Ευτυχώς, υπάρχει στην πατρίδα μας ένας μεγάλος αριθμός πολιτών που θυμάται από πού έρχεται, ποιος είναι και πού θέλει να πάει.
Όσο υπάρχουν αυτοί οι άνθρωποι, και ας τρεμοπαίζει το κερί, και ας πασχίζουν να το σβήσουν οι κοσμοπολίτες, δεν μπορεί, κάποια στιγμή θα θεριέψει σαν το φως της Ανάστασης. Ας μη χάνουμε την ελπίδα μας και την πίστη μας. *Εκ του ιστολογίου <<Νewsbreak>> της 27-10-2022. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.
Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2022
ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΔΙΚΟ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΕΣΦΙΓΜΕΝΟΥ
Μας εστάλη από την Ιερά Μονή Εσφιγμένου η ακόλουθη ανακοίνωση και την δημοσιεύουμε συμπαραστεκόμενοι νοερώς στον αγώνα των Εσφιγμενιτών Πατέρων για την πραγματική Ορθοδοξία και τα δίκια του Έθνους.
ΕΛΛΗΝΟΙΤΑΛΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ 1940: ΜΙΑ ΝΙΚΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
Είναι λίγες μέρες μετά την πρωτοχρονιά του 1941, στην περιοχή Κάλια του αλβανικού μετώπου. Ο πυροβολητής Πεζικού, ο Πειραιώτης Βλάσης Καρατζίκας, λαϊκό παιδί μιας εξαμελούς οικογένειας, έχει μόλις φθάσει με τον ουλαμό του στο μέτωπο, μετά από εξοντωτική πορεία ημερών, υπό άθλιες καιρικές συνθήκες.
του Δημήτρη Π. Σωτηροπούλου
Παρά ταύτα, ο ενθουσιασμός του που βρίσκεται εκεί είναι έκδηλος. Γράφει μάλιστα στο ημερολόγιό του (εκ. Ερμής): «Κατά την ώρα της βολής το κρύο μάς πειρούνιαζε έως τα κόκκαλα. Ευτυχώς που εθαιρμένετο ο σωλήν του πυροβόλου και ζεσταίναμε τα χέρια μας.
Το μεγάλο κατόρθωμα του ουλαμού μας ήταν το εξής: Είχαμε μείνει με λίγα βλήματα, διότι είχον ψωφήσει τα μουλάρια, διετάχθησαν λοιπόν οι άνδρες κάπου 60, να μεταφέρουν 4 βλήματα ο καθείς στον ώμο.
Ητο πραγματικό μαρτύριο αυτό διότι με το φορτίο 13 οκ (άδες) στον ώμο έφευγαν από τη Ζέη και βάδιζαν 4 1/2 ώρες μέσα σε λάσπη έως το γόνατο και ήρχοντο που είμεθα εμείς με τα πυροβόλα.
Ηρχοντο κατάκοποι, μούσκεμα στον ιδρώτα και λασπωμένοι, ήσαν πραγματικοί ήρωες, τους έβλεπα και τους ελυπόμουν, αλλά χάρις όμως σε αυτούς εδοξάσθη ο ουλαμός μας. Ελεγον δε σε μας τους πυρ/τάς “ρίχνετε καλά, παιδιά, και εμείς θα σας φέρνουμε βλήματα. Καρατζίκα σκόπευε καλά, κατάστρεφέ τους αράδα τα πυροβόλα και πολυβόλα τους”».
Το απόσπασμα είναι αρκετά ακριβές της κατάστασης στο μέτωπο, διότι συμπυκνώνει βιωματικά μερικά από τα βασικά στοιχεία της επιτυχίας του ελληνικού στρατού το 1940-1.
Οι σύγχρονοι πόλεμοι του 20ού αιώνα, πόλεμοι ολοκληρωτικοί, πόλεμοι των κληρωτών, δεν παίχτηκαν μόνο στο επίπεδο των μεγάλων στρατηγών των επιτελείων αλλά απαιτούσαν συνολική κινητοποίηση της κοινωνίας σε όλα τα επίπεδα. Και όπως έχει εύστοχα ειπωθεί –χωρίς καμιά διάθεση εθνικιστικής αυταρέσκειας– η ελληνική κοινωνία πήγε στον πόλεμο αυτό σύσσωμη «με το χαμόγελο στα χείλη».
Μπορεί λοιπόν κανείς ενδεικτικά να αναφέρει 4-5 κρίσιμους παράγοντες, βάσει των οποίων κρίθηκε το αποτέλεσμα: το είδος του οπλισμού και η εκπαίδευση του στρατεύματος, τα ζητήματα επιμελητείας και μεταφορών, η εξοικείωση με τη γεωγραφία και τις ακραίες συνθήκες διαβίωσης, η ποιότητα των μεσαίων στελεχών και ιδίως των εφέδρων. Ας δούμε το καθένα από αυτά αναλυτικότερα.
Η παλιά τεχνογνωσία Οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις είχαν ξεκινήσει, από το 1926 και έως το 1935, τον επανεξοπλισμό τους καθώς και τη διοικητική αναδιοργάνωσή τους. Παρέμεναν κατά βάση αξιόμαχες μόνο στον στρατό ξηράς, αλλά αυτός δεν θα χαρακτηριζόταν γενικά υποδεέστερος του ιταλικού. Ισως μόνο ποσοτικά, όχι όμως ποιοτικά. Οι αγορές όπλων που είχαν γίνει ήταν σωστές, ακόμη δε καλύτερη ήταν η εκπαίδευση.
Από τα οπλοπολυβόλα, πρέπει να ξεχωρίσει κανείς το τσεχοσλοβακικό Χότσκις που υπερτερούσε των ιταλικών Φίατ και Μπρέντα, καθώς δεν θερμαινόταν ιδιαίτερα, και σπάνια πάθαινε εμπλοκή.
Ηταν επίσης πολύ ελαφρύ (7 κιλά), χάρη και σε μετατροπές που είχε κάνει ο στρατός σε αυτό, κι έτσι μεταφερόταν ευκολότερα στις μακρές πορείες πάνω στα αλβανικά βουνά. Οπλο ιδανικό και για άμυνα αλλά και για επίθεση με πυρ και κίνηση, έσπερνε τον πανικό στις αντίπαλες γραμμές, καθώς ο χειριστής του μπορούσε να εκτελέσει βολή «εν βαδίσματι», με τον βοηθό του να τον ακολουθεί δύο βήματα πιο πίσω κρατώντας τις δεσμίδες.
Ηταν μια άσκηση που την επαναλάμβαναν οι κληρωτοί μέχρι να ματώσουν στην εκπαίδευση, και αποδείχτηκε ιδιαίτερα αποτελεσματική, αφού άνοιγε τον δρόμο στην υπόλοιπη διμοιρία που ακολουθούσε στην εκάστοτε έφοδο, με τη γνωστή εφ’ όπλου λόγχη.
Πρόκειται για εικόνες που έχουν αποτυπωθεί πολύ ζωντανά στους γνωστούς ζωγραφικούς πίνακες του Αλέξανδρου Αλεξανδράκη (με τις προελάσεις των Ελλήνων στρατιωτών) – δεκανέας πολυβολητής άλλωστε ήταν και ο ίδιος. Παρόμοια ενεργούσε και το πολύ καλό ιππικό, το οποίο ελισσόταν εφίππως αλλά μαχόταν πεζή.
Πολύ αξιόπιστο και ανώτερο του αντίστοιχου ιταλικού ήταν και το αυστριακό τυφέκιο Μάλινχερ που έφεραν οι απλοί οπλίτες. Μάλιστα, επειδή το Μάλινχερ ήταν αρκετά μακρύτερο από το ιταλικό τυφέκιο, όταν έφερε πάνω του τη λόγχη υπερτερούσε στη μάχη σώμα με σώμα, στην οποία οι Ελληνες στρατιώτες κέρδιζαν κατά κράτος, όπως πολλές χιλιάδες χρόνια νωρίτερα οι Μακεδόνες με τη θρυλική σάρισα. Απλές τεχνικές μάχης αλλά που αποδείχτηκαν φοβερά αποτελεσματικές στον χώρο της Πίνδου.
Το άλλο κρυφό ατού του ελληνικού στρατού ήταν το πυροβολικό του. Ακολουθούσε τη γαλλική σχολή εκπαίδευσης, στελεχωνόταν από εξαιρετικά καταρτισμένους αξιωματικούς, μπαρουτοκαπνισμένους από τους πολέμους της προηγούμενης 30ετίας, που δεν δίσταζαν να βρεθούν στην πρώτη γραμμή, και οι καλοί γνώστες της εποχής έλεγαν ότι, ιδίως το ελαφρύ πυροβολικό, επρόκειτο, δίχως υπερβολή, για ένα από τα καλύτερα της Ευρώπης.
Βασιζόταν ωστόσο σε δυο ακόμη στοιχεία: στους πολύ καλούς έφεδρους αξιωματικούς, μαθηματικούς συχνά για ευνόητους λόγους, και στα μουλάρια του. Το τελευταίο αποδείχτηκε υπερόπλο, καθότι έδινε τη δυνατότητα στο ελαφρύ πυροβολικό να φορτώνεται σε κομμάτια πάνω στα τρομερά ανθεκτικά αυτά ζώα και να μπορεί έτσι να φθάνει και να στήνεται σε δυσπρόσιτα σημεία, πλεονεκτώντας του εχθρού.
Τα μουλάρια είχαν επιταχθεί κατά χιλιάδες από τους τοπικούς πληθυσμούς, οι οποίοι μερικές φορές έκαναν και τους ημιονηγούς, υποδεικνύοντας ορεινά περάσματα, άγνωστα στον αντίπαλο.
Από τον μεσοπόλεμο Ο ελληνικός στρατός απαρτιζόταν ούτως ή άλλως από παιδιά της υπαίθρου, σκληραγωγημένα εκ φύσεως, συνήθως εξοικειωμένα με τις σκληρές συνθήκες του βουνού, καθώς και με τη σπάνη της τροφής ή και με το κρύο και τις ατέλειωτες πορείες σε κακοτράχαλα μέρη.
Οι Ελληνες έφεδροι αξιωματικοί, μορφωμένα παιδιά, που είχαν ανατραφεί στις ποικίλες συλλογικότητες του μεσοπολέμου, μπορούσαν να συνεννοηθούν και να επιβληθούν στα αγροτόπαιδα που είχαν στον λόχο τους, γιατί οι τοπικές κουλτούρες ήταν εκείνες της «τιμής και της ντροπής». Οι ιεραρχίες λειτουργούσαν ακόμη καλά.
Αυτό που έγινε στα βουνά της Πίνδου τον χειμώνα του 1940-41 ήταν μια σπουδαία υπόθεση για την ελληνική κοινωνία. Δεν εγγράφηκε τυχαία στο συλλογικό ασυνείδητο, ούτε χρειάστηκε να τo επιβάλει αυτό καμία εξουσία.
Οριστικοποίησε μια διαδικασία μεταλλαγής της ελληνικής κοινωνίας που είχε ξεκινήσει στον μεσοπόλεμο και που είχε οδηγήσει σε ολοκληρωτική ανανοηματοδότηση του βίου, αν θέλουμε να μιλήσουμε και ανθρωπολογικά.
Η κοινωνία του μεσοπολέμου ήταν άλλωστε η πιο πολύπλοκη και ενδιαφέρουσα στις ζυμώσεις της κοινωνίας του ελληνικού 20ού αιώνα. Ξέρουμε ακόμη λίγα γι’ αυτές τις διεργασίες, και μάλλον τα ξέρουμε από το αποτέλεσμα: από τη μαζική κινητοποίηση αργότερα στα αντιστασιακά κινήματα της Κατοχής – από τα μεγαλύτερα, αναλογικά, στην Ευρώπη.
Η κοινωνία άλλαζε, και άλλαζε μέσα και από το καμίνι του πολέμου. Και ίσως γι’ αυτό το «έπος» του ’40 να έκρυβε στο τέλος του (φυσικά και για άλλους λόγους καθαρού πολιτικού παιγνίου) την τραγωδία που ξέρουμε και που ακόμη δυσκολευόμαστε να ξεπεράσουμε.
Εχει σημασία να καταδειχτεί και το εξής. Το μεγάλο αυτό επίτευγμα δεν ήταν ο θρίαμβος ενός έθνους που αντιστέκεται στον εχθρό και πέφτει ηρωικά. Δεν ήταν δηλαδή μια πράξη πόνου και θυσίας, όπως καμιά φορά παρουσιάζεται, παρότι είχε και τέτοια διάσταση.
Αλλά ήταν μια πράξη νίκης, και αυτή ήταν εξαρχής η επιδίωξη, όχι η πτώση μέχρι τελευταίου. Μια νίκη ως αποτέλεσμα της καλής προπολεμικής προετοιμασίας των θεσμών και των δομών του κράτους, της τεχνογνωσίας που είχε συσσωρευτεί σε διάφορα πεδία, της μαζικής και ενθουσιώδους κινητοποίησης της ελληνικής κοινωνίας.
Αν ο ελληνικός στρατός έφθασε, τελικά, να υπερτερεί του ιταλικού δεν ήταν όμως μόνο επειδή «ο έφεδρος ανθυπολοχαγός έπεσε ηρωικά και πένθιμα», οι πόλεμοι δεν κερδίζονται μόνο με γιουρούσια.
Αλλά κυρίως διότι θεσμοί, ελίτ και κοινωνία ήξεραν να ανταποκριθούν στην πρόκληση, χωρίς μεμψιμοιρίες και με την ευθύνη και το καθήκον που αναλογούσε στον καθένα τους. Πόσο θα μεγαλουργούσε άραγε αυτή η κοινωνία μεταπολεμικά, αν δεν είχε συρθεί κατόπιν τόσο αναίτια στον εμφύλιο;
Ο κ. Δ. Π. Σωτηρόπουλος είναι αναπληρωτής καθηγητής Σύγχρονης Πολιτικής Ιστορίας, διευθυντής του ΠΜΣ «Διακυβέρνηση & Επιχειρηματικότητα», αρχισυντάκτης της «Νέας Εστίας». *Εκ της <<Καθημερινής>> 25.10.2015. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.
ΤΑ «ΘΕΡΙΑ» ΤΗΣ ΕΠΟΠΟΙΙΑΣ ΤΟΥ 1940 ΠΟΥ ΔΟΞΑΣΑΝ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Όταν τα σύννεφα του πολέμου κύκλωσαν τη χώρα μας εκείνη τη σημαδιακή 28η Οκτωβρίου 1940, πολλοί ήταν αυτοί που στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων και πολέμησαν για τη λευτεριά του έθνους.
Αξιωματικοί και απλοί στρατιώτες έκαναν κάτι παραπάνω από το καθήκον τους όταν απέκρουσαν τον υπέρτερο ιταλικό στρατό και υπέγραψαν μια από τις πρώτες ήττες του Άξονα στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η ελληνική αντίσταση δεν τέλειωσε όμως στο Έπος του 1940, καθώς συνεχίστηκε και στα χρόνια της Κατοχής μετρώντας μερικούς ακόμα θριάμβους σε πείσμα της άνισης κατανομής δυνάμεων.
Οι χιλιάδες αυτοί ήρωες που πολέμησαν για τη λευτεριά και την απελευθέρωση κατόπιν του τόπου έδωσαν και τη ζωή τους ακόμα μη ζητώντας ποτέ αντάλλαγμα. Χρέος μας είναι να τους θυμόμαστε και να τους τιμάμε με τον ίδιο τρόπο που μνημονεύουμε τους γενναίους οπλαρχηγούς του 1821.
Άλλοι γνωστοί και άλλοι λιγότερο γνωστοί ήρωες της σύγχρονης ιστορίας μας, ας δούμε μια σειρά από έλληνες αξιωματικούς που έπραξαν το καθήκον τους και κοίταξαν στα μάτια τον εχθρό, πολεμώντας για την πατρίδα…
Ο αξιωματικός που ανέκοψε τη γερμανική επέλαση λέγοντας 38.000 μολυβένια «όχι», λοχίας Δημήτριος Ίτσιος
Υπάρχουν άντρες που θέλουν συντάγματα ολόκληρα για να σταματήσουν τον εχθρό και υπάρχει και ένας έφεδρος λοχίας Πεζικού που το μόνο που χρειαζόταν ήταν ένα πολυβολείο με πέντε άντρες!
Η ιστορία μας εξελίσσεται στα ελληνικά οχυρά της Γραμμής Μεταξά τα ξημερώματα της 6ης Απριλίου 1941, όταν οι Γερμανοί προσπαθούν να διασπάσουν την αμυντική παράταξη των εννιά πολυβολείων της περιοχής. Ο έφεδρος αξιωματικός Ίτσιος βρίσκεται επικεφαλής του πολυβολείου Π8 στην Ομορφοπλαγιά των Σερρών.
Έχει στην ευθύνη του πέντε ταλαιπωρημένους φαντάρους, που πολεμούν όμως σαν θεριά και δεν φαίνονται διατεθειμένοι να παραδοθούν. Το Π8 κάλυπτε εξάλλου την υποχώρηση των Ελλήνων και η αποστολή του να αντέξει όσο μπορούσε περισσότερο ήταν υψίστης σημασίας για την οπισθοχώρηση των στρατιωτών και την ανασύνταξη του στρατεύματός μας στα Κρούσια.
Τα οχτώ πολυβολεία καταλαμβάνονται και σιγούν και απομένει το Π8 του Ίτσιου, που πολεμά μέχρι να του τελειώσουν τα πυρομαχικά, κάπου 38.000 σφαίρες δηλαδή, που αναγκάζουν τους Γερμανούς σε περισσότερες από 250 απώλειες.
Μεταξύ των νεκρών Γερμανών, και ένας αντισυνταγματάρχης. Ο Ίτσιος, βλέποντας το τέλος να κοντοζυγώνει, διατάσσει τους πέντε άντρες του να φύγουν. Οι τρεις αποχωρούν, οι δυο συγχωριανοί του μένουν ωστόσο στο πλευρό του.
Μένουν για να πεθάνουν με τα όπλα στα χέρια, αγωνιζόμενοι σαν αγρίμια. Δεν πεθαίνουν όμως, καθώς τίποτα δεν μπορεί να τους καταβάλλει, ούτε οι βόμβες των στούκας ούτε τα βλήματα του πυροβολικού. Τους νίκησε μόνο το αναπόφευκτο, η εξάντληση των σφαιρών τους. Κι έτσι βγήκαν και παραδόθηκαν με το κεφάλι ψηλά.
Οι Γερμανοί πλησίασαν διστακτικά, μιας και τέτοια γενναιότητα κάποια έκπληξη θα έκρυβε, δεν μπορεί. Δεν έκρυβε. Ο στρατηγός των Γερμανών τον συγχαίρει και του αποδίδει τις στρατιωτικές τιμές. Και μετά του λέει «Μου στοίχισες πάνω από διακόσιους άνδρες» και τον σκοτώνει πυροβολώντας τον στο κεφάλι.
Οι δύο φαντάροι έζησαν για να διηγηθούν την απίστευτη ιστορία του πολυβολητή Ίτσιου. Μετά τον πόλεμο μάθαμε πως ο γερμανός διοικητής έγραψε στο ημερολόγιο του: «δεν μπορούσα να αφήσω στη ζωή έναν άνθρωπο που μου προξένησε τόσο μεγάλο κακό»…
Ο αρχιμάστορας της εποποιίας του 1940, αντιστράτηγος Χαράλαμπος Κατσιμήτρος
Όταν το Γενικό Επιτελείο Στρατού έστειλε την περιβόητη διαταγή στην Ογδόη Μεραρχία της Ηπείρου λίγους μήνες πριν από την ιταλική εισβολή καλώντας τη να οπισθοχωρήσει στη δεύτερη γραμμή άμυνας, ήταν μόνο ένας άνθρωπος αυτός που αψήφησε τα κελεύσματα των επιτελαρχών της Αθήνας και κράτησε τη σημαία της Ελλάδας ψηλά.
Ο ηρωικός διοικητής της Ογδόης, Χαράλαμπος Κατσιμήτρος, πολέμησε για την τιμή των όπλων και έγραψε τα πρώτα και πιο ένδοξα κεφάλαια της ελληνικής εποποιίας του 1940, πολεμώντας στην πρώτη γραμμή άμυνας και εκδίδοντας το δικό του γενναίο φιρμάνι: «Ουδεμία σκέψη διά υποχώρησιν, η τελευταία γραμμή αμύνης είναι εδώ, μέχρις εσχάτων»!
Ο σύγχρονος αυτός Λεωνίδας πολέμησε μόνος και χωρίς ουσιαστική βοήθεια από το ΓΕΣ, χωρίς καν την πίστη κανενός στον αγώνα κατά των Ιταλών, κι όμως νίκησε! Στάθηκε αγέρωχα στην πρώτη γραμμή και όχι μόνο κράτησε τα σύνορά μας άθικτα, αλλά μέσα σε λίγες εβδομάδες άρχισε να προελαύνει επιθετικά εναντίον των εισβολέων μέσα στο αλβανικό έδαφος.
Ο Κατσιμήτρος και οι γενναίοι του φύλαξαν τις σύγχρονες Θερμοπύλες και έτρεψαν τον εισβολέα σε φυγή, αρνούμενος με το ηρωικό του «Κρατάω Καλπάκι» να συμμορφωθεί στις διαταγές για οπισθοχώρηση.
Ο αντιστράτηγος εξουδετέρωσε την ιταλική επίθεση με την ηρωική του αντίσταση, συμβάλλοντας τα μέγιστα στην τελική νίκη σε βάρος των Ιταλών. Αν ο διοικητής της Ογδόης είχε υπακούσει στους τακτικισμούς του Παπάγου, τότε η έκβαση του πολέμου θα ήταν προφανώς διαφορετική.
Ήταν η απείθειά του στις διαταγές της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας που έγραψε χρυσές πολεμικές σελίδες για το έθνος και οδήγησε στο Έπος του 1940. Κι όμως, αυτός ο σύγχρονος Σπαρτιάτης χάθηκε στη λήθη, πεθαίνοντας το 1962 όχι μόνο ξεχασμένος και παραγνωρισμένος, αλλά και με τη ρετσινιά του προδότη και του δωσίλογου των Γερμανών, καθώς συμμετείχε για λίγους μήνες στην κυβέρνηση Τσολάκογλου…
Ο αεροπόρος που ανατίναξε τα γραφεία της ναζιστικής οργάνωσης ΕΣΠΟ, υποσμηναγός Κώστας Περρίκος
Ο υποσμηναγός Περρίκος δεν έδειξε τον ηρωισμό και τον πατριωτισμό του μόνο στις πολεμικές επιχειρήσεις του Β’ Παγκοσμίου, αλλά και κατά την περίοδο της Κατοχής. Ο αξιωματικός και μέλος του κεντροαριστερού Εθνικού Ενωτικού Κόμματος του Κανελλόπουλου είχε αποταχθεί από την Πολεμική Αεροπορία το 1935 γιατί είχε ασκήσει κριτική στην πολιτική και στρατιωτική ηγεσία αναφορικά με το μη αξιόμαχο της αεροπορίας μας.
Αν και σφοδρός πολέμιος της μεταξικής δικτατορίας, όταν κηρύχθηκε ο Ελληνο-Ιταλικός Πόλεμος ζήτησε να επιστρέψει εθελοντικά στην ενεργό δράση για να πολεμήσει τον εχθρό. Επέστρεψε πράγματι στα καθήκοντά του, αλλά μετά την κατάρρευση του ελληνικού μετώπου αποπέμφθηκε και πάλι (Μάιος του 1941).
Κανένα πρόβλημα για το μαχητικό και αδούλωτο αυτό πνεύμα! Ιδρύει αμέσως στην Αθήνα μία από τις πρώτες αντιστασιακές οργανώσεις, τη Στρατιά των Σκλαβωμένων Νικητών, που θα δώσει προοδευτικά τη θέση της στην ΠΕΑΝ (Πανελλήνια Ένωση Αγωνιζομένων Νέων).
Ψυχή της οργάνωσης και αρχηγός του παραστρατιωτικού σκέλους της («Ουλαμός Καταστροφών»), ο Περρίκος βάζει βόμβα τον Αύγουστο του 1942 στο εσωτερικό του κτιρίου του Γερμανικού Αναμορφωτηρίου.
Έξι μέρες αργότερα, δύο μέλη της οργάνωσής του επιδίδονται σε άλλο ένα βομβιστικό χτύπημα, τώρα στα γραφεία της προδοτικής οργάνωσης ΟΕΔΕ. Επίκειται όμως μια από τις μεγαλύτερες στιγμές της Εθνικής Αντίστασης, η ανατίναξη των γραφείων άλλης μιας συνωμοτικής εταιρίας, της Εθνικής Σοσιαλιστικής Πατριωτικής Οργάνωσης (ΕΣΠΟ), που συνεργαζόταν με τους ναζί στρατολογώντας Έλληνες για τους αγώνες του Γ’ Ράιχ.
Η ανατίναξη του κτιρίου της ΕΣΠΟ, που άφησε νεκρούς 39 δοσίλογους της ΕΣΠΟ και 43 Γερμανούς, χαιρετίστηκε από τους ραδιοφωνικούς σταθμούς της Μόσχας ως το μεγαλύτερο σαμποτάζ που είχε γίνει μέχρι τότε στην κατεχόμενη Ευρώπη!
Η Γκεστάπο εξαπέλυσε ανθρωποκυνηγητό για την εξάρθρωση των δραστών του σοβαρού αυτού πλήγματος στον εγχώριο ναζιστικό θύλακα και -κατόπιν προδοσίας- ο Περρίκος και 12 αγωνιστές του συλλαμβάνονται σε ένα από τα κρησφύγετά τους στην Καλλιθέα.
Τον Φεβρουάριο του 1943, οι Γερμανοί τον οδηγούν στο Σκοπευτήριο Καισαριανής και τον εκτελούν. Πριν τον σκοτώσουν, γύρισε και είπε στους κατακτητές: «Δεν αισθάνομαι τίποτα εναντίον σας. Εσείς κάνατε το καθήκον σας. Ομοίως, έκανα κι εγώ το δικό μου. Είμαι έλληνας αξιωματικός της Αεροπορίας, υποσμηναγός. Σας ευχαριστώ πολύ».
Οι γερμανοί αξιωματικοί τον χαιρέτισαν στρατιωτικά. Πριν πέσει νεκρός από τις σφαίρες του αποσπάσματος, δεν παρέλειψε να βροντοφωνάξει: «Ζήτω η Ελλάς!». Λίγους μήνες αργότερα, το Υπουργείο Αεροπορίας τον επανέφερε στις τάξεις των μονίμων αξιωματικών και τον προήγαγε στον βαθμό του αντισμηνάρχου επ’ ανδραγαθία.
Ο άνθρωπος που απέκρουσε την ιταλική «Εαρινή Επίθεση» του 1941 στο Ύψωμα 731, ταγματάρχης Δημήτριος Κασλάς
Η διαταγή της Ανωτάτης Στρατιωτικής Διοίκησης φτάνει στο Ύψωμα 731: «Επί των θέσεών σας αμυνθήτε μέχρις εσχάτων, Η Πατρίς, η Ανωτάτη Διοίκησις απαιτεί να κρατήσητε ψηλά την τιμήν των όπλων». Ο διοικητής του 2ου Τάγματος του 5ου Συντάγματος Τρικάλων απαντά λακωνικά: «Οτιδήποτε και αν συμβή δεν θα εγκαταλείψωμεν το 731 και έχω πεποίθησιν ότι δεν θα περάσουν οι Ιταλοί».
Κατόπιν γυρνά στους άντρες του και βροντοφωνάζει: «Όποιος γυρίσει την πλάτη στον εχθρό θα τουφεκίζεται». Η εντολή του ταγματάρχη Κασλά σφράγισε άλλη μια ηρωική σελίδα στην πολεμική εποποιία του 1940, ένα από αυτά τα περιστατικά αυταπάρνησης και ανδρείας που επιφυλάσσονται συνήθως για τον Μαραθώνα, τη Σαλαμίνα και την Επανάσταση του 1821.
Κι όμως, ο πολεμικός άθλος του Κασλά στο Ύψωμα 731 κατά τη διάρκεια της «Εαρινής Επίθεσης» των Ιταλών στα μέσα Μαρτίου του 1941 είναι ένα ανδραγάθημα γραμμένο με αίμα και τόλμη, ένας απίστευτος πραγματικά σε έκταση, σημασία και συμβολική αγώνας.
Οι ιταλικές φασιστικές δυνάμεις, με την παρουσία του ίδιου του Μουσολίνι, λαχταρούν να δρέψουν την πρώτη νίκη κατά της Ελλάδας και να εισέλθουν στην Αθήνα θριαμβευτές. Στο διάβα τους μπαίνει όμως το καταραμένο γι’ αυτούς Ύψωμα 731, εκεί όπου επί επτά ημέρες το σύνταγμα δοκιμάστηκε σκληρά, αλλά απέκρουσε τα κύματα των επιτιθέμενων αντιπάλων.
Το ύψωμα 731 κράτησε όλες τις λυσσαλέες επιθέσεις των Ιταλών και πέρασε στην παγκόσμια ιστορία ως ένα από τα πιο αιματοβαμμένα υψώματα ολόκληρου του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Όσο για τον ταγματάρχη Κασλά που το κράτησε όρθιο, ανάγκασε τους Ιταλούς σε οπισθοχώρηση δίνοντας τέλος στα εχθρικά σχέδιά τους: η τύχη του Ελληνο-Ιταλικού Πολέμου έχει κριθεί και έφερε τη σφραγίδα του διοικητή του Υψώματος 731.
Η μετέπειτα πορεία του έμελλε όμως να συναντηθεί με τα σημεία-κλειδιά της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, όπως η Αντίσταση και το ταραγμένο κλίμα της μετεμφυλιακής Ελλάδας. Ο Κασλάς εντάσσεται στην Εθνική Αντίσταση, πρώτα με τον ΕΔΕΣ και μετά με τον ΕΛΑΣ, και είδε τη ζωή του να παίρνει την κάτω βόλτα, οδηγούμενος ως κομμουνιστής στην εξορία από το 1945-1948.
Μετά την απελευθέρωσή του, είναι βουτηγμένος στην ντροπή και αρνείται πως είναι αυτός ο ήρωας του 1940 Κασλάς! Πεθαίνει ατιμασμένος και προδομένος απ’ όλους, κυρίως όμως από μια πατρίδα που τόσο γενναία πολέμησε για τη λευτεριά της…
Ο «κανονιέρης» του ελληνο-αλβανικού μετώπου, ταγματάρχης Δημήτριος Κωστάκης
Ο απόστρατος ταγματάρχης ή «γεροταγματάρχης», όπως έμεινε στη στρατιωτική μας ιστορία, ανακλήθηκε εσπευσμένα τον Αύγουστο του 1940 στην ενεργό υπηρεσία ως έφεδρος εκ μονίμων. Οι επιτελείς ήξεραν καλά γιατί τον επανέφεραν στο μέτωπο: γιατί με τον Κωστάκη δεν θα πήγαινε καμιά κανονιά χαμένη!
Πάντα στην πρώτη γραμμή ανάμεσα στους μπαρουτοκαπνισμένους άντρες του, ο ταγματάρχης έγινε σύμβολο κάθε αγωνιζόμενου Έλληνα, φίλος, αδελφός και πατέρας του απλού στρατιώτη που πολεμούσε στο πλευρό του ως ίσος προς ίσο. Γι’ αυτό ίσως και μετά τον Πόλεμο του 1940 οι στρατιώτες του απαντούσαν στην ερώτηση για το πού είχαν πολεμήσει με το χαρακτηριστικό: «Ήμουν με τον Κωστάκη!».
Ο αξιωματικός του ορεινού πυροβολικού, πλάι στον υποστράτηγο Κατσιμήτρο και τον συνταγματάρχη Μαυρογιάννη, ήταν η ψυχή του Έπους του 1940, συμμετέχοντας στις επιτελικές αποφάσεις της ηρωικής 8ης Μεραρχίας. Κάτω από τις διαταγές του, το ελληνικό Πυροβολικό, με τα στρατηγικά παραταγμένα παρατηρητήριά του, θέρισε τους Ιταλούς και οι Έλληνες τον άκουγαν να βροντοφωνάζει συνεχώς με τη στεντόρεια φωνή του:
«Μη σκιάζεστε! Ο Θεός είναι Ρωμιός μωρέ, θα τους πετάξουμε στη θάλασσα!». Όπως ορκίζονταν μάλιστα οι άντρες του, ο Κωστάκης δεν χρησιμοποίησε ποτέ όργανα μέτρησης. Εργαλεία ήταν για τον ταγματάρχη οι γροθιές του, με τις οποίες έδειχνε στους πυροβολητές τις μοίρες και έκανε τα βλήματα να βρίσκουν πάντα διάνα.
Τα επεισόδια της πολεμικής δράσης του γερόλυκου αυτού είναι πραγματικά αμέτρητα, γι’ αυτό και δοξάστηκε τόσο σε κείνα τα μαρτυρικά βουνά της Ηπείρου. Τα ιταλικά άρματα της Μεραρχίας Κενταύρων που επιτέθηκε στο Καλπάκι τον ξέρουν καλά τον Κωστάκη, ο οποίος κατέστρεψε πολλά και ανάγκασε τα υπόλοιπα να οπισθοχωρούν σε πλήρη αταξία.
Αργότερα βούλιαξε μερικά ακόμα στους βάλτους του Καλαμά και ανέκοψε όλες τις ιταλικές επιχειρήσεις των τεθωρακισμένων. Η συντριβή των ιταλικών τανκς ήταν έργο του Κωστάκη που αποθέωσε το ελληνικό Πυροβολικό! Πέρα όμως από φαρμακερός «κανονιέρης», ο ταγματάρχης ήταν και μεγάλος άνθρωπος, δείχνοντας έλεος και επιείκεια στον εχθρό όπου και όποτε μπόρεσε.
Όταν ο ελληνικός στρατός πέρασε στην αντεπίθεση, ο Κωστάκης έδειξε την ανθρωπιά του στους φτωχούς Αλβανούς. Έτσι τον θυμόταν εξάλλου και ο Τερζάκης: «Θεός εφέσιος στεκότανε για μας, εκεί στην Αλβανία, ο Κωστάκης … Ο γέροντας αυτός με την κολοκοτρωνέικη μορφή, την κόψη του οπλαρχηγού, ήταν ανώτερός μας, όμως όχι και διαφορετικός. Ο ταγματάρχης Κωστάκης ερχόταν ολόισια από τα σπλάχνα του λαού»…
Ο υπερασπιστής του Οχυρού Ρούπελ που ανάγκασε τους Γερμανούς να σταθούν προσοχή μπροστά του, ταγματάρχης Γεώργιος Δουράτσος
Όταν ο διοικητής του Ρούπελ είπε το θρυλικό «τα οχυρά δεν παραδίδονται, καταλαμβάνονται», δεν είχε προφανώς επίγνωση του άθλου που ήταν έτοιμος να κάνει, έναν άθλο που θα μετέφερε το στίγμα της γενναίας ελληνικής αντίστασης στα πέρατα της συμμαχικής Ευρώπης.
Ως άλλος ένας σύγχρονος Λεωνίδας, ο διοικητής του οχυρού Γεώργιος Δουράτσος αρνείται να υποκύψει στον εχθρό, αρνείται να υπακούσει στο φιρμάνι για παράδοση που φτάνει στα αυτιά του και εκτοξεύει ένα «μολών λαβέ» που θα έκανε υπερήφανους τους αρχαίους Σπαρτιάτες για την πορεία του νεοελληνικού έθνους.
Με τους ταλαιπωρημένους και μπαρουτοκαπνισμένους στρατιώτες του έκανε μια τέτοια αντίσταση στα ελληνο-βουλγαρικά σύνορα που θα έστελνε το Ρούπελ του στην Ιστορία σαν άλλο παραμύθι. Σε πείσμα μάλιστα της ίδιας Ιστορίας που ήθελε το οχυρό να πέφτει εύκολα στη στρατιωτική παντοδυναμία της ναζιστικής λαίλαπας.
Ο Δουράτσος απέκρουσε όλες μα όλες τις επιθέσεις του γερμανικού συντάγματος, αφήνοντας τις σφοδρές μάχες να μαίνονται για μέρες. Η χώρα μας εντωμεταξύ συνθηκολογεί, ο Δουράτσος όμως εκεί, πολεμά για την τιμή των όπλων. Δεν πιστεύει μάλιστα τους απεσταλμένους των Γερμανών που του μεταφέρουν τα νέα για την ελληνική ήττα και τη συνθηκολόγηση που έχει υπογραφεί στη Θεσσαλονίκη και αντιγυρνά:
«Ο αγών θα συνεχιστεί. Πάσαν δέ απόπειρα προσεγγίσεως του οχυρού θα συντριβεί»!Αποκομμένος και περικυκλωμένος, μάχεται σαν αγρίμι και σταματά την ηρωική αντίσταση μόνο όταν καταφτάνει η επίσημη διαταγή για κατάπαυση του πυρός. Βγαίνει όμως από το Ρούπελ με το κεφάλι ψηλά ως νικητής, καθώς ξέρει ότι τον έπιασαν μόνο επειδή τον ανάγκασαν να παραδοθεί.
Και την ώρα που βγαίνει, αντικρίζει τους Γερμανούς να του αποδίδουν στρατιωτικές τιμές! Ο διοικητής των εχθρών έβαλε τους άντρες του να παρουσιάσουν τα όπλα τους μονολογώντας πως τέτοια αντίσταση δεν είχε ξαναδεί.
Την απογοήτευση του Δουράτσου και των γενναίων του για την παράδοσή τους απάλυνε ελαφρώς η διαταγή του ίδιου του Χίτλερ που άφηνε τους ήρωες του Ρούπελ ελεύθερους. Ο ταγματάρχης Δουράτσος τιμήθηκε εκτεταμένα για τις υπηρεσίες που προσέφερε στην πατρίδα και αποστρατεύτηκε το 1950 με τον βαθμό του υποστράτηγου…
Ο ήρωας της Πίνδου, συνταγματάρχης Κωνσταντίνος Δαβάκης
Η θρυλική μορφή του Ελληνο-Ιταλικού Πολέμου είχε δείξει την ανδρεία του ήδη από τη Μικρασιατική Εκστρατεία, όταν πήρε μέρος εθελοντικά (και τιμήθηκε κατόπιν με το Χρυσό Αριστείο Ανδρείας). Πρωτοπόρος του μηχανοκίνητου Πεζικού αλλά και των τεθωρακισμένων, ο Δαβάκης αποστρατεύτηκε το 1937 ως συνταγματάρχης, καθώς η υγεία του δεν ήταν πια σε καλή κατάσταση.
Κάτι που προφανώς δεν έπαιξε κανέναν ρόλο για τον ίδιο όταν ανακλήθηκε άρον-άρον στην ενεργό υπηρεσία τον Αύγουστο του 1940 και τοποθετήθηκε διοικητής του ευαίσθητου Αποσπάσματος Πίνδου. Με τους 2.000 άντρες του 51ου Συντάγματος Πεζικού του θα αντιμετωπίσει μόνος την επίλεκτη 3η Ιταλική Μεραρχία Αλπινιστών («Τζιούλια») των 10.000 στρατιωτών στις πρώτες κρίσιμες στιγμές του πολέμου την 28η Οκτωβρίου.
Παρά τα εναντίον του προγνωστικά, ο Δαβάκης κράτησε το μέτωπο και την 1η Νοεμβρίου πέρασε κιόλας στην αντεπίθεση, ενισχυμένος πια από την 1η Μεραρχία Πεζικού. Κράτησε μόνος έναν νευραλγικό τομέα ευθύνης 35 χιλιομέτρων. Οι άντρες του τον θυμούνταν ανήσυχο και νευρώδη να τηλεφωνεί συνεχώς στα απομακρυσμένα φυλάκιά του και να ενημερώνεται για την κατάσταση.
Το λιοντάρι της Πίνδου τραυματίστηκε όμως σύντομα, σε αναγνωριστική επιχείρηση της ελληνικής αντεπίθεσης, και τέθηκε εκτός μάχης. Οι άντρες που έτρεξαν να περιποιηθούν τα τραύματά του συνάντησαν όμως τη μήνη του συνταγματάρχη, ο οποίος συγκεντρώνοντας τις δυνάμεις του τους διέταξε: «Άσε με εμένα, πες με πεθαμένο! Και κοίτα να μη σου πάρουν τις θέσεις! Τράβα!».
Μεταφέρθηκε αναίσθητος στο Επταχώρι της Πίνδου και -ακόμα χειρότερα- τον Δεκέμβριο του 1942 έπεσε στα χέρια των ιταλικών δυνάμεων κατοχής, που τον κατηγόρησαν ως μέλος αντιστασιακής ομάδα αξιωματικών του στρατού και τον συνέλαβαν όντας ακόμα σε κατάσταση νοσηλείας στην Αθήνα. Τους έβαλαν σε ατμόπλοιο με πλώρη στρατόπεδο αιχμαλώτων της Ιταλίας, το πλοίο τορπιλίστηκε όμως από συμμαχικό υποβρύχιο τον Ιανουάριο του 1943 και βυθίστηκε στα ανοιχτά των αλβανικών ακτών, στέλνοντας στον υγρό τάφο όλους τους επιβάτες.
Ο κυβερνήτης του υποβρυχίου «Παπανικολής» που έγινε φόβος και τρόμος της Αδριατικής, πλωτάρχης Μίλτων Ιατρίδης
Ο θρυλικός «Παπανικολής» του Ιατρίδη δεν ήταν άλλο ένα υποβρύχιο του Β’ Παγκοσμίου που επιχειρούσε στις αιματοβαμμένες θάλασσες σε σχηματισμό. Ήταν ένας μοναχικός λύκος, ένας αδέσποτος σκοπευτής της Αδριατικής που έσπειρε πανικό και όλεθρο στις ιταλικές νηοπομπές και τα σούρτα-φέρτα του Άξονα.
Το υποβρύχιο φάντασμα που στοίχειωνε το ιταλικό Πολεμικό Ναυτικό απέδειξε περίτρανα τη ναυτοσύνη του ελληνικού έθνους και τη μαχητικότητα του πνεύματός του, δείχνοντας εμπράκτως ότι οι Έλληνες μπορούσαν να αποκρούσουν τους παντοδύναμους Ιταλούς ακόμα και με τα παμπάλαια καριδότσουφλά τους.
Πέρα από τις στρατηγικής σημασίας επιθέσεις του, ο «Παπανικολής» του Ιατρίδη τροφοδότησε με δύναμη και ελπίδα το αμυνόμενο γένος και ανέκοψε πολλούς ιταλικούς ανεφοδιασμούς στις μεραρχίες που πολεμούσαν τους Έλληνες στο Καλπάκι. Ο ατρόμητος αγωνιστής Ιατρίδης ανέλαβε τα ηνία του μυθικών πια διαστάσεων «Παπανικολή» για να γράψει ένα δικό του κεφάλαιο στην εποποιία του 1940, έχοντας στις πλάτες του την εντονότερη και μεθοδικότερη ναυτική δράση στον αγώνα κατά του Άξονα.
Το υποβρύχιό του ήταν το πρώτο που απέπλευσε την 28η Οκτωβρίου 1940 και το πρώτο που έγραψε τις παρθενικές ναυτικές επιτυχίες στον Ελληνο-Ιταλικό Πόλεμο, χαρίζοντας πλατιά χαμόγελα στον ανήσυχο λαό και τους στρατιώτες του. Με την ασίγαστη δράση του Ιατρίδη, ο ιταλικός στόλος έχασε το αήττητο του περιβλήματός του και φάνηκε πως η κυριαρχία του μπορούσε κάλλιστα να αμφισβητηθεί από τις ελληνικές δυνάμεις.
Ο «Παπανικολής» βύθιζε ό,τι έβρισκε στο διάβα του εκεί στις κύριες γραμμές του ιταλικού ανεφοδιασμού στην Αδριατική κάνοντας τον κυβερνήτη του ήρωα, όταν του χτύπησε δηλαδή η Ιστορία την πόρτα. Τα πλήγματά του στον ιταλικό στόλο, πέρα από την αδιαμφισβήτητη στρατιωτική τους σημασία, ενείχαν και καίριο συμβολικό εκτόπισμα για την πολεμική προσπάθεια του έθνους, που νίκησε τελικά τους Ιταλούς σε πείσμα των προγνωστικών.
Ο Ιατρίδης εκτέλεσε πλήθος πολεμικών περιπολιών και αποστολών και βύθισε εμπορικά και πολεμικά, αν και αυτό που βύθισε εντέλει ήταν το ίδιο το ιταλικό ηθικό. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο, ο θρύλος των θαλασσών τοποθετήθηκε στη Βάση Υποβρυχίων και σε άλλες στεριανές υπηρεσίες του Πολεμικού Ναυτικού αργότερα, αν και η μοίρα θα του έδειχνε το αχάριστό πρόσωπό της: σκοτώθηκε σε τροχαίο δυστύχημα το 1960, όντας μόλις 54 ετών…
Ο κρητικός χωροφύλακας που υπέγραψε την απαγωγή του ναζί στρατηγού Χάινριχ Κράιπε, Μανώλης Πατεράκης
Έναν άθλο εντελώς ιδιαίτερο σφράγισε ο αντιστασιακός της λεβεντογέννας Κρήτης, όταν η μοίρα τον έφερε κοντά με τους δυο βρετανούς κομάντο που θέλησαν να οργανώσουν την απαγωγή του γερμανού στρατιωτικού διοικητή του Ηρακλείου.
Μετά τη συνθηκολόγηση της Ελλάδας, ο νεαρός χωροφύλακας βρέθηκε στη Μέση Ανατολή για να εκπαιδευτεί ως κομάντο και αλεξιπτωτιστής στη Χάιφα και το Κάιρο, όπου θα γνωρίσει δύο βρετανούς αξιωματικούς, κάποιους Πάτρικ Λι-Φέρμορ και Γουόλτερ Στάνλεϊ Μος, οι οποίοι είχαν ήδη λάβει το πράσινο φως των Συμμάχων για την απαγωγή του δαφνοστεφή Κράιπε.
Όταν στις 17 Μαΐου 1944 ένα συμμαχικό αεροσκάφος προσγειώνεται στο Κάιρο, μεταφέροντας αιχμάλωτο στην αιγυπτιακή πρωτεύουσα τον γερμανό στρατηγό, το όνομα του Πατεράκη θα φτάσει ως το Λονδίνο, καθώς ήταν αυτός που συμμετείχε από την αρχή στον σχεδιασμό της επικίνδυνης επιχείρησης και οργάνωσε τον κρητικό λαό που πήρε μέρος στην απαγωγή της 26ης Απριλίου.
Ο Κράιπε δεν θα έπεφτε ποτέ στα χέρια των Συμμάχων χωρίς τη βοήθεια τόσο του ηρωικού κρητικού λαού όσο και μεμονωμένων ανταρτών του νησιού, προεξάρχοντος του Πατεράκη, που μετατράπηκε σε αγρίμι του Ψηλορείτη και συνέβαλε τα μέγιστα σε μια από τις πιο εμβληματικές στιγμές όλου του Β’ Παγκοσμίου. Κρήτες και Σύμμαχοι ήθελαν βέβαια να πιάσουν τον προηγούμενο φρούραρχο του Ηρακλείου, τον διαβόητο «Χασάπη της Κρήτης», στρατηγό Φρίντριχ Βίλχελμ Μιούλερ.
Η ιστορία της απαγωγής του Κράιπε συναρπάζει με τα ηρωικά κατορθώματα των πρωταγωνιστών και υπνωτίζει με τη σχεδόν κινηματογραφική εξέλιξή της. Παραμένει όμως κάτι περισσότερο από ένα χρονικό δράσης μερικών γενναίων παλικαριών, μιας και είναι η ιστορία ενός ολόκληρου πληθυσμού που αψηφώντας τον παντοδύναμο αντίπαλο σήκωσε στους ώμους του ένα κατόρθωμα που φωτίζει ακόμη τον αστείρευτο ηρωισμό των Κρητών στον Β’ Παγκόσμιο.
Ο επικεφαλής των ντόπιων αγωνιστών Μανώλης Πατεράκης συμμετείχε από την αρχή στην επιχείρηση και ήταν ουσιαστικά ο ιθύνων νους στη συνεργασία των Βρετανών με τους ντόπιους. Ο χωροφύλακας ήταν στην ομάδα που εκπαιδεύτηκε στη Χάιφα και το Κάιρο, απέκτησε επιχειρησιακή εμπειρία στην Ιταλία και έζησε όλο το χρονικό της απαγωγής του Κράιπε, μέχρι να τον επιβιβάσουν τουλάχιστον στο υποβρύχιο για το συμμαχικό στρατηγείο της Μέσης Ανατολής.
Μετά τον πόλεμο όμως, ο Πατεράκης βρέθηκε χωρίς δουλειά και χωρίς καμία αναγνώριση από το ελληνικό κράτος. Η τραγική ειρωνεία της ιστορίας του είναι η κατάληξή της, μιας και τη σημασία του άθλου του την κατάλαβαν τελικά οι Γερμανοί, οι οποίοι σε αναγνώριση της ιπποτικής συμπεριφοράς του απέναντι στον αιχμάλωτο Κράιπε, τον διόρισαν φύλακα στο γερμανικό στρατιωτικό νεκροταφείο της Κρήτης, δίνοντάς του έτσι την ευκαιρία να ζήσει με αξιοπρέπεια τα χρόνια της ειρήνης. *Εκ του ιστολογίου <<Newsbeast>>. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)