ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τετάρτη 24 Απριλίου 2024

ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΥ: ΤΟ ΑΝΤΙΔΟΤΟΝ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ (Ζ')

 



Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο
του Δημητρίου Παναγοπούλου: «Το Αντίδοτον του Θανάτου»,
Βιβλιοπωλείο «Νεκταρίου Παναγοπούλου», Αθήνα 1957β' έκδοση, σελ. 35-36.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια κειμένου, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»



Εξητάσαμεν την Αγίαν Γραφήν και τας Ιεράς Παραδόσεις, επισκοπήσαμεν το περιεχόμενον της Θείας Λειτουργίας, εμελετήσαμεν επισταμένως τας «Περί της Θείας Κοινωνίας» ιεράς συγγραφάς των μεγάλων Πατέρων και Διδασκάλων της Εκκλησίας μας απ' αρχής της συστάσεως αυτής, και ούτω δια της Χάριτος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού έρχεται εις φως η συγγραφή αύτη με σκοπόν να νουθετήση, να υπενθυμίση ή και να διδάξη ακόμη πάντα χριστιανόν, ποίον είναι το γνήσιον και αληθές πνεύμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας επί του θέματος τούτου, της Θείας Κοινωνίας. [...] *Απόσπασμα από τον πρόλογο του συγγραφέα.





ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΥ:


«ΤΟ ΑΝΤΙΔΟΤΟΝ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ»



(1957)




Η ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΤΩΝ ΑΡΝΟΥΜΕΝΩΝ ΝΑ ΚΟΙΝΩΝΗΣΩΣΙ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΕΡΧΟΜΕΝΟΥΣ



Δυστυχώς, είμεθα υποχρεωμένοι, παρά τον σεβασμόν που τρέφομεν προς τον ιερόν ορθόδοξον Κλήρον μας, να υπενθυμίσωμεν εις μερικούς λειτουργούς, που δεν μεταδίδουσι την Αγίαν Κοινωνίαν εις τους μετ' ευλαβείας και άνευ φαρισαϊκής επιδείξεως προσερχομένους χριστιανούς εις την Θείαν Μετάληψιν, ότι ως φονείς κρίνονται υπό του Θεού, καθ' ότι στερούν τούτους του Ποτηρίου της Ζωής.


Αντιφάσεις Ιερέων


Είναι δυστυχώς πολύ αφελείς ωρισμένοι Κληρικοί, οι οποίοι αντιφάσκοντες προς εαυτούς, αποδιώκουσι τους προσερχομένους εις το Μυστήριον, μολονότι αυτοί οι ίδιοι τους προσεκάλεσαν ειπόντες εις αυτούς: «Μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης, προσέλθετε». Καθ' ότι, η έννοια των υψηλών τούτων λόγων είναι περίπου η εξής: Χριστιανοί μου, όσο έχετε φόβον Θεού, και πίστιν και αγάπην προς Αυτόν προσέλθετε, πλησιάσατε εις τα Άχραντα Μυστήρια να μεταλάβητε. Τί όμως συμβαίνει; Οι ευλαβείς χριστιανοί, πεποιθότες εις την πίστιν των, εις την αγάπην και τον φόβον των προς τον Θεόν, προσέρχονται, πλησιάζουσιν εις την Ωραίαν Πύλην, αλλ' οι ευλογημένοι αυτοί Κληρικοί λησμονούντες όσα προ ολίγου είπον, αποδιώκουν τους προσερχομένους, ενίοτε δε με τας χυδαιοτέρας φράσεις, που προαναφέραμεν. Τινές δε από αυτούς, εις τοσούτον βαθμόν πλάνης φθάνουν, ώστε να θεωρώσιν και ως ιρετικούς τους συνεχώς κοινωνούντας και την συνεχή Κοινωνίαν ως αίρεσιν να χαρακτηρίζωσιν!!!... Το τι δεν έγινεν εν μέσαις Αθήναις, κατά την Διακαινήσιμον εβδομάδα, πέρυσι, είναι άνευ προηγουμένου. Απέπεμψαν σκαιότατα, με λέξεις που δεν λέγονται ούτε γράφονται, πιστούς που προσήλθον εις την Θείαν Κοινωνίαν, παρά τον 66ον Κανόνα της Στ' Οικουμενικής Συνόδου, που συνιστα την καθημερινήν Θείαν Κοινωνίαν καθ' όλην την Διακαινήσιμν εβδομάδα, (ανεξαρτήτως νηστείας), καθ' ότι όλη η εβδομάς λογίζεται ως μία μέρα, Πάσχα. Κληρικοί δε τινές εν παχυλή αγνοία διατελούντες, ας μας επιτραπή να είπωμεν, ότι όχι απλώς κατέλυσαν, αλλά και κατασπάραξαν το Σώμα του Κυρίου μας, νομίζοντες οι δυστυχείς πλανόμενοι, ότι τάχα το Πνεύμα το Άγιον μόνον δι' αυτούς κατέρχεται τας ημέρας αυτάς και μεταβάλλει τον μεν άρτο εις Σώμα, τον δε οίκον εις Αίμα, και όχι δι' ημάς τους... βεβήλους. Και έρχεται η απορία, κι ερωτώμεν: Με τοιούτους χυδαίους λόγους πικραίνοντας τους προσκληθέντες εις το Μυστικόν Δείπνον και αποπέμποντας αυτούς, θα πάμε εμπρός; Ασφαλώς όχι. Γιατί όμως πάντα ταύτα; Από που προέρχονται αυτά; Δυστυχώς, πάντα ταύτα προέρχονται, ως προείπομεν, από την παχυλήν άγνοιαν, διότι οι κληρικοί μας αφοσιωμένοι όντες εις την τύρβην των εφημεριακών τους καθηκόντων ή απορροφημένοι από τας φροντίδας της οικογενειακής των ζωής, ουδέποτε ηυκαίρησαν να λάβουν ανά χείρας την Αγίαν Γραφήν και τα συγγράμματα των Αγίων Πατέρων και Διδασκάλων της Εκκλησίας μας, ώστε μελετήσωσι τον νόμον του Θεού και γνωρίσωσι το μέγα και υψηλόν αυτών υπούργημα,εις ος ετάξατο αυτούς ο Θεός. Διά τούτο δε καταντούν εις το σημείον αυτόν, το τόσον ανάρμοστον δι' αυτούς, ώστε ωρισμένοι να αγνοώσι και τα στοιχειωδέστερα καθήκοντα της ιεράς αποστολής των και ούτω, αντί να εποικοδομώσι επί τώ θεμελίω της πίστεως, καταλύουσι και τα οικοδομηθέντα, απομακρύνοντες τα λογικά πρόβατα από την Μάνδραν της Εκκλησίας διά της τοιαύτης συμπεριφοράς των.

ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΥ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΟΥ: «ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ» (5ον)

 



Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου του
Γεωργίου Δ. Παπαδημητρακόπουλου:
«Συμεών του Μεταφραστού: Το Μαρτύριον του Αγίου Γεωργίου»,
Αθήνα 1994, έκδοση «Αποστολικής Διακονίας», σελ. 49-52.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»





ΣΥΜΕΩΝ Ο ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΗΣ


Ο Συμεών ο Μεταφραστής έζησε κατά τον Ι' αιώνα μ.Χ. και διετέλεσε λογοθέτης (υπουργός) από τους αυτοκράτορες Κωνσταντίνο Ζ΄τον Πορφυρογέννητο (913-959 μ. Χ.), Νικηφόρο Β' το Φωκά (963-969 μ.Χ.), Ιωάννη Α΄τον Τσιμισκή (969-976 μ.Χ.) και Βασίλειο Β' τον Βουλγαροκτόνο (976-1025 μ.Χ.). Το κοσμικό του, όνομα κατά πάσα πιθανότητα, ήταν Νικήτας. Το όνομα Συμεών το πήρε όταν εκάρη μοναχός. Ο Συμεών υπήρξε από τους πλέον λόγιους μοναχούς της Εκκλησίας και ένα μεγάλο μέρος της ζωής του το αφιέρωσε στο συγγραφικό έργο. Προκειμένου δε να φέρει σε πέρας το έργο αυτό, διέθεσε όλο του τον πλούτο και την κοσμική του δύναμη, αφού διακαής του πόθος ήταν να προσφέρει πνευματική και ηθική βοήθεια στο λαό του Θεού. Ο Συμεών διακρινόταν για την αρετή και τη σοφία των λόγων του. Η Εκκλησία μας τον έχει ανακηρύξει Άγιο και τιμά τη μνήμη του στις 9 Νοεμβρίου. Στο Μέγα Συναξαριστή (9 Νοεμβρίου) μεταξύ των άλλων, σημειώνονται και τα εξής για τον άγιο Συμεών: «Ούτως οσίως και εναρέτως πολιτευσάμενος ο Όσιος και πλείστους όσους ωφελήσας και ωφελών καθ' εκάστων  διά του λίαν διδακτικού και γλαφυρωτάτου περιεχομένου των υπ' αυτού συγγραφέντων βίων των Αγίων, απήλθε προς Κύριον, ίνα συναγάλεται αιωνίως μετά των Αγίων Αυτού, πρεσβεύων απαύστως υπέρ πάντων ημών». [...] Ο Συμεών προκειμένου να γράψει το έργο αυτό, στηρίχτηκε σε πολλές και παλαιές πηγές. Ως κύρια όμως και βασική πηγή χρησιμοποίησε το «Μαρτύριο», το οποίο συνέγραψε ένας από τους υπηρέτες του Αγίου, ο Πασικράτης, ο οποίος παρακολουθούσε με τα ίδια του τα μάτια τις διάφορες φάσεις και τα είδη των βασανιστηρίων του Μεγαλομάρτυρος (σχετικά βλ. Εισαγωγή Α', β', 1). Το έργο αυτό του Συμεών σώζεται σε χειρόγραφα στις ιερές Μονές Μεγίστης Λαύρας, Ιβήρων και άλλες του Αγίου Όρους. Έχει εκδοθεί πολλές φορές και συμπεριλαμβάνεται στον 115ο τόμο της Ελληνικής Πατρολογίας του J.- P. Migne.



Απόσπασμα εκ του προλόγου του βιβλίου σε μετάφραση, σχολιασμό και επιμέλεια του
Θεολόγου - Φιλολόγου Γεωργίου Δ. Παπαδημητρακόπουλου






ΣΥΜΕΩΝ, ΛΟΓΟΘΕΤΟΥ, ΤΟΥ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΟΥ




ΜΑΡΤΥΡΙΟΝ
ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΝΔΟΞΟΥ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΟΣ
ΚΑΙ ΤΡΟΠΑΙΟΦΟΡΟΥ
ΓΕΩΡΓΙΟΥ






Ο Γεώργιος απαντά σε ερώτηση του Διοκλητιανού



ΙΣΤ. Ο Γεώργιος έμεινε μέσα στη φυλακή όλη την ημέρα και τη νύχτα. Την επομένη ημέρα που ξημέρωσε, ο Διοκλητιανός έδωσε εντολή και του έφεραν ενώπιόν του τον Άγιο, προς τον οποίο και απηύθυνε πάλι την εξής ερώτηση: «Μέχρι ποιου σημείου θα απειθείς στα προστάγματά μου και αυτό που κάνεις δεν είναι τίποτε άλλο παρά αυθάδεια και υποστήριξη των προλήψεών σου με αντιεπιστημονικές μεθόδους, ή καλύτερα, με εξωφρενικές και ανόητες μαγείες, με τις οποίες πήρες πολύ θάρρος και εξαπατάς το λαό»; 


Στην ερώτηση αυτή ο Μεγαλομάρτυς, αφού πρώτα με μια γενναιότητα και ανδροπρέπεια έριξε το βλέμμα του κυκλικά και εξεταστικά προς τον αυτοκράτορα και τους συμπαρόντες, έδωσε την εξής απάντηση: «Εγώ, τον οποίο εσείς παραδώσατε στο θάνατο, και μάλιστα θάνατο τόσο σκληρό και αναπόφευκτο, βρίσκομαι τώρα ο ίδιος ανάμεσά σας, τρανή και απερίγραπτη απόδειξη της δυνάμεως του Χριστού. Τα βασανιστήρια, στα οποία με υποβάλατε ως τώρα, δεν με τρομάζουν' είμαι έτοιμος, χωρίς κανένα φόβο, για οποιοδήποτε άλλο βσανιστήριο μου επιβάλετε.


Για σας όμως, που είστε προσκολλημένοι και λατρεύετε τα τα μάταια και άψυχα είδωλα, ποια ελπίδα υπάρχει; Και είστε αδίστακτοι, αφού γίνεστε αφορμή και σε άλλους να χάνουν την ψυχήν τους και να καταστρέφονται, γιατί τους κρατάτε δέσμιους στην ειδωλομανία. Εκείνοι δε, για τους οποίους θα έπρεπε να ντρέπεστε ονομάζοντά τους θεούς, δηλαδή άνθρωποι που ήταν μέθυσοι, ασελγείς και φονιάδες, οι οποίοι έζησαν τη βραχύβια τούτη ζωή και τους οποίους σεις θεοποιήσατε, τιμωρούνται τώρα στο αιώνιο πυρ της κολάσεως, το οποίο και περιμένει όλους εκείνους που τους λατρεύουν ως θεούς».


Το μαρτύριο της μαστίγωσης


ΙΖ. Ύστερα από την απάντηση αυτή του Αγίου, ανέβηκε και πάλι το αίμα στο κεφάλι του τυράννου από την οργή του και τον παρέδωσε σε νέα βασανιστήρια. Έτσι λοιπόν στρατιώτες ειδωλομανείς άρχισαν να μαστιγώνουν ανηλεώς με βούνευρα τον καλό Γεώργιο και να του ανοίγουν βαθιές πληγές στο σώμα. Εκείνος όμως υπέμεινε με τόση γενναιότητα το μαρτύριο αυτό, ώστε βρήκαν στο πρόσωπό του πλήρη εφαρμογή τα λόγια του Δαβίδ: «Συγκεντρώθηκαν επάνω μου μάστιγες χωρίς να τις καταλάβω».


Και ενώ λοιπόν μαστιγωνόταν επί πολλή ώρα ο Μεγαλομάρτυς , υπέμενε με απερίγραπτη γενναιότητα τα χτυπήματα, που του άνοιγαν βαθιές πληγές στο σώμα, ώστε απέκαμαν μάλλον οι μαστιγωτές του παρά εκείνος. Το γεγονός αυτό ήταν εύκολο να το διαπιστώσει ο οποιοσδήποτε. Τότε ο τύραννος, δείχνοντας έμμεσα ότι και ο ίδιος απέκαμε και νικήθηκε κατά κάποιο τρόπο από την καρτερία του Μεγαλομάρτυρα, τον πλησίασε και του είπε:


«Μέχρι πότε επιτέλους, Γεώργιε, επιμένοντας στη μάταιη καρτερία και υπομονή σου, θα αποστερείς τον εαυτό σου από πολλά αγαθά και κοσμικές απολαύσεις, αλλά και, επιπλέον, θα τον κάνεις πρόξενο πολλών κακών, αφού δεν θέλεις να πείθεσαι σ' εμάς»; Μόλις άκουσε τα λόγια αυτά του αυτοκράτορα Διοκλητιανού ο θείος Γεώργιος, είπε προς αυτόν: «Ευχής έργον θα ήταν, βασιλιά μου, εσείς να πειθόσαστε σ' εμένα και να να προσκυνούσατε μαζί μ' εμάς τον ένα και μόνο αληθινό Θεό, που είναι πέρα ως πέρα η ζωή και έχει τη δύναμη να παρέχει ζωή. Αυτός είναι που ξέρει πολύ καλά να αποδίδει την οφειλόμενη δικαιοσύνη σε ζώντες και νεκρούς».

«ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ ΖΗΛΩΤΑΣ ΑΝΑΔΕΙΞΟΝ ΗΜΑΣ, ΚΥΡΙΕ!»




Ὁμιλία στὴν Κατανυκτικὴ Ἐκδήλωση Σαρακοστῆς
Ε΄ Κυριακὴ Νηστειῶν – Ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας
Καθεδρικὸς Ἱ. Ναὸς Εὐαγγελιστρίας Λαρίσης, 8/21-4-2024



+Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος Κλήμεντος



γαπητοὶ Πατέρες καὶ Ἀδελφοί·


Α. Ἡ χάρις τῆς μετανοίας Ἡ κατανυκτικὴ περίοδος τοῦ Τριωδίου ἀρχίζει, ὡς γνωστόν, μὲ τὸ περίφημο τροπάριο: «Τῆς μετανοίας ἄνοιξόν μοι πύλας, Ζωοδότα!». Γιατί παρακαλοῦμε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τοῦ Τριωδίου καὶ καθ’ ὅλη τὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ γιὰ μετάνοια; Διότι διερχόμαστε τὴν κατ’ ἐξοχὴν περίοδο τῆς μετανοίας, καὶ ἐν τούτοις μόνοι μας, μὲ τὶς ἀνθρώπινες μόνον προσπάθειες καὶ διαθέσεις, δὲν καταφέρνουμε νὰ μετανοήσουμε ἀληθινὰ καὶ εἰλικρινά. Χρειαζόμαστε ἄμεσα τὴν θεία ἔμπνευση καὶ βοήθεια γι’ αὐτό. Ἄν δὲν ἀνοίξει ὁ Θεὸς τὶς πύλες τῆς μετανοίας στὸν ἄνθρωπο, τότε ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ μετανοήσει εἰλικρινά. Εἶναι ἀναγκαία ἡ χάρις τῆς μετανοίας πρὸς τοῦτο!


Κύριός μας ζήτησε ἐξ ἀρχῆς τοῦ κηρύγματός Του μετάνοια: «μετανοεῖτε· ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 3, 2). Αὐτὸ ἦταν νωρίτερα τὸ κήρυγμα τοῦ Τιμίου Προδρόμου, αὐτὸ ἦταν κατόπιν τὸ ἐπίμονο κήρυγμα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, αὐτὸ εἶναι καὶ θὰ εἶναι πάντοτε τὸ συνεχὲς κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.


μετάνοια περιέχει οὐσιαστικὰ τὶς βασικὲς χριστιανικὲς ἀρετὲς καὶ ταυτόχρονα ἀποτελεῖ καρπό τους. Σημαίνει πρώτιστα πίστη. Ἄν δὲν πιστεύεις ἀληθινὰ καὶ βαθιά, δὲν πρόκειται νὰ δείξεις καμιὰ μετάνοια. Ἐπίσης, ἄν δὲν ἐλπίζεις, δὲν μετανοεῖς. Στὴν μετάνοια ἐνυπάρχει ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη εἰσάγει καὶ ὠθεῖ τὸν ἄνθρωπο στὴν μετάνοια, διότι τὸν ἐλέγχει καὶ τὸν προτρέπει σὲ διόρθωση τῶν ἐπταισμένων καὶ σὲ ἐπανόρθωση. Χωρὶς αὐτὴν δὲν ἔχουμε ἀληθινὴ μετάνοια. (βλ. Ἁγίου Γαβριὴλ Ἐπισκόπου Ἰμερέτιας, Ψάχνω τὴν ψυχή μου, Ἱερὰ Μονὴ Τιμίου Προδρόμου Μέσα Ποταμοῦ, ἐκδ. Ἄθως, Ἀθήνα 2023, σελ. 107 ἑ.).


Γενικά, ὅταν προβαίνουμε σὲ ἁπλὸ ἀπολογισμὸ τῶν ἁμαρτιῶν μας, καὶ παρατηροῦμε ὅτι δείχνουμε ἐλάχιστη μεταμέλεια, χωρὶς πόνο, χωρὶς αἰσχύνη, μὲ ψυχρότητα καὶ ἀδιαφορία, σὰν νὰ πρόκειται γιὰ ἁμαρτήματα ἄλλου, τότε αὐτὸ τὸ γεγονὸς σημαίνει ὅτι οἱ πύλες τῆς μετανοίας δὲν ἀνοίχθηκαν ἀκόμη καλὰ μέσα μας.


Κάποτε, ὑπάρχει μετάνοια ἀπὸ ὑποχρέωση, ἐπειδὴ μᾶς τὸ ἐπιβάλλουν οἱ ἄλλοι, οἱ περιστάσεις τῆς ζωῆς, τὸ περιβάλλον κ.λπ. Φυσικά, δὲν πρόκειται γιὰ τὴν ἀληθινὴ μετάνοια, ἡ ὁποία πρέπει νὰ μᾶς χαρακτηρίζει σὰν Χριστιανούς. Ἡ μετάνοια δὲν εἶναι ἐπιβαλλόμενο καθῆκον, ἀλλὰ ζωτικὴ ἀνάγκη τῆς ἴδιας τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία αἰσθάνεται τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας καὶ ἐπιθυμεῖ τὴν λύτρωση καὶ τὴν ἀπελευθέρωση.


λλοτε, ὑπάρχει μετάνοια ἀπὸ τὸν φόβο τῆς τιμωρίας. Κάποιοι αἰσθάνονται ἄσχημα μὲ τὶς ἁμαρτίες τους κυρίως διότι ἐπικρέμαται ὁ κίνδυνος τῆς τιμωρίας ἐπάνω τους. Καλὸ εἶναι γιὰ ἀρχή, ἀλλὰ πρόκειται γιὰ κάτι δουλικό. Δὲν φθάνει τὸ αἴσθημα τοῦ φόβου τιμωρίας γιὰ τὴν ἐνοχή, ἄν θὰ πρέπει νὰ ἀποκτήσουμε ὑγιῆ σχέση μὲ τὸν Θεό. Εἶναι ἀναγκαία ἡ πίστη καὶ ἡ ἀγάπη, ἡ παράδοση μὲ ἐμπιστοσύνη στὴν θεία Ἀγκάλη, ἡ ὁποία δέχεται τοὺς πάντες, μὲ μόνον ὅρο τὴν ὁμολογία τῆς ὅποιας ἁμαρτίας, χωρὶς δικαιολογίες καὶ προφάσεις, καὶ τὴν ἐκζήτηση τοῦ ἐλέους καὶ τῆς θείας ἀφέσεως.


ὄντως μετάνοια εἶναι πόνος καὶ βάσανο γιὰ τὴν ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τὴν προδοσία τῆς Ἀγάπης Του· γιὰ τὴν ἄδικη σπατάλη τοῦ πολύτιμου χρόνου τῆς ζωῆς μας στὴν ματαιότητα, στὴν ἀδικία, στὸ ψεῦδος, στὴν ἀνομία. Ἀναλογιζόμαστε τὸ μέγεθος τῆς Σταυρικῆς Θυσίας τοῦ Θεανθρώπου Λυτρωτοῦ μας, καὶ τὴν δική μας ἀχαριστία καὶ ἀποστασία;

ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΑΙΔΙΟΔΟΞΙΑ ΤΩΝ ΝΕΩΝ

 



Νεαροί μου, θέλω να σας ευχαριστήσω που με προσκαλέσατε να σας μιλήσω για την απαισιοδοξία των νέων και να σας παρακαλέσω τα εξής: Να μην επιτρέπετε ποτέ στον εαυτό σας να σας μπερδεύει ή να σας εντυπωσιάζει η θέση, το επάγγελμα, η στολή ενός ανθρώπου. Να ξέρετε ότι η κοινωνική μας θέση εξαρτάται περισσότερο από την κοινωνία στην οποία ζούμε, παρά από εμάς τους ίδιους. Γι’ αυτό το λόγο μην σφάλλετε και μην αξιολογείτε ποτέ έναν άνθρωπο μόνο από την κοινωνική του θέση ή από τον τίτλο του.


Μην κρίνετε τους ανθρώπους από τη στολή τους και την εξωτερική τους εμφάνιση, αλλά από το εσωτερικό τους και από όλα όσα εξαρτάται από τον καθένα μας, αυτό που εξαρτάται από εμάς τους ίδιους είναι η ποιότητα των αισθημάτων μας, η ποιότητα των σκέψεών μας και η ποιότητα της βούλησής μας. Εν συντομία, από εμάς προσωπικά εξαρτάται μόνο η ποιότητα της ψυχής μας. Η ποιότητα της ψυχής μας εξαρτάται από εμάς τους ίδιους –εμείς είμαστε οι κυρίαρχοί της.


Θα χαρώ, εάν με την ομιλία μου καταφέρω να αποβώ χρήσιμος στην κοινωνία. Χαίρομαι και μακάρι να καταφέρω με την ομιλία μου να σας εμπνεύσω θάρρος και αισιοδοξία. Χαίρομαι, αν εγώ ως μοναχός, που φορώ ράσο, κατορθώσω να σας προσφέρω κάτι καλό μ’ αυτή την ομιλία, γιατί θα είναι στην συνέχεια και σε σας πιο εύκολο να προσφέρετε κάτι καλό στην κοινωνία. Εσείς, που θα είστε οι μελλοντικοί καθηγητές, αξιωματούχοι, δικαστές, πολιτικοί, υπουργοί. Ο μελλοντικός τίτλος σας και η κοινωνική σας θέση θα σας διευκολύνουν να προσφέρετε το καλό στην κοινωνία. Βέβαια, η κοινωνική σας θέση και ο μελλοντικός τίτλος από μόνα τους δεν θα σας καταστήσουν ικανούς για το σωστό, αν εσείς από μόνοι σας δεν παλέψετε με τον εαυτό σας, αν εσείς από μόνοι σας δεν παλέψετε με τον εαυτό σας να γίνετε ικανοί για καλές πράξεις.


Ο Επίκτητος, ο στωικός φιλόσοφος, ήταν σκλάβος και παρόλο που ήταν σκλάβος ήταν τόσο καλός που αποτελούσε πρότυπο και παράδειγμα σε αντίθεση με τον Καλιγούλα, που παρόλο που ήταν αυτοκράτορας, ήταν ποταπός και ανήθικος. Η στολή του αξιωματικού δεν θα σας κάνει γενναίους, ούτε το ράσο του ιερέα ευσπλαχνικούς, ούτε η δικαστική τήβεννος δίκαιους, ούτε η πολυθρόνα του υπουργού δυνατούς, εάν η ψυχή σας δεν είναι γεμάτη από γενναιότητα, φιλευσπλαχνία, δικαιοσύνη και ψυχική δύναμη. Πρέπει να έχετε ψυχή που θα είναι ικανή για τρία πράγματα: να υπομένει, να αγαπάει τη ζωή, αλλά και να θυσιάζεται.


Τέτοια ψυχή δεν θα έχετε ποτέ, εάν είστε απαισιόδοξοι. Ο απαισιόδοξος, δεν μπορεί να θυσιάσει τη ζωή του, γιατί η ζωή γι’ αυτόν δεν έχει αξία και εκείνο που δεν έχει αξία, μπορεί να «πεταχτεί» και όχι να θυσιαστεί. Όταν ο άνθρωπος προσφέρει κάτι που αγαπάει, τότε θυσιάζεται, ενώ όταν προσφέρει κάτι που μισεί, τότε δεν θυσιάζεται αλλά το «πετά». Ο απαισιόδοξος δεν μπορεί να αγαπήσει τη ζωή, επειδή του φαίνεται πως δεν έχει νόημα και χαρά. Η ζωή για τον τέτοιου είδους άνθρωπο είναι ανοησία, πόνος, απερισκεψία, θλίψη και έτσι δεν την αγαπά. Ο πεσιμιστής τελικά δεν μπορεί να υπομένει τη ζωή, για τους ίδιους λόγους που δεν μπορεί να αγαπήσει τη ζωή. Ο άνθρωπος μπορεί να αντέξει τον πόνο, που έχει κάποιο νόημα και τέλος. Δεν μπορεί να αντέξει όμως τον πόνο που δεν έχει ουσία και τέλος. Η ζωή των απαισιόδοξων ανθρώπων είναι απερίσκεπτος και ατελείωτος πόνος.

«ΘΕΜΑΤΑ ΖΩΗΣ Α'»: ΑΠΟ ΤΙΣ ΟΜΙΛΙΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ (ΜΕΡΟΣ ΔΕΚΑΤΟ)

 


Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο
της Ι. Μ. Παρακλήτου: «Θέματα Ζωής Α': Από τις Ομιλίες του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου»,
θέμα: «Οι Βουλές του Θεού»,
4η έκδοσηΩρωπός Αττικής 2013, σελ. 62-65.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ





Η ΟΔΥΝΗ ΤΗΣ ΚΟΛΑΣΕΩΣ


Η αμαρτία και η κόλαση έχουν στενή σχέση. Οι άδικοι και οι αμαρτωλοί κολάζονται και εδώ, πριν από τη μελλοντική κόλαση. Βλέπεις έναν άνθρωπο που απολαμβάνει πλούσια γεύματα, φοράει πολυτελή ρούχα, προχωράει καβαλάρης με τη συνοδεία υπηρετών, καμαρώνει στην αγορά. Μη σταθείς σ' αυτά που φαίνονται. Αν μπορούσες να κοιτάξεις μέσα στην καρδιά του, θα παρατηρούσες εκεί πολύ ταραχή από αμαρτίες, βαριά ενοχή, μεγάλο φόβο. Θα έβλεπες τη συνείδησή του να κάθεται σε δικαστική καθέδρα και τους λογισμούς να παραστέκουν σαν δήμιοι, φωνάζοντας δυνατά και μαστιγώνοντας το νου του και πληγώνοντάς τον αλύπητα για τα αμαρτήματα. Και όλα αυτά δεν τα αντιλαμβάνεται κανείς, παρά μόνο ο Θεός. Αν κάποιος πέσει λ.χ. σε μοιχεία, όσο πλούσιος κι αν είναι, δεν μπορεί να λυτρωθεί από τις τύψεις. Η ηδονή του ήταν πρόσκαιρη, μα η οδύνη του μόνιμη. Από παντού τον κυκλώνουν φόβοι και υποψίες. Φοβάται τα στενά δρομάκια, υποψιάζεται τους υπηρέτες του, τρέμει ακόμη και τις σκιές, λιώνει από την αγωνία μήπως η αμαρτία του γίνει γνωστή στην απατημένη σύζυγο. Όπου κι αν πάει, έχει μαζί του, σαν αμείλικτο κατήγορο, τη συνείδηση. Από τους λογισμούς της ενοχής πνίγεται, δεν μπορεί να πάρει αναπνοή. Στο κρεβάτι κι στο τραπέζι, στην αγορά και στο σπίτι, μέρα και νύχτα, ακόμα και στα όνειρά του, η αμαρτία του είναι μπροστά στα μάτια του. Ζει τη ζωή του Κάιν, στενάζοντας και τρέμοντας, όπως εκείνος. Φωτιά κουβαλάει μέσα του, χωρίς να το ξέρει κανένας άλλος. Έτσι βασανίζονται και οι κλέφτες και οι καταχραστές και οι φονιάδες και οι μέθυσοι και όλοι, γενικά, όσοι ζουν μέσα στην αμαρτία. Γιατί είναι αδύνατο να καταργηθεί το δικαστήριο της συνειδήσεως. Δεν ζούμε, λοιπόν, μέσα στην αρετή; Υποφέρουμε. Ζούμε μέσα στην κακία; Μόλις σταματήσει η αμαρτωλή ηδονή, αρχίζει η ψυχική οδύνη. Μα κι ακόμη δεν υπήρχε κόλαση, μικρή κόλαση είναι το να χάσει κανείς τον παράδεισο; Μικρή τιμωρία είναι να μην κληρονομήσει την αιώνια βασιλεία του Θεού, το να στερηθεί την ανέκφραστη εκείνη δόξα, το να μείνει έξω από το ουράνιο εκείνο πανηγύρι, το να χάσει τ' ανεκλάλητα εκείνα αγαθά; Με φόβο και τρόμο, το ξέρω, σκέφτονται πολλοί την κόλαση. Εγώ, όμως, τη στέρηση της δόξας του παραδείσου τη θεωρώ πολύ πικρότερη από την κόλαση. Δεν έχει σημασία που δεν μπορεί αυτό να εκφραστεί με λόγια. Δεν γνωρίζουμε, άλλωστε, τι μακαριότητα χαρίζουν εκείνα τ' αγαθά, ώστε να κατανοήσουμε και τι δυστυχία προξενεί η στέρησή τους. Ο απόστολος Παύλος, όμως, που αξιώθηκε να τα γνωρίσει, μας βεβαιώνει πως η μεγαλύτερη συμφορά για έναν άνθρωπο είναι η έκπτωσή του από τη δόξα του Χριστού. Θα το καταλάβουμε κι εμείς, αλλά μόνο αν το δοκιμάσουμε στην πράξη. Ας μην πάθουμε, όμως, ποτέ τέτοιο κακό, Κύριε! Ας μη γευθούμε ποτέ τη φοβερή κόλαση! Μολονότι δεν είναι εύκολο να περιγράψει κανείς το μέγεθος αυτού του κακού, θα προσπαθήσω, όσο μου είναι δυνατό, να σας το παρουσιάσω μ' ένα παράδειγμα. Ας υποθέσουμε πως υπάρχει ένα αξιοθαύμαστο παιδί, που έχει όλες τις αρετές κι όλα τα καλά του κόσμου! Τόση είναι η χάρη και η καλοσύνη του, ώστε, σ' όποιον το πλησιάζει, γεννάει απέραντη αγάπη, στοργή και θαυμασμό. Για σκεφτείτε τώρα, τι και τι δεν θα προτιμούσε να πάθει ο πατέρας του παιδιού αυτού, παρά να το χάσει; Τί μικρό ή μεγάλο κακό δεν θα έτοιμος να υπομείνει, για να το έχει κοντά του; Κάτι παρόμοιο ας νιώθουμε και για τη δόξα τ' ουρανού. Η αγάπη και ο πόθος αυτού του γονιού για το παιδί του, όσο καλό κι αν είναι αυτό, δεν συγκρίνονται με τον πόθο του παραδείσου, τον πόθο της φυγής από τον κόσμο τούτο και της αιώνιας ζωής μαζί με το Χριστό. Η γέεννα είναι αφόρητη. Η κόλαση είναι φρικτή. Κι όμως, χίλιες κολάσεις μαζί δεν είναι ισοδύναμες με την απώλεια της θεϊκής εκείνης δόξας, με το χωρισμό από το Χριστό, με το άκουσμα του φοβερού λόγου Του: «Δεν σας ξέρω» (Ματθ. 25:12).

ΣΥΝΑΞΕΙΣ ΓΟΝΕΩΝ: «ΑΓΝΩΣΤΟΙ ΣΠΟΥΔΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ» (2024) Α' ΜΕΡΟΣ




Ιερά Μητρόπολη Ωρωπού και Φυλής

της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών

ΝΤΥΣΙΜΟ ΚΑΙ ΟΠΛΙΣΜΟΣ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ 1821




Μετά την απελευθέρωση το ντύσιμο των Ελλήνων αρχίζει να έχει ευρωπαϊκές επιρροές. Ίσως να μη ντύνονται ακόμα όλοι «ευρωπαϊκά» αλλά και οι ελληνικές φορεσιές αρχίζουν να παίρνουν πολλές μεταλλαγές. Οι στολές της προεδρικής φρουράς και οι τυποποιημένες και πανομοιότυπες «παραδοσιακές ενδυμασίες» που υπάρχουν σήμερα μικρή σχέση είχαν με τις πραγματικές φορεσιές της εποχής. Σύμφωνα με τον Τάκη Λάππα το ντύσιμο από τα χρόνια 1600-1829 είναι ένα σπουδαίο θέμα για έρευνα, γιατί το θέαμα που παρουσιάζει η υπόδουλη Ελλάδα δεν απαντάται σε καμία άλλη σχεδόν χώρα του κόσμου. Δηλαδή δεν υπάρχουν μικροπαραλλαγές από περιοχή σε περιοχή, αλλά ολότελα αλλιώτικο ντύσιμο από ένα χωριό στο άλλο, χωριά που η απόστασή τους δεν ήταν δυο ώρες δρόμος.


Σχεδόν κανείς γειτονοχωρίτης δεν ήταν όμοια ντυμένος και αυτό ξεχώριζε περισσότερο στο γυναικείο ντύσιμο. Τα χρόνια εκείνα μπορούσες μια χαρά να καταλάβεις αμέσως πούθε κρατάει ο ξενοχωρίτης. Όχι από την προφορά και τους ιδιωματισμούς του, μα αρκούσε η φορεσιά του για να προδώσει το χωριό του. Το ίδιο μπορούσε κανείς να τους ξεχωρίσει επαγγελματικά ή ταξικά. Αλλιώς ντυνόταν ο κοτζαμπάσης, αλλιώς ο προύχοντας, ο προεστός, ο γεωργός, ο τσοπάνης, ο ξωτάρης… Στην συνέχεια θα δούμε το ντύσιμο Ρουμελιωτών και Μοραϊτών. Το ντύσιμο στην επανάσταση κρατήθηκε το ίδιο πού είχαν οι κλέφτες και οι αρματολοί.



Κεφάλι


Ας κάνουμε αρχή από το κεφάλι. Φορούσαν ένα μικρό στρογγυλό και κοφτό κόκκινο φέσι, που γύρω στη βάση του το τύλιγαν με μαντηλοδεσιά. Η μαντυλοδεσιά ήτανε τριών ειδών: μεταξωτό μαντήλι ή κασπαστή, το χρυσοκέντητο πόσι, και η άσπρη βαμβακερή πλουμιστή σερβέτα. Στο σημείο αυτό της φορεσιάς τους βρίσκει κανείς την τούρκικη επίδραση. Σαν παραδείγματα από γνωστούς καπεταναίους και χαλκογραφίες εκείνης της εποχής φανερώνεται ότι κασπαστή είχανε μονάχα οι Αθηναίοι, πόσι ο Νικηταράς, οι Μαυρομιχαλαίοι, ο Μακρυγιάννης και πότε πότε ο Γέρος του Μοριά. Με σερβέτα μας είναι γνωστοί ο Οδυσσέας Αντρούτσος κι ο Πανουργιάς.


Πολλοί δε φορούσαν μαντηλοδεσιά, μα σκέτο μικρό κοφτό φέσι που στην κορυφή του είχε λίγη φούντα. Τέτοιο συνήθιζε πάντα ο Γκούρας και ο Κολοκοτρώνης. Την περικεφαλαία του ο Γέρος την είχε από τότε που ήταν μαγκιόρος – ταγματάρχης – του εγγλέζικου στρατού στα Επτάνησα το 1808 και την έβαζε στις επίσημες στιγμές της ζωής του, όπως και το θώρακά του. Άλλοι φορούσαν μεγάλο τουρλωτό κόκκινο φέσι όπως ο Καραϊσκάκης, οι Πετμεζάδες, κι η φούντα του ήταν μικρή και σ’ αυτό και στέκονταν στην κορφή. Μακριά φούντα όσο σχεδόν ολόκληρο το φέσι φορούσαν αργότερα στα χρόνια του Όθωνα κι ήταν παρμένη απ’ τους Σουλιώτες που τόσο τη συνήθιζαν.


Αυτή έγινε και το επίσημο στοιχείο της φορεσιάς της προεδρικής φρουράς (βασιλικής παλαιότερα). Και γενικότερα η στολή της προεδρικής φρουράς ακολουθεί την στολή των Σουλιωτών σε μεγάλο βαθμό. Επίσης πολλοί φτωχοί αγωνιστές φορούσαν ένα απλό συνήθως μαύρο μαντήλι στο κεφάλι. Γενικά τους προηγούμενους αιώνες στην Ευρώπη αλλά και στην Ανατολή το μέγεθος του καπέλου που φορούσε κανείς ήταν ανάλογο της κοινωνικής του τάξης και της εξουσίας του. Τα καπέλα των αξιωματούχων ήταν συνήθως πολύ μεγάλα, όπως και των αρχιερέων που ήταν πολύ ψηλότερα από τα σημερινά.

ΣΥΝΑΞΕΙΣ ΓΟΝΕΩΝ: «ΑΓΝΩΣΤΟΙ ΣΠΟΥΔΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ» (2024) Β' ΜΕΡΟΣ




Ιερά Μητρόπολη Ωρωπού και Φυλής

της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών

Κυριακή 21 Απριλίου 2024

Η ΕΝΤΟΛΗ ΤΗΣ ΝΗΣΤΕΙΑΣ - ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΠΡΟΣΟΧΗ!




ναφέρεται, ὅτι ὁ Βασιλιὰς τῆς Γιουγκοσλαβίας Ἀλέξανδρος ὁ Α´ ἔκανε τὸ τραπέζι στὸν Ἅγιο Νικόλαο Βελιμίροβιτς. Ἡ συνάντηση ἔγινε. Ὁ Ἅγιος Νικόλαος δέχθηκε τὸν Βασιλιὰ στὸ φτωχικὸ Ἐπισκοπεῖο ποὺ βρισκόταν δίπλα στὴν λίμνη. Στὸ μεταξὺ οἱ βασιλικοὶ ὑπηρέτες ἔκαναν τὶς ἀπαραίτητες προετοιμασίες γιὰ τὸ γεῦμα μὲ ἀκρίβεια καὶ ἐπιμέλεια. Οἱ τραπεζοκόμοι ἔστρωναν καὶ στόλιζαν τὸ τραπέζι, ἐνῶ οἱ μάγειροι ἑτοίμαζαν τὰ πιὸ ἔκλεκτα φαγητά. Ὅταν ὅλα ἦταν πλέον ἕτοιμα, ὁ ἐνάρετος Ἐπίσκοπος ἔκανε τὴν καθιερωμένη προσευχὴ πρὶν ἀπὸ τὸ γεῦμα καὶ κάθισε στὸ τραπέζι μαζὶ μὲ τὸν Βασιλιά. Οἱ ὑπηρέτες ἄρχισαν νὰ σερβίρουν. Ἐνῶ ὅμως ἦταν περίοδος νηστείας καὶ ἡμέρα ποὺ ἐπιτρεπόταν μόνο κατάλυση ἰχθύος, ὁ Ἅγιος παρατήρησε ὅτι τὰ φαγητὰ ἦταν ἀρτύσιμα. Ὅταν λοιπὸν ἔφεραν τὸ κύριο πιάτο –ψητὸ χοιρινὸ τοῦ γάλακτος– ἔπιασε τὴν πιατέλα καὶ τὴν πέταξε ἔξω ἀπὸ τὸ παράθυρο, λέγοντας: «Ἐδῶ ποὺ ἔχουμε ὑπέροχα ψάρια Ἀχρίδος, ἐσεῖς σερβίρετε σὲ ἕνα Ὀρθόδοξο Βασιλιὰ ἀρτύσιμα φαγητὰ σὲ περίοδο νηστείας;!». Ὁ Βασιλιὰς Ἀλέξανδρος δὲν μίλησε καθόλου. Δὲν τόλμησε νὰ ἀντιτάξη κάτι στὸν θαρραλέο Ἱεράρχη. Ἡ φαινομενικὰ ἄκομψη κίνηση τοῦ Ἐπισκόπου δὲν ἦταν ἀγένεια. Ἀγένεια καὶ ἀσέβεια ἦταν ἡ ἐπιλογὴ τοῦ Βασιλιᾶ νὰ παραθέση ἀρτύσιμο γεῦμα σὲ περίοδο νηστείας τοῦ κρέατος. Εἶναι ἄλλωστε χαρακτηριστικό, ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος Νικόλαος διαμαρτυρήθηκε ὄχι γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ γιὰ τὸ ὅτι προσέφεραν στὸν Βασιλιὰ ἀρτύσιμο φαγητό. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ὑποδείκνυε στὸν Βασιλιά, ὅτι ὤφειλε ὡς Ἄρχοντας τοῦ λαοῦ νὰ δίνη τὸ σωστὸ παράδειγμα καὶ νὰ τηρῆ μὲ ἀκρίβεια τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση. Τελικά, πράγματι, ἡ ἀντίδραση τοῦ ὁμολογητῆ Ἐπισκόπου ἀφύπνισε τὸν Βασιλιὰ Ἀλέξανδρο καὶ τὸν βοήθησε νὰ καταλάβη πόσο ὤφειλε νὰ σέβεται τὴν θεόσδοτη ἐντολὴ τῆς Νηστείας. Ἡ τολμηρὴ αὐτὴ στάση τοῦ Ἁγίου Νικολάου Ἀχρίδος, ἑνὸς συγχρόνου ὁμολογητῆ καὶ οἰκουμενικοῦ διδασκάλου –«νέο Χρυσόστομο» τὸν ὀνομάζουν– ὑποδεικνύει σὲ ὅλους μας πόσο σημαντικὴ εἶναι ἡ νηστεία καὶ πόσο προσεκτικοὶ ὀφείλουμε νὰ εἴμαστε στὴν τήρησή της.

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΒΟΙΩΤΙΑΣ κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ Ε' ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (2024)




γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,


πωσδήποτε, ἀπὸ τὶς συναναστροφές σας μὲ ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι δὲν εἶναι συνειδητοὶ χριστιανοί, θὰ ἔχετε διαπιστώσει ὅτι ἄλλα εἶναι τὰ μάτια τοῦ χριστιανοῦ καὶ ἄλλα τοῦ μὴ χριστιανοῦ. Ἀλλιῶς βλέπουμε ἐμεῖς τὰ πράγματα, ἀλλιῶς ὁ κόσμος. Αὐτὸ εἶναι κάτι φυσικὸ καὶ κατανοητό. Τὸ δυσάρεστο καὶ ἀφύσικο γιὰ τὴ φύση τοῦ χριστιανοῦ εἶναι νὰ βλέπει τὰ πράγματα διαφορετικὰ ἀπὸ ὅ,τι ὁ Χριστός. Γιὰ αὐτό, τὸ ὅτι εἴμαστε στὴν Ἐκκλησία, ἀκόμη καὶ ἀπὸ παιδιά, ἀκόμη καὶ ἑξῆντα χρόνια, δὲν λέει τίποτα ἀπολύτως γιὰ τὴν πνευματική μας κατάσταση. Αὐτὸ ποὺ μαρτυρεῖ τὴν καλὴ πνευματική μας κατάσταση εἶναι τὸ νὰ βλέπουμε τὰ πράγματα ὅπως μᾶς δίδαξε ὁ Χριστός.


Στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα, ὁ Χριστὸς ἀποκάλυψε στοὺς Ἀποστόλους ὅσα ἐπρόκειτο νὰ πάθει κατὰ τὴν τελευταία Του ἐπίσκεψη στὰ Ἱεροσόλυμα. Τοὺς μίλησε γιὰ τὴν παράδοσή Του στοὺς ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς γραμματεῖς, γιὰ τὴ θανατικὴ καταδίκη, γιὰ τὸν ἐμπαιγμὸ ποὺ θὰ ὑφίστατο, γιὰ τὸν θάνατο καί, τελικά, γιὰ τὴν ἀνάσταση ποὺ θὰ ἀκολουθοῦσε τρεῖς ἡμέρες ἀργότερα.


Προσπαθῆστε νὰ φαντασθεῖτε σὲ τί κατάσταση βρισκόταν ὁ Κύριός μας ἐκεῖνες τὶς ἡμέρες. Ἐκεῖνος ποὺ διῆλθε ὅλη τὴν Ἰουδαία κάνοντας μόνο καλό, μόνο εὐεργετῶντας, μόνο θεραπεύοντας ψυχὲς καὶ σώματα, Ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἐνόχλησε κανέναν παρὰ μόνο στιγμάτισε τὴν ὑποκρισία, ἐπρόκειτο μετὰ ἀπό λίγες μέρες νὰ δεχθεῖ τὴν ἀγνωμοσύνη τῶν ἀνθρώπων σὲ ὅλο της τὸ μεγαλεῖο. Ἐπρόκειτο νὰ ἐμπτυσθεῖ, νὰ χλευασθεῖ, νὰ μαστιγωθεῖ καί, τελικά, νὰ θυσιασθεῖ πάνω στὸν Σταυρὸ.


νῶ, λοιπόν, ὁ Χριστὸς ἐτοιμαζόταν γιὰ τὴν ἄκρα ταπείνωση καὶ τὸν θάνατο, δύο ἐκ τῶν Μαθητῶν Του, καὶ μάλιστα δύο ἀπὸ τὴν ἐκλεκτὴ τριάδα τῶν Μαθητῶν, ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης, οἱ υἱοὶ τοῦ Ζεβεδαίου, Τὸν πλησίασαν γιὰ νὰ Τοῦ ποῦν κάτι. Θὰ περίμενε κανεὶς νὰ ἀκούσει λόγια παρηγορητικά, λόγια ἐνισχυτικὰ ἀπὸ τὰ στόματα τῶν δύο ἀδερφῶν, οἱ ὁποῖοι, ὄχι μόνο ἦταν προχωρημένοι στὰ πνευματικά, ἀλλὰ εἶχαν ἀξιωθεῖ νὰ δοῦν καὶ τὸ Φῶς τῆς Μεταμορφώσεως.


ντιθέτως, ἡ σκέψη τους ἦταν στραμμένη σὲ τελείως διαφορετικὴ κατεύθυνση ἀπὸ αὐτὴν τοῦ Κυρίου. Τὸν πλησίασαν καὶ Τοῦ ζήτησαν νὰ τοὺς παραχωρήσει ἀπὸ ἕναν θρόνο, ἕναν ἐκ δεξιῶν καὶ ἕναν ἐξ ἀριστερῶν Αὐτοῦ ὅταν θὰ δοξαζόταν. Δὲν πρόκειται γιὰ τοὺς θρόνους στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἀλλὰ γιὰ ἐπίγειους θρόνους. Οἱ Μαθητὲς ἤθελαν ἐπίγειες δόξες καὶ τιμὲς καὶ μάλιστα, ἀπὸ τὴν δωδεκάδα τῶν Μαθητῶν, ἤθελαν τὶς δύο πρῶτες καὶ καλύτερες θέσεις.


Δὲν εἶχαν καταλάβει οἱ Μαθητὲς τὸ πνεῦμα τοῦ Διδασκάλου τους. Ἐκεῖνος θὰ θυσίαζε τὸν ἑαυτό Του καὶ ἐκεῖνοι κοιτοῦσαν τὴ δόξα τοῦ ἐγώ τους, γιὰ αὐτὸ καὶ οἱ ὑπόλοιποι Ἀπόστολοι ἀγανάκτησαν μὲ τὰ λεγόμενα τῶν δύο ἀδερφῶν. Μὲ ἀφορμὴ τὸ γεγονὸς αὐτό, ὁ Κύριος τοὺς εἶπε: «νὰ γνωρίζετε ὅτι ἐκεῖνοι ποὺ νομίζουν ὅτι κυβερνοῦν τὰ ἔθνη, στὴν πραγματικότητα τὰ καταδυναστεύουν καὶ τὰ καταπιέζουν. Σὲ ἐσᾶς, ὅμως, δὲν πρέπει νὰ εἶναι ἔτσι, ἀλλὰ ὅποιος θέλει ἀνάμεσά σας νὰ γίνει μέγας, νὰ εἶναι ὑπηρέτης σας καὶ ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ εἶναι πρῶτος ἀπὸ ἐσᾶς, νὰ εἶναι δοῦλος ὅλων. Ἄλλωστε, καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, δὲν ἦλθε γιὰ νὰ διακονηθεῖ, ἀλλὰ νὰ διακονήσει καὶ νὰ δώσει τὴ ζωή Του ὡς λύτρο χάριν ὅλων».

ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΗ: Ο ΑΚΑΘΙΣΤΟΣ ΥΜΝΟΣ

 



Κάθε ἄνθρωπος, ἀγαπητοί μου, ἐκεῖνο ποὺ πιστεύει καὶ αἰσθάνεται, δὲν μπορεῖ νὰ τὸ κρύψῃ· νιώθει ἀνάγκη νὰ τὸ ἐκφράσῃ. Καὶ τὸ ἐκφράζει μὲ διαφόρους τρόπους· μὲ τὴ λάμ­ψι ἢ τὴ θλῖψι τοῦ προσώπου του, μὲ τὶς κινή­­σεις καὶ τοὺς μορφασμούς του, μὲ τὴν εὐγένεια, τὸ ὕφος καὶ τοὺς τρόπους του, πιὸ καθαρὰ μὲ τὴ γλῶσσα καὶ τὸν προφορικὸ λόγο του, καὶ πιὸ στα­θερὰ μὲ τὸν γραπτὸ λόγο, τὰ κείμενά του.


Αὐτὸ ὅμως ποὺ αἰσθάνεται κανεὶς τὸ ἐκ­φράζει καὶ μὲ τὸ τραγούδι του. Τὸ τραγούδι εἶ­νε ἔκφρασις τοῦ ἐσωτερικοῦ κόσμου μας. Πές μου τί τραγουδᾷς, νὰ σοῦ πῶ ποιός εἶσαι. Σήμερα δυστυχῶς ἐπικρατοῦν τραγούδια ποὺ δὲν ἐξυψώνουν ἀλλὰ μᾶλλον ταπεινώνουν κ᾽ ἐξευτελίζουν τὸν ἄνθρωπο. Ὁ ἱστορι­κὸς τοῦ μέλλοντος θὰ διαπιστώσῃ, ὅτι τὰ σημερινὰ τραγούδια, κατὰ 99%, εἶνε τραγούδια αἰσχροῦ ἔρωτα, καὶ θὰ ἀποφανθῇ ὅτι ἡ γενεά μας ὑπῆρξε πανσεξουαλική.


πῆρξε ὅμως κάποτε ἐποχή, ποὺ μέσα στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων ἔκαιγε μιὰ φλόγα ὄχι φυσικὴ καὶ γήινη, ἀλλὰ οὐράνια. Ἦταν ἡ φωτιὰ τοῦ θεϊκοῦ ἔρωτος. Καὶ ἐκδήλωσις ἀκρι­βῶς αὐτοῦ τοῦ ἔρωτος πρὸς τὸν Θεὸ εἶνε τὰ ποιήματα τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Σήμερα δὲν μποροῦμε νὰ γράψουμε τέτοια ποιήματα καὶ τέτοια τραγούδια. Ὄχι για­τὶ δὲν ὑπάρχει μέλος, ἀλλὰ γιατὶ δὲν ὑπάρχει καρδιά· καρδιά, ποὺ ν᾿ ἀγαπάῃ τὸ Θεό, νὰ τὸν ἀγαπάῃ μὲ τόση ἔντασι ὅση τὸν ἀγάπησαν οἱ πρόγονοί μας.


να ἀπὸ τὰ πιὸ ἐμπνευσμένα τραγούδια τῆς Ἐκκλησίας μας εἶνε ὁ Ἀκάθιστος ὕμνος. Ἔχει ἰδέες ὑψηλές, οὐρανογείτονες, οἱ ὁποῖ­ες ντύνονται μὲ ἔκφρασι καὶ ὕφος ἀπαράμιλλο. Εἶνε ἰδέες, ποὺ ἀγγίζουν τὰ ἄστρα τ᾽ οὐ­ρανοῦ καὶ ἐκφράζονται μὲ τὴν πιὸ εὐγενικὴ γλῶσσα τοῦ κόσμου, τὴν Ἑλληνική, τὴ μόνη ἱκανὴ ν᾽ ἀ­ποδώσῃ καὶ τὴν τελευταία ἀπόχρωσι τῆς σκέ­ψεως καὶ τοῦ αἰσθήματος. Νά τί εἶ­νε ὁ Ἀκάθιστος ὕμνος· ἕνα ἀνυπέρβλητο ποί­ημα ποὺ θαυμάζουν οἱ αἰῶνες. Κάθε ποίημα, ποὺ ἔχει δημιουργηθῆ καὶ τὸ διαβάζουμε, προῆλθε ἀπὸ κάποια αἰτία. Τὸ ποί­ημα λοιπὸν αὐτό, ὁ Ἀκάθιστος ὕμνος, πῶς δη­μιουργήθηκε; Ἡ ἱστορία μᾶς γυρίζει πίσω, στὶς συνθῆκες ὑπὸ τὶς ὁποῖες πρωτοακούστηκε.


Μὲ τὰ φτερὰ τὶς φαντασίας μας, ἀδελφοί μου, ἂς διασχίσουμε νοερὰ τὸν πέπλο τῶν αἰ­ώνων καὶ ἂς βρεθοῦμε στὸ ἔτος 626 μ.Χ. στὴν πόλι τῶν ὀνείρων μας, τὴν Κωνσταντινούπολι. Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη στὸ θρόνο τοῦ Βυζαντίου ἦ­­ταν ἕνας ἀπὸ τοὺς γενναίους καὶ εὐσεβεῖς αὐτοκράτορες τοῦ Βυζαντίου, ὁ Ἡράκλειος. Ἐπὶ κεφαλῆς τῶν στρατευμά­των του εἶχε φύγει ἀπὸ τὴ Βασιλεύουσα καὶ βρισκόταν μακριά, στὰ ἀνατολικὰ σύνορα, γιὰ ν᾿ ἀποκρού­σῃ ἕνα προαιώνιο κίνδυνο ποὺ διέτρεχε τότε ἡ Βυζαν­τινὴ αὐτοκρατορία, τοὺς Πέρσες.


Διεξῆγε μάχες στὰ πεδία τῆς Μικρᾶς Ἀ­σί­ας καὶ τῆς Ἀρμενίας. Νικοῦσε, θριάμβευε καὶ ἀνανέωνε τὰ τρόπαια τῶν προγόνων μας. Ἡ πορεία τοῦ Ἡρακλείου ἦταν πορεία σχεδὸν στὰ ἴχνη τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου. Ὁ βασιλιᾶς τῆς Περσίας Χοσρόης κλονι­ζόταν. Πονηρὸς ὅμως καὶ πολυμήχανος, γιὰ νὰ φέρῃ ἀντιπερισπασμὸ στὸν Ἡράκλειο, ἔστειλε μιὰ στρατιά, ἡ ὁποία ἔφτασε στὰ πρόθυρα τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Συγχρόνως συν­εννοήθηκε μὲ τὸ βασιλιᾶ τῶν Ἀβάρων, μία βάρβαρη φυλὴ ποὺ κατέβηκε στὸν Δούναβι ποταμό· καὶ οἱ Ἄβαροι, ἔχοντας μαζί τους καὶ τοὺς Σλάβους, κατέβηκαν σὰν χιονοστιβάδα καὶ ἔφτασαν ἔξω ἀπὸ τὴν Πόλι.

Ο ΑΚΑΘΙΣΤΟΣ ΥΜΝΟΣ




Η Ακολουθία του Ακαθίστου Ύμνου, είναι η πλέον ίσως δημοφιλής ιερά Ακολουθία της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Η Ακολουθία αύτη ψάλλεται εις τους ιερούς Ναούς μας κατά τας πρώτας πέντε εβδομάδας της Μ. Τεσσαρακοστής, εν ημέρα Παρασκευή. Κατά την πρώτην εβδομάδα της Μ. Τεσσαρακοστής (η «των Νηστειών») ψάλλονται οι εξ πρώτοι «οίκοι» του Ύμνου, ήτοι οι «οίκοι» Α-Ζ κατά την δευτέραν εβδομάδα ψάλλονται οι «οίκοι» Η-Μ κατά την τρίτην εβδομάδα ψάλλονται οι «οίκοι» Ν-Σ κατά την τετάρτην εβδομάδα ψάλλονται οι «οίκοι» Τ-Ω κατά δε την πέμπτην εβδομάδα ψάλλεται ολόκληρος ο Ύμνος. Τόσον τα τμήματα του Ακαθίστου Ύμνου, όσον και ολόκληρος ο Ύμνος, ψάλλονται μαζί με ειδικόν «Κανόνα», ο οποίος αρχίζει με τον ειρμόν «Ανοίξω το στόμα μου». Ψάλλονται δε αμφότερα εις το μέσον περίπου του «Μικρού Αποδείπνου», ήτοι της ωραίας εκείνης προσευχής της Εκκλησίας μας, που λέγεται καθημερινώς μετά το Δείπνον. Ονομάζεται «Μικρόν Απόδειπνον» διά να διακρίνεται από το «Μέγα Απόδειπνον», το οποίον λέγεται κατά την Μ. Τεσσαρακοστήν, πλην των ημερών Παρασκευής (οπότε λέγεται το «Μικρόν» μετά της Ακολουθίας των «Χαιρετισμών»), Σαββάτου και Κυριακής. (Υπάρχουν και περιπτώσεις κατά τας οποίας, συμφώνως προς το Τυπικόν της Εκκλησίας μας, η Ακολουθία του Ακαθίστου Ύμνου δεν συνδυάζεται με το Μικρόν Απόδειπνον, αλλά με άλλας Ακολουθίας.) Εν συνεχεία θα ίδωμεν δι' ολίγων τι είνε ο Ακάθιστος Ύμνος, ποία η ιστορία του και ποίος ο ποιητής του. Μετά ταύτα δε θα ομιλήσωμεν περί «Κανόνων» και «Ωδών», ως και περί της σημασίας των διαφόρων ονομασιών των τροπαρίων, τέλος δε θα είπωμεν ολίγα και περί του «Κανόνος» του Ακαθίστου Ύμνου. Ο Ακάθιστος Ύμνος είνε «Κοντάκιον». «Κοντάκια» παλαιότερον ελέγοντο ολόκληροι ύμνοι, ανάλογοι προς τους «Κανόνας». Η ονομασία οφείλεται μάλλον εις το κοντόν ξύλον επί του οποίου ετυλίσσετο η μεμβράνα που περιείχε τον ύμνον. Το πρώτον τροπάριον ελέγετο «προοίμιον» η «κουκούλιον» και τα ακολουθούντα ελέγοντο «οίκοι», ίσως διότι ο όλος ύμνος εθεωρείτο ως σύνολον οικοδομημάτων αφιερωμένων εις μνήμην αγίου τινός. Κοντάκον λέγεται συνήθως σήμερον το πρώτον τροπάριον ενός τοιούτου ύμνου (Κοντακίου). Ο Ακάθιστος Ύμνος περιέχει προοίμιον και 24 «οίκους». Το προοίμιόν του παλαιότερον δεν ήτο το «Τη υπερμάχω Στρατηγώ» που είνε σήμερον, αλλ' έτερον. («Το προσταχθέν μυστικώς λαβών εν γνώσει»). «Εφύμνια» έχει δύο: Το «Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε» και το «Αλληλούια». Το πρώτον απαντά εις το προοίμιον και εις τους περιττούς «οίκους» (1, 3, 5, 7, κ.τ.λ.), το δε δεύτερον εις τους αρτίους «οίκους» (2, 4, 6, 8, κ.τ.λ.). «Εφύμνιον» λέγεται η τελευταία λέξις η φράσις του ύμνου, την οποίαν ο λαός επανελάμβανεν, αφού βεβαίως οι ψάλται έψαλλον ολόκληρον τον ύμνον. Ο Ακάθιστος Ύμνος αρχίζει με τον Ευαγγελισμόν της Παρθένου, και έπειτα αναφέρεται εις τα εν συνεχεία γεγονότα. Ομιλεί περί της επισκέψεως της Παρθένου προς την Ελισάβετ, περί των υποψιών του προστάτου της Παρθένου Ιωσήφ, περί της προσκυνήσεως του Κυρίου υπό των ποιμένων και των μάγων, περί της φυγής του Χριστού εις Αίγυπτον και περί της Υπαπαντής του Κυρίου. Αυτά εις το πρώτον ήμισυ. Εις το δεύτερον ήμισυ του ύμνου γίνεται λόγος περί της σαρκώσεως του Κυρίου, της θεώσεως των ανθρώπων και της θεομητορικής αξίας της Παναγίας. Ποίος ο ποιητής του Ακαθίστου Ύμνου; Εις το ερώτημα αυτό δεν εδόθη μέχρι σήμερον απάντησις που να μη επιδέχεται αντιρρήσεις. Παρ' όλας τας ερεύνας και τας συζητήσεις, το πρόβλημα παραμένει ακόμη πρόβλημα. Άλλοι -και είναι οι περισσότεροι- θεωρούν τον Ύμνον ως έργον του Ρωμανού του Μελωδού. Άλλοι θεωρούν αυτόν ως έργον του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Σεργίου. Άλλοι τον αποδίδουν εις τον Γεώργιον Πισίδην. Άλλοι εις τον Πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως Γερμανόν τον Α´ και άλλοι εις άλλους.



Π. Β. ΠΑΣΧΟΥ: Ο ΓΛΥΚΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ (4ο ΜΕΡΟΣ)


ΑΚΑΚΙΟΥ ΣΑΒΒΑΪΤΟΥ: Ο ΑΚΑΘΙΣΤΟΣ ΥΜΝΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΙΝ


Η ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ «ΑΚΑΘΙΣΤΟΥ ΥΜΝΟΥ» ΥΠΟ ΤΩΝ ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ, ΦΥΛΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ


ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΗ: Ο ΑΚΑΘΙΣΤΟΣ ΥΜΝΟΣ


Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΑΚΑΘ. ΥΜΝΟΥ ΣΤΟΝ Α. ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ ΚΑΙ ΣΤΟΝ Κ. ΠΑΛΑΜΑ


Ο ΑΚΑΘΙΣΤΟΣ ΥΜΝΟΣ


ΥΠΟ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΜΑΡΤΙΝΟΥ: ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΚΑΘΙΣΤΟΝ ΥΜΝΟΝ (1898)


ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ Α. ΚΑΝΤΙΩΤΗ: «Η ΩΡΑΙΟΤΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΘΕΝΙΑΣ»


Σάββατο 20 Απριλίου 2024

ΤΟ «ΠΡΩΤΟΣΕΛΙΔΟ» ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ: «ΛΥΚΕ, ΛΥΚΕ, ΕΙΣΑΙ ΕΔΩ»;



ΟΤΑΝ Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΧΟΡΩΔΙΑ ΜΕΤΑΤΡΕΠΕΤΑΙ ΣΕ ΠΟΛΥΦΩΝΙΚΗ ΟΡΧΗΣΤΡΑ ΚΑΙ ΑΥΤΗ ΣΕ ΟΠΕΡΑ!


Το βίντεο αυτό αποτελεί ένα μικρό απόσπασμα από τη Θ. Λειτουργία που επιτέλεσε ο Οικουμενιστής αρχιεπίσκοπος Αμερικής Ελπιδοφόρος, την 25η Μαρτίου πολ. ημ., μαζί με συνεπισκόπους του στον καθεδρικό ναό της Αγίας Τριάδας, στην Ν. Υόρκη. Αυτό το πολυφωνικό συνονθύλευμα της χορωδίας που ακούγεται -συνοδεία αρμονίου- δεν είναι πρωτόγνωρο. Έχει ενεργοποιηθεί ουσιαστικά από το 1923, όταν ο Μελέτιος Μεταξάκης, αν και καθαιρεθείς από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος, μεταβαίνει με τον αρχιεπίσκοπο της Καινοτομίας Χρυσόστομο Παπαδόπουλο στην Αμερική, προετοιμάζοντες την επανασύσταση της εκεί τοπικής Εκκλησίας! Ο Μεταξάκης εντυπωσιασμένος από την πολυφωνική μουσική των επισκοπιανικών και αγγλικανικών ναών -συνοδεία αρμονίων- επανασυστήνει τις τοπικές εκκλησίες, μετά την καθαίρεση του Επισκόπου Αλεξάνδρου, και εισάγει την πολυφωνία σε αυτές, ως προοδευτικό δείγμα αβροφροσύνης προς τα παγκόσμια συνέδρια που ετελούντο τότε στην Αμερική, για την Ένωση των Εκκλησιών. Την ίδια περίοδο στη Θεσσαλονίκη, ο μαθηματικός και «εναρμονιστής της εκκλησιαστικής μουσικής», ως αυτοσυστηνόταν, Σταμάτης Σταματιάδης δημιούργησε... μικτό, μουσικό χορό τετραφωνίας, ο οποίος... έψαλλε κάθε Κυριακή του έτους 1923, στον μητροπολιτικό ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στην οδό Μητροπόλεως! Η ημερολογιακή καινοτομία της 10ης Μαρτίου 1924, ασφαλώς και δεν ήταν -αποκλειστικά- η μοναδική μεταρρύθμιση που επιχειρήθηκε -κυρίως- από το νεωτεριστικό δίδυμο των «Λουθηρανών» καινοτόμων Μεταξάκη - Παπαδόπουλου. Ήδη από την Πατριαρχική Εγκύκλιο του 1920, ως και το «πανορθόδοξο» ή και «διορθόδοξο» Συνέδριο της Κων/λης του 1923 επιχειρήθηκαν μεταρρυθμίσεις: α. στην εκκλησιαστική μουσική, β. στα περί του γάμου όλων των βαθμίδων του Κλήρου, γ. στην αναγνώριση του κύρους των αγγλικανικών χειροτονιών και δ. ακόμη και στην ελάττωση του χρόνου της Θείας Λειτουργίας και άλλων ακολουθιών! Στην εκκλησιαστική μουσική επιχειρήθηκε η εναρμόνισή της και η εισαγωγή της τετραφωνίας στην λατρευτική λειτουργία της Εκκλησίας. Αυτά τα ολίγα, τα αναφέρουμε -ενδεικτικά- για να υποστηρίξουμε το αυτονόητο: πως μετά από έναν αιώνα ημερολογιακών, ενδοκληρικών, λατρευτικών και άλλων εκκλησιαστικών μεταρρυθμίσεων είναι τουλάχιστον αφελές να παρακαλείς τον... «Παναγιώτατο» να μην προχωρήσει στον από κοινού εορτασμό του Πάσχα μετά των προτεσταντικών και καθολικών αιρέσεων έτει 2025, για να μην προκαλέσει... σχίσμα! Αυτά τα έγραψε με «πόνο ψυχής» ανώνυμος συγγραφέας στο περιοδικό «Σωτήρ» και τα αναδημοσίευσε το ιστολόγιο «Ακτίνες» της 17.4.2024. Το σχίσμα είναι καταδικαστέο από όπου κι αν προέρχεται, η αποτείχιση εν καιρώ αιρέσεως είναι ευλογημένη και κανονικώς κατοχυρωμένη! Η ουσία όμως του συνεορτασμού του Πάσχα μετά των αιρετικών δεν σας πονεί, αγαπητέ συγγραφέα του άρθρου; Για να συνεχίσει ο ίδιος: «Ας προσπαθήσουμε να επουλώσουμε την πληγὴ του Ουκρανικού και να θεραπεύσουμε το βαθὺ τραύμα του Παλαιοημερολογητισμού. Αυτά είναι που μας πληγώνουν, τους Ορθοδόξους»...(!) Δηλαδή ο Οικουμενισμός, που έχει αλώσει και διαλύσει το ορθόδοξο φρόνημα όλων των επίσημων «Ορθοδόξων Εκκλησιών» επί γης και καταστρέφει καθημερινά, πνευματικά, ηθικά μα προπάντων την ορθόδοξη φρόνηση των υποτακτικών, αυτό δεν σας πονεί; Η καθολική επίσημη Ορθοδοξία έναν αιώνα τώρα, με την αναγνώριση των αγγλικανικών χειροτονιών, με την θεωρία των κλάδων, με την ακύρωση του Συμβόλου της Πίστεως, με τις συμπροσευχές και τα συλλείτουργα, τις συμφωνίες του Τορόντο του 1950, του Σαμπεζύ το 1990, του Μπαλαμάντ του 1993, του Πόρτο Αλέγκρε του 2006, του Πουασάν το 2013, έως και τη ληστρική ψευδοσύνοδο του Κολυμπαρίου το 2016 στη Κρήτη, δογματίζει ορθόδοξα; Τα πάντα γύρω σας αλλοιώνονται, νοσούν και ακυρώνονται, η εκκλησία που λογίζετε ως ορθόδοξη, έγινε ήδη οικουμεστική και σεις πρακαλείτε ακόμα τον «Παναγιώτατο» μην προκαλέσει σχίσμα; Την Παναίρεση που σας έχει επιβάλλει, γιατί την ανέχεσθε και δεν τον παρακαλείτε να την σταματήσει ή να διακόψετε εσείς, την κοινωνία με τους αιρετικούς προϊσταμένους σας εδώ και τώρα; Δηλαδή βλέπετε -έναν αιώνα τώρα- τον λύκο μέσα στο μαντρί να τρώει τα πρόβατα και, τι του λέτε αγαπητέ; «Λύκε, λύκε είσαι εδώ»;



Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Print Friendly and PDF