ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Πέμπτη 30 Αυγούστου 2018

ΣΗΜΕΡΑ Η ΕΛΛΑΔΑ ΜΟΣΧΟΒΟΛΑ ΜΥΡΟ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ





Σήμερα γιορτάζουμε την ένδοξη Κοίμηση της Παναγίας. 
Σ’ αμέτρητες εκκλησίες και μοναστήρια χτυπούνε οι καμπάνες και ψέλνουνε οι ψαλτάδες. 
Τα πιο πολλά είναι στης Παναγίας τ’ όνομα, και πανηγυρίζουνε σήμερα την Κοίμηση της Θεοτόκου. 
Μα αυτή δεν είναι γιορτή θανάτου, είναι γιορτή χαράς και θρίαμβος, γιατί αυτή που κοιμήθηκε είναι η Μητέρα της Ζωής, όπως λέγει εκείνο το θεσπέσιο δοξαστικό πού λένε σήμερα στη Λειτουργία: 
«Τη αθανάτω σου κοιμήσει Θεοτόκε μήτηρ της ζωής, νεφέλαι τους αποστόλους αιθέριους διήρπαζον και κοσμικώς διεσπαρμένους, ομοχώρους παρέστησαν τω αχράντω σου σώματι, ο και κηδεύσαντες σεπτώς, την φωνήν του Γαβριήλ μελωδούντες ανεβόων. Χαίρε, κεχαριτωμένη παρθένε, μήτερ ανύμφευτε, ο Κύριος μετά σου. 
Μεθ’ ων, ως Υιός σου και θεόν ημών ικέτευε σωθήναι τας ψυχάς ημών». 
Σήμερα όλη η Ελλάδα μοσχοβολά από το ευωδέστατο σκήνωμα της Παναγίας, που είναι η μητέρα των ορφανεμένων, η ελπίδα των απελπισμένων, η χαρά των θλιμμένων, το ραβδί των τυφλών, η άγκυρα των θαλασσοδαρμένων. 
Κι απ’ άκρη σε άκρη της Ελλάδας, στις πολιτείες, στα χωριά, στα μοναστήρια και στις σκήτες, απάνω στα δασωμένα βουνά, στα λαγκάδια, στις σπηλιές, στα γαλανά τα κύματα που δροσοαφρίζουνε από τον πελαγίσιον αγέρα, στα νησιά και στα ρημόνησα, στους κάβους, παντού αντιλαλεί η υμνολογία που ψέλνουνε οι ψαλτάδες για την ταπεινή βασίλισσα που κοιμήθηκε. 
Το μελτέμι που φυσά τώρα το Δεκαπενταύγουστο και δροσίζει τον κόσμο τα δεντρικά που ‘ναι φορτωμένα με λογής λογής πωρικά, τα άγρια τα ρουμάνια, με τις αντρειωμένες βαλανιδιές και με τα έλατα και με τα κέδρα, τα άσπρα σύννεφα που αρμενίζουνε στον γαλανό ουρανό, όλα είναι χαροποιά και μακάρια, όλα είναι ιλαρά από την γλυκύτητα της Παναγίας. 
Στα πέλαγα ταξιδεύουνε λογής-λογής καράβια και καΐκια πώχουνε γραμμένο απάνω στο μάγουλο τους το γλυκύτατο τ’ όνομα της. 
Ω! Αληθινά δική μας είναι η Παναγία, δικό μας είναι το Ρόδον το Αμάραντον!




Απόσπασμα από το κείμενο του Φώτη Κόντογλου ''Η Παναγία και ο λαός''. 
Εκ του βιβλίου ''Παναγία και Υπεραγία'' από τις Εκδόσεις ''ΑΡΜΟΣ''. 
Τίτλος, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ

Ο ΜΕΣΑΙΩΝΑΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΑΚΡΩΤΗΡΙΑΣΜΟΥ




Το ακόλουθο -περιφρονητικό καθ' όλα- άρθρο για τους πρώτους αντινεωτεριστές Ορθοδόξους του πατρίου ημερολογίου δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ''Ταχυδρόμος'' της Αλεξάνδρειας την Παρασκευή 16 Ιουνίου 1935, πατριαρχεύοντος του Μελετίου Μεταξάκη, δώδεκα μέρες πριν την εκδημία του στις 28 Ιουνίου ν.ημ. Το υπογράφει κάποια κυρία Α. Λαλαούνη -δημοσιογράφος της εποχής- εν είδη χρονογραφήματος, που ωστόσο αρκεί για να σχηματοποιήσει και να ''αναδείξει'' το προφίλ του ''απολίτιστου'', ''άξεστου'' και ''παλιάτσου'' ''παλαιοημερολογίτη'', που έφερε τον ''Μεσαίωνα εν μέσω των Αθηνών''...


Το δημοσιεύουμε για τον απλούστατο λόγο, πως σήμερα, 83 χρόνια από την συγγραφή του ''εμβριθεστάτου'' αυτού ''πονήματος'', κάποιοι δύνανται -μέσα από αυτό- να αναγνωρίσουν ''πνευματικά'' τους εαυτούς τους, ως σημερινοί, περιφρονητικοί ''αρματοφόροι'' μιας επικής, αποφαντικής και κνησμώδους Απαξίωσης! Η απαξίωση, η περιφρόνηση, η αλαζονεία και η χλεύη, που ακόμη και σήμερα κατά τους νεοφανείς και δριμείς μας κατηγόρους, δεν έχει να κάνει τόσο με τη στάση φρονηματικής ζωής των Ορθοδόξων του πατρίου ημερολογίου, όσο -πολλές φορές- με την την καθ΄εαυτή οντολογική τους ταυτότητα. 



Για πολλούς ''Ορθοδόξους'' κομπαστές και -πνευματικά- μεγαλορρήμμονες ''λευίτες'', ακόμη και ο όρος ''παλαιοημερολογίτης'' που προσδόθηκε ''ευσήμως'' από εκκλησιαστικούς εκποιητές της Πίστης, πριμοδοτείται και σήμερα, ως οφιοειδής, σκιερή και κρύφια Πλάνη, προκειμένου να δικαιώσουν απόλυτα τον λόγο του Χριστού μας: ''ότι πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται''. Λουκ. 18.14. Εύχεσθε!





Agiography by Svetlana Ushakova


Γιώργος Δ. Δημακόπουλος
Δημοσιογράφος

Δευτέρα 27 Αυγούστου 2018

Ο ΒΟΡΙΑΣ ΤΟΥ 15ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ




Ο κυρ Βοριάς παράγγειλε ούλο των καραβιώνε … Καράβια π’ αρμενίζετε, Κάτεργα που κινάτε, εμπάτε στα λιμάνια σας γιατί θε να φυσήξω» … Αυτά τα λέγει ο κυρ Βοριάς άμα είναι θυμωμένος το χειμώνα. Μα το καλοκαίρι είναι στα καλά του και είναι ήμερος και χαρούμενος. Φυσά και δροσίζεται η πλάση, λαμποκοπά ο ήλιος κι οι θάλασσές μας μοσκοβολάνε. Γεμίζουνε τα πέλαγα με αφρισμένα κύματα που τα σαλαγά σα πρόβατα ο παληκαράς ο τσομπάνος ο κυρ Βοριάς. Οι αφροί πλέβουνε απάνω στα μαβιά νερά που αναταράζουνται με βουή και ρεματίζουνε ανάμεσα στις στεριές και στα νησιά.


Κατεβαίνω στην ακροθαλασσιά … Οι θάλασσες χτυπάνε με βρόντο στις πέτρες κι οι αφροί με ραντίζουνε. Η αρμύρα γεμίζει τον αγέρα σαν αψύ πιοτό. Το ‘να κύμα έρχεται πάνω στ’ άλλο και σηκώνει την άσπρη κεφαλή του. Κάθε τόσο φτάνει στη στεριά μια θάλασσα πιο θυμωμένη και πιο μεγάλη από τις άλλες σαν κριάρι ανάμεσα στα πρόβατα και ρίχνεται απάνω στο βράχο και σκορπά με βόγγο. Από τη άβυσσο ανεβαίνει ένα μυστήριο, μ’ όλο που λάμπει ο ήλιος. Τώρα πια έχει φτάξει παντού ο κυρ Βοριάς κι όλη η πλάση πανηγυρίζει. Τα καράβια αρμενίζουνε γρήγορα με τα πανιά φουσκωμένα από τον αγέρα και διασταυρώνουνε το να τα άλλο. Άλλα πάνε καταπάνω στον καιρό, άλλα πρύμα, άλλα κατάπρυμα. Κοντά στις στεριές βλέπεις και καμιά βαρκούλα με το πανάκι της που τσαλαβουτά σα πάπια.


Στο ακροθαλάσσι είναι ένα ρημοκλήσι. Το κύμα χτυπά στα θεμέλια του, ραντίζει τη χυβάδα στ’ άγιο βήμα και δυο βάρκες που ναι τραβηγμένες όξω γεμάτες φύκια. Μπαίνω μέσα και κάνω το σταυρό μου. Τα παλιά εικονίσματα στέκουνται από πολλά χρόνια στο εικονοστάσι που ναι καρφωμένο με ξύλινες καβίλιες. Ο Άγιος Νικόλας κάθεται στο θρονί του, ταπεινός και καλοκάγαθος, ντυμένος με τα δεσποτικά του, με κοντά γένια, ηλιοψημένος σα θαλασσινός. Με το να χέρι του βλογά τον κόσμο και με τα άλλο βαστά ανοιχτό το Ευαγγέλιο που γράφει : «Δεύτε πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι καγώ αναπαύσω υμάς».


Κάθουμαι κάμποση ώρα σ’ ένα στασίδι κι ακούγω τον αγέρα που βουίζει και τραβά το ίσιο χωρίς να ψέλνει κανένας. Ο Αη Νικόλας με κοιτά με την ήμερη ματιά του. Στη διπλανή θυρίδα κάθεται η Παναγία η Οδηγήτρια, συλλογισμένη, πικραμένη και βαστά στην αγκαλιά της το Χριστό που βλογά τον κόσμο. Κάνω πάλι το σταυρό μου και βγαίνω έξω. Οι σκοίνοι μοσκοβολάνε. Ο κυρ Βοριάς σαλαγά τα άσπρα τα πρόβατά του, που γεμίζουνε το πέλαγο και περπατάνε όπου γυρίσεις και τηράξεις. Καράβια και καΐκια αρμενίζουνε ανάμεσα σ’ αυτά τα πρόβατα δροσολογημένα από το μελτέμι του Δεκαπενταύγουστου. Ήμερος καιρός, ήμερη πλάση, όλα ήμερα στην αγιασμένη Ελλάδα, «εικόνα πραότητος» σαν τον άγιο Νικόλα, όλα φτωχά κι απλά μα πλούσια – «τη πτωχεία τα πλούσια».


Εφημερίδα ''ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ'' 26.8.51 


Φώτης Κόντογλου


Κυριακή 26 Αυγούστου 2018

ΤΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ''ΣΥΝΟΔΟ'' ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΑ ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΜΕΡΟΣ Β'




 «Μήνυμα τοῦ Ἁγίου Ὄρους περί τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης ἐν Κρήτῃ Συνόδου» 


Ένας σύντομος συμπληρωματικός σχολιασμός



Μετά τόν σχολιασμό τῆς «Εἰσηγήσεως τῆς Ἱεροκοινοτικῆς Ἐπιτροπῆς ἐπί τῶν τελικῶν Κειμένων τῆς ἐν Κρήτῃ Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου», στό πρῶτο μέρος τῆς παρούσης μελέτης μας, προχωροῦμε στό δεύτερο, στό ὁποῖο θά προσπαθήσουμε νά σχολιάσουμε μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, τό «Μήνυμα τοῦ Ἁγίου Ὄρους περί τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης ἐν Κρήτῃ Συνόδου» τό ἀπό 17ης / 30ης Ἰουνίου 2017. Τό κείμενο αὐτό συντάχθηκε, (ὅπως ἐκ τῶν ὑστέρων ἐξακριβώθηκε ἀπό τόν γράφοντα ἀπό ἔγκυρη πηγή), ἀπό τόν Προηγούμενο τῆς Ἱ. Μ. Ἰβήρων ἀρχιμ. Βασίλειο (Γοντικάκη), «κατά παραγγελίαν» τῆς Ἱερᾶς Κοινότητος. Εἰσήχθη πρός μελέτη καί ἔγκριση στήν Ἔκτακτη Διπλῆ Ἱερά Σύναξη τῆς 17ης / 30ῆς Ἰουνίου 2017. 


Οἱ περισσότερες Ἱερές Μονές τό ψήφησαν, ἐνῶ πέντε μόνο, οἱ Ἱερές Μονές Ξηροποτάμου, Γρηγορίου, Καρακάλου, Φιλοθέου καί Κωνσταμονίτου, τό ἀπέρριψαν. Ἔτσι τό «Μήνυμα» δημοσιεύθηκε ὡς ἐπίσημο πλέον κείμενο τοῦ Ἁγίου Ὄρους μέ τόν παρά πάνω τίτλο, τό ὁποῖο σέ σύγκριση μέ τό προηγούμενο πού σχολιάσαμε, (τήν Εἰσήγηση τῆς Ἱεροκοινοτικῆς Ἐπιτροπῆς), ἔχει πολύ μεγαλύτερη ἐπισημότητα καί βαρύτητα. Ἀποτελεῖ τρόπον τινά τήν τελευταία λέξη τοῦ Ἁγίου Ὄρους γύρω ἀπό τήν Σύνοδο τῆς Κρήτης, (τουλάχιστον μέχρι στιγμῆς). 



Τό «Μήνυμα» ἀπευθύνεται πρός τόν πιστό λαό τοῦ Θεοῦ, «ἐξ αἰσθήµατος εὐθύνης καί σεβασµοῦ πρός τήν Ἁγίαν ἡµῶν Ἐκκλησίαν καί τό πλήρωµα Αὐτῆς». Ὁ συντάκτης αἰσθάνεται τήν ἀνάγκη νά μνημονεύσει στήν εἰσαγωγή τά δύο προηγούμενα ἐπίσημα ἁγιορειτικά κείμενα, γιά τά ὁποῖα ἔγινε λόγος στό πρῶτο μέρος τῆς μελέτης μας, δηλαδή τήν Ἱεροκοινοτική ἐπιστολή πρός τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαῖο, (12/25 Μαΐου 2016), καί τήν Εἰσήγηση τῆς Ἱεροκοινοτικῆς Ἐπιτροπῆς, (13/26 Νοεμβρίου 2016). Μέ τήν μνημόνευση αὐτή τό Μήνυμα ἐμφανίζεται ὡς συνέχεια «τῶν ἤδη γνωστοποιηθέντων κατά τό τελευταῖον διάστηµα ἐπισήµων κειµένων τοῦ Ἁγίου Ὄρους, τόσον τῶν θέσεων αὐτοῦ πρό τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου, ὅσον καί τῆς ἀποτιµήσεως τῶν τελικῶν κειµένων τῆς Συνόδου». 


στόσο ὅμως, ὅπως θά φανεῖ στήν συνέχεια, τό κείμενο αὐτό σέ καμιά περίπτωση δέν μπορεῖ νά ἀποτελέσει ὀργανική συνέχεια τῶν δύο προηγουμένων ἁγιορειτικῶν κειμένων. Ἐάν τό Μήνυμα ἀποτελοῦσε ὄντως ὀργανική συνέχεια, θά ἔπρεπε ὁ συντάκτης νά παραθέσει, ἂν μή τί ἄλλο, τουλάχιστον τά πορίσματα καί τίς διαπιστώσεις τῆς Εἰσηγήσεως τῆς Ἱεροκοινοτικῆς Ἐπιτροπῆς. Πουθενά ὅμως στό Μήνυμα δέν γίνεται ἡ παραμικρή ἀναφορά, ὁ παραμικρός ὑπαινιγμός στίς διαπιστώσεις τῆς Εἰσηγήσεως. Ἐδῶ ἔχουμε νά κάνουμε μέ ἕνα κείμενο, τό ὁποῖο σέ ἕναν ἁπλό ἀναγνώστη πού δέν ἔχει θεολογικές γνώσεις, ἐμφανίζεται ξεκάρφωτο καί ἄσχετο μέ τά προηγούμενα ἐπίσημα ἁγιορειτικά κείμενα. Μέ ἕνα κείμενο, πού δέν ἀνταποκρίνεται στίς προσδοκίες του, νά πληροφορηθεῖ ὑπεύθυνα καί ξεκάθαρα, ποιά εἶναι ἡ φωνή τοῦ Ἁγίου Ὄρους γύρω ἀπό τήν Σ.τ.Κ.. Νά μάθει, ποιά ἀπάντηση ἔχει νά δώσει τό Ἅγιον Ὄρος πάνω σέ ὁρισμένα πολύ ἁπλᾶ καί καυτά ἐρωτήματα: 



Τελικά τί ἦταν ἡ Σ.τ.Κ.; Ἦταν μιά ἀληθινή Ὀρθόδοξη Σύνοδος, ἢ μιά ψευδοσύνοδος; Ἡ «Σύνοδος» αὐτή ἔλαβε Ὀρθόδοξες ἀποφάσεις; Μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ἡ Σ.τ.Κ. ἀποτελεῖ ὀργανική συνέχεια τῶν προγενεστέρων Οἰκουμενικῶν Συνόδων; Μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι οἱ συνοδικοί ἀρχιερεῖς ἐδογμάτισαν ὀρθοδόξως καί οἱ ἀποφάσεις των εἶναι καρπός θείου φωτισμοῦ καί ἐμπνεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Σέ τελική ἀνάλυση, ἐδῶ ἔχουμε νά κάνουμε μέ ἕνα κείμενο, τό ὁποῖο κινεῖται σέ μιά ἐντελῶς ἄλλη ἀτμόσφαιρα, τήν ἀτμόσφαιρα τῆς ἀναστάσεως, στήν ὁποία συρράπτονται στοιχεῖα Ἐκκλησιολογίας, Σωτηριολογίας, Χριστολογίας καί Ἐσχατολογίας. 


συντάκτης μέ πολλή τέχνη καί διπλωματικό τρόπο ἀποφεύγει νά ἀπαντήσει στά παρά πάνω ἁπλᾶ καί καυτά ἐρωτήματα, ἀκριβῶς γιατί, ἂν απαντήσει, εἴτε θά ἐξοργίσει τό Φανάρι, εἴτε θά ἔρθει σέ κραυγαλέα ἀντίθεση μέ πλῆθος μελετῶν καί δημοσιεύσεων, πού ἀποδεικνύουν τετραγωνικά, ὅτι ἡ Σ.τ.Κ. δέν ἦταν ἀληθινή ὀρθόδοξη Σύνοδος, ὁπότε θά ἐξοργίσει τόν πιστό λαό τοῦ Θεοῦ. Μετά τήν εἰσαγωγή, στή δεύτερη παράγραφο, ὁ συντάκτης ἐκδηλώνει, τί εἶναι ἐκεῖνο πού κατά βάθος τόν ἀπασχολεῖ, καί πού στοχεύει τό Μήνυμα: Ὁ στόχος εἶναι νά κατασταλοῦν οἱ ταραχές καί οἱ ἀντιδράσεις ἔσωθεν καί ἔξωθεν τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί ὄχι νά σχολιασθοῦν οἱ ἀποφάσεις τῆς Σ.τ.Κ.. 


Γράφουν οἱ Ἁγιορεῖτες: «Διαρκῶς παρατηρεῖται μιά ὑποβόσκουσα ταραχή προκαλουμένη ἀπό ἀντιδράσεις κατά ἀποφάσεων τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου (Κρήτη, 2016). Προτείνονται ἀποτειχίσεις καί διακοπαί τοῦ μνημοσύνου τῶν οἰκείων ἐπισκόπων. Ἐπειδή εἴμεθα ἀποδέκται αὐτῶν τῶν ἀνησυχιῶν, καί εὑρισκόμενοι ἐντός τῆς Ἐκκλησίας, ἀπευθύνομεν πρός ὅλους τόν χαιρετισμόν τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ: Εἰρήνη ὑμῖν. Δέν ὑπάρχει λόγος ταραχῆς, ἐφ᾿ ὅσον εὑρίσκεται μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Ἀναστάς Κύριος». 



Κατά τόν συντάκτη, διαπιστώνονται μέν ταραχές καί ἀντιδράσεις, ἀκόμη καί ἀποτειχίσεις καί διακοπαί μνημοσύνων, ἀλλά αὐτές δέν δικαιολογοῦνται, διότι βρισκόμαστε μέσα στήν Ἐκκλησία καί ἔχουμε μαζί μας τόν Ἀναστάντα Κύριο. Τό ὅτι δέν δικαιολογοῦνται οἱ ἀποτειχίσεις, αὐτό τό ἐπεσήμανε ἤδη ἡ Ἱεροκοινοτική Ἐπιτροπή στήν Εἰσήγησή της, ὅπως εἴδαμε στό Α΄ μέρος τῆς μελέτης μας. Μέ πολύ ἔντεχνο τρόπο ἀποφεύγει ὁ συντάκτης νά ἀναφερθεῖ στήν αἰτία τῶν ἀντιδράσεων καί τῶν ἀποτειχίσεων. Ξέρει πολύ καλά, ὅτι ἡ αἰτία εἶναι οἱ κακόδοξες ἀποφάσεις τῆς Σ.τ.Κ., ἀλλά μέ αὐτές δέν θέλει ἐπ᾿ οὐδενί λόγῳ νά καταπιαστεῖ. Τίς ἀποφεύγει, ὅπως ὁ διάβολος τό λιβάνι. Γι᾿ αὐτό καί καταφεύγει στόν ἀναστάντα Κύριο, ὁ Ὁποῖος καλεῖται νά τόν βγάλει ἀπό τό ἀδιέξοδο. 


Δέν γνωρίζουν ἄραγε οἱ ἁγιορεῖτες Πατέρες, πού υἱοθέτησαν αὐτό τό κείμενο, ὅτι τότε μόνον «εὑρισκόμεθα ἐντός τῆς Ἐκκλησίας» καί ὁ ἀναστάς Κύριος βρίσκεται ὄντως μαζί μας, ὅταν ἐμεῖς κρατοῦμε τήν ἀλήθεια τῆς πίστεως ἀνόθευτη καί ἀπαραχάρακτη, σύμφωνα μέ τήν διακήρυξή Του ὅτι «ἐγώ εἰμί ἡ ὁδός καί ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή»; (Ἰω. 14, 6). Δέν διάβασαν ποτέ τόν λόγο τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ τοῦ ἁγιορείτου, ὅτι «Οἱ τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, τῆς ἀληθείας εἰσί καί οἱ μή τῆς ἀληθείας ὄντες οὐδέ τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας εἰσί»; Αὐτοί πού ἀνήκουν στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, εἶναι τῆς ἀληθείας καί αὐτοί πού δέν ἀνήκουν στήν ἀλήθεια, δέν εἶναι οὔτε τῆς Ἐκκλησίας. Δέν γνωρίζουν, ὅτι σέ καμιά περίπτωση δέν βρίσκεται ὁ ἀναστάς Κύριος, ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχει ἡ αἵρεση, ἐκεῖ ὅπου συγκροτοῦνται ψευδοσύνοδοι, ἐκεῖ ὅπου ὑπογράφονται κακόδοξες ἀποφάσεις, ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχει συμπόρευση μέ τήν αἵρεση, ἢ ἔνοχη σιωπή ἀπέναντι στήν αἵρεση; 



Σχετικά μέ τήν ἔνοχη αὐτή σιωπή, ὁμιλώντας ὁ Ἀποστόλος Παῦλος πρός τούς πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἐφέσου, γράφει: «καθαρός ἐγώ ἀπό τοῦ αἵματος πάντων· οὐ γάρ ὑπεστειλάμην τοῦ μή ἀναγγεῖλαι ὑμῖν πᾶσαν τήν βουλήν τοῦ Θεοῦ», (Πραξ. 20, 26-27). Ὁ δέ μέγας Βασίλειος, σχολιάζοντας τόν παραπάνω λόγο τοῦ Ἀποστόλου, γράφει: «Ὁ δέ σιωπήσας μόνον, ἔνοχος τοῦ αἵματος τῶν ἁμαρτανόντων εὑρίσκεται». Κατά τόν συντάκτη, «δέν ὑπάρχει λόγος ταραχῆς», ὅλα πηγαίνουν καλά, ὄχι μόνο διότι ἔχουμε μαζί μας τόν Ἀναστάντα Κύριο, ἀλλά καί γιά ἕναν ἀκόμη λόγο, τόν ὁποῖο ἐπεσήμανε στήν Εἰσήγησή της ἡ Ἱεροκοινοτική Ἐπιτροπή: γιά τόν λόγο, ὅτι ἀφ᾿ ἑνός μέν ἡ Σ.τ.Κ. ἦταν μέν Ὀρθόδοξη, ἀλλά μέ μερικά λαθάκια, ἀτέλειες καί ἀμφισημίες, πού πρέπει νά διορθωθοῦν, καί ἀφ᾿ ἑτέρου, διότι δέν ὑπογράφθηκε «ἑνωτικός ὅρος». Περί αὐτῶν ὅμως ἔχει ἤδη γίνει σχολιασμός στό Α΄ μέρος τῆς μελέτης μας. 


Παρά κάτω γράφουν: «Ἡ Σύνοδος ἔγινε µετά ἀπό πολυχρόνιον προετοιµασίαν. Πρό τῆς Συνόδου τά προετοιµασθέντα κείµενα ἐκοινοποιήθησαν πρός γνῶσιν τῶν πιστῶν καί µέ τήν δυνατότητα ἐκφράσεως κάποιας γνώµης. Τό Ἅγιον Ὄρος ἐπί σειράν ἐτῶν µετά σαφηνείας διετύπωσε τάς ἀπόψεις του διά τούς γινοµένους διαλόγους µετά τῶν ἑτεροδόξων Χριστιανῶν. Κατά τάς ἐργασίας τῆς Συνόδου οἱ ἀρχιερεῖς ἐξέφρασαν τάς προσωπικάς των ἀπόψεις. Κάποιοι ἐξ αὐτῶν διετύπωσαν τάς ἀντιρρήσεις των µέ σεµνόν τρόπον, χωρίς νά διακόπτουν τάς σχέσεις των µέ τήν Ἐκκλησίαν. Ὅλα εἶναι καταγεγραµµένα». Τό ὅτι προηγήθηκε «πολυχρόνιος προετοιµασία», ἢ ὅτι τά «κείµενα ἀκοινοποιήθησαν πρός γνῶσιν τῶν πιστῶν», αὐτά ὅλα εἶναι γνωστά. Δέν εἶναι ἐδῶ τό πρόβλημα. 



Το πρόβλημα βρίσκεται ἀλλοῦ: στόν τρόπο, μέ τόν ὁποῖο συγκροτήθηκε ἡ Σ.τ.Κ. καί στίς ἀποφάσεις πού ἔλαβε. Εἶναι γνωστό ἐπίσης, ὅτι «τό Ἅγιον Ὄρος ἐπί σειράν ἐτῶν µετά σαφηνείας διετύπωσε τάς ἀπόψεις του διά τούς γινοµένους διαλόγους µετά τῶν ἑτεροδόξων Χριστιανῶν». Τό ἐρώτημα εἶναι: Ἔγιναν δεκτές οἱ ἀπόψεις αὐτές τοῦ Ἁγίου Ὄρους σχετικά μέ τούς Διαλόγους; Ἀσφαλῶς ὄχι. Γιατί λοιπόν οἱ ἁγιορεῖτες Πατέρες δέν διακηρύσσουν μέ θάρρος καί παρρησία στό λαό, ὅτι οἱ κατά πάντα ὀρθόδοξες προτάσεις τους σχετικά μέ τούς Διαλόγους δέν ἔγιναν δεκτές ἀπό τήν Σ.τ.Κ.; Κάνουν ἐπίσης λόγο γιά τήν δυνατότητα πού δόθηκε στούς πιστούς νά ἐκφράσουν τή γνώμη τους πρό τῆς Σ.τ.Κ. 


λαός, ὁ κλῆρος καί ἕνα μεγάλο μέρος τοῦ μοναχικοῦ κόσμου πράγματι ἐξέφρασε τίς ἀπόψεις του, καί μάλιστα μέ ἐπίσημο καί πανηγυρικό τρόπο, στήν πολύ σημαντική Ἡμερίδα, πανορθοδόξου ἐμβελείας, πού διοργάνωσαν οἱ Ἱερές Μητροπόλεις Γλυφάδας, Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως, Κυθήρων καί Πειραιῶς, καθώς καί ἡ «Σύναξις Κληρικῶν καί Μοναχῶν», στίς 23 Μαρτίου 2016, στό Στάδιο Εἰρήνης καί Φιλίας Πειραιῶς. Τί ἀπό ὅσα ἐλέχθησαν στήν Ἡμερίδα ἔλαβε ὑπ᾿ ὄψη της ἡ Σ.τ.Κ.; Τίποτε ἀπολύτως. Ἀναφέρουν ἐπίσης, ὅτι «Κατά τάς ἐργασίας τῆς Συνόδου οἱ ἀρχιερεῖς ἐξέφρασαν τάς προσωπικάς των ἀπόψεις. Κάποιοι ἐξ αὐτῶν διετύπωσαν τάς ἀντιρρήσεις των µέ σεµνόν τρόπον, χωρίς νά διακόπτουν τάς σχέσεις των µέ τήν Ἐκκλησίαν». Γιατί ὅμως ἀποσιωποῦν τό τί ἐλέχθησαν καί διεπράχθησαν στό παρασκήνιο τῆς Σ.τ.Κ.; Ποιές ἀφόρητες πιέσεις ἀσκήθηκαν σέ ὅσους διαφώνησαν μέ τίς ἀποφάσεις της, γιά τίς ὁποῖες μᾶς πληροφορεῖ ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος, αὐτόπτης μάρτυς τῶν διαδραματισθέντων στήν Σ.τ.Κ.; 



Γιατί ἀποσιωποῦν, ποιές παράνομες μεθοδεύσεις ἐπιχειρήθηκαν, πού θυμίζουν τίς μεθοδεύσεις τῆς ψευδοσυνόδου Φεράρας-Φλωρεντίας; Δέν γνωρίζουν ἄραγε οἱ ἁγιορεῖτες Πατέρες, ὅτι κατά τήν διεξαγωγή τῶν ἐργασιῶν τῆς «Συνόδου» σημειώθηκαν κατά παράβαση τοῦ Κανονισμοῦ λειτουργίας τῆς ἀντικανονικές ἐνέργειες καί πράξεις; Ἐνδεικτικά ἀναφέρουμε ὅτι ἀπό τήν εἰκοσιπενταμελῆ ἀντιπροσωπεία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας οἱ δεκαεπτά ἀρνήθηκαν νά ὑπογράψουν τό πιό προβληματικό κείμενο «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν χριστιανικόν κόσμον». Ἐπειδή ὅμως τό ἐψήφισε ὁ προκαθήμενος, θεωρήθηκε ψηφισμένο ἀπό ὅλους, μολονότι ἡ πλειοψηφία τό ἀπέρριψε. Ἐπίσης στήν Ἐκκλησία τῆς Κύπρου τέσσαρες ἐπίσκοποι δέν ὑπέγραψαν τό ἴδιο κείμενο. Καί γιά νά μή φαίνεται τό κενό στόν χῶρο τῶν ὑπογραφῶν, ὁ ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου, χωρίς ἐξουσιοδότηση, τούς ὑποκατέστησε καί ὑπέγραψε «ἀντ᾿ αὐτῶν». 


πίσης, τί ἔχουν νά μᾶς ποῦν γιά τόν τρόπο συγκροτήσεως καί λειτουργίας τῆς ἐν λόγῳ «Συνόδου»; Ἦταν σύμφωνος, ἢ ξένος πρός τήν Συνοδική καί Κανονική μας Παράδοση; Ὅπως ἀποδείχθηκε στήν παρά πάνω μνημονευθεῖσα Ἡμερίδα, ἀπό τήν μελέτη τοῦ Κανονισμοῦ Ὀργανώσεως καί Λειτουργίας, πού ὑπογράφηκε κατά τήν Σύναξη τῶν Προκαθημένων τόν Ἰανουάριο τοῦ 2016, προκύπτει ὅτι ὁ τρόπος συγκροτήσεως καί λειτουργίας τῆς Σ.τ.Κ. ἦταν ξένος πρός τήν Συνοδική καί Κανονική μας Παράδοση, ἐπειδή: α) Ἀπό τό σύνολο τῶν ἐπισκόπων τῆς Οἰκουμενικῆς Ὀρθοδοξίας ἀπουσίαζαν οἱ περισσότεροι, ἀφοῦ κατά μοναδική πρωτοτυπία στήν ἐκκλησιαστική ἱστορία καί προφανῆ ἀντικανονικότητα ἔγινε ἐπιλογή, μικροῦ ποσοστοῦ ἐπισκόπων μέ περιφρόνηση ὅμως τῆς ἰσότητος ὅλων τῶν ἱεραρχῶν καί β) Δέν διαφυλάχθηκε ἡ ἑνότης καί ἡ ἰσότης οὔτε καί αὐτῶν τῶν ἐπισκόπων πού ἔλαβαν μέρος στήν Σ.τ.Κ., ἀφοῦ τούς ἀφαιρέθηκε ἡ δυνατότης νά ψηφίζουν. 



παυσε γιά πρώτη φορά στήν συνοδική ἱστορία καί στήν Κανονική μας Παράδοση νά ἰσχύει ἡ ἰσότιμη καί ἰσόκυρη συμμετοχή ὅλων τῶν ἐπισκόπων. Υἱοθετήθηκε τό σχῆμα μία ψῆφος-μία Ἐκκλησία. 7 Πέραν αὐτῶν ἡ Σ.τ.Κ. συγκλήθηκε κατά παράβαση καί αὐτοῦ τοῦ ἰδίου τοῦ ὡς ἄνω μνημονευθέντος «Κανονισμοῦ». Ὁ ἐν λόγῳ «Κανονισμός» μεταξύ ἄλλων προέβλεπε, ὅτι ἡ Σύνοδος: «συγκαλεῖται ὑπό τῆς Α. Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, συμφρονούντων καί τῶν Μακαριωτάτων Προκαθημένων πασῶν τῶν ὑπὸ πάντων ἀνεγνωρισμένων κατά τόπους Αὐτοκεφάλων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν» (ἄρθ.1). Ὡστόσο τέσσαρες Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες, δέν συμμετεῖχαν, διότι ζήτησαν τήν ἀναβολή τῆς Σ.τ.Κ. μέ σκοπό τήν ἐκ νέου μελέτη τῶν προσυνοδικῶν κειμένων. 


πομένως δέν πληροῦται ὁ ὅρος τοῦ ἄρθρου 1 τοῦ Κανονισμοῦ. Ἐπί πλέον, ἀποσιωποῦν οἱ ἁγιορεῖτες Πατέρες τό γεγονός, ὅτι ἡ Σ.τ.Κ. δέν ἀποτελεῖ συνέχεια τῶν ἁγίων ἐννέα Οἰκουμενικῶν Συνόδων τῆς Ἐκκλησίας, ὄχι μόνον ἐξ᾿ αἰτίας τῆς μή συμμετοχῆς ὅλων τῶν ἐπισκόπων καί τοῦ καινοφανοῦς τρόπου τῆς λήψεως τῶν ἀποφάσεων, ἀλλά καί διότι: α) Καμία αἵρεση δέν ἐπεσήμανε, οὔτε κατεδίκασε, (ἡ λέξη αἵρεση εἶναι ἄγνωστη στά κείμενά της), ἀντίθετα μάλιστα κατοχύρωσε καί νομιμοποίησε συνοδικά τήν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. β) Ναί μέν ἀναγνώρισε τίς ἐπί Μεγάλου Φωτίου (789) καί ἐπί Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ (1341-1351) Συνόδους, ὡς καθολικοῦ κύρους Συνόδους, ὡστόσο ὅμως παρέλειψε νά ἀνανεώσει τήν ἐπικύρωση τῶν δογματικῶν ἀποφάσεων τῶν ἑπτά πρώτων Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ὅπως αὐτό πάντοτε γινόταν στήν ἱστορία τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Ἂν μελετήσουμε τά πρακτικά τῶν ἑπτά Οἰκουμενικῶν Συνόδων, θά δοῦμε ὅτι κάθε ἑπόμενη Οἰκουμενική Σύνοδος ἐπεκύρωνε ὅλες τίς δογματικές ἀποφάσεις ὅλων τῶν προηγουμένων, ὥστε νά φαίνεται ὅτι εἶναι συνέχεια αὐτῶν καί ὅλες μαζί νά ἀποτελοῦν ἡ μία συνέχεια τῆς ἄλλης, ὅπως οἱ κρίκοι μιᾶς ἁλυσίδας. 



γ) λες οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι διακηρύσσουν ὅτι ἀκολουθοῦν τό σταθερό ὀρθόδοξο ἀξίωμα «ἑπόμενοι τοῖς Ἁγίοις Πατράσι», ὅτι δέν καινοτομοῦν, δέν προσθέτουν, οὔτε ἀφαιροῦν κάτι ἀπό ὅσα καθόρισαν οἱ προηγούμενοι Ἅγιοι Πατέρες. Ἡ Σ.τ.Κ. τά ἄλλαξε ὅλα στόν τρόπο συγκλήσεως καί λειτουργίας της. Διέσπασε τήν ἑνότητά της μέ τίς προηγούμενες Συνόδους. Εἶναι ὁλοφάνερα ἄλλου εἴδους σύνοδος, «διαφορετικό εἴδος συνόδου», ὅπως μέ εἰλικρίνεια καί καύχηση παραδέχθηκε μέσα στήν «Σύνοδο» ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ἀλβανίας κ. Ἀναστάσιος. 8 δ) Κατεπάτησε καί ἀκύρωσε στήν πράξη θεοπνεύστους Ἱερούς Κανόνες διαχρονικοῦ κύρους, ὅπως αὐτούς πού ἀπαγορεύουν τίς συμπροσευχές καί τούς μεικτούς γάμους καί τόν 37ο τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, πού ἔχει οἰκουμενική ἐπικύρωση ἀπό τόν Α΄ τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς καί τόν Β΄ τῆς ΣΤ΄. ε) Προσκάλεσε ἐκπροσώπους τῶν αἱρετικῶν κοινοτήτων τῶν Παπικῶν, Προτεσταντῶν, καί Μονοφυσιτῶν ὡς τιμώμενα πρόσωπα, κάτι πού εἶναι μιά πρωτοφανῆς καινοτομία, ξένη πρός τήν Συνοδική μας Παράδοση. Ποτέ στήν ἱστορία τῶν Οἰκουμενικῶν καί Τοπικῶν Συνόδων δέν ὑπῆρξε τό φαινόμενο νά προσκαλοῦνται αἱρετικοί ὡς τιμώμενα πρόσωπα, ἀλλά πάντοτε ὡς ὑπόδικοι καί ὡς ἀπολογούμενοι, ὡς ἔνοχοι αἱρετικῶν διδασκαλιῶν. 


ποσιωποῦν ἐπίσης οἱ ἁγιορεῖτες πατέρες τό γεγονός ὅτι ἡ «Σύνοδος» αὐτή ἐνῶ ὑποτίθεται ὅτι συγκροτήθηκε γιά νά διατρανώσει τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, τελικά ἔφερε τό ἀντίθετο ἀποτέλεσμα. Προκάλεσε διαιρέσεις καί σχίσματα στό σῶμα της. Δίχασε τόν Ὀρθόδοξο κόσμο μέ τά ἀντορθόδοξα δόγματα, τά ὁποῖα ἐθέσπισε καί συνοδικῶς ἐπεκύρωσε. Δίχασε τίς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες σέ ἐκεῖνες πού τήν ἀποδέχονται καί σέ ἐκεῖνες πού τήν ἀπορρίπτουν. Δίχασε τούς ἱεράρχες τῶν δέκα ἐκκλησιῶν, πού συμμετεῖχαν στήν «Σύνοδο», σέ ἐκείνους πού τήν ἀποδέχονται καί σέ ἐκείνους πού τήν ἀπορρίπτουν. Δίχασε τό Ἅγιον Ὄρος καί πολλά Μοναστήρια ἀπό τήν Ἑλλάδα καί ἄλλες Ὀρθόδοξες χώρες. Δίχασε τέλος τόν πιστό λαό τοῦ Θεοῦ. 



Παρά κάτω γράφουν: «Ἡ Ἐκκλησία πάντοτε παραµένει “στύλος καί ἑδραίωµα τῆς ἀληθείας”. Ἡ Ἐκκλησία κατά τόν Ἅγιον Ἰωάννην τόν Χρυσόστοµον “χειµάζεται, ἀλλ᾿ οὐ καταποντίζεται· κλυδωνίζεται, ἀλλ᾿ οὐ γίνεται ὑποβρύχιος· δέχεται βέλη, ἀλλ᾿ οὐ δέχεται τραύµατα”· εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεάνθρωπος. Ὅλοι οἱ Ἅγιοι ζῶντες ἐν Χριστῷ µᾶς παραπέµπουν εἰς τήν Ἐκκλησίαν καί µᾶς ἀναπαύουν. Τό Πνεῦµα τό Ἅγιον ὅλον συγκροτεῖ τόν θεσµόν τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτό τά ἀσθενῆ θεραπεύει καί τά ἐλλείποντα ἀναπληροῖ. Παραµένοντες εἰς τήν Ἐκκλησίαν καί αἰσθανόµενοι ἐλλιπεῖς καί ἀσθενεῖς δεχόµεθα τήν θεραπείαν καί τήν ὑγείαν». Ὅλα τά παρά πάνω πολύ καλά καί πολύ σωστά. Τό ἐρώτημα ὅμως εἶναι: 


Ποῦ ὀφείλεται στήν παροῦσα χρονική συγκυρία ὁ «κλυδωνισμός» τῆς Ἐκκλησίας, οἱ διασπάσεις, οἱ ἀποτειχίσεις, ὅλη αὐτή ἡ κρίση στήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας; Ἀπό ποῦ προέρχονται τώρα τά «βέλη», πού δέχεται ἡ Ἐκκλησία; Ἀπό ποῦ ἀλλοῦ παρά ἀπό τήν Σ.τ.Κ.; Καί στό σημεῖο αὐτό οἱ ἁγιορεῖτες Πατέρες δέν τολμοῦν νά μποῦν στήν οὐσία τοῦ προβλήματος. Ἀναφέρουν, ὅτι «ὅλοι οἱ Ἅγιοι ζῶντες ἐν Χριστῷ µᾶς παραπέµπουν εἰς τήν Ἐκκλησίαν καί µᾶς ἀναπαύουν». Οἱ ἅγιοι ὄντως «μᾶς παραπέµπουν εἰς τήν Ἐκκλησίαν». Μᾶς παραπέμπουν ὅμως καί στούς ἀγῶνες των τούς ἀντιαιρετικούς, στούς ὁποίους δέν φαίνονται πρόθυμοι νά μᾶς παραπέμψουν οἱ ἁγιορεῖτες Πατέρες, διότι οἱ ἀγῶνες των εἶναι γι᾿ αὐτούς ἕνας ἔλεγχος δρυμύτατος. Οἱ ἅγιοι, ἐπειδή ἀκριβῶς ἐγνώριζαν ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι «στύλος καί ἑδραίωµα τῆς ἀληθείας», μεγάλους ἀγῶνες ἔκαναν καί σέ πολλές θυσίες ὑποβλήθηκαν, γιά νά διαφυλάξουν τήν ἀλήθεια τῆς πίστεως ἀπό τίς πλάνες τῶν αἱρέσεων. Οἱ σημερινοί ἁγιορεῖτες Καθηγούμενοι σέ πόσες θυσίες ὑποβλήθηκαν, πόσες καθαιρέσεις καί πόσους διωγμούς ὑπέμειναν, γιά νά διαφυλάξουν τήν ἀλήθεια τῆς πίστεως ἀπό τήν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ; Γιά νά καταγγείλουν τίς κακόδοξες ἀποφάσεις τῆς Σ.τ.Κ.; 



Παρά κάτω γράφουν: «Τό Πνεῦµα τό Ἅγιον ὅλον συγκροτεῖ τόν θεσµόν τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτό τά ἀσθενῆ θεραπεύει καί τά ἐλλείποντα ἀναπληροῖ. Παραµένοντες εἰς τήν Ἐκκλησίαν καί αἰσθανόµενοι ἐλλιπεῖς καί ἀσθενεῖς δεχόµεθα τήν θεραπείαν καί τήν ὑγείαν. Ἐάν ὡς ἄνθρωποι παρεκκλίνωµεν, ἡ χάρις τοῦ Πνεύµατος µᾶς ἐπαναφέρει εἰς τόν ὀρθόν δρόµον. Δι᾿ αὐτό κάθε φόβος εἶναι περιττός, ὡς φανέρωσις ὀλιγοπιστίας, ἐφ᾿ ὅσον εὑρισκώµεθα ἐντός τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ». Στήν παράγραφο αὐτή γίνεται λόγος γιά «ἀσθενῆ», γιά «ἐλλείποντα» καί γιά «παρεκκλίσεις ἀπό τόν ὀρθόν δρόμον». Ἐδῶ ὁ συντάκτης ἀναφέρεται μέ πολύ συγκεκαλυμμένο τρόπο, στίς κακόδοξες δογματικές ἀποφάσεις τῆς Σ.τ.Κ., τίς ὁποῖες ἤδη ἡ Ἱεροκοινοτική Ἐπιτροπή στήν Εἰσήγησή της χαρακτήρησε ὡς «ἀσάφειες», «ἀμφισημίες», «ἀτέλειες» καί «ἐλλείψεις», ἐνῶ ἐδῶ ὁ συντάκτης τίς χαρακτηρίζει ὡς «ἀσθενῆ», «ἐλλείποντα» καί «παρεκκλίσεις ἀπό τόν ὀρθόν δρόμον». Οἱ ἁγιορεῖτες πιστεύουν ὅτι ὅλα τά «ἀσθενῆ» καί τά «ἐλλείποντα» θά θεραπευθοῦν μέσα στήν Ἐκκλησία, ἐνῶ οἱ «παρεκκλίσεις» θά βροῦν τό σωστό δρόμο τους μέ τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. 


Μ᾿ ἄλλα λόγια πιστεύουν ὅτι οἱ δογματικές πλάνες τῆς Σ.τ.Κ. θά θεραπευτοῦν ἀπό μόνες τους, ὡς διά μαγείας, μέ τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, χωρίς ἀντιαιρετικούς ἀγῶνες, χωρίς κόπους καί θυσίες. Ὡστόσο ἡ Ἐκκλησιαστική Ἱστορία μας διδάσκει, ὅτι καμία αἵρεση δέν κατανικήθηκε ὡς διά μαγείας, ἢ μόνον μέ τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, χωρίς τήν συνέργεια τοῦ ἀνθρωπίνου παράγοντος, χωρίς ἀγῶνες καί θυσίες. Παρά κάτω γράφουν: «Ἄλλωστε καί οἱ τέσσαρες Πατριάρχαι τῆς Ἀνατολῆς διά τῆς ἱστορικῆς των ἐγκυκλίου (1848) µᾶς καθησυχάζουν ὁµολογοῦντες ὅτι “παρ᾿ ὑµῖν οὔτε Πατριάρχαι, οὔτε Σύνοδοι ἐδυνήθησαν ποτέ εἰσαγαγεῖν νέα, διότι ὁ ὑπερασπιστής τῆς θρησκείας ἐστίν αὐτό τό σῶµα τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι αὐτός ὁ λαός, ὅστις ἐθέλει τό θρήσκευµα αὐτοῦ αἰωνίως ἀµετάβλητον καί ὁµοειδές τῷ τῶν Πατέρων αὐτοῦ”… Ἔχοµεν ἐµπιστοσύνην εἰς τήν ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ, ὄχι εἰς ἀτοµικάς καί ἑώλους δοξασίας, αἱ ὁποῖαι ὁδηγοῦν ἐκτός Ἐκκλησίας καί δηµιουργοῦν τάς κολάσεις τῶν αἱρέσεων». 



Οἱ τέσσαρες Πατριάρχαι τῆς Ἀνατολῆς ὄχι μόνον δέν «μᾶς καθησυχάζουν», ἀλλά ἀντίθετα μάλιστα, μᾶς διεγείρουν σέ ἐπαγρύπνηση καί ἀγωνιστικότητα. Διότι ὑπομιμνήσκουν στό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, στόν πιστό λαό τοῦ Θεοῦ, τό χρέος του νά ἀγωνιστεῖ γιά νά διαφυλάξει ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ τήν πίστη, ἀκέραιη καί ἀπαραχάρακτη ἀπό κάθε αἵρεση. Ἡ Ἐγκύκλιος αὐτή ἔχει μιά ἰδιαίτερη ἐπικαιρότητα σήμερα, πού ἡ πλάνη ἔλαβε συνοδική κατοχύρωση στήν Σ.τ.Κ.. Γίνεται ἐπίσης λόγος γιά «ἑώλους δοξασίας, αἱ ὁποῖαι ὁδηγοῦν ἐκτός Ἐκκλησίας». 


Ποιές ὅμως εἶναι αὐτές καί ποιοί τίς ἐκφράζουν; Δέν θά ἔπρεπε οἱ ἁγιορεῖτες Πατέρες νά μιλήσουν σταράτα καί συγκεκριμένα, γιά νά μᾶς προφυλάξουν, ὥστε νά μήν παρασυρθοῦμε καί καταλήξουμε τελικά ἐκτός Ἐκκλησίας καί χάσουμε τήν σωτηρία μας; Παρά κάτω γράφουν: «Ζῶντες ἐν Ἁγίῳ Ὄρει πολιτευόµεθα “κατά τάς τῶν Ἁγίων θεοπνεύστους θεολογίας καί τό τῆς Ἐκκλησίας εὐσεβές φρόνηµα”… Παραµένοµεν εὐγνώµονες καί ἄγρυπνοι κρατοῦντες τάς παραδόσεις». Ρωτᾶμε τούς ἁγιορεῖτες Πατέρες: Ἡ ἀναγνώριση τῶν Ἑτεροδόξων ὡς Ἐκκλησιῶν, πού συνοδικά καί ἐπίσημα νομοθετήθηκε στήν Σ.τ.Κ., εἶναι σύμφωνη μέ τάς «τῶν Ἁγίων θεοπνεύστους θεολογίας καί τό τῆς Ἐκκλησίας εὐσεβές φρόνηµα»; 


συμμετοχή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στό Π.Σ.Ε., πού καί αὐτή συνοδικά νομοθετήθηκε στή Σ.τ.Κ., (διά τῆς ὁποίας μάλιστα συμμετοχῆς ὑπεγράφησαν ἀπό τούς Ὀρθοδόξους πλῆθος κακόδοξα προτεσταντικά κείμενα), εἶναι σύμφωνη μέ τάς «τῶν Ἁγίων θεοπνεύστους θεολογίας καί τό τῆς Ἐκκλησίας εὐσεβές φρόνηµα»; Ἀφοῦ λοιπόν δέν εἶναι σύμφωνη, γιατί σεβαστοί Πατέρες σιωπήσατε καί δέν ἐκφράσατε μέ θάρρος καί παρρησία τήν διαφωνία σας στό Μήνυμά σας πρός τόν λαό; Γιατί δέν καυτηριάσατε καί δέν ἀνατρέψατε τίς κακοδοξίες, πού νομοθετήθηκαν στή Σ.τ.Κ.; Καί πῶς μπορεῖτε νά καυχάσθε, ὅτι πολιτεύεσθε «κατά τάς τῶν Ἁγίων θεοπνεύστους θεολογίας καί τό τῆς Ἐκκλησίας εὐσεβές φρόνηµα», καί ὅτι παραµένετε «ἄγρυπνοι κρατοῦντες τάς παραδόσεις», καθ᾿ ὃν χρόνον δέν πράξατε τό καθῆκον σας; 


Δέν γνωρίζετε, ὅτι ἡ μή στυλίτευση καί ἡ σιωπή ἀπέναντι στήν πλάνη, ὁδηγεή τελικά στή συμπόρευση μέ τήν πλάνη; Συμπεράσματα. Κλείνοντας τόν θεολογικό σχολιασμό μας, θά μπορούσαμε νά καταλήξουμε, μεταξύ ἄλλων στά ἑξῆς συμπεράσματα. Ἡ «Εἰσήγηση» ἔχει χωρίς ἀμφιβολία κάποιες θετικές ἐπισημάνσεις. Ὡστόσο, πέρα ἀπό τά κενά πού παρουσιάζει, δυστυχῶς ἀδυνατεῖ νά ἀναγνωρίσει καί νά διακηρύξει τό φοβερό ὀλίσθημα τῆς Σ.τ.Κ., τήν ἔκπτωσή της δηλαδή σέ μιά οἰκουμενιστική- αἱρετική ψευδοσύνοδο. Τό κείμενο εἶναι ἔτσι διατυπωμένο, ὥστε ὁ ἀναγνώστης νά βγάζει ἀβίαστα τό συμπέρασμα, ὅτι ἡ Σ.τ.Κ. εἶναι μέν μιά Ὀρθόδοξη Σύνοδος, ἀλλά μέ λάθη, ἀμφισημίες καί ἀσάφειες, πού πρέπει νά διορθωθοῦν. Στά ἴδια συμπεράσματα θά μπορούσαμε νά καταλήξουμε καί εἰς ὅ,τι ἀφορᾶ τό «Μήνυμα», τό ὁποῖο κατά τήν ταπεινή μου γνώμη, εἶναι πολύ χειρότερο ἀπό τήν Εἰσήγηση. 



Στήν «Εἰσήγηση» τουλάχιστον ἐκφράζονται κάποιες ἐπιφυλάξεις καί προτείνονται κάποιες διορθώσεις, ἐνῶ στό «Μήνυμα» καμία διόρθωση δέν προτείνεται. Καί τά δύο κείμενα παραθεωροῦν τό γεγονός, ὅτι κάθε δογματικό λάθος ἀποτελεῖ κατ᾿ οὐσίαν πλάνη καί αἵρεση καί ὅτι Ὀρθόδοξη Σύνοδος μέ δογματικά λάθη, ἁπλούστατα δέν εἶναι κἂν Ὀρθόδοξη Σύνοδος. Ὅπως πολύ εὔστοχα ἐπισημαίνει σέ βαρυσήμαντο λόγο του ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός: «Οὐδέποτε διά μεσότητος, ἄνθρωπε, τά ἐκκλησιαστικά διωρθώθη. Μέσον ἀληθείας καί ψεύδους οὐδέν ἐστιν. Ἀλλ᾿ ὥσπερ τόν τοῦ φωτός ἔξω γενόμενον, ἐν τῷ σκότει εἶναι ἀνάγκη, οὕτω τόν τῆς ἀληθείας μικρόν παρεκκλίναντα, τῷ ψεύδει λοιπόν ὑποκεῖσθαι φαίημεν ἂν ἀληθῶς». Καί τά δύο κείμενα προσπαθοῦν νά δικαιολογήσουν τά ἀδικαιολόγητα. Καί τά δύο κείμενα δέν ἔχουν καμία σχέση, οὔτε κἂν συγκρίνονται, μέ παλαιότερα ἁγιορειτικά κείμενα, στά ὁποῖα οἱ ἁγιορεῖτες Πατέρες, μέ ρωμαλέο καί ἀγωνιστικό φρόνημα, μέ ὁμολογιακό θάρρος καί παρρησία, ὕψωναν τό ἀνάστημά τους καί τολμοῦσαν νά ἐλέγξουν κάθε παρέκκλιση ἀπό τήν Ὀρθόδοξη διδασκαλία, ἀπό ὅ,που καί ἂν αὐτή προέρχονταν, ἀκόμη καί ἀπό τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη. 


Καί τά δύο κείμενα παραθεωροῦν τό γεγονός, ὅτι οἱ κακοδοξίες τῆς Σ.τ.Κ. κατοχυρώθηκαν καί ἔλαβαν ἐπίσημο συνοδικό κῦρος καί ὅτι οἱ ὑπογράψαντες ἀπαιτοῦν τήν πλήρη ἐφαρμογή τῶν ἀποφάσεών της. Ματαίως λοιπόν οἱ ἁγιορεῖτες Πατέρες «προσβλέπουν μετ᾿ ἐλπίδος εἰς τήν περαιτέρω θεολογικήν ἐπεξεργασίαν καί πλέον αὐθεντικήν διατύπωσιν τῶν συνοδικῶν κειμένων». Ματαίως ἐλπίζουν ὅτι ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος θά διορθώσει τά «ἐλλείποντα» καί τά«ἀσθενῆ» τῆς Σ.τ.Κ. καί θά ἐπαναφέρει μέ ἕνα αὐτόματο τρόπο, χωρίς τήν συνέργεια τοῦ ἀνθρωπίνου παράγοντος, τήν Σ.τ.Κ. στόν ὀρθό της δρόμο. Οἱ διορθώσεις τῶν συνοδικῶν κειμένων δέν πρόκειται νά γίνουν ὡς διά μαγείας, ἀπό οἰκουμενιστές ἀρχιερεῖς, οὔτε μέ εὐχολόγια καό ἀνόητες ἐλπίδες. Οἱ διορθώσεις μποροῦν νά γίνουν μόνο μέ μιά νέα ἀληθινά Ὀρθόδοξη Σύνοδο. Ἀλλά, γιά νά πραγματοποιηθεῖ μιά τέτοια Σύνοδος ἀπαιτεῖται πολύς ἀγώνας καί πολλές θυσίες. Τό λυπηρό εἶναι δυστυχῶς ὅτι σέ τέτοιου εἴδους θυσίες καί ἀγῶνες δέν φαίνονται πρόθυμοι νά μποῦν οἱ κατά τά ἄλλα σεβαστοί ἅγιοι Καθηγούμενοι. Φαίνεται ὅτι τό ἡγουμενικό τους ἀξίωμα «μετράει» περισσότερο ἀπό τήν πίστη…



Εκ της επίσημης ιστοσελίδας της Ιεράς Μητρόπολης Ωρωπού και Φυλής της 
Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών
Ολόκληρο το κείμενο μαζί με τις παραπομπές ΕΔΩ. 
Επιμέλεια, παρουσίαση ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


Σάββατο 25 Αυγούστου 2018

ΟΙ ΛΟΓΟΙ ΠΟΥ ΜΕ ΚΑΝΟΥΝ ΝΑ ΣΤΡΕΦΟΜΑΙ ΣΤΟ ΠΑΛΑΙΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ




του Αρχιμανδρίτη π. Παισίου Παπαδόπουλου


Στις διάφορες αποφάσεις και ενέργειές μας, κατ’ εξοχήν στην πνευματική μας ζωή, κριτήριο δεν είναι η γνώμη του καθενός, ούτε εκείνο που μας αρέσει, καθώς όμως δεν γνωρίζουμε, ούτε και το πραγματικό μας συμφέρον, σαφώς δεν είναι εκείνο που φαίνεται να εξυπηρετεί την τρέχουσα καθημερινότητα μας με τα πολλά και ποικίλα προβλήματα που πρέπει να λύνονται, αλλά αποκλειστικά και μόνο το θέλημα του Θεού. Στην προσευχή μας λέγοντας το «Πάτερ ἡμῶν», την γνωστή Κυριακή προσευχή, ζητούμε «γενηθήτω τό θέλημά Σου». Άραγε το εννοούμε όταν το λέμε;


Ποιό είναι το κατ’ ευδοκίαν και πρώτο ή προηγούμενο, όπως λέγεται θέλημα του Θεού; Είναι αυτό που από την αρχή ήθελε ο Θεός για εμάς την σωτηρία μας. Επομένως όλα κρίνονται από τις προϋποθέσεις που δημιουργούν ώστε να μην χάσουμε την σωτηρία. Και αφού ο Σωτήρ που μας σώζει είναι μόνο ο Ιησούς Χριστός πρέπει να βρισκόμαστε σε διαρκή κοινωνία ενωμένοι μαζί Του, η οποία μας εξασφαλίζει την Χάριν της υιοθεσίας. Την Χάρι αυτή βέβαια την λαμβάνουμε κατά το Άγιο Βάπτισμα, η Χάρις όμως αναζωπυρώνεται με την μετάνοια και το μυστήριο της Ιεράς Εξομολογήσεως καθώς την Θεία Μετάλειψη, την προσευχή και την τήρηση των εντολών του Χριστού και την ζωή μας μέσα στην Παράδοση της Εκκλησίας. 


«άν ἀγαπᾶτέ με, τάς ἐντολάς τάς ἐμάς τηρήσατε, (εάν με αγαπάτε, τηρήσατε τις εντολές μου) καί ἐγώ ἐρωτήσω τόν πατέρα καί ἄλλον παράκλητον δώσει ὑμῖν, ἵνα μένει μεθ’ ὑμῶν εἰς τόν αἰῶνα, (και εγώ θα παρακαλέσω τον Πατέρα και θα σας δώσει εκείνος άλλον οδηγόν και Παράκλητον, δια να μένει μαζί σας αιωνίως) τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὃ ὁ κόσμος οὐ δύναται λαβεῖν, ὅτι οὐ θεωρεῖ αὐτό οὐδέ γινώσκει αὐτό· ὑμεῖς δέ γινώσκετε αὐτό, ὅτι παρ’ ὑμῖν μένει καί ἐν ὑμῖν ἔσται (θα σας δώσει το 'Αγιον Πνεύμα, το Οποίον είναι η καθαρά και απόλυτος αλήθεια και φανερώνει την αλήθεια στους καλοπροαιρέτους. Αυτό όμως ο κόσμος ο αμαρτωλός δεν μπορεί να το πάρει, διότι δεν έχει ανοικτά τα μάτια της ψυχής και ένεκα τούτου δεν το βλέπει, ούτε και το γνωρίζει. Σεις όμως το γνωρίζετε, διότι εγώ σας το εφανέρωσα και μένει πλησίον σας· έπειτα δε από την επιφοίτησίν του θα κατοικεί και μέσα στιςψυχές σας).


Πριν όμως από κάθε τι προηγείτε η ομολογία της πίστεώς μας! «καρδίᾳ γάρ πιστεύεται εἰς δικαιοσύνην, στόματι δέ ὁμολογεῖται εἰς σωτηρίαν» (Ρωμ.10, ). Επειδή στον Θεάνθρωπο πιστέψαμε και εφαρμόζουμε τις εντολές Του με τα όποια έργα μας για τον λόγο ότι Εκείνος μας τα ζητά σύμφωνα με το Ευαγγέλιο Του, δηλαδή τα κάνουμε στο Όνομα του Χριστού και όχι στο όνομα μιας αφηρημένης ηθικής δεοντολογίας. Η ομολογία δεν προηγείται μόνο μία φορά, τότε πριν από το Άγιο Βάπτισμα, αλλά προηγείται η ομολογία κάθε φορά πριν από τον καθαγιασμό στην αγία αναφορά, καθώς τελούμε την θεία Λειτουργία. Δεν προγείται όμως μόνο τότε, προηγείται σε όλη την εν Χριστώ ζωή μας «Πᾶς οὖν ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοί ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγώ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς· ὅστις δ’ ἂν ἀρνήσηταί με ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ἀρνήσομαι αὐτόν κἀγώ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς» (Μτ.10, 32-33). 


Και αν η ομολογία προηγείται από κάθε τι στην πνευματική ζωή προηγείται και στις εκκλησιαστικές μας ενέργειες για να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο ότι έχουμε παύσει να κρατούμε την καλή και αγία ομολογία της Ορθοδόξου Πίστεώς μας. «Ἔχοντες οὖν Ἀρχιερέα Μέγαν διεληλυθότα τούς οὐρανούς, Ἰησοῦν τόν ΥΙΟΝ τοῦ ΘΕΟΥ, ΚΡΑΤΩΜΕΝ τῆς ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ» (Ἑβρ. 4,14). Τό αὐτό καί ὁ Ἀπόστολος Ἰούδας συμβουλεύει: «Ἀγαπητοί… παρακαλῶν ἐπαγωνίζεσθε τῇ ἅπαξ παραδοθείσῃ τοῖς Ἁγίοις Πίστει» (Ἰούδ. Α' 3). Κρατῶμεν τῆς ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ἣν παρελάβομεν ἄδολον παρά τηλικούτων ἀνδρῶν, ἀποστρεφόμενοι πάντα Νεωτερισμόν, ὡς ὑπαγόρευμα τοῦ Διαβόλου. (Πανορθόδοξος Σύνοδος 1848). Εμείς τον ομολογία μας αυτή θεωρούμε δεδομένο να την συνδέσουμε με τα άσχημα εκκλησιαστικά γεγονότα, για τα οποία αν δεν πάρουμε θέση, θα έχουμε ευθύνη πάρα πολύ μεγάλη!



Επειδή προκλήθηκε θόρυβος με την επιστροφή μας στο πάτριο εορτολόγιο, οφείλω να επισημάνω μερικά σημεία:

1. Καταρχήν, όλοι γνωρίζουμε ότι γίνεται ένας σκληρός αγώνας που έχει κόστος από κάθε πλευρά και πνευματική βέβαια.

2. Σ’αυτόν τον αγώνα η ιερά μας μονή εκ των πραγμάτων, όπως και ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς στην επίγεια ζωή του είναι μπροστάρης, που σημαίνει ότι τουλάχιστον ανοίγει δρόμο.

3. Δεν ενεργούμε όμως συμφωνα με ανθρώπινες επιθυμίες και θελήματα, αλλά ψάχνουμε το θέλημα του Θεού.

4. Γι’αυτό το λόγο δύο ολόκληρα χρόνια προσευχόμαστε πολύ εντατικά και νηστέψαμε στην σύναξίν μας όλοι μαζί κατά δύναμιν, λοιπόν ούτε βιαστήκαμε, ούτε αβρόχοις ποσί αποτείχιση κάναμε!

5. Οι ενέργειές μας μέχρι τώρα δεν ήταν ούτε άστοχες, ούτε αλλοπρόσαλλες, ούτε και αλλάξαμε πορεία απ΄ όσα εξ αρχής είπαμε.



6. Υπήρξαν πρόσωπα που έφυγαν από την σύναξίν μας διότι γνώριζαν, ότι θα καταλήξουμε στο Πάτριο εορτολόγιο. Δεν το κρύψαμε, το είπαμε ανοιχτά και το δημοσιεύσαμε πολλάκις. Άλλοι πάλι έφυγαν, διότι ελέγχαμε την κατάσταση και δεν αφήσαμε κανέναν να αυτενεργεί και να διδάσκει περί ακύρων μυστηρίων ή να μας εμποδίζει να μεταλαμβάνουμε τους μη έχοντας γνώση για τα εκκλησιαστικά πράγματα. Το ίδιο και τώρα δεν επιτρέψαμε σε γυναικούλες, να μας σέρνουν σαν αρκουδάκια από την μύτη και να μας πηγαίνουν εκεί που θέλουν, επειδή έχουν δειλία και φοβίες.
7. Προσωπικά, μολονότι υπήρχε ανάγκη να εξομολογούμαι, δεν δεσμεύτηκα σε κανένα πνευματικό, όσες φορές χρειάστηκε να εξομολογηθώ, μόνο και μόνο, για να μην ακολουθήσουμε τη γραμμή της ομάδος (παράταξης) στην οποία ο καθένας ανήκε.
8. Δεν ήταν δυνατόν όμως να συνεχίσω να πορεύομαι χωρίς πνευματικό οδηγό και εξομολόγηση. Πνευματικά μας παιδιά διαπιστώνοντας τη δυσκολία με την τρέχουσα προβληματική εκκλησιαστική κατάσταση, μας προέτρεπαν να αναζητήσουμε πνευματικό για εξομολόγηση, ενίσχυση και καθοδήγηση.
9. Οι επιλογές ήταν συγκεκριμένες, ή θα επιστρεφαμε στους Οικουμενιστές -άπαγε της αρνήσεως της Πίστεώς μας- ή θα πηγαίναμε στους Οικονομιστές ή στους Τρικαμηνικούς ή στους Παλαιοημερολογίτες.
10. Διάλεξα τους παλαιοημερολογίτες, διότι θεωρώ ότι ξεχωρίζουν από όλους τους άλλους και διότι η αποτείχιση έχει ένα σκοπό και μία προοπτική.



11. Αποτείχιση που αφήνει τους πιστούς στο μέσο του πελάγους και δεν τους βγάζει στην αντίπερα ασφαλή όχθη της “γης”, την θεωρώ αυτοκτονία.
12. Άλλωστε, μια αποτείχιση πρέπει να καλύπτει και τις ποιμαντικές ανάγκες των πιστών και όχι να δημιουργεί προβλήματα.
13. Λόγω αυτών ακριβώς των προβλήματων, ορισμένοι αδελφοί μας αναγκάτηκαν να προβούν σε μια οικονομία εις βάρος της πίστεως.
14. Ας μην ξεχνούμε οτι η αποτείχισις είναι μια προσωρινή κατάσταση, μέχρι να αποκατασταθεί η εκκλησιαστική τάξη.
15. Έπειτα ο πολύς και απλός κόσμος που ακούει αποτείχιση, δεν καταλαβαίνει και νομίζει, ότι η αποτείχισις είναι να φύγει κανείς από την Εκκλησία. Και εκεί πάτησαν οι πονηροί και κακοπροαίρετοι μητροπολίτες. Έδωσαν στους πιστούς να καταλάβουν, ότι τάχα φύγαμε από την εκκλησία, όπως οι ψευδομάρτυρες του Ιεχωβά.
16. Στην αποτείχιση αυτή, σαφώς ο σκοπός μας δεν ήταν να σκορπίσουμε. Εφόσον, όμως φθόνῳ του διαβόλου και με την συνέργεια ορισμένων ομάδων, δεν ήταν δυνατόν να υπάρξει συνεννόηση, οδηγούμε την αποτείχιση πλέον, ένα βήμα μπροστά για να μην διαλυθεί, αλλά να φέρει το προσδοκώμενο αποτέλεσμα.




17. Ούτως ή άλλως, όλοι έπρεπε να επιστρέψουμε στην Παράδοση της Εκκλησίας μας που αφορά το εορτολόγιο, το οποίο βέβαια, ας μην λησμονούμε ακολουθεί όλη η Ορθόδοξη Εκκλησία.
18. Μέχρι πότε θα υφίσταται σχίσμα μεταξύ παλαιού και νέου και γιατί πρέπει να ενωθούμε με τους λογής-λογής αιρετικούς και όχι με τους ορθόδοξους παλαιοημερολογίτες;
19. Θα υπάρξει άλλη ευκαιρία και συνθήκες να παύσει το σχίσμα με την προοπτική μάλιστα της από κοινού καταδίκης του Οικουμενισμού;
20. Μέχρι τώρα το θέμα του εορτολογίου, αν και δεν ήταν θέμα πίστεως, αλλά εκκλησιαστικής Παραδόσεως, επειδή ακριβώς δεν είχε νοθευτεί ακόμη η πίστις, μολονότι ήταν σοβαρό παράπτωμα η αλλαγή του εορτολογίου, (πόσο μάλλον αφού έγινε με σκοπιμότητα), δεν μας στερούσε την σωτηρία το ότι δεν μείναμε στο Πάτριο. 



Τώρα όμως που αλλάζει η πίστη, διότι στην πραγματικότητα με την απόφασή τους στην Κολυμβάρια ψευτοσύνοδο να δέχονται πολλές Εκκλησίες, ενώ το σύμβολο της πίστεως επισημαίνει «Εἰς μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν…», επειδή πλέον συνοδικά δεν υπάρχει η αγία πίστη που αγιάζει τους πιστούς και τους μολύνει πλέον η άδηλη αίρεση που εισήγαγαν με την μετοχή τους στον και συνοδικά αναγνωρισμένο Οικουμενισμό, το δευτερεύον τότε θέμα του εορτολογίου καθίσταται πλέον κριτήριο Ορθοδοξίας, αφού η σκοπιμότητα της “αδιάφορης” φαινομενικά τότε αλλαγής επαλήθευσε τώρα πλέον την πρόθεση, που δι’ αυτής στην ουσία κατελύθη η Πίστις με την οποία και σωζόμαστε. ΕΠΟΜΕΝΩΣ ΤΟ ΘΕΜΑ ΕΙΝΑΙ ΣΩΤΗΡΙΟΛΟΓΙΚΟ! Δηλαδή μετά την αλλαγή σε θέμα Πίστεως στο 9ο άρθρο του συμβόλου της Πίστεως, αν και δεν το παραδέχονται, είναι πλέον υποχρεωτική η επιστροφή μας στο πάτριο ημερολόγιο για να ελεχθεί συνοδικά η αίρεσις, να καταδικασθεί μαζί με τους υπευθύνους και να αποκατασταθεί η εκκλησιαστική τάξις!


Ο καθένας βέβαια, ως άνθρωπος είναι ελεύθερος να κάνει τις επιλογές του, ως πιστός όμως καθένας που είναι μέλος της Εκκλησίας είναι υποχρεωμένος να κρατά την Παράδοση της Εκκλησίας. Όσοι από τα πνευματικά μου παιδιά την κρίσιμη αυτή ώρα της ομολογίας δεν κρατήσουν τη θέση τους αν χρειαστεί στο μέλλον να επιστρέψουν θα χρειαστεί μετάνοια, ως εκείνη των πεπτωκότων με επιτίμιο. Με τα πράγματα της Εκκλησίας δεν παίζουμε. Όσοι θέλουν να ακολουθήσουν τους μητροπολίτες ή τους οικουμενιστές ή ομάδες με ασαφή ή ανασφαλή πορεία, θα φέρουν οι ίδιοι την ευθύνη.Ο αγώνας χρειάζεται ανδρεία και γενναίες ψυχές. Οι μεγάλες μετάνοιες και τα κλαψουρίσματα δεν είναι χαρακτηριστικό ανδρείας. Θα αφήσω κάποια περιθώρια αναμονής και προσαρμογής. Όμως σε ορισμένα χρονικά πλαίσια και με συγκεκριμένη αντιμετώπιση. Όσοι θέλουν μπορούν να ακολουθήσουν.



Εκ του ιστολογίου trilopodia.gr. ΕΔΩ.
Επιμέλεια κειμένου, παρουσίαση ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.


Αρχιμανδρίτης π. Παίσιος Παπαδόπουλος
Ηγούμενος Ι. Μ. Αγίου Γρηγορίου Παλαμά Φιλώτα


Πέμπτη 23 Αυγούστου 2018

ΕΚΔΗΜΙΑ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΜΑΞΙΜΟΥ ΤΣΙΤΣΙΜΠΑΚΟΥ




Τήν 9ην πρωϊνήν τῆς σήμερον, 9/22-8-2018, εἰς τήν Μονάδα Ἐντατικῆς Θεραπείας τοῦ Πειραϊκοῦ Θεραπευτηρίου Πειραιῶς, ἐξέπνευσεν ὁ Μακαριστός Μητροπολίτης πρώην Θεσσαλονίκης καί Δημητριάδος κυρός Μάξιμος, ἔπειτα ἀπό μακροχρόνιον ἀσθένειαν. Ἡ σορός αὐτοῦ θά μεταφερθῇ σήμερον εἰς Θεσσαλονίκην καί ἡ Ἐξόδιος αὐτοῦ Ἀκολουθία θά ψαλῇ εἰς τόν Ἱερόν Καθεδρικόν Ναόν Ἁγίων Τριῶν Ἱεραρχῶν Θεσσαλονίκης. Μετά τό πέρας τῆς Ἐξοδίου Ἀκολουθίας ἡ σορός θά μεταφερθῇ εἰς τήν Ἱεράν Μονήν Παναγίας Ὁδηγητρίας Μώλου Λοκρῖδος, ὅπου θά γίνῃ ὁ ἐνταφιασμός κατά τήν ἐπιθυμίαν τοῦ ἐκλιπόντος Ἱεράρχου. 


Μακαριστός Μητροπολίτης πρ. Θεσσαλονίκης καί Δημητριάδος κυρός Μάξιμος (κατά κόσμον Σπυρίδων Τσιτσιμπάκος τοῦ Ἀναστασίου καί τῆς Ἀσημίνας) ἐγεννήθη τό ἔτος 1933 εἰς Ἀθήνας. Ἀπό μικρᾶς ἡλικίας ἐγαλουχήθη μέ τά νάματα τῆς εὐσεβείας ἀπό τούς θεοσεβεῖς γονεῖς του καί τόν πνευματικόν του Μακαριστόν Γέροντα Χρύσανθον. Τό 1950 γίνεται Δόκιμος Μοναχός εἰς τήν Ἱεράν Μονήν «Ἄξιόν Ἐστιν» Βαρυμπόμπης Ἀττικῆς, καί εἰς τήν αὐτήν Μονήν, μετά τήν ἐν τῷ μεταξύ ὁλοκλήρωσιν τῶν σπουδῶν του καί τήν ἐκπλήρωσιν τῶν στρατιωτικῶν του ὑποχρεώσεων, κείρεται Μεγαλόσχημος Μοναχός. Τό 1961 ἐχειροτονήθη Διάκονος καί Πρεσβύτερος ὑπό τοῦ Μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου τῶν Γ.Ο.Χ. Ταλαντίου κυροῦ Ἀκακίου. Ὑπηρέτησεν ὡς Ἐφημέριος, ἐκτός ἀπό τήν Ἱ. Μονήν Ἁγίας Σκέπης Κερατέας καί εἰς τάς Ἐνορίας τῆς Ἁγ. Τριάδος Βοτανικοῦ, Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Κυψέλης, Ἁγίων Ἀναργύρων Νέας Ἐρυθραίας καί εἰς τάς ἐν Ἀμερικῇ Κοινότητας τῶν Γ.Ο.Χ. Ἁγίων Ἀναργύρων Σικάγου καί Ἁγίας Σκέπης Βοστώνης κ.ἀ. Ἀπό τό 1977 ἕως τάς ἀρχάς τοῦ 1978 διετέλεσεν Ἡγούμενος τῆς Ἱ. Μονῆς Ἁγ. Σκέπης Κερατέας Ἀττικῆς, ἐνῷ τό 1979 ἐχειροτονήθη Ἐπίσκοπος Μαγνησίας μέ ἕδρα τόν Βόλον. 


ς Μητροπολίτης Δημητριάδος καί Μαγνησίας εἶναι ὁ τρίτος μετά τό σχῖσμα τοῦ 1924 Ἐπίσκοπος τῆς Ἐπαρχίας ταύτης, ἔπειτα ἀπό τόν Δημητριάδος Γερμανόν καί τόν Μαγνησίας Χρυσόστομον, καί ἐμερίμνησε διά τήν ἐκ θεμελίων ἀνακατασκευήν τοῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ ἕν κόσμημα εἰς τήν πόλιν τοῦ Βόλου. Τό 1995 ὁρίζεται ἀπό τήν Ἱεράν Σύνοδον τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γ.Ο.Χ. Τοποτηρητής τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, ἐνῷ τό ἔτος 1998, ἔπειτα ἀπό τήν διά Συνοδικῆς Ἀποφάσεως συγχώνευσιν τῶν Μητροπόλεων Θεσσαλονίκης καί Δημητριάδος, ἀνέλαβε κανονικῶς τήν ποιμαντορίαν τῶν Γ.Ο.Χ. Κεντροδυτικῆς Μακεδονίας καί Θεσσαλίας ὑπό τόν τίτλον τοῦ Θεσσαλονίκης καί Δημητριάδος. 


Τόν Σεπτέμβριον τοῦ 2015, ἕνεκα σοβαρωτάτων προβλημάτων ὑγείας καί ἀδυναμίας ἀσκήσεως τῶν καθηκόντων του, κατόπιν ἀποφάσεως τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας κατετάγη μετά τῶν σχολαζόντων Ἀρχιερέων ὑπό τόν τίτλον τοῦ πρώην Θεσσαλονίκης καί Δημητριάδος. Ἦτο ἀγωνιστής, σώφρων καί ἐπιμελής Ἱεράρχης εἰς τά Μοναχικά αὐτοῦ καθήκοντα καί εἰς τήν ποιμαντικήν του δραστηριότητα, φροντίσας διά τό Ποίμνιόν του ἐν ἔργῳ καί λόγῳ, ὡς δεινός Κῆρυξ τοῦ θείου λόγου, ὅπως καί ἐν συγγραφαῖς. Ἐξεδήμησε πρός Κύριον τήν 9ην πρωϊνήν τῆς 9ης / 22ας Αὐγούστου 2018. 


Εἴθε ἡ μνήμη αὐτοῦ νά εἶναι αἰωνία!



Εκ της επίσημης ιστοσελίδας της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών ΕΔΩ. 

Η ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΣΤΗ ΡΟΥΜΑΝΙΑ





Γιά συμμετοχή στήν Ἑορτή τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος στήν Σλατιοάρα τῆς Ρουμανίας, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ ἕδρα τῆς Ἀδελφῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς χῶρας αὐτῆς, μετέβησαν μέ Συνοδική ἀπόφαση οἱ Θεοφ. Ἐπίσκοποι Μεθώνης κ. Ἀμβρόσιος καί Γαρδικίου κ. Κλήμης. Τό ἀπόγευμα τῆς παραμονῆς, Σάββατο, 5/18-8-2018, τελέσθηκε ὁ Μέγας Ἑσπερινός ὑπαιθρίως, μέ χοροστασία τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Σλατιοάρας καί Προκαθημένου τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας κ. Βλασίου καί συγχοροστασία τῶν λοιπῶν Ἐπισκόπων τῆς Ρουμανίας (Θεοφ. Νεάμτς κ. Δημοσθένους, Σουτσάβας κ. Σωφρονίου, Μπρασώβ κ. Θεοδοσίου, Ἰλφώβ κ. Φλαβιανοῦ, Πλοεστίου κ. Ἀντωνίου, Μποτοσανίου κ. Ἰωσήφ, Ἰασίου κ. Γλυκερίου, Γαλατσίου κ. Διονυσίου καί Σιμπιού κ. Εὐλογίου), καί τῶν δύο ἐξ Ἑλλάδος Ἐπισκόπων. Παρέστησαν δεκάδες Κληρικῶν, πέντε Διάκονοι καί πλῆθος πιστῶν. Ἔψαλε ἐξαιρετικά ὁ 30μελής Χορός τῆς Μητροπόλεως ὑπό τήν διεύθυνση τοῦ Αἰδ. π. Ἀνδρέου Ὀνοφρέϊ. 


Οἱ πιστοί προσκυνοῦσαν παράλληλα τό ἱερό Σκήνωμα τοῦ Ἁγίου Ἱεράρχου Γλυκερίου, πρός ἁγιασμόν καί εὐλογίαν. Τό πρωί τῆς Κυριακῆς, 6/19 Αὐγ., ὅλοι οἱ ἀνωτέρω Ἀρχιερεῖς συλλειτούργησαν, προεξάρχοντος τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου κ. Βλασίου, ὁ ὁποῖος στό τέλος ἐκφώνησε ἑόρτια Ὁμιλία, ὅπως ἐν συνεχείᾳ καί ὁ Θεοφ. Ἐπίσκοπος Νεάμτς κ. Δημοσθένης. Ἀκολούθησε λιτανεία πέριξ τοῦ Καθολικοῦ τῆς Μονῆς καί ἡ περίλαμπρη Πανήγυρις ὁλοκληρώθηκε μέ τήν καθιερωμένη ἑόρτια τράπεζα. Οἱ Ἀρχιερεῖς μας ἀπό τήν Ἑλλάδα εἶχαν πολύ καλή ἐπικοινωνία μέ τόν Προκαθήμενο καί Ἀδελφούς Ἀρχιερεῖς καί Κληρικούς τῆς Ρουμανίας, συζητήσαντες θέματα κοινοῦ ἐνδιαφέροντος. Ἐπίσης, εἶχαν τήν εὐκαιρία νά ἐπισκεφθοῦν Μονές καί Ναούς τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου καί νά γευθοῦν γιά ἄλλη μία φορά τήν πλούσια φιλοξενία καί ἀγάπη τῶν Ρουμάνων Ἀδελφῶν, καθώς ἐπίσης νά μεταβοῦν καί σέ ἄλλα ἱστορικά προσκυνήματα, ὅπως τίς Μονές Ντραγκομίρνα καί Πούτνα.



Εκ της επίσημης ιστοσελίδας της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών ΕΔΩ.

ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΠΡΟ ΣΥΝΟΔΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ




Πρόλογος


Το μεγαλύτερο μέρος του κειμένου που ακολουθεί, προέρχεται από το τρίτο υπόμνημα του αειμνήστου Μητροπολίτη Ωρωπού και Φυλής κ. Κυπριανού προς τον μακαριστό Σεβασμιώτατο κ. Κάλλιστο (Μακρή), έτει 1983, σχετικά με τις γνωστές διαφωνίες των δύο εκκλησιαστικών ανδρών επί του θέματος του κύρους των μυστηρίων στην καινοτόμο Εκκλησία. 
Αφαιρέσαμε με δική μας ευθύνη κάποιες προσωπικές αναφορές, έτσι, ώστε το κείμενο που παρουσιάζουμε -εν είδει πνευματικής εργασίας- να βοηθήσει στην επεξεργασία, κατανόηση, σύλληψη και αφομοίωση ενός ζητήματος, που στην εκκλησιαστική ιστορία και εν μέσω τόσων πολυδαίδαλων, δαιμονοαγωγούντων και πολυσχιδών αιρέσεων, που έκαναν πασίδηλη την επικαιροποίησή τους, ζητήματα ιερωσύνης και εγκυρότητας μυστηρίων των άκριτων εισέτι αιρετικών εκ μέρους των αποτειχισμένων Ορθοδόξων δεν είχαν ποτέ τεθεί! 
35 χρόνια σήμερα, μετά το 1983 -όταν γράφτηκε η παρούσα επιστολή- τα ζητήματα που θίγονται στο παρακάτω κείμενο, απασχολούν ακόμη και σήμερα πιστούς με αντίθετες, αντίρροπες κι αντίξοες εκκλησιολογικές καταθέσεις. 
Το ζητούμενο όμως δεν μόνο η κατάθεση των όποιων απόψεων, αλλά και ο τρόπος με τον οποίο αυτές εισαγάγονται προς προβληματισμό 
και περισυλλογή. 
Η άνομη, ανίερη και ανευλαβή σπέκουλα όμως και η αδέξια, λογοσυντακτική ''διαφθορά'' που προάγουν επηρμένοι, υψηλόφρονες και μεγαλομανείς ''λασποσυλλέκτες'', που διέπονται υπό το εωσφορικό κράτος της παροιμιώδους ''ματθαιικής οίησης'', δεν χαρακτηρίζουν ανθρώπους, πόσο μάλλον αυτοαποκαλούμενους 
''Ορθοδόξους''. 
Και όσο το θεόθεν, ευγενές και νεοκολλυβαδικό κίνημα των ''Παλαιοημερολογιτών'' παραμένει μια κλειστή, επτασφράγιστη και ''οικογενειακή υπόθεση'', μη ανοιγόμενο στη κοινωνία και στις νέες προκλήσεις που ήδη υφίστανται με κληρικούς και λαικούς, νεοαποτειχισμένους αδελφούς μας, τόσο ο ''ματαθαιικός μακιαβελισμός'' θα ηχεί παράφρονα το φίλαυτο κι εγωπαθές σύνθημα: 
''όσο πιο φανατικός, τόσο πιο πολύ πιστός''!
Στη πλούσια, πατερική διδασκαλία όμως, που ουδεμία σχέση έχει με την άφρονη, ''ματθαιική υστεριολογία'', οι πατέρες πέραν της αποτείχισης και του διαρκούς, ενδελεχούς και επισταμένου ελέγχου που επιχειρούσαν προς τους άκριτους ακόμη αιρετικούς, 
το έπρατταν με ανιδιοτελή, διακριτική και κατά Θεόν αγάπη 
και όχι με λεξιλόγιο 
του πεζοδρομίου, του όχλου και του συρφετού και ρυπαρογραφήματα που εκστομίζονται από κύμβαλα αλαλάζοντα, ωσάν αυτά που προάγει ο ιδεοληπτικός αυτισμός της αιρεσιολογίας του ''ματθαιισμού''!
Φτάσαμε στο δυσεβές, ανόσιο κι ανίερο σημείο (πολλοί εξ' ημών) να φρονούν, ότι όσο πιο πολύ αντινεοημερολογίτες, τόσο πιο πολύ Ορθόδοξοι!...
Κι αν κάποιος -όπως ο συγγραφέας του κάτωθι κειμένου- γράψει με πατερική ακρίβεια, πως στους άκριτους εισέτι αιρετικούς, τα μυστήρια παραμένουν, ως φιλανθρωπευόμενα το αδαές και αγνοούν μέρος του ποιμνίου τους, ταυτόχρονα όμως 
κατακριτέα για τους επί γνώσει αιρετικούς και τους συνμφρονούντες τους, τότε ούτος λογίζεται και ως... φιλο- ή κρυφο- οικουμενιστής.
Αυτά όμως δεν είναι λογισμοί Θεού, είναι γεννοβολήματα διαβόλου... 

Γ.Δ.


{...} Α. Η αποτείχεισις εκ των καινοτόμων και αιρετικών



Είναι γνωστόν, ότι ο ιερός ημών αγών προβλέπεται από την Ορθόδοξον Παράδοσιν. Εκφραζομένη αύτη δια του ΙΕ' Κανόνος της Πρωτοδευτέρας Συνόδου, επαινεί ως αξίους τιμής τους αποτειχίζοντας, ήτοι διαχωρίζοντας εαυτούς από τον Επίσκοπον «προ συνοδικής διαγνώσεως», όταν ούτος κηρύσσει «δημοσία», «γυμνή τη κεφαλή» και «επ' Εκκλησίας» αίρεσιν, «παρά των Αγίων Συνόδων ή Πατέρων κατεγνωσμένην»,  ήτοι κατακεκριμένην. Οι ενιστάμενοι κατά της εορτολογικής καινοτομίας του 1924 και γενικότερον κατά της αιρέσεως του Οικουμενισμού, απετείχισαν εαυτούς εκ των καινοτόμων και των αιρετιζόντων και ήρχισαν Ιερόν αντιαιρετικόν αγώνα. Διαφωτίζοντες τους εν αγνοία και προλειαίνοντες το έδαφος, απέβλεπον εις Πανορθόδοξον ή Οικουμενικήν Σύνοδον, και συνοδικήν διάγνωσιν, κρίσιν και απόφασιν επί του τολμηθέντος. Είναι αξιοπαρατήρητον αυτό το οποίον μαρτυρεί η ιστορία της Εκκλησίας μας εν προκειμένω. Δηλαδή ότι μιας τοιαύτης Συνόδου προηγείτο πάντοτε εν διάστημα χρόνου, ήτοι η προσυνοδική περίοδος, καθ' ην επεκράτει αναταραχή και διάσπασις μεταξύ των Χριστιανών λόγω της κηρυσσομένης αιρέσεως. Βεβαίως δεν ετίθετο τότε ζήτημα εγκύρων ή ακύρων Μυστηρίων, αλλά θέμα αποτειχίσεως εκ των αιρετιζόντων, καταγγελίας της πλάνης, διαφωτίσεως και αγώνος προς σύγκλησιν αρμοδίας Συνόδου. Μέχρι της συγκλήσεως Συνόδου, μόνης αρμοδίας να αποφασίσει περί της αιρέσεως και των αιρετικών, η Θεία Χάρις, φιλανθρωπευομένη ενήργει προς σωτηρίαν του αγνοούντος ή διωκομένου Λαού του Θεού, οπωσδήποτε όμως εις κατάκρισιν των αιρετικών και των συμφρονούντων προς αυτούς ενσυνειδήτως, ως αποδεικνύεται εκ των κατωτέρω.


Β. Τα Μυστήρια των αιρετικών προ συνοδικής διαγνώσεως


Το αληθές των προλεχθέντων καταφαίνεται δια της Αγίας Ζ' Οικουμενικής Συνόδου, ότε ο Πρόεδρος Αύτης Άγιος Ταράσιος είπεν: «δεχόμεθα τους από αιρετικών χειροτονηθέντας» μέχρι συνοδικής κρίσεως της αιρέσεως τούτων. «Εάν δε Συνοδική εκφώνησις (απόφασις) γένηται και ομόνοια των Εκκλησιών επί Ορθοδοξία» και κατά της αίρέσεως, τότε «ο τολμών από βεβήλων αιρετικών χειροτονείσθαι, τη καθαιρέσει ύποπεσείται. Η αγία Σύνοδος είπεν΄ αύτη δικαία κρίσις» (Μ. 12, 1042).




Γ. Ο τρόπος αποδοχής των υπό των αιρετικών χειροτονηθέντων


Την ανωτέρω υποστηριζομένην θέσιν ισχυροποιεί ο τρόπος αποδοχής των υπό αιρετικών χειροτονηθέντων. 
Ούτως, ο Πατριάρχης Κων/πόλεως και Πρόεδρος της Αγίας Δ' Οικουμενικής Συνόδου Ανατόλιος «υπό Διοσκόρου του δυσσεβούς κεχειροτόνητο παρόντος του Ευτυχούς» του αίρεσιάρχου (Μ. 12, 1042). Αλλά «και οι πλείοντες των εν τη "'Εκτη αγία Συνόδω συνεδριασάντων» επισκόπων, «υπό Σεργίου, Πύρρου, Παύλου, Πέτρου εκεχειροτόνηντο, των καθηγητών της αιρέσεως του Μονοθελητισμού» (Μ. 12, 1047).



Δ. Η περίπτωσις του Νεστορίου


Τα ανωτέρω βεβαιούνται προσέτι και εκ των εξής: Η Αγία Γ' Οικουμενική Σύνοδος τον αιρεσιάρχην Νεστόριον, προ της συνοδικής αυτού καταδίκης, αποκαλεί ''ευλαβέστατον'' και ''κύριον'' (Μ. 4, 1180, 1181). 
Δια της καταδικαστικής όμως ταύτης αποφάσεως χαρακτηρίζει τούτον ασεβέστατον (Μ. 4, 1212). Το δε αξιοσημείωτον είναι, ότι δεν θέτει ζήτημα ακυρότητος των τελεσθέντων παρ' αυτού Μυστηρίων προ της τελικής καταδίκης αυτού. Δια τούτο, ως λέγει ο Μέγας Φώτιος, «του Νεστορίου καθαιρεθέντος, ουδείς των υπ' αυτού χειροτονηθέντων καθήρηται» (P.G. 104, 1224).



Ε. Το παράδειγμα του Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου 


Ο ζηλωτής Ηγούμενος του Στουδίου, Όσιος Θεόδωρος, δις διέκοψε την κοινωνίαν προς δύο Πατριάρχας Κων/πόλεως, λόγω της Μοιχειανικής αιρέσεως, η οποία κατά τον ίδιον είναι «ανατροπή του παντός μέχρι του Αντιχρίστου» (P.G. 99, 1025). Και όμως δεν έθεσε ζήτημα ακυρότητος των Μυστηρίων. "'Οτε δε επανέλαβε την κοινωνίαν, εκοινώνει μετά των Πατριαρχών «φιλία τε θερμοτέρα» μετά πνευματικής εύφροσύνης» (P.G. 99, 165, 257).


ΣΤ. Η προυπάρχουσα καταδίκη


Υποστηρίζουν τινες εν απλότητι, ότι δεν ύφίσταται ανάγκη συνοδικής διαγνώσεως, εφ' όσον η Εκκλησία εις το παρελθόν κατεδίκασε την νυν κηρυσσομένην καινοτομίαν ή αίρεσιν. Εις την περίπτωσιν όμως ειδικώς του Οσίου Θεοδώρου βλέπομεν το αντίθετον. Ούτος δεν έθεσε ζήτημα ακυρότητος των Μυστηρίων, παρ' όλον ότι η Μοιχειανική αίρεσις ως αθέτησις του Εύαγγελικού και Κανονικού Νόμου είχε καταδικασθεί πρότερον παρά της Εκκλησίας και γενικώς και ειδικώς. Γενικώς π.χ. δια του Α' Κανόνος της Αγίας Β' Οικουμενικης Συνόδου. 


Δι' αυτού εντελλόμεθα οι Χριστιανοί, όπως αναθεματίζομεν «πάσαν αίρεσιν». Και ειδικώς κατεκρίθη ή Κανονομαχική αύτη αίρεσις, ως π.χ. δια του Β' Κανόνος της Αγίας ΣΤ' Οίκουμενικης Συνόδου. Δι' αυτού ορίζεται, «ει δε τις αλώ (συλληφθεί) Κανόνα τινα» «καινοτομών ή ανατρέπειν επιχειρών, υπεύθυνος έσται κατά τον τοιούτον Κανόνα», δηλαδή, ως ερμηνεύει ο 'Αγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, «Ούτος να λαμβάνει το επιτίμιον όπου έχει ο Κανών εκείνος».


Ζ. Το αρμόδιον εκκλησιαστικόν όργανον


Διατι όμως ο ομολογητής 'Οσιος Θεόδωρος ετήρει την προαναφερθείσαν στάσιν, αν και είχε προηγηθεί καταδίκη της κακοδοξίας υπό της Εκκλησίας; Διότι κατά την Παράδοσιν της Ορθοδοξίας, τα επιτίμια των Ιερών Κανόνων επιβάλλονται υπό του τρίτου προσώπου, ήτοι του αρμοδίου εκκλησιαστικού οργάνου, ως είναι η εκάστοτε Σύνοδος. Πρώτον πρόσωπον νοείται η εκδούσα τον Κανόνα Οικουμενική Σύνοδος, δεύτερον ο παραβάτης τούτου και τρίτον ο κριτής. «Αν η Σύνοδος», γράφει ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, «δεν ενεργήσει εμπράκτως την καθαίρεσιν των Ιερέων, ή τον αφορισμόν, ή τον αναθεματισμόν των λαικών, οι Ιερείς αύτοι και οι λαικοί, ούτε καθηρημένοι είναι ενεργεία, ούτε αφορισμένοι ή αναθεματισμένοι». 


Είναι «υπόδικοι όμως, εδώ μεν (εις την παρούσαν ζωήν) εις την καθαίρεσιν και αφορισμόν ή αναθεματισμόν, εκεί δε (εις την μέλλουσαν ζωήν) εις την θείαν δίκην». Συμπληρώνων δέ ό αύτος ζηλωτής Άγιος (εις τήν υποσημ. 2 της ερμηνείας του Γ' Κανόνος των Αγίων Αποστόλων), λέγει χαρακτηριστικως: «Αύτοι οι ίδιοι θείοι Απόστολοι φανερά εξηγούσι τον έαυτόν τους με τον ΜΣΤ' Κανόνα τους, επειδή δεν λέγουσι πως ήδη ευθύς ενεργεία ευρίσκεται καθηρημένος, όποιος Επίσκοπος ή Πρεσβύτερος δεχθή το των αιρετικων βάπτισμα, αλλά καθαιρείσθαι προστάσσομεν, ήγουν να παρασταθή εις κρίσιν, και αν αποδειχθή πως τούτο έκαμε, τότε ας γυμνωθή με την ιδικήν σας απόφασιν από την ιερωσύνην, τούτο προστάσσομεν». 


Τούτο συνάδει και προς τον ΙΕ' Κανόνα της ΑΒ' Συνόδου, ο οποίος επαινεί την αποτείχισιν «προ συνοδικής διαγνώσεως», εκ του κηρύσσοντος αίρεσιν επισκόπου. Λέγει «προ συνοδικής διαγνώσεως», διότι αύτη προυποτίθεται βεβαίως και δια τον κηρύξαντα αίρεσιν.




Η. Κατακριθείσα και μη κατακριθείσα αίρεσις


Δια τον λόγον αυτόν βεβαίως ο 'Αγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης έγραφεν, ότι η κοινωνία προς την ήδη κατακριθείσαν επί των ημερών αυτού αίρεσιν της είκονομαχίας είναι «αλλοτρίωσις Χριστού» (P.G. 99, 1276). Η δε των κατακριθέντων εικονομάχων λεγομένη θεία κοινωνία δεν είναι απλώς «κοινός άρτος, αλλά φάρμακον (δηλητήριον), ψυχήν μελαίνον και σκοτίζον» (P.G. 99, 1189). Δια τους μη κριθέντας δε τότε μοιχειανούς έλεγε: «Εκ παντός ιερέως αδιαβλήτου μεταλαμβάνομεν. Δια τούτο δε εκ του (ιερέως) Ιωσήφ ου μεταλαμβανομεν, ώς διαβεβλημενου αυτού δημοσία. Διαβεβλημένοι δ' αν είεν (θα είναι) πάντως (βεβαίως) και οι τούτω συλλειτουργούντες» (P.G. 99, 1065-1068).


Θ. Η περίπτωσις των Αρμενίων


Ο Ισαάκ Αρμενίας γράφει, ότι οι Χριστιανοί Αρμένιοι «εξέκκλιναν» από «τας παραδόσεις του αγίου Γρηγορίου (Αρμενίας) και των άλλων Πατέρων». Μετά των άλλων δε, μετέθεσαν και εορτάς. Και όμως επειδή «περί την πίστιν και την Σύνοδον την εν Χαλκηδόνι και περί τας δύο φύσεις τας εν Χριστώ τω Θεώ ημών ουδεμίαν αμφιβολίαν είχον, έως ετών ργ' (103) από της Συνόδου της εν Χαλκηδόνι», εκοινώνουν μετά της Εκκλησίας. Η δε Ορθόδοξος Εκκλησία, κατά το χρονικόν τούτο διάστημα, δεν εθεώρει τα εκείνων Μυστήρια άκυρα, έως ότου αυτοί «απεστάτησαν από της κοινωνίας» της Ορθοδοξίας, αθετήσαντες την Αγίαν Δ' Οικουμενικην Σύνοδον (P.G. 132, 1256, 1257).


Ι. Παρέκκλισις από των Πατερικών «Ορίων»


Μετά την σύντομον έκθεσιν των ανωτέρω, ταπεινώς φρονούμεν ότι κακώς τίθεται θέμα εγκυρότητος των Μυστηρίων. Επιβαλλεται λοιπόν να βαδίσωμεν την «βασιλική οδόν» και μη παρεκκλίνωμεν από τα «όρια» τα «αιώνια», «α έθεντο οι Πατέρες» ημών (Παροιμ. κβ' 28). Αύτη δε η «βασιλική οδός» είναι η καλή και αναγκαία και πατροπαράδοτος ένστασις δια της αποτειχίσεως εκ των καινοτόμων και αιρετικών. Επίσης η συγκρότησις του ακαινοτομήτου πληρώματος, του οποίου η θεάρεστος διαποίμανσις υφ' ημών Χάριτι Θεία, εν αγάπη και ταπεινώσει, θα δίδει την καλυτέραν μαρτυρίαν Πίστεως, ίνα κοπάσει ο σάλος μεταξύ των Ορθοδόξων, δια της επανόδου εις το απ' αιώνος πατροπαράδοτον εορτολογικόν καθεστώς. Και ούτω θα αποσοβώνται οι μερισμοί και τα σχίσματα και αι καινοτομίαι εν ονόματι του αγώνος κατά της καινοτομίας, η πτώσις εκ δεξιών, η απομάκρυνσις εκ της αληθείας, της αγάπης και της χάριτος του Σωτήρος ημών Χριστού, η διάσπασις συνεχώς εις αλληλομαχομένας παρατάξεις, και ως εκ τούτου ο σκανδαλισμός και η απώλεια των ψυχών. Άλλωστε την «βασιλικήν οδόν» ταύτην εβάδιζεν ανέκαθεν και η Ρωσική Διασπορά υπό τον Μητροπολίτην Φιλάρετον, ήτις προ του 1965 (άρσις αναθεμάτων) εκοινώνει μετά των Νεοημερολογιτών.


Τον δε Σεπτέμβριον του 1974 απεφάνθη ως εξής:


«Αναφορικώς δε προς την ερώτησιν της ύπάρξεως ή μη Χάριτος εν τοις Νεοημερολογίταις, η Ορθόδοξος Διασπορά δεν θεωρεί εαυτήν ή οιανδήποτε τοπικήν Εκκλησίαν ότι έχει την αυθεντίαν μιας τελικής αποφάσεως, έως ου εις οριστικός κανών επί του προκειμένου γίνει μόνον υπό μιας κανονικώς συγκληθείσης αρμοδίας Οικουμενικής Συνόδου, υπό την απαραίτητον συμμετοχήν μιας ελευθέρας Ρωσικής Εκκλησίας».


ΙΑ. «Και εάν δεν συνέλθει Σύνοδος Ορθοδόξων;»


Αυτό το ερώτημα φέρεται συνήθως, ως δήθεν ισχυρόν επιχείρημα υπό των υποστηρικτών του αδοκίμου κηρύγματος της απωλείας της Χάριτος. Κατά πρώτον λόγον, πρέπει να ερωτήσωμεν εαυτούς κατά πόσον συνεβάλομεν εις το να συγκροτηθεί η ποθητή Σύνοδος. Κατά δεύτερον λόγον, η τυχόν απάντησις εις το τεθέν ανωτέρω ερώτημα, ότι δύναται πας τις να κηρύττει τους καινοτομούντας, εκπτώτους της Θείας Χάριτος προ συνοδικής διαγνώσεως, είναι αντιπαραδοσιακή. Ταπεινώς φρονούμεν ότι μία τοιαύτη ενέργεια είναι άτοπος και αντιεκκλησιαστική και δι' άλλους, αλλά ειδικώς δια τους εξής λόγους. Προς κρίσιν και απόφασιν κατά τινος απαιτείται συγκρότησις δικαστηρίου υπό προσώπων αρμοδίων να κρίνουν, παρισταμένων και των υπό κρίσιν προσώπων. Είμεθα σήμερον ημείς οι ολίγοι Επίσκοποι οι αρμόδιοι; Δυνάμεθα ημείς να κα
λέσωμεν τους υπό κρίσιν; Έχομεν την σύμφωνον γνώμην όλων των απανταχού της Οικουμένης αγωνιζομένων αυτήν την στιγμήν, τον καλόν αγώνα της Πίστεως Ορθοδόξων Χριστιανών; Γνωρίζομεν τα άδηλα και τα κρύφια των υφ' ήμών ευκόλως και συλλήβδην κατακρινομένων, οι οποίοι εις δεδομένην στιγμήν θα προσχωρήσουν εις την παρεμβολήν των καλώς ενισταμένων Ορθοδόξων;


Προς πληρεστέραν κατανόησιν φέρω το εξής παράδειγμα. Ο υποστηρικτής του αιρεσιάρχου Ευτυχούς εις την εν Εφέσω ληστρικην Σύνοδον Ιουβενάλιος Ιεροσολύμων έγινε δεκτός εις την Αγίαν Δ' Οικουμενικήν Σύνοδον, δι' απλής μάλιστα μεταθέσεως αυτού εις τους Ορθοδόξους. Διότι «αναστάς ο ευλαβέστατος επίσκοπος Ιουβενάλιος», «μετήλθεν εις το άλλον μέρος΄ και ανεβόησαν οι ανατολικοί και συν αυτοίς ευλαβέστατοι επίσκοποι' ο Θεος καλώς ηνεγκέ σε Ορθόδοξε, καλώς ηλθες» (Μ. 12, 1034). Πόσοι «Ιουβενάλιοι» θα υπάρχουν, τους οποίους προκαταδικάζομεν ίσως και μάλιστα αναρμοδίως και οι οποίοι θα ηδύναντο να ακούσουν το «καλώς ήλθες», εν καιρώ τω δέοντι και Θεού ευλογούντος;


Η Ορθοδοξία μας έδωκεν απάντησιν εις το εν λόγω ερώτημα


ταν η συνοδική κρίσις καινοτομούντων και αιρετιζόντων καθυστερεί ή προβλέπεται εκ των πραγμάτων αδύνατος, οι Ορθόδοξοι διασώζονται εις Τόπον Θεού, καταφεύγοντες εις Αυτόν δια της κανονικής αποτειχίσεως και του αντιαιρετικού αγώνος.



ΙΒ. Η Ορθόδοξος γνώμη του π. Ιουστίνου Πόποβιτς


λλωστε η βία μας και η ανυπομονησία μας περί συγκλήσεως Συνόδου και έκφρασιν διαγνώμης δεν δικαιολογείται πλήρως. Τα πάντα κατευθύνονται υπό της Θείας Προνοίας, αν μάλιστα ληφθεί υπ' όψιν, ότι σήμερον η Εκκλησία του Χριστού κατά το μέγιστον μέρος Αύτης δεν είναι, ούτε ελευθέρα, ούτε εν ειρήνη. Διωγμός φοβερός πάσης μορφής και φύσεως έχει εγερθεί κατά της ορθής Πίστεως. Η Αγία μας Εκκλησία ευρίσκεται από πολλών ετών επί του Σταυρού του μαρτυρίου. Δι' αυτό είναι λίαν σοβαρά ή άποψις του αειμνήστου συγχρόνου μας ομολογητού π. Ιουστίνου Πόποβιτς, ο οποίος έγραφε συν τοις άλλοις εις το περίφημον Υπόμνημά του προς την Σύνοδον της Σερβικής Ορθοδόξου Εκκλησίας:


«Ίσως πρέπει να υπενθυμίσωμεν σήμερον και να κατανοήσωμεν, συν τοις άλλοις, το εξής γεγονός: κατά την εποχήν των διωγμών της Εκκλησίας δεν εγίνοντο Οικουμενικαί Σύνοδοι, χωρίς βεβαίως να σημαίνει τούτο, ότι η Εκκλησία του Θεού δεν ελειτούργει τότε και δεν ανέπνεε συνοδικώς. Τουναντίον η περίοδος εκείνη της ζωής και της δράσεώς Της, ήτο η πλέον καρποφόρος και δυναμική. Ότε δε κατόπιν τούτου, επηκολούθησεν ή άλλη περίοδος και συνήλθεν η Πρώτη Οίκουμενική Σύνοδος, τότε ηδυνήθησαν να προσέλθουν και παραστούν εις Αυτήν και οι μάρτυρες Επίσκοποι, φέροντες τα ακόμη νωπά τραύματα, τα στίγματα και τους μώλωπας των διωγμών και των φυλακών, δεδοκιμασμένοι εν τω πυρί του μαρτυρίου, και εκεί, ενώπιον της Συνόδου των αδελφών και συλλειτουργώντων και ενώπιον όλης της Οικουμένης, (ηδυνήθησαν) να δώσουν ελευθέρως την μαρτυρίαν των περί του Χριστού, ομολογούντες Αυτόν ως Θεόν και Κύριον και Σωτήρα του κόσμου και των ανθρώπων» (Υπομνήματος..., σ. 19, Αθήναι 1977). 


Κανονική λοιπόν αποτείχισις και θεάρεστος αντιαιρετικός αγών χρειάζεται σήμερον και θερμή προσευχή δια να ευδοκήσει η φιλανθρωπία του Θεού το συμφερότερον δια την Αγίαν Του Εκκλησίαν. Ταύτα πάντα δεν σημαίνουν ότι αμνηστεύονται οι ακολουθουντες την εορτολογικήν καινοτομίαν. Ούτοι επιμένοντες εις αυτήν είναι βεβαίως υπόδικοι ενώπιον Θεού και της Εκκλησίας.



ΙΓ. Ο 'Αγιος Ρώσος Νεομάρτυς Κύριλλος του Καζάν


Θεωρούμεν, πριν να κατακλείσωμεν το Υπόμνημά μας, αναγκαίον να αναφέρωμεν τας λίαν σπουδαίας απόψεις του Αγίου Ρώσου Νεομάρτυρος Κυρίλλου Μητροπολίτου Καζαν (+1936 ή 1937). Ούτος ηναγκάσθη να διακόψει την κοινωνίαν μετά του Μητροπολίτου Σεργίου και των ομοφρόνων αύτου, ότε ο τελευταίος συνεμάχησεν αντιθέως μετά του κομμουνιστικού καθεστώτος της Ρωσίας και έπραξε και διεκήρυξεν αντιευαγγελικώς. Απολογούμενος ο 'Αγιος Κύριλλος έγραφε:

«Δεν αποχωρίζομαι από τίποτε το ιερόν, από τίποτε ανήκον εις την Εκκλησίαν. Μόνον φοβούμαι να προσκολληθώ εις κάτι απορρέον εκ τής αμαρτίας. Δι' αυτό δεν κοινωνώ μετά του Μητροπολίτου Σεργίου και των ομοφρόνων του, αφού δεν έχω άλλο μέσον δια να καταγγείλω τον αμαρτάνοντα αδελφόν μου... Αναγνωρίζω, ότι είναι αρχιερατικόν μου καθήκον να αποφύγω την κοινωνίαν μετά του Μητροπολίτου Σεργίου. Με την πράξιν αυτήν δεν ισχυρίζομαι ουδόλως ότι απουσιάζει ή Χάρις από τα Μυστήρια των Σεργιανιστών (ο Θεός να μας φυλάξει απο τοιούτον λογισμόν!), αλλά υπογραμμίζω, ότι δεν θέλω να μετέχω εις τας αμαρτίας των αλλων...».

Απευθυνόμενος δε προς τον δεινώς παρεκτραπέντα Σέργιον έγραφε: «... εκπλήττεσθε, διότι δεν συλλειτουργώ μαζί σας, αλλ’ όμως δεν θεωρώ, ούτε υμάς, ούτε τον εαυτόν μου εκτός ’Εκκλησίας... Δεν συλλειτουργώ, όχι διότι το Μυστήριον του Σώματος και του Αίματος του Χριστού δεν θα επραγματοποείτο εις το συλλείτουργόν μας, αλλά διότι ή κοινωνία εις το Ποτήριον του Κυρίου θα ήτο και δια τους δύο μας εις κατάκριμα, έφ’ όσον ή εσωτερική μας κατάστασις θα μας αφαιρούσε την δυνατότητα να προσφέρωμεν ειρηνικώς ''έλεον ειρήνης, θυσίαν αινέσεως...''. 


Ολίγον προ του μαρτυρίου του έγραφεν επίσης: «...Μου φαίνεται, ότι δεν διακρίνετε καλώς μεταξύ των πράξεων του Μητροπ. Σεργίου και των οπαδών του, αι οποίαι εκτελούνται κανονικώς από την θεόσδοτον χάριν του Μυστηρίου της Ιεροσύνης και των πράξεων, αι οποίαι γίνονται καθ' υπέρβασιν των μυστηριακών δικαιωμάτων και με ανθρωπίνην πονηρίαν, ως π.χ. αι διάφοροι καθαιρέσεις κ.λ.π.




Αύται είναι μυστηριακαί πράξεις μόνον εις την εμφάνισιν, ενώ εις την ουσίαν είναι μία αρπαγή της μυστηριακής ενεργείας και δι' αυτό βλάσφημοι χωρίς Χάριν. Αλλά τα Μυστήρια των Σεργιανιστών, οι οποίοι είναι κανονικώς χειροτονημένοι, είναι οπωσδήποτε σωτήρια Μυστήρια, δι' όσους τα λαμβάνουν με απλότητα και πίστιν χωρίς αμφιβολίας δια την εγκυρότητα, ανυποψίαστοι ότι κάτι δεν πηγαίνει καλώς εις το Σεργιανικόν καθεστώς της Εκκλησίας. 'Ομως την ιδίαν στιγμήν τα Μυστήρια αυτά είναι προς κατάκριμα των επιτελούντων και των προσερχομένων με πλήρη συναίσθησιν δια το ψεύδος του Σεργιανισμού, οι οποίοι δια της ελλείψεως της αντιδράσεως δεικνύουν μίαν εγκληματικήν αδιαφορίαν δια τον εμπαιγμόν εις βάρος της Εκκλησίας. Αυτός είναι ο λόγος, δια τον οποίον είναι απαραίτητον δι' έναν Ορθόδοξον Αρχιερέα ή Ιερέα να αποφύγει την συμπροσευχήν με τους Σεργιανιστάς. Το ίδιον ισχύει και δια τους λαικούς, οι οποίοι έχουν μίαν συνειδητήν επίγνωσιν των λεπτομερειών της εκκλησιαστικής ζωής». {...}



Ελάχιστος εν Αρχιερεύσιν


+ Ο Ωρωπού και Φυλής Κυπριανός

(1983)

Print Friendly and PDF