ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Παρασκευή 26 Απριλίου 2024

ΤΟ ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ




Τὴν ψυχωφελῆ, πληρώσαντες Τεσσαρακοστήν, καὶ τὴν Ἁγίαν Ἑβδομάδα τοῦ πάθους σου, αἰτοῦμεν κατιδεῖν Φιλάνθρωπε… Με αυτά τα λόγια του στιχηρού στον εσπερινό της Παρασκευής, πριν την Κυριακή των Βαΐων, τελειώνει η Μεγάλη Σαρακοστή. Μπαίνουμε πια στην «Αγία Εβδομάδα», στην περίοδο του εορτασμού των παθών του Χριστού, του Θανάτου και της Αναστάσεώς Του. Περίοδος που αρχίζει από το Σάββατο του Λαζάρου. Τα γεγονότα της διπλής γιορτής, η ανάσταση του Λαζάρου και η είσοδος του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα, αναφέρονται στα λειτουργικά κείμενα σαν «προοίμιο του Σταυρού». Έτσι, για να καταλάβουμε καλύτερα αυτά τα γεγονότα, θα πρέπει να τα δούμε μέσα στα πλαίσια της Μεγάλης Εβδομάδας. Το κοινό απολυτίκιο των δύο αυτών ημερών: «τὴν κοινὴν ἀνάστασιν πρὸ τοῦ σοῦ πάθους πιστούμενος, ἐκ νεκρῶν ἤγειρας τὸν Λάζαρον, Χριστὲ ὁ Θεός …» μας βεβαιώνει, με κατηγορηματικό τρόπο, για την αλήθεια της κοινής ανάστασης. Είναι πολύ σημαντικό ότι μια από τις μεγάλες γιορτές της Εκκλησίας μας, η θριαμβευτική είσοδος του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα, γίνεται ο οδηγός στην πορεία μας μέσα στο σκοτάδι του Σταυρού. Έτσι το φως και η χαρά λάμπουν όχι μόνο στο τέλος της Μεγάλης Εβδομάδας αλλά και στην αρχή της. Το φως και η χαρά φωτίζουν αυτό το σκοτάδι και αποκαλύπτουν το βαθύ και τελικό νόημα του. Όλοι όσοι είναι εξοικειωμένοι με την Ορθόδοξη λατρεία γνωρίζουν τον ιδιότυπο, σχεδόν παράδοξο, χαρακτήρα των ακολουθιών του Σαββάτου του Λαζάρου. Είναι, θα λέγαμε, Κυριακή και όχι Σάββατο, δηλαδή έχουμε μέσα στο Σάββατο αναστάσιμη ακολουθία. Ξέρουμε ότι το Σάββατο είναι βασικά αφιερωμένο στους τεθνεώτες και η Θεία Λειτουργία γίνεται στη μνήμη τους. Όμως το Σάββατο του Λαζάρου είναι διαφορετικό. Η χαρά που διαποτίζει τις ακολουθίες αυτής της ημέρας τονίζει ένα κεντρικό θέμα: την επερχόμενη νίκη του Χριστού κατά του Άδη. Άδης είναι ο βιβλικός όρος που χρησιμοποιείται για να ορίσει το θάνατο με την παγκόσμια δύναμή του, που με τα αδιαπέραστα σκότη και τη φθορά καταπίνει κάθε ζωή και δηλητηριάζει ολόκληρο το σύμπαν. Αλλά τώρα, με την ανάσταση του Λαζάρου, ο «θάνατος αρχίζει να τρέμει». Ακριβώς από δω αρχίζει η αποφασιστική μονομαχία ανάμεσα στη Ζωή και το Θάνατο και μας προσφέρει το κλειδί για μια πλήρη κατανόηση του λειτουργικού μυστηρίου του Πάσχα. Στην πρώτη Εκκλησία, το Σάββατο του Λαζάρου ονομαζόταν «αναγγελία του Πάσχα». Πραγματικά αυτό το Σάββατο αναγγέλλει, προμηνύει, το υπέροχο φως και τη γαλήνη του επομένου Σαββάτου, του Αγίου και Μεγάλου Σαββάτου, που είναι ημέρα του Ζωηφόρου Τάφου. Το πρώτο μας βήμα ας είναι η προσπάθεια να καταλάβουμε το εξής: ο Λάζαρος, ο φίλος του Ιησού Χριστού, είναι η προσωποποίηση όλου του ανθρωπίνου γένους και φυσικά κάθε ανθρώπου ξεχωριστά. Η Βηθανία, η πατρίδα του Λαζάρου, είναι το σύμβολο όλου του κόσμου, είναι η πατρίδα του καθενός. Ο καθένας από μας δημιουργήθηκε να είναι φίλος του Θεού και κλήθηκε σ’ αυτή τη θεϊκή Φιλία που είναι η γνώση του Θεού, η κοινωνία μαζί Του, η συμμετοχή στη ζωή Του. «Ἐν αὐτῷ ζωὴ ἦν, καὶ ἡ ζωὴ ἦν τὸ φῶς τῶν ἀνθρώπων» (Ιω. 1, 4). Και όμως αυτός ο φίλος (ο άνθρωπος), τον οποίο τόσο αγαπάει ο Θεός και τον οποίο μόνο από αγάπη δημιούργησε, δηλαδή τον έφερε στη ζωή, τώρα καταστρέφεται, εκμηδενίζεται από μια δύναμη που δεν τη δημιούργησε ο Θεός: το θάνατο. * π. Αλέξανδρος Σμέμαν, <<Μικρό οδοιπορικό της Μεγάλης Εβδομάδος: Σύντομη λειτουργική εξήγηση των ημερών της Μεγάλης Εβδομάδας>>, μετάφραση Ελένη Γκανούρη, 2η έκδ., Αθήνα, Ακρίτας, 1993.


ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ


ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ: ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ (ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ)


π. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΣΜΕΜΑΝ: ΤΟ ΠΡΟΟΙΜΙΟ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ


ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗ: ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ ΣΑΒΒΑΤΟΥ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ


ΛΑΖΑΡΟΣ ΑΠΟΛΥΤΡΩΘΗ ΑΝΑΣΤΗΘΗ ΚΑΙ ΕΣΗΚΩΘΗ


Η ΕΓΕΡΣΙΣ ΤΟΥ ΕΝ ΤΑΦΩ ΤΕΤΡΑΗΜΕΡΟΥ, ΑΓΙΟΥ, ΔΙΚΑΙΟΥ ΦΙΛΟΥ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ


ΑΓΙΟΣ ΛΑΖΑΡΟΣ Ο ΑΝΑΣΤΑΣ ΦΙΛΟΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ


ΕΓΩ ΕΙΜΙ Η ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΚΑΙ Η ΖΩΗ


Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΚΛΗΤΙΚΕΣ - ΠΡΟΦΗΤΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΣΤΑ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΑ


ΤΟ ΔΑΚΡΥ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ (ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ)


ΤΗΝ ΚΟΙΝΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΙΝ - ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ


ΙΕΡΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ: ΣΤΟΝ ΤΕΤΡΑΗΜΕΡΟ ΛΑΖΑΡΟ (ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΟΜΟΟΥΣΙΟΥ)


Ο ΤΕΤΡΑΗΜΕΡΟΣ ΛΑΖΑΡΟΣ


Ο ΑΓΙΟΣ ΛΑΖΑΡΟΣ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΙΑ


ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ: ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ


ΣΑΒΒΑΤΟΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ


Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ


Η ΕΓΕΡΣΙΣ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ - ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΑΣ


ΤΗΝ ΚΟΙΝΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΙΝ - ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ




Θρασύβουλος Στανίτσας (1910-1987)


Ο ΤΕΤΡΑΗΜΕΡΟΣ ΛΑΖΑΡΟΣ




« οὖν Μαρία ὡς ἦλθεν ὅπου ἦν ὁ Ἰησοῦς, ἰδοῦσα αὐτὸν ἔπεσεν αὐτοῦ εἰς τοὺς πόδας λέγουσα αὐτῷ· Κύριε, εἰ ἦς ὧδε, οὐκ ἂν ἀπέθανέ μου ὁ ἀδελφός». (: Ὅταν λοιπὸν ἡ Μαρία ἦλθεν ἐκεῖ, ποὺ ἦτο ὁ Ἰησοῦς, μόλις τὸν εἶδεν, ἔπεσεν εἰς τὰ πόδια του καὶ τοῦ εἶπε· Κύριε, ἐὰν ἤσουν ἐδῶ, δὲν θὰ μοῦ ἐπέθαινεν ὁ ἀγαπημένος ἀδελφός, διότι θὰ τὸν ἐθεράπευες). Μὰ ὁ Κύριος εἶναι πανταχοῦ παρὼν καὶ ὅταν παραχωρεῖ μιὰ δοκιμασία γνωρίζει γιατὶ τὸ ἔκανε, διότι κάτι καλὸ θὰ βγῆ. Ἄς ἔχουμε λοιπὸν πίστη στὸν Θεό. Παρατηρεῖ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος: «Αὐτὸ εἶναι πίστη, τὸ νὰ μὴ δίνουμε δηλαδὴ προσοχή σ’ αὐτὰ ποὺ βλέπουμε, ἔστω κι ἄν αὐτὰ ποὺ γίνονται εἶναι ἀντίθετα μὲ τὴν ὑπόσχεση, ἀλλὰ νὰ ἔχουμε ἐμπιστοσύνη στὴ δύναμη Ἐκείνου ποὺ ἔδωσε τὴν ὑπόσχεση. Ἔτσι εὐδοκίμησε ὁ Πατριάρχης Ἀβραάμ, μὲ τὸ νὰ πιστεύση δηλαδὴ στὴν ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ τὸ νὰ γίνη ἀνώτερος τῆς φύσεως καὶ τῶν ἀνθρώπινων λογισμῶν». Γιατί ἐπέτρεψε ὁ Κύριος νὰ πεθάνη ὁ Λάζαρος; Στὸ περιοδικὸ «Ὅσιος Θεόφιλος» ἀναφέρονται γιὰ τὸ θαῦμα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Ἁγίου Λαζάρου τὰ ἑξῆς: «Φαντάζει πολύ παράδοξο τό ὅτι ἕνας ἄνθρωπος πέθανε καὶ ἐπανῆλθε στήν ζωή. Πῶς μπορεῖ ἡ ψυχὴ νὰ ἐπιστρέψη στὸ νεκρὸ σῶμα; Ἀλλά, ὅπως γνωρίζουμε πολὺ καλὰ ἀπὸ τὴ Γραφὴ καὶ ἀπὸ τὰ λόγια τοῦ Κυρίου μας· «τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ ἔστιν» (Λουκ. ιη΄ 27). Ὁ Θεὸς εἶναι κυρίαρχος ἀκόμα καὶ στὸν θάνατο καὶ τὴν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, πρᾶγμα ἀδιανόητο γιὰ τὰ ἀνθρώπινα δεδομένα. Ἡ ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου, καὶ μάλιστα τετραημέρου, ἀπὸ τὸν Κύριο μᾶς ξάφνιασε καὶ ἐντυπωσίασε. Ἡ ψυχὴ ἤδη εἶχε κατέβη στὸν Ἅδη, ἑπομένως ἔμοιαζε ἀδύνατη ἡ ἐπιστροφή της. Ὅμως, ὁ Κύριος τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου ἐπενέβη δυναμικά. «Λάζαρε, δεῦρο ἔξω!» (Ἰω. ια΄ 43), ἦταν τὰ θεϊκὰ λόγια ποὺ ἀκούσθηκαν μπροστὰ στὸ μνῆμα τοῦ κεκοιμημένου. Καὶ ὁ Λάζαρος «δεδεμένος… κειρίαις» ἐξῆλθε τοῦ τάφου, ἀφήνοντας μὲν τὴν φοβέρα τοῦ Ἅδου, ἐπιστρέφοντας δὲ στὴν ματαιότητα τῶν γήινων πραγμάτων. Ὁ ἅγιος Λάζαρος, τοῦ ὁποίου ἡ ἀνάσταση ἑορτάζεται τὸ Σάββατο πρὶν ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων, πρὶν τὴν Μεγάλη Ἑβδομάδα, τιμᾶται ἰδιαίτερα ἀπὸ τοὺς Κυπρίους, διότι διετέλεσε Ἐπίσκοπος Κιτίου. Μάλιστα ἡ κυπριακὴ πόλη Λάρνακα, τὸ ἀρχαῖο Κίτιο, πῆρε τὸ ὄνομά της ἀπὸ τὴν λάρνακα, τὸν τάφο, τὸν ἁγίου Λαζάρου, ποὺ βρίσκεται σήμερα μέσα στὸν ὁμώνυμο ναό. Ὁ ἅγιος Λάζαρος, ὁ δίκαιος καὶ σεβαστὸς σὲ ὅλους ἄνθρωπος, μετὰ τὴν ἀνάστασή του ἀπὸ τὸν Κύριο, ἔγινε πρόσωπο μισητὸ γιὰ τοὺς Ἰουδαίους. Τὸ θαῦμα τῆς ἀναστάσεώς του κήρυττε περίτρανα τὴν θεότητα τοῦ Χριστοῦ. Οἱ Ἰουδαῖοι, ποὺ ἔψαχναν εὐκαιρία νὰ θανατώσουν τὸν Κύριο, δὲν μποροῦσαν νὰ δεχθοῦν τὴν μαρτυρία αὐτή. Ἔτσι, ὅπως μᾶς λέγει ἡ Γραφή: «ἐβουλεύσαντο δὲ οἱ ἀρχιερεῖς ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἀποκτείνωσιν, ὅτι πολλοὶ δι’ αὐτὸν ὑπῆγον τῶν Ἰουδαίων καὶ ἐπίστευον εἰς τὸν Ἰησοῦν» (Ἰω. ιβ΄ 10-11). Γιὰ τὸν κίνδυνο λοιπὸν αὐτόν, ἔφυγε γιὰ τὴν Κύπρο κι ἐκεῖ ἐγκαταστάθηκε στὸ Κίτιο (σημερινὴ Λάρνακα). Στὸν τόπο αὐτό, μετὰ ἀπὸ χρόνια, τὸν συνάντησαν οἱ ἀπόστολοι Παῦλος καὶ Βαρνάβας καὶ τὸν χειροτόνησαν Ἐπίσκοπο Κιτίου. Λέγεται ὅτι, ὅταν ἀκόμη ἡ Παναγία ἦταν σωματικῶς στὴν γῆ, πῆγε στὴν Κύπρο αὐτοπροσώπως καὶ ἔδωσε στὸν Λάζαρο ἕνα ὠμοφόριο, ποὺ εἶχε φτιάξει μόνη της, μὲ τὰ ἴδια της τὰ χέρια. Ὁ ἅγιος Λάζαρος, ὁ μοναδικὸς ἄνθρωπος ποὺ γνώρισε καὶ βίωσε τὴν κατάσταση τοῦ Ἅδη, μποροῦσε νὰ ἔχη πλήρη ἀντίληψη τῆς ματαιότητος τοῦ κόσμου. Γι’ αὐτὸ καὶ ὅπως μᾶς ἀναφέρει ὁ ἱερὸς Συναξαριστής, μετὰ τὴν ἀνάστασή του ἀπὸ τὸν Κύριο, δὲν γέλασε ξανὰ ποτὲ στὴν ζωή του, ἐκτὸς ἀπὸ μία φορά, ποὺ θὰ ἀναφέρουμε ἀμέσως παρακάτω. Κάποτε, λέει ἡ βιογραφία του, εἶδε ὁ Ἅγιος ἕναν ἄνθρωπο νὰ κλέβη ἕνα πήλινο ἀγγεῖο. Στάθηκε καὶ τὸν κοίταζε. Στὴν συνέχεια χαμογέλασε καὶ μονολόγησε: «Τὸ ἕνα χῶμα κλέβει τὸ ἄλλο». Ἕνα γεγονός, ποὺ ἔχει μείνει ἔντονο στὴν συνείδηση καὶ στὴν παράδοση τῶν Κυπρίων ἀδελφῶν μας, ἀποτελεῖ τὸ θαῦμα τοῦ Ἁγίου στὴν περιοχὴ τῆς ἁλυκῆς τῆς Λάρνακας, στὸν σημερινὸ ὑδροβιότοπο, ποὺ ἔχει λάβει διεθνῆ ἀναγνώριση καὶ σημασία. Στὸν τόπο αὐτὸ ὑπῆρχε μιὰ μεγάλη ἔκταση, ὅπου εἶχε φυτευθῆ ἕνα ἀμπέλι. Τὸ ἀμπέλι αὐτὸ ἄνηκε σὲ μιὰ πλούσια γυναῖκα τῆς περιοχῆς. Κάποτε ὁ ἅγιος Λάζαρος περνοῦσε ἀπὸ τὴν περιοχὴ αὐτὴ καὶ εἶδε τὴν ἀπέραντη ἔκταση μὲ τὰ σταφύλια. Τότε ἀπευθυνόμενος στὴν γυναῖκα αὐτὴ τῆς εἶπε: «Μπορεῖς νὰ μοῦ δώσης ἕνα τσαμπὶ σταφύλι;». Ἡ ἰδιοκτήτρια, τοῦ ἀπάντησε μὲ ἀναίδεια καὶ χωρὶς σεβασμό: «Βλέπεις κανένα ἀμπέλι ἐδῶ γύρω;». Τότε, κατὰ παραχώρηση Θεοῦ, μὲ θαυμαστὸ τρόπο, ὅλα τὰ σταφύλια μετατράπηκαν σὲ ἁλάτι κι ὁ τόπος ἔγινε ἁλυκή. Εἶναι μάλιστα χαρακτηριστικὸ ὅτι μέχρι σήμερα οἱ ἄνθρωποι, ποὺ βγάζουν τὸ ἁλάτι ἀπὸ τὴν περιοχὴ αὐτή, μαρτυροῦν ὅτι, στὸ βάθος ἀπὸ τὶς τέσσερις λίμνες ποὺ ἔχουν σχηματισθῆ ἐκεῖ, βρίσκουν κορμοὺς καὶ ρίζες ἀπὸ ἀμπέλια. Ὁ Ἅγιος ἔζησε στὴν Κύπρο, μετὰ τὴν ἀνάστασή του, γιὰ τριάντα περίπου χρόνια. Κοιμήθηκε εἰρηνικά, γιὰ δεύτερη φορά, καὶ μετοίκησε ὄχι ξανὰ στὸν φρικτὸ Ἅδη, ὁ ὁποῖος εἶχε πλέον καταργηθῆ, ἀλλὰ στὸν τόπο τῆς προγεύσεως τοῦ Παραδείσου.

Η ΒΕΒΗΛΩΣΗ ΤΟΥ Ι. Ν. ΑΓ. ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΟΣ ΑΧΑΡΝΩΝ (12.12.2010) ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟ ΙΕΡΩΝΥΜΟ*





1. Ἡ βεβήλωση τῆς ἁγιοτόκου Ἑλλάδος στήν ἀρχή τῆς δεκαετίας


πρώτη δεκαετία τῆς τρίτης μετά Χριστόν χιλιετίας ἀναμενόταν, σύμφωνα μέ ἐκτιμήσεις εἰδικῶν, ὅτι θά ἀποτελοῦσε γιά τήν Ἐκκλησία ἀπαρχή θριαμβευτικῆς πορείας τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καί ζωῆς, ἀφοῦ ὁ κακοποιημένος καί αἱρετικός Χριστιανισμός τῆς Δύσεως εἶχε ἀπογοητεύσει τούς ἀνθρώπους, ὁδηγοῦσε καί ὁδηγεῖ στήν ἀπώλεια πλῆθος ψυχῶν. Ἡ μόνη διαφαινόμενη ἐλπίδα καί ἄγκυρα σωτηρίας ἦταν καί εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, πού ἐκράτησε ἀνόθευτο τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου, ἐνυλωμένο σέ πράξη ζωῆς ἀπό τούς Ἁγίους Μάρτυρες, Ὁσίους καί Διδασκάλους.


Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης
Ὁμότιμος Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.


Δυστυχῶς ἡ ἐκκλησιαστική ἡγεσία, σχεδόν στό σύνολό της, ἀλλοτριωμένη καί διαβρωμένη ἀπό τήν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, δέν διακρίνει πλέον μεταξύ ἀληθείας καί πλάνης, Ὀρθοδοξίας καί αἱρέσεως· πιστεύει ὅτι ἡ Ἐκκλησία ὑπάρχει παντοῦ, ὅτι καί οἱ αἱρέσεις εἶναι ἐκκλησίες. Γι᾽ αὐτό καί ἐξευτέλισαν τήν Ἐκκλησία καθιστώντας την μικρό καί ἰσότιμο μέλος μέ τήν πανσπερμία τῶν αἱρετικῶν προτεσταντικῶν κοινοτήτων, μέσα στό λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», πού εἶναι οὐσιαστικά «Παγκόσμιο Συμβούλιο Αἱρέσεων». Τό ἴδιο ἰσχύει καί μέ τήν ἀναγνώριση τοῦ παναιρετικοῦ Παπισμοῦ ὡς ἀδελφῆς Ἐκκλησίας, τοῦ πάπα ὡς ἁγιωτάτου ἐπισκόπου Ρώμης, καί τῶν αἱρετικῶν τους Μυστηρίων ὡς ἁγιαστικῶν καί σωστικῶν, σύμφωνα μέ τό ὑπογραφέν κοινό κείμενον τοῦ Διαλόγου μεταξύ Ὀρθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικῶν στό Balamand τοῦ Λιβάνου τό 1993.


Εἶχαν διαφανῆ περί τό τέλος τῆς δεύτερης χιλιετίας κάποια σημάδια ὀρθοδόξου ἀφυπνίσεως· ἀρκετές ὀρθόδοξες ἐκκλησίες εἶχαν ἀποφασίσει νά ἀποχωρήσουν ἀπό τό λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», ἀκολουθοῦσες τό Πατριαρχεῖο Ἱεροσολύμων, τό ὁποῖο δυστυχῶς ἐπί πατριαρχίας Εἰρηναίου ἐπανῆλθε στήν μάνδρα τῶν αἱρετικῶν Προτεσταντῶν καί ἐξακολουθεῖ νά παραμένει μέχρι σήμερα. Τό θέμα ἐπίσης τῆς ἐπάρατης «Οὐνίας» ὁδήγησε σέ ὄξυνση τίς σχέσεις Ὀρθοδόξων καί Παπικῶν καί σέ προσωρινή διακοπή τοῦ Διαλόγου. Αὐτό ἦταν ἐκ Θεοῦ σημεῖο γιά τήν ὁριστική διακοπή ὄχι ἁπλῶς τοῦ ἀνωφελοῦς, ἀλλά τοῦ καταστρεπτικοῦ καί ἐπιζημίου αὐτοῦ δῆθεν διαλόγου.


Οἱ σχεδιασταί ὅμως τῆς παγκοσμιοποίησης, τῆς ἑνιαίας Οἰκουμένης, ὄχι τοῦ Χριστοῦ ἀλλά τοῦ Ἀντιχρίστου, ἀνέκοψαν γρήγορα αὐτήν τήν θετική ἐξέλιξη, μέ συνέπεια, ὅπως ἐπιθυμοῦσαν, ἡ ἀρχή τῆς νέας χιλιετίας νά μήν ἀνήκει στόν Χριστό (ἰχθύς) ἀλλά στόν Ἀντίχριστο (ὑδροχόος). Γι᾽ αὐτό ὅσον ἀφορᾶ εἰς τά τῆς Ἑλλαδικῆς αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας, ἐξεπλάγημεν ὅλοι, ὅταν ὁ μέχρι τῆς ἐκλογῆς του εἰς ἀρχιεπίσκοπον Χριστόδουλος, ὁ ἀπό Δημητριάδος, συντηρητικός καί παραδοσιακός ἱεράρχης, ὅπως καί τό σύνολο τῶν Ἑλλήνων ἱεραρχῶν τότε, μεταμορφώθηκε σέ ἐνθουσιώδη οἰκουμενιστή ἀκολουθώντας καί μερικές φορές ξεπερνώντας τόν οἰκουμενιστικό βηματισμό τοῦ Φαναρίου. Ἔτσι ἡ ἀρχή τῆς πρώτης δεκαετίας τοῦ 21ου αἰῶνος σημαδεύθηκε ἀπό τήν βεβήλωση τῆς ἁγιοτόκου ἀντιπαπικῆς Ἑλλάδος μέ τήν ἐπίσκεψη τοῦ πάπα στήν Ἑλλάδα τόν Μάϊο τοῦ 2001.


Εἰς τά ὄμματα ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν ὁ αἱρετικός πάπας ἀποκαθάρθηκε καί νομιμοποιήθηκε ὡς ὁ «ἁγιώτατος ἐπίσκοπος Ρώμης»· ἀχρηστεύθηκαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες, οἱ παπομάστιγες καί ἀντίπαπες, ὁ Μέγας Φώτιος, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός, ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ ὁποῖος συνιστᾶ «τόν πάπαν νά καταρᾶσθε». Τό κάστρο τῆς ἀντιπαπικῆς Ἑλλάδος ἔπεσε, γιά νά ἀκολουθήσει ἡ ἐκπόρθηση καί ἄλλων ὀρθοδόξων ἀκροπόλεων, τῆς Γεωργίας, τῆς Βουλγαρίας, τῆς Κύπρου, τῆς Ρουμανίας, πού πρό τῆς Ἑλλάδος ὑπέκυψε καί ἑτοιμάζεται γιά δεύτερη φορά νά παραδοθεῖ, ἀκόμη καί τῆς σφόδρα ἀντιπαπικῆς Σερβίας, ἡ ὁποία ὑπό τήν νέα της ἐκκλησιαστική ἡγεσία ἔχει ἤδη παραδοθῆ καί ἑτοιμάζεται νά ὑποδεχθῆ τόν πάπα, ἀφοῦ ἐξουδετερώθηκε, καθαιρεθείς καί ἐκδιωχθείς, ὁ νέος ὁμολογητής τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως ἐπίσκοπος Κοσσόβου κ. Ἀρτέμιος. Ὁ ἐπί αἰῶνες πλανῶν τήν Οἰκουμένην Παπισμός ἑστώς ἐν τόποις ἁγίοις[1]. Ἐλπίζουμε καί προσευχόμαστε νά παραμείνει τουλάχιστον ἀπόρθητο τό κάστρο τῆς Μεγάλης Ὀρθόδοξης Ρωσίας.

ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΥ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΟΥ: «ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ» (6ον)

 



Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου του
Γεωργίου Δ. Παπαδημητρακόπουλου:
«Συμεών του Μεταφραστού: Το Μαρτύριον του Αγίου Γεωργίου»,
Αθήνα 1994, έκδοση «Αποστολικής Διακονίας», σελ. 52-54.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»





ΣΥΜΕΩΝ Ο ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΗΣ


Ο Συμεών ο Μεταφραστής έζησε κατά τον Ι' αιώνα μ.Χ. και διετέλεσε λογοθέτης (υπουργός) από τους αυτοκράτορες Κωνσταντίνο Ζ΄τον Πορφυρογέννητο (913-959 μ. Χ.), Νικηφόρο Β' το Φωκά (963-969 μ.Χ.), Ιωάννη Α΄τον Τσιμισκή (969-976 μ.Χ.) και Βασίλειο Β' τον Βουλγαροκτόνο (976-1025 μ.Χ.). Το κοσμικό του, όνομα κατά πάσα πιθανότητα, ήταν Νικήτας. Το όνομα Συμεών το πήρε όταν εκάρη μοναχός. Ο Συμεών υπήρξε από τους πλέον λόγιους μοναχούς της Εκκλησίας και ένα μεγάλο μέρος της ζωής του το αφιέρωσε στο συγγραφικό έργο. Προκειμένου δε να φέρει σε πέρας το έργο αυτό, διέθεσε όλο του τον πλούτο και την κοσμική του δύναμη, αφού διακαής του πόθος ήταν να προσφέρει πνευματική και ηθική βοήθεια στο λαό του Θεού. Ο Συμεών διακρινόταν για την αρετή και τη σοφία των λόγων του. Η Εκκλησία μας τον έχει ανακηρύξει Άγιο και τιμά τη μνήμη του στις 9 Νοεμβρίου. Στο Μέγα Συναξαριστή (9 Νοεμβρίου) μεταξύ των άλλων, σημειώνονται και τα εξής για τον άγιο Συμεών: «Ούτως οσίως και εναρέτως πολιτευσάμενος ο Όσιος και πλείστους όσους ωφελήσας και ωφελών καθ' εκάστων  διά του λίαν διδακτικού και γλαφυρωτάτου περιεχομένου των υπ' αυτού συγγραφέντων βίων των Αγίων, απήλθε προς Κύριον, ίνα συναγάλεται αιωνίως μετά των Αγίων Αυτού, πρεσβεύων απαύστως υπέρ πάντων ημών». [...] Ο Συμεών προκειμένου να γράψει το έργο αυτό, στηρίχτηκε σε πολλές και παλαιές πηγές. Ως κύρια όμως και βασική πηγή χρησιμοποίησε το «Μαρτύριο», το οποίο συνέγραψε ένας από τους υπηρέτες του Αγίου, ο Πασικράτης, ο οποίος παρακολουθούσε με τα ίδια του τα μάτια τις διάφορες φάσεις και τα είδη των βασανιστηρίων του Μεγαλομάρτυρος (σχετικά βλ. Εισαγωγή Α', β', 1). Το έργο αυτό του Συμεών σώζεται σε χειρόγραφα στις ιερές Μονές Μεγίστης Λαύρας, Ιβήρων και άλλες του Αγίου Όρους. Έχει εκδοθεί πολλές φορές και συμπεριλαμβάνεται στον 115ο τόμο της Ελληνικής Πατρολογίας του J.- P. Migne.



Απόσπασμα εκ του προλόγου του βιβλίου σε μετάφραση, σχολιασμό και επιμέλεια του
Θεολόγου - Φιλολόγου Γεωργίου Δ. Παπαδημητρακόπουλου






ΣΥΜΕΩΝ, ΛΟΓΟΘΕΤΟΥ, ΤΟΥ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΟΥ




ΜΑΡΤΥΡΙΟΝ
ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΝΔΟΞΟΥ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΟΣ
ΚΑΙ ΤΡΟΠΑΙΟΦΟΡΟΥ
ΓΕΩΡΓΙΟΥ






Η ανάσταση του νεκρού



ΙΘ. Πρώτα - πρώτα λοιπόν ο άγιος γονάτισε και προσκύνησε με ευλάβεια το Θεό. Έπειτα σηκώθηκε όρθιος, έστρεψε τους οφθαλμούς του, τους αισθητούς και τους νοητούς, προς τον ουρανό και, αφού παρακάλεσε Εκείνον, τον οποίον δόξασε με τα μέλη του σώματός του, όταν υφίστατο τα βασανιστήρια, και του οποίου γνώριζε την αδιάψευστη υπόσχεση, ότι δηλαδή και Αυτός θα δοξάσει θεοπρεπώς εκείνους που Τον δοξάζουν, αμέσως ανέστησε έναν από τους νεκρούς που ήταν ενταφιασμένοι εκεί κοντά.


Τότε πολλοί από το πλήθος και το στρατό, μόλις είδαν το μέγιστο αυτό θαύμα, πίστεψαν στο Χριστό. Αλλά και ο αυτοκράτορας θαύμασε με το γεγονός αυτό, πλην όμως φανερά αποκάλεσε μάγο τον Άγιο και θεώρησε φάντασμα τον αναστηθέντα νεκρό. Για το λόγο αυτό πρόσταξε να του φέρουν εκεί στο μέσο του πλήθους κάποιον μάγο, ονόματι Αθανάσιο, τον οποίο οι ειδωλολάτρες θαύμαζαν και εγκωμίαζαν πάρα πολύ για τα μαγικά του τεχνάσματα. Πίστευε ο ανόητος Διοκλητιανός ότι με τα μαγικά τεχνάσματα του Αθανασίου θα μπορούσε να ανατρέψει την αλήθεια.


Οι απάτες όμως του μάγου αποκαλύφθηκαν και ελέγχθηκαν από τον Άγιο με ευχέρεια περισσότερη από εκείνη του Μωυσή, ο οποίος αποκάλυψε και έλεγξε παλαιότερα τις απάτες αυτών που θεωρούνταν θαυματοποιοί. Μετά από το γεγονός αυτό πολλοί ειδωλολάτρες, αλλά και ο ίδιος ο φημιζόμενος για τα μαγικά του τεχνάσματα Αθανάσιος, καταφρόνησαν αμέσως την πλάνη των ειδώλων και προσήλθαν με ενθουσιασμό στο φέγγος της θρησκείας του Χριστού. Όλοι δε αυτοί μαζί με τον αναστηθέντα νεκρό αποκεφαλίστηκαν διά ξίφους, ύστερα από προσταγή του τυράννου, αφού προηγουμένων δέχτηκαν την εν Χριστώ σφραγίδα από τον άγιο Γεώργιο.



Ο Γεώργιος και πάλι στη φυλακή

Θαύματα


Κ. Οι ειδωλολάτρες όμως έμεναν πεισματικά στην πλάνη τους, ενώ παράλληλα η κακότητά τους έπαιρνε μεγαλύτερες διαστάσεις. Δηλαδή, ενώ έγινε το θαύμα και έπρεπε, κατά την υπόσχεσή τους, να προσέλθουν στη θρησκεία του Χριστού και να μάθουν ποιος είναι αυτός ο Χριστός που κάνει τέτοια θαύματα, εκείνοι όχι μόνο δεν έσπευσαν να γνωρίσουν το Χριστό, αλλά και τον προσκυνητή της αλήθειας, το μεγαλομάρτυρα Γεώργιο, τον πλήρωσαν οι θεομισείς με τον μισθό της κακίας τους, κλείνοντάς τον και πάλι στη φυλακή.


Αλλά την επομένη ημέρα οι ειδωλολάτρες, χωρίς βέβαια να το θέλουν, συνέκλειαν κατά κάποιο τρόπο στη φυλακή, μαζί με το Γεώργιο, και τη χάρη των ιαμάτων. Και πραγματικά, την επόμενη ημέρα συγκεντρώθηκε έξω από τη φυλακή το πλήθος εκείνων που πίστευσαν στο Χριστό. Οι άνθρωποι λοιπόν αυτοί εξαγόρασαν με χρήματα τους φρουρούς, οι οποίοι και τους άφησαν να μπουν μέσα και να δουν το Μεγαλομάρτυρα. Έτσι είχαν την ευκαιρία να λάβουν την πολύτιμη χάρη του Αγίου.


Πράγματι, όσοι ήταν άρρωστοι οδηγούνταν από τους οικείους τους στον Άγιο και αποκτούσαν την υγεία τους. Μαζί με τους πιστεύσαντες πήγε στον Άγιο και ένας φτωχός γεωργός, ονόματι Γλυκέριος, του οποίου το βόδι ψόφησε την ώρα που όργωνε το χωράφι του, και με δάκρυα στα μάτια τον παρακάλεσε να το επαναφέρει στη ζωή. Και είχε την ελπίδα ο Γεώργιος ότι θα εκάμεμπτο ο Μεγαλομάρτυς και θα ικανοποιούσε το αίτημά του. Όμως ο Γλυκέριος ήταν μεν ένας φτωχός γεωργός, αλλά αποδείχτηκε πλούσιος στην πίστη. 

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΩΡΩΠΟΥ & ΦΥΛΗΣ κ. ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ Β': «Ο ΓΝΗΣΙΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΣ ΒΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΣΚΗΤΙΚΟΣ» (2024)




Ιερά Μητρόπολη Ωρωπού και Φυλής

της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών

ΓΕΩΡΓΙΟΥ Κ. ΤΟΥΜΑΝΙΔΗ: «ΠΥΡΡΙΧΙΟΣ ΔΡΟΜΟΣ» (ΕΒΔΟΜΟ ΜΕΡΟΣ)

 



Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Γεωργίου Κ. Τουμανίδη:
«Πυρρίχιος Δρόμος»
εκδόσεις «Έαρ», 1η έκδοσηΑπρίλιος 2023, σελ. 82-84.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»



Το βιβλίο αυτό είναι ένα πόνημα-αφήγηση που εξιστορεί τη ζωή των προπατόρων μας στον μαρτυρικό Πόντο, αυτών που αντί του συμβιβασμού, της υποταγής και της προσκύνησης, επέλεξαν τον πυρρίχιο δρόμο του καθήκοντος, τον πυρρίχιο τρόπο της πίστεως και της προσευχής, την πυρρίχια ζωή της θυσίας. Είναι μια προσπάθεια να προβληθεί η αγιοπατερική παράδοση και σοφία του Πόντου από το απώτερο άκρο της Μ. Ασίας, από την περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, μια συλλογή μαρτυριών που διασώθηκαν και πέρασαν από γενιά σε γενιά, από τους ανθρώπους που τα βίωσαν και γράφονται για να μεταφερθούν στη σημερινή και τις επόμενες γενιές. Είναι ένα ταξίδι στη μαρτυρική ζωή του Ελληνισμού του Πόντου, τις αρχές και τις αξίες του, μία περιπλάνηση στη δίνη άλλων κόσμων σκληρών, αλλά πραγματικών. Ίσως στην υλόφρονη εποχή μας να φαντάζει παραμυθένια η αγιότητα και η προσκόλληση στην ορθόδοξη πίστη, για την οποία οι άνθρωποι στον Πόντο και γενικότερα στην Μικρά Ασία υπέστησαν δοκιμασίες, έχυσαν δάκρυα και αίμα. Το βιβλίο αυτό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ένας οδηγός επιβίωσης, που περιγράφει τρόπους και τεχνικές πνευματικού πολέμου σε καιρούς κρίσεως ή σε καιρούς Αποκαλύψεως, όταν καλείται κάποιος να ξεπεράσει τα ανθρώπινα όριά του. Περιέχει προσευχές, τρόπους και μεθόδους πνευματικού αγώνα από τον αγιοτόκο Πόντο, που έχουν δοκιμαστεί στις δυσκολότερες καταστάσεις και αντιξοότητες. Για να γραφτεί αυτό το βιβλίο. άνοιξαν δακρύβρεχτα αρχεία μιας ζωής, βίβλοι καρδιάς, καταθέσεις ψυχών. Ξεδιπλώθηκαν και αποκαλύφθηκαν από τις εσχατιές της Ανατολής αναμνήσεις μαρτυρικής ζωής αγίων του Πόντου, γραμμένες με δάκρυα και αίμα, που στολίζουν στον δρόμο του Θεού και παρακαλούν για δικαίωση. Όσα γράφτηκαν σ' αυτό το βιβλίο έγιναν. Ο ουρανός κατέβηκε στη γη και οι άνθρωποι ανυψώθηκαν στον ουρανό, καταθέτοντας στον Θεό τα πειστήρια του μαρτυρίου τους: κομμένα χέρια, πόδια, γλώσσες, κεφάλια, καμμένα κορμιά, παγωμένα μέλη, θυσιασμένα παιδάκια, αγνές παρθένες κόρες με την τιμή και την αξιοπρέπειά τους κατατεθειμένες στον Χριστό για να τους τις ξαναδώσει λαμπρότερες στη Δευτέρα Παρουσία Του, πυρπολημένες καρδιές και φλεγόμενες ψυχές. Ας είναι αιωνία παρά τω Θεώ η μνήμη των μαρτύρων της πίστεως, του Πόντου και ολόκληρης της Μικρασίας. *(Απόσπασμα εκ του προλόγου).






   «ΠΥΡΡΙΧΙΟΣ ΔΡΟΜΟΣ»



Β'


ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΕΜΕΛΕ ΤΑΜΠΟΥΡΟΥ




Η σύληση του τουρκικού στρατώνα



Οι Έλληνες δραπέτες έφτασαν έξω από το συρματόπλεγμα του στρατώνα. Η νύχτα ήταν ασέληνη, το φεγγάρι κρυμμένο, ενώ έπνεε και ένα απαλό βοριαδάκι. «Ο Θεός εν' αδακά άμον δροσερόν αερόπον π' επήεν σον προφήτη Ηλία» ( = Ο Θεός είναι εδώ και κάνει αισθητή την παρουσία Του σαν αύρα, όπως παρουσιάστηκε στον προφήτη Ηλία), είπε ο Κωστής. Σύμφωνα με το σχέδιο, τον φρουρό της αποθήκης πυρομαχικών θα τον εξόντωνε ο Κωστής Χαραλαμπίδης. Ήταν ευλύγιστος σαν αίλουρος. Το παρατσούκλι του ήταν «Αγροπαρδίν» ( = αγριόγατος, αίλουρος), ενώ άλλοι συγκρατούμενοι που ήταν γείτονες στο χωριό του τον αποκαλούσαν «Οφίδ» (φίδι). Τον άλλο φρουρό, που βρισκόταν σε απόσταση περίπου εκατόν πενήντα μέτρων, θα τον εξόντωνε ο Χρύσανθος, αφού ακουγόταν μια φωνή κουκουβάγιας, την οποία θα έκανε ο Κωστής, ο οποίος μιμούνταν πολύ καλά τις κραυγές των ζώων. Ο Χρύσανθος ήταν πολύ καλός στο πέταγμα μαχαιριού και τσεκουρόπον (μικρό τσεκούρι). Ήταν το παιχνίδι των παιδικών τους χρόνων να βάζουν στόχο στα δέντρα και να τον πετυχαίνουν σημαδεύοντας με το μαχαίρι και το τσεκουράκι. Όπλα, μαχαίρια και τσεκούρια, μικρά και μεγάλα, σφυριά, πένσες και άλλα εργαλεία είχαν πάρει από το λατομείο μετά την εξόντωση των Τούρκων φρουρών. Το αεράκι φύσαγε προς την κατεύθυνση των Ποντίων και έτσι δεν θα ακούγονταν τα βήματα του Κωστή, όταν θα πλησίαζε τον Τούρκο φρουρό. Όμως το «Οφίδ», ο Κωστής, δεν θα περπατούσε καθόλου. Μέχρι τον φρουρό ήταν μία περίσταση περίπου εκατό μέτρων. Θα σερνόταν μέχρι το φυλάκιο του φρουρού. Αφού έκοψε το συρματόπλεγμα με τανάλια που είχε πάρει κατά την απόδρασή του από το λατομείο - κάτεργο, έκανε τον σταυρό του, έβαλε αποφασιστικά το μαχαίρι στο στόμα -θαρρείς το δάγκωσε- και έπεσε κατάχαμα. Σαν πραγματικό φίδι σερνόταν στο χώμα, ανάμεσα στα χόρτα. Δέκα μέτρα πίσω του σερνόταν για εφεδρεία ο Νικηφόρος Ελευθεριάδης, ώστε, αν κάτι πήγαινε στραβά, να αποτελείωνε αυτός τον φρουρό. Ήταν πραγματικά γενναίος και νικηφόρος, όπως έλεγε και το όνομά του, όπως επίσης αντρειωμένος και ψυχωμένος ήταν και ο γιος του Λεόντιος, 16 ετών, που είχαν συλληφθεί από τους Τούρκους και ήταν μαζί σκλάβοι στο λατομείο. Όταν έφτασε ο Κωστής πίσω από το φυλάκιο του φρουρού, σηκώθηκε αργά - αργά όρθιος, έπιασε το μαχαίρι, πλησίασε και, αφού πέταξε μια πέτρα στην αριστερή πλευρά του φυλακίου, ώστε να γυρίσει ο Τούρκος σκοπός αριστερά, αυτός πήγε από δεξιά και, καθώς ο φρουρός γυρνούσε προς το μέρος του, έπεσε νεκρός από τον Κωστή. Μετά ο Κωστής μιμήθηκε την κραυγή της κουκουβάγιας. Ο Τούρκος φρουρός που ήταν στην άλλη πλευρά του στρατοπέδου γύρισε προς το σημείο που ακούστηκε ο θόρυβος. Αυτή ήταν και η μοιραία κίνηση. Σε λίγο έπεφτε νεκρός από τον Χρύσανθο. Στη συνέχεια, αφού ήλθαν και οι υπόλοιποι αγωνιστές μέσα στο τουρκικό στρατόπεδο, ο Κοσμάς τσαούς τους οδήγησε στην αποθήκη πυρομαχικών. Μαύρες σκιές μέσα στο σκοτάδι, φαντάσματα της νύχτας, οι Πόντιοι φορτώνονταν πυρομαχικά όπλα, χειροβομβίδες και εκρηκτικά, φωτοβολίδες και καπνογόνα, πολεμοφόδια. Κατόπιν ο Κοσμάς τσαούς τους πήγε στην αποθήκη τροφίμων και από εκεί πήραν όσα τρόφιμα μπορούσαν να κουβαλήσουν. Φεύγοντας, απομακρύνθηκαν αργά' βάδιζαν όλη τη νύχτα. Μαζί τους ενώθηκαν το επόμενο πρωί οι κρατούμενοι που είχαν παραμείνει να φυλάνε τους Τούρκους αιχμαλώτους του λατομείου.

Η ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ ΤΩΝ ΑΡΜΕΝΙΩΝ, ΕΝΑ ΑΚΟΜΑ ΑΤΙΜΩΡΗΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ (24 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1915)




Η γενοκτονία των Αρμενίων και η υποκρισία των Τούρκων…

109 χρόνια από την επέτειο… 24 Απριλίου 1915!



Λέγεται πως ο ίδιος ο Χίτλερ κάποτε ισχυρίστηκε ότι ο κόσμος θα ξεχνούσε την γενοκτονία των Εβραίων γιατί “Ποιός θυμάται τη γενοκτονία των Αρμενίων;” Ο άνθρωπος που αιματοκύλησε την Ευρώπη είχε για μια ακόμη φορά άδικο. Η ιστορία τον διέψευσε. Οι Εβραίοι δεν ξέχασαν την γενοκτονία και φυσικά δεν την ξέχασε ο Αρμενικός λαός. Οι Αρμένιοι είτε ζουν στο Ερεβάν, είτε ζουν στο Ηράκλειο, την Γαλλία ή την Αμερική θεωρούν την 24η-25η Απριλίου του 1915 ως την αρχής μίας θλιβερής επετείου.


Τότε που οι Νεότουρκοι στην Πόλη μάζεψαν τους πρώτους Αρμένιους και τους κατέσφαξαν. Ήταν η αρχή ενός μαζικού προγκρόμ που για τα επόμενα χρόνια στοίχισε τη ζωή σε 1,5-2 εκατομμύρια ψυχές. Ήταν μια προσπάθεια ξεκληρίσματος των Αρμενίων που για τους Τούρκους ήταν ακόμη ένα κόκκινο πανί, όπως ήταν οι Έλληνες του Πόντου, οι Κούρδοι. Οι συστηματικές και επιμελώς προετοιμασμένες σφαγές και εκτοπίσεις των Αρμενίων από την τουρκική κυβέρνηση μεταξύ του 1915 και του 1923 με σκοπό την εξόντωση της αρμενικής φυλής, συνθέτουν την Γενοκτονία των Αρμενίων.


Εκ των πραγμάτων η λέξη «Γενοκτονία» στις μέρες μας συνειρμικά επικεντρώνει τη σκέψη μας στα δύο τραγικά γεγονότα του αιώνα μας, τη Γενοκτονία των Αρμενίων το 1915 από τους Νεότουρκους και τη Γενοκτονία των Εβραίων και των σλαβικών λαών το 1940-44 από τους Γερμανούς. Στον αιώνα μας διαπράχθηκαν εγκλήματα Γενοκτονίας εις βάρος και άλλων λαών, που συνειδητά η Τουρκία προσπάθησε και προσπαθεί να υποβαθμίσει. 


Μέχρι και σήμερα η Τουρκία δεν θέλει να ακούσει τίποτα περί Γενοκτονίας. Η οποία επιμένει ότι η σφαγή των εκατοντάδων χιλιάδων Αρμενίων δεν ήταν τίποτα άλλο από το αποτέλεσμα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου! Πόλεμος λοιπόν το ολοκαύτωμα του αρμενικού λαού, πόλεμος ο αφανισμός της κουρδικής εθνότητας ,η διχοτόμηση της Κύπρου, αλλά και του ελληνισμού του Πόντου;


Η μόνη αλήθεια στα λεγόμενα των Τούρκων είναι ότι ο όρος «γενοκτονία» όταν συνέβησαν τα περιστατικά του 1915 και εντεύθεν δεν υπήρχε στη διεθνή διπλωματία. Η γενοκτονία ως όρος εισήχθη μετά την δίκη της Νυρεμβέργης το 1945, όταν δικάστηκαν οι ναζί. Το μεγάλο έγκλημα… Η γενοκτονία των Αρμενίων υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα του αιώνα. Πρόκειται για την πρώτη συστηματική διαδικασία εθνοκάθαρσης που εφάρμοσε η Τουρκία, η χώρα που βαρύνεται ίσως με τα μεγαλύτερα εγκλήματα εθνικού ξεκαθαρίσματος. Την ίδια εγκληματική τακτική εφάρμοσε σε βάρος των Ποντίων και των άλλων Ελλήνων της Μικράς Ασίας, των Κούρδων και των Ελλήνων της Κύπρου.

ΚΑΤΑΝΥΚΤΙΚΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ - Ε' ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (2024)




Ιερά Μητρόπολη Λαρίσης και Πλαταμώνος

της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών

Τετάρτη 24 Απριλίου 2024

ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΥ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΟΥ: «ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ» (5ον)

 



Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου του
Γεωργίου Δ. Παπαδημητρακόπουλου:
«Συμεών του Μεταφραστού: Το Μαρτύριον του Αγίου Γεωργίου»,
Αθήνα 1994, έκδοση «Αποστολικής Διακονίας», σελ. 49-52.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»





ΣΥΜΕΩΝ Ο ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΗΣ


Ο Συμεών ο Μεταφραστής έζησε κατά τον Ι' αιώνα μ.Χ. και διετέλεσε λογοθέτης (υπουργός) από τους αυτοκράτορες Κωνσταντίνο Ζ΄τον Πορφυρογέννητο (913-959 μ. Χ.), Νικηφόρο Β' το Φωκά (963-969 μ.Χ.), Ιωάννη Α΄τον Τσιμισκή (969-976 μ.Χ.) και Βασίλειο Β' τον Βουλγαροκτόνο (976-1025 μ.Χ.). Το κοσμικό του, όνομα κατά πάσα πιθανότητα, ήταν Νικήτας. Το όνομα Συμεών το πήρε όταν εκάρη μοναχός. Ο Συμεών υπήρξε από τους πλέον λόγιους μοναχούς της Εκκλησίας και ένα μεγάλο μέρος της ζωής του το αφιέρωσε στο συγγραφικό έργο. Προκειμένου δε να φέρει σε πέρας το έργο αυτό, διέθεσε όλο του τον πλούτο και την κοσμική του δύναμη, αφού διακαής του πόθος ήταν να προσφέρει πνευματική και ηθική βοήθεια στο λαό του Θεού. Ο Συμεών διακρινόταν για την αρετή και τη σοφία των λόγων του. Η Εκκλησία μας τον έχει ανακηρύξει Άγιο και τιμά τη μνήμη του στις 9 Νοεμβρίου. Στο Μέγα Συναξαριστή (9 Νοεμβρίου) μεταξύ των άλλων, σημειώνονται και τα εξής για τον άγιο Συμεών: «Ούτως οσίως και εναρέτως πολιτευσάμενος ο Όσιος και πλείστους όσους ωφελήσας και ωφελών καθ' εκάστων  διά του λίαν διδακτικού και γλαφυρωτάτου περιεχομένου των υπ' αυτού συγγραφέντων βίων των Αγίων, απήλθε προς Κύριον, ίνα συναγάλεται αιωνίως μετά των Αγίων Αυτού, πρεσβεύων απαύστως υπέρ πάντων ημών». [...] Ο Συμεών προκειμένου να γράψει το έργο αυτό, στηρίχτηκε σε πολλές και παλαιές πηγές. Ως κύρια όμως και βασική πηγή χρησιμοποίησε το «Μαρτύριο», το οποίο συνέγραψε ένας από τους υπηρέτες του Αγίου, ο Πασικράτης, ο οποίος παρακολουθούσε με τα ίδια του τα μάτια τις διάφορες φάσεις και τα είδη των βασανιστηρίων του Μεγαλομάρτυρος (σχετικά βλ. Εισαγωγή Α', β', 1). Το έργο αυτό του Συμεών σώζεται σε χειρόγραφα στις ιερές Μονές Μεγίστης Λαύρας, Ιβήρων και άλλες του Αγίου Όρους. Έχει εκδοθεί πολλές φορές και συμπεριλαμβάνεται στον 115ο τόμο της Ελληνικής Πατρολογίας του J.- P. Migne.



Απόσπασμα εκ του προλόγου του βιβλίου σε μετάφραση, σχολιασμό και επιμέλεια του
Θεολόγου - Φιλολόγου Γεωργίου Δ. Παπαδημητρακόπουλου






ΣΥΜΕΩΝ, ΛΟΓΟΘΕΤΟΥ, ΤΟΥ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΟΥ




ΜΑΡΤΥΡΙΟΝ
ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΝΔΟΞΟΥ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΟΣ
ΚΑΙ ΤΡΟΠΑΙΟΦΟΡΟΥ
ΓΕΩΡΓΙΟΥ






Ο Γεώργιος απαντά σε ερώτηση του Διοκλητιανού



ΙΣΤ. Ο Γεώργιος έμεινε μέσα στη φυλακή όλη την ημέρα και τη νύχτα. Την επομένη ημέρα που ξημέρωσε, ο Διοκλητιανός έδωσε εντολή και του έφεραν ενώπιόν του τον Άγιο, προς τον οποίο και απηύθυνε πάλι την εξής ερώτηση: «Μέχρι ποιου σημείου θα απειθείς στα προστάγματά μου και αυτό που κάνεις δεν είναι τίποτε άλλο παρά αυθάδεια και υποστήριξη των προλήψεών σου με αντιεπιστημονικές μεθόδους, ή καλύτερα, με εξωφρενικές και ανόητες μαγείες, με τις οποίες πήρες πολύ θάρρος και εξαπατάς το λαό»; 


Στην ερώτηση αυτή ο Μεγαλομάρτυς, αφού πρώτα με μια γενναιότητα και ανδροπρέπεια έριξε το βλέμμα του κυκλικά και εξεταστικά προς τον αυτοκράτορα και τους συμπαρόντες, έδωσε την εξής απάντηση: «Εγώ, τον οποίο εσείς παραδώσατε στο θάνατο, και μάλιστα θάνατο τόσο σκληρό και αναπόφευκτο, βρίσκομαι τώρα ο ίδιος ανάμεσά σας, τρανή και απερίγραπτη απόδειξη της δυνάμεως του Χριστού. Τα βασανιστήρια, στα οποία με υποβάλατε ως τώρα, δεν με τρομάζουν' είμαι έτοιμος, χωρίς κανένα φόβο, για οποιοδήποτε άλλο βσανιστήριο μου επιβάλετε.


Για σας όμως, που είστε προσκολλημένοι και λατρεύετε τα τα μάταια και άψυχα είδωλα, ποια ελπίδα υπάρχει; Και είστε αδίστακτοι, αφού γίνεστε αφορμή και σε άλλους να χάνουν την ψυχήν τους και να καταστρέφονται, γιατί τους κρατάτε δέσμιους στην ειδωλομανία. Εκείνοι δε, για τους οποίους θα έπρεπε να ντρέπεστε ονομάζοντά τους θεούς, δηλαδή άνθρωποι που ήταν μέθυσοι, ασελγείς και φονιάδες, οι οποίοι έζησαν τη βραχύβια τούτη ζωή και τους οποίους σεις θεοποιήσατε, τιμωρούνται τώρα στο αιώνιο πυρ της κολάσεως, το οποίο και περιμένει όλους εκείνους που τους λατρεύουν ως θεούς».


Το μαρτύριο της μαστίγωσης


ΙΖ. Ύστερα από την απάντηση αυτή του Αγίου, ανέβηκε και πάλι το αίμα στο κεφάλι του τυράννου από την οργή του και τον παρέδωσε σε νέα βασανιστήρια. Έτσι λοιπόν στρατιώτες ειδωλομανείς άρχισαν να μαστιγώνουν ανηλεώς με βούνευρα τον καλό Γεώργιο και να του ανοίγουν βαθιές πληγές στο σώμα. Εκείνος όμως υπέμεινε με τόση γενναιότητα το μαρτύριο αυτό, ώστε βρήκαν στο πρόσωπό του πλήρη εφαρμογή τα λόγια του Δαβίδ: «Συγκεντρώθηκαν επάνω μου μάστιγες χωρίς να τις καταλάβω».


Και ενώ λοιπόν μαστιγωνόταν επί πολλή ώρα ο Μεγαλομάρτυς , υπέμενε με απερίγραπτη γενναιότητα τα χτυπήματα, που του άνοιγαν βαθιές πληγές στο σώμα, ώστε απέκαμαν μάλλον οι μαστιγωτές του παρά εκείνος. Το γεγονός αυτό ήταν εύκολο να το διαπιστώσει ο οποιοσδήποτε. Τότε ο τύραννος, δείχνοντας έμμεσα ότι και ο ίδιος απέκαμε και νικήθηκε κατά κάποιο τρόπο από την καρτερία του Μεγαλομάρτυρα, τον πλησίασε και του είπε:


«Μέχρι πότε επιτέλους, Γεώργιε, επιμένοντας στη μάταιη καρτερία και υπομονή σου, θα αποστερείς τον εαυτό σου από πολλά αγαθά και κοσμικές απολαύσεις, αλλά και, επιπλέον, θα τον κάνεις πρόξενο πολλών κακών, αφού δεν θέλεις να πείθεσαι σ' εμάς»; Μόλις άκουσε τα λόγια αυτά του αυτοκράτορα Διοκλητιανού ο θείος Γεώργιος, είπε προς αυτόν: «Ευχής έργον θα ήταν, βασιλιά μου, εσείς να πειθόσαστε σ' εμένα και να να προσκυνούσατε μαζί μ' εμάς τον ένα και μόνο αληθινό Θεό, που είναι πέρα ως πέρα η ζωή και έχει τη δύναμη να παρέχει ζωή. Αυτός είναι που ξέρει πολύ καλά να αποδίδει την οφειλόμενη δικαιοσύνη σε ζώντες και νεκρούς».



Ζητούν από το Γεώργιο να αναστήσει ένα νεκρό


ΙΗ. Τότε επενέβη ο Μαγνέντιος, που είχε τη δεύτερη θέση στην κρατική εξουσία μετά το Διοκλητιανό, πλησίασε στο αυτί του αυτοκράτορα και του ζήτησε να του αναθέσει το βασανισμό του Μεγαλομάρτυρος. Το αίτημά του ικανοποιήθηκε.

ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΥ: ΤΟ ΑΝΤΙΔΟΤΟΝ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ (Ζ')

 



Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο
του Δημητρίου Παναγοπούλου: «Το Αντίδοτον του Θανάτου»,
Βιβλιοπωλείο «Νεκταρίου Παναγοπούλου», Αθήνα 1957β' έκδοση, σελ. 35-36.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια κειμένου, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»



Εξητάσαμεν την Αγίαν Γραφήν και τας Ιεράς Παραδόσεις, επισκοπήσαμεν το περιεχόμενον της Θείας Λειτουργίας, εμελετήσαμεν επισταμένως τας «Περί της Θείας Κοινωνίας» ιεράς συγγραφάς των μεγάλων Πατέρων και Διδασκάλων της Εκκλησίας μας απ' αρχής της συστάσεως αυτής, και ούτω δια της Χάριτος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού έρχεται εις φως η συγγραφή αύτη με σκοπόν να νουθετήση, να υπενθυμίση ή και να διδάξη ακόμη πάντα χριστιανόν, ποίον είναι το γνήσιον και αληθές πνεύμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας επί του θέματος τούτου, της Θείας Κοινωνίας. [...] *Απόσπασμα από τον πρόλογο του συγγραφέα.





ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΥ:


«ΤΟ ΑΝΤΙΔΟΤΟΝ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ»



(1957)




Η ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΤΩΝ ΑΡΝΟΥΜΕΝΩΝ ΝΑ ΚΟΙΝΩΝΗΣΩΣΙ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΕΡΧΟΜΕΝΟΥΣ



Δυστυχώς, είμεθα υποχρεωμένοι, παρά τον σεβασμόν που τρέφομεν προς τον ιερόν ορθόδοξον Κλήρον μας, να υπενθυμίσωμεν εις μερικούς λειτουργούς, που δεν μεταδίδουσι την Αγίαν Κοινωνίαν εις τους μετ' ευλαβείας και άνευ φαρισαϊκής επιδείξεως προσερχομένους χριστιανούς εις την Θείαν Μετάληψιν, ότι ως φονείς κρίνονται υπό του Θεού, καθ' ότι στερούν τούτους του Ποτηρίου της Ζωής.


Αντιφάσεις Ιερέων


Είναι δυστυχώς πολύ αφελείς ωρισμένοι Κληρικοί, οι οποίοι αντιφάσκοντες προς εαυτούς, αποδιώκουσι τους προσερχομένους εις το Μυστήριον, μολονότι αυτοί οι ίδιοι τους προσεκάλεσαν ειπόντες εις αυτούς: «Μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης, προσέλθετε». Καθ' ότι, η έννοια των υψηλών τούτων λόγων είναι περίπου η εξής: Χριστιανοί μου, όσο έχετε φόβον Θεού, και πίστιν και αγάπην προς Αυτόν προσέλθετε, πλησιάσατε εις τα Άχραντα Μυστήρια να μεταλάβητε. Τί όμως συμβαίνει; Οι ευλαβείς χριστιανοί, πεποιθότες εις την πίστιν των, εις την αγάπην και τον φόβον των προς τον Θεόν, προσέρχονται, πλησιάζουσιν εις την Ωραίαν Πύλην, αλλ' οι ευλογημένοι αυτοί Κληρικοί λησμονούντες όσα προ ολίγου είπον, αποδιώκουν τους προσερχομένους, ενίοτε δε με τας χυδαιοτέρας φράσεις, που προαναφέραμεν. Τινές δε από αυτούς, εις τοσούτον βαθμόν πλάνης φθάνουν, ώστε να θεωρώσιν και ως ιρετικούς τους συνεχώς κοινωνούντας και την συνεχή Κοινωνίαν ως αίρεσιν να χαρακτηρίζωσιν!!!... Το τι δεν έγινεν εν μέσαις Αθήναις, κατά την Διακαινήσιμον εβδομάδα, πέρυσι, είναι άνευ προηγουμένου. Απέπεμψαν σκαιότατα, με λέξεις που δεν λέγονται ούτε γράφονται, πιστούς που προσήλθον εις την Θείαν Κοινωνίαν, παρά τον 66ον Κανόνα της Στ' Οικουμενικής Συνόδου, που συνιστα την καθημερινήν Θείαν Κοινωνίαν καθ' όλην την Διακαινήσιμν εβδομάδα, (ανεξαρτήτως νηστείας), καθ' ότι όλη η εβδομάς λογίζεται ως μία μέρα, Πάσχα. Κληρικοί δε τινές εν παχυλή αγνοία διατελούντες, ας μας επιτραπή να είπωμεν, ότι όχι απλώς κατέλυσαν, αλλά και κατασπάραξαν το Σώμα του Κυρίου μας, νομίζοντες οι δυστυχείς πλανόμενοι, ότι τάχα το Πνεύμα το Άγιον μόνον δι' αυτούς κατέρχεται τας ημέρας αυτάς και μεταβάλλει τον μεν άρτο εις Σώμα, τον δε οίκον εις Αίμα, και όχι δι' ημάς τους... βεβήλους. Και έρχεται η απορία, κι ερωτώμεν: Με τοιούτους χυδαίους λόγους πικραίνοντας τους προσκληθέντες εις το Μυστικόν Δείπνον και αποπέμποντας αυτούς, θα πάμε εμπρός; Ασφαλώς όχι. Γιατί όμως πάντα ταύτα; Από που προέρχονται αυτά; Δυστυχώς, πάντα ταύτα προέρχονται, ως προείπομεν, από την παχυλήν άγνοιαν, διότι οι κληρικοί μας αφοσιωμένοι όντες εις την τύρβην των εφημεριακών τους καθηκόντων ή απορροφημένοι από τας φροντίδας της οικογενειακής των ζωής, ουδέποτε ηυκαίρησαν να λάβουν ανά χείρας την Αγίαν Γραφήν και τα συγγράμματα των Αγίων Πατέρων και Διδασκάλων της Εκκλησίας μας, ώστε μελετήσωσι τον νόμον του Θεού και γνωρίσωσι το μέγα και υψηλόν αυτών υπούργημα,εις ος ετάξατο αυτούς ο Θεός. Διά τούτο δε καταντούν εις το σημείον αυτόν, το τόσον ανάρμοστον δι' αυτούς, ώστε ωρισμένοι να αγνοώσι και τα στοιχειωδέστερα καθήκοντα της ιεράς αποστολής των και ούτω, αντί να εποικοδομώσι επί τώ θεμελίω της πίστεως, καταλύουσι και τα οικοδομηθέντα, απομακρύνοντες τα λογικά πρόβατα από την Μάνδραν της Εκκλησίας διά της τοιαύτης συμπεριφοράς των.

«ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ ΖΗΛΩΤΑΣ ΑΝΑΔΕΙΞΟΝ ΗΜΑΣ, ΚΥΡΙΕ!»




Ὁμιλία στὴν Κατανυκτικὴ Ἐκδήλωση Σαρακοστῆς
Ε΄ Κυριακὴ Νηστειῶν – Ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας
Καθεδρικὸς Ἱ. Ναὸς Εὐαγγελιστρίας Λαρίσης, 8/21-4-2024



+Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος Κλήμεντος



γαπητοὶ Πατέρες καὶ Ἀδελφοί·


Α. Ἡ χάρις τῆς μετανοίας Ἡ κατανυκτικὴ περίοδος τοῦ Τριωδίου ἀρχίζει, ὡς γνωστόν, μὲ τὸ περίφημο τροπάριο: «Τῆς μετανοίας ἄνοιξόν μοι πύλας, Ζωοδότα!». Γιατί παρακαλοῦμε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τοῦ Τριωδίου καὶ καθ’ ὅλη τὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ γιὰ μετάνοια; Διότι διερχόμαστε τὴν κατ’ ἐξοχὴν περίοδο τῆς μετανοίας, καὶ ἐν τούτοις μόνοι μας, μὲ τὶς ἀνθρώπινες μόνον προσπάθειες καὶ διαθέσεις, δὲν καταφέρνουμε νὰ μετανοήσουμε ἀληθινὰ καὶ εἰλικρινά. Χρειαζόμαστε ἄμεσα τὴν θεία ἔμπνευση καὶ βοήθεια γι’ αὐτό. Ἄν δὲν ἀνοίξει ὁ Θεὸς τὶς πύλες τῆς μετανοίας στὸν ἄνθρωπο, τότε ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ μετανοήσει εἰλικρινά. Εἶναι ἀναγκαία ἡ χάρις τῆς μετανοίας πρὸς τοῦτο!


Κύριός μας ζήτησε ἐξ ἀρχῆς τοῦ κηρύγματός Του μετάνοια: «μετανοεῖτε· ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 3, 2). Αὐτὸ ἦταν νωρίτερα τὸ κήρυγμα τοῦ Τιμίου Προδρόμου, αὐτὸ ἦταν κατόπιν τὸ ἐπίμονο κήρυγμα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, αὐτὸ εἶναι καὶ θὰ εἶναι πάντοτε τὸ συνεχὲς κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.


μετάνοια περιέχει οὐσιαστικὰ τὶς βασικὲς χριστιανικὲς ἀρετὲς καὶ ταυτόχρονα ἀποτελεῖ καρπό τους. Σημαίνει πρώτιστα πίστη. Ἄν δὲν πιστεύεις ἀληθινὰ καὶ βαθιά, δὲν πρόκειται νὰ δείξεις καμιὰ μετάνοια. Ἐπίσης, ἄν δὲν ἐλπίζεις, δὲν μετανοεῖς. Στὴν μετάνοια ἐνυπάρχει ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη εἰσάγει καὶ ὠθεῖ τὸν ἄνθρωπο στὴν μετάνοια, διότι τὸν ἐλέγχει καὶ τὸν προτρέπει σὲ διόρθωση τῶν ἐπταισμένων καὶ σὲ ἐπανόρθωση. Χωρὶς αὐτὴν δὲν ἔχουμε ἀληθινὴ μετάνοια. (βλ. Ἁγίου Γαβριὴλ Ἐπισκόπου Ἰμερέτιας, Ψάχνω τὴν ψυχή μου, Ἱερὰ Μονὴ Τιμίου Προδρόμου Μέσα Ποταμοῦ, ἐκδ. Ἄθως, Ἀθήνα 2023, σελ. 107 ἑ.).


Γενικά, ὅταν προβαίνουμε σὲ ἁπλὸ ἀπολογισμὸ τῶν ἁμαρτιῶν μας, καὶ παρατηροῦμε ὅτι δείχνουμε ἐλάχιστη μεταμέλεια, χωρὶς πόνο, χωρὶς αἰσχύνη, μὲ ψυχρότητα καὶ ἀδιαφορία, σὰν νὰ πρόκειται γιὰ ἁμαρτήματα ἄλλου, τότε αὐτὸ τὸ γεγονὸς σημαίνει ὅτι οἱ πύλες τῆς μετανοίας δὲν ἀνοίχθηκαν ἀκόμη καλὰ μέσα μας.


Κάποτε, ὑπάρχει μετάνοια ἀπὸ ὑποχρέωση, ἐπειδὴ μᾶς τὸ ἐπιβάλλουν οἱ ἄλλοι, οἱ περιστάσεις τῆς ζωῆς, τὸ περιβάλλον κ.λπ. Φυσικά, δὲν πρόκειται γιὰ τὴν ἀληθινὴ μετάνοια, ἡ ὁποία πρέπει νὰ μᾶς χαρακτηρίζει σὰν Χριστιανούς. Ἡ μετάνοια δὲν εἶναι ἐπιβαλλόμενο καθῆκον, ἀλλὰ ζωτικὴ ἀνάγκη τῆς ἴδιας τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία αἰσθάνεται τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας καὶ ἐπιθυμεῖ τὴν λύτρωση καὶ τὴν ἀπελευθέρωση.


λλοτε, ὑπάρχει μετάνοια ἀπὸ τὸν φόβο τῆς τιμωρίας. Κάποιοι αἰσθάνονται ἄσχημα μὲ τὶς ἁμαρτίες τους κυρίως διότι ἐπικρέμαται ὁ κίνδυνος τῆς τιμωρίας ἐπάνω τους. Καλὸ εἶναι γιὰ ἀρχή, ἀλλὰ πρόκειται γιὰ κάτι δουλικό. Δὲν φθάνει τὸ αἴσθημα τοῦ φόβου τιμωρίας γιὰ τὴν ἐνοχή, ἄν θὰ πρέπει νὰ ἀποκτήσουμε ὑγιῆ σχέση μὲ τὸν Θεό. Εἶναι ἀναγκαία ἡ πίστη καὶ ἡ ἀγάπη, ἡ παράδοση μὲ ἐμπιστοσύνη στὴν θεία Ἀγκάλη, ἡ ὁποία δέχεται τοὺς πάντες, μὲ μόνον ὅρο τὴν ὁμολογία τῆς ὅποιας ἁμαρτίας, χωρὶς δικαιολογίες καὶ προφάσεις, καὶ τὴν ἐκζήτηση τοῦ ἐλέους καὶ τῆς θείας ἀφέσεως.


ὄντως μετάνοια εἶναι πόνος καὶ βάσανο γιὰ τὴν ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τὴν προδοσία τῆς Ἀγάπης Του· γιὰ τὴν ἄδικη σπατάλη τοῦ πολύτιμου χρόνου τῆς ζωῆς μας στὴν ματαιότητα, στὴν ἀδικία, στὸ ψεῦδος, στὴν ἀνομία. Ἀναλογιζόμαστε τὸ μέγεθος τῆς Σταυρικῆς Θυσίας τοῦ Θεανθρώπου Λυτρωτοῦ μας, καὶ τὴν δική μας ἀχαριστία καὶ ἀποστασία;

Print Friendly and PDF