ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Σάββατο 31 Αυγούστου 2019

Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ ΑΜΑΥΡΩΣΕ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ





Ο επίσκοπος της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας Μητροπολίτης Ζαπορίζια και Μελιτόπολης Λουκάς (Κοβαλένκο) δημοσίευσε ανοικτή επιστολή στο τηλεγράμ-κανάλι του σε όλους τους μοναχούς του Αγίου Όρους σε σχέση με τη μελλοντική επίσκεψη στο Άγιο Όρος του Πατριάρχη Κωνσταντινούπολης Βαρθολομαίου. O επίσκοπος τόνισε ότι «σήμερα ο Θεός μας επισκέπτεται με δοκιμασίες στις οποίες πρέπει να δείξουμε τη σταθερότητα της πίστης μας και να ακολουθούμε ακλόνητα στους ιερούς κανόνες της Μητέρας-Εκκλησίας μας».



Ο Μητροπολίτης Λουκάς υπενθύμισε στους μοναχούς του Άθω ότι «ο λεγόμενος «πατριάρχης» Βαρθολομαίος αμαύρωσε την καρδιά και τα χέρια του με την προδοσία του Θεού και την παραβίαση των ιερών εντολών Του. Χάρη στην ενέργεια αυτού του ανθρώπου η αγία Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία μας πνίγεται σε αίμα και δάκρυα. Οι ιερείς και οι ενορίτες ξυλοκοπούνται, οι εκκλησίες καταλαμβάνονται και τα ΜΜΕ μας ρίχνουν λάσπη και συκοφαντίες». Όλα αυτά, λέει ο Δεσπότης, δίνουν στους Ορθόδοξους Χριστιανούς «την ευκαιρία να δείξουν την πίστη τους στο Λόγο Του και να ακολουθήσουν το Θέλημά Του».



Ακριβώς γι’ αυτό ο επίσκοπος ζήτησε από τους μοναχούς «να είναι αλληλέγγυοι μαζί μας σε αυτή την πιστότητα προς τον Χριστό και τους κανόνες της Ορθοδόξου Εκκλησίας… να είναι σταθεροί στις πεποιθήσεις τους, να μην υποκύψουν σε καμία πειθώ και να μην φοβηθούν τις απειλές, επειδή ο Θεός είναι μαζί μας!». Επιπλέον, ο Μητροπολίτης Λουκάς υπογράμμισε ότι «όσοι λόγω της λεγόμενης «υπακοής» είναι έτοιμοι να ακολουθήσουν το κάλεσμα του «λύκου με ένδυμα προβάτου», δηλώνω με κάθε ευθύνη για τα λόγια μου στον Θεό και στην Αγία Οικουμενική και Αποστολική Εκκλησία Του, προδίδεται τον Χριστό!».


Γράφει ότι «στο Άγιο Όρος δεν έρχεται σαν πατέρας και καλός ποιμένας… αλλά κλέφτης και ληστής, για να προτρέψει να αναγνωριστούν οι σχισματικοί-εθνικιστές ως κανονική εκκλησία,. Δεν είναι ο φορέας της «εικόνας της πραότητας», αλλά ο διάδοχος στο πνεύμα και οπαδός του έργου του Νεστόριου, του Σεργίου Α’ και άλλων αιρεσιαρχών, του Ιωάννη ΙΑ’ Βέκκα, του Μελετίου Μεταξάκη και του Αθηναγόρα Σπύρου, όπως και αυτός, δούλων του εχθρού της ανθρώπινης φυλής. Ο κακόσκεπτόμενος κ. Βαρθολομαίος έχει ήδη χάσει το δικαίωμα να αποκαλείται όχι μόνο πατριάρχης, αλλά και ορθόδοξος άνθρωπος».


Ο Δεσπότης εξέφρασε τη λύπη του επειδή μερικοί μοναχοί «είναι έτοιμοι να αναγνωρίσουν τις ενέργειες αυτού του προσώπου ως νόμιμες στην εισαγωγή στο Σώμα της Εκκλησίας αμετανόητων σχισματικών μόνο και μόνο για να εξασφαλίσουν στον εαυτό τους την δυνατότητα να συνεχίσουν να προσεύχονται στο Άγιο Όρος». Παρακαλεί τους μοναχούς να σκεφτούν, «αν αξίζει για τριάντα αργύρια άνεσης να προδώσουν την πίστη και τις πεποιθήσεις τους; Μήπως ο συνηθισμένος φόβος, η δειλία και η προδοσία κρύβονται πίσω από τη λέξη «υπακοή»; Αν θα είναι ευχάριστες στο Θεό οι προσευχές και τα κατορθώματά σας αγορασμένα με αυτό το τίμημα;»


Ο Μητροπολίτης Λουκάς υπενθυμίζει στους μοναχούς ότι «το τίμημα αυτής της προδοσίας είναι κράτηση στην Τελική Κρίση θέσης δίπλα στον Ιούδα και τους βασανιστές που σταύρωσαν τον Κύριό μας. Η Εκκλησία μας ήδη πληρώνει για αυτήν την προδοσία με αίμα και πόνο. Θέλετε να καταδικαστείτε με τους εκτελεστές μας; Ή ίσως, είναι καλύτερα, αφού εἴπερ συμπάσχομεν ἵνα καὶ συνδοξασθῶμεν; (Ρωμαίους 8,17)». Απευθύνεται επίσης σε εκείνους που αποφάσισαν ότι «εάν ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος «έρθει με σχισματικούς από την Ουκρανία, θα τον δεχτούμε, ενώ τους σχισματικούς όχι» και τους ζητά να σκεφτούν: «ποιος είναι πιο ένοχος: το παιδί ή η μητέρα που έτσι το γέννησε και το μεγάλωσε;».


Ο Δεσπότης είναι σίγουρος ότι ο κ. Αρχοντώνης είναι άνθρωπος που ο διάβολος χτύπησε με φοβερή ασθένεια – υπερηφάνεια και μέσω αυτού τον έκανε όπλο του. Ο στόχος του είναι να χωρίσει την Εκκλησία, να σπείρει εχθρότητα, να φέρει πειρασμό στα μυαλά, να καταστρέψει εκείνους που δεν είναι σταθεροί στην πίστη, να τινάξει τους αμφισβητούντες και να προκαλέσει πειρασμούς. Από πατριάρχη μετατρέπεται σε απόστολο του Σατανά και πιστό του διαβόλου!». Στο τέλος της επιστολής ο Μητροπολίτης Λουκάς κάλεσε τους μοναχούς «να διαφυλάξουν την πίστη και να φυλάξατε ἑαυτούς ἀπό τῶν εἰδώλων» (Α Ιω. 5,1) και ζήτησε τις αγίες προσευχές τους.


Νωρίτερα η ΕΟΔ έγραψε ότι ο κύριος σκοπός ταξιδιού του Οικ. Πατρ. είναι η «προτροπή» διαφωνούντων μοναστηριών και μοναχών που δεν θέλουν να αναγνωρίσουν ΟCU να δέχονται τους σχισματικούς στο Άγιο Όρος.


spzh.news


Ορθόδοξος Τύπος


ΣΤΡΑΤΙΩΤΕΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ




Ας ευχαριστήσουμε, ἀγαπητοί μου, τὸ Θεό, ποὺ μᾶς ἀξίωσε νὰ φθάσουμε πάλι στὴν Κυριακὴ αὐτή. Μποροῦσε καὶ νὰ μὴ φθάναμε, λόγῳ τῶν τόσων ἁμαρτιῶν μας. Ἡ Ἐκκλησία, ἀδελφοί μου, ἐκτὸς τῶν ἄλλων, εἶνε καὶ σχολεῖο, τὸ σχολεῖο τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ δείχνουν καὶ τὰ δύο ἀναγνώσματα, οἱ περικοπὲς ἀποστόλου καὶ εὐαγγελίου, ποὺ διαβάζονται ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη κάθε φορά. Ὁ ἀπόστολος σήμερα περιέχει πολλὰ νοήματα, παραδείγματα, εἰκόνες. Ἀπ᾿ ὅλα αὐτὰ θὰ σᾶς παρουσιάσω μόνο μία εἰκόνα.


† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος Καντιώτης

(ἱ. ναός Ἁγ. Τριάδος Ἀμπελοκήπων – Ἀθηνῶν 2-9-1962)


 ἀπόστολος Παῦλος ἀπαντᾷ στοὺς κατηγόρους του. Μὰ εἶχε κατηγόρους; θὰ πῆτε. Καὶ ποιός μεγάλος ἄνθρωπος δὲν ἔχει κατηγόρους; Ἔτσι καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Τὸν συκοφαντοῦσαν καὶ τὸν διέβαλλαν, ὅτι δὲν εἶνε ἀπόστολος. Ἀπαντᾷ λοιπὸν ἐδῶ καὶ λέει· Εἶμαι ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ. Ἀπόδειξις τὸ κήρυγμά μου, ἀπόδειξις ἡ ἐκκλησία τῆς Κορίνθου ποὺ ἵδρυσα, ἀπόδειξις οἱ κόποι καὶ οἱ ὁδοιπορίες μου. Αὐτὰ πιστοποιοῦν, ὅτι εἶμαι ἀπόστολος. Καὶ τί θὰ πῇ ἀπόστολος; Ἀπόστολος εἶνε ὁ ἄνθρωπος ποὺ ξεχώρισε ὁ Θεὸς μέσα ἀπὸ μυριάδες ἄλλους γιὰ νὰ τοῦ ἀναθέσῃ μιὰ σοβαρὴ δουλειά· καὶ αὐτός, πάνω στὴν ἀποστολή του, θυσιάζει ὅλο τὸν ἑαυτό του· ὅπως τὸ λιβάνι καίγεται ὁλόκληρο, δὲ᾿ μένει τίποτα, ἔτσι καὶ ὁ ἀπόστολος ὅλη τὴ ζωή του τὴν «καίει» πάνω στὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. 


Θυσιάζει καὶ οἰκογένεια καὶ παιδιὰ καὶ γυναῖκα καὶ χρόνο καὶ χρῆμα καὶ αἷμα· εἶνε ἕτοιμος νὰ βρεθῇ μέσ᾿ στὰ μπουντρούμια τῶν φυλακῶν, νὰ ὑποστῇ τὰ πάντα, καὶ νὰ μαρτυρήσῃ ἀκόμη. Τί εἶνε ὁ ἀπόστολος; Ἕνας στρατιώτης, στρατιώτης Χριστοῦ. Αὐτὸ λέει σήμερα ὁ Παῦλος στὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα (βλ. Α΄ Κορ. 9,7· βλ. καὶ Β΄ Τιμ. 2,3). Κι ὅπως ὁ στρατιώτης παίρνει ἀπ᾿ τὸ στρατὸ τὸ σιτηρέσιό του, τὸ ποσὸ ποὺ χρειάζεται γιὰ τροφὴ καὶ ἐνδυμασία, κατὰ παρόμοιο τρόπο κ᾿ ἐγώ, ὡς στρατιώτης τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, δικαιοῦμαι νὰ παίρνω τὸ σιτηρέσιό μου ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Ἀλλ᾿ ἐγώ, λέει, καὶ αὐτὸ τὸ μισθό μου δὲν τὸν παίρνω. Θυσιάζω καὶ τὸ δικαίωμά μου αὐτό, γιὰ νὰ μὴ δώσω λαβὴ σὲ κανένα νὰ πῇ, ὅτι ζῶ ἀπὸ τὸ εὐαγγέλιο.


Στρατιῶτες, λοιπόν, οἱ ἀπόστολοι· ὁ Παῦλος, ὁ Πέτρος καὶ οἱ ἄλλοι. Ἀλλὰ ὑπὸ γενικωτέραν ἔννοιαν στρατιῶτες εμεθα ὅλοι. Κ᾿ ἐσεῖς, ἀγαπητοί μου, εἶστε στρατιῶτες· στρατιῶτες τῆς πίστεως, τοῦ εὐαγγελίου, τοῦ Χριστοῦ. ―Καὶ ἀπὸ πότε γίναμε στρατιῶτες; Στρατιώτης θεωρεῖται ἕνας νέος ἅμα παρουσιαστῇ στὸ κέντρο νεοσυλλέκτων καὶ τὸν ντύσουν στὸ χακί. Ἀφήνει τὰ πολιτικά του ροῦχα, τὰ κάνει ἕνα δεματάκι καὶ τὰ στέλνουν στὸ σπίτι στὴ μάνα του. Στρατιώτης γίνεται ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ τοῦ φοροῦν τὴ στολή. Ἔτσι καὶ ὁ κάθε Χριστιανός. Ἐν ὀνόματι Ἰησοῦ τοῦ Ναζωραίου ὑπενθυμίζω, ὅτι ὅλοι εμαστε στρατιῶτες. Ὅλοι κάποια μέρα δώσαμε παρών, βγάλαμε τὰ ροῦχα τὰ βρώμικα καὶ φορέσαμε ἕνα ὁλόλαμπρο ἔνδυμα. Πότε ἔγινε αὐτό, πότε καταταγήκαμε στὸ στράτευμα; 


Τὴν ὥρα ποὺ ἕνας εὐλαβὴς ἱερεὺς μὲ τὸ στοργικό του χέρι μᾶς βύθιζε στὰ νερὰ τῆς κολυμβήθρας «εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος». Μᾶς ρώτησε τότε· ―«Ἀποτάσσῃ τῷ σατανᾷ;». ―«Ἀποτάσσομαι», εἴπαμε. ―«Συντάσσῃ τῷ Χριστῷ;». Καὶ ἀποκριθήκαμε· ―«Συντάσσομαι». ―«Συνετάξω τῷ Χριστῷ;», θὰ εἶσαι στὸ ἑξῆς ὁριστικῶς μὲ τὸ Χριστό; ― «Συνεταξάμην», ὑποσχεθήκαμε (ἀκολ. βαπτ.). Ἀπὸ τὴν ὥρα ἐκείνη φορᾷς πλέον τὸν φωτεινὸ χιτῶνα, εἶσαι στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ, καὶ καλεῖσαι νὰ πειθαρχῇς σ᾿ αὐτόν. Δὲ᾿ μᾶς ἔφερε ὁ Θεὸς στὸν κόσμο αὐτὸν γιὰ νὰ γλεντοῦμε καὶ νὰ κάνουμε τὰ κέφια μας· μᾶς ἔφερε γιὰ ἕνα μεγάλο σκοπό. Εἴμεθα στρατιῶται Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ πολεμήσουμε. Μὲ ποιούς νὰ πολεμήσουμε; ποιοί εἶνε οἱ ἐχθροί μας;


Πρῶτος ἐχθρὸς τοῦ Χριστιανοῦ εἶνε ὁ κόσμος, οἱ ἄνθρωποι ποὺ δὲ᾿ σκέπτονται καὶ δὲ᾿ ῥυθμίζουν τὴ ζωή τους μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, ἀλλὰ ζοῦν κατὰ τὶς ἐπιθυμίες τους· ἐκεῖνοι ποὺ ἀγαποῦν τὸ ψεῦδος, τὴν ἀδικία, τὴν ἐκμετάλλευσι, τὴν ἀπιστία καὶ ἀθεΐα. Αὐτὸς εἶνε ὁ κόσμος. Καὶ σὲ ρωτῶ· τί θέσι θὰ πάρῃς ἀπέναντί του; Ἐὰν ῥυθμίζῃς τὴ ζωή σου μὲ ὅ,τι λέει ὁ κόσμος, τότε δὲν εἶσαι φίλος τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστιανὸς πάει κόντρα μὲ τὸν κόσμο, ποὺ ἀσφαλῶς θὰ τὸν μισήσῃ, θὰ τὸν καταδιώξῃ. Ἀλλὰ τὸ εἶπε ὁ Χριστός· «Ἐὰν σᾶς μισῇ ὁ κόσμος, νὰ γνωρίζετε ὅτι ἐμὲ πρῶτον ὑμῶν μεμίσηκεν» (Ἰωάν. 15,18). Μισεῖ ὁ κόσμος τοὺς Χριστιανοὺς τοὺς πραγματικούς. Μὴ φοβᾶστε ὅμως. Ὁ Χριστὸς λέει· «Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον» (ἔ.ἀ. 16,33).


 Χριστιανὸς ὅμως δὲν ἔχει μόνο ὁρατοὺς ἐχθροὺς μὲ «αἷμα καὶ σάρκα» (Εφ.6,12)· ἔχει καὶ ἀόρατο ἐχθρό. Εἶνε ὁ σατανᾶς, ὁ διάβολος. Μᾶς πολεμεῖ μέρα καὶ νύχτα. Μᾶς πολεμεῖ μὲ τὰ λεφτά, μὲ τὶς ἡδονὲς καὶ διασκεδάσεις, μὲ φόβητρα καὶ θέλγητρα, μὲ ποικίλους λογισμοὺς καὶ ἰδίως αἰσχρούς. Μᾶς πολεμεῖ ἀκόμα μὲ τὴ μαγεία, μὲ τὸν πνευματισμό, μὲ τὶς αἱρέσεις, μὲ τὸ μασονισμό, μὲ μύρια μηχανήματα· γιατὶ εἶνε πολυμήχανος. Καὶ ἀμφιβάλλω σήμερα ἀπὸ τοὺς χίλιους Χριστιανοὺς ἂν μένῃ ἕνας ὄρθιος. Γι᾿ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία φωνάζει· «Στῶμεν καλῶς» (θ. Λειτ.), ἂς σταθοῦμε προσεκτικοί. Στὴν ἐποχή μας μάλιστα ὁ διάβολος θὰ πολεμήσῃ τὴν Ἐκκλησία καὶ μὲ τὴν ἄθεο ἐπιστήμη. Ἀλλ᾿ ὄχι, ἀδελφοί μου. Δὲ᾿ θὰ νικήσῃ ἡ ἀπιστία καὶ ἀθεΐα, δὲ᾿ θὰ νικήσῃ ὁ δράκων· θὰ νικήσῃ τὸ ἀρνίον, ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ὁ ἐσταυρωμένος (βλ. Ἀπ. 12,3 κ.ἑ.· 5,6,12· 13,8).


Λοιπόν, στρατιώτης νὰ εἶσαι· νὰ πολεμᾷς ἐναντίον τοῦ κόσμου, ἐναντίον τοῦ διαβόλου καὶ τῶν ὀργάνων του. Ἀλλ᾿ ἐκτὸς τῶν ἐξωτερικῶν ἐχθρῶν ὑπάρχει κ᾿ ἕνας ἄλλος ἐχθρὸς πολὺ κοντά μας. Δὲ᾿ φοβᾶμαι τὸ διάβολο ἅμα ἔχω τὸ Χριστό, δὲ᾿ φοβᾶμαι τὸν κόσμο ὁλόκληρο. Ξέρεις τί φοβᾶμαι; Τὸν ἑαυτό μου! Ὁ μεγαλύτερος ἐχθρὸς εἶνε ὁ ἑαυτός μας, ὁ κακὸς δηλαδὴ ἑαυτός μας, ποὺ ὁ ἀπόστολος Παῦλος τὸν ὀνομάζει «ὁ παλαιὸς ἡμῶν ἄνθρωπος» (Ῥωμ. 6,6). Εἶνε τὰ πάθη μας, οἱ κακίες μας, οἱ κακὲς ἐπιθυμίες μας πού, ὅπως λέει ὁ ἄλλος ἀπόστολος, ὁ Πέτρος, «στρατεύονται κατὰ τῆς ψυχῆς» (Α΄ Πέτρ. 2,11). Ἡ ἐπιθυμία ἑδρεύει στὴν ψυχή. Δὲ᾿ φταίει δηλαδὴ τὸ σῶμα· αὐτὸ εἶνε ὄργανο. Ἡ κακὴ ἐπιθυμία τῆς ψυχῆς, αὐτὸς εἶνε ὁ κακὸς ἑαυτός μας ποὺ σπρώχνει τὸ σῶμα στὴν ἁμαρτία. Ὡς στρατιῶτες Χριστοῦ ἂς πολεμήσουμε λοιπὸν καὶ ἐναντίον τοῦ κακοῦ ἑαυτοῦ μας ἀντρίκια. Καὶ οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας τὸ ἔλεγαν· «Ἡ πιὸ μεγάλη νίκη εἶνε νὰ νικήσῃς τὸν ἑαυτό σου».


δελφοί μου! Στὸν ἀγῶνα αὐτὸ μᾶς καλεῖ σήμερα ὁ ἀπόστολος. Καὶ σὲ τέτοιο ἀγῶνα τὸ πρῶτο ποὺ ἀπαιτεῖται εἶνε νὰ εἶσαι ἄγρυπνος. Εἶδα στρατιῶτες στὰ χρόνια τοῦ πολέμου νὰ κεντοῦν τὸ κορμί τους μὲ βελόνες καὶ καρφιά, γιὰ νὰ μὴν ἀποκοιμηθοῦν. Γιατὶ λίγο ν᾿ ἀποκοιμηθοῦν, μπαίνει ὁ ἐχθρός. Μάτωναν τὸ δέρμα τους κι ἀκουγόταν· «Φύλακες, γρηγορεῖτε!». Ἔτσι κ᾿ ἐμεῖς. Ἂν εἴμεθα στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ, «γρηγορεῖτε», ἀδέρφια μου! (Ματθ. 24,42· 25,13· 26,41· Μᾶρκ. 14,38· 13,35,37· Α΄ Κορ. 16,13 κ.ἀ.). Μπορεῖ νὰ γίνῃς ἅγιος, ἀσκητής, θαυματουργός, καὶ σὲ μιὰ στιγμὴ νὰ πέσῃς στὸν ᾅδη. Προσοχὴ λοιπόν.


Τὸ δεύτερο ποὺ ἔχουμε ἀνάγκη εἶνε τὰ ὅπλα. Ὁ στρατιώτης δὲ᾿ χωρίζεται ἀπὸ τὰ ὅπλα. Ἔχουμε κ᾿ἐμεῖς ὅπλα. Ὁ Χριστιανὸς διαθέτει ἀκαταμάχητο ὁπλοστάσιο. Ποιά εἶνε τὰ ὅπλα του; Ρωτῆστε τὸν ἀπόστολο Παῦλο. Τὸ πιὸ δυνατὸ ὅπλο εἶνε ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ· τὸ Εὐαγγέλιο εἶνε τὸ κανόνι, ποὺ συντρίβει τὰ κάστρα τῆς ἀθεΐας καὶ τῶν αἱρέσεων. Δὲ᾿ θὰ νικήσουν οἱ θεωρίες τοῦ ἄλφα καὶ τοῦ βῆτα· θὰ νικήσῃ ἡ ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ ἀνίκητος ἀρχιστράτηγός μας. Σημαία μας, ποὺ ἐβάφη μὲ τὸ αἷμα του, ὁ τίμιος σταυρός. Καὶ σάλπιγξ, ποὺ μᾶς καλεῖ στὴ μάχη, τὸ κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου.


λλὰ θέτω, ἀγαπητοί μου, τὸ ἐρώτημα· Εἴμαστε στρατιῶτες Χριστοῦ;… Ἂν θέλετε νὰ δῆτε ἀληθινοὺς στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ, νὰ διαβάζετε τοὺς βίους τῶν ἁγίων. Αὐτοὶ εἶνε ἀγωνισταί! Ἐμεῖς δυστυχῶς δὲν ἀγωνιζόμεθα. Λιποτάκται εἴμεθα. Ἐὰν ἀγωνιζόμεθα, ἂν μᾶς πονοῦσε ἡ πίστι μας ὅπως μᾶς πονάει τὸ σπίτι μας τὰ παιδιά μας τὸ μαγαζί μας τὸ αὐτοκίνητό μας, ἄλλη θὰ ἦταν ἡ ζωή μας, ὁ τόπος μας θὰ εὐωδίαζε, δὲ᾿ θὰ ὑπῆρχε βλαστήμια!… Ὅλοι νὰ καταλάβουμε τὸν προορισμό μας· νὰ γίνουμε ἀγωνισταί, νὰ πολεμήσουμε γιὰ τὴν πίστι μας, γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ μας, γιὰ τὸ εὐαγγέλιο· καὶ τότε ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς θὰ εἶνε μαζί μας εἰς αἰῶνας αἰώνων· ἀμήν. Πηγή: http://www.augoustinos-kantiotis.gr


ΙΑ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ: Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΜΥΡΙΩΝ ΤΑΛΑΝΤΩΝ




«Δοῦλε πονηρέ… οὐκ ἔδει καί σέ ἐλεῆσαι τόν σύνδουλόν σου, ὡς καί ἐγώ σε ἠλέησα;»


α. Μία πολύ γνωστή παραβολή του Κυρίου, αυτήν του πονηρού δούλου, μας περιγράφει το ευαγγελικό ανάγνωσμα. Πρόκειται για έναν βασιλιά, που θέλησε να αποδώσουν λόγο σ᾽αυτόν οι δούλοι του. Κι ενώ ένας δούλος διαπιστώθηκε ότι ήταν οφειλέτης πολλών χρημάτων, τα οποία αδυνατούσε να τα πληρώσει, με κίνδυνο να φυλακιστεί αυτός και η οικογένειά του, τελικώς του χαρίστηκε το χρέος, γιατί τον σπλαγχνίστηκε ο Κύριός του από τα παρακάλια του. Δεν έκανε το ίδιο όμως εκείνος σ᾽ έναν σύνδουλό του, ο οποίος του χρωστούσε ένα μηδαμινό ποσό, οπότε και τον έκλεισε στη φυλακή. Η δικαιοσύνη αποκαταστάθηκε, όταν ο Κύριος έμαθε τι είχε συμβεί, και οργισμένος διέταξε τον εγκλεισμό του πονηρού δούλου στη φυλακή. Ο Κύριος εξήγησε την παραβολή: το ίδιο θα πάθει οποιοσδήποτε, την ώρα της κρίσεως, από τον Θεό, αν δεν συγχωρήσει από την καρδιά του τα παραπτώματα των συνανθρώπων του.


β. 1. Πρόκειται καταρχάς για παραβολή που δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση για την κατανόησή της. Διότι υπάρχουν και παραβολές του Κυρίου, τις οποίες είπε προς συσκότιση, προκειμένου να φανερωθεί η ιδιαίτερη διάθεση του ανθρώπου να ερωτήσει και να μάθει, όπως π.χ. η παραβολή του καλού σπορέως. Χρειάστηκε να ερωτήσουν στο τέλος της παραβολής οι μαθητές τον Κύριο, για να μάθουν τη σημασία της, διότι αρχικά δεν κατάλαβαν τίποτε. Εν προκειμένω λοιπόν έχουμε μία παραβολή πολύ ῾καθαρή᾽, που με την ευθυβολία της δεν αφήνει περιθώρια παρεξήγησής της, πολλώ μάλλον που ο ίδιος ο Κύριος δίνει το δίδαγμά της: χωρίς έλεος και συγχωρητικότητα προς τον συνάνθρωπο, ο άνθρωπος το μόνο που θα συναντήσει από τον Θεό, θα είναι η οργή Του.


2. Ο Κύριος την έλλειψη ελέους και συγχωρητικότητας προς τον συνάνθρωπο την ταυτίζει με την πονηρία. «Δοῦλε πονηρέ», λέει. Η πονηρία δηλαδή είναι η ψυχική κατάσταση, κατά την οποία ο άνθρωπος αδιαφορεί για τις όποιες ανάγκες του συνανθρώπου του, μικρές ή μεγάλες, και το μόνο που έχει προ οφθαλμών είναι το ατομικό του συμφέρον. Έτσι η πονηρία αποτελεί σύμπτωμα του εγωισμού, κι επειδή ελλείπει από αυτόν εντελώς το στοιχείο της αγάπης – ό,τι συνιστά τον τρόπο υπάρξεως του Θεού – ισοδυναμεί με την ίδια τη δαιμονικότητα. Μη λησμονούμε ότι πονηρός κατεξοχήν ονομάζεται ο διάβολος.


3. Ο Κύριος λοιπόν μας αποκαλύπτει τον πιο εύκολο και άμεσο δρόμο, προκειμένου οι άνθρωποι να τύχουμε του ελέους του Θεού, να απαλειφθούν οι όποιες αμαρτίες μας, να έχουμε καλή σχέση μαζί Του. Κι αυτός δεν είναι άλλος από το να είμαστε εύσπλαγχνοι και ελεήμονες απέναντι στον συνάνθρωπό μας. Με άλλα λόγια, η σχέση μας με τον Θεό εξαρτάται από τη σχέση μας με τον συνάνθρωπό μας. Είναι τόσο καίρια και βασική η αλήθεια αυτή, ώστε ο Κύριος την ετόνιζε ποικιλόμορφα, και ως σαφή διδασκαλία και ως παραβολή. Για παράδειγμα, ο τονισμός της αγάπης, καρπός της οποίας είναι το έλεος και η συγχώρηση, ως της πρώτης και αποκλειστικής σχεδόν εντολής του Κυρίου, ή η άλλη γνωστή παραβολή της κρίσεως, ιδίως αυτή, κατά την οποία η στάση μας προς τον συνάνθρωπο συνιστά στάση μας απέναντι στον ίδιο τον Κύριο, τι άλλο τονίζει παρά ακριβώς τη σημασία της σημερινής παραβολής;


Κι όλη η αποστολική διδασκαλία στη συνέχεια εκεί τελικώς συγκεφαλαιώνεται: «πάντα ὑμῶν ἐν ἀγάπῃ γινέσθω» (απ. Παύλος), διότι «ἡ κρίσις ἀνίλεώς ἐστι τῷ μὴ ποιήσαντι ἔλεος» ( απ. Ιάκωβος). Κατά συνέπεια, δεν είναι υπερβολή αυτό που οι άγιοι αββάδες του Γεροντικού σημείωναν με επιμονή: ῾Από τον πλησίον εξαρτάται η ζωή και ο θάνατος. Αν κερδίσουμε τον αδελφό, τον Θεό κερδίζουμε.


4. Τι είναι εκείνο που αιτιολογεί την εξάρτηση της σωτηρίας μας – τη σχέση με τον Θεό – από τον συνάνθρωπό μας; Γιατί υπάρχει το εκφρασμένο θέλημα του Θεού για την καλή σχέση μας με τον άλλον; Η απάντηση είναι σαφής: «Ὁ Θεός ἀγάπη ἐστὶ καὶ ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καὶ ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ». Δεν μπορώ να είμαι με τον Θεό, που είναι αγάπη, αν δεν βρίσκομαι στην πορεία της αγάπης. Μία διαφορετική επιλογή, μία έχθρα ας πούμε, ένα μίσος, μία πικρία που επιμένει, δημιουργεί ένα τέτοιο κλίμα στην καρδιά, που αυτομάτως φυγαδεύει το Πνεύμα του Θεού από αυτήν. Όπως είναι αδύνατον να συντονίσει κανείς το ραδιόφωνό του μ᾽ έναν σταθμό, σε άλλο μήκος κύματος από αυτό που εκπέμπει ο σταθμός, κατά τον ίδιο τρόπο είναι αδύνατο να συντονιστεί κανείς με τον Θεό, έξω από εκεί που εκπέμπει πάντοτε: στην αγάπη.


Πρέπει συνεπώς να βρίσκομαι σε αναλογία ζωής με τον Θεό, για να Τον έχω στη ζωή μου. Διότι το ζητούμενο βεβαίως – και αυτό αποτελεί το σκοπό του ανθρώπου – είναι να είμαι με τον Θεό. Κι αυτό που θεμελιώνει την πραγματικότητα αυτή είναι η δημιουργία του ανθρώπου «κατ᾽ εἰκόνα καὶ καθ᾽ ὁμοίωσιν Θεοῦ». Έτσι λοιπόν, φτιαγμένος ο άνθρωπος από τον Θεό, για να ζει τον Θεό και να κατατείνει σε Αυτόν, χρειάζεται να συντονίζεται με ό,τι συνιστά τρόπο ζωής του Θεού. Και αυτός ο τρόπος δεν είναι άλλος, όπως είπαμε, από την αγάπη.


5. Στην παραβολή του πονηρού δούλου, η αγάπη του Θεού, ταυτοποιημένη στο πρόσωπο του Κυρίου της παραβολής, παίρνει συγκεκριμένο περιεχόμενο: ο Θεός μάς αγαπά και μάς ελεεί, παραβλέποντας τις αμαρτίες και τα σφάλματά μας και μη λαμβάνοντας υπόψη Του τις όποιες οφειλές μας. Με την προϋπόθεση ότι και εμείς θέλουμε την αγάπη Του αυτή, καθώς φανερώνεται από την παράκλησή μας για κάτι τέτοιο: «Πᾶσαν τὴν ὀφειλὴν ἐκείνην ἀφῆκά σοι, ἐπεὶ παρεκάλεσάς με». Κι εδώ ίσως υπονοείται το όλο σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία μας, μέσα από τη σταυρική θυσία του Υιού Του. Με άλλα λόγια, στο έλεος του Θεού έχουμε την υπέρβαση της απλής έννοιας της δικαιοσύνης και τη φανέρωση αυτής στα αληθινά, του Θεού, πλαίσια: ο Χριστός μάς ελεεί, γιατί σηκώνει τις δικές μας αμαρτίες και μάς προσφέρει πλούσια την αγάπη Του. Από την άποψη αυτή, το ζητούμενο και από εμάς έλεος προς τους συνανθρώπους μας, η αγάπη που εντέλλεται ο Θεός στη σχέση μας με τον άλλον, δεν τελειώνει μ᾽ ένα απλό συγγνώμη και μ᾽ ένα ῾συγχώρησέ με᾽.


Αγαπάμε τον άλλον, τον ελεούμε, όταν κι εμείς είμαστε έτοιμοι να σηκώσουμε αντί για εκείνον το δικό του βάρος, να θυσιάσουμε κάτι – αν όχι όλον – από τον εαυτό μας για τη σωτηρία του. Και τονίζουμε αυτό το όριο της αγάπης και του ελέους, γιατί ο ίδιος ο Κύριος θέτει το δικό Του μέτρο ως μέτρο στάσης μας προς τους άλλους: «ὡς καὶ ἐγώ σε ἠλέησα». Το μέτρο μας για τους άλλους μάς το δίνει ο ίδιος ο Θεός.


γ. Εύκολο; Συγκλονιστικά δύσκολο. Θα έλεγε κανείς ακατόρθωτο. Γίνεται όμως κατορθωτό και εύκολο, μόνον μέ τη χάρη του Θεού. Κι αυτό σημειώνεται, από μία άποψη, στην παραβολή: μόνον ένας ῾ηλεημένος Κυρίου᾽, άρα ευρισκόμενος μέσα στη χάρη του Θεού, μπορεί αντιστοίχως και να ελεήσει, κατά τα μέτρα του Θεού, τον συνάνθρωπό του. Κι αυτό βεβαίως σημαίνει ένταξη στο σώμα του Χριστού, την Εκκλησία. Αν δεν είσαι μέλος Χριστού και οι δυνάμεις Εκείνου δεν επενεργούν μέσα σου, είναι των αδυνάτων αδύνατον να συγχωρήσεις τον άλλον για τα σφάλματά του απέναντί σου, πολύ περισσότερο να σηκώσεις εσύ το δικό του βάρος αμαρτιών. Πηγή:http://www.agiosartemios.gr/index.php




π. Γεώργιος Δορμπαράκης


11η ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΑΤΘΑΙΟΥ




Ένα από τα πιο βασικά Δόγματα της Ορθόδοξης μας Χριστιανικής Πίστης, είναι το Δόγμα της Δευτέρας Παρουσίας και της Τελικής Κρίσης του κόσμου. Σύμφωνα μ’ αυτό, ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, ο Υιός και Λόγος του Θεού, θα έλθει για δεύτερη φορά στη γη με σκοπό να κρίνει τους ζώντας και τους νεκρούς. Η Δευτέρα αυτή Παρουσία δεν θα είναι ταπεινή, όπως η πρώτη, αλλά ένδοξη και φοβερά. Ο Κύριος θα συνοδεύεται από τα αναρίθμητα τάγματα των αγίων Αγγέλων και θα καθίσει πάνω σε Θρόνο για να κρίνει όλα τα έργα των ανθρώπων. Τίποτα δεν θα μπορέσει να κρυφτεί από τα φλογερά μάτια του Δικαίου Κριτή, ο Οποίος θα κρίνει με δικαιοσύνη όλα τα έργα, κρυφά και φανερά, και δεν θα μπορέσει κανείς να αποφύγει αυτή την φοβερά Ημέρα. Πηγή: https://www.impantokratoros.gr/root.el.aspx


Οι πράξεις μας, τα λόγια μας, οι σκέψεις μας, ακόμα και τα πιο κρυφά συναισθήματά μας, θα εκτεθούν μπροστά στο αναρίθμητο πλήθος των ανθρώπων και των αγίων Αγγέλων, για να αποδοθεί στον καθένα η ανάλογη αμοιβή ή τιμωρία. Έτσι, στη σημερινή ευαγγελική περικοπή, ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, θέλοντας να μας διαβεβαιώσει για την πραγματικότητα αυτού του μελλοντικού γεγονότος μας δίδαξε την Παραβολή του Βασιλέα που θέλησε να λογαριαστεί με τους υπηρέτες του. Την ώρα της διαδικασίας, βρέθηκε κάποιος που του χρεωστούσε μύρια τάλαντα, δηλαδή ένα υπέρογκο χρηματικό ποσό. 


Ο υπηρέτης βρέθηκε σε δύσκολη θέση, γιατί δεν μπορούσε να επιστρέψει στον Κύριό του το ποσό αυτό. Ο Βασιλιάς διάταξε αμέσως να συλλάβουν την γυναίκα και τα παιδιά του και όσα περιουσιακά στοιχεία είχε, τον ίδιο να ριφθεί στις φυλακές μέχρις ότου αποδώσει κάθε λεπτό. Ο δυστυχής υπηρέτης, στο άκουσμα της απόφασης του Κυρίου του, και βλέποντας την ολοκληρωτική του καταστροφή, πέφτει στα γόνατά του και παρακαλεί ικετευτικά τον Κύριό του να τον ευσπλαχνιστεί και δίδει την υπόσχεση, ότι θα αποδώσει όλο το χρέος. Ο Κύριος τον ευσπλαχνίστηκε και τον απαλλάσσει απ’ όλο το χρέος. Δεν χρεωστά πια τίποτε στον Βασιλιά του, όλα τα έσβησε ο καλοκάγαθος Κύριος.


Γεμάτος από ανέκφραστη χαρά, ο υπηρέτης βγαίνει από την αίθουσα του θρόνου και συναντά τυχαία ένα συνυπηρέτη του, ο οποίος του χρεωστούσε εκατό δηνάρια, δηλαδή ένα ασήμαντο χρηματικό ποσό. Μόλις τον αντικρίζει ο πονηρός υπηρέτης τον αρπάζει από τον λαιμό και απαιτεί επιτακτικά, να του αποδώσει ό,τι του χρεωστούσε. Ο συνυπηρέτης του, τον παρακαλεί να του δώσει λίγο καιρό και θα του ανταποδώσει το χρέος που του ωφελούσε. Σκληρός και άκαμπτος ο πρώτος υπηρέτης δεν ευσπλαχνίζεται τον δεύτερο και τον ρίχνει στη φυλακή. 


Οι άλλοι υπηρέτες, βλέποντες τα όσα έγιναν, τα αναφέρουν στον Βασιλέα, ο οποίος οργίστηκε και ανακαλεί την προηγούμενη απόφασή του, φυλακίζει τον πονηρό υπηρέτη και του κατάσχει όλη την περιουσία του. Την Παραβολή αυτή την κλείνει ο Κύριος με την διαβεβαίωση, ότι το ίδιο θα συμβεί και σε μας, εάν δεν αφήσουμε-συγχωρέσουμε μ’ όλη μας την καρδιά τα σφάλματα των αδελφών μας. Στην καθημερινή μας ζωή, πολλές φορές σφάλομε απέναντι του Θεού. Με τα λόγια μας, με τις σκέψεις μας, με τα έργα μας παραβαίνομε τον Νόμο του Θεού και αμαρτάνομε. 


Ο καθένας από μας, εάν μετρήσει τα καθημερινά του αμαρτήματα, που διαπράττομε εναντίον του Θεού μας, θα διαπιστώσει ότι συγκεντρώνονται σε αναρίθμητα ποσά, σε μύρια τάλαντα. Ένα ποσό που από μόνοι μας δεν μπορούμε να εξοφλήσουμε, διότι δεν μπορούμε να προσφέρουμε κάτι αντάξιο για να λάβουμε την συγχώρηση των αμαρτωλών μας πράξεων. Μόνον η ευσπλαχνία του Αγίου Θεού είναι εκείνη που μπορεί να μας απαλλάξει από το χρέος. Μόνον ο Ουράνιος Βασιλέας Χριστός ο Θεός μας, ο Οποίος είναι και ο Δίκαιος Κριτής, μέσον των Ιερών Μυστηρίων, που Εκείνος συνέστησε και παρέδωσε στην Εκκλησία Του, μπορεί ο αμαρτωλός άνθρωπος να βρει την συγχώρηση των αμαρτιών του.


Ανάμεσα στα Ιερά Μυστήρια της Εκκλησίας, η Ιερά Εξομολόγηση αποτελεί ένα από τα υποχρεωτικά Μυστήρια για να επιτύχει κανείς την σωτηρία που προσφέρει ο Χριστός. Και όπως είναι υποχρεωτικό, για να γίνει κανείς μέλος του Σώματος του Χριστού, να γίνει Χριστιανός, οφείλει να βαπτιστεί· και όπως είναι υποχρεωτικό, για να λάβει κανείς την δωρεά του Αγίου Πνεύματος, πρέπει να μυρωθεί· και όπως είναι υποχρεωτικό, για να επισφραγίσει τα δύο προηγούμενα Μυστήρια και να μετάσχει στην αιώνια ζωή, πρέπει να κοινωνά το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου· και όπως είναι υποχρεωτικό, για να ευλογηθεί η σχέση του ανδρός με την γυναίκα, πρέπει ν παντρευτούν μέσα στο Ιερό Μυστήριο του Γάμου· με παρόμοιο τρόπο, για να συγχωρεθούν οι αμαρτίες μας, πρέπει να πάμε να εξομολογηθούμε σ’ ένα ιερέα. Χωρίς την εξομολόγηση, δεν υπάρχει η συγχώρηση.


Μπορεί κανείς να φανταστεί κάποιους νέους να θέλουν να παντρευτούν χωρίς ιερέα; Ακόμα και αυτός ο πολιτικός λεγόμενος γάμος, δεν είναι ευλογημένος από τον Θεό, αλλά αποτελεί μία συμφωνία κοινωνική συμβίωσης. Επομένως, επειδή δεν έχει την ευλογία του Θεού αποτελεί αμαρτία, για τον λόγο διότι δεν επιτρέπεται σε Χριστιανούς να περιφρονούν τα Ιερά Μυστήρια. Ακόμα, μπορεί κανείς να φανταστεί κάποιο να θέλει να γίνει Ορθόδοξος, αλλά να μη βαπτιστεί από κανονικό ιερέα; Ή άλλους να θέλουν να κοινωνήσουν, αλλά να μη συμμετέχουν στη Θεία Κοινωνία, αλλά να τρώνε απλό ψωμί και να πίνουν απλό κρασί; Και μόνον που τα ακούει κανείς, προκαλείται το γέλιο. Έτσι, και με την συγχώρηση των αμαρτιών μας. Δεν μπορούμε να λάβουμε συγχώρηση, εάν δεν εξομολογηθούμε σε ιερέα.


Ο Κύριος μετά από την Ανάστασή Του έδωσε την εξουσία στους Αποστόλους να συγχωρούν ή να δεσμεύουν τις αμαρτίες των ανθρώπων. Αυτή την εξουσία μεταβίβασαν οι Άγιοι Απόστολοι στους Επισκόπους και Πρεσβυτέρους. Εάν, λοιπόν, δεν λάβομε συγχώρηση από τον πνευματικό, οι αμαρτίες μας δεν συγχωρούνται. Μία πολύ βασική προϋπόθεση για να συγχωρεθούμε, είναι να συγχωρέσουμε εμείς τα σφάλματα εκείνων των συνανθρώπων μας που με τις πράξεις ή τα λόγια τους μας έβλαψαν, πίκραναν, πρόσβαλαν ή και μας μείωσαν. Εάν συγχωρούμε, θα συγχωρεθούμε· εάν δεν συγχωρούμε, τότε δεν θα συγχωρεθούμε.


Πολλοί προσέρχονται στην Εξομολόγηση, αλλά δεν είναι διατεθειμένοι να συγχωρέσουν τον συνάνθρωπό τους. Σ’ αυτή την περίπτωση πρέπει να γνωρίζει κανείς, ότι οι αμαρτίες που έχουν εξομολογηθεί ανακαλούνται και στο τέλος, εάν μένουν αμετανόητοι και δεν συγχωρούν τους συνανθρώπους τους, θα κριθούν αυστηρά για κάθε αμάρτημά τους από τον Δίκαιο Κριτή κατά την φοβερά Ημέρα της Τελικής Κρίσης. Η σημερινή Παραβολή μας αυτό μας επιβεβαιώνει και δεν χρειάζονται άλλα λόγια.


Μετάνοια, λοιπόν, και ειλικρινή εξομολόγηση με την προϋπόθεση να συγχωρούμε τους συνανθρώπους μας, είναι το σημερινό μήνυμα που όλοι πρέπει να ενθρονίσουμε στις καρδιές μας. Ο Θεός του ελέους και της ευσπλαχνίας, ας δώσει σ’ όλους εμάς ειλικρινή μετάνοια.



Ματθ. 18:23-35


Πέμπτη 29 Αυγούστου 2019

ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΕΥΣΤΡΑΤΙΑΔΗ: Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ (Δ' ΜΕΡΟΣ)




Ο Γρηγόριος Ευστρατιάδης (1864-1950) υπήρξε νομικός, εκδότης και βουλευτής. 

Επί σειρά ετών υπήρξε εκδότης και διευθυντής της εφημερίδας ''ΣΚΡΙΠ'' της Αθήνας. 

Το ''ΣΚΡΙΠ'' αμέσως μετά την ημερολογιακή καινοτομία του 1924 τάχθηκε 

κατά του συνόλου των νεωτερισμών, που εισήγαγαν στο σώμα της Εκκλησίας 

ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Παπαδόπουλος και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Μελέτιος Μεταξάκης. 

Φιλοξενούσε 

στις σελίδες του το σύνολο σχεδόν των ανακοινώσεων της ''Ελληνικής Εκκλησιαστικής Κοινότητας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών'', 

δημοσίευε

 -με εμπεριστατωμένα ρεπορτάζ- όλες τις ειδήσεις για τις διώξεις των χιλιάδων αποτειχισμένων ''Παλαιοημερολογιτών'' 

και παρουσίαζε άρθρα αντινεωτεριστικά και κατά της κίνησης για την ''Ένωση των Εκκλησιών'', 

όπως ονομαζόταν τότε η οικουμενική κίνηση. 

Το βιβλίο του ''Η Πραγματική Αλήθεια περί του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου'' δημοσιεύθηκε 

υπό την μορφή 

συνεχιζόμενων άρθρων τον Μάρτιο του 1928 και αποτέλεσε

 μια εμπεριστατωμένη δημοσιογραφική και θεολογική εργασία για το ημερολογιακό σχίσμα. 

Το περισσότερο -ίσως- ενδιαφέρον 

στο βιβλίο αυτό παρουσιάζει το γεγονός, 

ότι επιχειρήθηκε η προσέγγιση των δρώμενων της ημερολογιακής καινοτομίας 

και

μέσα από το πληροφοριακό φάσμα της δημοσιογραφίας και εύλογα η επικαιρότητα ζωντανεύει ιδεατά 

στα ''πέτρινα'' αυτά χρόνια του Μεσοπολέμου, προσφέροντας στον αναγνώστη διαδραστικά τον επίκαιρο και ζωντανό παλμό των γεγονότων!



Γιώργος  Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος



Δ' Μέρος


Θα επιμείνωμεν και σήμερον εις το γεγονός, ότι η πρωτοβουλία της μεταβολής του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου ανήκει αποκλειστικώς εις τον Μακαριώτατον Αρχιεπίσκοπον Αθηνών. Εις τα προγούμενα άρθρα ημών, παραθέσαμεν πολλάς περί τούτου αποδείξεις, σημειώσαντες, ότι: 


1) τη πρωτοβουλία αυτού συνεκλήθη προς τον σκοπόν τούτον, η Ιεραρχία κατόπιν συνεδριάσεως εντός του υπουργείου της Παιδείας του Πλαστήρα, του Γονατά, του Σιώτη, του Μητροπολίτου Αθηνών κ.λπ. Διότι μεταξύ των άλλων και διά να επιτευχθή η μεταβολή του Εκκλ. ημερολογίου, η Αρχιεπισκοπή Αθηνών εγένετο τέλειον όργανον της Επαναστάσεως, ίνα επιτείχη να γίνη και αύτη εν τω ζητήματι του Εκκλ. Ημερολογίου όργανον της Αρχιεπισκοπής. Διότι η Αρχιεπισκοπή υπαγόρευε και η Επανάστασις εξετέλει, πιέζουσα και απειλούσα. 


2) ότι, δι' υπομνήματος αυτής της Αρχιεπισκοπής ήλθε το ζήτημα του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου εις την Ιεραρχίαν, 


3) ότι αυτή επίεζε και διά γραμμάτων και διά τηλεγραφημάτων το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, να αποδεχθή ΤΑΧΕΩΣ την μεταβολήν ως επείγουσα, 


4) ότι εισηγήθη την μεταβολήν και του Πασχαλίου ακόμη εναντίον ρητών κανόνων των Οικουμενικών Συνόδων. Θα προσθέσωμεν εις τας αποδείξεις ταύτας σήμερον, ότι η Επανάστασις ουδέν καν είχε σκεφθή να προσαρμόση προς το πολιτικόν ημερολόγιον και το εκκλησιαστικόν. Όλως τουναντίον. Το Βασιλικόν Διάταγμα περί του νέου ''Πολιτικού Ημερολογίου'', το οποίον υπεγράφη την 18 Ιανουαρίου 1923 και εδημοσιεύθη την 25 Ιανουαρίου 1923 και διά του οποίου, η 16 Φεβρουαρίου 1923 ελέγετο 1 Μαρτίου 1923. Έλεγεν, ότι εν παραγράφω 3 του πρώτου άρθρου: 


''Διατηρείται εν ισχύι το Ιουλιανόν Ημερολόγιον, όσον αφορά εν γένει την Εκκλησίαν και τας θρησκευτικάς εορτάς''. Εις δε την παράγραφον 4 του αυτού άρθρου προσέθετε: ''Η Εθνική εορτή της 25 Μαρτίου και πάσαι αι κατά τους κειμένους νόμους εορτάσιμοι και εξαιρετέαι ημέραι ρυθμίζονται κατά το Ιουλιανόν Ημερολόγιον''. Ανακριβώς, όθεν ισχυρίσθη ο ''Φιλαλήθης'' εις το εν ''Σκριπ'' άρθρω του, ότι επήρχετο σύγχησις εκ της εορτής του Ευαγγελισμού, ήτις δεν συνέπειπτε και δεν εωρτάζετο ομού μετά της Εθνικής Εορτής,  και αναληθώς και ατόπως διέψευσε τον κ. Αντωνιάδην, τονίσαντα δι' επιστολήν του προς το ''Σκριπ'' την ανακρίβειαν ταύτην του ''Φιλαλήθους''. 


Άλλον το ζήτημα, εάν βραδύτερον η Επανάστασις και διά τίνον λόγον δεν ετήρησε την διάταξιν ταύτην του Β. Διατάγματος και εώρτασε την Εθνικήν Εορτήν τη 25η Μαρτίου 1923, κατά το νέον Ημερολόγιον. Τούτον είναι αντικείμενον ιδιαιτέρας εξετάσεως. Το γεγονός είναι, ότι η Επανάστασις με όλη της την αυθαιρεσίαν και την βίαν εσεβάσθη το Εκκλησιαστικόν ημερολόγιον και δεν εύρεν αυτή, ότι θα επήρχετο σύγχυσις δήθεν, εάν η Εκκλησία παρέμενεν, ως παρέμεινεν εις το Ιουλιανόν Ημερολόγιον. Αλλά το εσεβάσθη η Επανάστασις; διότι η ΤΟΤΕ ιερά Σύνοδος (προ της εκλογής του νυν Μητροπολίτου) αντεπεξήλθε κατά της ιδέας της μεταβολής και του θρησκευτικού ημερολογίου και αντί να πρωτοστατήση εις την μεταβολήν δι' ιδίας της πρωτοβουλίας, ως έπραξεν ο νυν Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, επολέμησε ταύτην. 


Η εισηγητική έκθεσις του Βασ. Διατάγματος της μεταβολής του ημερολογίου (25 Ιανουαρίου 1923) αντιγράφει περικοπήν αποφάσεως της Ιεράς Συνόδου, ληφθείσης κατά μίαν συνεδρίασιν αυτής προ της Επαναστάσεως, ήτοι της 20 Μαίου 1919 εις ην ενέμεινε μέχρι του Ιανουαρίου 1920. Η περικοπή αύτη της Ιεράς Συνόδου έχει ως εξής: ''Η Ιερά Σύνοδος ασχοληθείσα επί του ζητήματος του Ημερολογίου κατόπιν μελέτης πάντων των σχετικών εγγράφων, και των υπό της επί τούτω συσταθείσης επιτροπής υποβληθεισών προτάσεων απεδέξατο, ότι η μεταβολή του Ιουλιανού Ημερολογίου, μη προσκρούουσα εις δογματικούς και κανονικούς λόγους δύναται να γίνει μετά συνεννόησιν ΜΕΤΑ ΠΑΣΩΝ των λοιπών ορθοδόξων, αυτοκεφάλων εκκλησιών, ιδίως μετά του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κων/πόλεως, εις ο, θα ήτο ανάγκη να ανατεθή η πρωτοβουλία πάσης σχετικής ενεργείας. 


Εάν η Πολιτεία, μη ελπίζουσα ταχείαν αποπεράτωσιν του νέου επιστημονικού ημερολογίου, αισθανομένη δε αυξανούσας τας δυσχερείας τας σχετικώς, εφ' όσον και τα όμοια Κράτη εδέχθησαν το Γρηγοριανόν, νομίζει, ότι δεν δύναται να παραμείνη εις το σήμερον υφιστάμενον ημερολογιακόν, καθεστώς είναι ελευθέρα να δεχθή το Γρηγοριανόν, ως Ευρωπαικόν ημερολόγιον, της Εκκλησίας κρατούσης, μέχρι του νέου επιστημονικού ημερολογίου το Ιουλιανόν''. 


Πώς λοιπόν, η τότε Ιερά Σύνοδος δεν εύρισκεν καμμίαν σύγχυσιν εκ της μεταβολής μεν του πολιτικού ημερολογίου, της παραμονής δε του Ιουλιανού διά την Εκκλησίαν; Κατά πόσον δε και η τότε (1919) Ιερά Σύνοδος έκρινεν ορθώς αποφηναμένη, ότι δεν προσκρούει εις δογματικούς και κανονικούς λόγους η μεταβολή και εν τη Εκκλησία του Ιουλιανού ημερολογίου και εις, ποιους άλλους σοβαρωτάτους λόγους προσέκρουε, θα το εξετάσωμεν εις χωριστόν άρθρον. 


Σήμερον τονίζομεν τούτο. Ότι ουδεμία απολύτως ανάγκη συνέτρεχεν, ίνα και η Εκκλησία ακολουθήση  την μεταβολήν του ημερολογίου. Όσα επιχειρήματα και όσους σοβαρούς λόγους ώφειλε και τώρα να προβάλλη η Εκκλησία της Ελλάδος, ίνα εμμείνη εις το Ιουλιανόν Ημερολόγιον, τα προβάλλει αυτά η Επανάστασις διά της ανωτέρω μνημονευθείσης εισηγητικής εκθέσεως του Β. Διατάγματος της 25 Ιανουαρίου 1923, οιονεί και καταισχύνουσα  την Εκκλησίαν. 


Διότι ιδού, τι λέγει η εισηγητική αύτη έκθεσις κατωτέρω. ''...Λαβόντες υπ' όψιν ότι η Εκκλησία της Ελλάδος, ως και οι λοιπαί Ορθόδοξοι Αυτοκέφαλοι Εκκλησίαι, αν και ανεξάρτητοι εσωτερικώς, είναι όμως στενώς συνδεδεμέναι προς αλλήλας και ηνωμέναι διά της Αρχής της πνευματικής ενότητος της Εκκλησίας, αποτελούσαι μίαν και μόνην την Ορθόδοξον Εκκλησίαν, και συνεπώς ουδεμία τούτων δύναται να χωρισθή των λοιπών και αποδεχθή νέον ημερολόγιον ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΚΑΤΑΣΤΗ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ. 


Όθεν και η Εκκλησία, όπως μεταβάλη το Εκκλησιαστικόν ημερολόγιον αυτής είναι απαραίτητον, οφείλει ίνα μη απισχισθή των λοιπών Ορθοδόξων Εκκλησιών, τουθ' όπερ, ου μόνον την ενότητα και αρμονίαν της Ορθοδόξου Εκκλησίας θέλει να καταστρέψει και την δύναμιν αυτής μειώση, αλλά και από Εθνικής απόψεως είναι ασύμφορον και επιζήμιον, οφείλει να συνεννοηθή προηγουμένως, ως αποφαίνεται ανωτέρω και η ''Ιερά Σύνοδος ημών μετά των λοιπών Ορθοδόξων Εκκλησιών''.  


Και προσθέτει εις τα ακλόνητα αυτά επιχειρήματα υπέρ της Εκκλησίας η εισηγητική έκθεσις, τα εξής: ''...Διά πάντας τους ανωτέρω λόγους κρίνομεν πρέπον να διατηρηθή προσωρινώς εν ισχύι το Ιουλιανόν, καθ' όσον δηλαδή αφορά και τας θρησκευτικάς εορτάς και τας της Εκκλησίας εν γένει, μέχρις ου συνεννοηθώσι και συναινέσωσιν  εις την μεταβολήν αυτού  π ά σ α ι  α ι  ο ρ θ ό δ ο ξ ο ι  Ε κ κ λ η σ ί α ι. Και όσον όμως αφορά εις την μεταβολήν του ημερολογίου ως προς τας πολιτικάς σχέσεις και πράξεις θεωρούμεν ταύτην,  χ ω ρ ί ς  ν α  θ ί ξ η  π ο σ ώ ς  τ α ς  θ ρ η σ κ ε υ τ ι κ ά ς  ε ο ρ τ ά ς, ως έπραξαν προ τινος και πάντα τα λοιπά ορθόδοξα κράτη και ως συνέβη προ πολλού εν Τρανσυλβανία. 


Εις πάσας τας χώρας ταύτας, ενώ το κράτος έχει ως πολιτικόν το Γρηγ. ημερολόγιον, κατ' ουδέν κωλύει τούτο την Ορθόδοξον και την Ουνιτικήν Εκκλησίαν  ν' ακολουθώσι διά τας εορτάς το Ιουλιανόν''. Δεν εγνώριζεν άρα γε  ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος τα ανωτέρω έγγραφα; Δεν εγνώριζε την ανωτέρω απόφασιν της Ιεράς Συνόδου του 1919; Δεν υπάρχει αύτη, ως και η χθες δημοσιευθείσα γνώμη του καθηγητού του Πανεπιστημίου κ. Ζολώτα εις τα αρχεία της; Δεν είχε υπ' όψει την ανωτέρω εισηγητικήν έκθεσιν; 


Ποία σοβαρά επιχειρήματα αντέταξεν, ίνα αναιρέση τα αδιάσειστα τοιαύτα επιχειρήματα; Και έθεσεν υπ' όψει της Ιεραρχίας, ην συνεκάλεσε, τα έγγραφα ταύτα; Διεφώτισεν αυτήν, ώστε ν' αποφανθή αληθή εκκλησιαστική γνώμιν; ''Ή έλαβεν εκ συναρπαγής την απόφασιν αυτής, συμφώνως προς τους ιδίους αυτού πόθους και μόνον προς ικανοποίησιν μιας ματαίας και αυτορθοδόξου φιλοδοξίας, να είναι αυτός ο Ιεράρχης, όστις να κατορθώση την προσέγγισιν της Ανατολικής Εκκλησίας προς την Δυτικήν, διά π ρ ο σ χ ω ρ ή σ ε ω ς  της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ή τουναντίον, η έξαρσις της διαφοράς των περί την πίστιν και δόγματα κανόνων της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας από της Δυτικής και η ζηλότυπος των ορθοδόξων θρησκευτικών παραδόσεων με τας οποίας εγεννήθη, έζησεν και επεκράτησεν η Ορθόδοξος Ελληνική Εκκλησία Εθνικώς δι' αυτών δράσασα. 


Αλλά δεν περιεφρόνησε μόνον τα ανωτέρω η Αρχιεπισκοπή Αθηνών, επέταξεν, ως άχρηστα και σοβαρώτατα γράμματα και παρατηρήσεις των λοιπών Ορθοδόξων Χριστιανών και ιδίως του πολλού Πατριάρχου Αλεξανδρείας κ. Φωτίου, ως θα ίδωμεν εις το επόμενον άρθρον.



Συνεχίζεται



Εκ του βιβλίου του Γρηγορίου Ευστρατιάδη 
''Η Πραγματική Αλήθεια περί του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου'',
που δημοσιεύθηκε σε συνέχειες στην εφημερίδα των Αθηνών ''ΣΚΡΙΠ'', 
την Τετάρτη 7 Μαρτίου 1928,
έτος 32ον, αρ. φύλλου 8.921, σελ. 1η.
Μεταφορά στο διαδίκτυο στο μονοτονικό σύστημα, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Διατηρήθηκε η Γραμματική τάξη της εποχής με την επέμβαση μόνο σε κάποια αναγκαία σημεία στίξης.

ΕΙΝΑΙ ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ Η ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ;



Μέ ἀφορμή τό θέμα πού δημιουργήθηκε στήν Κύπρο, ἐξαιτίας κάποιων ἀναφορῶν τοῦ Μητροπολίτη Μόρφου κ. Νεοφύτου στήν ὁμοφυλοφιλία, θά ἤθελα νά δώσω τό θεολογικό πλαίσιο κατανοήσεως τῶν σαρκικῶν σχέσεων στόν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας.



Οἱ κατά φύση σαρκικές σχέσεις ἀνδρός καί γυναικός ἐντός τῆς Ἐκκλησίας ἔχουν τήν πλήρη πνευματική νομιμοποίησή τους, μόνο μέσα στό πλαίσιο τοῦ γάμου. Καί ὅπως χαρακτηριστικά σημειώνει ὀ Ἀπόστολος Παῦλος: «Τίμιος ὁ γάμος ἐν πᾶσι καί ἡ κοίτη ἀμίαντος» (Ἑβρ. 13, 4). Γι’ αὐτό καί καταδικάζει τίς ἐκτός τοῦ γάμου σαρκικές ἐκτροπές, λέγοντας: «πόρνους καί μοιχούς κρινεῖ ὁ Θεός» (Ἑβρ. 13, 4).


νῶ δηλαδή ἡ κατά φύση ψυχοσωματική σχέση τοῦ ἄνδρα καί τῆς γυναίκας, στό πλαίσιο τοῦ γάμου, τούς καθιστᾶ μιά ἀνθρώπινη ὀντότητα, τούς ἑνοποιεῖ «εἰς σάρκα μίαν» (Μκ. 10, 8 καί Ἐφ. 5, 31), ὅταν ἡ σχέση αὐτή γίνεται ἐν Χριστῷ καί ὄχι ἐρήμην Του, ἡ ἕνωσή τους ἀποκτᾶ κατεξοχήν πνευματικό περιεχόμενο. Τοῦτο, πρακτικῶς, σημαίνει ὅτι ὁ Χριστός μέ τήν Χάρη Του ἐμπλουτίζει ἀκτίστως αὐτήν τήν σχέση, ἡ ὁποία ἀπό κατά φύση δυαδική σχέση γίνεται χαρισματικῶς τριαδική σχέση. Γίνεται, δηλαδή, μία ὀντολογικοῦ χαρακτῆρα ἑνότητα ἀνδρός – γυναικός – καί Χριστοῦ. 


 ἑνότητα αὐτή, βέβαια, δέν ἔχει μηχανιστικό χαρακτῆρα, ἀλλά ὑπάρχει καί συντηρεῖται μυστηριακῶς, ἐνόσω οἱ σύζυγοι τηροῦν ἀγαπητικῶς τίς προδιαγραφές τοῦ εἶναι τους καί κατεξοχήν τήν ἐντολή τῆς ἀναφορᾶς τους «εἰς Χριστόν καί εἰς τήν Ἐκκλησίαν» (Ἐφ. 5, 32), ἐπειδή ὁ θεμελιώδης παράγοντας τῆς ἑνότητάς τους σ’ αὐτήν τήν τριαδική πλέον σχέση εἶναι ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός διά τῆς ἀκτίστου Χάριτός Του.


Μέ βάση αὐτά τά προαπαιτούμενα τῶν σαρκικῶν σχέσεων, ἡ πορνεία, ἡ μοιχεία, ἀλλά ἀκόμη καί αὐτή ἡ σαρκική ἐπιθυμία τους ἀκυρώνουν στήν πράξη τήν ὀντολογία τοῦ γάμου καί τόν σκοπό του, πού εἶναι ἡ ἐν Χριστῷ τελείωση τῶν συζύγων μέ τήν καθημερινή ἄσκηση τῆς ἀνιδιοτελοῦς ἀγάπης μεταξύ τους.


Οἱ ὁμοφυλοφιλικές σχέσεις καταδικάζονται ἀπό τήν Ἁγία Γραφή (βλ. σχετ. Γέν. 19, 4-28, Λευιτ. 20, 13, Ρωμ. 1, 26-32, Α΄ Κορ. 6, 9-10, Α΄ Τιμ. 1, 10, Ἰούδ. 7) καί τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ἐξίσου μέ τήν πορνεία καί τήν μοιχεία, ὄχι ἁπλῶς ὡς ἀκάθαρτες ἠθικῶς πράξεις, ἀλλά κυρίως καί πρωτίστως ὡς ἀντικείμενες στήν ὀντολογία τοῦ «γάμου» Χριστοῦ καί Ἐκκλησίας, τοῦ «γάμου» ἐκείνου πού εἰκονίζει ὁ γάμος τῶν πιστῶν –τοῦ ἄνδρα καί τῆς γυναίκας- ἐντός τῆς Ἐκκλησίας. 


Μέσα στό πνεῦμα αὐτό, γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στούς Κορινθίους: «...τά μέλη τοῦ Χριστοῦ ποιήσω πόρνης μέλη;» (Α΄ Κορ. 6, 15). Ἡ πορνεία, ἡ μοιχεία καί ἡ ὁμοφυλοφιλία καταστρέφουν τήν ἑνότητα τῶν πιστῶν μέ τόν Χριστό καί μεταξύ τους. Γι’ αὐτό, ἐνόσω παραμένουν σ’ αὐτές τίς ἄρρωστες σχέσεις οἱ πιστοί, δέν μποροῦν νά κληρονομήσουν τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ (βλ. σχετ. Α΄ Κορ. 6, 9-10), οὔτε καί νά ἔχουν τήν πρόγευσή της στήν παροῦσα ζωή τους.


πομένως, εἶναι εὐνόητο ὅτι ἡ ἀπόρριψη τῶν παραπάνω σαρκικῶν σχέσεων ἀπό τούς πιστούς καί τήν ἡγεσία τῆς Ἐκκλησίας, σέ καμμία περίπτωση δέν συνιστᾶ ρατσιστικοῦ χαρακτῆρα κατηγοριοποίηση τῶν πιστῶν, πού ἔχουν αὐτές τίς σχέσεις. Ἀπεναντίας, εἶναι ἀγαπητικοῦ χαρακτῆρα ἡ γνωστοποίηση τῆς Ἐκκλησίας γιά τίς ὀλέθριες σωτηριολογικές συνέπειες αὐτῶν τῶν ἁμαρτωλῶν ἐνεργειῶν.


πιπροσθέτως, θά πρέπει νά σημειώσουμε ὅτι, ἐνόσω κατηγορούμενη ὡς ἁμαρτία ἀπό τήν Ἐκκλησία δέν εἶναι μονομερῶς ἡ ὁμοφυλοφιλία, ἀλλά ἐξίσου καί ἡ πορνεία καί ἡ μοιχεία καί αὐτή ἀκόμη ἡ σαρκική ἐπιθυμία, δέν εἶναι καθόλου λογικό νά ἀποδίδεται ρατσιστικός χαρακτήρας στήν καταδίκη τῆς ὁμοφυλοφιλίας. 


Πολύ δέ περισσότερο, δέν μπορεῖ νά γίνεται λόγος γιά ρατσιστική ἐπιλογή ἀπό τήν Ἐκκλησία, ἐνόσω ἡ Ἐκκλησία καταδικάζει πρωτίστως τήν σαρκική ἐπιθυμία, ὡς τήν θεμελιώδη προϋπόθεση τῆς ὁποιασδήποτε σαρκικῆς ἁμαρτίας. Καί ἐπειδή τό νόσημα τῆς σαρκικῆς ἐπιθυμίας ἀφορᾶ σχεδόν ὅλους τούς πιστούς, δέν ὑπάρχει καμμία κατηγοριοποίηση ρατσιστικοῦ χαρακτῆρα ἀπό τήν Ἐκκλησία.

Τρίτη 27 Αυγούστου 2019

''ΤΟ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΚΟΝ ΖΗΤΗΜΑ'' ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ Δ. ΣΜΑΙΛΗ, ΕΠ. ΓΕΝ. ΔΙΕΥΘΥΝΤΟΥ ΥΠ. ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

ΚΑΛΟ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΜΟΥ!




Σήμερα το πρωί, μια πολύ καλή φίλη και πρώην συνάδελφος, η Νατάσα εξεδήμησε εις χείρας του δικαιοκρίτου Θεού μας. Εξαίρετη γυναίκα, σύζυγος και μητέρα, ένας αληθινός ήρωας αυτής της πρόσκαιρης, βραχύβιας και μάταιης ζωής. Η Νατάσα κάποια στιγμή στη ζωή της έμεινε τυφλή. Δεν παραιτήθηκε, ούτε στιγμή. Δεν δείλιασε, δεν λάκισε, ούτε αυτομόλησε. Παντρεύτηκε, έγινε σύζυγος ενός εκπληκτικού ανθρώπου, μητέρα δύο πολύ καλών παιδιών, αγωνίστηκε υπέρ το δέον και υπέμενε. Ποτέ δεν την άκουσα να διαμαρτύρεται, να αγανακτεί ή να εξεγείρεται. Κουβαλούσε τον σταυρό στη πλάτη της και πορευόταν. Σήμερα το πρωί, ο θάνατος της χτύπησε την πόρτα. Κι εκείνη τον καλοδέχθηκε! Έτσι, όπως πάντα έκανε, με μια τέτοια γενναιόδωρη, αρχοντική και θυσιαστική καρδιά που είχε. Όποιος, όποια θέλει και δύναται, ας προσθέσει στη προσευχή και το όνομα Αναστασία. Ένα μικρό, πενηντάρι κομποσκοίνι για μια ψυχή που κατευθύνεται εκεί εφ' ω ετάχθη και που θα μπορούσε να ήταν κι η δική μας...


Γ. Δ.


Δευτέρα 26 Αυγούστου 2019

ΤΟ ΑΥΤΩ ΜΗΝΙ ΙΖ' ΜΝΗΜΗΝ ΠΟΙΟΥΜΕΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΡΤΥΡΟΣ ΜΥΡΩΝΟΣ ΤΟΥ ΕΝ ΚΥΖΙΚΩ ΑΝΑΙΡΕΘΕΝΤΟΣ





Tί μοι κεφαλής η τομή Mύρων λέγει, 

Προς το στέφειν μέλλον με πάντιμον στέφος; 

Εβδομάτη δεκάτη τε Mύρων τάμε ξίφος οξύ.


Oύτος ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Δεκίου, και Aντιπάτρου άρχοντος Aχαΐας, ήτοι της Λιβαδίας, εν έτει σν΄ [250]. Πρεσβύτερος κατά το αξίωμα, αγαθός κατά την γνώμην, έντιμος κατά το γένος, πλούτον έχων πολύν, και παρά Θεού και ανθρώπων φιλούμενος. 


Eπειδή λοιπόν ο ρηθείς Aντίπατρος επήγεν εις την Eκκλησίαν κατά την ημέραν των Xριστού Γεννών, με σκοπόν διά να πιάση πολλούς Xριστιανούς, και να τιμωρήση αυτούς, διά τούτο ο Άγιος ούτος Mύρων, ζήλου θείου πλησθείς, ύβρισε τον Aντίπατρον. Tούτου χάριν εκρέμασαν αυτόν και εξέσχισαν. 


Έπειτα τον έρριψαν μέσα εις ένα καμίνι, το οποίον τόσον πολλά ανάφθη, ώστε οπού ο κτύπος της φωτίας ηκούετο εις πολύ διάστημα τόπου. Aλλ’ όμως το καμίνι δεξάμενον τον Άγιον, εφύλαξεν αυτόν αβλαβή. H δε φωτία ευγαίνουσα έξω από το καμίνι, κατέκαυσεν εκατόν πενήντα ανθρώπους Έλληνας. 


Ύστερον ανάγκασαν τον Άγιον να θυσιάση εις τα είδωλα, και επειδή δεν επείσθη, διά τούτο εύγαλαν λωρία από τους ώμους έως εις τα ποδάριά του, από τα οποία πέρνωντας ο Mάρτυς ένα λωρί, το έρριψεν εις το πρόσωπον του Aντιπάτρου. Aφ’ ου δε έγδαραν αυτόν, πάλιν εξέσχισαν τας εγδαρμένας του σάρκας. 


Mετά ταύτα έδωκαν τον Άγιον εις τα θηρία διά να τον φάγουν, αλλ’ εκείνα τον εφύλαξαν αβλαβή και ολόκληρον. Όθεν βλέπωντας ο Aντίπατρος, πως εφυλάχθη αβλαβής, δεν υπέφερε την εντροπήν, διά τούτο εθανάτωσε τον εαυτόν του με τας ιδίας του χείρας. 


O δε Άγιος εφέρθη εις την Kύζικον, και εκεί εδέχθη από τον ανθύπατον την του θανάτου απόφασιν. Όθεν αποκεφαλισθείς, απέλαβεν ο μακάριος τον του μαρτυρίου αμάραντον στέφανον.



(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Εικόνα ElDios

Παρασκευή 17 /30 Αυγούστου πάτριο εκκλησιαστικό ημερολόγιο

ΠΡΑΓΜΑΤΕΙΑ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ ΚΛΗΡΟΥ ΚΑΙ ΛΑΟΥ ΕΝ ΤΗ ΟΡΘΟΔΟΞΩ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑ

ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΕΥΣΤΡΑΤΙΑΔΗ: Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ (Γ' ΜΕΡΟΣ)



Ο Γρηγόριος Ευστρατιάδης (1864-1950) υπήρξε νομικός, εκδότης και βουλευτής. 

Επί σειρά ετών υπήρξε εκδότης και διευθυντής της εφημερίδας ''ΣΚΡΙΠ'' της Αθήνας. 

Το ''ΣΚΡΙΠ'' αμέσως μετά την ημερολογιακή καινοτομία του 1924 τάχθηκε 

κατά του συνόλου των νεωτερισμών, που εισήγαγαν στο σώμα της Εκκλησίας 

ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Παπαδόπουλος και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Μελέτιος Μεταξάκης. 

Φιλοξενούσε 

στις σελίδες του το σύνολο σχεδόν των ανακοινώσεων της ''Ελληνικής Εκκλησιαστικής Κοινότητας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών'', 

δημοσίευε

 -με εμπεριστατωμένα ρεπορτάζ- όλες τις ειδήσεις για τις διώξεις των χιλιάδων αποτειχισμένων ''Παλαιοημερολογιτών'' 

και παρουσίαζε άρθρα αντινεωτεριστικά και κατά της κίνησης για την ''Ένωση των Εκκλησιών'', 

όπως ονομαζόταν τότε η οικουμενική κίνηση. 

Το βιβλίο του ''Η Πραγματική Αλήθεια περί του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου'' δημοσιεύθηκε 

υπό την μορφή 

συνεχιζόμενων άρθρων τον Μάρτιο του 1928 και αποτέλεσε

 μια εμπεριστατωμένη δημοσιογραφική και θεολογική εργασία για το ημερολογιακό σχίσμα. 

Το περισσότερο -ίσως- ενδιαφέρον 

στο βιβλίο αυτό παρουσιάζει το γεγονός, 

ότι επιχειρήθηκε η προσέγγιση των δρώμενων της ημερολογιακής καινοτομίας 

και

μέσα από το πληροφοριακό φάσμα της δημοσιογραφίας και εύλογα η επικαιρότητα ζωντανεύει ιδεατά 

στα ''πέτρινα'' αυτά χρόνια του Μεσοπολέμου, προσφέροντας στον αναγνώστη διαδραστικά τον επίκαιρο και ζωντανό παλμό των γεγονότων!



Γιώργος  Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος




Γ' Μέρος



Απεδείχθη εκ των δημοσιευθέντων εις το χθεσινόν άρθρον επισήμων κειμένων, ότι ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ της μεταβολής του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου ήτο η Εκκλησία της Ελλάδος διά του Μακ. Αρχιεπισκόπου Αθηνών. Και όχι μόνον τούτο. Πρέπει να προστεθή, ότι και ο εισηγητής της ιδέας να συγκληθή η ιεραρχία ίνα ασχοληθή με την αφομοίωσιν του Εκκλησιαστικού και πολιτικού ημερολογίου υπήρξεν αυτός ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών. Καθ΄ην εποχήν το Κράτος εκυβέρνα, ως αρχηγός της επαναστάσεως ο Πλαστήρας. Καθ' ην εποχήν πρόεδρος της Κυβερνήσεως ήτο ο Γονατάς, υπουργός δε της Παιδείας και των Εκκλησιαστικών ο Σιώτης, ο γνωστός διά τας του Μεταξάκη ενεργείας του εν Κων/πόλει και εν Σμύρνη και εν Αθήναις. 


Καθ' ην δηλαδή το Κράτος εστρατοκρατείτο, εύρε την κατάλληλον στιγμήν ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών να ζητήση διά της ιεραρχίας να λύση εν τόσω μέγα ζήτημα διά την Εκκλησίαν. Διότι μόνο το, ότι επί της επαναστάσεως ηδύνατο μα επιβάλλη την γνώμην του εις όλην την ιεραρχίαν, ίνα ρίψη έπειτα την ευθύνην της Εκκλησιαστικής καινοτομίας εις την Ιεραρχίαν. Διά τούτο την 28ην Οκτωβρίου 1923 προσκαλέσας σύσκεψιν εις το υπουργείον της Παιδείας, εις την οποίαν έλαβον μέρος ο Πλαστήρας, ο Γονατάς, ο Αλεξανδρής, ο Κοφινάς, ο Σιώτης, ο Σίδερης, ο Τμηματάρχης των Εκκλησιαστικών του υπουργείου της Παιδείας, ο Βασιλικός επίτροπος της Ιεράς Συνόδου και ο Διευθυντής του Γεν. Εκκλησιαστικού Ταμείου, έλαβε πρώτος αυτός ο Αρχιεπίσκοπος τον λόγον και εζήτησεν, όπως επιτραπή η σύγκλησις της Ιεραρχίας της Παλαιάς Ελλάδος, προκειμένου να ασχοληθή με την αφομοίωσιν του Εκκλησιαστικού και του πολιτικού ημερολογίου και την αναθεώρησιν του Νόμου περί ενοριών. 


Εχρησιμοποίησε λοιπόν την Επανάστασιν και την Επαναστατικήν Κυβέρνησιν ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, διά να επιβάλλη την γνώμην, ην είχε περί αφομοιώσεως του πολιτικού και εκκλησιαστικού ημερολογίου και διά την επιβολήν της οποίας, ως είδομεν εις τα προηγούμενα, τόσον εβιάζετο, δι' ουδένα άλλον λόγον ή διά να είναι, ως είπεν ο αντιπρόσωπος αυτού εις το εν Κων/πόλει Συνέδριον - μεγάλη η εντύπωσις εις όλον τον πεπολιτισμένον κόσμον εκ της αβιάστου πρωτοβουλίας της Ελληνικής Εκκλησίας διά την προσέγγισιν Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας. 


Εν τω μέσω ενός επαναστατικού σάλου, εξ' ου εχειμάζετο και η Εκλησία της Ελλάδος εζήτησεν ο Μακαριώτατος με πνευστιώσαν ταχύτητα να λύση το σοβαρώτερον και ακανθωδέστερον Εκκλησιαστικόν ζήτημα διά την λύσιν του οποίου απηλείτο όλη η ηρεμία του Κράτους, η ομαλότης εν τη χώρα, η ψύχραιμος και ανεπηρέαστος συζήτησις των ειδικών και προ παντός η ελευθερία γνώμης και η ελευθερία της σκέψεως. Τί συνέβαινεν εν τη Εκκλησία τόσον σοβαρόν, τόσον ανυπέρβλητον, ώστε να θέλη ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών να λύση το μέγα αυτόν ζήτημα, τόσον βιαστικώς εν μέσω μιας Επαναστατικής καταιγίδος εν τη χώρα; 


Ουδέν απολύτως. Ο ''Φιλαλήθης'', ο γράψας εις το ''Σκρίπ'' της 1 Μαρτίου περί του ζητήματος τούτου, ίνα δικαιολογήση την πρωτοβουλίαν και σπουδήν της Εκκλησίας της Ελλάδος, λέγει, ότι ''επηκολούθησεν απερίγραπτος σύγχυσις'' εκ της υπάρξεως δύο ημερολογίων. Και τούτο, διότι τάχα η εορτή του Ευαγγελισμού εχωρίσθη από την Εθνικήν εορτήν και η Πρωτοχρονιά προηγήθη της εορτής των Χριστουγέννων κ.λπ. Ήσαν ούτοι τόσον σοβαροί λόγοι, ώστε να διακινδυνεύση η Εκκλησία να χωρισθή εις δύο στρατόπεδα, να διασπασθή η ενότης αυτής, να απειλήται σχίσμα και να σκανδαλίζεται η θρησκευτική συνείδησις του Λαού, ότι μετά 20 αιώνας ''Εφραγκεύσαμεν'' την Εκκλησίαν μας, αφομοιωθέντες προς τους Δυτικούς; 


Ή μήπως δεν εγνώριζεν ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, ότι αι περισσότεροι ορθόδοξοι Εκκλησίαι δεν εδέχοντο της εφαρμογήν του νέου ημερολογίου (Γρηγοριανού) εις την Εκκλησίαν; Και αφού αναμφισβήτως εγνώριζε τούτο, ως εκ του οποίου πάντως θα διεσπάτο η μέχρι σήμερον τελεία ενότης της ''ΜΙΑΣ, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας'' διατι έστεργεν εις μόνην την συγκατάθεσιν του Οικουμενικού Πατριαρχείου; Και διατι και τούτου ακόμη διστάζοντος να αποφασίση μόνου, επίεζεν τον Οικουμενικόν Πατριάρχην και διά γραμμάτων και διά τηλεγραφημάτων να αποφασίση, διότι τάχα το ζήτημα ήτο επείγον; Δεν εγνώριζε δε επίσης την θέσιν εις ην ευρίσκετο τότε το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, εκ της διώξεως ην υφίστατο υπό του Κεμάλ; 


Ήτο πλέον τότε εις θέσιν το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, ώστε μετά κύρους να λύση ζήτημα τόσον σοβαρόν μονομερώς, άνευ της συγκαταθέσεως των λοιπών Πατριαρχείων; Και επετράπετο να εκλέξη την εποχήν εκείνην, η Εκκλησία της Ελλάδος διά να εξαρτήση εκ του χειμαζομένου τότε Οικουμενικού Πατριαρχείου μονομερώς τούτο ζήτημα; Ιδού, διατι είναι μεγάλη και βαρυτάτη η ευθύνη του Αρχηγού της εκκλησίας της Ελλάδος. Την θέσιν του Πατριαρχείου, την εγνώριζε τόσον καλώς, ώστε ότε το πρώτο συνήλθεν η Ιεραρχία της Ελλάδος την 18 Απριλίου 1923, πρώτη πράξις αυτής ήτο να απευθύνη τηλεγράφημα προς το Οικουμενικόν Πατριαρχείον ''εκφράζουσα την συμπάθειαν και τον σεβασμόν αυτής προς την πάσχουσαν Μεγάλην Εκκλησίαν''. 


Αλλ' ενώ την εθεώρει ''πάσχουσαν'', την επίεζεν, ώστε να δεχθή να εφαρμόση μετά της Εκκλησίας της Ελλάδος το νέον ημερολόγιον και απεφάσιζε, να μην ακούση καμμιάς άλλης εκκλησίας ορθοδόξου την φωνήν, ει μη μόνον της ''πασχούσης'' και ως εκ τούτου αδυνάτου να αποφασίση μετά ηρεμίας και ελευθέρας σκέψεως, ου μην, αλλά να αποφασίση και κανονικώς. Εγνώριζεν επίσης ο αρχηγός της ελληνικής εκκλησίας, ότι και εν Ελλάδι υπήρχον σοβαρώταται αντιρρήσεις διά την μεταρρύθμισιν του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου και μάλιστα εν αυτή ταύτη τη Ιεραρχία και εκτός της Ελλάδος αντέτεινον αι εκκλησίαι  Αλεξανδρείας, Αντιοχείας, Ιεροσολύμων, Ρωσσίας, Σερβίας, Αγίου Όρους, Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής κ.λπ. 


Και αι γνώμαι αυτών και αι αντιρρήσεις ήσαν σοβαρώταται. Εν τη Ιεραρχία δεν είναι αληθές, ότι υπήρχεν ομοφωνία, ως αναληθώς έγραψεν ο ''Φιλαλήθης'' εις το ''Σκριπ''. Εκ των 32 εν όλω Ιεραρχών εμειονοψήφουν αι Σεβασμιώταταοι Μητροπολίται Σύρου, Πατρών, Δημητριάδος, Χαλκίδος και Θήρας, αναπτύσσοντες σοβαρωτάτους λόγους. Εν τη Συνόδω υπήρχε και η σημαίνουσα γνώμη του Καθηγητού -άλλοτε του Πανεπιστημίου- Ζολώτα, όστις έγραφε τα εξής: ''...Η Ρωσία κακώς έχουσα και η Εκκλησία αύτης κακουχουμένη, δεν δύνανται ελευθέραν να εκδηλώσωσιν την υπό αυτών γνώμην. Αναμύνωμεν καιρούς ευθεστωτέρους και εις εκείνους και δι' ημάς, καιρούς γαλήνης των πολιτικών και εκκλησιαστικών πραγμάτων ημών και εκείνων. 


Αλλά προκειμένου περί μεταβολής προς πρακτικούς μεν σκοπούς προτεινομένης, η εκ πέραν εκ δε και απρόοπτα επακολουθήματα, εκδεχόμενα μελλούσης να έχη τη Εκκλησία και τω Έθνη, ίσως δεν πρέπει ημείς να αναλάβωμεν την πρωτοβουλίαν νομίζω δε, διότι η μεταβολή δεν είναι μόνο πολιτειακής του ελληνικού Κράτους δράσεως''. Αι διαιρέσεις διατηρούνται και δεν εγκαταλείπονται του κινδύνου των εκκλησιαστικών και εθνικών συμφερόντων, υφισταμένου και απειλούντος. Μετ' ου πολύ, οι καιροί θα δείξωσιν, αν οι κίνδυνοι της Εκκλησίας και του Έθνους παρήλθον. 


Εν τω μεταξύ, καταπαύσωμεν και αποφύγωμεν την έκφρασιν γνώμης, ίνα μετ' ου πολύ, θέλουσα η Εκκλησία να δηλώση την εαυτής γνώμην, ευρεθή εις σύγκρουσιν προς γνώμην προκληθείσαν ήδη και εκφρασθείσαν. Ο υ δ έ  ν  τ ο  ε π ε ί γ ο ν, ώστε να σπεύσωμεν. Ας αναμείνωμεν έτι ολίγον χρόνον, ίνα μη έπειτα μετανοήσωμεν. Ας ίδωμεν, όμως εν τω επομένω άρθρω, τι έγραφον αι άλλαι Ορθόδοξοι Εκκλησίαι, ίνα εκτιμηθεί δεόντως η παράδοξος και αδικαιολόγητος πρωτοβουλία και σπουδή του Αρχηγού της Εκκλησίας της Ελλάδος και η μεγάλη ευθύνη αυτού διά τα επελθόντα και μέλλοντα να επέλθουν αποτελέσματα.



Συνεχίζεται



Εκ του βιβλίου του Γρηγορίου Ευστρατιάδη 
''Η Πραγματική Αλήθεια περί του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου'',
που δημοσιεύθηκε σε συνέχειες στην εφημερίδα των Αθηνών ''ΣΚΡΙΠ'', 
την Τρίτη 6 Μαρτίου 1928,
έτος 32ον, αρ. φύλλου 8.920, σελ. 1η.
Μεταφορά στο διαδίκτυο στο μονοτονικό σύστημα, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Διατηρήθηκε η Γραμματική τάξη της εποχής με την επέμβαση μόνο σε κάποια αναγκαία σημεία στίξης.

Print Friendly and PDF