ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τετάρτη 28 Φεβρουαρίου 2024

ΤΟ «ΠΡΩΤΟΣΕΛΙΔΟ» ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ: Ο ΑΥΤΟΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΝΟΙΑΣ




Ο Billy Porter παραλαμβάνει το βραβείο HRC Impact Award στο δείπνο της HRC στο San Francisco 




Η εταιρεία HRC (Εκστρατεία Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων) των Η.Π.Α. αποτελεί μια μειοψηφική συλλογικότητα (LGBTQ+), που υποστηρίζει, προμοτάρει και επιβραβεύει  όλους τους αυτοπροσδιοριζόμενους, ως λεσβίες ομοφυλόφιλους, αμφιφυλόφιλους, τραβεστί και τρανσέξουαλ - εγχειρισμένους άνδρες. Ο Billy Porter είναι ένας ομοφυλόφιλος αφροαμερικανός τραγουδιστής και ηθοποιός, που πρόσφατα βραβεύτηκε από την εν λόγω εταιρεία για την συμβολή του στο χαρακτηριζόμενο, ως «κίνημα ανθρωπίνων δικαιωμάτων» HRC του ως άνω τύπου ανθρώπων! Μικρός είχε βιασθεί από τον πατριό του και στα 16 του άρχισε ανοιχτά να εκδηλώνει την ιδιαιτερότητά του. Σ' αυτό -που ίσως- δεν έχει δοθεί η απαραίτητη μνεία και υπογράμμιση σε πολλά άρθρα που κυκλοφορούν για την ομοφυλοφιλία, είναι το γεγονός, πως αυτή (η ομοφυλοφιλία) έχει σκοπίμως αναδειχθεί και ισοδυναμηθεί  με άκρατη μαξιμαλιστική δυναμική, με τους μεγάλους αντιρατσιστικούς αγώνες, όπως του Νέλσον Μαντέλα ή του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ φερ' ειπείν!... Οποίο εφευρετικά οξύμωρο σχήμα και ακατανόητα ακυρωτική αντίθεση! Το όλο ζήτημα ξεκινά από τους ομοφυλόφιλους, από την μη παραδοχή της ύπαρξης φύλων (!), αν και στο παρελθόν, οι ίδιοι υποστήριζαν την ύπαρξη πολλών φύλων! Ο Ζαχαρίας Κωστόπουλος ή Ζακ ή Τζάκι Ο, που δολοφονήθηκε στις 21.8.2019 είχε δώσει μια συνέντευξη στην ηλεκτρονική έκδοση του marieclaire.gr στις 21.9.2018, όπου και αυτοπροσδιορίστηκε όχι ως ομοφυλόφιλος, αλλά ως  queer άτομο.  Άνθρωποι δηλαδή, που δεν αποδέχονται, όπως λένε,  τις «παραδοσιακές» (!) έννοιες φύλων και χωρίς να θέλουν να προσδιοριστούν ως ομοφυλόφιλοι, πολλές φορές αυτοπροσδιορίζονται ως queer. Είπε: «Aπό την ακροστοιχίδα LGBTQ+ ανήκω στο Q, που αντιστοιχεί στο Queer και δεν έχει να κάνει με τον σεξουαλικό προσανατολισμό αλλά με την ταυτότητα φύλου. Τι είναι λοιπόν το να είσαι (gender) queer. Ελληνιστί, είναι το φύλο μου ρευστό. Δηλαδή, δεν νιώθω στο 100% ούτε άντρας, ούτε γυναίκα. Δεν με εκφράζει κανένα από τα δύο, πιστεύω πως το φύλο είναι μια κοινωνικά κατασκευασμένη έννοια, και το «άντρας – γυναίκα» είναι ένα δίπολο που εμένα (και άλλους ανθρώπους) δεν με χωράει. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί πρέπει να είμαι ή το ένα, ή το άλλο. Είμαι συνδυασμός. Βάλε έναν άντρα και μια γυναίκα στο blender, και βγαίνω εγώ. Αυτό». Αυτό ήταν -λοιπόν- ο συγκεκριμένος: ένας μη βιολογικός ανθρώπινος «πουρές» χωρίς συγκεκριμένα όρια στις ερωτικές και σαρκικές του επιθυμίες. Συνεπώς με τη ίδια λογική και ένας παιδεραστής μπορεί να αυτοχαρακτηριστεί ως παιδόφιλος ή και ένας κτηνοβάτης ως ζωόφιλος γιατί πάντα του άρεσαν τα... ζώα! Το ίδιο και πολλοί -ανά τον κόσμο- εραστές αντικειμένων, που αυτοπροσδιορίζονται ως  «αντικειμενόφιλοι!...». Ο Κχοηρούλ Αάν από την Ινδονησία παντρεύτηκε τον ατμομάγειρά του, δηλώνοντας, πως οι γνώσεις και η αγάπη του για το μαγείρεμα ήταν ένας από τους βασικότερους λόγους για αυτήν την ένωση... Είναι γνωστό, πως οι άνθρωποι συχνά συνδέονται συχνά με άψυχα αντικείμενα, όμως τα τελευταία χρόνια με την εξέλιξη της ποιότητας των υλικών στις κούκλες του σεξ- έχουμε δει αρκετές περιπτώσεις ανθρώπων, που συνάπτουν σχέσεις και παντρεύονται τις κούκλες τους!... Στο διαδίκτυο είναι πολλές οι σελίδες που προσφέρουν πληροφορίες για σεξουαλικές προτιμήσεις προς αντικείμενα! Επόμενος αυτοπροσδιορισμός: ο όρος «Fictosexual» υποδηλώνει την έλξη ενός ανθρώπου από... φανταστικούς χαρακτήρες! Η έλξη για τους χαρακτήρες anime ονομάζεται «Animesexuality». Ο Davecat και η κούκλα του! Ο Davecat γνώρισε την Σιντόρε Κουρονέκο το 2000 σε ένα κλαμπ. Η Σιντόρε, δεν είναι όμως τίποτε άλλο από μία συνθετική κούκλα που μοιάζει με κανονική γυναίκα! Αλλά δεν είναι... Οι δύο τους δεν είναι κανονικά παντρεμένοι, αλλά τίποτα δε σταματάει την ευτυχία τους, όπως λέει ο άνδρας. Άλλωστε, ο Davecat θεωρεί τον εαυτό του ακτιβιστή της συνθετικής αγάπης!!! Τί να πεις!... Η Ερίκα Άιφελ ερωτεύθηκε σφόδρα τον  Πύργο του Άιφελ και σε σύντομη τελετή στο δημαρχείο, τον παντρεύτηκε! Οι συγγενείς που παρευρέθηκαν, δήλωναν στην πλειοψηφία τους πως σέβονται τις ερωτικές ορέξεις της κοπέλας, άλλωστε και γι' αυτό παρευρέθηκαν... Συν τω χρόνω, όμως, η γυναίκα χώρισε... τον Πύργο και παντρεύτηκε τον Λανς, που είναι το αγαπημένο της τόξο... Ο Κέβιν Ναδάλ -ασιατικής καταγωγής-  είναι συγγραφέας, ακτιβιστής με πολύ μεγάλη αυτοεκτίμηση. Ποτέ δεν μπόρεσε να αγαπήσει ερωτικά μια γυναίκα και έτσι μετά από... πολύ ώριμη σκέψη... παντρεύτηκε τον εαυτό του! Αυτοπροσδιορίζεται ως εραστής του εαυτού του -όχι αυνανιστής- αλλά ως «εαυτόφιλος» και ελπίζει και αυτός -όπως και οι προηγούμενοι- να ενταχθεί κάποια στιγμή στην (LGBTQ+) κοινότητα! Εξάλλου το + που υπάρχει στο τέλος των αρχικών LGBTQ+ σημαίνει, πως στο μέλλον θα προστεθούν και άλλες τέτοιες ομάδες αυτοπροσδιοριζόμενων ανθρώπων... Μπορούν να γραφούν ακόμη χιλιάδες τέτοιες ιστορίες που προβάλλονται μέσα από τις τηλεοράσεις και το διαδίκτυο. Στις Η.Π.Α έχει ξεκινήσει από καιρό η συζήτηση για αναγνώριση της αιμομιξίας. με πρώτη επιλογή να παντρεύονται τα πρώτα ξαδέλφια αναμεταξύ τους! Κατόπιν όλων, πρέπει να γίνει παγκόσμιο αίτημα η κατασκευή -άρδην- πολλών δημοσίων ψυχιατρείων ανά τον κόσμο, προκειμένου όλοι να μπορέσουμε να χωρέσουμε σ' αυτά. Όχι! Όλα τα παραπάνω δεν συνιστούν κανέναν εκλογικευμένο προσωπικό αυτοπροσδιορισμό... Τουναντίον συνιστούν τον αυτοπροσδιορισμό του δαιμονισμού, της σήψης και της παράνοιας!



Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Κ. Γ. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ: «ΟΙ ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΛΙΨΕΙΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ» (ΜΕΡΟΣ ΟΓΔΟΟΝ)




Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Κ. Γ. Παπαδημητρακόπουλου:
«Οι Δοκιμασίες και οι Θλίψεις στη ζωή μας κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας»,
εκδόσεις «Φωτοδότες», 4η έκδοση, σελ 65-67.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»





Πρόλογος


Οι δοκιμασίες και οι θλίψεις, μας επισκέπτονται όλους! Άλλους λίγο και άλλους πολύ. Άλλους συχνά κι άλλους σε αραιότερα χρονικά διαστήματα. Κάποτε μοιάζουν δυσβάστακτες, ακόμη δε και ανυπόφορες! Πολλές φορές δε αιφνιδιαζόμαστε μ' αυτές, σαστίζουμε, τα χάνουμε, απογοητευόμαστε, απελπιζόμαστε, χανόμαστε! Σε κάθε περίπτωση λυπούμαστε, αλλάζει η ψυχική μας διάθεση, χάνουμε την ηρεμία μας, δεν ξέρουμε τι να κάνουμε, ενώ χίλιες δυο σκέψεις περνούν απ' το μυαλό μας! Να σαν κι αυτές: Γιατι να μου συμβεί αυτό; Καλά δεν ήταν όλα στη ζωή μου μέχρι τώρα; Δεν μ' αγαπάει πια ο Θεός; Γιατι με τιμωρεί; Γιατι μου στερεί αυτό ή εκείνο; Μα εγώ είμαι καλός άνθρωπος. Του το ζητούσα αυτό ή Του έλεγα να μη μου το στερήσει, κι όμως δεν με άκουσε! Και γιατι τόσοι άλλοι τα έχουν όλα, ευτυχούν, ιδιαίτερα δε εκείνοι που δεν είναι ευλαβείς και καλοί άνθρωποι; Κι ακόμη! Χίλιοι είναι οι προβληματισμοί στο «τι κάνω τώρα»; Πως να αντιμετωπίσω την κατάσταση που με βρήκε; Σε ποιους να καταφύγω; Ποια μέσα και τρόπους να χρησιμοποιήσω; Ανθρώπινα όλα τους! Κι ο καθένας θα μας πει το κάθε τι, οι φίλοι μας και πρόσωπα που μας αγαπούν θα μας συμβουλεύσουν για το ένα ή το άλλο, ως και αντικρουόμενα πράγματα ενδέχεται να ακούσουμε, ή θα προσπαθήσουν όπως-όπως να μας παρηγορήσουν, ή και να μας δώσουν πράγματι ένα χέρι βοήθειας. Ωστόσο όλα αυτά, μπορεί σε κάποιο βαθμό να μας ανακουφίζουν, όμως σε ποιο βαθμό πράγματι μας βοηθούν και μας οικοδομούν; Κι έτσι σκεφθήκαμε τους Πατέρες! Αυτούς που οικοδόμησαν και στήριξαν μοναδικά την Εκκλησία. Αυτούς που τόσο πολύ υπέφεραν ο καθένας τους προσωπικά, από ένα πλήθος δοκιμασιών και θλίψεων, όπως και ο Κύριός μας Τον οποίο τόσο πολύ αγάπησαν και υπηρέτησαν, στον οποίο τόσο πολύ αφιερώθηκαν. Λοιπόν, στ' αλήθεια, τι λένε οι Πατέρες επί όλων αυτών; Ποια είναι η θέση τους για το μεγάλο αυτό θέμα, πως οι ίδιοι το αντιμετώπιζαν, πως οικοδομούσαν τους πιστούς της εποχής τους, αλλά κι όλους τους πιστούς έκτοτε; Ενσκήψαμε στα συγγράμματά τους, την αποκαλούμενη Πατρολογία, σταχυολογήσαμε ό,τι βρήκαμε γραμμένο σ' αυτήν κατά το δυνατόν, το ταξινομήσαμε σε ενότητες, το χωρίσαμε σε κεφάλαια και πολλές παραγράφους, προβήκαμε σε πλήθος υπογραμμίσεων και γενικά σε ό,τι κρίναμε πρακτικό και χρήσιμο προκειμένου το κείμενο να είναι απλό, άνετο στη μελέτη και εύληπτο, ώστε καθένας μας -ακόμη δε και ο ολιγογράμματος- να χαρεί τα αναγραφόμενα, να παρηγορηθεί, να οικοδομηθεί και να πάρει τις αποφάσεις που πρέπει, στις δύσκολες εκείνες ώρες των δοκιμασιών και των θλίψεων. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι Πατέρες περισσότερο χρησιμοποιούν τον ευρύτερο όρο «θλίψεις» στον οποίο περιλαμβάνουν τα πάντα. Δηλαδή τις κάθε είδους δοκιμασίες, τις ασθένειες, τις όποιες συμφορές, ακόμη δε και το πένθος! Είναι, πράγματι, εντυπωσιακή η σοφία τους, η έμπνευσή τους, το πλήθος των παραδειγμάτων που χρησιμοποιούν, αλλά και οι αναφορές τους στην Αγία Γραφή απ' όπου αντλούν τα πάντα, προκειμένου να βοηθήσουν τον κάθε πιστό. Στ' αλήθεια η μελέτη των κειμένων τους είναι απολαυστική, δίνει πολύ ενθουσιασμό κι ελπίδα, κατατοπίζει απολύτως, οπωσδήποτε οικοδομεί. Αλλά και αν κάποια σημεία είναι δύσκολα για κάποιον, ας τα μελετήσει πάλι και πάλι, ας μην απογοητευθεί, κι ας συνεχίσει με τα επόμενα. Δεν είναι καλό να αφήσει την τόσο εποικοδομητική μελέτη του βιβλίου, για μια δύσκολη παράγραφο, ας πούμε. Ελπίζουμε ότι ο φίλος αναγνώστης, πράγματι θα βρει χρήσιμη αυτή την προσπάθεια και θα ωφεληθεί πολύ. Όπως ωφεληθήκαμε κι εμείς κι απ' αυτήν ακόμη την συγγραφή του κι ενώ βρισκόμαστε σε καιρό δοκιμασίας...



Κ.Γ.Π.






ΟΙ ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΛΙΨΕΙΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ





 ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ




Οι σκοποί τους



γ. Για το εν γένει πνευματικό μας όφελος, που πολλές φορές δεν αντιλαμβανόμαστε!


Είναι πολύ σημαντικά κι αυτά που τονίζει ο Μέγας Βασίλειος:


«Οι άπιστοι καταφεύγουν στους δαίμονες και τα είδωλα, επειδή έχασαν τη γνώση του αληθινού Θεού με τη σύγχυση που προξένησε σ' αυτούς ο διάβολος. Αλλά κι εκείνοι που γνωρίζουν καλά τον Θεό σφάλλουν στο θέμα της διακρίσεως των πραγμάτων, γιατί τα αιτήματα που κάνουν προς τον Θεό για τα συμφέροντά τους, τα κάνουν με τρόπο που δείχνει ότι είναι απαίδευτοι και ζητούν μερικά ως καλά, που πολλές φορές δεν είναι προς το συμφέρον τους, κι άλλοτε αποφεύγουν ως κακά άλλα που αποδίδουν σ' αυτούς πολύ ωφέλεια. Για παράδειγμα, είναι κάποιος άρρωστος;


Εύχεται να αποφύγει τον πόνο που προκαλεί η ασθένεια και να βρει την υγεία του! Έχασε χρήματα; Είναι περίλυπος για τη ζημιά! Κι όμως πολλές φορές η ασθένεια είναι ωφέλιμη όταν πρόκειται να διαπαιδαγωγήσει τον αμαρτωλό. Και η υγεία είναι βλαβερή, όταν χρησιμοποιείται από εκείνον που την έχει ως μέσο για να αμαρτήσει. Έτσι και τα χρήματα ήδη σε μερικούς έγιναν μέσα που τους παρέσυραν στην ακολασία. Και η φτώχεια πολλούς συγκράτησε που είχαν κακές ορμές.


Ούτε, λοιπόν, ν' αποφύγεις εκείνα που δεν πρέπει, ούτε και να καταφεύγεις σ' εκείνα που δεν πρέπει. Αλλά μονάχα ένα πράγμα πρέπει οπωσδήποτε να αποφεύγεις, την αμαρτία, και μια μονάχα σωτηρία υπάρχει απ' τα κακά, ο Θεός». [Απ' την Ομιλία του «ΕΙΣ ΤΟΝ ΜΕ' ΨΑΛΜΟΝ»]


Αναφέρει και ο Άγ. Ιω. Χρυσόστομος:


«Τον μεν πόνο ο Χριστός τον ένωσε μ' αυτή εδώ την ζωή που είναι σύντομη, τα στεφάνια όμως τα αποταμίευσε στη μέλλουσα ζωή, που είναι αιώνια και χωρίς τέλος. Και ο μεν πόνος αυτός γρήγορα διαλύεται και χάνεται, εκείνα όμως παραμένουν αθάνατα και ποτέ δεν έχουν τέλος. Εξ άλλου ασκεί τις ψυχές μας στο να αγαπούν την αρετή. Γιατί όταν κανείς προτιμά την αρετή, αν και είναι γεμάτη κόπους και δεν παίρνει ποτέ έπαθλο, φροντίζει η σχέση του μ' αυτή να γίνεται με πολύ ακρίβεια και προσοχή.


Όταν, πάλι, αποφεύγει με ευχαρίστηση την κακία, χωρίς ποτέ να τιμωρείται, ασκείται στο να την μισεί και να την αποστρέφεται. Ώστε και απ' αυτό θα συνηθίσει να μισεί την κακία και να αγαπά την αρετή. Υπάρχει δε κι άλλος λόγος. Ότι η θλίψη μας ασκεί πάρα πολύ στην ευσέβεια και την φιλοσοφημένη ζωή και μας κάνει πιο δυνατούς. Και μαζί μ' αυτόν υπάρχει κι άλλος πάλι λόγος. Ποιός είναι αυτός; Θέλει να μας παιδαγωγήσει ώστε να περιφρονούμε τα αγαθά αυτά της ζωής και να μην είμαστε προσηλωμένοι ούτε συνδεδεμένοι μ' αυτά. Γι' αυτό, λοιπόν, και συνένωσε με τη ζωή μας τη θλίψη και τον πόνο, ενώ τα καλά και τα ευχάριστα τα έκανε ευκολοδιάλυτα». [Απ' την Ομιλία του «ΕΙΣ ΤΟΝ Ζ' ΨΑΛΜΟΝ»]



Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Κ. Γ. Παπαδημητρακόπουλου:
«Οι Δοκιμασίες και οι Θλίψεις στη ζωή μας κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας»,
εκδόσεις «Φωτοδότες», 4η έκδοση, σελ 65-67.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

ΑΓΙΟΥ ΦΙΛΑΡΕΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΜΟΣΧΑΣ: ΣΤΑΥΡΟΣ & ΑΝΑΣΤΑΣΗ 10ο ΜΕΡΟΣ

 



Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου του
Πέτρου Μπότση:
«Αγίου Φιλαρέτου Μητροπολίτη Μόσχας (+1867): Σταυρός και ανάσταση»,
Αθήνα 2020, σελ. 75-79.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»



Ο άγιος μητροπολίτης Μόσχας Φιλάρετος Ντροζντώφ ήταν σύγχρονος του οσίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ και συνέπεσε ν' αναπαυτεί την ίδια με κείνον χρονιά. Υπηρέτησε ως προκαθήμενος τη Ρωσική Εκκλησία για μισόν αιώνα σχεδόν, από το 1821 ως τις 1867 Νοεμβρίου του 1867, σε μια περίοδο πνευματικής αναγέννησης στη Ρωσία. Χρημάτισε Διευθυντής της Εκκλησιαστικής Ακαδημίας και έγραψε σπουδαία θεολογικά έργα για την εποχή του. Το σημαντικότερο από τα έργα του ήταν η Κατήχηση της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας, που κυκλοφόρησε σε σύντομη και σε εκτενή μορφή και επηρέασε βαθύτατα την ορθόδοξη δογματική θεολογία. Ήταν γόνιμος και χαρισματικός συγγραφέας. Οι κατηχήσεις του είναι ακόμα κλασσικές στη Ρωσία κι οι ομιλίες του έχουν μεταφραστεί σε διάφορες γλώσσες. Συμμετέσχε επίσης ως μέλος της Βιβλικής Εταιρίας στη μετάφραση της Αγίας Γραφής στη Ρωσική και κατά τη διάρκεια της πατριαρχείας του στη Μόσχα αντιμετωπίστηκαν σοβαρά εκκλησιαστικά ζητήματα, οι δε αποφάσεις για τα ζητήματα αυτά εκδόθηκαν σε τρεις τόμους (1903-1906).


Εκ του προλόγου





ΜΕΡΟΣ Β'




ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α




Ή ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ



του Νικολάι Γκόγκολ



Ο Ρώσος έχει μια ιδιαίτερη εκτίμηση στη γιορτή του Πάσχα. Κι όταν βρίσκεται σε ξένη γη, την αισθάνεται πιο ζωντανή. Βλέποντας πως παντού στις άλλες χώρες η μέρα αυτή δεν έχει σχεδόν καμιά διαφορά από τις άλλες -οι δουλειές γίνονται όπως πάντα, η ζωή κυλάει κανονικά, στα πρόσωπα των ανθρώπων βλέπεις την καθημερινή τους έκφραση- αισθάνεται μελαγχολία κι επιθυμεί σφοδρά να γυρίσει στη Ρωσία. Πιστεύει πως εκεί η μέρα αυτή γιορτάζεται καλύτερα, ο άνθρωπος είναι πιο χαρούμενος και νιώθει πιο όμορφα, η ζωή του είναι διαφορετική, όχι όπως τις άλλες μέρες, τις καθημερινές. Η μέρα αυτή παρουσιάζεται ξαφνικά μπροστά του: η μεσονύκτια ακολουθία, ο ήχος της καμπάνας που ακούγεται παντού, είναι σαν όλη η γη να είναι συγχωνευμένη σε μια απήχηση, αυτό το θαυμάσιο «Χριστός Ανέστη»! Οι δυο αυτές λέξεις την ημέρα αντικαθιστούν κάθε άλλο χαιρετισμό, όπως και το φιλί που ανταλλάσσουμε μεταξύ μας. «Μόνο στη Ρωσία η μέρα αυτή γιορτάζεται όπως πρέπει να γιορταστεί». Ας γίνει κατανοητό πως όλο αυτό είναι ένα όνειρο. Εξαφανίζεται αμέσως μόλις κανείς επανέλθει στην πραγματικότητα της Ρωσίας ή ακόμα και μόλις θυμηθεί πως η μέρα αυτή είναι μέρα τρεξίματος και σπουδής από τη στιγμή που θα ξυπνήσει, μέρα άσχετων επισκέψεων, σκόπιμων επιπλήξεων του ενός προς τον άλλον, αντί των γιορταστικών χαιρετισμών -αν τον χαιρετούν, είναι μόνο από οικονομικούς υπολογισμούς. Να θυμηθείς πως η φιλοδοξία βράζει περισσότερο από τις άλλες μέρες μέσα μας την ημέρα αυτή, οι άνθρωποι δε μιλάνε για την Ανάσταση του Χριστού, αλλά για κείνον που θα κάνει την καλλίτερη διακόσμηση. Να θυμάσαι πως εκείνοι οι άνθρωποι που η δόξα τους έχει φτάσει ίσαμε το εξωτερικό, νομίζουν πως γιορτάζουν καλύτερα από τους άλλους και μεθούν στους δρόμους αμέσως μετά την αναστάσιμη λειτουργία, προτού ακόμα η αυγή δώσει το πρώτο φως της ημέρας. Ο φτωχός Ρώσος αναστενάζει όταν τα θυμάται όλ' αυτά. Καταλαβαίνει πως όλα είναι μια γελοιοποίηση, που δεν έχουν τίποτα να κάνουν με τη σεβάσμια γιορτή. Κάποιος επίσημος δίνει προσχηματικά ένα ζωηρό φιλί στο μάγουλο ενός άγνωστου, για να δείξει στους υφιστάμενους υπαλλήλους του πόσο απαραίτητο είναι ν' αγαπούν τους τους αδελφούς τους. Είναι σαν τον αντιδραστικό πατριώτη που στην πικρία και την απογοήτευση των νέων, που ψέγουν τα παλιά ρωσικά μας έθιμα, ισχυριζόμενοι πως δεν υπάρχει τίποτα ανάμεσά μας, κραυγάζουν άγρια: «Τα έχουμε όλα -οικογενειακή ζωή και και οικογενειακές αρετές' τα έθιμά μας λογαριάζονται ευσεβή' εκπληρώνουμε τα καθήκοντά μας καλύτερα απ' οπουδήποτε αλλού στην Ευρώπη' είμαστε ένας λαός-θαύμα για όλους». Όχι! Η αληθινή γιορτή δεν αποδείχνεται από τα εξωτερικά σημεία, τις πατριωτικές εξάρσεις ή τον ασπασμό που δίνεται σ' έναν άγνωστο, αλλά με το να κοιτάζει κανείς έναν άνθρωπο τέτοια μέρα σα να 'ταν ο μεγαλύτερος θησαυρός. Όταν τον αγκαλιάζουμε και τον σφίγγουμε πάνω μας σα να 'ταν αδερφός μας, όταν χαιρόμαστε μαζί του σα να 'ταν κομμάτι του εαυτού μας, σα να 'χαμε να τον δούμε αρκετά χρόνια και ξαφνικά γύρισε κοντά μας. Τότε είναι πιο δυνατή η αγάπη, πιο μεγάλη! Γιατί οι δεσμοί που μας δένουν μαζί του είναι πιο δυνατοί από το αίμα των συγγενών μας. Συνδεόμαστε μαζί του μέσω του Ουράνιου Πατέρα μας, που είναι πολλές φορές πιο κοντά μας από τον επίγειο πατέρα μας. Η μέρα αυτή είναι η αγία ημέρα, κατά την οποία η ανθρωπότητα ολόκληρη, ως τον τελευταίο άνθρωπο, γιορτάζει την αγία και ουράνια αδελφοσύνη, από την οποία δεν αποκλείεται κανένας άνθρωπος.



Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Πέτρου Μπότση:
«Αγίου Φιλαρέτου Μητροπολίτη Μόσχας (+1867): Σταυρός και ανάσταση»,
Αθήνα 2020, σελ. 75-79.


ΓΕΩΡΓΙΟΥ Κ. ΤΟΥΜΑΝΙΔΗ: «ΠΥΡΡΙΧΙΟΣ ΔΡΟΜΟΣ» (ΠΕΜΠΤΟ ΜΕΡΟΣ)

 




Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Γεωργίου Κ. Τουμανίδη:
«Πυρρίχιος Δρόμος»
εκδόσεις «Έαρ», 1η έκδοσηΑπρίλιος 2023, σελ. 53-57.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»



Το βιβλίο αυτό είναι ένα πόνημα-αφήγηση που εξιστορεί τη ζωή των προπατόρων μας στον μαρτυρικό Πόντο, αυτών που αντί του συμβιβασμού, της υποταγής και της προσκύνησης, επέλεξαν τον πυρρίχιο δρόμο του καθήκοντος, τον πυρρίχιο τρόπο της πίστεως και της προσευχής, την πυρρίχια ζωή της θυσίας. Είναι μια προσπάθεια να προβληθεί η αγιοπατερική παράδοση και σοφία του Πόντου από το απώτερο άκρο της Μ. Ασίας, από την περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, μια συλλογή μαρτυριών που διασώθηκαν και πέρασαν από γενιά σε γενιά, από τους ανθρώπους που τα βίωσαν και γράφονται για να μεταφερθούν στη σημερινή και τις επόμενες γενιές. Είναι ένα ταξίδι στη μαρτυρική ζωή του Ελληνισμού του Πόντου, τις αρχές και τις αξίες του, μία περιπλάνηση στη δίνη άλλων κόσμων σκληρών, αλλά πραγματικών. Ίσως στην υλόφρονη εποχή μας να φαντάζει παραμυθένια η αγιότητα και η προσκόλληση στην ορθόδοξη πίστη, για την οποία οι άνθρωποι στον Πόντο και γενικότερα στην Μικρά Ασία υπέστησαν δοκιμασίες, έχυσαν δάκρυα και αίμα. Το βιβλίο αυτό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ένας οδηγός επιβίωσης, που περιγράφει τρόπους και τεχνικές πνευματικού πολέμου σε καιρούς κρίσεως ή σε καιρούς Αποκαλύψεως, όταν καλείται κάποιος να ξεπεράσει τα ανθρώπινα όριά του. Περιέχει προσευχές, τρόπους και μεθόδους πνευματικού αγώνα από τον αγιοτόκο Πόντο, που έχουν δοκιμαστεί στις δυσκολότερες καταστάσεις και αντιξοότητες. Για να γραφτεί αυτό το βιβλίο. άνοιξαν δακρύβρεχτα αρχεία μιας ζωής, βίβλοι καρδιάς, καταθέσεις ψυχών. Ξεδιπλώθηκαν και αποκαλύφθηκαν από τις εσχατιές της Ανατολής αναμνήσεις μαρτυρικής ζωής αγίων του Πόντου, γραμμένες με δάκρυα και αίμα, που στολίζουν στον δρόμο του Θεού και παρακαλούν για δικαίωση. Όσα γράφτηκαν σ' αυτό το βιβλίο έγιναν. Ο ουρανός κατέβηκε στη γη και οι άνθρωποι ανυψώθηκαν στον ουρανό, καταθέτοντας στον Θεό τα πειστήρια του μαρτυρίου τους: κομμένα χέρια, πόδια, γλώσσες, κεφάλια, καμμένα κορμιά, παγωμένα μέλη, θυσιασμένα παιδάκια, αγνές παρθένες κόρες με την τιμή και την αξιοπρέπειά τους κατατεθειμένες στον Χριστό για να τους τις ξαναδώσει λαμπρότερες στη Δευτέρα Παρουσία Του, πυρπολημένες καρδιές και φλεγόμενες ψυχές. Ας είναι αιωνία παρά τω Θεώ η μνήμη των μαρτύρων της πίστεως, του Πόντου και ολόκληρης της Μικρασίας. *(Απόσπασμα εκ του προλόγου).






   «ΠΥΡΡΙΧΙΟΣ ΔΡΟΜΟΣ»



Β'


ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΕΜΕΛΕ ΤΑΜΠΟΥΡΟΥ




    «Αμελέ Ταμπουρού - Τάγματα Θανάτου»



Πανέμορφος ο Πόντος, πανύψηλα κακοτράχαλα βουνά και θάλασσα, ευλογημένη γη. Άγρια απέραντα δάση, η φύση καταπράσινη, καστανιές, οξιές, βελανιδιές, φουντουκιές, καρυδιές, αχλαδιές, μηλιές, κερασιές, δαμασκηνιές, κορομηλιές, μουριές και κάθε λογής δέντρα γεμάτα καρπούς, τόπος γεμάτος ζωή' ευλογία Θεού. Όμως πάνω στα βουνά του Πόντου υπάρχει και μια άλλη ζωή, διαφορετική, επικίνδυνη, που μαζί της φέρει το απόκριμα του θανάτου. Ήταν μήνας Αύγουστος του 1916 και κάποιοι Έλληνες εργάζονταν σκληρά στα ποντιακά παρχάρεα (ψηλά οροπέδια). Εξοντωτική η εργασία από το χάραμα μέχρι τη δύση κάτω από τον καυτό ήλιο στο πετρώδες λατομείο, η ζέστη αφόρητη. Ήταν πολύ ζεστό αυτό το καλοκαίρι στα ορεινά της Θεοδοσιούπολης (Ερζερούμ). Στο πλαίσιο εξόντωσης των Ελλήνων του Πόντου, και γενικότερα της Μικρασίας και της Θράκης, οι Τούρκοι οδηγούσαν τους Έλληνες σε ατελείωτες πορείες θανάτου, που πολλές από αυτές, μάλλον οι περισσότερες, κατέληγαν στη Θεοδοσιούπολη. Η Γενοκτονία των Ελλήνων από τους Τούρκους γινόταν εν κινήσει, στον δρόμο και όχι σε κάποιο στρατόπεδο συγκέντρωσης κι αυτό ήταν σατανική επινόηση των πατρώνων-συμβούλων τους Γερμανών. Όσοι Έλληνες είχαν ισχυρότερη κράση και επιζούσαν, κατέληγαν να πεθάνουν εκεί, στα υψίπεδα της Θεοδοσιούπολης με αργό θάνατο, καταπονούμενοι στα τάγματα εργασίας. Οι κρατούμενοι εκτελούσαν δημόσια και καταναγκαστικά έργα, ήταν σκλάβοι, που δεν είχαν καμία αξία. Εκεί κατέληξε μία ομάδα Ποντίων μετά από εξαντλητικές πορείες πολλών εβδομάδων. Απ' τους διακόσιους άντρες επέζησαν και έφτασαν στο Ερζερούμ μόνο οι σαράντα δύο. Το νερό που τους δίνουν οι φρουροί Τούρκοι στρατιώτες λιγοστό και βρώμικο. Ευλογημένος ο τόπος, πλούσια σε δροσερά και γάργαρα νερά τα ποντιακά όρη, αλλά απαγορεύεται οι επιτεταγμένοι Πόντιοι να πλησιάσουν ή να έχουν πρόσβαση σε καθαρό νερό. Ο Αλέξανδρος βοηθάει τον Γιωρίκα, ο οποίος υποφέρει από αφυδάτωση και δυσεντερία εξαιτίας του μολυσμένου νερού που τους δίνουν να πιουν σε κάτι σκουριασμένα μεταλλικά σκεύη. Ψήνεται στον πυρετό  ο φίλος του, παραμιλάει και λέει, «Άγιε Γεώργιε, τι Χριστού το παλικάρ, έλα σ' εμέν, βοήθα με ν' αντέξω, να ζήσω και να επιστρέψω στην οικογένειά μου, στη σύζυγό μου Γεωργία και στα μικρά παιδιά μου». Πιο πέρα ο Νικήτας φροντίζει με τα πενιχρά μέσα που έχει στη διάθεσή του, με μερικά βρώμικα πανιά, τις πληγές του συντρόφου του. Ο Θύμιον (Ευθύμιος) προσπάθησε να δραπετεύσει, αλλά τον συνέβαλαν οι Τούρκοι και τον βασάνισαν. Τον μαστίγωσαν προς παραδειγματισμό ενώπιον όλων των κρατουμένων με το καμουτσίκι (μαστίγιο από δέρματα και μικρά κοκκαλάκια ζώων) μέχρι θανάτου και η πλάτη του ήταν όλη μία πληγή. Αιμόφυρτος, κατάχλωμος από το αίμα που έχανε, παραμιλούσε και έλεγε: «Επρέπ' ν' αντέχομεν» (= Πρέπει να αντέξουμε). Με το πέρασμα των ωρών, σιγά-σιγά είχαν αρχίσει όλα να θολώνουν γύρω του, ένιωθε να σβήνει και λίγο πριν βγει η ψυχή του, ψέλλιζε με τα μελανιασμένα χείλη του: «Θε' μ', σχώρατς» (= Θεέ μου, συγχώρα τους), παρακαλώντας τον Θεό να συγχωρήσει τους βασανιστές του. Κατόπιν, στο βασανισμένο πρόσωπό του χαράχτηκε ένα παραδείσιο μειδίαμα, χαμόγελο θεϊκής μακαριότητας, αιώνιας ευτυχίας και είπε: «Παναϊαμ!» (= Παναγία μου!) και πέταξε η ψυχή του. Το μαρτυρικό του αίμα έρεε στην ποντιακή οροσειρά, ποτίζοντας το δέντρο της ελπίδας. Εδώ και εννέα μήνες, μετά από εξαντλητικές πορείες πολλών εβδομάδων πάνω στα βουνά, εργάζονταν τον χειμώνα σε πολικές θερμοκρασίες μέχρι -35 βαθμούς Κελσίου, το καλοκαίρι κάτω από το λιοπύρι με μολυσματικές ασθένειες, ψείρες και συνεχή φαγούρα σε όλο το σώμα. Απαγορευόταν να πλυθούν. Το φαγητό ελάχιστο και βρώμικο. Μέρα με τη μέρα αδυνάτιζε ο οργανισμός κι σιγά-σιγά όδευαν οι Πόντιοι σκλάβοι προς τον θάνατο. Όμως «τα ανάσμαν εμούν ση Θεού τα χέρια» (= η ανάσα μας, η πνοή, η ζωή καθενός είναι στα χέρια του Θεού). Το λατομείο στο οποίο έκαναν καταναγκαστικά έργα τους τελευταίους μήνες, ο Νικήτας το είχε ονομάσει  «ο Σταυρός». Σταυρώνονταν σ' αυτό καθημερινά οι Πόντιοι, επειδή ήταν Έλληνες Ορθόδοξοι Χριστιανοί. Μαζί με το φίλο του Αλέξανδρο προσπαθούσαν να ανυψώσουν το ηθικό των σκλαβωμένων Ποντίων, στηρίζοντάς τους στην πίστη και κατηχώντας τους με το λόγο του Θεού.


Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Γεωργίου Κ. Τουμανίδη:
«Πυρρίχιος Δρόμος»
εκδόσεις «Έαρ», 1η έκδοσηΑπρίλιος 2023, σελ. 53-57.


Τρίτη 27 Φεβρουαρίου 2024

ΤΙ ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ ΨΥΧΟΣΑΒΒΑΤΟ




«Δεῦτε πρό τέλους πάντες ἀδελφοί,
τόν χοῦν ἡμῶν βλέποντες,
καί τῆς φύσεως ἡμῶν τό ἀσθενές,
καί τήν εὐτέλειαν ἡμῶν,
καί τό τέλος ὀψώμεθα…»


Το Σάββατο πριν από την Κυριακή τής Απόκρεω, λέγεται «Σάββατο τῶν Ψυχῶν» ή «Ψυχοσάββατο». Είναι το πρώτο από τα δυο Ψυχοσάββατα του έτους (το δεύτερο επιτελείται το Σάββατο πριν από την Κυριακή της Πεντηκοστής). Ο λόγος που η Εκκλησία μας καθιέρωσε το Σάββατο των Ψυχών, παρ’ ότι κάθε Σάββατο είναι αφιερωμένο στους κεκοιμημένους, είναι διότι πολλοί αδελφοί μας κατά καιρούς απέθαναν σέ μικρή ηλικία ή στην ξενιτιά ή στη θάλασσα, ή σέ πολέμους, ή στα όρη και τούς κρημνούς ή και μερικοί, λόγω πτωχείας, δεν αξιώθηκαν των διατεταγμένων μνημοσύνων, «οἱ θεῖοι Πατέρες φιλανθρώπως κινούμενοι θέσπισαν τό μνημόσυνο αυτό υπέρ πάντων τῶν ἀπ’ αἰῶνος εὐσεβῶς τελευτησάντων Χριστιανῶν». Την μνήμη του θανάτου υπενθυμίζει σήμερα η Εκκλησία μας σ’ εκείνους πού έρχονται για το Ψυχοσάββατο στην Εκκλησία. Στην Ιερά Μητρόπολη Μαντινείας και Κυνουρίας Κληρικοί και Λαϊκοί προστρέξαμε και αυτό το Ψυχοσάββατο με τα κόλλυβα στις Εκκλησίες και βρεθήκαμε στα Κοιμητήριά μας, με μόνο μέλημα την προσευχή για τούς νεκρούς μας, επικαλούμενοι το άπειρο έλεος του Θεού, έχοντας κατά νου τα λόγια του αγίου Αθανασίου τού Μεγάλου: «Μήν ἀρνεῖσαι νά προσφέρεις λάδι καί νά ἀνάβῃς κεριά στόν τάφο του, ἐπικαλούμενος Χριστόν τόν Θεόν, καί ἄν ἀκόμα ὁ κοιμηθείς τελείωσε εὐσεβῶς τή ζωή του καί τοποθετήθηκε στόν οὐρανό. Γιατί αὐτά εἶναι εὐπρόσδεκτα ἀπό τόν Θεό καί προσκομίζουν μεγάλη τήν ἀνταπόδοσή Του, γιατί το λάδι καί το κερί είναι θυσία και ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ἐξιλέωση.» Η δε αγαθοεργία φέρνει τελικά προσαύξηση με κάθε αγαθή ανταπόδοση. Ο σκοπός του προσφέροντος, για την ψυχή κοιμηθέντος, είναι ίδιος με τα όσα κάνει όποιος έχει μικρό παιδί άρρωστο και αδύναμο, για το οποίο προσφέρει στον ιερό Ναό κεριά, θυμίαμα και λάδι με πίστη και τα χαρίζει όλα για το παιδί του. Τα κρατάει και τα προσφέρει με τα χέρια του, σαν να τα κρατάει και να τα προσφέρῃ το ίδιο το παιδί, ακριβώς δηλαδή όπως γίνεται όταν στο Βάπτισμα αποκηρύσσεται ὁ σατανάς από τον Ανάδοχο για λογαριασμό του νηπίου. Παρομοίως πρέπει να θεωρείται και όποιος πέθανε πιστός στον Κύριο, ότι κρατάει και προσφέρει τα κεριά και το λάδι, και όλα όσα προσφέρονται για τη λύτρωσή του. Έτσι με τη χάρη τού Θεού η προσπάθεια πού γίνεται με πίστη δε θα πάει χαμένη. Να είστε σίγουροι ότι οι θείοι Απόστολοι και οι θεοδίδακτοι Διδάσκαλοι και οι θεόπνευστοι Πατέρες, αφού πρώτα ενώθηκαν με το θείο και φωτίσθηκαν, καθόρισαν με τρόπο θεάρεστο τίς Λειτουργίες, τίς προσευχές και τίς ψαλμωδίες, πού γίνονται κάθε χρόνο στη μνήμη εκείνων πού πέθαναν. Και όλα αυτά μέχρι σήμερα, πάντα με τη χάρη του φιλάνθρωπου Θεού, αυξάνονται και συμπληρώνονται σ’ όλα τα σημεία του ορίζοντος για να δοξάζεται και να εξυμνείται ὁ Κύριος των κυρίων και Βασιλεύς των βασιλευόντων». π. Ιωάννης Σουρλίγγας. *Εκ του ιστολογίου «pemptousia.gr» της 7.3.2024. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


ΑΓΙΟΥ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΥ: ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΩΝ ΑΠΟΚΡΕΩ - ΨΥΧΟΣΑΒΒΑΤΟ

 



Σήμερα η Εκκλησία μας στρέφει το βλέμμα πέρα απ’ τα σύνορα της παρούσας ζωής, στους πατέρες και αδελφούς μας που έχουν αναχωρήσει από αυτή τη ζωή. Και, καθώς μας υπενθυμίζει τους προαπελθόντες, ελπίζει να μας προετοιμάσει να περάσουμε τις υπόλοιπες μέρες της περιόδου αυτής, αλλά και τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή που πλησιάζει, όπως πρέπει. Ας ακούσουμε τη Μητέρα μας, την Εκκλησία, και, τιμώντας τους πατέρες και αδελφούς μας, ας προσέξουμε να προετοιμαστούμε και για το δικό μας ταξίδι. Ας κλάψουμε για τις αμαρτίες μας, παίρνοντας την σταθερή απόφαση, να διαφυλάξουμε στο μέλλον τον εαυτό μας από κάθε κηλίδα. Επειδή τίποτε ακάθαρτο δεν θα εισέλθει στη Βασιλεία του Θεού και κατά την Κρίση κανένας ακάθαρτος δεν θα δικαιωθεί, μην περιμένουμε να καθαριστούμε μετά τον θάνατο. Θα παραμείνουμε στην κατάσταση στην οποία θα βρισκόμαστε κατά το πέρασμά μας εκεί. Την κάθαρσή μας θα την επιμεληθούμε εδώ. Αλλά πρέπει να βιαστούμε, για τι ποιος γνωρίζει πόσο ακόμη θα ζήσει; Πώς θα εμφανισθούμε ακάθαρτοι; Με τι μάτια θα κοιτάξουμε τους πατέρες και αδελφούς μας που θα συναντήσουμε εκεί; Πόσο θα ντραπούμε! Ας βιαστούμε να διορθωθούμε, ώστε να εμφανιστούμε τουλάχιστον σε ανεκτή κατάσταση στην άλλη ζωή. Πάντα παρορών τα της σαρκός οφλήματα, Σωτήρ ημών, εν πάση ηλικία, παντός γένους ανθρώπων, προ του κριτηρίου σου στήσον ακατακρίτους, σοι τω Κτίστη, απολογουμένους.


*Από το βιβλίο «Ψωμί για το Ταξίδι, Οδοιπορικό Μεγάλης Τεσσαρακοστής», Άγιος Θεοφάνης ο Έγκλειστος, Εκδόσεις «Αρμός». *Αναδημοσίευση εκ του ιστολογίου «Η Άλλη Όψις» της 26.2.2022. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΡΙΩΔΙΟΥ: ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΩΝ ΨΥΧΩΝ




Συναξάρι Τριωδίου. Το Σάββατο αυτό οι θειότατοι πατέρες θέσπισαν να μνημονεύουμε όλους τους ευσεβώς κοιμηθέντες όλων των αιώνων. Επειδή πολλοί πέθαναν ξαφνικά και στην ξενιτιά και με κάθε είδους θάνατο, και πολλοί ήταν ίσως φτωχοί, και δεν αξιώθηκαν τις καθορισμένες ψαλμωδίες και τα μνημόσυνα, οι άγιοι πατέρες από φιλανθρωπία θέσπισαν, η Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία να κάνει μνημόσυνα κοινά για όλους, για να περιλαμβάνονται σε αυτά και όσοι για κάποιο λόγο δεν τους έγιναν τα συνηθισμένα μνημόσυνα. Αυτό το παρέλαβαν από τους ιερούς αποστόλους, διότι αυτά που γίνονται για τους κεκοιμημένους προξενούν σε αυτούς μεγάλη ωφέλεια.


Ένας δεύτερος λόγος είναι ότι, επειδή την επόμενη μέρα θα έβαζαν την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, μνημονεύουν όπως αρμόζει και τις ψυχές, σαν να παρακαλούν κατά κάποιο τρόπο τον φοβερό και αλάνθαστο κριτή να δείξει σε αυτές τη συνηθισμένη συμπάθειά του και να τις κατατάξει στην τρυφή, που ο ίδιος υποσχέθηκε.


Και επιπλέον, επειδή την επόμενη Κυριακή οι άγιοι πατέρες θα βάλουν την εξορία του Αδάμ, σκέφτηκαν με την παρούσα κατάπαυση (το Σάββατο των ψυχών) να βάλουν κάποια κατάπαυση και κάποιο τέλος όλων των ανθρωπίνων, ώστε την επόμενη Κυριακή να αρχίσουν από την αρχή. Διότι το τελευταίο απ’ όλα τα σχετικά μ’ εμάς είναι η εξέταση των πράξεών μας από τον αδέκαστο κριτή.


Τη μνημόνευση των ψυχών την κάνουμε πάντοτε το Σάββατο, επειδή η λέξη Σάββατο στα εβραϊκά σημαίνει κατάπαυση. Καθώς λοιπόν οι πεθαμένοι κατέπαυσαν από τα βιοτικά και από όλα τα άλλα, γι’ αυτό και την ημέρα που σημαίνει κατάπαυση κάνουμε τις δεήσεις γι’ αυτούς. Και αυτό επικράτησε να γίνεται κάθε Σάββατο, αλλά κατά το σημερινό κάνουμε κοινό μνημόσυνο και παρακαλούμε τον Θεό για όλους τους ευσεβείς.


Διότι οι άγιοι πατέρες, επειδή γνωρίζουν ότι όσα γίνονται για τους κεκοιμημένους, μνημόσυνα και ελεημοσύνες και λειτουργίες, προξενούν σ’ αυτούς μεγάλη άνεση και ωφέλεια, παρακινούν την Εκκλησία να το κάνει αυτό και ατομικά και για όλους, όπως παρέλαβαν από τους αγίους αποστόλους, σύμφωνα με όσα λέει και ο Αρεοπαγίτης Διονύσιος. Το ότι οι ψυχές ωφελούνται απ’ όσα γίνονται γι’ αυτές φαίνεται και από πολλά άλλα, αλλά και από τη σχετική ιστορία του αγίου Μακαρίου.


Αυτός, καθώς περπατούσε στον δρόμο, βρήκε ένα ξερό κρανίο κάποιου ασεβή ειδωλολάτρη και το ρώτησε αν καμία φορά στον άδη αισθάνονται κάποια ανακούφιση. Και το κρανίο αποκρίθηκε: «Ναι, πάτερ, έχουμε μεγάλη ανακούφιση όταν προσεύχεσαι για τους κεκοιμημένους» –διότι ο άγιος το έκανε αυτό και παρακαλούσε τον Θεό να του αποκαλύψει αν ωφελούνται οι κεκοιμημένοι από τις προσευχές του. Επίσης ο Γρηγόριος ο Διάλογος με την προσευχή του έσωσε τον βασιλέα Τραϊανό, άκουσε όμως από τον Θεό να μην παρακαλέσει άλλη φορά για ασεβή.


Επιπλέον, κατά την Εκκλησιαστική Ιστορία, η βασίλισσα Θεοδώρα άρπαξε από τα βάσανα τον άνδρα της, τον εικονομάχο Θεόφιλο, με τις δεήσεις των αγίων και ομολογητών. Και ο Θεολόγος Γρηγόριος, στον επιτάφιο που εκφώνησε για τον αδελφό του Καισάριο, συνιστά τις ελεημοσύνες για τους κεκοιμημένους ως ωφέλιμες. Ο μέγας Χρυσόστομος στην προς Φιλιππησίους λέει τα εξής: «Ας σκεφτούμε με ποιον τρόπο θα ωφελήσουμε τους κεκοιμημένους, ας τους βοηθήσουμε όσο μπορούμε, εννοώ με τις ελεημοσύνες και τις προσφορές.


Γιατί αυτά που κάνουμε τους φέρνουν μεγάλη ωφέλεια και πολύ κέρδος. Και δεν νομοθετήθηκαν αυτά έτσι απλά και χωρίς λόγο, αλλά από τους πάνσοφους αποστόλους παραδόθηκε στην Εκκλησία του Θεού το να μνημονεύει ο ιερέας μπροστά στα φρικτά μυστήρια υπέρ των κεκοιμημένων». Λέει επίσης: «Στη διαθήκη σου μαζί με τα παιδιά και τους συγγενείς σου βάλε συγκληρονόμο και το όνομα του κριτή και θυμήσου και τους φτωχούς, και εγώ σου εγγυώμαι γι’ αυτά».


Και ο Μέγας Αθανάσιος λέει: «Και αν ακόμη εκείνος που πέθανε ευσεβής έγινε σκόνη, μην αποφεύγεις να ανάβεις στον τάφο του λάδι και κεριά, αφού παρακαλέσεις τον Χριστό, τον Θεό, γιατί αυτά είναι δεκτά από τον Θεό και προκαλούν μεγάλη αντίδοση». Μέχρι να φθάσει η Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, όσα γίνονται υπέρ των κεκοιμημένων προξενούν ωφέλεια, όπως λένε οι άγιοι πατέρες, και μάλιστα σε εκείνους που είχαν κάνει κάποια καλά όσο ζούσαν. Και αν η αγία Γραφή λέει κάποια πράγματα για να σωφρονίσει τους πολλούς (και έτσι πρέπει), όμως ως επί το πλείστον νικά η φιλανθρωπία του Θεού.


Πρέπει να ξέρουμε ότι εκεί όλοι θα γνωρίσουν ο ένας τον άλλο, και αυτούς που γνώριζαν και αυτούς που δεν τους είδαν ποτέ, όπως λέει ο ιερός Χρυσόστομος, στηρίζοντάς το στην παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου. Όχι όμως από το σωματικό σχήμα –γιατί όλοι θα έχουν μια ηλικία και τα φυσικά χαρακτηριστικά θα εξαλειφθούν– αλλά με το διορατικό βλέμμα της ψυχής, όπως λέει και ο Θεολόγος Γρηγόριος στον επιτάφιο για τον Καισάριο: «Τότε θα δω τον Καισάριο λαμπρό, δοξασμένο –όπως πολλές φορές μου φάνηκες στο όνειρο, πολυαγαπημένε μου αδελφέ».


Ο Μέγας Αθανάσιος στον λόγο υπέρ των κεκοιμημένων λέει ότι και μέχρι την κοινή ανάσταση οι άγιοι έχουν λάβει χάρισμα από τον Θεό να γνωρίζουν ο ένας τον άλλο και να χαίρονται μαζί, οι αμαρτωλοί όμως και από αυτό έχουν στερηθεί. Στους αγίους μάρτυρες επιπλέον δόθηκε το να βλέπουν από ψηλά αυτά που κάνουμε και να μας επισκέπτονται στις ανάγκες μας. Κατά την ημέρα όμως της Δευτέρας Παρουσίας όλοι θα γνωρίσουν ο ένας τον άλλο, όταν και τα κρυφά όλων θα φανερωθούν.


Πρέπει ακόμη να γνωρίζουμε ότι τώρα οι ψυχές των δικαίων βρίσκονται σε ορισμένους τόπους, και οι ψυχές των αμαρτωλών σε άλλο μέρος, και οι πρώτοι χαίρονται γιατί ελπίζουν, ενώ οι άλλοι λυπούνται γιατί περιμένουν τα δεινά. Διότι οι άγιοι δεν πήραν ακόμη την επαγγελία των αγαθών, όπως λέει ο θείος απόστολος, επειδή ο Θεός πρόβλεψε κάτι καλύτερο για μας, για να μην τελειωθούν εκείνοι χωρίς εμάς (Εβρ. 11:40).


Κάτι άλλο που πρέπει να ξέρουμε είναι ότι όλοι αυτοί που πέφτουν σε γκρεμό ή στη θάλασσα ή στη φωτιά ή χάνονται από τα λεγόμενα θανατικά ή από κρύο ή από πείνα, δεν το παθαίνουν αυτό από προσταγή του Θεού. Διότι αυτά είναι κρίσεις του Θεού που άλλες γίνονται με την ευδοκία του Θεού και άλλες κατά παραχώρηση· άλλα πάλι γίνονται για να τα μάθουν και να σωφρονιστούν άλλοι.


Και ο Θεός ως προγνώστης όλα αυτά τα γνωρίζει και με το θέλημά Του γίνονται, όπως λέει και το ιερό Ευαγγέλιο για τα στρουθία (Ματθ. 10:29), ωστόσο δεν προορίζει ότι τα πράγματα θα γίνουν έτσι, αυτός να πνιγεί, ο άλλος να πεθάνει με φυσικό θάνατο, αυτός να πεθάνει γέρος και ο άλλος νήπιο. Αλλά μια φορά όρισε τον συνολικό ανθρώπινο χρόνο και τους διάφορους τρόπους των θανάτων, και μέσα σε αυτούς τους χρόνους επέρχονται οι διάφοροι τρόποι των θανάτων. Ο Θεός δεν προορίζει από την αρχή, αλλά προγνωρίζει, και ανάλογα με τη ζωή καθενός κανονίζει και τον τρόπο του θανάτου του.


Ο Μέγας Βασίλειος αναφέρει βέβαια προορισμό ζωής, αλλά υπαινίσσεται το ρητό «χώμα είσαι και στο χώμα θα πας». Αν η ζωή του καθενός ήταν ορισμένη εκ των προτέρων, τότε γιατί ο Απόστολος γράφει στους Κορινθίους: «Επειδή μεταλαμβάνετε ανάξια, γι’ αυτό υπάρχουν ανάμεσά σας πολλοί ασθενείς και αρκετοί πεθαίνουν» (Α’ Κορ. 11:30); Και ο Δαβίδ λέει: «Μη με πάρεις στις μισές από τις ημέρες μου» και «μετρημένες έκανες τις μέρες μου» (Ψαλμ. 101:25 και 38:6). Ο Σολομών λέει: «Γιέ, να τιμάς τον πατέρα σου, για να γίνεις πολύχρονος» (βλ. Σειράχ 3:6) και «για να μην πεθάνεις ενώ δεν είναι ακόμη ο καιρός σου» (Εκκλ. 7:17). Και στο βιβλίο του Ιώβ ο Θεός λέει προς τον Ελιφάζ: «Θα σας εξολόθρευα, αν έλειπε ο Ιώβ ο δούλος μου» (Ιώβ 42:8).


Από αυτά είναι φανερό ότι δεν είναι η ζωή μας ορισμένη εκ των προτέρων. Γιατί αν ήταν, για ποιο λόγο παρακαλούμε τον Θεό και καλούμε γιατρούς και προσευχόμαστε για τα παιδιά να ζήσουν; Και τούτο πρέπει να ξέρουμε, ότι τα βαπτισμένα νήπια που πεθαίνουν, απολαμβάνουν την τρυφή του παραδείσου, τα αβάπτιστα όμως και τα παιδιά των ειδωλολατρών δεν πηγαίνουν ούτε στην τρυφή ούτε στη γέεννα. Αφού, λοιπόν, η ψυχή βγει από το σώμα, δεν έχει καμία φροντίδα για όσα έχουν σχέση με τον κόσμο, αλλά φροντίζει μόνο για τα εκεί.


Τα τριήμερα τα κάνουμε γιατί την τρίτη μέρα μετά τον θάνατο ο άνθρωπος αλλοιώνεται κατά την όψη. Τα εννιάμερα γιατί τότε όλο το σώμα χάνει τη συνοχή του και διατηρείται μόνο η καρδιά. Τα δε σαράντα γιατί τότε και η καρδιά χάνεται. Γι’ αυτούς τους λόγους κάνουμε τα μνημόσυνα των ψυχών, τις οποίες μακάρι ο Δεσπότης Χριστός να τις κατατάξει στις σκηνές των δικαίων και εμάς να μας ελεήσει, ως μόνος αθάνατος. Αμήν.



(Διασκευή για την Κ.Ο. του κειμένου του Τριωδίου με τη βοήθεια και της μετάφρασης του αγίου Αθανασίου του Παρίου που περιέχεται στο βιβλίο Νέον Λειμωνάριον, Βενετία 1819, σελ. 272) *Εκ του ιστολογίου  «koinoniaorthodoxias.org» της 10.2.2018. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


ΣΤΕΡΓΙΟΥ ΣΑΚΚΟΥ: ΤΑ ΨΥΧΟΣΑΒΒΑΤΑ

 



Μέσα στην ιδιαίτερη μέριμνά της για τούς κεκοιμημένους η αγία Ορθόδοξη Εκκλησία μας έχει καθορίσει ξεχωριστή ημέρα της εβδομάδος γι’ αυτούς. Όπως η Κυριακή είναι η ημέρα της αναστάσεως του Κυρίου, ένα εβδομαδιαίο Πάσχα, έτσι το Σάββατο είναι η ημέρα των κεκοιμημένων, για να τους μνημονεύουμε και να έχουμε κοινωνία μαζί τους. Σε κάθε προσευχή και ιδιαίτερα στις προσευχές του Σαββάτου ο πιστός μνημονεύει τούς οικείους, συγγενείς και προσφιλείς, ακόμη και τούς εχθρούς του που έφυγαν από τον κόσμο αυτό, αλλά ζητά και τις προσευχές της Εκκλησίας γι’ αυτούς.


Στο δίπτυχο, που φέρνουμε μαζί με το πρόσφορο για τη θεία Λειτουργία, αναγράφονται τα ονόματα των ζώντων και των κεκοιμημένων, τα οποία μνημονεύονται. Σε ετήσια βάση η Εκκλησία έχει καθορίσει δύο Σάββατα, τα οποία αφιερώνει στους κεκοιμημένους της. Είναι τα μεγάλα Ψυχοσάββατα• το ένα πριν από την Κυριακή της Απόκρεω και το άλλο πριν από την Κυριακή της Πεντηκοστής.


Με το δεύτερο Ψυχοσάββατο διατρανώνεται η πίστη μας για την καθολικότητα της Εκκλησίας, της οποίας την ίδρυση και τα γενέθλια ( επί γης ) γιορτάζουμε κατά την Πεντηκοστή. Μέσα στη μία Εκκλησία περιλαμβάνεται η στρατευομένη εδώ στη γη και η θριαμβεύουσα στους ουρανούς.


Το Ψυχοσάββατο πριν από την Κυριακή της Απόκρεω έχει το εξής νόημα: Η επόμενη ημέρα είναι αφιερωμένη στη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου, εκείνη τη φοβερή ημέρα κατά την οποία όλοι θα σταθούμε μπροστά στο θρόνο του μεγάλου Κριτή. Για το λόγο αυτό με το Μνημόσυνο των κεκοιμημένων ζητούμε από τον Κύριο να γίνει ίλεως και να δείξει τη συμπάθεια και τη μακροθυμία του, όχι μόνο σε μας αλλά και στους προαπελθόντας αδελφούς, και όλους μαζί να μας κατατάξει μεταξύ των υιών της Επουράνιας Βασιλείας Του.


Κατά τα δύο μεγάλα Ψυχοσάββατα η Εκκλησία μας καλεί σε μία παγκόσμια ανάμνηση «πάντων των απ’ αιώνος κοιμηθέντων ευσεβώς επ’ ελπίδι αναστάσεως ζωής αιωνίου». Μνημονεύει: * Όλους εκείνους που υπέστησαν «άωρον θάνατον», σε ξένη γη και χώρα, σε στεριά και σε θάλασσα. * Εκείνους που πέθαναν από λοιμική ασθένεια, σε πολέμους, σε παγετούς, σε σεισμούς και θεομηνίες. * Όσους κάηκαν ή χάθηκαν. * Εκείνους που ήταν φτωχοί και άποροι και δεν φρόντισε κανείς να τούς τιμήσει με τις ανάλογες Ακολουθίες και τα Μνημόσυνα.


Ο Θεός δεν περιορίζεται από τόπο και χρόνο. Γι’ Αυτόν είναι γνωστά και συνεχώς παρόντα όχι μόνο όσα εμείς αντιλαμβανόμαστε στο παρόν, αλλά και τα παρελθόντα και τα μέλλοντα. Το διατυπώνει λυρικότατα μία προσευχή της Ακολουθίας της θείας Μεταλήψεως, που αποδίδεται στον άγιο Ιωάννη Δαμασκηνό ή στον άγιο Συμεών τον νέο θεολόγο: «Επί το βιβλίον δε σου και τα μήπω πεπραγμένα γεγραμμένα σοι τυγχάνει».


Ο Θεός έχει γραμμένες στο βιβλίο της αγάπης του και τις πράξεις που θα γίνουν στο μέλλον, άρα και τις προσευχές που αναπέμπουμε τώρα για πρόσωπα που έζησαν στο παρελθόν. Ως αιώνιος και πανταχού παρών ο πανάγαθος Κύριος μας Ιησούς Χριστός αγκαλιάζει με τη θεία του πρόνοια το άπειρο σύμπαν και τούς ατέρμονες αιώνες. Όλους τους ανθρώπους που έζησαν, ζουν και θα ζήσουν τούς νοιάζεται η αγάπη του• «η γαρ αγάπη του Χριστού συνέχει ημάς» (Β´ Κορ 5, 14).


Με αυτήν την πίστη αναθέτουμε στην αγάπη και στην αγαθότητα του Θεού «εαυτούς και αλλήλους», τους ζωντανούς αλλά και τους κεκοιμημένους μας. *Από το βιβλίο «Οι νεκροί μας δεν χάθηκαν», σελ. 149-152, Θεσσαλονίκη 2005. *Αναδημοσίευση εκ του ιστολογίου «aktines.blogspot.com» της 2.3.2019. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


ΨΥΧΟΣΑΒΒΑΤΟ: Η ΑΛΛΗ ΑΝΑΜΟΝΗ




Άλλη μια κορυφαία ημέρα ξεπροβάλλει σιωπηλά, ταπεινά και με γνήσια βεβαιότητα τη χαρμολύπη της, για ν᾽ανταμώσει με τη δικιά μας τη συγκίνηση. Γιατί η σημερινή η μέρα, η μέρα του Ψυχοσάββατου, έχει, για όσους συνειδητά προσέχουν τα όσα ξετυλίγονται από το κουβάρι του πανίερου Τριωδίου, όλη εκείνη τη δυνατότητα, ώστε να μπορέσει ο κάθε πιστός να υπερβεί το Μυστήριο του θανάτου, καθώς γεύεται, πιστοποιεί και κατανοεί το άλλο Μυστήριο:


της Εκκλησίας, που ως άλλη, μεγάλη συντροφιά και κοινωνία επειχειρεί ν᾽αναστρέψει τα πράγματα και να δώσει στη σημερινή ημέρα χαρακτήρα χαρμολύπης, παραμυθίας και αναμονής. Γιατί τι άλλο περιμένει ο πιστός να γευτεί την ώρα εκείνη της προσευχής, που αποκαλείται Τρισάγιο ή Μνημόσυνο για τους Κεκοιμημένους, παρά μονάχα την παρουσία των πρόσωπων, ως ικανή, ζωντανή παρουσία μεταξύ μας, όλων εκείνων που πέρασαν το μεγάλο το χαντάκι που μας χωρίζει με την αιωνιότητα. Γιατί τι άλλο σημαίνει το κάθε όνομα που διαβάζεται, που μνημονεύεται, που δέχεται τη μερίδα του στο Άγιο Δισκάριο την ώρα της Προσκομιδής/Ευχαριστίας, παρά μονάχα την σιωπηλή, ανομολόγητη, ωστόσο διαβεβαιωμένη μαρτυρία της θείας παρουσίας;


Σιωπηλοί, συγκινημένοι, ενεοί και πάντα προσεκτικοί αναμένουν οι πιστοί στο ν᾽αφουγκραστούν τα ονόματα των γονιών, των αδελφών, των συγγενών, των φίλων, των γειτόνων – ίσως κάποιοι και τα ονόματα εκείνων που τους πίκραναν η πικράθηκαν από εκείνους, όσο ζούσαν… Γιά να γίνει αυτή η αναμονή το εφαλτήριο με το οποίο η ψυχή, ο νούς, το είναι ολάκερο να μεταφερθεί σε άλλες ώρες βίου, σε στιγμές όπου εκείνοι, οι κεκοιμημένοι δηλαδή, πύκνωναν τις μέρες και φυσικά το χρόνο μας.


Γιατί, καθώς μνημονεύονται τα ονόματα, κι ακούγεται αυτό το ιερό και φωτεινό, μέσα στην πλημμύρα της κεροδοσιάς, προσκλητήριο, αυτόματα στο νού εικονίζονται σκηνές με Μορφές Κεκοιμημένων που στέκουν απέναντί σου και κοιτούν κι οι ίδιοι, με μια αναμονή περίεργη, ωστόσο οικεία και κατανυκτική, ν᾽αφουγκραστούν το όνομά τους, να δηλώσουν την παρουσία τους: έστω κι αν αυτή είναι ανάμεσα στους ίσκιους του γκρίζου πρωινού που σαλεύουν σε γωνιές μισοσκότεινες. Κι αυτή τους η αναμονή τίποτε άλλο δε δείχνει, παρά μονάχα πως περιμένουν κι εκείνοι την τιμή και το χρέος που έχουμε απέναντί τους, γιατί με αυτό το μνημόσυνο αναπαύονται.


Επειδή ξέρουν πως δεν τους λησμονούμε. Ακόμα κι αν έχουν περάσει χρόνια πολλά ή και αιώνες… Πάντα θυμόμαστε: τους από αρχής μέχρι σήμερον «πατέρας και αδελφούς, συγγενείς και φίλους, πάντας τους τα του βίου λειτουργήσαντας πιστώς», έστω κι αν τα ονόματά τους δεν πρόφτασαν να φτάσουν ίσαμε τις μέρες μας. Αρκεί που τα θυμάται, και μάλιστα δίχως λάθη, ο Θεός.  π. Κωνσταντίνου Καλλιανού. *Εκ του ιστολογίου  «Βήμα Ορθοδοξίας»  της 26.5.2018. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΗ: ΨΥΧΟΣΑΒΒΑΤΟ




Ἐκκλησία μας, ἀγαπητοί μου, προσεύχεται πάντοτε, προσεύχεται κι αὐτὴ τὴν ὥρα. Προσεύχεται ἔντονα. Στὴν ἁγία Γραφὴ ὑπάρχει προτροπὴ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ μᾶς συνιστᾷ τὴν ἔντονη προσευχή· «Ἀγρυπνεῖτε», λέει, «ἐν παντὶ καιρῷ δεόμενοι ἵνα καταξιωθῆτε ἐκφυγεῖν πάντα τὰ μέλλοντα γίνεσθαι καὶ σταθῆναι ἔμπροσθεν τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου» (Λουκ. 21,36). «Γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε», λέει ἐπίσης ὁ Κύριος (Ματθ. 26,41). Καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος συμβουλεύει· «Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α΄ Θεσ. 5,17).


Προσεύχεται ἡ Ἐκκλησία μας διαρκῶς, ἀνὰ πᾶσαν ὥρα. Δὲν ὑπάρχει μόνο τὸ κοσμικὸ ὡρολόγιο, δὲν ὑπάρχει μόνο τὸ ὡράριο ἐργασίας τοῦ κόσμου· ὑπάρχει καὶ τὸ ὡράριο προσευχῆς στὸ Θεό, ἡ ὥρα τοῦ Θεοῦ. Προσεύχεται ἡ Ἐκκλησία τὸ πρωὶ στὸν ὄρθρο, προσεύχεται τὸ μεσημέρι στὶς ὧρες, προσεύχεται τὸ ἀπόγευμα στὸν ἑσπερινό, προσεύχεται τὸ βράδι στὸ ἀπόδειπνο, προσεύχεται τὰ μεσάνυχτα στὸ μεσονυκτικό.


Προσεύχεται ὅλες τὶς ἡμέρες. Κάθε ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος εἶνε ἀφιερωμένη σὲ κάποια μνήμη. Ἡ Δευτέρα λόγου χάριν εἶνε ἀφιερωμένη στὴ μνήμη τῶν ἁγίων ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων. Ἡ Τρίτη στὴ μνήμη τοῦ τιμίου Προδρόμου. Ἡ Τετάρτη στὴν ἀνάμνησι τῆς προδοσίας. Ἡ Πέμπτη στὴ μνήμη τῶν ἁγίων ἀποστόλων. Ἡ Παρασκευὴ στὴν ἀνάμνησι τῆς σταυρώσεως τοῦ Χριστοῦ μας. Τὸ Σάββατο; Κάθε Σάββατο, ποὺ χτυπάει ἡ καμπάνα, ὁ ἱερεὺς προσεύχεται ὑπὲρ τῶν νεκρῶν· τὸ Σάββατο εἶνε ἡμέρα τῶν νεκρῶν. Καὶ τέλος ἡ Κυριακή, ἡ ἐπίσημος καὶ μεγαλοπρεπὴς ἡμέρα, εἶνε ἀφιερωμένη στὴν ἀνάστασι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἀνέστη ἐκ νεκρῶν καὶ ζῇ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.


Τὴν Κυριακὴ πρέπει νὰ τὴν τιμοῦμε ὅλοι. Καὶ ὅμως δὲν τὴν τιμοῦμε. Ἐὰν κρίνουμε ἀπὸ τὰ ἔργα μας, ἀπὸ τὴν αἰσχρὴ συμπεριφορὰ ποὺ δείχνουμε τὴν ἡμέρα αὐτή, δὲν ὑπάρχει Κυριακή. Ἦταν κάποτε ἡ Κυριακή. Τώρα θὰ ἔπρεπε νὰ μὴν τὴν ὀνομάζουμε Κυριακή, ἀλλὰ… διαβολική! Γιατὶ στὸν διάβολο τὴν ἀφιερώνουν οἱ ἄνθρωποι. Τὰ μεγαλύτερα ἐγκλήματα, ὅπως βεβαιώνουν στατιστικὲς τῆς ἀστυνομίας καὶ τῶν δικαστηρίων, γίνονται τὴν ἡμέρα αὐτή. Ἔπαυσε στὸν αἰῶνα αὐτὸν νὰ τιμᾶται ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρίου.


Σήμερα ὅμως εἶνε Σάββατο, ἡμέρα τῶν νεκρῶν. Ἀλλὰ τὸ σημερινὸ Σάββατο διαφέρει ἀπὸ ὅλα τὰ Σάββατα τοῦ ἔτους. Γι᾿ αὐτὸ ὀνομάζεται Ψυχοσάββατο. Τί σημαίνει ψυχοσάββατο; Ἡ Ἐκκλησία μας στρέφεται μὲ ἱερὴ συγκίνησι στοὺς τάφους καὶ θυμᾶται τοὺς νεκρούς. Ποιούς νεκρούς; Οἱ νεκροὶ εἶνε πολλοί. Οἱ νεκροί, ποὺ εἶνε θαμμένοι ἐδῶ στὰ κοιμητήρια εἶνε πιὸ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ζωντανοὺς ποὺ βρίσκονται στὴν πόλι. Ἔχουμε δύο πόλεις· ἡ μία ἀποτελεῖται ἀπὸ τοὺς ζῶντας, καὶ ἡ ἄλλη ἀπὸ τοὺς κεκοιμημένους. Ἡ μικρὴ πόλις ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ τοὺς ζῶντας πόσοι εἴμαστε; Μερικὲς χιλιάδες; Εἴμαστε μειοψηφία. Ἡ μεγάλη πόλις, ἡ ἀπέραντη πόλις, εἶνε τὸ νεκροταφεῖο. Πάνω ἀπὸ ἕνα ἑκατομμύριο εἶνε θαμμένοι ἐκεῖ μέσα. Ἐμεῖς εἴμαστε ἡ μειοψηφία, αὐτοὶ εἶνε πλειοψηφία.


Αὐτοὺς λοιπὸν τοὺς νεκρούς, ποὺ καθένας κατὰ διαφορετικὸ τρόπο ἀπῆλθαν ἀπὸ τὸν κόσμο τοῦτο, μνημονεύει σήμερα ἡ Ἐκκλησία. Ἄλλοι ἀπὸ αὐτοὺς πέθαναν νήπια –καὶ αὐτὰ εἶνε τὰ μακάρια πνεύματα–, ἄλλοι πέθαναν γέροντες ἀσπρομάλληδες. Ἄλλοι πέθαναν μέσα στὸ σπίτι, καὶ ἄλλοι ἔξω στοὺς δρόμους ἢ στὰ βουνά. Ἄλλοι πέθαναν στὴν ξηρά, ἄλλοι στὴ θάλασσα. Ἄλλοι πέθαναν μὲ φυσικὸ θάνατο, ἄλλοι ἀπὸ διάφορα δυστυχήματα ἢ τοὺς ἔφαγαν τὰ θηρία τῆς ἐρήμου.


λους αὐτοὺς τοὺς θυμᾶται σήμερα ἡ Ἐκκλησία. Θυμᾶται ὅμως καὶ κάποιους ἄλλους. Ποιούς; Σύμφωνα μὲ τὴν παράδοσι, πρέπει ὁ πιστὸς Χριστιανός, ὅταν περάσουν τρεῖς μέρες ἀπὸ τὸ θάνατο, νὰ τελῇ μνημόσυνο, τὰ τριήμερα· ὅταν περάσουν ἐννέα ἡμέρες, τὰ ἐννιάμερα· ὅταν περάσουν σαράντα ἡμέρες, τὰ σαράντα κ.λπ.. Ἔχουν σημασία αὐτά. Δὲν εἶνε τώρα ἡ ὥρα νὰ σᾶς ἐξηγήσω, γιατί κάνουμε τότε μνημόσυνο, ἢ στὸ χρόνο, ἢ στὰ τρία χρόνια κ.λπ.. Τώρα δυστυχῶς πᾶνε κι αὐτά, λησμονήθηκαν. Τώρα λησμονοῦν καὶ τοὺς νεκρούς!


ν πᾶτε στὴν Ἰαπωνία, θὰ δῆτε ὅτι τιμοῦν πολὺ τοὺς νεκρούς. Τὰ νεκροταφεῖα τους εἶνε περιβόλια, ἄλση ὡραιότατα. Καὶ ὅταν βαπτίζωνται ἢ ὅταν στεφανώνωνται, τὶς σπουδαιότερες δηλαδὴ στιγμὲς τῆς ζωῆς τους, οἱ Γιαπωνέζοι πηγαίνουν στὰ νεκροταφεῖα καὶ προσεύχονται στοὺς τάφους τῶν νεκρῶν. Ἐμεῖς…· θὰ ἔλεγα μιὰ σκληρὴ λέξι, ἀλλὰ δὲν τὴν λέω. Κτηνώδης εἶνε ἡ κατάστασις. Γίναμε ἀγριώτεροι ἀπὸ ὅλους. Λησμονήσαμε τοὺς νεκρούς. Χορτάριασαν τὰ μνήματα. Ἀπαίσια εἶνε ἡ ὄψι τῶν νεκροταφείων μας –πλὴν ἐλαχίστων–, οὔτε ἕνα μπουκέτο λουλούδια δὲν τοὺς πᾶμε. Παίρνει τὸ παιδὶ ἢ τὸ ἐγγόνι τὴν περιουσία ἐκείνων, ποὺ κοπίασαν γιὰ νὰ ζῇ αὐτὸς τώρα εὐτυχής, καὶ δὲν τοὺς ἀνάβει ἕνα κερί. Ὑπάρχουν πολλοὶ κεκοιμημένοι ποὺ τοὺς ἔχουν λησμονήσει οἱ πάντες.


λλ᾿ ἐδῶ εἶνε τὸ μεγαλεῖο τῆς Ἐκκλησίας. Ἐὰν ὅλος ὁ κόσμος τοὺς λησμονῇ, δὲν τοὺς λησμονεῖ ὅμως ἡ μάνα· ναί, ἡ μάνα. Ποιά εἶνε ἡ μάνα, εἰδικῶς σ᾿ ἐμᾶς τοὺς Ἕλληνες; Ἐὰν γιὰ ἄλλους λαοὺς τῶν Βαλκανίων, τοὺς Σέρβους καὶ τοὺς Ῥουμάνους καὶ τοὺς Βουλγάρους καὶ τοὺς Ῥώσους ποὺ εἶνε κι αὐτοὶ ὀρθόδοξοι, ἐὰν γι᾿ αὐτοὺς ἡ Ἐκκλησία εἶνε μιὰ φορὰ μάνα, γιὰ ἐμᾶς τοὺς Ἕλληνες εἶνε χίλιες φορὲς μάνα, ἡ «γλυκειὰ μάνα» μας, ὅπως ἔλεγε ὁ Κρυστάλλης.


Αὐτὴ ἡ μάνα λοιπὸν δὲν λησμονεῖ τὰ παιδιά της. Ἂν σὲ λησμονήσῃ ὁ ἄντρας, σὲ λησμονήσῃ ἡ γυναίκα, σὲ λησμονήσῃ τὸ παιδί σου, ἡ Ἐκκλησία δὲν σὲ λησμονεῖ. Τέτοια ἁγία ἡμέρα ἀναπέμπει δέησι ὑπὲρ ὅλων τῶν νεκρῶν, καὶ ἰδίως τῶν νεκρῶν ἐκείνων τοὺς ὁποίους λησμόνησαν οἱ συγγενεῖς τους καὶ δὲν τελοῦν μνημόσυνα γι᾽ αὐτούς. Ὑπὲρ ὅλων αὐτῶν τελεῖ σήμερα τὸ μνημόσυνο.


λλὰ κ᾿ ἐμεῖς οἱ ζῶντες ἂς προετοιμαζώμαστε γιὰ τὴν ἡμέρα ἐκείνη, τὴν ἡμέρα τοῦ θανάτου. Μὴ φανοῦμε ἀμελέστεροι ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες προγόνους μας. Γιατὶ ὑπῆρχαν πρὸ Χριστοῦ Χριστιανοί, ὅπως ὑπάρχουν καὶ μετὰ Χριστὸν εἰδωλολάτρες. Πρὸ Χριστοῦ Χριστιανοί; Περίεργο πρᾶγμα! Μάλιστα. Πρὸ Χριστοῦ Χριστιανὸς ἦταν λ.χ. ὁ Φίλιππος ὁ Μακεδών, ὁ ἔνδοξος βασιλεύς, ὁ πατέρας τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου. Δὲν ἦταν Χριστιανὸς βαπτισμένος, ἀλλ᾿ ὅμως τί ἔκανε; Εἶχε ὁρίσει ἕνα στρατιώτη του πρωὶ πρωὶ νὰ παρουσιάζεται ἐνώπιόν του καὶ νὰ τοῦ δίνῃ ἀναφορά, πρὶν ἀπὸ ὁ,τιδήποτε ἄλλο, καὶ νὰ τοῦ λέῃ· «Φίλιππε, μέμνησο ὅτι θνητὸς εἶ»· Φίλιππε, θυμήσου ὅτι θὰ πεθάνῃς.


Τώρα ἐμεῖς σβήσαμε ἀκόμα καὶ τὶς ταμπέλλες τῶν καταστημάτων ποὺ κατασκευάζουν φέρετρα, γιὰ νὰ μὴ μᾶς ἐνοχλῇ ὁ θάνατος. Καὶ τὶς κηδεῖες τὶς ὠνομάσαμε τελετές· «γραφεῖα τελετῶν» γράφουν, ὄχι «γραφεῖα κηδειῶν». Καὶ ὅμως ὁ θάνατος ἔρχεται. Ἔρχεται ὡς ἀστραπὴ καὶ κεραυνός, ὡς τρομακτικὴ βροντὴ καὶ αἰφνίδιος σεισμός. «Ὅρος φιλοσοφίας», ἔλεγε ὁ Ἀριστοτέλης, ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας, εἶνε ἡ «μνήμη θανάτου»· γιὰ νὰ ἐμβαθύνῃ δηλαδὴ κανεὶς στὴ σοφία, πρέπει νὰ θυμᾶται τὸ θάνατο. Ἡ μνήμη τοῦ θανάτου ἐπαναφέρει σὲ τάξι τὸν ἄνθρωπο καὶ δημιουργεῖ μέσα του κατάνυξι καὶ σωτηρία.


Τὴ μνήμη λοιπὸν τοῦ θανάτου ὑπενθυμίζει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας σ᾿ ἐκείνους ποὺ ἔρχονται γιὰ τὸ Ψυχοσάββατο στὴν ἐκκλησία. Ὦ Ψυχοσάββατο στὴ Ῥούμελη, στὸ Μοριά, στὴ Μακεδονία, στὰ νησιὰ τὰ εὐλογημένα, σὲ κάθε γωνία τῆς Ἑλληνικῆς γῆς! Ὅλοι τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἔτρεχαν μὲ τὰ κόλλυβα ἀπὸ νωρὶς στὴν ἐκκλησία.


Τελειώνοντας εὔχομαι σὲ ὅλους· Ν᾿ ἀναπαύσῃ ὁ Θεὸς «ἐν σκηναῖς δικαίων» ὅλους τοὺς νεκρούς, κ᾿ ἐμᾶς νὰ μᾶς ἀξιώσῃ νὰ ἔχουμε τέλος χριστιανικό, σύμφωνα μὲ τὴν ὡραία αἴτησι τῆς Ἐκκλησίας μας «Χριστιανὰ τὰ τέλη τῆς ζωῆς ἡμῶν, ἀνώδυνα, ἀνεπαίσχυντα, εἰρηνικὰ καὶ καλὴν ἀπολογίαν τὴν ἐπὶ τοῦ φοβεροῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ»· ἀμήν.



(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος,  Ορθόδοξη Πίστη και Ζωή,  Κείμενα Ορθόδοξης Πνευματικότητας. *Εκ του ιστολογίου «augoustinos-kantiotis. gr». Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.

ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΗ: ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ ΑΥΤΟ;



Σήμερα, ἀγαπητοί μου, εἶνε Ψυχοσάββατο. Τί θὰ πῇ Ψυχοσάββατο; Σάββατο τῶν ψυ­χῶν. Ἐπ᾽ αὐτοῦ ἂς ποῦμε λίγες λέξεις. Κατ᾽ ἀρχὴν ἡ λέξι Σάββατον δὲν εἶνε ἑλληνι­κή, εἶνε ἑ­βρα­ϊκή· Σάββατον στὰ ἑλληνικὰ σημαίνει ἀ­νάπαυσις ἢ «κατάπαυσις» (βλ. Ἑβρ. 4,4 κ.ἀ.). Ὅσοι διαβάζετε τὴν ἁγία Γραφή, θὰ γνωρί­ζετε ὅτι ὁ Θεὸς δημιούργησε τὸ ὑλικὸ σύμ­παν σὲ ἕξι ἡμέρες (βλ. Γέν. κεφ. 1). Ὅταν λέει ἡ ἁγία Γραφὴ ἕξι ἡμέρες, ἐννοεῖ μακρὲς χρονικὲς περι­όδους, στὶς ὁποῖες συνέβησαν γεγονότα κοσμογονικά. Ἡ γῆ, ὁ ἥλιος, τὰ ἀ­­στέρια, ὅλο τὸ σύμπαν ἀπὸ τὶς παμμέγιστες σφαῖρες μέχρι τὸ μικρὸ ἄτομο, ποὺ κι αὐτὸ εἶνε μιὰ μικρογραφία τοῦ σύμ­παν­­­τος, δημιουγήθηκαν σὲ ἕξι ἡμέρες.


Μετά, λέει ἡ ἁγία Γραφή, τὴν ἑβδόμη ἡμέ­ρα ὁ Θεὸς ἀναπαύθηκε, «κατέπαυσε ἀ­πὸ πάν­­των τῶν ἔργων» τῆς δημιουργίας (βλ. Γέν. 2,2). Δὲν λέει ὅ­τι σταμάτησε νὰ ἐπιβλέπῃ τὸ σύμπαν, ἀλλ᾽ ὅ­τι σταμά­τησε νὰ δημιουργῇ· στὸ ἑξῆς δὲν πρόκειται πλέον νὰ προσ­τεθοῦν νέα εἴδη σ᾽ αὐτὰ ποὺ ὑπάρχουν­. «Κατέ­παυ­σε» μὲν ἡ δημιουργία, ἀλ­λ᾽ ὄχι ἡ μέριμνα, ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ὑπ᾽ αὐτὴ τὴν ἔννοια, τῆς θεί­ας προνοίας, νοεῖται τὸ σπουδαῖο ἐκεῖνο θεολογικὸ ῥητὸ ποὺ εἶπε ὁ Χριστός· «Ὁ πατήρ μου ἕως ἄρ­τι ἐργάζεται, κἀγὼ ἐργάζομαι» (Ἰω. 5,17). Δὲν παύει ἡ φρον­τίδα, ἡ μέριμνα τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν συντήρησι καὶ τὴν διακυβέρνησι τοῦ κόσμου.


πειδὴ λοιπὸν ὁ Θεὸς «κατέπαυσε» τὴν ἑ­βδόμη ἡμέρα, γι᾽ αὐτὸ ὥρισε καὶ γιὰ τὸν ἄνθρω­πο ὡς ἡ­μέρα ἀναπαύσεως τὴν ἑβδόμη ἡμέρα. Ἡ τετάρτη ἐντολὴ λέει· «Ἓξ ἡμέρας ἐργᾷ καὶ ποι­ήσεις πάντα τὰ ἔργα σου· τῇ δὲ ἡμέρᾳ τῇ ἑ­­βδόμῃ σάββατα Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου» (Ἔξ. 20,9-10. Δευτ. 5,13-14).


Καὶ πράγματι τὸ Σάββατο τηρεῖται μέχρι σή­μερα μὲ θρησκευτικὴ εὐλάβεια ἀπὸ τοὺς Ἑ­βραί­ους. Ἂν πᾶτε στὸ Ἰσραήλ, θὰ δῆτε ὅτι Σάββα­το στὶς ὁδικὲς ἀρτη­ρίες δὲν κινεῖται τίποτε, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ αὐτοκίνητα τῆς ἀστυνομίας καὶ τῶν πρώτων βοηθειῶν γιὰ τοὺς ἀσθενεῖς. Αὐτὸ εἶνε ἔλεγχος γιὰ μᾶς τοὺς Χριστιανούς. Ἐμεῖς ἀντὶ τοῦ Σαββάτου ἔχουμε τὴν Κυριακή, πρῶτον εἰς ἀνάμνησιν τῆς καταπαύσεως τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴ δημιουργία τοῦ κόσμου, δεύτερον γιὰ ν᾽ ἀναπαυώμεθα ἀπὸ τὴν ἐργασία, καὶ τρίτον γιὰ νὰ τιμοῦμε τὸ τρισμέγιστο γεγο­νὸς τῆς ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.


Τὸ σημερινὸ ὅμως Σάββατο εἶνε ἐξαιρετικό· ὀνομάζεται Ψυχοσάββατον. Γιατί ὀνομάζεται ἔτσι; Διότι σήμερα ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ὥρισε νὰ τελοῦμε γενικὸ μνημόσυνο τῶν νεκρῶν. Καὶ τοῦτο γιὰ τοὺς ἑξῆς τρεῖς λόγους.


Πρῶτος λόγος. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι δὲν πεθαί­­νουν ὑπὸ ὁμαλὲς συνθῆκες· δὲν ἐκπνέουν στὸ σπίτι, ἔχοντας δίπλα τους τὰ προσ­φιλῆ πρόσω­πα· δὲν συνοδεύονται ὅλοι στὴν τε­λευταία κα­τοικία ἀπὸ συγγενεῖς καὶ φίλους· δὲν ψάλλεται σὲ ὅλους ἡ νεκρώσιμος ἀκολουθία· δὲν γεμίζει τὸ φτυάρι ὁ ἱερεὺς μὲ χῶμα καὶ νὰ πῇ «Γῆ εἶ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσῃ» (Γέν. 3,19 καὶ Ἐξόδ. ἀκολ.).


Πολλοὶ ἄνθρωποι «ἐξεμέτρησαν τὸ ζῆν» ὑπὸ συνθῆκες δραματικές. Ἄλλοι ταξίδευαν στοὺς ὠκεανούς, ναυάγησαν τὰ πλοῖα καὶ ἡ θάλασσα ἔγινε τάφος μυριάδων νεκρῶν. Ἄλλοι διέσχιζαν μεγάλες ἐρήμους, χάθηκαν μέσα σὲ δά­ση καὶ τοὺς κατέφαγαν θηρία. Ἄλλοι κατα­πλακώθηκαν ἀπὸ σεισμούς, ἄλλοι ἔγιναν κάρ­βουνο ἀπὸ κεραυνούς, ἄλλοι ἐγκλωβίσθηκαν στὰ βάθη μεταλλείων, ἄλλοι κάηκαν σὲ πυρκα­ϊὲς ἐργοστασίων, καὶ ἄλλοι ἀπὸ διάφορες ἄλλες αἰτίες τελείωσαν τὴ ζωή τους· χθὲς π.χ. ἐ­γράφη στὸν τύπο, ὅτι μία χιονοθύελλα στὴν Περσία σάρωσε κυριολεκτικῶς χιλιάδες ἀνθρώ­πους καὶ ἔγιναν ἄφαντοι. Τί εἶνε ὁ ἄνθρωπος! ἕνα ἄχυρο εἶνε, τίποτα δὲν εἶνε. Ὅλους λοι­πὸν αὐτοὺς μνημονεύει σήμερα ἡ Ἐκκλησία.


πάρχουν ἀκόμη καὶ τὰ λεγόμενα φτωχαδάκια· ἄνθρωποι ποὺ κηδεύονται χωρὶς νὰ τοὺς συνοδεύῃ καν­είς, ἢ ποὺ οἱ συγγενεῖς τους δὲν εἶνε εἰς θέσιν νὰ τοὺς κάνουν μνημόσυνα. Ὑπάρχουν ὅμως καὶ κάτι πλούσιοι –πῶς νὰ τοὺς περιγράψω;–, πού, ἐνῷ ἄ­φησαν τεράστι­ες περιουσίες (σπίτια, πολυκατοικίες, πλούτη), ἐν τούτοις τὰ παιδιά τους δὲν τοὺς θυμοῦν­ται, δὲν φέρνουν στὸν τάφο τους ἕνα λου­λούδι, ἕνα πιάτο κόλλυβα. Ἂν μπορούσαμε νὰ τοὺς ἀ­κούσουμε θὰ μᾶς ἔλεγαν·


Τί κάναμε οἱ ἀνό­ητοι! ἀντὶ νὰ μοιράσουμε τὰ ὑ­πάρχοντά μας σὲ φιλανθρωπικὰ ἱδρύματα καὶ ναούς, τ᾽ ἀφήσαμε σὲ ἄσπλαχνα τέρατα… Δι­ότι τέρας εἶνε πράγματι ὅποιος δὲν θυμᾶται τοὺς προγό­νους του. Λαὸς ποὺ δὲν θυμᾶται τοὺς νεκρούς του εἶνε ἀνάξιος νὰ ζῇ πάνω στὴ γῆ. Στὴν Ἰαπωνία τιμοῦν τοὺς νεκρούς· τοὺς τάφους ἐκεῖ τοὺς ἔχουν περιβόλια, κι ὅταν πρόκειται κάποιος νὰ στεφανωθῇ καὶ νὰ δημιουργήσῃ οἰ­κογένεια, θὰ πάῃ στοὺς τάφους τῶν παππούδων. Ἀντιθέτως ἐδῶ πολλὰ νεκροταφεῖα εἶνε ἐγκαταλελειμμένα. Δείκτης πολιτισμοῦ ἑνὸς ἔθνους εἶνε καὶ τὰ νεκροταφεῖα. Δεῖξτε μου τὸ νεκροταφεῖο σας καὶ θὰ καταλάβω.


Γι᾽ αὐτὸ λοιπὸν ὥρισε ἡ Ἐκκλησία νὰ τελοῦ­­με σήμερα γενικὸ μνημόσυνο, γιὰ νὰ περιλαμ­βάνῃ καὶ ὅλους αὐτοὺς ποὺ ὁ κόσμος λησμο­νεῖ. Ἂν ὁ κόσμος καὶ οἱ δικοί τους τοὺς λησμο­νοῦν, ἡ Ἐκκλησία, ἡ «γλυκειὰ μάνα» ὅπως εἶ­πε ὁ ποιητὴς Κρυστάλλης, δὲν τοὺς λησμονεῖ. Κάθε φορὰ ποὺ τελεῖ τὴ θεία λειτουργία θυ­μᾶται τοὺς νεκρούς, κατ᾽ ἐξοχὴν δὲ σήμερα. Αὐτὸς εἶνε ὁ πρῶτος λόγος.


Ο δεύτερος λόγος ποὺ τελοῦμε γενικὸ μνη­μόσυ­νο εἶνε, ὅτι αὔριο ξημερώνει Κυριακὴ τῆς Ἀπόκρεω, μιὰ ἡμέρα ποὺ ἀστράφτει καὶ βρον­τᾷ. Διαβάζεται τὸ φοβερώτερο εὐαγγέλιο, τὸ εὐ­αγγέλιο τῆς Κρίσεως· ἀ­νατριχιάζει ὁ ἄν­θρω­­πος ὅταν τ᾽ ἀκούει. Κατ᾽ ἐμὲ ἡ Κυριακὴ αὐτὴ ἀπὸ γαστρονομικῆς ἀπόψεως λέγεται «τῆς Ἀ­­πόκρεω», ἀπὸ πνευματικῆς ὅμως ἀπόψεως πρέπει νὰ λέγεται Κυριακὴ «τῆς Κρίσεως».


Τί λέει τὸ εὐαγγέλιο; Ἔτυχε κανεὶς ἀπὸ σᾶς νὰ εἶνε κατηγορούμενος, καὶ μάλιστα σὲ ἡμέρες δύσκολες, νὰ ὁδηγῆται στὸ δικαστήριο, ἡ καταδίκη νά ᾽νε σίγουρη, καὶ νὰ σκέπτεται πῶς θ᾽ ἀπολογηθῇ; Ὅπως λοιπὸν ὁ ὑπό­δικος περιμένει τὴν ἡμέρα τῆς δίκης, ἔτσι κ᾽ ἐ­μεῖς –νὰ εἶστε ἑκατὸ τοῖς ἑκατὸ βέβαιοι–, κ᾽ ἐγὼ ποὺ σᾶς μιλῶ κ᾽ ἐσεῖς ποὺ μ᾽ ἀκοῦτε καὶ ὅ­λα τὰ δισεκατομμύρια τῶν ζώντων καὶ τῶν νε­κρῶν, θὰ παρουσιαστοῦμε ὑπόδικοι ἐνώπι­ον τοῦ Κυρίου. Κριτής μας θὰ εἶνε ὁ ἐσταυρω­μένος Λυτρωτής. Θὰ μᾶς κρίνῃ μὲ νόμο ὄχι ἀν­θρώπινο ἀλλὰ μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, ποὺ εἶ­νε ζυ­γαριὰ φαρμακείου, ζυγίζει καὶ τὸ τελευταῖο γραμ­μάριο, καὶ τὸν τελευταῖο δηλαδὴ λο­γισμό· οἱ σκέ­ψεις, τὰ λόγια, τὰ ἔργα μας θὰ παρελάσουν ἐνώπιον τοῦ Κυρίου σὰν κινηματογραφι­κὴ ταινία. Θὰ δικαστοῦμε. Καὶ πρέπει ν᾽ ἀνησυ­χοῦμε γιὰ τὸν ἑαυτό μας, τί ἀπολογία θὰ δώσουμε.


Ν᾽ ἀνησυχοῦμε καὶ γιὰ τοὺς νεκρούς μας· ποῦ θὰ πᾶνε, στὴν κόλασι ἢ στὸν πα­ράδεισο; Ποῦ βρίσκονται ὁ πατέρας, ἡ μητέρα, οἱ συγ­γενεῖς; Καὶ στὴ ζυγαριὰ ξέρετε ὅτι, καθὼς ἀμφιταλαν­τεύεται, λίγο βάρος τὴν κάνει νὰ γείρῃ πρὸς τὸ ἕνα μέρος. Λίγα γραμμάρια ἀπαιτοῦνται· μιὰ προσευχὴ δηλαδή, ἕνα μνημόσυνο, λίγες ἐλε­ημοσύνες εἶνε ἱκανὲς κατὰ τὴν ὀρθόδοξο πίστι νὰ κλείνουν τὴ ζυγαριὰ δεξιά – ἀλλοίμονο ἂν κλείνῃ ἀριστερά. Δεξιὰ εἶνε ὁ παράδεισος, ἡ ἀνέκφραστη μακαριότης· ἀριστερὰ κόλασις. Ἐπειδὴ λοιπὸν αὔριο σαλπίζει ἡ σάλπιγξ τοῦ ἀρχαγγέλου, γι᾽ αὐτὸ σήμερα, ἐν ἀναμομονῇ τῆς παγκοσμίου κρίσεως, κάνουμε μνημόσυνα γιὰ ν᾽ ἀνακουφίσουμε τοὺς νεκρούς.


Καὶ τρίτος λόγος εἶνε, ὅτι πρέπει νὰ θυμώμα­στε διαρκῶς τὸ θάνατο, ποὺ εἶνε μία πραγμα­τικότης. Ὅπως ἔλεγαν καὶ οἱ ἀρ­χαῖοι πρόγονοί μας, «ὅρος φιλοσοφίας μνήμη θανάτου»· ἂν θέλῃς νὰ βρῇς τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ ζῇς σὰν ἄγγελος, νὰ θυμᾶσαι τὸ θάνατο· σὲ παίρνει καὶ σὲ ἀνεβάζει σὲ ἄλλη σφαῖρα. Πήγαινε στοὺς τάφους, στάσου ἐκεῖ λίγα λεπτὰ καὶ πές· Ἄχ μάνα, γιατί νὰ σὲ λυπήσω· ἄχ πατέρα, γιατί νὰ σὲ πικράνω· ἄχ ἄντρα, γιατί νὰ σὲ ἀτιμάσω· ἄχ γυναίκα, γιατί νὰ σὲ ἀπατήσω· ἄχ παιδί μου, γιατί νὰ σὲ ἀμελήσω. Ἐάν, ἀντὶ νὰ διανυκτερεύουμε στὰ κέντρα διασκεδάσεως, πηγαίναμε ἐκεῖ, κανένας δὲν θὰ ἁμάρτανε.


Εἴμαστε Χριστιανοί, ἀλλ᾽ ἂς διδαχθοῦμε ἀ­πὸ ἕνα πρόγονό μας πρὸ Χριστοῦ. Εἶνε ὁ Μακεδὼν Φίλιππος, ὁ πατέρας τοῦ Μεγάλου Ἀλε­ξάνδρου. Αὐτὸς εἶχε ὁρίσει, κάθε πρωί, μόλις ἀνατέλλει ὁ ἥλιος, ἕνας στρατιώτης νὰ παρου­σιάζεται ἐνώπιόν του καὶ νὰ τοῦ λέῃ· «Φίλιππε, μέμνησο ὅτι θνητὸς εἶ»· ἂν καὶ εἶσαι βασιλιᾶς κ᾽ ἐξουσιάζεις λαούς, πρόσεξε γιατὶ θὰ πεθά­νῃς. Αὐτὰ ὁ Φίλιππος. Ἐνῷ ἐμεῖς, ἀποφεύγον­τας μὲ κάθε τρόπο τὴ μνήμη τοῦ θανάτου, καὶ τὰ γραφεῖα κηδειῶν τὰ μετωνομάσαμε «γραφεῖα τελε­τῶν», νὰ μὴ μᾶς τὸν θυμίζουν. Μνημονεύ­ετε τοῦ θανάτου! εἶνε ὁ καλύτερος δάσκαλος, χαρίζει τὰ μεγαλύτερα διδάγματα.


δελφοί μου, δὲν εἴμαστε ὑλισταὶ καὶ ἄπιστοι, ὥστε νὰ λέμε «Μετὰ θάνατον μηδέν». Ὄχι μηδέν! Οἱ νεκροὶ ζοῦν καὶ θ᾽ ἀναστηθοῦν. Δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη πραγματικότης ἀπὸ τὴν ἀλήθεια τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν.



(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε πιθανῶς στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Γεωργίου πόλεως Φλωρίνης τὴν 12-2-1972. *Εκ του ιστολογίου «augoustinos-kantiotis.gr». Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


Print Friendly and PDF