ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Σάββατο 9 Νοεμβρίου 2019

ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΕΥΣΤΡΑΤΙΑΔΗ: Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ (ΛΑ' ΜΕΡΟΣ)



Ο Γρηγόριος Ευστρατιάδης (1864-1950) υπήρξε νομικός, εκδότης και βουλευτής. 

Επί σειρά ετών υπήρξε εκδότης και διευθυντής της εφημερίδας ''ΣΚΡΙΠ'' της Αθήνας. 

Το ''ΣΚΡΙΠ'' αμέσως μετά την ημερολογιακή καινοτομία του 1924 τάχθηκε 

κατά του συνόλου των νεωτερισμών, που εισήγαγαν στο σώμα της Εκκλησίας 

ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Παπαδόπουλος και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Μελέτιος Μεταξάκης. 

Φιλοξενούσε 

στις σελίδες του το σύνολο σχεδόν των ανακοινώσεων της ''Ελληνικής Εκκλησιαστικής Κοινότητας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών'', 

δημοσίευε

 -με εμπεριστατωμένα ρεπορτάζ- όλες τις ειδήσεις για τις διώξεις των χιλιάδων αποτειχισμένων ''Παλαιοημερολογιτών'' 

και παρουσίαζε άρθρα αντινεωτεριστικά και κατά της κίνησης για την ''Ένωση των Εκκλησιών'', 

όπως ονομαζόταν τότε η οικουμενική κίνηση. 

Το βιβλίο του ''Η Πραγματική Αλήθεια περί του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου'' δημοσιεύθηκε 

υπό την μορφή 

συνεχιζόμενων άρθρων τον Μάρτιο του 1928 και αποτέλεσε

 μια εμπεριστατωμένη δημοσιογραφική και θεολογική εργασία για το ημερολογιακό σχίσμα. 

Το περισσότερο -ίσως- ενδιαφέρον 

στο βιβλίο αυτό παρουσιάζει το γεγονός, 

ότι επιχειρήθηκε η προσέγγιση των δρώμενων της ημερολογιακής καινοτομίας 

και

μέσα από το πληροφοριακό φάσμα της δημοσιογραφίας και εύλογα η επικαιρότητα ζωντανεύει ιδεατά 

στα ''πέτρινα'' αυτά χρόνια του Μεσοπολέμου, προσφέροντας στον αναγνώστη διαδραστικά τον επίκαιρο και ζωντανό παλμό των γεγονότων!



Γιώργος  Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος




ΛΑ' Μέρος



Είναι γνωστόν, ότι και η Εκκλησία, όπως και η Πολιτεία έχει το πολίτευμά της, τους νόμους της, το δίκαιόν της. Έχουσα ιδρυτήν αυτής αυτόν τον Ιησούν Χριστόν, είναι θείον επί γης καθίδρυμα. Το δε δίκαιον αυτής είναι και έγγραφον και άγραφον. Το έγγραφον δίκαιον αποτελείται από τα διάφορα Δόγματα και Εκκλησιαστικά διατάγματα, άτινα εκδοθέντα υπό των Πατέρων της Εκκλησίας ωνομάσθησαν Κανόνες. Το δε άγραφον δίκαιον αποτελούσιν αι παραδόσεις της Εκκλησίας, ή η συνήθεια της Εκκλησίας. 


Ως επί του πολιτικού νόμου, ούτω και επί του Εκκλησιαστικού, ''το έθος ως άγραφος νόμος ισχύει''. Ως εκ της διαφοράς όμως του χαρακτήρος των πολιτειών, ως γήινων κοινωνιών και του σκοπού και του έργου της Εκκλησίας, διαφέρουσιν οι νόμοι της Εκκλησίας από τους της Πολιτείας. Διότι οι νόμοι της Εκκλησίας, στηριζόμενοι επί του θείου θελήματος και έχοντες πηγήν τον αιώνιον νόμον είναι αμετάβλητοι, ενώ οι της πολιτείας στηριζόμενοι επί ανθρωπίνης θελήσεως είναι μεταβλητοί. 


Οι Κανόνες και η συνήθεια, ήτοι αι παραδόσεις της Εκκλησίας καθιερώθησαν ως κρατούντες νόμοι υπ' αυτών των Πατέρων της Εκκλησίας. Οι εν Καρθαγένη συνελθόντες εις Σύνοδον Πατέρες ρητώς ώρισαν, ότι ''και τα της συνηθείας της τω χρόνω δοκιμασθείσης και βεβαιωθείσης κρατείν οφείλει''. Και εις αυτάς δε τας ετεροδόξους Εκκλησίας, τα διατάγματα των Συνόδων και η συνήθεια αποτελούν θεσμόν διά την Εκκλησίαν. 


Ήδη επί ολοκλήρους αιώνας η Εκκλησία ζη, κινείται, λειτουργεί και δρα υπό το Ιουλιανόν ημερολόγιον, υπό το οποίον έχει από αιώνων τάξει το εορτολόγιον αυτής. Το αμετάβλητον δε και αναλλοίωτον του ημερολογίου του Εκκλησιαστικού είναι διατεταγμένον, όχι μόνον υπό των παραδόσεων της Εκκλησίας, αλλά και υπό ρητών διατάξεων Οικουμενικών Συνόδων αυτής, τας οποίας διατάξεις δεν δύναται να μεταβάλη οικιοθελώς και μονομερώς μία Εκκλησία. 


Δύναται τις να αρνηθή, ότι η αλλαγή του Εκκλησιαστικού ημερολογίου δεν ανατρέπει την υπό της Εκκλησίας ανέκαθεν διατεταγμένην τάξιν; Δύναται να αρνηθή, ότι η μεταβολή η μονομερής, η γενομένη υπό μιας Εκκλησίας δεν προσβάλλει ρητάς διατάξεις Οικουμενικών Συνόδων; 


Θα καταστήσωμεν και τούτο αναμφίβολον και αναμφισβήτητον διά ρητών κειμένων ωρισμένων διατάξεων, ως κατεστήσαμεν ανεπίδεκτον πάσης αμφισβητήσεως και αμφιβολίας, ότι διά της μεταβολής του Εκκλησιαστικού ημερολογίου προσβάλλεται αυτή η υπόστασις της Εκκλησίας, η ενότης της όλης Ορθοδοξίας, η διά ρητών κανόνων και άλλων διατάξεων κατωχυρωμένη, ήτις ενόνης αποτελεί το επιτακτικώτερον και αξιωματικώτερον δόγμα της Εκκλησίας. 


Η Εκκλησία της Ελλάδος διά της σοφής επινοίας του Αρχιεπισκόπου Αθηνών, επινοίας στενωτάτης αντιλήψεως και σοφιστικής ουδόλως δε Εκκλησιαστικής, ενόμισε και διεκήρυξεν, ότι μη θίγουσα την εορτήν του Πάσχα και εφαρμόζουσα, ως προς τούτο το παλαιόν Ημερολόγιον, δύναται ευλαβώς και ευχερώς να μεταβάλη όλο το εορτολόγιον των ακινήτων εορτών και συγχρόνως να ευρίσκεται εντός των διατεταγμένων υπό της Εκκλησίας. 


Και φαίνεται απορών ο Αρχιεπίσκοπος, πως οι αρχηγοί τόσων άλλων ορθοδόξων Εκκλησιών υπήρξαν τόσον στενοκέφαλοι και τόσον οπισθοδρομικοί, ώστε να μη δεχθούν και αυτοί ασυζητητεί την μεταβολή του εκκλησιαστικού ημερολογίου, αφού θα διαφυλάττετο το Πασχάλιον! Συγχύζων το Πάσχα με το όλον Πασχάλιον κύκλον ενόμισεν ή μάλλον ηθέλησε να νομίζη, ίνα παραπλανήση τους αφελεστέρους, ότι διατηρών αμετάβλητον την εορτήν του Πάσχα, μεταβάλλων όμως κατά 13 ημέρας τας ακινήτους εορτάς, διεφύλαττε τους όρους και τους Κανόνας των Συνόδων. 


Ανεπτύξαμεν όμως εις προηγούμενα άρθρα, ότι το Πασχάλιον της Εκκλησίας ολόκληρον είναι προσηρμοσμένον αναποσπάστως επί του παλαιού Ημερολογίου, ως είναι προσηρμοσμένον επ' αυτού το εορτολόγιον όλου του έτους, αι νηστείαι, το Κυριακοδρόμιον των Ευαγγελίων, και εν γένει η όλη διάταξις του τυπικού, η ρυθμίζουσα την όλην Ορθόδοξον Εκκλησίαν. Και υπομιμνήσκομεν την αταξίαν της ένεκα της μεταβολής του Ημερολογίου καταργήσεως, σχεδόν απάσης της νηστείας των Αγίων Αποστόλων, της εξοστρακίσεως ολοκλήρων  Κυριακών λειτουργιών κ.λ.π. 


Εν μόνον παράδειγμα εκ των πολλών θα προσθέσωμεν ενταύθα, το οποίον αποδεικνύει, ότι διά της μεταβολής του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου, της μη μεταβολής δε του Πάσχα, η προκύπτουσα αταξία εις την Εκκλησιαστικήν διάταξιν φθάνει πολλάκις εις κωμικοποίησιν ανιεράν της θρησκευτικής πίστεως. Καθ' ο έτος το Πάσχα συμπίπτει την  1 9  Α π ρ ι λ ί ο υ,  ως συνέβη κατά το έτος 1926 και ως θα συμβή κατά το έτος 1937 και 1948, η εορτή του Αγίου Γεωργίου (23 Απριλίου κατά το νέον ημερολόγιον) συμπίπτει την Παρασκευή του Λαζάρου. 


Κατά τα διατεταγμένα υπό της Εκκλησίας, την εορτήν του Αγίου Γεωργίου (ήτις πάντοτε κατά το παλαιόν ημερολόγιον συμπίπτει  μ ε τ ά  τ ο  Π ά σ χ α  σπανιώτατα δε και κατ' αυτήν την ημέρα του Πάσχα) τα ψαλλόμενα τροπάρια συνδέονται  μ ε  τ η ν  π ρ ο η γ η θ ε ί σ α ν  εορτήν του Πάσχα. Ούτω λ.χ. ψάλλεται το εξής τροπάριον: 


''Έαρ ημίν εξέλαμψεν η λαμπρά του Δεσπότου και θεία εξανάστασις... Ταύτη δε συνκλάμπει του Πανενδόξου μάρτυρος Γεωργίου η μνήμη η φωταυγής''. Επίσης την αυτήν ημέρα ψάλλεται το ακόλουθον τροπάριον: ''Δεύτε την πανέορτον φαιδράν ένδοξον ανάστασιν πάντες πανηγυρίσαντες, πάλιν εορτάσωμεν φαιδράν πανήγυριν Γεωργίου του μάρτυρος...'' Επίσης δε ορίζονται εν τη λειτουργία διάφορα άλλα αναστάσιμα τροπάρια. 


Ας φαντασθή τώρα εις το γελοίον του πράγματος να ψάλλωνται τα άνω τροπάρια και πλείστα όμοια πολύ προ της Αναστάσεως, διότι θα ψάλλωνται την Παρασκευήν του Λαζάρου. Διά να μη συμβή τούτο ή θα διαταχθή να απαλειφθώσιν όλα αυτά και να αντικατασταθώσιν, τις οίδε διά ποιων πρόχειρων τροπαρίων ή θα μετατεθή η εορτή εις την άλλην ημέραν μετά το Πάσχα. Και τα δύο όμως αυτά θα είναι αυθαίρετα και αντικανονικά. 


Διότι ουδείς έχει δικαίωμα  ν α  κ α τ α σ κ ε υ ά ζ η  νέαν λειτουργικήν τάξιν, μη διατασσομένην εις το Τυπικόν της Εκκλησίας. Είναι λοιπόν τούτο ή δεν είναι ανατροπή του Εκκλησιαστικού καθεστώτος; Είναι ή δεν είναι ανταρσία και κρήμνισμα του πολιτεύματος της Εκκλησίας; Πώς είναι επομένως δυνατόν να υποστήριζεται, ότι η μεταβολή του Ημερολογίου εν τη εκκλησία διά το ότι δεν μετακινεί την εορτήν του Πάσχα, άρα δεν θίγει τον Πασχάλιον κανόνα και δεν προσκρούει εις καμμίαν παράδοσιν; 


Τούτο είναι ψεύδος. Διότι και εις την παράδοσιν της Εκκλησίας προσκρούει και το όλον καθεστώς αυτής ανατρέπει. Αλλ' αν ίδωμεν αυτό καθ' αυτό το ημερολόγιον της Εκκλησίας επί τη βάσει του οποίου ωρίσθησαν αι εορταί και η κατ' αυτάς τάξις, δεν είναι  π α ρ ά δ ο σ ι ς;  Δεν είναι παράδοσις, το να μη εορτάζωμεν τας εορτάς ομού μετά των ετεροδόξων και σχισματικών; Δεν είναι παράδοσις η νηστεία των αγίων Αποστόλων, η καταργουμένη διά της μεταβολής του Ημερολογίου; Δεν είναι παράδοσις η ανάγνωσις ωρισμένων Ευαγγελίων κατά ωρισμένας Κυριακάς; 


Δεν είναι παράδοσις, κανών και όρος να εορτάζουν ταυτοχρόνως όλαι αι Εκκλησίαι μίαν και την αυτήν εορτήν; Δεν είναι παράδοσις να μη τελείται δις του έτους μια και η αυτή εορτή, ως λ.χ. η γέννησις και η βάπτισις του Χριστού, ως τελείται ήδη δις, μίαν μεν φοράν υπό μίας Εκκλησίας, άλλην δε φοράν κατά το αυτό έτος υπό άλλης Εκκλησίας; 


Το ζήτημα της μεταβολής του ημερολογίου δεν ήλθε πρώτην φοράν σήμερον προς συζήτησιν. Από του έτους 45 π.χ. ότε ετέθη εις εφαρμογήν εν τη πολιτεία το Ιουλιανόν ημερολόγιον, το οφειλόμενον εις τον εξ Αλεξανδρείας Αστρονόμον Σωσιγένην, εις διαφόρους Συνόδους εγένετο λόγος και σκέψις περί της μεταβολής τους, έως ότου ο Πάπας Γρηγόριος ο ΙΓ' την 24 Φεβρουαρίου 1852 κατήργησεν αυτοβούλως το Ιουλιανόν ημερολόγιον και εισήγαγε το Γρηγοριανόν, όπερ βαθμηδόν εφηρμόσθη εις την Δύσιν. 


Η Ορθόδοξος όμως Ανατολική Εκκλησία απέρριψε την μεταρρύθμισιν ταύτην διά δύο λόγους: α). διότι αύτη δεν ήτο τελεία και ακριβής εν πάσι και β). διότι διέβλεπε και κατενόει το ιδιοτελές και οπισθόβουλον των επαλειλημμένων προτάσεων του Πάπα Γρηγορίου προς αποδοχήν και υπό της Ορθοδόξου Εκκλησίας του Γρηγ. ημερολόγίου, διότει εθεώρει ο Πάπας ούτος το ζήτημα του ημερολογίου, ως σπουδαίον μέσον προς παραπλάνησιν και σαγήνευσιν των Ορθοδόξων Χριστιανών της Ανατολής και εις την αποδοχήν του Γρηγ. ημερολογίου υπό των Εκκλησιών της Ανατολής απέδιδε την σημασίαν της αναγνωρίσεως υπ' αυτών του πρωτείου του Πάπα και της υποταγής αυτών εις την Ρωμαικήν Εκκλησίαν.



Συνεχίζεται 



Εκ του βιβλίου του Γρηγορίου Ευστρατιάδη 

''Η Πραγματική Αλήθεια περί του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου'',
που δημοσιεύθηκε σε συνέχειες στην εφημερίδα των Αθηνών ''ΣΚΡΙΠ'', 
την Κυριακή 8 Απριλίου 1928
έτος 32ον, αρ. φύλλου 8.953, σελ. 1η. 
Μεταφορά στο διαδίκτυο στο μονοτονικό σύστημα, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου 
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ
Διατηρήθηκε η Γραμματική τάξη της εποχής με την επέμβαση μόνο σε κάποια αναγκαία σημεία στίξης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF