Προ μηνών,ο γνωστός πνευματικός της Σιναιτικής ερήμου π. Άδριανός
άπεκήρυξε τον οίκουμενισμόν του νέου ήμερολογίου και προσεχώρησε εις την Εκκλησίαν του παλαιού,
αφού διεπίστωσε και εμπράκτως τις κακοδοξίες των σημερινών επισκόπων τής «’Ορθοδοξίας».
Αύτό,
ώς ήτο φυσικόν, δεν άρεσε σε πολλούς του νέου ήμερολογίου,
κληρικούς καί λαϊκούς θεολόγους,
καθότι ελέγχει την πορεία τους και τους αφήνει ακάλυπτους ενώπιον των πνευματικών τους τέκνων,
τα οποία δικαίως θα διερωτώνται, τί συμβαίνει.
Δια τούτο το περιοδικόν «Ο Σταυρός» έγραψε εκτενές σχόλιο (Αύγ.944,σ.134),
παρατηρών διά τον π. Άδριανόν,
ότι «δεν εξήντλησε τα μέσα».
Κατα τήν γνώμην του συντάκτου έπρεπε προτού διακοψει κοινωνίαν με την Εκκλησίαν του νέου,
«να έστελνε εγκυκλίους επιστολάς προς τούς άπανταχού γής ευρισκομένους χριστιανούς,
στις οποίες θα στηλίτευε τήν απόκλησι προς τον οικουμενισμόν των προσώπων εκείνων,
που θα έπρεπε να είναι φρουροί τής ορθοδόξου πίστεως».
Ή πρότασις του συντάκτου περί γραπτής διαμαρτυρίας εφηρμόσθη κατα κόρον απο τους αγωνισθέντας προ ικανών ετών,
κατα τής κακοδοξίας και ουδέν αποτέλεσμα έφερε,
μονο ή διακοπή κοινωνίας τους ενοχλεί και τους αποκαλύπτει.
Έτσι ο π. Αδριανός προτίμησε τήν οδόν τής πράξεως.
Προς τούτο επεσκέφθη Αυστραλίαν καί Καναδά,
όπου ανθεί ό άπόδημος Έλληνισμός,
προκειμενου να στηλιτεύση τήν αίρεσιν.
Το αποτέλεσμα;
Τον έξεδίωξαν αμέσως οί «ορθόδοξοι» αρχιεπίσκοποι και επίσκοποι των περιοχών!
Κι αυτό, επειδή διεπιστωσε, ότι έχουν πια πωρωθή, κατά τον λόγον του θείου Παύλου, άπεφάσισε νά άσφαλισθή δια της αποτειχίσεως και προσχωρήσεως εις τας τάξεις των Παλαιοημερολογιτών. Ό 'Άγιος Θεόδωρος ό Στουδίτης, τον όποιον αναφέρει «ο Σταυρός», ως αγωνιστήν «εντός τής Εκκλησίας», μόνο δια το θέμα του παράνομου γάμου του αυτοκρατορος εφήρμοσε οικονομίαν αρκούντως αυστηράν, διακόψας κοινωνίαν με όλους τους πρωταίτιους τής μοιχοζευξίας και τους κοινωνούντας αυτοίς.
Στήν περίοδον, όμως τής εικονομαχικής αιρέσεως, ή διακοπή τής κοινωνίας ήτο καθολική· ουδείς εικονόφιλος εκοινώνει με τους εικονομάχους, καθόσον τα μέτωπα ήσαν χωρισμένα και πας ομολογών πίστιν και σεβασμόν προς τας αγίας εικόνας εδιώκετο απηνώς. Και ταύτα μέν εις τήν έκκλησίαν του Βυζαντίου. Ύπήρχαν, όμως άλλαι τοπικαί εκκλησίαι και πατριαρχεία, που δεν μετείχαν τής αίρέσεως και τα όποία εκοινώνουν μέ τούς είκονοφίλους. Σήμερα, όμως τα πραγματα είναι πολύ χειρότερα τής εικονομαχικής περιόδου.
Η πενταρχία τών πατριαρχείων και όλαι αι αυτοκέφαλοι Εκκλησίαι κοινωνούν και συνεργαζονται μεταξύ των διώκουσαι τους ενισταμένους κατά τής αιρεσέως του οικουμενισμού (πλήν του πατριαρχείου Ιεροσολύμων). Συνεπώς, ή μόνη οδός, πού απομένει, δι’ οποίαν θέλει να μείνη αμέτοχος της αιρέσεως και κατακριτού κοινωνίας, είναι ή οδός τής αποτειχίσεως και ή κοινωνία του με τας εκκλησίας του παλαιού ήμερολογιου.
Τήν ανωτέρω στάσιν επικροτεί ή παλιά τής Όρθοδοξίας παράδοσις και οι ιεροί Κανόνες, οι οποίοι θεωρούν «άξιους τιμής» τούς ούτως ένεργούντας! Δυστυχώς οί συντάκται τού «Σταυρού», παρά τά γραφέντα επί μίαν τριακονταετίαν, επιμένουν, ότι μπορεί νά είναι ορθόδοξοι, ώς οι όμολογηταί του παρελθόντος,και συγχρόνως να κοινωνούν με όλας τας εκκλησίας που κακοδοξούν ή κοινωνούν με την κακοδοξίαν!
Αυτό το αποκαλούν αγώνα «εντός των τειχών της Εκκλησίας», ενώ σημαίνει ακριβώς το αντίθετον, ευρίσκονται εντός της κακοδοξίας και έκτός αληθείας! Και κάποιοι ήγούμενοι έπί αγίου Θεόδωρου, έχοντες τα μοναστήρια τους και μνημονεύοντες των αιρετικών, ενόμιζον, ότι πράττουν έργον θεάρεστον και διακριτικόν, όπως οι συντάκται του «Σταυρού»,προς τους οποίους έγραψε ό Όσιος Πατήρ:
«και τώρα δέξαι μου, τιμιώτατε πάτερ,ομιλούντα πιο ελεύθερα. Δεν τυγχάνει εκτός ευθύνης, το να συλληφθής, δηλαδή άπό ανθρώπους τού βασιλέως και νά παραμείνης παρά ταύτα ελεύθερος... Εάν η οσιότις σου ουδέν έπαθε εκ των ανωτέρω (των βασάνων δηλαδή που ύπεβάλοντο οι πιστοί), μετά τήν σύλληψιν, συγχώρα με, αλλά έπλανήθης αδελφέ. Και μή μου δικαιολογήσαι, πως διατηρείς ασφαλείς τας εκκλησίας και τάς άγιογραφίας των ναών, ώς καί τό μνημόσυνον του πατριαρχου. Τα παρόμοια και άλλοι πεπτωκοτες φλυαρούσιν. Τα ανωτέρω δεν δύνανται να διατηρηθούν, έκτός, εάν εγένετο προδοσία της ορθοδόξου ομολογίας.
Διότι σε παρακαλώ, ποια ή ωφελεια, όταν εμείς που λεγόμεθα και είμεθα ναός του Θεού, έχουμε καταστραφή (διά τής μή ομολογίας), με το να περιποιούμεθα άψυχους ναούς;... Αλλοίμονον, άλλοι νά άποθνήσκουν, άλλοι να έξωρίζονται,άλλοι να μαστιγώνονται, άλλοι να φυλακίζωνται, άλλους να φιλοξενούν τα όρη, αι ερημίαι, οι βράχοι και τα σπήλαια, και εμείς διαμένοντες στα σπίτια μας να νομίζωμεν, ότι θα παραμείνωμεν άβλαβείς. Ούδόλως...».
Ταύτα είπα από αγάπη προς σε και ως υπενθύμισιν,ότι οι τα τοιαύτα πράττοντες είναι άξιοι τιμωρίας...». (P.G.99,1365 AC). Καί προς τον ηγούμενον Θεόφιλον:«... Καί συ, ώ τρισάθλιε,εαλωκώς τη ψυχοφθόρω κοινωνία, και μενών εις το ολετήριον, επανούτως, αλλ' ου μοναστήριον, λεγεις ευ έχειν... Τινας δε και αδελφούς εφύλαξας, διεφθορότας τη ολεθρία σου κοινωνία, καν έν βρώμασι; σκάνδαλον του κοσμου, υπόδειγμα αρνήσεως, προτροπή απώλειας,σαρξ, άλλ’ ου πνεύμα, σκοτήρ, άλλ’ ού φωστήρ...». (Αύτ. 1337 C).
Ιδού, πώς εσκέπτοντο και ένεργούσαν οι άληθινοί πατέρες του παρελθόντος καί μάλιστα ο Μέγας Θεόδωρος, τον οποίον ο π. Ιουστίνος Πόποβιτς θεωρεί, ως τον «ατρόμητον ομολογητήν των θεανθρωπίνων αληθειών». Μακάριοι οι ταπεινώς μιμούμενοι τήν πορείαν του, δυστυχείς δε άληθώς,οι διαστρέφοντες τούς λόγους του,προκειμένου να δικαιολογήσουν τήν παραμονήν τους εις τήν αίρεσιν... 10/’94.
ΟΤΑΝ ΔΙΑΣΤΡΕΦΕΤΑΙ Η ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΔΙΔΑΧΗ
Αποτελεί αυταπόδεικτη αλήθεια για τον πολιτικό χώρο, ότι κανείς δικτάτορας δεν θα μπορούσε να σταθή χωρίς συνεργάτες. Το ίδιο άκριβώς συμβαίνει και στον εκκλησιαστικό χώρο. Κανείς αιρετικός δεν θά μπορούσε νά ευδοκιμήση, αν δεν είχε αυτούς, που θα επικροτούσαν,ή τουλάχιστον θα ανέχονταν σιωπηρώς τήν αιρεσίν του, θα κοινωνούσαν μαζί του και θα τον ακολουθούσαν.
Και για να γίνομε πιο συγκεκριμένοι. Από θεολόγους και κληρικούς όλων των μετώπων έχει χαρακτηρισθή ο Οικουμενισμός, ως παναίρεσις. Ενώ ξεκίνησε δειλά μέ τό σύνθημα τής αγάπης, κατέληξε σήμερα νά διακηρύσση «γυμνή τή κεφαλή», ότι ή Ορθοδοξία δέν είναι ή Εκκλησία,αλλά μαζί με τις λοιπές αιρέσεις,παπισμού και προτεσταντισμού,συναποτελούν τήν Εκκλησίαν!
Και το κατόρθωσαν αυτό οι οικουμενισταί πατριάρχαι, διότι είχαν βοηθούς και συναντιλήπτορας στήν ανίερη προσπάθεια τους εκατοντάδας επισκόπων και χιλιάδας ιερέων και μοναχών, που, είτε επικροτούσαν, είτε σιωπούσαν δια τήν προδοσίαν! Έτσι ή αίρεσις του Οικουμενισμού έχει δυο χαρακτηριστικά, που δεν είχαν οι παλαιές αιρέσεις:
πρώτον,τήν καθολικήν κατά τής Ορθοδόξου Εκκλησίας έπίθεσιν καί όχι μόνον εναντίον ενός δόγματος· και δεύτερον, τήν καθολικήν σχεδόν αποδοχήν τής αιρεσέως απο τους κορυφαίους κληρικούς καί θεολόγους τής Ορθοδοξίας, μέ έλαχίστας εξαιρέσεις στο χώρο των ιερέων και μοναχών. Σημειωτέον, ότι οι εξαιρέσεις αυτές αναφέρονται μόνο στο θεωρητικό ποιον,δηλαδή στα λόγια και την πέννα, χωρίς ουδεμίαν πρακτικήν έκφρασιν αντιστάσεως, όπως είναι ή διακοπή κοινωνίας μέ τήν αίρεσιν κ.λ.π.
Τό θλιβερώτερον, όμως εν προκειμένω είναι ή δικαιολογία που προβάλλουν αυτοί οι ρασοφόροι παντός βαθμού, προκειμένου νά υποστηρίξουν τήν θέσιν τους. Λέγουν χαρακτηριστικώς, ότι ενεργούν έτσι, διότι επιθυμούν να ευρίσκωνται εντός Εκκλησίας, αφού, όπως ισχυρίζονται, μόλις διακόψουν κοινωνίαν με τους αιρετικούς προιστάμενους των ή τούς κοινωνούντας μέ αυτούς, θά εύρεθούν αμέσως έκτός Εκκλησίας. Οποία διαστροφή τής ορθοδόξου διδασκαλίας!
Ένώ oi Ιεροί Κανόνες και ό σύνολος χορός των ομολογητών Πάτερων χαρακτηρίζουν, ως σωτηριώδη αντίδρασιν καί προστασίαν τής Εκκλησίας τήν διακοπήν κοινωνίας μέ τούς αιρετικά κηρύσσοντας,αυτοί ισχυρίζονται τά ακριβώς αντίθετα!Έτσι, όχι μόνον συμμαχούν προς τήν αιρεσιν και τήν ενισχύουν διατηρούντες το ποίμνιόν τους ανύποπτο στο πλευρό των κακοδόξων,αλλά και υβρίζουν όλους τους ομολογητάς, αυτούς, ως εκτός Εκκλησίας άγωνισθέντας, αφού, ως γνωστόν, έπραξαν τά ακριβώς αντίθετα από ό,τι πράττουν αυτοί σήμερα.
Σαφέστατη άπόδειξις τής υποκειμενικής και άκρως άντορθοδόξου θεσεώς των είναι, ότι ούδεμία μαρτυρία αναφέρουν προς στηριγμόν των λεγομένων των. Ελλείψει δε πατερικών επιχειρημάτων δημιουργούν συνεχώς νέα εκ του προχείρου, προς παρηγορίαν των οπαδών τους, διότι κάθε λίγο οι αιρετικοί οικουμενισταί πού ακολουθούν, διά λόγων και έργων, τους αχρηστεύουν τα παλαιά!...
Γράφομεν τα ανωτέρω, διότι προσφάτως εδημοσιεύθη στον «Ορθόδοξον Τύπον» (12,3), άρθρον τού ηγουμένου τής Ί. Μονής Γρηγορίου Αγίου Όρους, εις το οποίον, ενώ καταδικάζεται το «οικουμενιστικο παραλήρημα» των ήμερων μας, τονίζεται συγχρόνως, ότι «εμείς μένουμε στήν Αγία μας Εκκλησία, διότι πιστεύουμε ότι μέσα από την Εκκλησία και όχι έκτός αυτής, ημπορούμε να αγωνισθούμε». Ή αλήθεια, όμως έν προκειμένω είναι, ότι ή στάσις τους αυτή,τους τοποθετεί εκτός της αγωνιζομένης κατά της αιρέσεως Εκκλησίας καί συνεπώς μετά τής μερίδος των αιρετικών πού κοινωνούν.
Άν δέ ληφθή ύπ’ όψιν, ότι οι Αγιορείται μνημονεύουν τον Βαρθολομαίο, τον ''πρύτανη'' των οικουμενιστών, τότε αντιλαμβάνεται κανείς την τραγικότητα της ανωτέρω προτάσεως του ηγουμένου, ο οποίος δυστυχώς, εκφράζει το κοινό πιστεύω των Αγιορειτών. (Έκτός βεβαίως τών ζηλωτών πατέρων). Και μόνον οι λόγοι του Μ. ’Αθανασίου, όπου προτρέπει τους πιστούς να προσεύχωνται στο ύπαιθρον, προκειμενου νά μήν κοινωνήσουν μέ τούς Αρειανούς (ΒΕΠΕΣ, 33, 199), και τών Αγίων Χρυσοστόμου και Θεοδώρου τού Στουδίτου, που τονίζουν:
''ότι εχθροί του Θεού δεν είναι μόνο οι αιρετικοί, αλλά και οι κοινωνούντες με αυτούς, έστω και αν θεωρητικώς απορρίπτουν τήν αίρεσιν''(P.G.99,1164 Α), ανατρέπει εκ θεμελίων το ανωτέρω άρθρον του ηγουμένου. Το τραγικόν είναι, ότι ο Αγιορείτης ηγούμενος, στο τέλος του άρθρου του επικαλείται τας ευχάς «των μέχρι θανάτου» άγωνισθέντων κατά τής αιρέσεως ομολογητών.
Είναι, όμως αποδεδειγμένον ιστορικώς, ότι αντίστασιν «μέχρι θανάτου» στην αίρεσιν έκαναν μόνον όσοι διέκοπτον κοινωνίαν προς αυτήν, και δια τούτο εξωρίζοντο ή εθανατούντο. Αντιθέτως ή διακονία τών «εντός εκκλησίας» δήθεν αγωνιζομένων,εκφράζεται άριστα υπό του κατωτέρω λογου τού Μ.Βασιλείου:
«Ήμίν δέ προς τώ φανερώ πολέμω τών αιρετικών έτι και ο παρα των δοκούντων ορθοδοξείν επαναστάς, προς έσχατον ασθένειας τας εκκλησίας κατήγαγεν» (έπ. 92). Συνεπώς, ό καθηγούμενος, τό μόνο πού κατορθώνει με κείμενα σαν το ανωτέρω είναι να φαίνεται ορθοδοξος, τή δε άληθεία, πολλώ άπέχων τής αληθούς ορθοδοξίας!
ΜΗΝΥΜΑ ΕΛΠΙΔΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΡΩΣΙΑΝ
Τον Φεβρουάριο του 1998, ο Γεν.Γραμματεύς του Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών κ. Raiser επεσκέφθη τήν Ρωσίαν. Κατά την έπίσκεψίν του συνηντήθη μεταξύ των άλλων και μέ τούς καθηγητάς και φοιτητάς τής Θεολογικής Ακαδημίας της Μόσχας, που ευρίσκεται στην Ι. Μονήν του Αγ. Σεργίου. Η συνάντησις αυτή είχε προγραμματισθή από την Διεύθυνσιν Εξωτερικών Σχέσεων του Πατριαρχείου της Μόσχας και μέ την ευλογίαν του πατριάρχου Αλεξίου Β'.
Η σχετικώς μεγάλη αίθουσα τής συγκεντρώσεως ήτο πλήρης,ενώ πολλοί εστέκοντο γύρω στους τοίχους και στο πίσω μέρος της αιθούσης. Ένα μικρόφωνο είχε τοποθετηθή εις το μέσον τής αιθούσης δια εκείνους, που θα έπεθύμουν να θέσουν ερωτήσεις στους ομιλητάς στο τέλος των ομιλιών. Είχαν παραχωρηθή είκοσι λεπτά εις το πρόγραμμα γι αυτόν τον σκοπόν.
Η ομιλία του κ. Raiser, γεμάτη άπό οικουμενιστικές κοινοτυπίες, προεκάλεσε μικρόν ενδιαφέρον και ηκούσθη μετά αδιαφορίας απο τους περισσοτέρους. Επόμενος ομιλητής ήτο ό Νικόλας Λόσκυ, υιός τού γνωστού θεολόγου τής Διασποράς Βλαδιμήρου Λόσκυ και καθηγητού στο Ινστιτούτο τού Αγίου Σεργίου στο Παρίσι.
Μεταξύ άλλων, ο Λόσκυ εξέφρασε τήν σκεψιν, ότι δεν δύναται κάποιος να αποκαλή αιρετικούς, εκείνους που δεν πιστεύουν με τον ορθόδοξον τρόπον. Κατά τήν γνώμην του, εάν κάποιος πιστεύη εις τον Ίησούν Χριστόν και τήν Αγίαν Τριάδα, τότε δέν είναι αιρετικός!... Μετά την λήξιν τών ομιλιών, τέσσερεις ιερομόναχοι, σπουδασταί της Ακαδημίας παρουσίασαν τας απόψεις των σχετικώς με τα λεχθέντα καί έθεσαν ερωτήσεις.
Οι λοιποί παρόντες σπουδασταί επανειλημμένως εξεφρασαν τήν συμφωνίαν των προς τους συμφοιτητάς των, δια χειροκροτημάτων. Τα κύρια σημεία που ετόνισαν οι ιερομόναχοι ήσαν τα εξής: 1. Η πληρότης τής αλήθειας παραμένει εις τήν Ορθόδοξον Εκκλησίαν καί μόνον εις αυτήν. 2. Αι δηλώσεις των ομιλητών στερούνται σοβαρού περιεχομένου και προκαλούν κατάπληξιν και ανησυχίαν.
Είναι δυνατόν, να μήν έχουν διαβάσει ποτέ τας Αγίας Γραφάς, τους Κανόνας τής Εκκλησίας, ή τα έργα των Αγίων Πατέρων; 3. Ό ''ύποτιθέμενος'' σκοπός συμμετοχής των Ορθοδόξων εις τήν Οικουμενικήν Κίνησιν είναι να μαρτυρήσουν περί τής αληθείας τής ’Ορθοδοξίας. Στήν πραγματικότητα, ούτε οί Ορθόδοξοι μαρτυρούν τήν πίστιν τους, ούτε οί Προτεστάνται διαμαρτύρονται πάρα πολύ.
Έχει περάσει ήδη αρκετός χρόνος, περισσότερον απο μια γενιά οικουμενιστών, που έχει αναχωρήσει —προκειμένου να σταθή ενώπιον τού κριτηρίου του Θεού— καί ποια υπήρξαν τά αποτελέσματα; Ποιοι οί καρποί; Κανείς απολύτως! 4. Επιστροφές εις τήν ορθόδοξον πίστιν έχουν επιτευχθή, αλλά αυτό έχει συμβή χωρίς τήν συμμετοχή του Π.Σ.Ε.
Πόσες έπιστροφές στήν ’Ορθοδοξία έχουν συμβή όφειλόμεναι εις τό Π.Σ.Εκκλησιών;... 5. Ο Οικουμενισμός είναι αίρεσις, όχι διότι οι άνθρωποι προσεύχονται μετά των αιρετικών, αλλά, διότι η κυρία θέσις, που ανεπτύχθη εδώ είναι, ότι η Εκκλησία είναι υποθετικώς διηρημένη και συνεπώς έχει ανάγκη επανενώσεως. Αυτό συνιστά αίρεσιν συμφώνως προς τήν διδασκαλίαν τής Ορθοδόξου Εκκλησίας μας.
6. Υποψιάζεται ό Γ. Γραμματεύς, ποιους πράγματι άντιπροσωπεύουν αύτοί, που ενεργούν αυτούς τούς διαλόγους εις το όνομα τής Ορθοδόξου Εκκλησίας; Στην πραγματικότητα —και αυτό είναι γνωστό σε όλους— αντιπροσωπεύουν μόνον τους εαυτούς των. Αυτοί, που πράγματι ένδιαφέρονται διά την ’Ορθοδοξίαν, δεν τους επιτρέπεται να μετέχουν εις αυτές τις συζητήσεις. 7. Ποιον οφελος αναμένεται, είτε δια τους προτεστάντας ή διά τούς Ορθοδόξους, από τήν περαιτέρω συμμετοχή σας εις τήν Οικουμενικήν Κίνησιν;
Δι’ ημάς, τους σπουδαστάς τής Θεολογικής Ακαδημίας τής Μόσχας, είναι φανερόν, ότι προς το παρόν ουδέν όφελος υπάρχει,διότι ένα σαθρόν δενδρον παράγει σαθρόν καρπόν... 8. Πως, εν άντιθέσει προς τήν διδασκαλίαν του Άποστόλου Παύλου, μπορεί τό Π.Σ.Ε. νά υποστηρίζη επισήμως οργανισμούς απεχθείς εις τον Θεόν, όπως των ομοφυλοφίλων και των λεσβιών;
Μετά άπό τέτοιες εξαγγελίες ύποστηρίξεως εκ μέρους του Π.Σ.Ε.,πως νά συμμετέχωμεν εις την Οικουμενικήν Κίνησιν; Το Π.Σ.Ε. έχων, ως σκοπόν τήν ένωσιν όλων, μετά απο 50 χρόνια,δεν το έχει κατορθώσει και τώρα αντιμετωπίζει σοβαράν κρίσιν. Ο κ. Raiser βλέπει καμμίαν ευοίωνον λύσιν της κρίσεως και, αν ναι,ποιαν; Πραγματικαί απαντήσεις εις τα ανωτέρω ερωτήματα δεν εδόθησαν από τον κ. Raiser.
Άνέφερε μερικά αόριστα και μάλλον αδύναμα επιχειρήματα, ότι δηλ. τό Π.Σ.Ε. θά ημπορούσε να βοηθήση μόνο τις Εκκλησίες, όχι όμως και να τις αντικαταστήση. Αυτή η βοήθεια νοείται, ως προσφορά διαύγειας και ακρίβειας, όσο αφορά τήν έννοιαν τής φύσεως της Εκκλησίας. Η ενότης είναι ένα δώρο Θεού διά το οποίον έπρεπε να είμεθα άξιοι και δια τήν πραγματοποίησιν του οποίου ο Γ. Γραμματεύς ελπίζει μόνον εις το άγιον Πνεύμα.
Εις μιαν εκ των απαντήσεών του ο κ. Raiser εδήλωσε, ότι τα περισσότερα, που είπε προ ολίγου ένας ιερομόναχος, ήσαν μόνον προσωπική του πεποίθησις, οπότε μίαν φωνή ηκούσθη από το ακροατήριον: «Αυτή είναι ή πίστις τής Εκκλησίας». Ή ανωτέρω άναφώνησις έπανελήφθη μετά χειροκροτημάτων! Τα αυτά χειροκροτήματα ηκούσθησαν επίσης μετά τους λογους ενός Ιερομόναχου, που είπε, ότι αι δηλώσεις του Λόσκυ δεν έχουν τίποτα κοινόν με το ορθόδοξον δόγμα.
Γενικώς αι ανταλλαγαί απόψεων μετά του Λόσκυ είχον οξύ τόνον. Ηρωτήθη: Σε ποια βάσι στηριζόμενος ισχυρίσθη, ότι οι αιρετικοί παύουν να είναι αιρετικοί, μόλις θελήσουν να έλθουν σε διάλογον με τους Ορθοδόξους, και, πού στηριζόμενος ισχυρίσθη, ότι δυνάμεθα να προσευχώμεθα μετά των αιρετικών, και, ότι αυτό δεν παραβιάζει τούς Κανόνας τής Ορθοδόξου Εκκλησίας;
Ό Λόσκυ άπήντησε μετά πάθους, ότι αιρετικός είναι ένας που έχει κόψει εαυτόν απο τήν Εκκλησίαν και συνεχίζει να επιμένη εις τήν εσφαλμενην γνώμην του. Τότε ήκουσθη μια φωνή από τήν αίθουσα: «Λοιπόν και συ παρομοίως επιμένεις»! Γέλια και χειροκροτήματα στήν αίθουσα. Πρέπει να σημειωθή ενταύθα, ότι όλες οι ομιλίες, εκτός της τελευταίας, ήσαν κανονικαί και πολιτισμέναι.
Τελευταίος όλων,
ένας ακόμη ιερομόναχος πλησίασε το μικρόφωνο και δήλωσε:
«Εάν ένα σοβαρά άρρωστο πρόσωπο δεν γίνεται καλά,
ομιλώντας με έναν ιατρόν,
κατά ποιον τρόπον παύει ένας αιρετικός να είναι αιρετικός,
διότι άρχίζει νά ομιλή με έναν Ορθόδοξον;
Πλήν τούτου,
ή μοναδική θεραπεία για τήν αίρεσιν είναι το μυστήριον τής μετανοίας.
Η Έβδομη Οικουμενική Σύνοδος συνεκλήθη γιά νά εξετάση τήν αίρεσιν τής εικονομαχίας
και καθώς γνωρίζομεν,
ο Γεν. Γραμματεύς δεν τιμά τις ιερές εικόνες.
Τότε εν πάση περιπτώσει, γιατί ήλθε εδώ;»
Μια μάλλον αδιάκριτη ερωτησις,
αλλά εν ειλικρινεία και με μεγάλο πόνο καρδιάς εκφρασθείσα υπο ενός Ιερομονάχου.
Αυτή ή τελευταία ερώτησις έδωσε ευκαιρία στούς ''φιλελευθέρους δημοσιογράφους''...
νά δηλώσουν αργότερα,
ότι «Η Ρωσική Ορθοδοξία έδειξε για μια ακόμη φορά την κτηνώδη της όψιν»...
Στο τέλος,
ο επίσκοπος Ευγένιος,
Διευθυντής της Ακαδημίας, είπε,ότι η συνάντησις απεδειξε,
πως το θέμα του Οικουμενισμού δεν είναι απλό και ότι ήτο καλόν δια τους επισκέπτας μας
απο τήν Δυσιν,
να γνωρίσουν τας αληθείς απόψεις των μελλοντικών ιερέων τής Ρωσικής Εκκλησίας
και να βγάλουν τα κατάλληλα συμπεράσματα.
Στο τέλος τής συναντήσεως ακούσθηκαν φωνές:
«Ας προσευχηθούμε αδελφοί»,
οπότε ηκούσθη η απάντησις:
«Όχι μέ αιρετικούς»!
Έτσι η συνάντησις τελείωσε, χωρίς τήν καθιερωμένη προσευχή.
«Ό έχων ώτα άκούειν άκουέτω...».
Orthodox Christian Witness,
Αύγ. 21, 1998.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Απόσπασμα από το βιβλίο του αειμνήστου Ιερομονάχου και Θεολόγου
πατρός Θεοδωρήτου Μαύρου,
''ΟΤΑΝ ΟΙ ΦΥΛΑΚΕΣ ΠΡΟΔΙΔΟΥΝ''
2001, σελίδες 13-18.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου