Όσοι δεν καταλαβαίνουν την απόφανση του αποστόλου και δεν μπορούν
να δουν σε βάθος την σοφία των λόγων του και εξέλαβον σαν ακίνδυνη υπόθεση
να παρερμηνεύουν τις αποστολικές εντολές κινδυνεύουν να παραλογιστούν.
Τί λένε μεθυσμένοι από την φιλαρχία τους;
Επικαλούνται την διατύπωση του Παύλου: «Αν κάποιος έχει έφεση για το επισκοπικό αξίωμα, επιθυμεί καλό έργο». Δεν μπορώ να αρνηθώ ότι αυτό έχει παραδοθεί γραπτώς, αλλά έχω ενστάσεις ότι το νόημά του είναι όπως το θέλουν ετούτοι. Πρέπει, λοιπόν, πριν ακόμη προσπαθήσω να το ερμηνεύσω, να προσθέσω κάτι άλλο που μπορεί να αναστείλει αυτήν την επιθυμία σε πολλούς. Γιατί δεν έχουν όλοι την δύναμη να αναλάβουν μια τέτοια εξουσία, η οποία είναι ανώτερη ακόμη και από την βασιλική, αφού η πρώτη κυβερνά τις θείες υποθέσεις, η άλλη τις ανθρώπινες. Αυτή είναι δουλειά πολύ λίγων ανθρώπων, που ως προς την δικαιοσύνη πρέπει να διαφέρουν από όσους καλούνται να κυβερνήσουν όσο διαφέρουν οι βοσκοί από τα πρόβατά τους,για να μην πω και κάτι περισσότερο.
Τί λέει λοιπόν; «Πρέπει ο επίσκοπος να είναι ανεπίληπτος, νηφάλιος σώφρων, κόσμιος, φιλόξενος, ικανός να διδάξει, ανεξίκακος, να μην είναι επιρρεπής στα μεθύσια και στους καυγάδες, αλλά μετριοπαθής, ούτε να αγαπά τις έριδες και τα χρήματα, να μπορεί να διοικεί επιτυχώς την οικογένεια την δική του και να έχει πολλά σεμνά παιδιά που να τον υπακούουν (αν δεν ξέρει να είναι αρχηγός της οικογένειάς του της ίδιας, πώς θα γίνει υπεύθυνος για την Εκκλησία του Θεού;). Επίσης να μην είναι καινούργιος στην Εκκλησία, για να μην τον παρασύρει ο διάβολος στο αμάρτημα της αλαζονείας». Ποιό από όλα αυτά τα κατορθώματα επέτυχαν οι πολλοί, ένας από τους οποίους είσαι και συ, και επιθυμούν διακαώς ένα πράγμα τόσο απλησίαστο γι’αυτούς; Μήπως διαθέτουν άψογη ζωή; Μήπως, πάλι, επέτυχαν τέτοιο επίπεδο ασκητικής βιοτής, ώστε να μην κοιμούνται ποτέ οι ψυχικές τους αισθήσεις;
Μήπως λάμπουν τόσο πολύ από σωφροσύνη, που και με μόνη την σιωπή τους συνετίζουν τους αφηνιασμένους και ξετρελαμένους για ερωτικές συνευρέσεις; Μήπως η κοσμιότητά τους είναι τόση που να μπορούν να προκαλούν σε όσους τους βλέπουν έκπληξη με το βάδισμά τους, με το βλέμμα τους και την φωνή τους; Εκείνοι που έπεσε ο κλήρος να γίνουν επίσκοποι, πρέπει σε όλα να παρουσιάζονται σαν χαριτωμένη επιτομή όλων των κατά Χριστόν αρετών. Οι εν λόγω είναι τόσο φιλόξενοι, ώστε να προσκαλούν στο σπίτι τους ακόμη και άγνωστους φτωχούς για να φάνε μαζί τους; Μελέτησαν τόσο πολύ και κατέκτησαν λόγο ικανό να διδάξει, ώστε τόσο μεγάλη Χάρις ήρθε εξ ουρανού να τους φωτίσει και η γλώσσα τους έγινε πηγή λόγων πνευματικών;
Τους διακρίνει τέτοια λαμπρή μετριοπάθεια ώστε ποτέ τους δεν συγχύστηκαν μα αποτέλεσμα να προσβάλλουν κανένα; Τόσο αδιαφορούν για τον πλούτο, ώστε να μοιράζουν σε όσους έχουν ανάγκη όση περιουσία απέκτησαν με δίκαιο τρόπο; Τόσο ανεξίκακοι είναι που να αντέχουν αναιτιολόγητες προσβολές και κατηγορίες; Διαθέτουν άραγε και τα άλλα πλεονεκτήματα που πρέπει κατά την περιγραφή του Παύλου να κατέχει ο άριστος ποιμένας; Μα τί τους έπιασε και έχασαν σε τέτοιο βαθμό τα λογικά τους;
Θα έπρεπε να τους αρκεί να ανήκουν στην τάξη εκείνων που κάνουν υπακοή (για να μην πω ότι εξαιτίας των πράξεών τους θα ήταν δίκαιο και από αυτήν ακόμη να εκδιωχθούν, αν και εκεί υπήρχε μια σωστή σειρά). Επιθυμούν, λοιπόν, πράγματα ανέφικτα και μέσα τους τρέφουν έρωτα για τον επισκοπικό θρόνο και επικαλούνται σαν συνήγορο του νοσηρού έρωτά τους τον Απόστολο, ο οποίος κατέβαλε κόπους για να τους θεραπεύσει από το καταστροφικό αυτό πάθος τους. Ο λόγος μου θέλει, λοιπόν, να τους επιτεθεί και περνάει πόνους παρόμοιους με της γέννας προκειμένου να μην αφήσει τα χαλινάρια και να μην ξεχυθεί σαν άλογο στην πεδιάδα, εγώ όμως τον συγκρατώ με πολύ κόπο τραβώντας τον πίσω, για να ασχοληθώ με σπουδαιότερα πράγματα και να δείξω ότι άνθρωποι που εμπαίζουν έτσι τις ιερές Γραφές και παίζουν με πράγματα μη επιδεχόμενα ελαφρότητος, δεν δικαιούνται ούτε να συγκαταλέγονται στους Χριστιανούς, γι’ αυτό και τον κατεύθυνα να ερμηνεύσει το ρητό.
Τί είπε ο θείος αυτός άνδρας, ο νους αυτός που έβλεπε τα πάντα, ο οποίος άσκησε αυτή την εξουσία με τρόπο άμεμπτο; «Αν κάποιος έχει την έφεση για το επισκοπικό αξίωμα….». Δεν είπε: «Ο καθένας ας επιθυμεί να γίνει επίσκοπος». Δεν διέταξε, δεν παρεκίνησε, δεν νομοθέτησε. Γνώριζε, όμως, ότι πολλοί είναι σαν μεθυσμένοι από την επιθυμία της εξουσίας, χωρίς να είναι εραστές της αρετής, αλλά μόνο διεκδικητές του αξιώματος, γι’ αυτό και δεν συνυπολογίζουν την προσπάθεια, τους κόπους και τους κινδύνους, τις φροντίδες και τα ξενύχτια, όλες τις ανάγκες του ποιμνίου που βαραίνουν τους ώμους του επισκόπου. Και ποιές είναι αυτές;
Να εξετάζει τους υποψηφίους για την ιεροσύνη, να τρέφει τους πεινασμένους, να ποτίζει τους διψασμένους, να ντύνει τους γυμνούς, να προστατεύει όσους αδικούνται, να γίνεται κηδεμόνας όσων θρηνούν για την ορφάνια τους, να στηρίζει τις χήρες, να τιμωρεί εκείνους που αδικούν, να ματαιώνει τις απόπειρες κάποιων να καταλάβουν παράνομα την εξουσία, να εξασφαλίζει θεραπείες για τους αρρώστους, να στήνει ξανά στα πόδια τους όσους σκανδαλίζονται από ερωτικές επιθυμίες, να απελευθερώνει αιχμαλώτους, να παρηγορεί όσους έπεσαν σε κάποια συμφορά, να σωφρονίζει όσους υποπίπτουν σε σφάλματα. Αυτά, είναι, λοιπόν τα βραβεία που συνοδεύουν την ανάρρηση στον επισκοπικό θρόνο και ακόμη περισσότερα, που τα παραλείπω για να μην μακρηγορήσω και όμως, υπάρχουν μερικοί που την επισκοπή την θεωρούν εξουσία και άνεση και καλοπέραση και ούτε τον εαυτό τους εξετάζουν, ούτε το μέγεθος του αξιώματος αντιλαμβάνονται, γι’ αυτό και βιάζονται να το κατακτήσουν.
Προσπάθησε, λοιπόν, να αναστείλει την επικίνδυνη βιασύνη τους λέγοντας τα εξής: «Αν κάποιος έχει έφεση για το επισκοπικό αξίωμα, επιθυμεί ένα ωραίο έργο». Δεν είπε, » εμπρός, λοιπόν, καλά κάνει ο καθένας να το επιθυμεί!». (Αν έλεγε αυτό, δεν θα επαινούσε το έργο, αλλά τον έχοντα την έφεση). Μίλησε, λοιπόν, για καλόν, για ωραίο έργο. Για να πάω παρακάτω, θα πω αυτό που καταλαβαίνουμε όλοι ανεξαιρέτως, ότι όχι μόνον οι εθνικοί σοφοί αλλά και οι ιερές Γραφές «έργον» ονομάζουν το δύσκολο και ακατόρθωτο, όταν λένε «άνδρα δε πιστόν έργον ευρείν» (είναι δύσκολο πράγμα να βρει κανείς πιστόν άνθρωπο), που θα πει, αγαπητέ μου, πράγμα δύσκολο, όχι άνετο, μέριμνα, όχι καλοπέραση, υπεύθυνο λειτούργημα, όχι ανεξέλεγκτη εξουσία, πατρική κηδεμονία, όχι τυραννική αυθαιρεσία, υπεύθυνη προστασία, όχι ανεύθυνη εξουσία.
Εγώ επαινώ υπερβαλλόντως το έργο του επισκόπου γιατί είναι θεϊκό,
όμως δεν επαινώ
τον έρωτα για τον επισκοπικό θρόνο, γιατί είναι επικίνδυνος.
Δεν λέω, «κάνει καλά» όποιος τον τρέφει μέσα στην ψυχή του,
ακόμη και ο πιο δοκιμασμένος,
λέω ότι πρέπει να τον αποβάλει με κάθε του δύναμη.
Προς Τιμόθεον, α'. Εις το,
«Εί τις επισκοπής ορέγεται…»
Περιοδικό ''Σύναξη'' τεύχος 127.
Εκ του Ιστολογίου ''Θησαυρός Γνώσεως και Ευσεβείας''
Τίτλος, επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου